1. Οἰκειότητα μέ τά ἄγρια ζῶα.
Ἡ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Γέροντα πρός τόν Θεό καί τήν εἰκόνα του, τόν ἄνθρωπο, πλημμύριζε τήν καρδιά του καί τό ξεχείλισμά της ἀγκάλιαζε καί τήν ἄλογη κτίση. Ἰδιαίτερα ἀγαποῦσε τά ἄγρια ζῶα, καί αὐτά ἔνιωθαν τήν ἀγάπη του καί τόν πλησίαζαν. Ἕνα ἐλαφάκι ἐρχόταν καί ἔτρωγε ἀπό τά χέρια του. Τοῦ ἔκανε ἕνα σταυρό στό μέτωπο μέ μπογιά. Εἰδοποίησε τούς κυνηγούς νά μήν κυνηγοῦν κοντά στό Μοναστήρι καί νά προσέξουν αὐτό τό ἐλαφάκι μέ τόν σταυρό, ὅπου καί ἄν τό βροῦν, νά μήν τό χτυπήσουν.
Ἀλλά δυστυχῶς, ἕνας κυνηγός περιφρονώντας τήν ἐντολή του, κάποια ἡμέρα εἶδε τό ἐλαφάκι καί τό σκότωσε. Ὁ Γέροντας στενοχωρήθηκε πολύ καί εἶπε μιά προφητεία πού ἐπαληθεύτηκε στό ἀκέραιο. Δέν ἀναφέρεται γιατί τό πρόσωπο αὐτό ζεῖ μέχρι σήμερα.
Στό δάσος γύρω ἀπό τό Μοναστήρι ζοῦν ἀρκοῦδες. Μιά συνάντησε ὁ Γέροντας σέ στενό μονοπάτι, ἐνῶ ἀνέβαινε στό Μοναστήρι μέ ἕνα γαϊδουράκι φορτωμένο. Ἡ ἀρκούδα μαζεύτηκε στήν ἄκρη, γιά νά περάση ὁ Γέροντας.
Αὐτός πάλι τῆς ἔκανε νόημα μέ τό χέρι νά περάση πρώτη. «Καί αὐτή», διηγεῖτο χαριτολογώντας, «ἅπλωσε τό πόδι της καί μοὔπιασε τό χέρι, γιά νά περάσω ἐγώ». Τῆς εἶπε: «Αὔριο νά μήν ἐμφανισθῆς ἐδῶ κάτω, γιατί περιμένω κόσμο. Ἀλλοιῶς θά σέ πιάσω ἀπό τό αὐτί καί θά σέ δέσω μέσα στό παχνί».
Ἔλεγε ὅτι ἡ ἀρκούδα ἔχει ἕναν ἐγωισμό. Ὅταν βρεθῆ σέ κίνδυνο, δείχνει ὅτι δέν φοβᾶται, ἀλλά μετά φεύγει τρέχοντας.
Μιά ἀρκούδα ἐρχόταν συχνά, εἶχε ἐξοικειωθῆ μαζί του καί ὁ Γέροντας τήν τάιζε. Τίς ἡμέρες πού ἐρχόταν κόσμος στό Μοναστήρι ὁ Γέροντας τήν προειδοποιοῦσε νά μήν ἐμφανίζεται καί προκαλῆ ἔτσι φόβο στούς ἀνθρώπους. Ἡ ἀρκούδα μερικές φορές παρέβαινε τήν ἐντολή τοῦ Γέροντα, ἐμφανιζόταν ἀπροσδόκητα καί ὅσοι τήν ἔβλεπαν τρόμαζαν. Πολλοί τήν εἶχαν δεῖ˙μεταξύ αὐτῶν καί ἡ Καίτη Πατέρα, ὅπως διηγήθηκε: «Ἀνέβαινα μιά νύχτα στό Μοναστήρι μέ φακό γιά νά προλάβω τήν θεία Λειτουργία.
Ἄκουσα ἕναν θόρυβο, ἔρριξα τό φῶς καί εἶδα ἕνα ζῶο κάτι σάν σκυλί μεγάλο. Μέ ἀκολούθησε καί, ὅταν ἔφθασα, ρώτησα τόν π. Παΐσιο, ἄν τό σκυλί εἶναι τοῦ Μοναστηριοῦ. Ἀπάντησε: «Σκυλί εἶναι αὐτό; Γιά κοίταξε καλά. Ἀρκούδα εἶναι».
Ὅταν εἶδε ὅτι τελείωσε ἡ ἀποστολή του στήν ἔρημο τοῦ κόσμου, καί ἀφοῦ ξεπλήρωσε τό τάμα πρός τήν Παναγία, ἄφησε ὁριστικά τό Στόμιο στίς 30 Σεπτεμβρίου 1962 καί ἀναχώρησε γιά τό Θεοβάδιστο Ὄρος Σινᾶ.
Ἄκουσα ἕναν θόρυβο, ἔρριξα τό φῶς καί εἶδα ἕνα ζῶο κάτι σάν σκυλί μεγάλο. Μέ ἀκολούθησε καί, ὅταν ἔφθασα, ρώτησα τόν π. Παΐσιο, ἄν τό σκυλί εἶναι τοῦ Μοναστηριοῦ. Ἀπάντησε: «Σκυλί εἶναι αὐτό; Γιά κοίταξε καλά. Ἀρκούδα εἶναι».
Ὅταν εἶδε ὅτι τελείωσε ἡ ἀποστολή του στήν ἔρημο τοῦ κόσμου, καί ἀφοῦ ξεπλήρωσε τό τάμα πρός τήν Παναγία, ἄφησε ὁριστικά τό Στόμιο στίς 30 Σεπτεμβρίου 1962 καί ἀναχώρησε γιά τό Θεοβάδιστο Ὄρος Σινᾶ.
2. Ό εξαγνισμός της καρδιάς
- Γέροντα, ό Χριστός χωράει σέ όλες τις καρδιές;
- Ό Χριστός χωράει, οι άνθρωποι δεν Τον χωράνε, γιατί δεν προσπαθούν να διορθωθούν. Γιά νά χωρέση ό Χριστός μέσα μας, πρέπει νά καθαρίση ή καρδιά. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν έμοί, ό Θεός...
- Γέροντα, γιατί τα άγρια ζώα δεν πειράζουν τους Αγίους;
Σήμερα όμως βλέπεις ανθρώπους πού είναι χειρότεροι από τα άγρια θηρία, χειρότεροι από τά φίδια. Εκμεταλλεύονται απροστάτευτα παιδιά, τους παίρνουν τα χρήματα και, όταν έρχονται σε δύσκολη θέση, τα ενοχοποιούν, καλούν την αστυνομία, τά πηγαίνουν και στο ψυχιατρείο.
Γι' αυτό τόν 147ο Ψαλμό πού διάβαζε ό Άγιος Αρσένιος ό Καππαδόκης, για νά ημερέψουν τα άγρια ζώα και νά μήν κάνουν κακό στους ανθρώπους, τον διαβάζω, για νά ημερέψουν οι άνθρωποι και νά μήν κάνουν κακό στους συνανθρώπους τους και στα ζώα.
- Πώς επανέρχεται, Γέροντα, ό άνθρωπος στην προ-πτωτική κατάσταση;
- Πρέπει να εξαγνισθή ή καρδιά. Να απόκτηση την ψυχική αγνότητα, δηλαδή ειλικρίνεια, τιμιότητα, ανιδιοτέλεια, ταπείνωση, καλοσύνη, ανεξικακία, θυσία. Έτσι συγγενεύει ό άνθρωπος με τον Θεό και αναπαύεται μέσα του η Θεία Χάρις. Όταν κάποιος εχη την σωματική αγνότητα, άλλα δεν έχει την ψυχική αγνότητα, δεν αναπαύεται ό Θεός σ' αυτόν, γιατί υπάρχει μέσα του πονηρία, υπερηφάνεια, κακία κ.λπ. Τότε ή ζωή του είναι μια κοροϊδία. Από 'δώ να ξεκινήσετε τον αγώνα σας: Να προσπαθήσετε να αποκτήσετε την ψυχική αγνότητα.
- Γέροντα, μιά κακή συνήθεια μπορεί νά κοπή αμέσως;
- Κατ' αρχάς πρέπει νά καταλάβη ό άνθρωπος ότι αυτή ή συνήθεια τον βλάπτει και να θελήση να αγωνισθη, για να την κόψη. Χρειάζεται να έχη κανείς πολλή θέληση, για να μπόρεση να την κόψη αμέσως. Όπως λ.χ. το σχοινί κάνει σιγά-σιγά μια μικρή αυλακιά στο χείλος του πηγαδιού και δεν γλιστρά πια, έτσι και κάθε συνήθεια λίγο-λίγο χαράζει μια αυλακιά στην καρδιά και δύσκολα βγαίνει από αυτήν. Γι' αυτό πρέπει πολύ να προσέξει κανείς, να μην απόκτηση κακές συνήθειες, γιατί μετά χρειάζεται πολλή ταπείνωση και πολλή θέληση, για να μπόρεση να τις αποβάλει.
Έλεγε ό Παπα-Τύχων: Καλή συνήθεια, παιδί μου, αρετή κακή συνήθεια, πάθη.
Οι δυο αρκούδες
Κάποτε ο Άγιος Παΐσιος, προκειμένου να μεταβεί και να λειτουργηθεί σε μια εκκλησία, βάδιζε το μονοπάτι, που αναγκαστικά περνούσε μέσα από μια δασώδη κι ερημική περιοχή. Εκεί, σε μια περιοχή της Κόνιτσας, ξαφνικά συνάντησε δυο αρκούδες. Πριν προλάβουν αυτές οι πεινασμένες αρκούδες να του επιτεθούν, άπλωσε το χέρι του και τις έδωσε το ένα από τα δύο πρόσφορα, που κρατούσε και προόριζε για τη Θεία Λειτουργία.
Φυσικά το έκοψε σε δύο τεμάχια κι είπε ήρεμα, λες κι αντιλαμβάνονταν τα άλαλα κι άλογα άγρια ζώα: «Θα το μοιραστείτε… Το άλλο δεν μπορώ να σας το δώσω…».
Άλλη φορά ίδιος διηγείται: «Όταν ήμουν στο Σινά, είχα δυο πέρδικες. Περνούσα κάτι στενοχώριες κι έρχονταν τα πουλιά να μου κάνουν συντροφιά και να με παρηγορήσουν κι όπου πήγαινα έρχονταν κοντά μου. Όταν σκάλιζα εικόνες, ανέβαιναν στους ώμους μου. Μια φορά αρρώστησα. Όταν έγινα καλά, πήγα να τα ταΐσω. Άφησα το φαγητό και έφυγα. Την άλλη μέρα τα πουλιά με προϋπάντησαν. Δεν είχαν φάει το φαγητό τους. Μόλις όμως με είδαν, έφαγαν».
Η προσταγή στα αηδόνια
Κάποιος που έγινε αυτόπτης μάρτυρας τέτοιων περιστατικών, καθώς τον είχε επισκεφτεί στο υπαίθριο Αρχονταρίκι, στο κελί του Τιμίου Σταυρού, διηγείται: «Η περιοχή είχε πολλά πουλιά, κυρίως αηδόνια, τα οποία κελαηδούσαν πολύ γλυκά, έντονα κι ασταμάτητα, τόσο που πολλές φορές, μας δυσκόλευαν στη συζήτηση. Σε μια στιγμή ακούμε τον Γέροντα να λέει: Κοπάστε ευλογημένα, αφού βλέπετε ότι έχω συζήτηση. Όταν τελειώσω εγώ, τότε ν’ αρχίσετε εσείς. Αυτομάτως τα πουλιά, κατά την προσταγή του, σώπασαν, χωρίς ούτε να πετάξουν από κλαδί σε κλαδί. Τόσο εντυπωσιασθήκαμε απ’ αυτό το γεγονός, ώστε αδυνατούσαμε στη συνέχεια να παρακολουθήσουμε τη συζήτηση». Κι αυτή την περικοπή αντλούμε απ’ το ως άνω έργο του Ιερομόναχου Ισαάκ.
Ένα τεράστιο φίδι
Πάλι κατά τον Ιερομόναχο Ισαάκ, όπως του είχε εξομολογηθεί ένας πιστός που άκουσε από τον πατέρα Παΐσιος κάποια άλλη φορά, κατά την οποία ενώ είχε πολλούς προσκυνητές, παρουσιάστηκε ένα τεράστιο φίδι. Κάποιος άρπαξε αυθόρμητα από κάτω μια πέτρα για να το χτυπήσει και τότε ο Γέροντας αναφώνησε: «Μην το πειράζετε. Έρχεται να μου κάνει παρέα». Σηκώθηκε, έδωσε στο ερπετό νερό και του είπε να φύγει, γιατί είχε παρέα. Το φίδι σαν να ήταν νοήμονας άνθρωπος, υπάκουσε αμέσως στα λόγια του Αγίου και πρόθυμα γλίστρησε μέσα στα καταπράσινα χόρτα, όπου χάθηκε, αφήνοντας όλους άναυδους κι εκστατικούς.
Τα Μυρμήγκια
Μια μέρα στο κελί της Παναγούδας συνέβη το ακόλουθο παράξενο περιστατικό, το οποίο μαθαίνουμε από την διήγηση του πρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση: Ο Γέροντας είπε σε μια παρέα προσκυνητών που συνάχθηκαν στο υπαίθριο Αρχονταρίκι του, να πάρουν λουκούμια. Εκείνοι είδαν ότι το κουτί που τα περιείχε, ήταν γεμάτο μυρμήγκια. Φαίνεται ότι κάποιος προσκυνητής. Δεν θα το είχε κλείσει καλά, από προηγουμένη ομάδα, αν και ο Γέροντας είχε γράψει πάνω στο κουτί να το εφαρμόζουν καλά κατά το κλείσιμο.
Τότε ο Όσιος πήρε με πλήρη φυσικότητα κι απλότητα, ένα λουκούμι. Το άφησε πιο πέρα απ’ τους καλεσμένους με το χέρι του κι είπε με προστακτικό ύφος και περισσή σοβαρότητα, απευθυνόμενος προς τα μυρμήγκια: «Αυτό είναι το δικό σας(λουκούμι). Πηγαίνετε να φάτε κι αφήστε τα άλλα για τους ανθρώπους».
Αμέσως, πρόθυμα όλα τα μυρμήγκια έκαναν υπακοή, αφού βγήκαν απ’ το κουτί, που αποτελούσε και τον δίσκο του σερβιρίσματος και μαζεύτηκαν όλα πάνω στην επιφάνεια απ' το δικό τους μερίδιο-λουκούμι που είχε βάλει ο Άγιος παρά πέρα. Ας σημειωθεί ότι αυτός ήταν απλός και καταδεκτικός, χωρίς να κάνει κάτι που αποσκοπούσε στον εντυπωσιασμό και την επίδειξη, αλλά προσπαθούσε ό,τι έκανε να αποβλέπει στην ωφέλεια των ακροατών του. Για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού, επιστράτευε ακόμη και τα ζώα, Έτσι κατάφερνε να βγαίνει απ’ τα ασφυκτικά όρια του εαυτού και να ξεχύνεται στη φροντίδα του άλλου, στην αγάπη του οποίου αφιερώνεται ο Χριστιανισμός.
Ο Γέροντας κάποτε ανάμεσα απ’ τους επισκέπτες του, συνάντησε κι έναν καθηγητή Πανεπιστημίου, ο οποίος δυσκολευόταν να πιστέψει την ύπαρξη Θεού. Αφού άκουσε τις δύσπιστες θεωρίες του περί Θεού, με άφθαστη προσήνεια ο Άγιος του απάντησε: «Ξέρεις, είσαι πιο ανόητος κι από μια σαύρα». Ο καθηγητής που «είχε καβαλήσει το καλάμι», γεμάτος έπαρση, ενοχλήθηκε στο έπακρο. Μα ο Γέροντας επέμενε στα αληθινά λόγια του: «Αλήθεια σου λέω και θα σου το αποδείξω». Τότε φώναξε μια σαύρα, από τις αμέτρητες που ήταν εκεί κοντά.
Το ερπετό έτρεξε αμέσως στο κέλευσμα του Γέροντα, ο οποίος, σίγουρος και χωρίς να αμφιβάλλει καθόλου, το ρώτησε αν υπάρχει Θεός. Αμέσως, χωρίς χρονοτριβή, η σαύρα σηκώθηκε στα δυο της πόδια και σκύβοντας το κεφάλι προς τα κάτω, έδωσε καταφατική απάντηση με τον τρόπο της. Ο καθηγητής, που είχε «ψηλά τον αμανέ», σάστισε κι έχασε την υπεροψία του κατά του Θεού κι άρχισε να κλαίει με αναφιλητά και λυγμούς. Κι ο Γέροντας είπε: «Βλέπεις λοιπόν που κι η σαύρα γνωρίζει ότι υπάρχει Θεός;». Μετά απ’ αυτό το περιστατικό, κατά το οποίο ακόμη κι η σαύρα έγινε ομιλητική και λαλίστατη, ο καθηγητής έφυγε συγκλονισμένος κι αποσβολωμένος.
Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης και το αγριογούρουνο
Μια φορά ένα αγριογούρουνο πήγε κοντά του.
Ο Γέροντας το χάιδεψε κι αυτό έφυγε.
Κάποιος τον ρώτησε:
- Γέροντα, τι κάνεις εκεί;
- Ήρθε το καημένο να με ευχαριστήσει.
Δε θα ζούσε από τις σφαίρες των κυνηγών,
αλλά προσευχήθηκα να αστοχήσουν και έτσι ζει.
Πηγή: Αποσπάσματα από το Βιβλίο: «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου» Ιερομονάχου Ισαάκ, Άγιον Όρος 2008. Έκδοσις ΣΤ', Κεντρική - αποκλειστική διάθεση του βιβλίου: Ιερόν Ησυχαστήριον Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. 717 σελ. by Αέναη επΑνάσταση
St. Paisios and the Mule
When Elder Paisios was at the Stomio Monastery in Konitsa, his sister Christina often visited him to bring him various food and clothing. One day she decided to visit him with a friend of hers, and since she had gathered enough things, she loaded them on a mule and set off. But when they reached a very uphill and steep point, the mule stopped and made no step. It was in vain that the two women were pulling from the rope... nothing happened. They tried another way: One was behind it and she was pushing and the other was pulling at the front with the alter. Again the horse was not moving. So, after all the means were in vain, the friend was left with the mule and the things, and Christina went to the Monastery.
- "The mule doesn't want to walk," she told the Elder. "We have been trying for hours now, but it is not moving. What to do?"
- "There is nothing wrong with the mule," Elder Paisios told her. “You're strange. Let's go see if this is the way I say it is or not! "
So they went off, the Elder in front and Christina behind him and reached the point where the mule had stopped. The Elder made the sign of cross over it, grabbed the rope and - not even the rope stretched - the mule persistently followed him, climbed uphill and reached the Monastery without showing any resistance. The two women marveled and glorified our Lord !!!
The Zoophilia of the Saints and the Zoophilia of the Animals.
translated by Orthodox Parables and Stories
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.