Η φροϋδική πολιτική τοποθέτηση σήμερα
του Ρεζινάλντ Μπλανσέ, 4 Απριλίου 2017
Επιμέλεια, τονισμοί: Σοφία Ντρέκου
Lacan Quotidien N° 645 – 29 mars 2017
«Αν μόνο καταφέρναμε να συρρικνώσουμε σε μια μειοψηφία την τρέχουσα εχθρική προς τον πολιτισμό πλειοψηφία, θα είχαμε πετύχει πολλά, ίσως όλα όσα θα ήταν δυνατόν να πετύχουμε».
Sigmund Freud, «Το μέλλον μιας αυταπάτης»
Πιάνοντας έναν ύμνο στην αγάπη «η οποία ενώνει με αόρατους και αξεδιάλυτους δεσμούς» τον «γαλλικό Λαό» η υποψήφια του Εθνικού Μετώπου στις προεδρικές εκλογές προχωρούσε με τυμπανοκρουσίες μπροστά από το ακροατήριό της στις 16 Σεπτεμβρίου 2016 στο Fréjus. Εξακολουθούσε να επικαλείται «την αγάπη της Γαλλίας», στις 13 Μαρτίου του τρέχοντος έτους για να σώσει τη χώρα από τον κίνδυνο που διατρέχει «από αυτούς τους λαούς των οποίων η πίστη, τα ήθη και τα έθιμα δεν είναι τα δικά μας, και δεν δικαιούνται να είναι στην Γαλλία»[1]. Χωρίς τη δραστική πολιτική του αποκλεισμού που πρέπει να τους απαγορεύσει τώρα περισσότερο από ποτέ, ώστε να διασφαλίσει την προστασία και την οικονομική και πολιτιστική ασφάλεια της χώρας, θα γίνει, προέβλεψε η προφήτισσα της καταστροφής, εμφύλιος πόλεμος[2].
Είναι πράγματι πάνω στις κοινωνικές (την «εθνική προτίμηση») και τις πολιτικές (την ιθαγένεια κατά τον νόμο του αίματος) διακρίσεις και τον εθνικισμό (τον μονοπολιτισμό, δηλαδή, τον ρατσισμό) που το Εθνικό Μέτωπο στοχεύει να ιδρύσει τον λαό που επικαλείται. Υπό αυτές τις συνθήκες το έθνος δεν θα είναι πλέον παρά ένας κοινοτισμός ανυψωμένος στην κλίμακα της χώρας. Η νομοθεσία της Δημοκρατίας, η οποία λαμβάνει υπόψη μονάχα πολίτες, ίσους ενώπιον του νόμου, και όχι τα ήθη και τα έθιμά τους που επαφίενται στην ελεύθερη άσκησή τους, θα καταργούνταν.
«Είναι πάντα εφικτό, ο Φρόιντ διδάσκει, να συνδεθεί ένας μεγάλος αριθμός ατόμων μέσω της αγάπης, με την προϋπόθεση ότι υφίστανται άλλοι προορισμένοι να είναι οι στόχοι της επιθετικότητας τους.»[3] Αυτή είναι, πράγματι, η κινητήρια δύναμη της εμφυλιοπολεμικής πολιτικής που διεξάγει το Εθνικό Μέτωπο. Λανθάνουσα ή δηλωμένη, θα λάβει χώρα, αν η κρατική εξουσία περιέλθει στα χέρια του, τόσο ισχυρή είναι η όρεξη για καταστροφή που παρακινεί τις κοινωνικές δυνάμεις οπαδούς των σφοδρών διακρίσεων και της πολιτικής καταστολής.
Στην επίδειξη αντικαπιταλισμού, στο εθνικιστικό και ρατσιστικό κοινοτισμό, στην κινητοποίηση των μαζών με βάση το αντι-συστημικό και αντι-ελιτίστικο πάθος, στην κυβέρνηση με έκτατες εξουσίες που θα απαιτηθούν για την υλοποίηση ενός προγράμματος βασικά αντι-δημοκρατικού και αντιλαϊκού ως προς τις επιπτώσεις του, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τα συστατικά στοιχεία ενός ευπαρουσίαστου φασιστικού κινήματος επανασχεδιασμένου σύμφωνα με τη μόδα της εποχής. Απενοχοποιημένο αν και κρυπτογραφημένο, και εφεξής εμφυτευμένο σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων και όλων των κοινωνικών τάξεων, πρόκειται για το σύμπτωμα της γενικευμένης κρίσης της δημοκρατικής κοινωνίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που διέπει ο νεοφιλελευθερισμός.
Ο Φρόιντ δεν δίστασε να καταλογίσει στην δριμύτητα της κοινωνικής αδικίας τα καταστροφικά ξεσπάσματα μέσα στην κοινωνία της ενόρμησης καταστροφής, εγγενούς στην ανθρώπινη υπόσταση. Αναφερόμενος στις «τρομερές καταστάσεις που πλήττουν ορισμένες μόνο τάξεις της κοινωνίας», παραδέχτηκε ότι ήταν «κατανοητό αυτοί οι καταπιεσμένοι να αναπτύξουν έντονη εχθρότητα προς τον πολιτισμό». Επρόκειτο συνεπώς, και πολύ περισσότερο ακόμα, για «τον ίδιον τον πολιτισμό και τις προϋποθέσεις του» που ήθελαν να καταστρέψουν[4]. Αλλά δεν ήταν χωρίς να αναδείξει ταυτόχρονα πως η επιθυμία για καταστροφή ήταν εξίσου σε λειτουργία και στην πλευρά «των περισσότερο προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων», τα οποία απεγνωσμένα επιχειρούν να διατηρήσουν σε ισχύ ένα καθεστώς ανυπόφορο για πολλούς. Η παρατήρηση του Φρόιντ είναι αμετάκλητη, και το συμπέρασμα που έπεται, αμείλικτο. «Περιττό να πούμε ότι, καταλήγει εντέλει ο Φρόιντ, ένας πολιτισμός που αφήνει ανικανοποίητα τόσα πολλά από τα μέλη του και τα ωθεί στην εξέγερση δεν έχει ελπίδα να διατηρηθεί μακροχρόνια, και άλλωστε δεν το αξίζει».
Η οξύτητα της παρατήρησης μάς επερωτά. Σε αυτή τη διατύπωση αναφέρεται ο Λακάν όταν εισάγει στο κλείσιμο της «Κατεύθυνσης της θεραπείας...» το εναρκτήριο ζήτημα της επιθυμίας του αναλυτή. Θέτοντας το ερώτημα «τι πρέπει να ισχύει όσον αφορά τον αναλυτή (το ‘’είναι’’ του αναλυτή δηλαδή) ως προς την δική του επιθυμία», είναι ο συγκεκριμένος Φρόιντ, ο ορκισμένος εχθρός της σκληρότητας της κοινωνικής καταπίεσης αν και «βολεμένος αστός της Βιέννης», που ο Λακάν αποτύπωνε ως υπόδειγμα του άνδρα της επιθυμίας, και κατ’ όνομα της επιθυμίας του αναλυτή. «Ποιος βροντοφώναξε, αναφωνεί ο Λακάν, όπως αυτός ο μελετητής αφιερωμένος στο ιατρείο του, ενάντια στην ιδιοποίηση της απόλαυσης από εκείνους που φορτώνουν στους ώμους των άλλων τα βάρη της ανάγκης;»[5]
Το δημοκρατικό μέτωπο, που είναι επιτακτική ανάγκη να αντισταθεί με όλες τις δυνάμεις του εναντίον του Εθνικού Μετώπου, θα κερδίσει μόνο αν ξέρει να τοποθετήσει στην καρδιά της μάχης που δίνει για να κερδίσει την κοινή γνώμη, τον επείγοντα χαρακτήρα της ελάφρυνσης της παραμέλησης του πλήθους των συμπολιτών μας που αισθάνονται να πληρώνουν το τίμημα ενός άδικου πολιτισμού. Ελλείψει αυτής της προοπτικής το δημοκρατικό μέτωπο δεν θα είναι αξιόπιστο. Τουναντίον, θα βλέπαμε τότε την εξέγερση που κατευθύνει ενάντια στο καθεστώς που απειλεί με μια ακόμα πιο σκληρή καταπίεση, να εξαντληθεί σύντομα σε φρενήρη διεργασία αυταπάτης. Διότι, αν το χειρότερο αποφευχθεί τώρα, θα αποφευχθεί άραγε οριστικά αν τίποτα σημαντικό δεν αλλάξει επαρκώς εν συνεχεία; Η σφοδρότητα της φροϋδικής επιθυμίας, της πολιτικής της τοποθέτησης, μας δίνει την απάντηση.
Réginald Blanchet 4 Απριλίου 2017
Αέναη επΑνάσταση by Sophia Ntrekou.gr
Βιβλιογραφία:
[1] Marine Le Pen, « Discours de Fréjus », Le Monde, 25 octobre 2016.
[2] Marine Le Pen « Conférence présidentielle » du 13 mars 2017, Le Point, 14 mars 2017.
[3] S. Freud, « Malaise dans la civilisation » (1930), Anthropologie de la guerre, Fayard, 2010, p. 185 (chap. V).
[4] S. Freud, « L’Avenir d’une illusion » (1927), traduction inédite par Bernard Lortholary, présentation par Clotilde Leguil, Points, 2011, p. 49-50.
[5] Lacan J., « La direction de la cure et les principes de son pouvoir », Écrits, Seuil, 1966, p. 642.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Πολιτικές του ψυχαναλυτή» Χρονογραφήματα της κρίσης (2011-2017) και άλλες μελέτες εφαρμοσμένης ψυχανάλυσης. Συγγραφέας Ρεζινάλντ Μπλανσέ*. Γλώσσα πρωτοτύπου: Γαλλικά. Μετάφραση: Πολίνα Αγαπάκη. Επιμέλεια Δήμητρα Τουλάτου. Εκδότης: Εκκρεμές. Ημερ/νία έκδοσης: 28/3/2019. Σελίδες: 434. ISBN: 9786185076290. Αγορά βιβλίου εδώ.
Η πολιτική του ψυχαναλυτή πραγματώνεται κατ' ουσίαν στην καθοδήγηση της θεραπείας που αναλαμβάνει. Πρόκειται για «πολιτική» επειδή κινητοποιείται η «εξουσία» και δη η εξουσία του λόγου και της μεταβίβασης, δηλαδή η ισχύς της λίμπιντο και της απόλαυσης.
Είναι πράγματι πάνω στις κοινωνικές (την «εθνική προτίμηση») και τις πολιτικές (την ιθαγένεια κατά τον νόμο του αίματος) διακρίσεις και τον εθνικισμό (τον μονοπολιτισμό, δηλαδή, τον ρατσισμό) που το Εθνικό Μέτωπο στοχεύει να ιδρύσει τον λαό που επικαλείται. Υπό αυτές τις συνθήκες το έθνος δεν θα είναι πλέον παρά ένας κοινοτισμός ανυψωμένος στην κλίμακα της χώρας. Η νομοθεσία της Δημοκρατίας, η οποία λαμβάνει υπόψη μονάχα πολίτες, ίσους ενώπιον του νόμου, και όχι τα ήθη και τα έθιμά τους που επαφίενται στην ελεύθερη άσκησή τους, θα καταργούνταν.
«Είναι πάντα εφικτό, ο Φρόιντ διδάσκει, να συνδεθεί ένας μεγάλος αριθμός ατόμων μέσω της αγάπης, με την προϋπόθεση ότι υφίστανται άλλοι προορισμένοι να είναι οι στόχοι της επιθετικότητας τους.»[3] Αυτή είναι, πράγματι, η κινητήρια δύναμη της εμφυλιοπολεμικής πολιτικής που διεξάγει το Εθνικό Μέτωπο. Λανθάνουσα ή δηλωμένη, θα λάβει χώρα, αν η κρατική εξουσία περιέλθει στα χέρια του, τόσο ισχυρή είναι η όρεξη για καταστροφή που παρακινεί τις κοινωνικές δυνάμεις οπαδούς των σφοδρών διακρίσεων και της πολιτικής καταστολής.
Στην επίδειξη αντικαπιταλισμού, στο εθνικιστικό και ρατσιστικό κοινοτισμό, στην κινητοποίηση των μαζών με βάση το αντι-συστημικό και αντι-ελιτίστικο πάθος, στην κυβέρνηση με έκτατες εξουσίες που θα απαιτηθούν για την υλοποίηση ενός προγράμματος βασικά αντι-δημοκρατικού και αντιλαϊκού ως προς τις επιπτώσεις του, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τα συστατικά στοιχεία ενός ευπαρουσίαστου φασιστικού κινήματος επανασχεδιασμένου σύμφωνα με τη μόδα της εποχής. Απενοχοποιημένο αν και κρυπτογραφημένο, και εφεξής εμφυτευμένο σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων και όλων των κοινωνικών τάξεων, πρόκειται για το σύμπτωμα της γενικευμένης κρίσης της δημοκρατικής κοινωνίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης που διέπει ο νεοφιλελευθερισμός.
Ο Φρόιντ δεν δίστασε να καταλογίσει στην δριμύτητα της κοινωνικής αδικίας τα καταστροφικά ξεσπάσματα μέσα στην κοινωνία της ενόρμησης καταστροφής, εγγενούς στην ανθρώπινη υπόσταση. Αναφερόμενος στις «τρομερές καταστάσεις που πλήττουν ορισμένες μόνο τάξεις της κοινωνίας», παραδέχτηκε ότι ήταν «κατανοητό αυτοί οι καταπιεσμένοι να αναπτύξουν έντονη εχθρότητα προς τον πολιτισμό». Επρόκειτο συνεπώς, και πολύ περισσότερο ακόμα, για «τον ίδιον τον πολιτισμό και τις προϋποθέσεις του» που ήθελαν να καταστρέψουν[4]. Αλλά δεν ήταν χωρίς να αναδείξει ταυτόχρονα πως η επιθυμία για καταστροφή ήταν εξίσου σε λειτουργία και στην πλευρά «των περισσότερο προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων», τα οποία απεγνωσμένα επιχειρούν να διατηρήσουν σε ισχύ ένα καθεστώς ανυπόφορο για πολλούς. Η παρατήρηση του Φρόιντ είναι αμετάκλητη, και το συμπέρασμα που έπεται, αμείλικτο. «Περιττό να πούμε ότι, καταλήγει εντέλει ο Φρόιντ, ένας πολιτισμός που αφήνει ανικανοποίητα τόσα πολλά από τα μέλη του και τα ωθεί στην εξέγερση δεν έχει ελπίδα να διατηρηθεί μακροχρόνια, και άλλωστε δεν το αξίζει».
Η οξύτητα της παρατήρησης μάς επερωτά. Σε αυτή τη διατύπωση αναφέρεται ο Λακάν όταν εισάγει στο κλείσιμο της «Κατεύθυνσης της θεραπείας...» το εναρκτήριο ζήτημα της επιθυμίας του αναλυτή. Θέτοντας το ερώτημα «τι πρέπει να ισχύει όσον αφορά τον αναλυτή (το ‘’είναι’’ του αναλυτή δηλαδή) ως προς την δική του επιθυμία», είναι ο συγκεκριμένος Φρόιντ, ο ορκισμένος εχθρός της σκληρότητας της κοινωνικής καταπίεσης αν και «βολεμένος αστός της Βιέννης», που ο Λακάν αποτύπωνε ως υπόδειγμα του άνδρα της επιθυμίας, και κατ’ όνομα της επιθυμίας του αναλυτή. «Ποιος βροντοφώναξε, αναφωνεί ο Λακάν, όπως αυτός ο μελετητής αφιερωμένος στο ιατρείο του, ενάντια στην ιδιοποίηση της απόλαυσης από εκείνους που φορτώνουν στους ώμους των άλλων τα βάρη της ανάγκης;»[5]
Το δημοκρατικό μέτωπο, που είναι επιτακτική ανάγκη να αντισταθεί με όλες τις δυνάμεις του εναντίον του Εθνικού Μετώπου, θα κερδίσει μόνο αν ξέρει να τοποθετήσει στην καρδιά της μάχης που δίνει για να κερδίσει την κοινή γνώμη, τον επείγοντα χαρακτήρα της ελάφρυνσης της παραμέλησης του πλήθους των συμπολιτών μας που αισθάνονται να πληρώνουν το τίμημα ενός άδικου πολιτισμού. Ελλείψει αυτής της προοπτικής το δημοκρατικό μέτωπο δεν θα είναι αξιόπιστο. Τουναντίον, θα βλέπαμε τότε την εξέγερση που κατευθύνει ενάντια στο καθεστώς που απειλεί με μια ακόμα πιο σκληρή καταπίεση, να εξαντληθεί σύντομα σε φρενήρη διεργασία αυταπάτης. Διότι, αν το χειρότερο αποφευχθεί τώρα, θα αποφευχθεί άραγε οριστικά αν τίποτα σημαντικό δεν αλλάξει επαρκώς εν συνεχεία; Η σφοδρότητα της φροϋδικής επιθυμίας, της πολιτικής της τοποθέτησης, μας δίνει την απάντηση.
Réginald Blanchet 4 Απριλίου 2017
Αέναη επΑνάσταση by Sophia Ntrekou.gr
Βιβλιογραφία:
[1] Marine Le Pen, « Discours de Fréjus », Le Monde, 25 octobre 2016.
[2] Marine Le Pen « Conférence présidentielle » du 13 mars 2017, Le Point, 14 mars 2017.
[3] S. Freud, « Malaise dans la civilisation » (1930), Anthropologie de la guerre, Fayard, 2010, p. 185 (chap. V).
[4] S. Freud, « L’Avenir d’une illusion » (1927), traduction inédite par Bernard Lortholary, présentation par Clotilde Leguil, Points, 2011, p. 49-50.
[5] Lacan J., « La direction de la cure et les principes de son pouvoir », Écrits, Seuil, 1966, p. 642.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Πολιτικές του ψυχαναλυτή» Χρονογραφήματα της κρίσης (2011-2017) και άλλες μελέτες εφαρμοσμένης ψυχανάλυσης. Συγγραφέας Ρεζινάλντ Μπλανσέ*. Γλώσσα πρωτοτύπου: Γαλλικά. Μετάφραση: Πολίνα Αγαπάκη. Επιμέλεια Δήμητρα Τουλάτου. Εκδότης: Εκκρεμές. Ημερ/νία έκδοσης: 28/3/2019. Σελίδες: 434. ISBN: 9786185076290. Αγορά βιβλίου εδώ.
Η πολιτική του ψυχαναλυτή πραγματώνεται κατ' ουσίαν στην καθοδήγηση της θεραπείας που αναλαμβάνει. Πρόκειται για «πολιτική» επειδή κινητοποιείται η «εξουσία» και δη η εξουσία του λόγου και της μεταβίβασης, δηλαδή η ισχύς της λίμπιντο και της απόλαυσης.
Ο ψυχαναλυτής, ως θεματοφύλακας της εξουσίας, τη χρησιμοποιεί και τη χειρίζεται, όχι βέβαια προς ίδιον όφελος, αλλά «σύμφωνα με την επιθυμία του», τις πτυχές της οποίας ανέδειξε ο Λακάν μιλώντας για «επιθυμία του ψυχαναλυτή», και εξειδικεύοντας έτσι τον άνευ προηγουμένου χαρακτήρα της στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Τα καυτά ζητήματα της ελληνικής επικαιρότητας και του δυτικού κόσμου γενικότερα αποκαλύπτουν περίτρανα τη δυστυχία του πολιτισμού που πήρε πρόσφατα μορφή «κρίσης». Τα ζητήματα αυτά εξετάζονται εδώ υπό ψυχαναλυτικό πρίσμα, όχι όμως με την καθιερωμένη έννοια του όρου της «εφαρμοσμένης ψυχανάλυσης». Το αξίωμα που τίθεται είναι ότι το ασυνείδητο δεν είναι η καθαυτό αρχή που εξηγεί τις πολιτικές που εφαρμόζονται, αλλά η αρχή «με βάση» την οποία προωθούνται, υποστηρίζονται ή καταπολεμούνται.
Οι φορείς τους επιστρατεύουν κάθε φορά «αναγκαστικά» κάτι ουσιαστικό από το «είναι» τους. Αυτό έχει συνέπειες οι οποίες στο σύνολό τους αποτελούν έμπρακτα το «ασυνείδητο μέσα στην κρίση». Στο σημείο αυτό εκτυλίσσεται η άλλη όψη της πολιτικής του ψυχαναλυτή. Η παρέμβασή του στα δημόσια ζητήματα είναι δικαιολογημένη και επιβάλλεται προκειμένου να ερμηνευτεί το «πραγματικό» που διακυβεύεται εν αγνοία της κοινής συνείδησης. Τα πολλαπλά περιστατικά που αναλύονται εδώ το αποδεικνύουν. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
*Ο Ρεζινάλντ Μπλανσέ (Reginald Blanchet) είναι ψυχαναλυτής. Είναι μαθητής του Ζακ-Αλέν Μιλέρ (Jacques-Alain Miller) με τον οποίο έκανε την ανάλυσή του. Έλαβε την ψυχαναλυτική του εκπαίδευση στη Γαλλία στο πλαίσιο της Σχολής του Φροϋδικού Αιτίου (Ecole de la Cause Freudienne) της οποίας είναι μέλος με τον τίτλο «Αναλυτής με Εγγυημένη Εκπαίδευση» (ΑΜΕ). Είναι επίσης μέλος της Νέας Λακανικής Σχολής (ΝLS) και της Παγκόσμιας Εταιρείας Ψυχανάλυσης (ΑΜP). Είναι ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας της ΝLS της οποίας διετέλεσε πρώτος πρόεδρος (2006-2010).
Γεννήθηκε το 1950 στο Πορτ-ο-Πρενς (Αϊτή). Σπούδασε φιλοσοφία, κοινωνιολογία, ψυχανάλυση και νέα ελληνικά στο Παρίσι. Από το 1998 ζει στην Ελλάδα και εργάζεται στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Διδάσκει στην Ακαδημία Κλινικών Σπουδών της Αθήνας (ΑΚΣΠΑ). Από το 2000 παραδίδει στη Θεσσαλονίκη ένα τακτικό ψυχαναλυτικό σεμινάριο για την κλινική εκπαίδευση.
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ (Sigmund Freud, γεννημένος ως Σίγκισμουντ Σλόμο Φρόυντ, 6 Μαΐου 1856 – 23 Σεπτεμβρίου 1939) ήταν Αυστριακός ιατρός, φυσιολόγος, ψυχίατρος και θεμελιωτής της ψυχανάλυσης. Αναγνωρίζεται ως ένας από τους πλέον βαθυστόχαστους αναλυτές του 20ού αιώνα που μελέτησε και προσδιόρισε έννοιες όπως το ασυνείδητο, την απώθηση και την παιδική σεξουαλικότητα.
Οι επιστημονικές θεωρίες του Φρόυντ και οι τεχνικές θεραπείας που ανέπτυξε θεωρήθηκαν ιδιαίτερα καινοτόμες και αποτέλεσαν αντικείμενα έντονης αμφισβήτησης όταν παρουσιάστηκαν στη Βιέννη του 19ου αιώνα. Ωστόσο και σήμερα συνεχίζουν να εγείρουν έντονο προβληματισμό και αντιπαραθέσεις. Η επίδραση του Φρόυντ δεν περιορίστηκε μόνο στην ψυχολογία και την ψυχιατρική, αλλά ταυτόχρονα απλώθηκε σε πολλούς τομείς της επιστήμης (ανθρωπολογία, κοινωνιολογία, φιλοσοφία) και της τέχνης.
Περισσότερα: Πολιτική, Ψυχοθεραπευτικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.