Σελίδες

Η Μαργαρίτα Καραπάνου μέσα από τα βιβλία της, σε ένα μανιακό επεισόδιο μόλις 20 ετών (αφιέρωμα Videos)

Margarita-Karapanou

Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου, Αρθρογράφος
(Sophia Drekou, BSc in Psychology)


Καμιά φορά θα πρέπει
να καταργήσεις τον ουρανό
κι όλο τον κόσμο και να αφήσεις
μονάχα μια ταβέρνα, ένα ποτό,
ένα τραγούδι και εσύ, 
εσύ να περνάς απ' έξω, 
να σε βλέπω.

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Μαργαρίτας Καραπάνου και της Φωτεινής Τσαλίκογλου «Μήπως;». Μια συζήτηση για τη λογοτεχνία, την τρέλα, τη δημιουργία, για τη ζωή που είναι αγρίως απίθανη.

Η Μαργαρίτα Καραπάνου σε μια δημόσια εξομολόγηση
με τη καθηγήτρια Ψυχολογίας Φωτεινή Τσαλίκογλου*


Η Μαργαρίτα Καραπάνου, σε ένα μανιακό επεισόδιο που έπαθε μόλις 20 ετών, οδήγησε τον εαυτό της σε ένα μπαλκόνι με σκοπό να πέσει. Φρόντισε να κλειδώσει το σπίτι για να μην μπορεί να μπει κανείς και αποφάσισε να πηδήξει μπροστά στη μητέρα της, η οποία φώναζε κάτω από το σπίτι μπροστά από έναν νεαρό ταξιτζή που τις περίμενε για να τις πάει κάπου.

Ο Μπάμπης, που οδηγούσε ταξί και κάπνιζε Καρέλια Αγρινίου και σύχναζε στις ταβέρνες του Πειραιά, σκαρφάλωσε τρεις ορόφους απ’ έξω μέχρι το μπαλκόνι και με κάποιο τρόπο έσωσε την Καραπάνου, χωρίς να μπορεί να πολυκαταλάβει τί σημαίνει μανιοκατάθλιψη και αφελώς θεωρώντας όλα αυτά «μαλακίες και τρέλες της ηλικίας». Της είπε «θα σε πάω εγώ σε μια ταβερνούλα και θα σου περάσουν όλα».

Η Καραπάνου περιγράφει πως μια από τις πιο συγκινητικές φράσεις της ζωής της βγήκε από εκείνο το στόμα του Μπάμπη του ταξιτζή, που την πήγε σε μια ταβέρνα στον Πειραιά να την ταΐσει μπαρμπουνάκι και ζεστό ψωμί, όταν βλέποντας την ανορεξία της Μαργαρίτας την ρώτησε «γιατί δε μου τρως, έλα να φας, έλα να συνέλθεις». Αυτό το «μου» κάπως συγκίνησε τη Μαργαρίτα που φαίνεται πως με ένα τρόπο εκείνο το βράδυ η ταβέρνα μεταμορφώθηκε σε ένα τόπο αποδοχής για εκείνη, σε ένα θεραπευτήριο, και άρχισε κάπως να τρώει με σχετική απόλαυση και ηρεμία.

Ο Μπάμπης που δεν ήθελε να την κουτουπώσει, μα να την φροντίσει όπως φροντίζουν ένα παιδί, την υποδέχτηκε στον κόσμο του σαν εκείνος να είναι μια άλλη ανατρεπτική φροντίστρια νοσοκόμος. Την έβαλε στο ταξί με λαϊκά στο κασετόφωνο και χωρίς να ξέρει ούτε από ανθρωπολογίες, ούτε από θεραπείες, με το φαΐ έχτισε ένα τελετουργικό από αυτά που καταβάθος όλοι οι μικροί άνθρωποι έχουν ανάγκη· κάποιον μια φορά να σε ταΐσει στο στόμα, όπως ξεκινάει η ζωή μέσα από την τροφή. Όπως η τροφή, σύμφωνα με τα λόγια της Τσαλίκογλου αποτελεί το πρώτο «ερωτικό μητρικό αντικείμενο».

Ο «ανυποψίαστος» και λαϊκό αγόρι Μπάμπης, μέσα στην, ας μη γελιόμαστε, σαφώς ισοπεδωτική του προσέγγιση για την ψυχική υγεία, είχε μια βαθιά φιλοσοφία που τη συμπύκνωσε στην επωδό του:

«Όλα καταστρέφονται πολύ εύκολα. Είναι άχρηστα τα πράγματα».

Η έννοια του εφήμερου, η αδυναμία να τα γιατρέψουμε τελικά όλα, εκείνη η άκρη του γκρεμού είναι σταυροδρόμια που βαδίζουμε συχνά πυκνά, ανεξάρτητα από το αν πάσχουμε ή όχι από μανιακά επεισόδια. Πολλοί από εμάς ακόμα κι αν δε θα το κάναμε και αν δεν θέλουμε να το εξομολογηθούμε, φανταστήκαμε έστω μια φορά πως παίρνουμε φόρα και πέφτουμε από ένα μπαλκόνι γιατί δεν αντέχαμε.

Έχουμε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο υπάρξει παιδιά με τραυματισμένα γόνατα και ευτυχώς όλο και κάποιος άνοιξε την αυλή του και μας μάζεψε βάζοντας και ένα πιάτο φαΐ μπροστά μας, ως ένδειξη φροντίδας.

Και τελικά στη ζωή το δύσκολο δεν είναι να βρεις κάποιον να σε ταΐσει στο στόμα. Το δύσκολο είναι να απολαμβάνεις τις κτητικές αντωνυμίες και να αντέχεις την ανάγκη σου να σε ταΐζουν στο στόμα. Το δύσκολο είναι εκείνο το χέρι που σε ταΐζει μπαρμπουνάκι στο στόμα, και εσύ δεν ξέρεις τι να δαγκώσεις, το χέρι ή το ψάρι.

Καμιά φορά, είναι φορές, που αρκεί μια ταβέρνα, ένα αμάξι και ένα κασετόφωνο.

Ή όπως λέει ένα άλλο ποίημα, καμιά φορά θα πρέπει να καταργήσεις τον ουρανό κι όλο τον κόσμο και να αφήσεις μονάχα μια ταβέρνα, ένα ποτό, ένα τραγούδι και εσύ, εσύ να περνάς απέξω, να σε βλέπω.

Όλα είναι εφήμερα. Μα το εφήμερο ευτυχώς κρατάει για πάντα. 

by-Margarita-Karapanou,-Foteini Tsalikoglou

Καλημέρα, Μαργαρίτα!
Καλημέρα, Φωτεινή!

Μιλάμε μαζί - φεύγει το σκοτάδι... 30.143 λέξεις και 32 πρωινά.
Πες μου ποιος σε κατοικεί να σου πω ποιος είσαι.

Η τρέλα, ο έρωτας, η γραφή, τα ζώα, η μουσική, οι λέξεις, η λύπη, ο ενθουσιασμός, η πληγή, το φιλί, η συντριβή, η εξοχή, η ψευδαίσθηση του καθαρού αέρα με κατοικούν.

Δυο φίλες, σαν αδελφές, με εναλλασσόμενους ρόλους. Καθηγήτρια ψυχολογίας-συγγραφέας, υγιής-άρρωστος, θεραπευτής-θεραπευόμενος: ετικέτες ρευστές κι αβέβαιες που σαν δεύτερο δέρμα κολλάνε πάνω σου, ρούχα άβολα και δανεικά. Αναμμένα φώτα που ξεγελούν πιο πολύ κι από το ίδιο το σκοτάδι. «Δεν θα τα χρειαστούμε ξανά», είπαμε και ξεκινήσαμε το Μήπως;. «Ας παίξουμε με το ανέφικτο. Κι αν χάσουμε, τι είχαμε τι χάσαμε».

Φτιάξαμε ένα διαλογικό βιβλίο. Τι θελήσαμε, αλήθεια, μέσα από την περιπέτεια μιας ομιλούσας γραφής; Μια συν-αποκάλυψη ίσως. Εύθραυστη προφανώς, πλασματική κι εφήμερη. Γνωρίζαμε πως δεν θα ήταν για πολύ. Ο χρόνος τρέχει, ο χρόνος τρέμει κι εμείς έπρεπε να προλάβουμε. Να μοιραστούμε με τους αναγνώστες μας την αλήθεια των παραισθήσεών μας, των απλών και λιγότερο απλών πραγμάτων που συνθέτουν αυτό που λέμε "ζωή".

Κι εμείς τώρα δα εδώ, δυο φίλες με εναλλασσόμενους ρόλους, συγγραφέας - καθηγήτρια - ψυχολόγος - άρρωστη - υγιής - θεραπευτής - θεραπευόμενος, ιδιότητες ρευστές και αβέβαιες, ρούχα άβολα και στενά που μας καθηλώνουν σε στενάχωρα και ασφυκτικά δωμάτια, τι επιθυμήσαμε, αλήθεια, μέσα απ' αυτό το διαλογικό βιβλίο; Να αλλάξουμε ρόλους, να πετάξουμε τα στενά ρούχα που δεν σ' αφήνουν να αναπνεύσεις και που ακόμα και στον ύπνο μας λένε να τα φοράμε, και να δοκιμάσουμε έναν περίπατο στον ανοιχτό αέρα. Να συν-αποκαλυφθούμε και ό,τι ζήσουμε στη διάρκεια του ταξιδιού να το μοιραστούμε με τους άγνωστους συν-ταξιδιώτες μας σ' αυτήν την περιπέτεια της ομιλούσας γραφής. Να σπάσουμε τη σιωπή.

Βιβλιογραφία: Απόσπασμα από το βιβλίο «Μήπως;», Εκδότης Ωκεανίδα, 2006». (δημόσια εξομολόγηση με τη καθηγήτρια Ψυχολογίας Φωτεινή Τσαλίκογλου) και από την Βάλια Τσιριγώτη στο Facebook 26 Ιουλίου 2019.

*H Φωτεινή Τσαλίκογλου σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και ειδικεύτηκε στην Κλινική Ψυχολογία. Είναι συγγραφέας και καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, όπου διδάσκει τα μαθήματα 'Κλινική Ψυχολογία μέσα από τη Λογοτεχνία και την Τέχνη' και 'Εγκληματολογική Ψυχολογία: Κλινικές Εφαρμογές'.

Rien ne va plus » Ή χάνεις ή κερδίζεις


Πρέπει να αγαπάς πολύ τον εαυτό σου
για να τον αφήσεις ελεύθερο να ευτυχήσει.

«Το να ξεχνάς είναι το μεγάλο μυστικό των δυνατών ανθρώπων. Το να θυμάσαι και να αναμασάς είναι η έσχατη ανθρώπινη αδυναμία, και το πληρώνουν πάντα οι άλλοι. Αλλά βέβαια το πληρώνεις πάντα κι εσύ.»

«Ξαπλωμένοι στο ξέφωτο ακούγαμε τις ζωές μας σαν παραμύθι. Κάναμε συγκρίσεις. Ήταν σαν να βάζαμε τάξη σε δυο ετερόκλητα σπίτια, σαν να πετούσαμε ένα έπιπλο για να κρατήσουμε ένα άλλο.. Προσπαθούσαμε να φυλάξουμε τις καλές στιγμές και ν’ αφανίσουμε τον πόνο, τις ενοχές, την ασχήμια, την απελπισία.»

«Κι οι άνθρωποι που μας αγαπούν μας γδέρνουνε, σαν τον Καίσαρα. Πρέπει ν’ αφήνουμε στον άλλο την ελευθερία να μας δείχνει την αγάπη του όπως θέλει, όπως ξέρει, όπως μπορεί, αρκεί να μη μας καταστρέφει. Κι ο έρωτας τι είναι; Νυχιές αγάπης είναι, σημάδια, ίχνη που αφήνει ο άλλος μέσα σου. Εγώ αυτό που φοβάμαι πάνω απ όλα είναι η ησυχία, η σιωπή. Θέλω ανεξίτηλα σημάδια, ζωή.». Άλκη, για μένα ο έρωτας είναι λευκή μαγεία!»

«Τη ζωή μας τη φτιάχνουμε. Αν θέλεις τη δυστυχία, θα την έχεις. Η ευτυχία τρομάζει, συμφωνώ, είναι πολύ πιο δύσκολη. Πρέπει να σπάσεις πολλές αντιστάσεις για να φτάσεις τους άλλους.

Φαίνεται παράδοξο, αλλά η δυστυχία είναι εύκολη. Ενώ πρέπει να αγαπάς πολύ τον εαυτό σου για να τον αφήσεις ελεύθερο να ευτυχήσει. Πρέπει να αισθάνεσαι ότι το αξίζεις. Αλλιώς δεν αντέχεις τη χαρά».

«Κι οι άνθρωποι που μας αγαπούν μας γδέρνουνε, σαν τον Καίσαρα. Πρέπει ν’ αφήνουμε στον άλλο την ελευθερία να μας δείχνει την αγάπη του όπως θέλει, όπως ξέρει, όπως μπορεί, αρκεί να μη μας καταστρέφει. Κι ο έρωτας τι είναι; Νυχιές αγάπης είναι, σημάδια, ίχνη που αφήνει ο άλλος μέσα σου. Εγώ αυτό που φοβάμαι πάνω απ όλα είναι η ησυχία, η σιωπή. Θέλω ανεξίτηλα σημάδια, ζωή».

«Το να ξεχνάς είναι το μεγάλο μυστικό των δυνατών ανθρώπων. Το να θυμάσαι και να αναμασάς είναι η έσχατη ανθρώπινη αδυναμία, και το πληρώνουν πάντα οι άλλοι. Αλλά βέβαια το πληρώνεις πάντα κι εσύ».

Margarita Karapanou Rien ne va plus - Μαργαρίτα Καραπάνου
Αποσπάσματα από το βιβλίο της Μαργαρίτας Καραπάνου, Rien ne va Plus
. Εκδόσεις: Ερμής. 1992. Το rien ne va plus είναι ένα αρκετά περίεργο βιβλίο που μέχρι το τέλος του δεν είσαι πολύ σίγουρος ποιο είναι το θύμα και ποιος ο θύτης. Ένα βιβλίο που μιλάει για την αιώνια μάχη των δύο φύλων, για τις αρρωστημένες σχέσεις και σχέσεις εξάρτησης, ένα βιβλίο που αν μη τι άλλω δεν τον ξεχνάς αφότου το τελειώσεις.

Είναι η στιγμή, στο παιχνίδι, που δεν μπορείς να επηρεάσεις πια το μέλλον, είτε θετικά είτε αρνητικά. Τότε είναι που ακούγεται από τον κρουπιέρη το περίφημο "Rien ne va plus". Ή χάνεις ή κερδίζεις ότι έχεις μιζάρει. Συνήθως χάνεις...

Η Λουίζα, μια ευαίσθητη συγγραφέας, ερωτεύεται και παντρεύεται τον Άλκη, έναν ιδιόρρυθμο άντρα με μοβ μάτια. Το βράδυ του γάμου τους ο Άλκης προβαίνει σε μια σοκαριστική ενέργεια που σηματοδοτεί την αρχή του τέλους. Ακολουθούν η απιστία, η ταπείνωση και το διαζύγιο. Κι ενώ ο αναγνώστης ετοιμάζεται να αναθεματίσει ή να συμπαθήσει τους ήρωες, έρχεται μια μεγάλη ανατροπή που τον αφήνει έκπληκτο.

Η ηρωίδα του βιβλίου λέει και ξαναλέει την ίδια ιστορία, δίνοντας κάθε φορά μια διαφορετική ερμηνεία. Γυρεύει άραγε την αλήθεια ή το ψέμα; Αυτό ούτε η ίδια το ξέρει, ίσως και να μη θέλει να το μάθει. Η Μαργαρίτα Καραπάνου όμως γνωρίζει πολύ καλά το παιχνίδι των αντιθέσεων σε κάθε ερωτική σχέση. Ο εραστής και η ερωμένη, ο άγγελος και ο δαίμονας, ο κύριος και ο δούλος, διαπλέκονται και συνεργούν σ' ένα αιχμηρό, τολμηρό και απεγνωσμένα κωμικό μυθιστόρημα, που μας αποκαλύπτει τα ψυχικά φορτία που γεννούν ή πληγώνουν θανάσιμα οποιαδήποτε συνύπαρξη. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Η Κασσάνδρα και ο Λύκος: Ένας ακανθώδης
δρόμος προς αναζήτηση της αγάπης


Η Μαργαρίτα Καραπάνου σ’ αυτό το βιβλίο της διαπραγματεύεται
με τον πιο ωμό τρόπο την ψυχωτική κατάσταση που ζει.

Από τη Βιολέττα -Ειρήνη Κουτσομπού, MBPsS, (BA, MA, Dip.CounsPsy, 
MSc), Ψυχοθεραπεύτρια – Σύμβουλο – Καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας

«Μια μέρα η μαμά μου η Κασσάνδρα, μου έφερε μια κούκλα για να μου την κάνει δώρο. Ήτανε μεγάλη και για μαλλιά είχε κίτρινους σπάγκους. Την κοίμισα στο κουτί της αφού πρώτα της έκοψα τα πόδια και τα χέρια για να χωράει. Αργότερα της έκοψα και το κεφάλι για να μην είναι βαριά. Τώρα την αγαπώ πολύ».

Η ηρωίδα του βιβλίου «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος» της Μαργαρίτας Καραπάνου, η τετράχρονη Κασσάνδρα, ζει μέσα στα πλούτη, δεν της λείπει τίποτα κι όμως της λείπουν όλα. Όλοι νοιάζονται γι’ αυτήν, την αγαπούν και δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί δεν τα πάει καλά με τη γλώσσα, γιατί τραυλίζει. Η Κασσάνδρα έχει μπαμπά guest στην ζωή της και μια μαμά που ζει στη Γαλλία, η οποία έχει έναν ιδιόρρυθμο φίλο, τον Ιονέσκο. Το κορίτσι αυτό είναι ένα παιδί που ψάχνει την αγάπη, δεν ξέρει ποια είναι η αληθινή, αγνή αγάπη, η μητρική φροντίδα και μαθαίνει ότι για να πάρει αγάπη πρέπει να μάθει να αποπλανεί τον τραβεστί μπάτλερ που την «προσέχει» και την «βάζει για ύπνο». Μαθαίνει τα κόλπα αυτής της διεστραμμένης πλευράς της αγάπης σε σημείο που να ικετεύει ο μπάτλερ να του πει τη μαγική λέξη που δεν είναι άλλη από το «σ’ αγαπώ» για να λυτρωθεί. Ένα παιδί με ανοιχτές πληγές, βαθιά παραμελημένο και συναισθηματικά εγκαταλελειμμένο.

Για την σχέση μητέρας -παιδιού έχουν γίνει πολλές μελέτες. Η Φωτεινή Τσαλίκογλου στην εισαγωγή της στο βιβλίο «Δε μ’ αγαπάς. Μ’ αγαπάς: Τα παράξενα της μητρικής αγάπης. Τα γράμματα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη στην κόρη της Μαργαρίτα Καραπάνου» γράφει:

Οι μητρικές φροντίδες εκφράζουν μια θεμελιώδη στιγμή στην ψυχική δόμηση του εαυτού. Η Φρανσουάζ Ντολτό χρησιμοποιεί τον όρο “aimance” [όπου περιλαμβάνονται οι λέξεις “aimer” (αγαπώ) και “aimant” (μαγνήτης)] για να δείξει πως ολόκληρη η μητέρα, με το πρόσωπο, τη λειτουργία, το σώμα, το βλέμμα, τις χειρονομίες της, αποτελεί για το μωρό της ένα αντικείμενο μιας ολοκληρωτικής μαγνητίζουσας αγάπης και έλξης. Μέσα από την αδιαχώριστη στην αρχή τής ζωής τριάδα «Moi–Maman–le-Monde» (Εγώ–η Μαμά–ο Κόσμος), το μωρό οδηγείται στην «ευφορία μιας καλής υγείας», μιας υγείας όμως που θα απαιτήσει στη διάρκεια της αναπτυξιακής πορείας του το σταδιακό αποχωρισμό και την επιβολή από τη μεριά της μάνας συμβολικών ευνουχισμών. Η παντοτινά χαμένη αρχική σχέση, όπου το βρέφος απολάμβανε τη μακαριότητα τού μη διαφοροποιημένου όντος, αφήνει ένα ίχνος νοσταλγίας, ένα χαμένο παράδεισο, που μέσα από το συναίσθημα μιας αδιόρατης μοναξιάς επιστρέφει κάθε τόσο στον ψυχισμό του ενήλικα (σ. 21).

Στο εν λόγω λογοτεχνικό έργο της Καραπάνου γινόμαστε μάρτυρες του βαθμού στον οποίο μπορεί να διαστρεβλωθούν συναισθήματα, εικόνες και στο σύνολό της η παιδική ψυχή. Η εικόνα έχει συνταχθεί από μια φωνή: Μια απίστευτη φωνή παιδιού. Ένας εξαρθρωμένος εσωτερικός μονόλογος μεταξύ φαντασίας, πραγματικότητας, ψυχολογικής αναπαράστασης της εξωτερικής πραγματικότητας, ενός μικρού κοριτσιού που παρ’ όλο που δεν εκφράζεται λεκτικά, μαγεύει κι αηδιάζει. Ένα κορίτσι που νοσηλεύεται σε τρυφερή ηλικία και προσπαθεί να εξηγήσει την πραγματικότητά της:

«Καθώς φεύγαμε, με το χέρι μου πεταμένο έξω απ' το παράθυρο, χαιρετούσα τους φίλους μου και τους κυρίους και τις κυρίες, που κουνούσαν κι αυτοί τα χέρια από κει κι από δω.»

Ο αναγνώστης αναρωτιέται: Ποια είναι η κατάσταση αυτού του κοριτσιού; Πού είναι η ενιαία αίσθηση του εαυτού; Πού είναι η φροντίδα; Πού είναι η μητέρα; Μπορεί η φαντασία να μην έχει όρια; Όταν εκείνη μιλάει τι γίνεται; Είναι η πανταχού χρήση του ενεστώτα ένδειξη του τώρα ή είναι όλα μια ζωντανή ανάμνηση;

«Μια μέρα με τον ξάδερφό μου τον Κωνσταντίνο είπαμε να παίξουμε. Αυτός θα έκανε το Χριστό κι εγώ την Παναγία […] Πήγα στην κουζίνα να φέρω το σφυρί και τα καρφιά για να τον θανατώσω. «Δεν τον σκοτώνει η μαμά του», μου είπε ο Κωνσταντίνος. «Τον σκοτώνουνε κάτι κύριοι με χλαμύδες». «Το ίδιο είναι», του είπα.»

Η Mahler (1975) κάνει λόγο για την «ψυχολογική γένεση του ανθρώπινου βρέφους», επιπροσθέτως αναφέρεται στα τρία στάδια εξέλιξης του ατόμου

Το πρώτο είναι το συμβιωτικό, όπου κατά την περίοδο αυτή το βρέφος δεν «αντιλαμβάνεται» ότι είναι ξεχωριστό άτομο, αλλά αισθάνεται την απόλυτη συμβίωση του με τη μητέρα κυρίως ή γενικότερα με τον φροντιστή του. 

Κατόπιν υπάρχει το στάδιο του αποχωρισμού (separation) και τέλος το στάδιο της εξατομίκευσης (individuation). 

Επίσης, είναι σωστόν να αναφέρουμε εδώ τη διπλή ανάγκη του παιδιού, σε όλη του τη ζωή, για αυτονομία αλλά και προστασία από τη μητέρα του. Για τη Mahler, το συμβιωτικό στάδιο αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία χτίζονται όλες οι μετέπειτα σχέσεις στη ζωή του ατόμου.

Το αυτοβιογραφικό έργο της Μαργαρίτας Καραπάνου, μας δίνει στοιχεία να κατανοήσουμε ότι συγγραφέας δεν έζησε ποτέ το στάδιο της αδιαχώριστης τριάδας (Εγώ–η Μαμά–ο Κόσμος), ώστε να καταφέρει να οδηγηθεί φυσιολογικά στον σταδιακό αποχωρισμό.

Η Μαργαρίτα Καραπάνου σ’ αυτό το βιβλίο της διαπραγματεύεται με τον πιο ωμό τρόπο την ψυχωτική κατάσταση που ζει. Η νοσηρή, αποπνικτική, σκοτεινή ατμόσφαιρα του βιβλίου αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα που ζει το μικρό κορίτσι. Είναι ο τρόπος που βιώνει την πραγματικότητα και που αποτυπώνεται τόσο περίτεχνα στο χαρτί. Μια μεγάλη αποκάλυψη σκέψεων και συναισθημάτων, συχνά αντικρουόμενων. Από το μίσος στην αγάπη και από την αηδία στη συμπάθεια. 

Ο αναγνώστης αγκαλιάζει το παιδί μέσα της και αγκαλιάζει όλα τα κακοποιημένα παιδιά. Αγκαλιάζει τον ενήλικα μέσα της που ήξερε ν’ αποπλανεί τον λύκο για να εισπράξει ένα ψίχουλο αγάπης. Ένας αγώνας για να φέρει κοντά το πρωταρχικό αντικείμενο αγάπης, να πάρει αυτό που δικαιούνταν. Ο Fairbairn είχε πει πως το μικρό παιδί δεν πρέπει να αγωνίζεται για να πάρει την αγάπη που δικαιούται, πρέπει να αγαπιέται απλώς και μόνο επειδή υπάρχει. Η αφιέρωση στην αρχή του βιβλίου; «Στη μητέρα μου, Μαργαρίτα Λυμπεράκη με αγάπη.»

Βιβλιογραφία

• Καραπάνου, Μαργαρίτα (2004) Η Κασσάνδρα και ο Λύκος. Αθήνα: Καστανιώτης.
• Λυμπεράκη, Μαργαρίτα (2008) επιμέλεια Φ. Τσαλίκογλου, Δε μ’ αγαπάς. Μ’ αγαπάς: Τα παράξενα της μητρικής αγάπης. Τα γράμματα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη στην κόρη της Μαργαρίτα Καραπάνου. Αθήνα:Καστανιώτης.
• Dolto, Francoise (1988) Au Jeu du desir, Paris, Points.
• Mahler, Margaret S., Pine Fred, and Bergman Anni (1975) The Psychological Birth of the Human Infant: Symbiosis and Individuation, London: Hutchinson.
• Nazou, Panayiota (2009). Ο αυτοβιογραφικός λόγος της Μαργαρίτας Καραπάνου και η ψυχοδυναμική των σχέσεων μητέρας-κόρης. In M. Rossetto, M. Tsianikas, G. Couvalis and M. Palaktsoglou (Eds.) “Greek Research in Australia: Proceedings of the Eighth Biennial International Conference of Greek Studies, Flinders University June 2009”. Flinders University Department of Languages – Modern Greek: Adelaide, 525-538. Ψυχο-γραφήματα

Μαργαρίτα Καραπάνου (1946 - 2 Δεκεμβρίου 2008)


Η Μαργαρίτα Καραπάνου ήταν Ελληνίδα πεζογράφος. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Ήταν κόρη της πεζογράφου και θεατρικής συγγραφέα Μαργαρίτας Λυμπεράκη και του ποιητή και δικηγόρου, Γιώργου Καραπάνου. 

Το 1959 ακολούθησε τη μητέρα της στη Γαλλία. Σπούδασε κινηματογράφο και φιλοσοφία στο Παρίσι και νηπιαγωγός δι’ αλληλογραφίας στο Λονδίνο. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε σαν νηπιαγωγός στην Αθήνα. Παντρεύτηκε αλλά ο γάμος της είχε μικρή διάρκεια.

Πέθανε στις 2 Δεκεμβρίου του 2008 στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν λόγω της πνευμονοπάθειας που την ταλαιπωρούσε.

Μιλούσε Γαλλικά και Αγγλικά

Το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος» κυκλοφόρησε το 1976.

«Ο υπνοβάτης» είναι το δεύτερο μυθιστόρημά της. Εκδόθηκε στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στην Ισπανία και την Ολλανδία και, το 1988, στο Παρίσι, τιμήθηκε με το «Βραβείο του καλύτερου ξένου μυθιστορήματος». Ένα βραβείο που επίσης έχει δοθεί στον Laurence Durell, στον Borges, στον Στρατή Τσίρκα και τον Gabriel Garcia Marquez.

To «Rien ne va plus» υπήρξε το τρίτο της μυθιστόρημα, που εκδόθηκε στην Ελλάδα και τη Γαλλία.

Βιβλία της έχουν εκδοθεί σε διάφορες χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ιταλία, η Σουηδία και το Ισραήλ.

Πιο πρόσφατα είχε εκδώσει το «Ναι» (1999) και τη «Μάνα» (2005), βιβλίο στο οποίο «η θεωρούμενη ως κατεξοχήν ιερή, ανιδιοτελής και αθάνατη σχέση μάνας - κόρης εμφανίζεται περίπλοκη και οδυνηρή».

Λίγες ημέρες πριν τον θάνατό της κυκλοφόρησαν τα δύο τελευταία της αυτοβιογραφικά βιβλία. Το «Δε μ' αγαπάς. Μ' αγαπάς» στο οποίο περιλαμβάνονται 117 γράμματα που της έστειλε η μητέρα της από το Παρίσι και το «Η ζωή είναι αγρίως απίθανη», στο οποίο περιέχεται τα ημερολόγιο που τηρούσε από ηλικία δεκατριών έως τριάντα τριών ετών (1959-1979).

Βιβλιογραφία της

Μυθιστορήματα

• Η Κασσάνδρα και ο Λύκος. 1976. Ερμής. 1997. Καστανιώτης.
• Ο υπνοβάτης. 1985. Ερμής. 1997. Καστανιώτης.
• Rien ne va plus. Ερμής. 1991.
• Ναι. 1999. Ωκεανίδα.
• Lee και Lou. 2003. Ωκεανίδα.
• Μαμά. 2004. Ωκεανίδα.

Βιογραφικά

• Μήπως;. 2006. Ωκεανίδα. (δημόσια εξομολόγηση με τη καθηγήτρια Ψυχολογίας Φωτεινή Τσαλίκογλου)
• Δε μ' αγαπάς. Μ' αγαπάς. 2008. Ωκεανίδα.
• Η ζωή είναι αγρίως απίθανη. 2008. Ωκεανίδα.

Συμμετοχές σε ανθολογίες

• Harper's Anthology, Bitches and sad Iadies. Νέα Υόρκη. 1975.
• Alberto Manguel, The gates af Paradise. The Anthology of Erotic short fiction. Τορόντο. 1993. wikipedia.org

Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΑΓΡΙΩΣ ΑΠΙΘΑΝΗ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ 1959 - 1979


Υπάρχουν στιγμές τελειότητας που
μας αποζημιώνουν για όλες τις μέρες

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Μαργαρίτας Καραπάνου, Η ζωή είναι αγρίως απίθανη, Ημερολόγια 1959-1979. Εκδόσεις Ωκεανίδα. Αθήνα, Νοέμβριος 2008. σελ.422

«Η ζωή είναι αγρίως απίθανη» είναι μια συνταρακτική κατάδυση στα άδυτα του κόσμου της Μαργαρίτας Καραπάνου, μέσα από τα προσωπικά της ημερολόγια. Τα κείμενά της ξεκινάνε το 1959, όταν σε ηλικία 13 ετών ακολουθεί τη μητέρα της, τη συγγραφέα Μαργαρίτα Λυμπεράκη, στο Παρίσι, και τελειώνουν το 1979, όταν έχει ήδη εκδοθεί στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ το πρώτο της βιβλίο, «Η Κασσάνδρα και ο λύκος», και τα ξένα έντυπα («Monde», «Figaro», «New York Times»), αλλά και διάσημοι συγγραφείς σαν τον Τζον Άπνταϊκ τη συγκρίνουν με τον Προυστ, τον Κοζίνσκι, τον Κάρολ, τον Μπέκετ και τον Κάφκα.

Το καλλιτεχνικό Παρίσι, η αγάπη της για τη μεγάλη λογοτεχνία, οι παθιασμένοι έρωτες και το υπαρξιακό άγχος της εφηβείας, η ενηλικίωση και η πάλη της με τη μανιοκατάθλιψη, η βασανιστική λύτρωσή της μέσω της γραφής, τα προσχέδια της «Κασσάνδρας» και του «Υπνοβάτη».

Ψηφίδες ενός ανθρώπινου χρονικού, που συγκλονίζει με την αυθεντικότητά του και που διαβάζεται με κομμένη την ανάσα σαν το μεγάλο μυθιστόρημα της ζωής. Αλλά και μια μοναδική, εκ των έσω μαρτυρία για το πώς γεννιέται και δημιουργεί ένας συγγραφέας.

«...Αυτή είναι η αιώνια καταδίκη μου; Να συγκρούομαι με την πραγματικότητα, μια πραγματικότητα πάντα διαφορετική από τα όνειρά μου; Τ’ όνειρο έχει κι αυτό τις απαιτήσεις του, την ηθική του. Κι αν όλοι οι ποιητές είναι αδύναμοι, τότε ζήτω η Αδυναμία!».

Τα κείμενα αυτά συνθέτουν το συγκλονιστικό ψυχογράφημα της Μαργαρίτας Καραπάνου, που αποκαλύπτεται εξίσου απρόβλεπτη και απροστάτευτη απέναντι στην αλήθεια του εαυτού της, όσο και οι καλύτεροι λογοτεχνικοί της ήρωες. Με μια ειλικρίνεια που πονάει κι ένα χιούμορ που σκοτώνει, η συγγραφέας του «Ναι», της Κασσάνδρας και του Υπνοβάτη περιπλανιέται από το καλλιτεχνικό Παρίσι, τους παθιασμένους έρωτες και το υπαρξιακό άγχος της εφηβείας ως την πάλη με τη μανιοκατάθλιψη* και τη βασανιστική λύτρωση που της φέρνει ο δρόμος της γραφής. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) 

διπολική διαταραχή (γνωστή και ως διπολική συναισθηματική διαταραχή, μανιοκαταθλιπτική διαταραχή ή απλώς μανιοκατάθλιψη), είναι μια ψυχική νόσος. Τα άτομα με διπολική διαταραχή βιώνουν επεισόδια ανεβασμένης ή ευερέθιστης διάθεσης γνωστά ως μανία εναλλασσόμενα με επεισόδια κατάθλιψης.

Περιεχόμενα

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: 22 Σεπτεμβρίου 1959 - 10 Ιουλίου 1964 Partir, c'est mourir un peu
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: 9 Οκτωβρίου 1967 - 29 Νοεμβρίου 1970 Φοβάμαι
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: 9 Απριλίου 1975 - 6 Αυγούστου 1979 Never in peace

[...] Ο αναγνώστης την παρακολουθεί από τα 13 της, όταν πηγαίνει σχολείο στο Παρίσι όπου ζει με τη μητέρα της.

Το πρώτο μέρος των Ημερολογίων της (1959-1964) έχει λοιπόν υπότιτλο γαλλικό, τον στίχο του Μυσέ "όταν φεύγεις είναι σαν να πεθαίνεις λίγο", και αντανακλά "τα χρόνια της σαχλαμάρας" όπου ταξινομεί τα φλερτ της, καταγράφει το ερωτικό της ξύπνημα, τη λατρεία για τη μάνα της, αλλά και διαπιστώνει την εμφάνιση "εκείνης", όταν την πιάνουν κρίσεις άγχους.

Στο Β' μέρος με υπότιτλο "Φοβάμαι" αποτυπώνει την αγωνία της να αντιμετωπίσει την ψυχική της αστάθεια στα χρόνια 1967-1970, την τάση της να παρακάμπτει την αλήθεια, τα όνειρα που βλέπει και τις ερμηνείες τους, τα κλειδιά που της δίνει ο ψυχαναλυτής της (Π. Σακελλαρόπουλος) για την ευνουχιστική σχέση με τη μάνα της, αλλά και την αίσθηση της μάχης με τον εαυτό της που θα εμπνεύσει αργότερα την θεματολογία των μυθιστορημάτων της.

Στο Γ' μέρος (1975-1979), η αναταραχή που αισθάνεται, το "Νever in peace" του υπότιτλου, αρχίζει να εκφράζεται δημιουργικά και ο αναγνώστης παρακολουθεί πώς το συνειδητό και το υποσυνείδητο, οι φαντασιώσεις της και τα γεγονότα, τρέφουν τη μυθοπλασία και ακονίζουν τους αφηγηματικούς τρόπους της. Στη βάση όλων των εγγραφών (και της λογοτεχνικής διαμόρφωσής της), τα σπουδαία, γαλλικά ή αγγλικά- όχι ελληνικά- έργα που καταβροχθίζει. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στην διφορούμενη φωνή της. (Μικέλα Χαρτουλάρη, Τα Νέα, Βιβλιοδρόμιο, 15/11/2008)


Τρίτη 6 Δεκεμβρίου

Μόλις αγόρασα το βιβλίο The Picture of Dorian Gray. Φαίνεται συναρπαστικό. Πρώτα πρέπει να δουλέψω, θα το διαβάσω το βράδυ. Πόσο δίκιο έχει ο OscarWilde, όταν λέει: «Ηθικά ή ανήθικα βιβλία δεν υπάρχουν. Τα βιβλία είναι καλογραμμένα ή κακογραμμένα. Τίποτ' άλλο».

Δεν πιστεύω στην ηθική. Δεν πιστεύω, επειδή δεν υπάρχει.

Ό,τι κι αν κάνει ο άνθρωπος, αναγκαστικά θα βάλει κάτι βρώμικο μέσα του. Αλλά απ' τη βρωμιά μπορεί κανείς να βγάλει αριστουργήματα.

Πρέπει να ξέρεις να βρίσκεις την ομορφιά στο καθετί.

Πρέπει να βλέπεις παντού την ομορφιά, γιατί κατά βάθος όλα είναι όμορφα.

Τα πάντα κρύβουν κάτι όμορφο και πρέπει να μπορείς να το ανακαλύψεις- εκείνοι που μπορούν είναι οι «καλλιτέχνες».

Αυτή είναι η δουλειά τους, ο σκοπός τους. Να ψάχνουν, να βρίσκουν, να ομορφαίνουν, να δείχνουν.

Και η καθημερινότητα κρύβει πράγματα μικρά, θαυμάσια, που τα εκχυδαΐζουμε.

Υπάρχουν στιγμές τελειότητας που μας αποζημιώνουν για όλες τις μέρες.

Πρέπει να ξέρεις να διαλέγεις, να ξεχωρίζεις τις στιγμές, να τις ζεις ανάλογα με την αξία της καθεμιάς. Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο.

Πρέπει να ξέρεις να κοιτάς ένα δέντρο, πρέπει να ξέρεις να κοιτάς τα πράσινα φύλλα του ή τα γυμνά κλαδιά του.

Τίποτα δε πρέπει να το κοιτάμε βιαστικά, γιατί στο τέλος μας γίνεται συνήθεια και η ζωή καταντάει μια φευγαλέα εικόνα, μια εικόνα στον άνεμο...

Πρέπει να 'χεις γνωρίσει την πλήξη.

Για να εκτιμήσεις έπειτα τις πράξεις∙ πρέπει να 'χεις μάθει στη δουλειά, για ν' απολαύσεις στη συνέχεια μια βόλτα, μια ταινία.

Πρέπει να ξέρεις να ξεχωρίζεις τα πράγματα, αυτό είναι το μυστικό, το μεγάλο μυστικό.

Δε πρέπει να τ' αφήσεις να χάνονται, πρέπει να κρατάς όσα μπορείς περισσότερα.

Αυτές είναι οι δέκα Εντολές μου.

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου

Σ Η Μ Ε Ρ Α είναι πολύ όμορφη μέρα. Νιώθω μια ελαφριά κατάθλιψη. Τον τελευταίο καιρό ειδικά, αισθάνομαι πολύ μόνη.

Χθες είδα το «Lepassage Du Rhin». Ο George Riviere ήταν απίθανος. Σε κάποια σκηνή κοιτάζει μια γυναίκα με τόσο πόθο στα μάτια του, που νιώθεις πως τίποτα άλλο πια δεν έχει σημασία.

Είναι μια ταινία ρεαλιστική, απλή και ανθρώπινη. Βλέπουμε τα πάθη των ανθρώπων στο πραγματικό τους πλαίσιο, τις στεναχώριες τους, τις επιθυμίες τους, τις υποχρεώσεις τους...

Αυτό είναι που οι κινηματογραφιστές δεν μπορούν ποτέ να καταλάβουν. Προσπαθούν να βρουν τις τέλειες στιγμές του πάθους, δεν μας δείχνουν παρά μια όψη του έρωτα.

Τα απλά πράγματα είναι πάντοτε και τα πιο πολύπλοκα, και μεγάλα είναι πάντοτε τα πιο απλά προβλήματα...

Εάν έκανα ποτέ σινεμά, θα έκανα απλά πράγματα, γιατί εκεί βρίσκεται η ομορφιά.

Γι' αυτό τρέμω τους Φιλόσοφους. Τα περιπλέκουν όλα, επιχειρηματολογούν, προσπαθούν να βρουν την αρχή των πάντων, χαλάνε τη φυσική τάξη.

Γιατί να πάει κανείς μακριά; Γιατί να μην πάρουμε τα πράγματα όπως είναι;

Ο κόσμος είναι τόσο τέλεια φτιαγμένος, που θα 'πρεπε να είμαστε ευτυχισμένοι απλώς και μόνο που ζούμε- τελεία και παύλα! Φυσικά, όλα αυτά που γράφω τώρα δεν είναι παρά Φιλοσοφίες...

Κυριακή 24 Μαρτίου

....Αυτή είναι η αιώνια καταδίκη μου; Να συγκρούομαι με την πραγματικότητα, μια πραγματικότητα πάντα διαφορετική απ' τα όνειρά μου;

Πιστεύω όμως πως η ψυχανάλυση θα με κάνει να περάσω από το «φανταστικό» πεδίο στ' άλλο, το «πραγματικό», χωρίς πολλές απώλειες.

Τι φοβάμαι να χάσω μ' αυτή την «υποκατάσταση»; Ίσως το βαθύτερο εγώ μου, την ίδια την πηγή της ζωής μου.

Δεν λένε μερικοί ότι η ζωή είναι πολύ σκληρή για να τα βάλεις μαζί της, και ότι τ' αδύναμα πνεύματα καταφεύγουν στ' όνειρο;

Τι ξέρουν αυτοί; Τ' όνειρο έχει κι αυτό τις απαιτήσεις του, την ηθική του.

Κι αν όλοι οι ποιητές είναι αδύναμοι, τότε ζήτω η Αδυναμία!

Εγώ πιστεύω πως οι λέξεις «πραγματικό» και «φαντασιακό» είναι πολύ πιο σύνθετες και διφορούμενες απ' ό,τι φαίνεται εκ πρώτης όψεως.

Γιατί το φαντασιακό έχει κι αυτό την πραγματικότητά του, τους νόμους του, που συχνά είναι πολύ πιο δύσκολο να τους τηρήσεις και απ' το αληθινά πραγματικό.

Νομίζω, είμαι σίγουρη ότι αυτό που έχει σημασία είναι η πραγματοποίηση. Καθετί που καταλήγει σε πράξη, στην πραγματοποίηση, βρίσκεται στο πεδίο της πραγματικότητας, παύει να είναι στο φαντασιακό.

Κι εκεί, πιστεύω, πρέπει να γίνει ο διαχωρισμός. Γιατί οτιδήποτε οδηγεί στην πράξη (με την σαρτρική έννοια) συγκρούεται αυτομάτως με την πραγματικότητα. Επομένως είτε πρόκειται για ποίημα, για μυθιστόρημα, για ταινία ή για το νέο μοντέλο ενός σπορ αυτοκινήτου, είναι το ίδιο πράγμα.

Μη με πρήζουν λοιπόν ότι οι ονειροπόλοι είναι εκτός πραγματικότητας. Πόσα «πρακτικά πνεύματα» δεν κάνουν τίποτα, δεν έχουν καμιά επαφή με τη ζωή... αν το να είσαι εντός πραγματικότητας συνίσταται στο να γνωρίζεις πρόσθεση και να μη σε κλέβει ο χασάπης σου, πολύ που με νοιάζει να είμαι σαν αυτούς τους βλάκες.

Τελικά, όμως, δεν μπορώ να μιλάω, αφού εγώ δεν ανήκω πουθενά.

Ήδη όμως προαισθάνομαι σε ποιο χώρο θα κινηθώ. (Εάν η μικρή μου ματαιοδοξία, μια τάση να ξεχωρίζω με τον εύκολο τρόπο, δεν με κάνει να θυσιάσω ό,τι θεωρώ πολυτιμότερο στον κόσμο; Την ελευθερία μου να εκφράζομαι.)

«Γεννήθηκα Ιούλιο, λυκόφως, αστερισμός καρκίνος. Όταν με φέρανε για να με δει γύρισε προς τον τοίχο»

(συνειρμικός λόγος, αποσπασματικός, εξαιρετικά ποιητικός. Η περίεργη σχέση της με την επίσης συγγραφέα και επίσης Μαργαρίτα (Μαργαρίτα Λυμπεράκη) μητέρα της είναι εμφανής στα περισσότερα από τα έργα της.)

by Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr


Συνέντευξη της Μαργαρίτας Καραπάνου
στην εκπομπή "Η ζωή είναι αλλού" 2005


Η Μαργαρίτα Καραπάνου, βραβευμένη συγγραφέας, έπασχε από διπολική διαταραχή. Μίλησε ανοιχτά για την ασθένεια της, παρακινημένη από την επιθυμία να καταπολεμηθεί το στίγμα και τα στερεότυπα που συνοδεύουν την ψυχική ασθένεια. Στην συνέντευξη βλέπουμε ένα λαμπερό πνεύμα να μιλάει για...όλα και να συγκινεί με την αλήθεια της ψυχής της και το ανεπανάληπτο φλογερό βλέμμα της.

«Η ηρωίδα μου λέει "ναι" στη ζωή, "ναι" στον έρωτα και στην αγάπη, παρά την αρρώστια αυτή τη φοβερή. Βγαίνει νικήτρια, μέσα από μεγάλη δοκιμασία. Οταν δηλαδή στην αρχή λέει "ναι" στην αυτοκτονία, είναι σε μια δύσκολη στιγμή, την οποία όμως υπερπηδά. Ετσι πρέπει να εκλάβουμε το "ναι" του τίτλου ως ειδικό "ναι", αυτό που προκύπτει ύστερα από πάλη. Η κατάφαση έρχεται για να μας δικαιώσει». (απόσπασμα από συνέντευξη της Μαργαρίτας Καραπάνου στο Βήμα το 2000, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της "Ναι")
























Το μαγικό των ανθρώπων - Μαργαρίτα Καραπάνου
Eπεισόδιο 20 Έτος παραγωγής: (2020)
Σκηνοθεσία: Πέννυ Παναγιωτοπούλου.
Penny Panayotopoulou 26 Φεβρουαρίου 2021
Ιδέα-επιστημονική επιμέλεια: Φωτεινή Τσαλίκογλου.

Η παράξενη εποχή μας φέρνει στο προσκήνιο με ένα δικό της τρόπο την απώλεια, το πένθος, το φόβο, την οδύνη.

Αλλά και την ανθεκτικότητα, τη δύναμη, το φώς μέσα στην ομίχλη.

Ένα δύσκολο στοίχημα εξακολουθεί να μας κατευθύνει: Nα δώσουμε φωνή στο αμίλητο του θανάτου.

Όχι κραυγαλέες, επισημάνσεις, όχι ηχηρές νουθεσίες και συνταγές, όχι φώτα δυνατά που πιο πολύ συσκοτίζουν παρά φανερώνουν.

Ένας ψίθυρος αρκεί. Μια φωνή που σημαίνει.

Που νοηματοδοτεί και σώζει τα πράγματα από το επίπλαστο, το κενό, το αναληθές.

Η λύση τελικά θα είναι ο άνθρωπος. Ο ίδιος άνθρωπος κατέχει την απάντηση στο «αν αυτό είναι άνθρωπος».

O άνθρωπος, είναι πλάσμα της έλλειψης αλλά και της υπέρβασης. «Άνθρωπος σημαίνει να μην αρκείσαι».

Σε αυτόν τον ακατάβλητο άνθρωπο είναι αφιερωμένος και ο νέος κύκλος των εκπομπών μας.

Για μια υπέρβαση διψούν οι καιροί.

Ανώνυμα, και επώνυμα πρόσωπα στο Μαγικό των Ανθρώπων, αναδεικνύουν έναν άλλο τρόπο να είσαι, να υπομένεις, να θυμάσαι, να ελπίζεις, να ονειρεύεσαι…

Την ιστορία τους μας πιστεύτηκαν είκοσι ανώνυμοι και επώνυμοι συμπολίτες μας. Μας άφησαν να διεισδύσουμε στο μυαλό τους.

Μας άφησαν για μια ακόμα φορά να θαυμάσουμε, να απορήσουμε, ίσως και λίγο να φοβηθούμε.

Πάντως μας έκαναν και πάλι να πιστέψουμε ότι «Το μυαλό είναι πλατύτερο από τον ουρανό».

Το ταλέντο, η οδύνη, η δημιουργία και ξανά το ταλέντο.
"Είμαι συγγραφέας όλα τα άλλα για μένα είναι αχνά".

"Η τρέλα και η δημιουργία, η μια τροφοδοτεί την άλλη. Αισθάνεσαι και μια μεγάλη θλίψη γι' αυτό".

"Σαν παιδί φοβόμουν την εγκατάλειψη. Ήμουν ένα πολύ ευαίσθητο παιδί άρα είχα πολλές φοβίες. Η ευαισθησία, όταν είναι τεράστια, κουβαλάει και κακά πράγματα. Ζούσα πολύ με το φόβο".

"Είχα ένα κεφάλι γεμάτο παραστάσεις όταν ερχόταν η ώρα του ύπνου".

"Είμαι ακόμα αυτό το παιδί".

Το Μαγικό των Ανθρώπων ολοκληρώνει τον τρίτο κύκλο της με την Μαργαρίτα Καραπάνου.

Ξεχωριστή ύπαρξη που φανερώνει τον τρόπο με τον οποίο ένας ανθρωπος μετουσιώνει την οδύνη του σε ένα σπουδαίο έργο που σημαδεύει τη λογοτεχνία του 20 αιώνα.

Ένα ανέκδοτο υλικό από μια μακρά συζήτηση με τη Μαργαρίτα Καραπάνου στο σπίτι της, τότε που ζούσε. Περιμέναμε 23 χρόνια μέχρι να αποφασίσουμε να βγει στο φως. Στο τέλος όμως, τα πράγματα βρίσκουν τη θέση τους και το χρόνο τους.

So long Margarita.












2006 Η Φωτεινή Τσαλίκογλου, στο «Η Ζωή είναι Αλλού»

Η ψυχολόγος και συγγραφέας Φωτεινή Τσαλίκογλου, με αφορμή το τελευταίο της βιβλίο, μιλάει για τις επιπτώσεις που έχουν, στην ψυχή του ανθρώπου, η έλλειψη αγάπης και η ακύρωση των επιθυμιών του.

Περιγραφή Περιεχομένου: Η Συγγραφέας και Καθηγήτρια ΦΩΤΕΙΝΗ ΤΣΑΛΙΚΟΓΛΟΥ μιλάει με την ΕΥΗ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ στην εκπομπή «Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΟΥ» για την λογοτεχνία, τον έρωτα, τις ψυχικές ασθένειες, την ευτυχία, τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και τα 32 πρωινά που πέρασε με την ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ γράφοντας το κοινό τους βιβλίο «Μήπως». Οι δύο φίλες, με εναλλασσόμενους ρόλους (συγγραφέας – καθηγήτρια – ψυχολόγος – άρρωστη – υγιής – θεραπευτής – θεραπευόμενος) συν-αποκαλύπτονται, προσπαθώντας να σπάσουν τη σιωπή. Τέλος, κοιτώντας με αισιοδοξία το μέλλον, η ΦΩΤΕΙΝΗ ΤΣΑΛΙΚΟΓΛΟΥ μας αποκαλύπτει: «Αύριο θα είναι όλα αλλιώς. Ναι, αύριο δια μαγείας, θα είναι αλλιώς!» ert.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.