Ο Ανορθολογισμός και τα αίτια κατάρρευσης του Δυτικού Πολιτισμού: Το χάσμα μεταξύ Ελληνικού και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού - Μάνος Δανέζης

Το χάσμα μεταξύ Ελληνικού και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού  Η σύγκρουση δύο διαφορετικών Πολιτισμών  Ο Ανορθολογισμός του Δυτικού Πολιτισμού
Το χάσμα μεταξύ Ελληνικού και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού 
Η σύγκρουση δύο διαφορετικών Πολιτισμών 
Ο Ανορθολογισμός του Δυτικού Πολιτισμού

Δρ Μάνος Δανέζης, Επίκουρος
καθηγητής Αστροφυσικής ΕΚΠΑΗ

Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου

Πολιτισμική κατάρρευση

Ο Δυτικός Πολιτισμός διέρχεται μια περίοδο δραματικά αυξανόμενης κοινωνικής κρίσης, η οποία συν τω χρόνω αποσαθρώνει τις παγκόσμιες κοινωνικές δομές.

Η οικονομική κατάρρευση που βιώνουμε, αλλά και η κατάρρευση όλων των κοινωνικών δομών, δεν είναι το αίτιο αλλά το αποτέλεσμα μιας ολοκληρωτικής κατάρρευσης αξιών και ιδεών.

Αυτό που καταρρέει είναι ολόκληρο το «Δυτικό Πολιτισμικό Ρεύμα» όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την μεγάλη επιστημονική επανάσταση του 16ου -17ου αιώνα.

Ο Δυτικός Πολιτισμός, άρα και η Οικονομία, από τότε ασπάστηκαν τα φιλοσοφικά και επιστημονικά δόγματα αυτής της Επανάστασης τα οποία όμως ήδη έχουν καταρρεύσει κάτω από τα πορίσματα της σύγχρονης Επιστημονικής Σκέψης.

Με βάση τα δόγματα της Επιστημονικής Επανάστασης του 16ου - 17ου αιώνα, το Δυτικό πολιτισμικό ρεύμα αναγόρευσε την ύλη ως πρωταρχικό και μοναδικό αξιακό γεγονός.

Στο βωμό αυτού του αγαθού και των παραγώγων του, ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός, επί αιώνες, θυσίαζε και θυσιάζει ακόμα, το σύνολο των ανθρώπινων αξιών του, ακόμα και την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Με τον τρόπο αυτό, δημιουργήθηκε ένα υλιστικό και μηχανοκρατικό πολιτισμικό ρεύμα το οποίο κυριάρχησε σε όλο το δυτικό κόσμο, ως μια νέα Δογματική Θεολογία.

Θεός αυτής της θεολογικής δομής είναι η φιλοσοφική έννοια της ύλης. Είναι «πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα, ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός».
Οι επί της Γης Απόστολοι και Νομοθέτες του νέου αυτού Θεού είναι οι Χρηματιστηριακοί Οίκοι, οι οποίοι συντάσσουν τις δέκα εντολές, δηλαδή τους κανόνες αγιοσύνης, τους οποίους οι πολίτες πρέπει να τηρούν αν θέλουν να έχουν τις ευλογίες του Θεού της «ύλης».
Το «Άγιο Πνεύμα» αντικαθίσταται από την έννοια του «χρήματος». το οποίο εκπορεύεται από τον θεό της Ύλης ως ανταπόδοση σε εκείνους τους πολίτες που τον υπηρετούν.

Ναοί του Θεού της ύλης, τα χρηματιστήρια και οι τράπεζες.

Το απάνθρωπο αυτό οικονομικό σύστημα το οποίο καταδυναστεύει τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό στηρίχθηκε σε μια παραχάραξη της έννοιας και της πρακτικής έκφρασης της έννοιας της Λογικής.

Ας δούμε όμως λίγο αναλυτικότερα τις ρίζες αυτού του προβλήματος.

Η έννοια της Λογικής

Ο Δυτικός Πολιτισμός, στη φάση της συγκρότησής του στηρίχθηκε, σε Θεολογικό επίπεδο, στα σκληρά δόγματα του Προτεσταντισμού. Τα θεολογικά αυτά δόγματα επηρέασαν δραματικά την επιστημονική και τεχνολογική συγκρότηση του νεοσύστατου δυτικού πολιτισμού δημιουργώντας το φιλοσοφικό σύστημα του Ορθολογισμού και την ακραία έκφρασή του, τον Υπερασιοναλισμό.

Βέβαια ο δυτικός Ορθολογισμός, τον οποίο υπηρετούμε μέχρι σήμερα, δεν έχει καμιά σχέση με τον Αριστοτελικό «Ορθό Λόγο» και γενικότερα με την Ηθική και τις Αξίες του Ελληνικού Πολιτισμού.

Τι είναι όμως ο Προτεσταντισμός;

Προτεσταντισμός

Προκειμένου να αποφύγουμε προσωπικές ή θεολογικές απόψεις θα αναφερθούμε στην κλασική κωδικοποίηση που έκανε σε κείμενό του ο αμερικανός Βενιαμίν Φραγκλίνος. Πρόκειται για την πιο συνοπτική παρουσίαση των βασικών παραμέτρων της Προτεσταντικής ηθικής και αναφέρονται σε κείμενο του Απόστολος Διαμαντή ο οποίος εργάζεται στο Εργαστήριο Κοινωνικών Επιστημών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και διδάσκει Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία στο Τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

O δεκάλογος του Προτεστάντη

Οι βασικές παράμετροι μπορούν να συνοψισθούν στο βασικό τρίπτυχο «λιτότητα, ακρίβεια, εργατικότητα», που χαρακτηρίζει κάθε καλό προτεστάντη.

Αυτές ακριβώς οι σχέσεις αποτελούν και την θεμελίωση του σχετικού έργου του Μαξ Βέμπερ και είναι οι ακόλουθες:

1. Ο χρόνος είναι χρήμα

Αυτό σημαίνει πως δεν πρέπει να υπολογίζεις μόνον αυτά που κερδίζεις κάθε μέρα, αλλά και το κόστος ευκαιρίας. Δηλαδή αυτό που χάνεις, όταν παραμένεις ανενεργός. Επομένως όχι στην ραστώνη και στο χάσιμο χρόνου, διότι έτσι χάνουμε χρήματα.

2. Η πίστωση είναι χρήμα

Δηλαδή εάν κάποιος μου αφήσει στα χέρια μου το χρήμα του- για παράδειγμα μια τράπεζα- με καλούς όρους πίστωσης, τότε έχω ευκαιρία να κερδίσω με καλή χρήση της πίστωσης και με εργασία. Το χρήμα φέρνει χρήμα.

3. Να τηρούμε ευλαβικά τις υποσχέσεις μας

Ο καλός πληρωτής έχει και το πορτοφόλι του δανειστή του. Διότι όποιος είναι γνωστός ότι πληρώνει στην προθεσμία του, όπως ακριβώς το υποσχέθηκε, μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να σηκώσει όσο χρήμα θέλει. Είναι ο κανόνας λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όπως λέγεται στην αγορά, η καλή πίστη.

4. Δεν υπάρχουν ασήμαντες πράξεις.

Για τον Προτεστάντη όλα είναι σημαντικά. Και οι πιο καθημερινές πράξεις διαμορφώνουν την εικόνα του ατόμου, την πίστη που έχει στην κοινωνία. Επομένως η εργατικότητά σου αποδεικνύει πως θυμάσαι τις υποχρεώσεις σου, σε παρουσιάζει τίμιο άνθρωπος και αυτό πολλαπλασιάζει την πίστη σου στην αγορά

5. Να ζεις με όσα έχεις.

Δηλαδή να κάνεις υπολογισμό, ώστε να μην ξεφεύγεις ποτέ από τις δυνατότητές σου στην κατανάλωση. Η αποφυγή αυτού του κανόνα είναι όρος απαράβατος της ατομικής, της οικογενειακής και της κοινωνικής ειρήνης. Όλοι πρέπει να προσαρμόζονται στην πραγματικότητα.

6. Να μην ακολουθείς την παράδοση.

Πρόκειται για μια βασική προτεσταντική ιδέα. Η άρνηση της παράδοσης ξεκινά από την άρνηση της Πατερικής Εκκλησιαστικής Παράδοσης και την αποδοχή μόνον του κειμένου της Βίβλου.

7. Η φιλαργυρία είναι η πηγή όλων των κακών.

Για την προτεσταντική ηθική δεν είναι αποδεκτή μια συμπεριφορά αποθησαυρισμού, αλλά μια συμπεριφορά επένδυσης. Το ίδιο συμβαίνει και με την κατανάλωση. Η υπερβολή της συνδυάζεται με την φιλαργυρία. Και έτσι το πρότυπο είναι μια συμπεριφορά ταιριαστή στην προοπτική της επένδυσης και του κέρδους.

8. Η φιλανθρωπία δεν είναι λύση.

Για τον Προτεστάντη η ευθύνη ανήκει στο άτομο. Αυτό έχει τον απόλυτο έλεγχο των πράξεών του, οπότε η φιλανθρωπία συγκρούεται με την βασική ηθική αρχή της ατομικής ευθύνης.

9. Να είμαστε εργατικοί και παραγωγικοί.

Διότι έχουμε τοποθετηθεί στη γη από τον Θεό, για να είμαστε παραγωγικοί και να προστατεύουμε τα δημιουργήματά του. Εφόσον είμαστε κατ’ εικόνα του, θα πρέπει να τον ακολουθήσουμε. Όπως αυτός είναι παραγωγικός και δημιουργικός, έτσι πρέπει να είμαστε και εμείς.

10. Δεν έχουν σημασία τα έργα, αλλά η πίστη.

Αυτή είναι μια βασική ιδέα της προτεσταντικής θεολογίας. Θα σταθούμε ενώπιον του Θεού όχι με τα έργα μας, αλλά με την πίστη μας. Ωστόσο η θεία χάρις δεν είναι κάτι το απαθές, αλλά μια δύναμη που μας σπρώχνει προς την εργασία. Μέσω της εργασίας, που είναι μια ανάγκη, μας μεταδίδεται η παρουσία του Θεού.

Μετά όλα τα προηγούμενα ο Προτεσταντισμός των Δυτικών Κοινωνιών δεν αποτελεί μια θεολογία όπως την αντιλαμβανόμαστε στην Ελλάδα, αλλά μια «Οικονομική Θεωρία και αντίληψη» ενδεδυμένη το ένδυμα της Θεολογίας.

Ο Ανορθολογισμός του Δυτικού Πολιτισμού

Απότοκο του δυτικού Προτεσταντισμού είναι ο Δυτικός Ορθολογισμός ο οποίος δεν έχει καμιά σχέση με ότι πιστεύουμε ότι αυτός εκπροσωπεί.

Ο Ορθολογισμός είναι μια πνευματική κατεύθυνση κατά την οποία μοναδική πηγή γνώσης είναι η λογική σκέψη που προέρχεται από τη δύναμη του νου και την αντιληπτική ικανότητα της αίσθησης (sensation) διαμέσου του ορθού λόγου (διάνοι - ratio).

Ο ορθολογισμός στηρίζεται στη Λογική, η οποία όμως δεν είναι ένα σταθερό και δογματικό κατηγόρημα, ενιαίο και αναλλοίωτο σε κάθε γωνιά της Γης, όλες τις ιστορικές περιόδους, αλλά αναπτύσσεται μέσω της ανάπτυξης της Γνώσης. Με λίγα λόγια όσο διαφοροποιείται η Γνώση τόσο διαφοροποιείται και η Ανθρώπινη Λογική.

Η Λογική λοιπόν είναι θέμα Παιδείας.

Με βάση όλα τα προηγούμενα ο Ορθός Λόγος έχει τοπικά, χρονικά, προσωπικά, πολιτισμικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Με λίγα λόγια η έννοια της Λογικής δεν είναι αντικειμενικά προσδιορισμένη στο χρόνο και τον Χώρο.

Μετά όλα τα προηγούμενα το βασικό ερώτημα είναι ένα, «με ποια διαδικασία ο Δυτικός Πολιτισμός προσπαθεί να επιβάλει ενιαία Λογικά κριτήρια για όλες τις κοινωνίες που τον υπηρετούν; Ποιοι είναι οι κανόνες αυτοί και ποιός τους έχει καθορίσει»;

Η απάντηση είναι απλή όταν αναλύσουμε π.χ την σημερινή Ελληνική πραγματικότητα και την συνδέσουμε με τον δυτικό Προτεσταντικό δεκάλογο τον οποίο κατέγραψε ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, και αναφέραμε προηγουμένως.

«Λογικό είναι κάθε τι το οποίο προσδιορίζεται από την Προτεσταντική λογική. Μια Θεολογική Δομή και λογική, η Προτεσταντική, καθορίζει την Κοινωνική Λογική των ανθρώπινων σχέσεων στον Δυτικό Πολιτισμό.

Όποιος συμφωνεί με αυτήν είναι «Λογικός» και επιβραβεύεται, όποιος διαφωνεί καταδικάζεται.

Υπερασιοναλισμός.

Όμως η κατάρρευση και η απανθρώπιση του Δυτικού Πολιτισμού δεν σταμάτησε στα όρια του Ορθολογισμού, αλλά επεκτάθηκε μέσω της επιβολής μιας ακόμα απαράδεκτης και ακραίας φιλοσοφικής προσέγγισης, του Υπερασιοναλισμού.

Σύμφωνα με την φιλοσοφική αυτή αντίληψη, οι θεωρητικές επιστημονικές έννοιες έχουν κάποιο πραγματικό νόημα, μόνο αν καταλήγουν σε κάποια πράξη μέτρησης ως προς ένα καθορισμένο σύστημα μέτρησης.

Όπως αναφέρει ο πατέρας αυτής της φιλοσοφίας Μπρίντζμαν: «Η απαρχή του Υπερασιοναλισμού οδηγεί σε ένα ριζικό μετασχηματισμό των τρόπων σκέψης μας. Δεν επιτρέπεται πια να χρησιμοποιούμε για να σκεφτόμαστε έννοιες που δεν θα ήταν δυνατόν να ορίσουμε με μετρητικούς όρους»

Για να είναι λοιπόν κάτι Επιστημονικά αποδεκτό, πρέπει να επιδέχεται κάποιου είδους αντικειμενική μέτρηση μέσω οργάνων

Το μέτρο δηλαδή είναι σημαντικότερο του μετρούμενου γεγονότος.

Έτσι το ότι το Σύμπαν μπορεί είναι άπειρο και άχρονο, θεωρείται ως μια απορριπτέα ιδέα εφόσον σ’ αυτή την περίπτωση δεν θα επιδεχόταν κάποια συγκεκριμένη ανθρώπινη μέτρηση. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε, σύμφωνα με τον υπερασιοναλισμό, ότι η μελέτη του Σύμπαντος έπρεπε να βρίσκεται εκτός του επιστημονικού πεδίου.

Σύμφωνα λοιπόν με την υπερασιοναλιστική λογική, η μελέτη του χώρου και του χρόνου απλώς συνίσταται στη μέτρηση της συμπεριφοράς ρολογιών και ράβδων μέτρησης ή οποιονδήποτε αντίστοιχων πιο σύγχρονων μετρητικών διατάξεων.

Βίντεο: Ο αστροφυσικός Μάνος Δανέζης, στις ομιλίες του με θέμα:
• «Ο ανορθολογισμός του δυτικού κόσμου». 28 Νοεμβρίου 2014
• «Όσα δε μας λένε για την ηθική και τη λογική
του Δυτικού Ορθολογισμού» 22-11-2017
• «Είναι λογικός ο Δυτικός Ορθολογισμός;» 17 Φεβρουαρίου 2020













Ο ρόλος των Αξιών
O δυτικός ορθολογισμός και σε προέκταση ο υπερασιοναλισμός τον οποίο υπηρετεί, αποτελεί βέβαια έναν αναγκαίο παράγοντα αντιμετώπισης του αισθητού περιβάλλοντός μας.

Ο Ορθολογισμός όμως πρέπει να αποτελεί μόνο μιαν όψη, την ποσοτική, του πολιτισμού της κοινωνίας μας. Η άλλη όψη, η ποιοτική, συγκροτείται από αξίες, οι οποίες ορθολογικά κρινόμενες δεν έχουν μια πραγματική αντικειμενικότητα.

Οι ανθρώπινες αξίες όμως δεν επιδέχονται μέτρησης με όργανα, άρα είναι αντιεπιστημονικές και απορρίπτονται.
Επειδή όμως έγινε αντιληπτό, ότι η απόρριψη των αξιών θα μηδένιζε τη δυναμική αυτής της φιλοσοφίας στο πλαίσιο της κοινωνίας των ανθρώπων, μέσω της Ορθολογικής σκέψης των «κατασκευαστών» της Λογικής, οι αξίες αντικαθίστανται, αξιωματικά, αλλά και «πονηρά», με συνώνυμες λέξεις με διαφορετικό όμως νόημα. Με τον τρόπο αυτό πίστευαν ότι θα εξυπηρετούνταν τα κοινωνικά, οικονομικά και θεολογικά «συμφέροντα» του καταρρέοντος δυτικού πολιτισμικού ρεύματος.

Έτσι η έννοια του «φίλου» αντικαθίσταται από την έννοια του «συνεργάτη», η σχέση με τον οποίο «σχεδόν» τελειώνει με το τέλος της μεταξύ μας επαγγελματικής συνεργασίας.

Η έννοια της «Δικαιοσύνης» αντικαθίσταται από την έννοια της «Νομιμότητας», με την σημείωση όμως ότι το «Νόμιμο» μπορεί να μην είναι και «Ηθικό».

Τέλος η έννοια της «Σπατάλης» αντικαταστάθηκε με την τόσο διαδεδομένη πλέον έννοια της «Ρευστότητας» η οποία καλύπτει ψευδοφιλοσοφικά την κραιπάλη του άκρατου καταναλωτισμού και δανεισμού που μας έχουν φέρει στην σημερινή δραματική κατάσταση.

Το πλέον απαράδεκτο όμως αυτής της φιλοσοφικής αντίληψης είναι ότι επέβαλε την άποψη ότι όλα τα γεγονότα που μπορούσαν να μετρηθούν έπρεπε να μπορούν να συγκριθούν μεταξύ τους. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να καθορισθεί ένα κοινό μέτρο μέτρησης.

Ως τέτοιο μέτρο επελέγει το χρήμα…

Επειδή όμως και ο Άνθρωπος αποτελεί ένα μετρούμενο επιστημονικό γεγονός αποτιμήθηκε και αυτός εις χρήμα βάση τον επόμενο μαθηματικό τύπο:

Α = Υn. Pa,n. r

Όπου

Α είναι η αξία ενός ανθρώπου σε χρήμα,

Υn είναι η παραγωγικότητα ενός ατόμου ηλικίας (n), ενώ

Pa,n είναι η πιθανότητα ενός ατόμου ηλικίας (a) να ζει στην ηλικία (n). Τέλος rείναι τα τρέχοντα τραπεζικά επιτόκια.

Με βάση αυτόν τον μαθηματικό τύπο, ζητήθηκαν πριν μερικά χρόνια από την γερμανική κυβέρνηση πολεμικές αποζημιώσεις για το χαμένο ανθρώπινο δυναμικό, αποτιμώντας την αξία ενός χαμένου εργαζόμενου για 25 χρόνια δουλειάς στα 180 περίπου ευρώ.

Ομοίως στα πλαίσια των πολεμικών αποζημιώσεων κάθε έμβρυο το οποίο λόγω διαφόρων πολεμικών αιτίων πέθανε αποτιμήθηκε για 35 χρόνια πιθανής μέσης ζωής του, σε περίπου 204 ευρώ.

Όπως βλέπουμε η συμπαντική ενιαία ανθρώπινη ύπαρξη μετασχηματίστηκε από την εκφυλισμένη επιστημονική και κοινωνική φιλοσοφία του υπερασιοναλισμού σε χρήμα, όπως ακριβώς και ένα αυτοκίνητο, ένα μπουκάλι κρασί ή ένα πακέτο τσιγάρα.

Ο Δυτικός λοιπόν Ορθολογισμός δεν έχει:

1. Διαχρονική αντικειμενικότητα και

2. Δεν περιέχει Αξίες εφόσον και αυτές, μη επιδεχόμενες μέτρησης με όργανα, δεν έχουν καμιά αποδεδειγμένη μετρούμενη αντικειμενικότητα.

Η υποκρισία του Δυτικού Πολιτισμού

Το ερώτημα όμως που διατυπώνεται σήμερα όλο και πιο έντονα είναι: «Γιατί είναι τόσο δύσκολο να κατανοήσουμε και να αποδεχθούμε την ορθότητα των νέων επιστημονικών ιδεών όταν μάλιστα αυτές αποδεικνύονται πειραματικά και πολυεπίπεδα;

Η απάντηση είναι απλή. Η Νέα Επιστημονική Σκέψη ανατρέπει την λογική μιας καταρρέουσας πολιτισμικής δομής δίνοντας στην έννοια των αξιών ένα νέο αποδεικνυόμενο εννοιολογικό περιεχόμενο το οποίο δημιουργεί νέα πολιτισμικά δεδομένα

Αυτή την ανατροπή αντιμάχεται το Παλαιό μέσω της δήθεν μη κατανόησης των Νέων Επιστημονικών Αληθειών.

Το τέλος του Υπερασιοναλιστικού Δυτικού Πολιτισμού

Όπως γίνεται κατανοητό από όλα τα προηγούμενα, ο ορθολογισμός και ο υπερασιοναλισμός αποτελούν τον κύριο μοχλό κατάρρευσης του Δυτικού πολιτισμού, επειδή οι λεγόμενοι ορθολογιστικοί διοικητικοί κύκλοι :

1. Δεν αντιλαμβάνονται την συνεχή αλλαγή του περιεχομένου του όρου «Λογική» σε επιστημονικό κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, και το ότι η Λογική διαφέρει από περιοχή σε περιοχή.

2. Δεν κατανοούν ότι αν η «λογικής» του Ορθολογισμού μας στερεί τις «Αξίες» και την Ανθρωπιά, τότε η φιλοσοφία αυτή πρέπει να ακυρωθεί ως, κοινωνικά επικίνδυνη.
Οι τρεις αλήθειες του Νέου Πολιτιστικού Ρεύματος

Οι τρεις αλήθειες του Νέου Πολιτιστικού Ρεύματος αλλά 
και της Νέας Λογικής των Αξιών είναι οι επόμενες:
Πρώτη Αλήθεια

Για τη σύγχρονη επιστημονική σκέψη η αισθητή υλική πραγματικότητα, σε οποιοδήποτε επίπεδο, αποτελεί ένα matrix, δηλαδή μια ψεύτικη εικόνα, την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω των εγκεφαλικών διαδικασιών.
Αυτό το οποίο αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, το μάτι, το αυτί μας, η όσφρησή μας δεν είναι πραγματικότητα, αλλά μια πλάνη των αισθήσεών μας. Η πραγματικότητα των αισθήσεών μας, αυτό το δημιούργημα το οποίο ονομάζουμε φύση ή κόσμο, δεν έχει καμία υπόσταση για τη σύγχρονη φυσική.

Η αλήθεια αυτή:

1. Kαταρρίπτει την Λογική της κυριαρχίας της Ύλης και των παραγώγων της ως κυρίαρχο κριτήριο αξιολόγησης των ανθρώπων, των κοινωνιών και των έργων τους.

2. Η οικονομία και τα υλικά αγαθά καταλαμβάνουν την αξία που τους αναλογεί δίνοντας απλά στον Άνθρωπο την δυνατότητα επίτευξης της πνευματικότητάς του.

3. Το «Μέτρο» αντικαθιστά τον πληθωρισμό των πλαστών αναγκών οι οποίες εξυπηρετούν απλά το κέρδος των λίγων και την ένδεια των πολλών

4. Η κοινωνική καταξίωση και η «ευτυχία» είναι αποτέλεσμα του «Είμαι» και όχι του «Έχω»

Δεύτερη αλήθεια

Η δεύτερη επιστημονική αλήθεια στην οποία θα στηριχθεί το νέο πολιτισμικό ρεύμα είναι ή έννοια της Ολικότητας. Το Σύμπαν της σύγχρονης επιστήμης είναι ένα ενιαίο σύστημα το οποίο δεν μερίζεται, ούτε αποτελείται από μέρη.

Τα πάντα μέσα στο Σύμπαν είναι Ένα, μια απέραντη ενιαία, και αδιαίρετη ενότητα

Η Ολικότητα συντρίβει την έννοια της διαίρεσης των πάντων σε ατομικότητες. Μια διαίρεση που ευνοεί την αποξένωση των ανθρώπων και την συντριβή κάθε ανθρώπινης ψυχικής επαφής με τους γύρω μας.

Αποδεικνύει την ανάγκη της συλλογικότητας έναντι του ατομικού συμφέροντος, μια ανάγκη που αποτελεί τη βάση της Δημοκρατίας.

Με τον τρόπο αυτό δίνει ένα νέο νόημα σε Συμπαντικές Αξίες όπως η Αγάπη, η Αλληλεγγύη, ο Αλτρουισμός, η Θυσία.

Η τρίτη αλήθεια

Η Τρίτη αλήθεια είναι ο νόμος δράσης αντίδρασης που μας διδάσκει ότι, μέσα σε μια ενιαία και αδιάσπαστη συμπαντική ουσία, κάθε κακή δράση μας πάνω σε κάποιο συμπαντικό μέρος, δημιουργεί την αυτόματη και ενστικτώδη αντίδραση του συνόλου της Δημιουργίας πάνω σε μας

Με λίγα λόγια ότι κάνουμε το εισπράττουμε πολλαπλάσια από κάθε γωνιά της συμπαντικής ενότητας.

Οι πολιτισμοί δεν αλλάζουν λόγω της καλής θέλησης των διοικητικών δομών, μέσω νόμων και διαταγμάτων.

Οι πολιτισμοί αλλάζουν μόνο αν το μορφωτικό επίπεδο των πολιτών επιτρέψει την κατανόηση των συντελεσθέντων αλλαγών.

Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να στρέφονται οι προσπάθειές μας.

Ο επιστήμονας τη στιγμή της μεγάλης πολιτισμικής κρίσης πρέπει να τολμήσει να αποτελέσει τον ισχυρό βραχίονα ξεπεράσματός της, εκφραζόμενος ελεύθερα, ασχέτως του κοινωνικού και επαγγελματικού κόστους που πολλές φορές είναι αβάσταχτο.















Τα αίτια της κατάρρευσης του Δυτικού Πολιτισμού 
Οι Δυτικές Κοινωνίες σε Κατάρρευση 
Και η Νέα «Πάλη των Τάξεων»

Δρ Μάνος Δανέζης
Επίκουρος Καθηγητής Αστροφυσικής ΕΚΠΑ
Η αρχή της σημερινής κρίσης της βιομηχανικής κοινωνίας, την οποία ακόμα βιώνουμε, εκδηλώνεται, εδώ και πολλές δεκαετίες, ως αποτέλεσμα της αδυναμίας εξεύρεσης φτηνών πρώτων υλών και ενέργειας αλλά και νέων μεγάλων και άκρατα καταναλωτικών αγορών οι οποίες θα απορροφήσουν τα τεράστια πλεονάσματα των βιομηχανικών προϊόντων των δυτικών κοινωνιών. Η δυσπραγία αυτή οφείλεται κύρια σε δύο γεγονότα. Πρώτον, την αρχή της εξάντλησης των πρώτων υλών, που είναι αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης υπερεκμετάλλευσης και δεύτερον, το τέλος της περιόδου της αποικιοκρατίας και του νέο-ιμπεριαλισμού.

Oι πλούσιες βιομηχανικές χώρες της Δύσης, συνειδητοποιούν πλέον ότι οι εμπορικοί όροι των συναλλαγών έχουν πλέον αλλάξει ενώ το κόστος τους αυξάνεται σημαντικά.

Tο βασικότερο όμως είναι ότι η εξάρτηση των πλούσιων βιομηχανικών κρατών, από τις φτωχές χώρες παραγωγής ενέργειας και πρώτων υλών, δημιουργεί πιέσεις τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, δυναμιτίζοντας έτσι τις δομές του βιομηχανικού πολιτισμού. Όλα τα προηγούμενα οδηγούν σε μία αποσάθρωση του οικονομικού υπόβαθρου της βιομηχανικής κοινωνίας, το οποίο υπήρξε το κύριο στοιχείο επιβολής της σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκαν ρήγματα στη συνοχή του συγκεντρωτικά δομημένου κοινωνικού ιστού, με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό περιορισμό του περιεχομένου των όρων που δομούσαν την έννοια του Έθνους-Κράτους. Ομοίως, άρχισε να αμφισβητείται η δυνατότητά του Εθνικού Κράτους, να εξασφαλίζει από μόνο του συνθήκες οικονομικής ευημερίας και βιολογικής ασφάλειας των πολιτών του.

Αποτέλεσμα όλων των προηγούμενων προβλημάτων είναι τα βιομηχανικά Έθνη να έχουν να αντιμετωπίσουν πλέον τρεις βασικούς διαλυτικούς παράγοντες, οι οποίοι συν τω χρόνω ισχυροποιούνται περισσότερο.

Πρώτος παράγοντας είναι η αυξανόμενη αυτονομιστική και εθνικιστική δράση από μέρους των κοινωνικών εκείνων ομάδων οι οποίες δεν είναι δυνατόν να συνειδητοποιήσουν την παγκοσμιοποίηση της κοινωνικής πολιτικής και οικονομικής δομής και των προβλημάτων της και αντιδρούν βίαια.

Δεύτερος παράγοντας είναι η ύπαρξη και δράση κοινωνικών ομάδων, θυμάτων της βιομηχανικής περιόδου (Nαρκομανείς, Xούλιγκανς, Aναρχικοί, φυλετικές, Εθνικές, και Θρησκευτικές μειονότητες). Η κοινωνική αυτή αναταραχή είναι αποτέλεσμα της πολυπολιτισμικότητας και της πολυφυλετικότητας των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών την οποία δεν έλαβαν υπ’ όψη τους οι πατέρες της θεωρίας της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, αλλά και όσοι επελέγησαν να την εφαρμόσουν δευτερογενώς. Στις δυτικές βιομηχανικές κοινωνίες, η ειρηνική σχέση και συμβίωση διαφορετικών κοινωνικών, φυλετικών, πολιτιστικών και οικονομικών ομάδων, στηρίζεται μόνο στο αμοιβαίο υλικό συμφέρον. Όμως, όταν το αμοιβαίο αυτό συμφέρον δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί από το κράτος, λόγω οικονομικής δυσπραξίας ή πολιτισμικής ανεπάρκειας, η κοινωνική ειρήνη παύει να υφίσταται. Με τον τρόπο αυτό, η δίχως πολιτισμικό ήθος αναπτυσσόμενη κοινωνία της παγκόσμιας αγοράς βάλλεται από εκείνους που αυτή δημιούργησε και εξέθρεψε. Αντίπαλές της είναι εκείνες ακριβώς οι κοινωνικές ομάδες οι οποίες πείστηκαν για τις δυνατότητες του στρεβλού οικονομίστικου μοντέλου και, ως εκ τούτου, έχουν την απαίτηση από αυτό να ικανοποιήσει στο έπακρο τις επαγγελίες του.

Ένα επιπλέον στοιχείο κατάρρευσης του πραγματιστικού πολιτισμικού ρεύματος των δυτικών κοινωνιών είναι η εγκατάλειψη της αρχής της κοινωνικότητας. Βασικά στοιχεία δομής ενός νέου σύγχρονου και ρεαλιστικού πολιτισμικού ρεύματος, είναι η κατανόηση και αποδοχή των αρχών της συλλογικότητας και του κοινοτικού πνεύματος. Το καταρρέον πολιτισμικό ρεύμα έχει ως αρχές του την ιδιώτευση, την υποκειμενικότητα, την ατομικότητα και τον εγωκεντρισμό. Με τον τρόπο αυτό η κοινωνία χάνει τη συνοχή της και αυτοδιαλύεται σε ένα σύνολο συγκρουόμενων ατόμων. Το εγώ αντικαθιστά το εμείς. Το είμαιαντικαθίσταται από το έχω. Με τον τρόπο αυτό ο κοινωνικός πολιτισμός μετατρέπεται σε εξατομικευμένο.

Όπως είναι φυσικό, η μη ικανοποίηση αυτών των βασικών ουμανιστικών αξιών, οδηγεί τις κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες στην συνειδητοποίηση της αδυναμίας του μοντέλου της μονοδιάστατης οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Επειδή όμως κανένας δεν φρόντισε να αναμορφώσει και να βελτιώσει το πολιτισμικό και κοινωνικό τους υπόβαθρο, δεν έχουν τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουν ότι η λύση του προβλήματος δεν βρίσκεται στην επανασύσταση των νεκρών πλέον δομών ενός ξεπερασμένου εθνικού κράτους. Δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι η λύση θα δοθεί μόνο μέσω της δημιουργίας μιας νέας πολιτισμικής πραγματικότητας η οποία κέντρο της θα έχει τον άνθρωπο, όχι μόνο ως βιολογία, αλλά συγχρόνως ως πνεύμα και ψυχή.

Ένας τελευταίος διαλυτικός παράγοντας είναι η δυναμική συγκρότηση και παρουσία κοινωνικών δυνάμεων οι οποίες, όχι μόνο αμφισβητούν και μάχονται τις δομικές αξίες της μονοσήμαντης οικονομικής παγκοσμιοποίησης, αλλά συγχρόνως αγωνίζονται προκειμένου να προλάβουν ή να θεραπεύσουν τα όποια οδυνηρά για την κοινωνία και τη φύση αποτελέσματά της (πράσινοι, οικολόγοι, εναλλακτικοί κλπ). Οι κοινωνικές αυτές ομάδες αν και συνειδητοποιούν τα αδιέξοδα αυτού του κοινωνικού μοντέλου, δεν είναι βέβαιο ότι σε όλες τις περιπτώσεις, έχουν συλλάβει το ότι αυτά τα φαινόμενα δεν έχουν πολιτικό αλλά πολιτισμικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου οι λύσεις που προτείνουν αναφέρονται μονοδιάστατα στην προσπάθεια αλλαγής του πολιτικού, κομματικού, θεολογικού ή οικονομικού περιβάλλοντος. Με βάση αυτή την αντίληψη, σε πολλές περιπτώσεις, οι κοινωνικές αυτές ομάδες εξελίσσονται σε πολιτικούς σχηματισμούς, διεκδικώντας κομμάτι της εξουσίας ως εφαλτήριο επίτευξης των ευρύτερων στόχων τους.

Την λύση αυτή επιδιώκει και η μονοδιάστατη παγκοσμιοποιητική δομή. Η συμμετοχή των κοινωνικών αυτών ομάδων στα κέντρα λήψης παγκοσμιοποιητικών αποφάσεων, χωρίς να έχουν κατανοήσει την πολιτισμική τους ανεπάρκεια, καταπνίγει τη δύναμη αμφισβήτησης, μέσω μιας πολυεπίπεδης προσωπικής αλλοτρίωσης των συμμετεχόντων στις παγκοσμιοποιητικές δομές.

Τα πολιτικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης αυτής παγκόσμιας κρίσης είναι και αυτά εμφανή και εκδηλώνονται ουσιαστικά μέσα από το πλέγμα δύο κυρίαρχων αμφισβητήσεων*.

Αυτή η αμφισβήτηση, επικεντρώνεται σε δύο στοιχεία.


Πρώτον στη φυσική ανθρώπινη αδυναμία των πολιτικών της περιόδου να συλλάβουν τις διαφορετικές απαιτήσεις της νέας πολιτισμικής πραγματικότητας.
Δεύτερον, στην αδυναμία των ηγεσιών να κατανοήσουν ότι η δύναμή τους δεν πρέπει να εκφράζεται πλέον μέσω της αποφασιστικότητας και της πυγμής που επιδεικνύουν, αλλά βασικά μέσω της ευαισθησίας τους να αφουγκράζονται την κοινωνία, να αντιδρούν με φαντασία και βασικά να αναγνωρίζουν την περιορισμένη φύση τους.

Αυτό όμως που δεν έχει γίνει κατανοητό είναι ότι ουσιαστικά δεν φταίνε οι ηγεσίες, αλλά οι κοινωνικές δομές. Oι ηγεσίες απλά, αναγκασμένες να δουλεύουν με βάση τη λογική και τους θεσμούς της βιομηχανικής περιόδου, που σχεδιάστηκαν για μια αργοκίνητη κοινωνία, δεν μπορούν να πάρουν και να υλοποιήσουν αποφάσεις με την ταχύτητα που απαιτούν τα γεγονότα*.

*βλέπε και A. Toffler: Το τρίτο κύμα», εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα, 1982

Όμως η αδυναμία κοινωνικής παρέμβασης των κομμάτων, αλλά και των ηγεσιών τους, οφείλεται και σε ένα επιπλέον βασικό αίτιο. Ένα κόμμα πρέπει ν’ αποτελεί μια μικρογραφία της ευρύτερης κοινωνικής διαστρωμάτωσης, την οποία υποτίθεται ότι θα πρέπει να εκφράζει. Τα σημερινά κόμματα όλων των πολιτικών αποχρώσεων, είναι δομημένα επί τη βάση ενός Λενιστικού μοντέλου το οποίο προϋποθέτει, όσον αφορά το δυτικό κόσμο, μια κοινωνική δομή, που έχει πάψει προ πολλού να υφίσταται.

Στην αρχή της βιομηχανικής περιόδου υπήρχαν δύο συγκροτημένες κοινωνικές ομάδες, αυτή των ελάχιστων πλούσιων και εκείνη της πλειοψηφίας των φτωχών. Βέβαια η σημασία και το περιεχόμενο των εννοιών της φτώχιας και του πλούτου από τότε έχει αλλάξει ριζικά στα πλαίσια των δυτικών κοινωνιών. Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι οι έννοιες της φτώχιας και του πλούτου δεν μεταβάλλονται μόνο από εποχή σε εποχή αλλά και από τόπο σε τόπο. Έτσι δεν έχουν την ίδια έννοια και το αυτό περιεχόμενο π.χ. στην Γερμανία και τις Ινδίες ή τη Σομαλία.

Όμως οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, δεν παρουσιάζουν την ίδια δομή. Αφ’ ενός μεν χαρακτηρίζονται από μια κοινωνική πολυδιάσπαση, με βάση μη οικονομικά κριτήρια, αφετέρου δε η κοινωνική ομάδα των φτωχών (με τα κλασικά κριτήρια των αρχών της βιομηχανικής περιόδου), δεν αποτελεί πλειοψηφία*.

*Στις δυτικές κοινωνίες πάμπτωχες, με τα κλασικά βιομηχανικά δεδομένα, είναι βασικά οι κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες ( π.χ. σε φυλετικό, θρησκευτικό, ή εθνολογικό επίπεδο).

Εκτός αυτού όμως το βασικό πρόβλημα είναι ότι η αρχή της πλειοψηφίας δεν μπορεί πλέον να υπερασπίζει τα δικαιώματα των μειονοτήτων, εφόσον οι πλειοψηφίες, γαλουχημένες στα νάματα ενός άνευ φραγμών και ηθικής, οικονομικού συμφέροντος που διδάσκει η οικονομική παγκοσμιοποίηση, μεροληπτούν και αυθαιρετούν συστηματικά εις βάρος των αριθμητικά ολιγότερων.

Σωστά λοιπόν ο A. Tόφλερ (1982, «Το τρίτο Κύμα») αναφέρει:
«Χρειαζόμαστε νέους θεσμούς, σχεδιασμένους για μια δημοκρατία μειοψηφιών, θεσμούς που στόχος τους θα είναι ν’ αποκαλύψουν τις διαφορές και όχι να τις καλύπτουν με επιβεβλημένες ή ψεύτικες πλειοψηφίες, βασισμένες σε επιλεκτικές ψηφοφορίες ή περιορισμένες εκλογικές διαδικασίες. Πρέπει να εκσυγχρονίσουμε το σύστημα, έτσι ώστε να ενισχύσουμε το ρόλο των διάφορων μειοψηφιών και παράλληλα να τους επιτρέψουμε συνεργαζόμενες να συγκροτούν πλειοψηφίες».
Τελικά είναι φανερό ότι η κοινωνική κρίση δεν εκφράζεται όπως παλαιότερα μέσω της σύγκρουσης φτωχών και πλουσίων, κομμουνιστών και καπιταλιστών, ή ανάμεσα σε εθνικά κόμματα. Τώρα πλέον υλοποιείται μέσω της σύγκρουσης εκείνων που προσπαθούν να αναπαράγουν και να διαιωνίσουν τις δομές της μονοσήμαντης οικονομικής παγκοσμιοποίησης, και εκείνων που έχουν αντιληφθεί τ’ αδιέξοδα και την έχουν ξεπεράσει, αναζητώντας τις δομές της κοινωνίας του μέλλοντος.

Mε βάση τα προηγούμενα γίνεται εμφανές ότι κύριος στόχος και προσανατολισμός μιας νέας προοδευτικής πρότασης είναι η μελλοντική μετάβαση της παγκόσμιας κοινωνίας σε ένα ουμανιστικό σύστημα αξιών, το οποίο θα στηρίζεται σε μια νέα οικονομική δομή. Η δομή αυτή θα πρέπει να είναι εναρμονισμένη με τις δομές ενός νέου πολιτισμικού ρεύματος τοοποίο είναι η αναγκαία προϋπόθεση επιβίωσης των επιμέρους κοινωνικών δομών και εκφράσεων.

Aυτό όμως που θα πρέπει να αντιληφθούμε είναι η ύπαρξη μιας δύσκολης μεταβατικής περιόδου, μιας περιόδου που θα κρίνει το κατά πόσον το πέρασμα από το παλαιό στο νέο πολιτισμικό ρεύμα θα είναι επιτυχημένο, ή θα παραμείνει ξανά ένα όραμα που θα έχουμε αποτύχει να κάνουμε πράξη, όπως απέτυχαν τόσοι άλλοι σε κάποιες άλλες ιστορικές περιόδους. Το πολιτισμικό αυτό σύστημα, στην πράξη και την εφαρμογή του, προδόθηκε και εξευτελίστηκε από μιαν ανώριμη, σε ψυχική και πνευματική συγκρότηση, κοινωνία τόσο, όσο καμία άλλη ευγενής ιδέα και σκέψη.

Την ύπαρξη όμως της σκληρής αυτής μεταβατικής κοινωνικής περιόδου, πρώτος είχε επισημάνει στα «Άπαντα» του ο Λένιν αναφέροντας:

«.Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό κάνει ένα ασυγχώρητο πολιτικό σφάλμα, επειδή αγνοεί την πραγματικότητα, μη βλέποντας αυτό που υπάρχει και μη θέλοντας ν’ αντικρίσει κατά πρόσωπο την αλήθεια.

.Οι ιδρυτές του Σοσιαλισμού δεν μίλησαν μάταια για μια ολόκληρη μεταβατική περίοδο από τον καπιταλισμό στον Σοσιαλισμό και δεν επέμειναν χωρίς λόγο στους οδυνηρούς πόνους του τοκετού της νέας κοινωνίας και στο ότι αυτή η κοινωνία θα παραμείνει μια αφηρημένη έννοια, που δεν θα μπορέσει να υλοποιηθεί παρά μόνο αν κάνουμε μια ολόκληρη σειρά, ποικίλων, συγκεκριμένων και ατελών βημάτων που θα έχουν σαν σκοπό να δημιουργήσουν αυτό ή εκείνο το Σοσιαλιστικό Κράτος.».

Αυτό λοιπόν που πρέπει να γίνει συνείδηση είναι ότι, στο δρόμο που οδηγεί στην νέα παγκόσμια Ουμανιστική κοινωνία, θα συναντήσουμε ένα πλέγμα από δύσκολα, πλην όμως πραγματικά και συγκεκριμένα προβλήματα που μπορούν να λυθούν μόνο αν τεθούν και δουλευτούν με πραγματικές συνθήκες για μια ολόκληρη περίοδο και αντιμετωπιστούν κάτω από τις ειδικές συνθήκες κάθε χώρας.

Όπως όλοι μπορούμε να καταλάβουμε, μέσα στα πλαίσια αυτής της μεταβατικής περιόδου, όλες οι κοινωνικές και παραγωγικές διαδικασίες έχουν ένα μεταβατικό χαρακτήρα, πλην όμως συγκλίνουν στον κύριο στόχο, τον αυριανό πολιτισμικό μετασχηματισμό*.

*βλέπε και P. Ronsavalon: Αυτοδιαχείρηση το μέλλον του Σοσιαλισμού», εκδόσεις Ανδρομέδα, Αθήνα

Κύριος λοιπόν παράγοντας συγκρότησης μια νέας κοινωνικής δομής είναι η συνειδητοποίηση των αιτίων κατάρρευσης του σημερινού Δυτικού Πολιτισμικού ρεύματος. Πάνω στην ανάλυση αυτών των αιτίων πρέπει να θεμελιωθεί μια νέα κοινωνική θεωρία. Ένα νέο παγκόσμιο κοινωνικό συμβόλαιο το οποίο θα επιτρέψει στην κοινωνία μας να ζήσει με ειρήνη, αδελφότητα και δικαιοσύνη.

Όπως ήδη αναφέραμε, το ζητούμενο δεν είναι η μονοδιάστατη διατύπωση μιας νέας κοινωνικής, οικονομικής, ή πολιτικής πρότασης, αλλά η συγκρότηση ενός νέου πολιτισμικού ρεύματος το οποίο θα διαμορφώσει τους όρους ανάπτυξης επιμέρους λειτουργικών προτάσεων, σε όλα τα επίπεδα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων.

Αποτελεί βασικό και δραματικό πολιτισμικό σφάλμα η προσπάθεια των δυτικών κοινωνιών να έρθουν σε διάλογο ειρηνικής συμβίωσης με άλλα πολιτισμικά ρεύματα χωρίς να έχουν αναμορφώσει το δικό τους, καθιστώντας το στην πράξη δικαιότερο, ηθικότερο και λειτουργικότερο από τα άλλα.

Μια άκαιρη προσπάθεια επίδρασης του ήδη φθαρμένου δυτικού πολιτισμικού μοντέλου στη λειτουργία άλλων πολιτισμικών ρευμάτων, θα οδηγήσει σε μια παγκόσμια κοινωνική, πολιτική, θεολογική και οικονομική αποσταθεροποίηση. Την αποσταθεροποίηση αυτή θα την εισπράξουν οι δυτικές κοινωνίες μέσω δραματικών πράξεων βίας οι οποίες με την σειρά τους θα αποσταθεροποιήσουν περαιτέρω την ήδη καταρρέουσα πολιτισμική δομή τους.

Τη μακρόχρονη και επίπονη πορεία συγκρότησης ενός νέου δυτικού πολιτισμικού ρεύματος μέλλουν να διαχειριστούν και να υπηρετήσουν δύο βασικές κοινωνικές τάσεις. Η πρώτη είναι αυτή η οποία, με κριτήριο τις νέες πολιτισμικές αξίες, θα διαχειριστεί την κρίση του καταρρέοντος δυτικού πολιτισμικού ρεύματος την μεταβατική περίοδο. Η δεύτερη είναι εκείνη η οποία μένοντας έξω από τις δομές της διαχείρισης, θα επεξεργάζεται συνεχώς τις λεπτομέρειες του νέου πολιτισμικού συμβολαίου με την κοινωνία.

Το βασικό όμως είναι την περίοδο της διαχείρισης της κρίσης να μην ξεχνάμε ότι:
«Η διαχείριση δεν αποτελεί πολιτισμικό πρότυπο και κοινωνικό στόχο όσο επιτυχημένη και αν είναι. Η οποιαδήποτε σύγχυση μεταξύ διαχείρισης της κρίσης και τελικού πολιτισμικού στόχου θα αποβεί μοιραία όχι μόνο για το μέλλον του Δυτικού πολιτισμού, αλλά και για την πορεία ολόκληρης της ανθρωπότητας».
Βιβλιογραφία: Μάνος Δανέζης και Στράτος Θεοδοσίου: «Το Μέλλον του Παρελθόντος – Επιστήμη και Νέος Πολιτισμός», Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2005



Αναδρομή στους σταθμούς της κατάρρευσης του Δυτικού Πολιτισμού
Η στρεβλή ανάπτυξη των δυτικών κοινωνιών

Δρ Μάνος Δανέζης, Αστροφυσικός. Μέλος του Σώματος Ομότιμων 
Καθηγητών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Οι πρώτες αναλαμπές

Μετά την εποχή των παγετώνων οι πρωτόγονες ανθρώπινες κοινωνίες τρέφονταν από το κυνήγι και την καλλιέργεια της γης, ως εκ τούτου ήταν πολύ σημαντικό για αυτές να υπολογίζουν με μεγάλη ακρίβεια τις αλλαγές των εποχών του έτους. Αρχικά αυτό το επέτυχαν παρατηρώντας, χονδρικά και χωρίς μεγάλη ακρίβεια, τις διάφορες φυσικές και κλιματολογικές μεταβολές που ήταν αντιπροσωπευτικές της κάθε εποχής.

Με τη πάροδο του χρόνου, προκειμένου να έχουν έναν πιο ακριβή προσδιορισμό των εποχών, στράφηκαν στη παρατήρηση πιο σταθερών φυσικών φαινομένων στηριζόμενοι κυρίως στις παρατηρήσεις των άστρων. Αρχικά στηρίχθηκαν στη μελέτη των θέσεων του ήλιου, της σελήνης και άλλων ουράνιων σωμάτων, συσχετίζοντας τες με τις εποχιακές αλλαγές. Για παράδειγμα οι Αιγύπτιοι έχοντας σαν βάση 36 λαμπρά αστέρια παρατηρούσαν τις στιγμές ανατολής του ηλίου και κάθε ενός από αυτά τα αστέρια. Η ταυτόχρονη ανατολή του ηλίου με κάποιου από αυτά τα άστρα σηματοδοτούσε μία εποχιακή εναλλαγή. Με τον τρόπο αυτό παρατήρησαν 36 εναλλαγές διάρκειας, περίπου 10 ημερών η κάθε μία.

Αντίστοιχα οι Αρχαίοι Έλληνες καθόριζαν μια χρονική περίοδο με βάση τη θέση των αστεριών. Στον Ησίοδο αναφέρεται ως εποχή του τρύγου, η περίοδος που αρχίζει με την ταυτόχρονη ανατολή του Αρκτούρου, του λαμπρότερου αστεριού του αστερισμού του Βοώτη, με τον ήλιο. Επιπλέον η περίοδος του θερισμού συμπίπτει με την εμφάνιση του αστερισμού των Πλειάδων. Όμως στις περιπτώσεις όπου υπήρχε νέφωση δεν ήταν εύκολη η παρατήρηση των αστεριών. Αυτές τις περιόδους εντόπιζαν τις θέσεις και τις αλλαγές του φωτεινού δίσκου της Σελήνης. Με αυτό τον τρόπο γεννήθηκε αρχικά η τέχνη της αστρονομίας ως μέσο της ανθρώπινης επιβίωσης, ενώ  με την πάροδο του χρόνου πολλά από τα ουράνια αυτά αντικείμενα θεοποιήθηκαν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια σειρά θρησκευτικών τελετουργιών που ως βάση τους είχαν την λατρεία μιας σειράς αστρικών αντικειμένων. Μέσα σε αυτό το κοινωνικό περιβάλλον γεννήθηκε η αστρολογία.

Την περίοδο εκείνη τα ιερατεία επέβαλαν την ερμηνεία όλων των φυσικών φαινομένων με βάση θρησκευτικές δοξασίες. Έτσι μέχρι την εποχή των προσωκρατικών, η θεολογία της εποχής, επέβαλε ένα κοινωνικό σύστημα, και ένα είδος μελέτης του φυσικού κόσμου που την ευνοούσε δημιουργώντας ένα θεοκρατικό πολιτισμικό ρεύμα. Μια τέτοια πολιτισμική κατάσταση με την πάροδο του χρόνου, συνάντησε την αντιδράσεις των κοινωνιών που έψαχναν την ευκαιρία για την αλλαγή αυτού του πολιτισμικού ρεύματος. Η αναθεώρηση των επιστημονικών ιδεών από τους προσωκρατικούς θετικούς φιλόσοφους έδωσε αυτή την ευκαιρία.

Οι Προσωκρατικοί θετικοί επιστήμονες ήταν εκείνοι που θεμελίωσαν την επιστημονική σκέψη, την Δημοκρατική κοινωνική δομή,  αλλά και την πίστη σε μια πρώτη αρχή που οι μετέπειτα ονόμασαν Θεό. Με λίγα λόγια δημιούργησαν τις βάσεις αυτού που ονομάζουμε σήμερα Δυτικό πολιτισμό

Λίγο αργότερα όμως, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης μας διηγούνται την κατάρρευση της ηθικής και των αξιών της δημοκρατίας και την χρησιμοποίηση του όρου «Δημοκρατία» από τους άρχοντες και τους πολίτες προκειμένου να επιτύχουν ωφελιμιστικούς και μωροφιλόδοξους σκοπούς τους.

Δυτικός Πολιτισμός και Θεολογία

Η αρχή της γέννησης του δυτικού πολιτισμού έλαβε χώρα τους πρώτους ακόμα μετά Χριστό αιώνες. Τους πρώτους αιώνες ανάπτυξης του Χριστιανισμού, οι  πατέρες της Εκκλησίας προκειμένου να ενισχύσουν την φιλοσοφία της νέας θρησκείας αναζήτησαν υπάρχοντα φιλοσοφικά ρεύματα που θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στα δόγματα της Χριστιανικής πίστης. Εκείνη την περίοδο υπήρξαν δύο βασικές χριστιανικές θεωρήσεις, Η πρώτη πίστευε ότι είναι μια νέα ιδεαλιστική θρησκεία και ως εκ τούτου θα έπρεπε να ενδυθεί με τη ιδεαλιστική Πλατωνική φιλοσοφία.

Η δεύτερη χριστιανική τάση θεωρούσε ότι ο Χριστιανισμός είναι η συνέχεια του ιουδαϊσμού με πραγματοποιημένη την προφητεία μερί ελεύσεως του Μεσσία και ως εκ τούτου έπρεπε να προσαρμοστεί στην Αριστοτέλεια φιλοσοφία η οποία βρισκόταν πολύ πιο κοντά στην Υλιστική Ιουδαϊκή παράδοση.

Οι εκκλησίες οι οποίες αναπτύχθηκαν σε περιβάλλον Ιουδαϊκής παράδοσης στη Δύση ενστερνίστηκαν την Αριστοτέλεια θεώρηση. Αντίθετα στο γεωγραφικό χώρο της Ανατολής που υπήρχε ελληνιστική παράδοση επικράτησε ο Πλατωνικός ιδεαλισμός. Οι δύο αυτές τάσεις ήρθαν σε σύγκρουση με αποτέλεσμα πολύ αργότερα τη δημιουργία της Καθολικής Δυτικής Εκκλησίας και της Ανατολικής Ορθόδοξης. Η Δυτική Εκκλησία η οποία κυριάρχησε , ουσιαστικά μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης επέβαλε τον Αριστοτελισμό ως κυρίαρχη φιλοσοφική, αλλά και επιστημονική τάση στην τότε δυτική Ευρώπη.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός εκείνης της περιόδου έγινε θεοκρατικός, εφόσον η θεολογία της Δυτικής Εκκλησίας επέβαλε τα δόγματά της, τόσο στους κοινωνικούς θεσμούς, όσο και στην Επιστημονική γνώση.

Ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε από τα ιερατεία εκείνης της εποχής, στηρίχθηκε σε όλα τα επίπεδα, πάνω «στον φόβου και όχι την αγάπη του Θεού». Οι θρησκευτικοί άρχοντες καθόριζαν τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Από τις πιο καθημερινές και πρακτικές, όπως συναλλαγές, αγοραπωλησίες μέχρι και τις σχέσεις των κοινωνικών τάξεων διαμορφώνοντας τον κοινωνικό ιστό. Επηρέαζαν τις αμόρφωτες κοινωνίες μέσω του φόβου της θείας τιμωρίας ή της ικανοποίησης από τη θεία αμοιβή. Τα φυσικά φαινόμενα ερμηνεύονταν με βάση την αριστοτελική θεώρηση η οποία ως γνωστόν υποστήριζε το γεωκεντρικό σύστημα όπως και η Καμπαλά, η άγραφη δηλαδή παράδοση της Ιουδαϊκής θρησκείας. Η αυθεντία του αριστοτελισμού καταπίεζε την επιστημονική έρευνα. Οι επιστήμονες που διατύπωναν μια διαφορετική θεωρία αντιμετωπίζονταν ως αιρετικοί. Αυτοί οι επιστήμονες τύγχαναν βίαιης αντιμετώπισης και πολλοί από αυτούς αφορίστηκαν, φυλακίστηκαν, ή κάηκαν. Όλα αυτά συνέβαιναν χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ορθότητα των επιστημονικών διακηρύξεων αλλά η συμβατότητα με το θρησκευτικό δόγμα .Η υλιστική Ιουδαϊκή θεολογία αντιστοιχιζόταν με την Αριστοτελική αισθησιοκρατική θεώρηση για να προκύψει μία θρησκεία που είχε το αλάθητο σε όλες τις εκδοχές του δυτικού πολιτισμού. Παρατηρούμε λοιπόν ξανά την ενοποίηση των τριών πυλώνων υπό τη κυριαρχία της θεολογίας, όπως ακριβώς τους προσωκρατικούς χρόνους.

Η Μεγάλη Επιστημονική Επανάσταση του 16ου -17ου αιώνα

Μέσα σε ένα τέτοιο ασφυκτικό θεοκρατικό πλαίσιο το 16ο και 17ο αιώνα συντελέστηκε η δεύτερη μεγάλη επιστημονική επανάσταση η οποία μέσω μιας επανάστασης των επιστημονικών ιδεών ανέλαβε να ξεχωρίσει τη θεολογία από την επιστήμη και να δώσει ξανά τη δυνατότητα στις κοινωνίες των ανθρώπων να οργανώνουν ξανά διάφορα κοινωνικά συστήματα.

Η επιστήμη, αφού κέρδισε το δικό της χώρο στο κοινωνικό ορίζοντα έπαψε να εξαρτάται από την εκκλησιαστική διοικητική δομή, αλλά συγχρόνως να μην έρχεται και σε μια μετωπική ρήξη μαζί της.. Αυτό το κατάφερε πρεσβεύοντας ότι στόχος της είναι να εξηγήσει τα γεγονότα που εμπίπτουν αποκλειστικά στις ανθρώπινες αισθήσεις και ότι το μη αισθητό εναπόκειται στην δικαιοδοσία της θεολογίας. Οπότε μπόρεσε να εξασφαλίσει τις κατάλληλες συνθήκες για να εξελιχθεί αφού δεν ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με τις κυρίαρχες θρησκευτικές δομές. Η καινοτομία που εισήγαγε στην ιστορία της επιστήμης η επιστημονική επανάσταση του δέκατου έβδομου δέκατου όγδοου αιώνα αφορά τη μέθοδο αναζήτησης και διερεύνησης της γνώσης. Δεν αναζητούνται πλέον οι αιτίες των φυσικών φαινομένων. Καθιερώνεται η αναζήτηση των φυσικών νόμων που διέπουν το σύμπαν. Για πρώτη φορά εισήχθησαν στην επιστημονική διαδικασία το πείραμα και ο μαθηματικός φορμαλισμός. Έτσι αναπτύχθηκε μια αμφίδρομη σχέση θεωρίας και πειράματος στην οποία χρησιμοποιούταν σαν κώδικας επικοινωνίας η γλώσσα των μαθηματικών. Αρχικά η πειραματική διαδικασία αποτέλεσε έναυσμα για τη διερεύνηση των θεωρητικών γνώσεων.

Η φιλοσοφία της «Αριστοκρατίας» και οι μεταλλάξεις της

Όπως ήδη αναφέραμε το δυτικό πραγματιστικό πολιτισμικό ρεύμα στηρίχθηκε στην κοινωνική φιλοσοφία της Αριστοτέλειας «Αριστοκρατίας». Η ουσιαστική έννοια του όρου προκύπτει από τη ρίζα της λέξης που σημαίνει η «κυριαρχία των αρίστων». Όμως η έννοια του όρου «άριστος» με την πάροδο των αιώνων έτυχε μιας σκαιάς μεταχείρισης και μιας εσκεμμένης παρερμηνείας. Αυτό συνέβη επειδή η «αριστεία» αποτελούσε προϋπόθεση κατάληψης ηγετικών θέσεων στα πλαίσια της κοινωνικής αυτής δομής.

Με την πάροδο των ετών οι ηγετικές και εξουσιαστικές ομάδες παρέμεναν μεν ολιγομελείς, όπως και οι αριστοκρατικές, όμως δεν αποτελούντο πλέον από «αρίστους». Απλά οι ολιγομελείς αυτές ομάδες εξουσίας αυτοονομάζονταν φιλάρεσκα «αριστοκρατικές» και επέβαλαν στην κοινωνία, με κάθε μέσον, να τους απονέμει αυτόν τον τίτλο.

Η αποδοχή αυτής της πραγματικότητας μετάλλαξε την κοινωνική φιλοσοφία της Αριστοκρατίας, σε ένα Ολιγαρχικό κοινωνικό σύστημα. Στο σύστημα αυτό η έννοια της αριστοκρατικής ομάδας διοίκησης αντικαταστάθηκε από την έννοια της «ελίτ» η οποία δεν συνεπαγόταν ότι ήταν και αριστοκρατική.

Μέσω αυτής της μετάλλαξης, η οποία δεν ήταν επιβεβλημένη φυσιολογικά, αλλά βίαια, είχαν ήδη τεθεί οι ρίζες της κατάρρευσης του πολιτισμικού πυλώνα της κοινωνικής φιλοσοφίας, εφόσον είχε χαθεί η αυτοσυνέπεια και η συνέχεια βασικών προϋποθέσεων και αρχών λειτουργίας του πολιτισμικού αυτού πυλώνα.

Ο έλεγχος των διοικητικών δομών της κοινωνίας είχε περιέλθει πλέον στα χέρια «ολίγων» αλλά όχι και «αρίστων». Η εξέλιξη αυτή, επειδή εξυπηρετούσε και ωφελούσε τις μωροφιλοδοξίες και τις άκρατες και χωρίς φραγμούς ωφελιμιστικές επιδιώξεις των «ολίγων», αλλά όχι και «αρίστων», παγιώθηκε και διαιωνίστηκε μέχρι τις ημέρες μας.
Η παγίωση όμως μιας κοινωνικής ολιγαρχικής διοικητικής δομής, χωρίς αριστοκρατικά χαρακτηριστικά, δημιούργησαν προβλήματα εφόσον δεν έχαιρε μιας βιωματικής ηθικής και συνειδησιακής αποδοχής από μέρους της κοινωνίας. Η αποδοχή αυτή ήταν αναγκαία προϋπόθεση μιας ειρηνικής αποδοχής, εκ μέρους της κοινωνίας των επιβεβλημένων, τις περισσότερες φορές δια της βίας, ολιγαρχικών ηγεσιών. Για το λόγο αυτό, αντικαταστάθηκε η ανάγκη μιας ηθικής και της συνειδησιακής κοινωνικής αποδοχής, από την αποδοχή της υπεροχής του «υλικού πλούτου».

Η αρχή της κατάρρευσης

Η θέσπιση όμως του κριτηρίου του υλικού πλούτου σε αντικατάσταση του κριτηρίου του «αρίστου» ως κριτηρίου κοινωνικής αποδοχής, αποτέλεσε ένα νέο πλήγμα στις δομές του πραγματιστικού πολιτισμικού ρεύματος της δυτικής Ευρώπης.

Επειδή όμως ήταν προφανής και κατανοητή η αντικοινωνική και ανήθικη δομή αυτού του πολιτεύματος με την, έγινε μια προσπάθεια αλλοίωσης βασικών αρχών και κανόνων λειτουργίας της Θεολογίας και της Επιστήμη, έτσι ώστε να εξυπηρετούν και να καλύπτουν φιλοσοφικά και ιδεολογικά τα συμφέροντα του εκχυδαϊσμένου πλέον πυλώνα της κοινωνικής φιλοσοφίας.

Είναι η εποχή κατά την οποία οι δυτικές χριστιανικές διοικητικές δομές εισάγουν, κατά τα Ιουδαϊκά πρότυπα, κοσμικά χαρακτηριστικά. Ο Χριστιανισμός πλέον γίνεται μιλιταριστικός, βίαιος τρυγητής υλικών αγαθών, ρατσιστικός και εθνικιστικός, σε αντίθεση με όλα τα διδάγματα και τις επιταγές του ιδρυτή του.

Ομοίως η επιστήμη γίνεται υλιστική, ωφελιμιστική και κατευθυνόμενη. Είναι αποδεκτή από την κοινωνική δομή και χρηματοδοτείται μόνο αν εξυπηρετεί τον πόθο των ολίγων για δόξα και υλικό κέρδος.

Όπως γίνεται φανερό από όλα τα προηγούμενα, μια τέτοια κοινωνική διοικητική δομή δεν ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτή από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, εφόσον δεν υπηρετούσε τις βασικές της ανάγκες και δεν κατασίγαζε, αλλά επαύξανε, τους φόβους που ένας πολιτισμός υποτίθεται ότι θα ελαχιστοποιούσε.

Τότε ακριβώς αρχίζει η εποχή της κατάρρευσης των αναπτυχθέντων ολιγαρχικών δομών όπως οι φεουδαρχίες και οι μοναρχίες.

Η μεταμόρφωσης του Ολιγαρχικού συστήματος

Η κατάρρευση αυτή θα μπορούσε να δράσει θετικά στην ανασύνταξη του δυτικού πολιτισμού, αν αποτελούσε την αρχή μιας αυτοκάθαρσής του, και μιας ουσιαστικής επαναφοράς της αρχής των «αρίστων».

Η ευκαιρία όμως χάθηκε λόγω μιας πανέξυπνης 
μεταμόρφωσης του Ολιγαρχικού συστήματος

Οι καταρρέουσες ολιγαρχικές κοινωνικές δομές επιχείρησαν επιτυχώς μια εκπληκτική πολιτισμική αναδίπλωση. Προκειμένου να διατηρήσουν τον διοικητικό έλεγχο της κοινωνίας, υιοθέτησαν, φαινομενικά και υποκριτικά βέβαια, τη φιλοσοφική αρχή του ιδεαλιστικού πολιτισμικού ρεύματος, την αρχή της «Δημοκρατίας».

Επικαλούμενοι όμως κάποιες ουσιαστικές και πραγματικές κοινωνικές αδυναμίες, η «δημοκρατία» δικαίως αντικαταστάθηκε από την «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» η οποία με την σειρά της έδωσε τη θέση της στην «αντιπροσωπευτική πολυκομματική δημοκρατία».

Είναι αλήθεια ότι όλη αυτή την περίοδο των μεγάλων κοινωνικών αλλαγών, έγιναν φιλότιμες προσπάθειες αλλαγής του φιλοσοφικού και ιδεολογικού προσανατολισμού των διοικητικών δομών του πολιτιστικού πυλώνα. Στόχος αυτής της προσπάθειας ήταν η εφαρμογή της αρχής των «αρίστων», στην επιλογή των «δημοκρατικά» εκλεγομένων αντιπροσώπων.

Στο σημείο αυτό όμως κρυβόταν η παγίδα των ολιγαρχικών δομών. Ποντάροντας στην «ανθρώπινη φύση», επέκτεινε αριθμητικά τον ολιγαρχικό κύκλο συμπεριλαμβάνοντας σ’ αυτόν όλους τους εκάστοτε εκλεγμένους εκπροσώπους του λαού. Οι εκπρόσωποι αυτοί, περιβάλλονταν με όλα τα ολιγαρχικά προνόμια και γίνονταν δεκτοί στους ολιγαρχικούς κύκλους ως ισότιμοι όσο διαρκούσε η θητεία τους.

Ήταν σχεδόν βέβαιο ότι το πάθος της εξουσίας και του πλούτου, η ηδονή της επιβολής τους στο πλήθος, η λαϊκή αποδοχή που μπορούσαν να αποκομίσουν μέσω της εξυπηρέτησης βασικών αναγκών, μέσω θεμιτών ή αθέμιτων μέσων, θα αλλοτρίωναν ακόμα και τους άριστους μετατρέποντάς τους απλά σε «ολίγους».

Η ύπαρξη κάποιων αδιάφθορων αντιπροσώπων απλά θα αποτελούσε το «άλλοθι» και την προς τα έξω «καλή μαρτυρία» του συστήματος.

Μια τέτοια εξέλιξη βεβαίως παραχάραζε το ουσιαστικό νόημα της δημοκρατίας μετατρέποντάς την σε ένα παράδοξο σύστημα «ολιγαρχικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας».

Ένα τέτοιο κοινωνικό και πολιτικό σύστημα ικανοποιούσε επιφανειακά το λαϊκό αίσθημα το οποίο αποζητούσε συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, ενώ ουσιαστικά οι αποφάσεις λαμβάνονταν και πάλι από μια διευρυμένη και περιχαρακωμένη ολιγαρχική ομάδα.

Ένας δεύτερος παράγοντας που παρέμεινε αναλλοίωτος στα πλαίσια αυτής της κοινωνικής μετάλλαξης είναι η διατήρηση ως παράγοντα κοινωνικής αξιολόγησης, της ποσότητας και της ποιότητας των υλικών αγαθών. Ο παράγοντας αυτός, όχι μόνο διατηρήθηκε, αλλά συν τω χρόνω αποτέλεσε τη βάση του οικοδομήματος της σχεδιοποιημένης οικονομίας.

Με την αποδοχή αυτού του πολιτικού συστήματος, η σήψη των δομών του πολιτισμού είχε περάσει στην τελευταία και πλέον επώδυνη φάση του, αφού εύκολα πια μετατράπηκε σε έναν οικονομίστικο πολιτισμό

Το πρόβλημα της Οικονομίας

Το οικοδόμημα της οικονομίας εντάσσεται στο πλαίσιο της κοινωνικής συγκρότησης μιας κοινωνίας. Η οικονομία δεν αποτελεί, στο φιλοσοφικό της τουλάχιστον επίπεδο, επιστήμη, παρά μόνο στο μέτρο της χρησιμοποίησης μιας σειράς επιστημονικών ειδικοτήτων όπως της κοινωνιολογίας, των μαθηματικών και της ψυχολογίας.

Η οικονομία, ιδεατά, αποτελεί τον ισχυρό βραχίονα μέσω του οποίου ένα πολιτικό σύστημα, στην πρακτική του έκφραση, στηρίζει τους πολίτες, την επιστήμη και τη θεολογία. Η οικονομική δομή βέβαια πρέπει να διαμορφώνεται και να οριοθετείται από το περιεχόμενο και την επίδραση της εσωτερικής φιλοσοφίας και της επιστημονικής κοσμοθεώρησης ενός λαού. Αν επικυριαρχίσει η οικονομία και τα συστήματά της, πάνω σε κάθε πολιτισμική έκφραση τότε όπως αναφέρει ο καθηγητής της θεολογικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών: «Κανένας ηθικός φραγμός, καμιά θρησκευτική απαγόρευση, κανένα θεολογικό όριο δεν μπορούν να αναχαιτίσουν ή να επηρεάσουν την οικονομική δραστηριότητα του ατόμου. Με αυτόν τον τρόπο όμως κινδυνεύει η ιδιωτική πρωτοβουλία να εκφυλιστεί σε ατομική υστεροβουλία. Χάνονται τα όρια ανάμεσα στη ελευθερία και στην αυθαιρεσία, την πρωτοβουλία και την υστεροβουλία, το κέρδος και την κερδοσκοπία».

Στη σημερινή εποχή μάλλον έχουμε φθάσει σε αυτό το τελικό στάδιο πολιτισμικής κατάρρευση.

Κάποιες σκέψεις

Και τώρα τι κάνουμε; Η Ελλάδα ως μητέρα της Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού έχει την υποχρέωση να ζωντανέψει τις αξίες και την ηθική της Δημοκρατίας των Προσωκρατικών.

Όλοι μας θεωρούν φτωχούς, αδύνατους, αλλοτριωμένους από την λάμψη του πρόσκαιρου πλούτου. Μας θεωρούν ανίκανους να χτίζουμε πολιτισμούς. Σε όλους αυτούς απαντάει ο μεγάλος μας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης:

«Κι ας μας φωνάζουν αεροβάτες, Φίλε μου, όσοι δεν ένιωσαν ποτέ με τι Σίδερο, με τι πέτρες, τι αίμα, τι φωτιά, Χτίζουμε, ονειρευόμαστε και τραγουδούμε!»

Όσο και αν δεν το έχουνε καταλάβει όσοι μας αμφισβητούν, πριν από αυτούς ξαναβρήκαμε μέσα στη φωτιά του πόνου μας την αξία που δημιουργεί πολιτισμούς, την ανθρώπινη αλληλεγγύη. Και όπως μας διηγείται ο μεγάλος Γιάννης Ρίτσος:
«Και να αδερφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα, ήσυχα κι απλά.
Καταλαβαινόμαστε, τώρα δε χρειάζονται περισσότερα.
Κι αύριο λέω θα γίνουμε ακόμα πιο απλοί.
Θα βρούμε αυτά τα λόγια που παίρνουνε το ίδιο βάρος
σ’ όλες τις καρδιές, σ’ όλα τα χείλη,
έτσι να λέμε πια τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη.
Κι έτσι που να χαμογελάνε οι άλλοι και να λένε:
«Τέτοια ποιήματα σου φτιάχνω εκατό την ώρα».
Αυτό θέλουμε κι εμείς.
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου απ’ τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο».

Πηγή: by Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr


Διάλεξη του επίκουρου καθηγητή αστροφυσικής Μάνου Δανέζη στον πολυχώρο «Αίτιον» στις 15.07.2015 με θέμα «Ο ανορθολογισμός του δυτικού πολιτισμού». Ακολουθεί συζήτηση με το κοινό.



Σχετικά θέματα

Facebook Σχόλια:

Και θα κάνει και Εκείνος «τρελά» πράγματα για σένα την ώρα της ανάγκης.

ιφιγένεια γεωργιάδου 20 Φεβρουαρίου στις 10:49 π.μ.: Όποιος δεν υπακούει τους κανόνες... «Ο ανορθολογισμός του δυτικού κόσμου - Μάνος Δανέζης»

Anna: Πίστεψέ με, αγαπημένη αδελφή μου. Να το θυμάσαι για όλη σου τη ζωή!
Εκείνος πάντα θα θυμάται με πόση χαρά "τρελαινόσουν" κάποτε για Εκείνον.
Και θα κάνει και Εκείνος "τρελά" πράγματα για σένα την ώρα της ανάγκης.
Καλό σου δρόμο, αδελφή! · 20 Φεβρουαρίου στις 10:54 π.μ.

ιφιγένεια γεωργιάδου: Anna στης τρέλας την αναζωογονητική διαδρομή θα στέκεται η ψυχή μου μαζί Του κολλημένη εκστατική... στην πίστη της Αιώνιας ζωής ...ΜΑΖΙ αγαπημένοι φωτεινοί με την δική Του ευλογία ενωμένοι για ΠΑΝΤΑ 20 Φεβρουαρίου στις 11:00 π.μ.

Anna: Τι φοβερό!! Πόσο μου αρέσει!!! Ευχαριστώ για την ανάρτηση!! Αξίζει να το ακούν όλοι!! 20 Φεβρουαρίου στις 11:05 π.μ.

Ιφιγένεια γεωργιάδου: Ο Πυθαγόρας...ενεργεί με την αριθμητική προβολή της απόλυτης καθαρής εννοιολογικής διατριβής της δημιουργικής υπεραξίας του ενυπόστατου ΛΟΓΟΥ · 20 Φεβρουαρίου στις 11:20 π.μ. Από το Στιγμιαίο στο Άπειρο

Από το Στιγμιαίο στο Άπειρο - Ιφιγένεια Γεωργιάδου



1 σχόλιο:

Ayonizomenos είπε...

Δυστυχώς οι ΕΠΑ, επιβάλλουν σε όλο τον πλανήτη την αμερικανοποίηση των κρατών. Αυτό γίνεται με κάθε μέσο και ο κάθε λαός πληρώνει το ανάλογο τίμημα για μετασχηματιστεί η χώρα του σε μια μικρή η μεγάλη USA. Απο την άλλη είναι γνωστό πως οι μασώνοι προτεστάντες ιδρυτές των ΕΠΑ, έχουν χρησιμοποιήσει για την ονομασία τους την JER-USA-LEM, επειδή θεωρούσαν πως ήταν ο νέος Ισραήλ που τους χάρισε ο Κύριος την γη Χαναάν.