Σελίδες

Όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ. Βίος, ανακομιδή λειψάνων, αγιοκατάταξη σ' ένα μεγάλο αφιέρωμα με 60 Fotos και videos


Επιμέλεια, έρευνα Σοφία Ντρέκου 

Ταξίδι στο Άγιο Παρελθόν του Αγίου, 
με τον Αναστάσιμο χαιρετισμό: 
«Χριστός Ανέστη Χαρά μου»! 
Εορτάζει στις 2 Ιανουαρίου.
Η ανακομιδή των Λειψάνων του 
και η Αγιοκατάταξή του 19 Ιουλίου.

Ενότητες:
  • Σύντομος Βίος του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ 
  • 63 φωτογραφίες από την αγιοκατάταξη του Οσίου Σεραφείμ το 1903
  • Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ 19 Ιουλίου
  • Το ιστορικό της εύρεσης των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Σεραφείμ. Η Ανακομιδή έγινε το 1903 μ.Χ., 70 χρόνια μετά το θάνατο του.
  • Βίντεο: 100 χρόνια από την αγιοκατάταξη του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ
  • Ολόκληρο το ιστορικό της ανακομιδής των λειψάνων του μεγάλου Οσίου (και επίσημης παράδοσης αυτών στο Πατριαρχείο Μόσχας στις 11 Ιανουαρίου 1991 η οποία συνοδεύτηκε με σημείο εξ' Ουρανού)
  • Ο Βίος του Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ από τον Φώτη Κόντογλου
  • Πηγές

Σύντομος Βίος

Ο Όσιος Σεραφείμ γεννήθηκε στο Κουρσκ (Курск) της Ρωσίας στις 19 Ιουλίου 1759 μ.Χ. Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη στις 2 Ιανουαρίου 1833. Οι μοναχοί τον είδαν με το λευκό ζωστικό, γονατιστό σε στάση προσευχής μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου, ασκεπή, με το χάλκινο σταυρό στο λαιμό και με τα χέρια στο στήθος σε σχήμα σταυρού. Νόμιζαν ότι τον είχε πάρει ο ύπνος. Τα ιερά λείψανά του εξαφανίστηκαν κατά την περίοδο της Οκτωβριανής επαναστάσεως και ξαναβρέθηκαν το 1990 μ.Χ., στην Αγία Πετρούπολη. Το 1991 μ.Χ. επέστρεψαν στην μονή Ντιβέγιεβο.

Εβδομήντα χρόνια μετά την κοίμηση του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ (+1833) έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του και η αγιοκατάταξή του. Στις 19 Ιουλίου του 1903 στην Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο (στα ρωσικά: Свято-Троицкий Серафимо-Дивеевский Монастырь) προσήλθαν περισσότεροι από τριακόσιες χιλιάδες προσκυνητές από όλη τη Ρωσία προ του λειψάνου του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ για την ανακομιδή του και την επίσημη αγιοκατάταξή του. (Βλ. εκτενή βίο παρακάτω)

63 Εξήντα τρεις φωτογραφίες από την αγιοκατάταξη 
του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ το 1903

Μία σπάνια σειρά εξήντα τριών ασπρόμαυρων φωτογραφιών «εικονογραφεί» την πνευματική αυτή στιγμή της Ρωσίας, αλλά και όλης της Ορθοδοξίας και σε βίντεο. Δείτε τις φωτογραφίες κάνοντας κλικ επάνω τις βλέπετε σε μεγαλύτερο μέγεθος. Έπειτα δείτε το βίντεο και διαβάστε το ιστορικό της εύρεσης των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Σεραφείμ.

Κλικ πάνω στις φωτογραφίες για να τις δείτε σε μεγαλύτερο μέγεθος

Ο χωλός Βασίλι Λικόφ, ηλικίας 28 χρονών,  ένας από τους πολλούς που θεραπεύτηκαν  την ημέρα αγιοκατάταξης του Οσίου Σεραφείμ.
Ο χωλός Βασίλι Λικόφ, ηλικίας 28 χρονών,
ένας από τους πολλούς που θεραπεύτηκαν
την ημέρα αγιοκατάταξης του Οσίου Σεραφείμ.

Στην ανακομιδή ήταν παρών και ο τσάρος, Άγιος Νικόλαος της Ρωσίας (18 Μαΐου 1868 - 17 Ιουλίου 1918, ο τελευταίος αυτοκράτορας της Ρωσίας) με την οικογένειά του. Επίσημα έγγραφα αλλά και οι εφημερίδες της εποχής μάς επιτρέπουν να παρακολουθήσουμε το σημαντικό αυτό γεγονός.*

Η Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο  (στα ρωσικά: Свято-Троицкий Серафимо   -Дивеевский Монастырь)  από τη πλευρά του ποταμού Σαρώφκα.
Η Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο
(στα ρωσικά: Свято-Троицкий Серафимо 
-Дивеевский Монастырь)
από τη πλευρά του ποταμού Σαρώφκα.


Το καμπαναριό της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.
Το καμπαναριό της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Ο Ιερός Ναός του Ιωάννου του Βαπτιστή πλησίον των πυλών  της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.
Ο Ιερός Ναός του Ιωάννου του Βαπτιστή πλησίον των πυλών
της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Ο Καθολικός Ναός της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.  Είναι αφιερωμένος στην “Κοίμηση της Θεοτόκου”.  Φαίνεται μπροστά το παρεκκλήσι που έχει χτιστεί πάνω  από τον τάφο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Ο Καθολικός Ναός της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.
Είναι αφιερωμένος στην “Κοίμηση της Θεοτόκου”.
Φαίνεται μπροστά το παρεκκλήσι που έχει χτιστεί πάνω
από τον τάφο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Ο Ιερός Ναός της Αγίας Τριάδος που έχει χτιστεί πάνω  από το κελλί του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Ο Ιερός Ναός της Αγίας Τριάδος που έχει χτιστεί πάνω
από το κελλί του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Το παρεκκλήσι που έχει χτιστεί στη θέση του κελλιού του Οσίου  Σεραφείμ του Σαρώφ μέσα στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος.
Το παρεκκλήσι που έχει χτιστεί στη θέση του κελλιού του Οσίου
Σεραφείμ του Σαρώφ μέσα στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος.


Ο Ιερός Ναός των Οσίων Ζωσιμά και Σαββάτιου από τα Σολόβκι,  η αγία τράπεζα της οποίας κατασκευάστηκε  από τον Όσιο Σεραφείμ του Σαρώφ.
Ο Ιερός Ναός των Οσίων Ζωσιμά και Σαββάτιου από τα Σολόβκι,
η αγία τράπεζα της οποίας κατασκευάστηκε
από τον Όσιο Σεραφείμ του Σαρώφ.


Το ξύλινο φέρετρο στο οποίο εναποτέθηκε ο Όσιος Σεραφείμ.  Το φέρετρο λαξεύτηκε από τον ίδιο τον Όσιο.
Το ξύλινο φέρετρο στο οποίο εναποτέθηκε ο Όσιος Σεραφείμ.
Το φέρετρο λαξεύτηκε από τον ίδιο τον Όσιο.


Το ξύλινο φέρετρο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Το ξύλινο φέρετρο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.



Η παραδοσιακή λάρνακα λειψανοθήκη με τα λείψανα του Οσίου  μέσα στον Ιερό Ναό των Οσίων Ζωσιμά και Σαββάτιου από τα Σολόβκι.
Η παραδοσιακή λάρνακα λειψανοθήκη με τα λείψανα του Οσίου
μέσα στον Ιερό Ναό των Οσίων Ζωσιμά και Σαββάτιου από τα Σολόβκι.


Η λάρνακα λειψανοθήκη με τα λείψανα  του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Η λάρνακα λειψανοθήκη με τα λείψανα
του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Η λάρνακα λειψανοθήκη με τα λείψανα  του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Η λάρνακα λειψανοθήκη με τα λείψανα
του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Το ερημητήριο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Το ερημητήριο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Τιμητική αψίδα υποδοχής για τον Τσάρο  στα όρια της Περιφέρειας Ταμπώφ.
Τιμητική αψίδα υποδοχής για τον Τσάρο
στα όρια της Περιφέρειας Ταμπώφ.


Η είσοδος της τσαρικής άμαξας στην Περιφέρεια Ταμπώφ.
Η είσοδος της τσαρικής άμαξας στην Περιφέρεια Ταμπώφ.


Η τσαρική οικογένεια φθάνει στην Ιερά Μονή  της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.
Η τσαρική οικογένεια φθάνει στην Ιερά Μονή
της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Η υποδοχή του Τσάρου από τον κλήρο της  Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.
Η υποδοχή του Τσάρου από τον κλήρο της
Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Η υποδοχή του Τσάρου από τους ευγενείς της Περιφέρειας Ταμπώφ.
Η υποδοχή του Τσάρου από τους ευγενείς της Περιφέρειας Ταμπώφ.


Η υποδοχή του Τσάρου από τους χωρικούς της Μορδοβίας.
Η υποδοχή του Τσάρου από τους χωρικούς της Μορδοβίας.


Η υποδοχή της τσαρικής οικογένειας από τον λαό.
Η υποδοχή της τσαρικής οικογένειας από τον λαό.


Η υποδοχή της τσαρικής οικογένειας από τον λαό.
Η υποδοχή της τσαρικής οικογένειας από τον λαό.


Η υποδοχή της τσαρικής οικογένειας από τον λαό.
Η υποδοχή της τσαρικής οικογένειας από τον λαό.


Τα μέλη της τσαρικής οικογένειας συνοδευόμενα
από τον μελλοντικό Ιερομάρτυρα, Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ.


Ο Άγιος Τσάρος Νικόλαος ο Β' [Ρομανόφ, πρώτος αριστερά]
(«ο το Πάθος Φέρων») με μέλη της οικογένειάς του μεταφέρουν
τη λάρνακα με τα λείψανα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.*

Στις 15 Αυγούστου του 2000, η οικογένεια Ρομανόφ
αγιοκατατάχθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία, εξαιτίας
της «μετριοφροσύνης, της υπομονής και της πραότητάς» τους.

Από τη λιτάνευση των λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Από τη λιτάνευση των λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Από τη λιτάνευση των λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Από τη λιτάνευση των λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Στο παρεκκλήσι που έγινε πάνω από τον τάφο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Στο παρεκκλήσι που έγινε πάνω από τον τάφο του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Στο πηγάδι του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.

Η Τσαρίνα Αλεξάνδρα Φεοντόροβνα με την αδελφή
της Μεγάλη Δούκισσα Φεοντόροβνα Ελισάβετ πηγαίνουν
προς το αγίασμα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Ο Τσάρος Νικόλαος Β’ με μέλη της οικογένειάς του  πηγαίνοντας προς το αγίασμα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.
Ο Τσάρος Νικόλαος Β’ με μέλη της οικογένειάς του
πηγαίνοντας προς το αγίασμα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.

Η Τσαρίνα Αλεξάνδρα Φεοντόροβνα με την αδελφή της
Μεγάλη Δούκισσα Φεοντόροβνα Ελισάβετ.


Το παρεκκλήσι πάνω από το αγίασμα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Ο Τσάρος Νικόλαος Β’ με μέλη της οικογένειάς του
αποχωρούν από το αγίασμα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Η τσαρική οικογένεια αποχωρεί μετά την παράκληση
στο αγίασμα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Αποχώρηση μετά από την επίσκεψη στο
αγίασμα του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Κατά τη διάρκεια της παράκλησης στο αγίασμα
του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Το παρεκκλήσι πάνω από το βράχο, όπου ο Όσιος Σεραφείμ
του Σαρώφ προσευχήθηκε για χίλιες ημέρες και νύχτες.


Προσκυνητές κατά τη διάρκεια της αγιοκατάταξης
του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Υπαίθριος τράπεζα για τους προσκυνητές.


Στους υπαίθριους χώρους της Ι.Μ.
της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Προετοιμασία της εορταστικής τράπεζας για τους προσκεκλημένους.



Η θαυματουργός εικόνα της Θεοτόκου Ουμιλένιε ή
εικόνα “Ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτο κατά το ρήμα σου”.


Λαμπάδες του τσάρου Νικόλαου Β’
μπροστά στην εικόνα Θεοτόκος Ουμιλένιε.


Η τσαρική οικογένεια στον Ιερό Ναό “Η Κοίμηση της Θεοτόκου”.


Ο Καθολικός Ναός ”Η Κοίμηση της Θεοτόκου”
της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Οι μοναχές της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος
στο Ντιβέγιεβο χαιρετούν την βασιλομήτωρα Μαρία Φεοντόροβ


Ο Καθολικός Ναός ”Η Κοίμηση της Θεοτόκου”
κατά τη διάρκεια των θρησκευτικών τελετών.


Το βασιλικό ζευγάρι και η βασιλομήτωρ καθώς
αποχωρούν από τον Ιερό Ναό ”Η Κοίμηση της Θεοτόκου”.


Το κτίριο της μοναστηριακής Τράπεζας.


Με τους ευγενείς του Γκουβέρνου
(διοικητική διαίρεση της Τσαρικής Ρωσίας) Νίζεγκόραντ).


Το βασιλικό ζευγάρι στο Ηγουμενείο της Ιεράς Μονής.


Λιτανεία με τη θαυματουργό εικόνα της Θεοτόκου Ουμιλένιε.


Ο χωλός Βασίλι Λικόφ, ηλικίας 28 χρονών,
ένας από τους πολλούςπου θεραπεύτηκαν
την ημέρα αγιοκατάταξης
 του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ.


Αδελφές μοναχές στην υδραντλία της
Ι. Μ. της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Αδελφές μοναχές στην υδραντλία της
Ι. Μ. της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Το Ηγουμενείο της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Στον Κοιμητηριακό Ναό “Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος”,
του οποίου την αγία τράπεζα έφτιαξε ο Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ.


Στην πύλη του κοιμητηρίου της Ιεράς Μονής
της Αγίας Τριάδος στο Ντιβέγιεβο.


Με τους ευγενείς του Γκουβέρνου Νίζεγκόραντ.


Σε υπαίθριο εξωκκλήσι.

Ευσεβείς προσκυνητές.

Εορταστική τράπεζα για τους προσκεκλημένους.


Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων Οσίου
Σεραφείμ του Σαρώφ 19 Ιουλίου

Τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ βρίσκονται στη Μονή Ντιβίγιεβο Ρωσίας.

Αποτμήματα των Ιερών Λειψάνων του Αγίου βρίσκονται στη Μονή Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου Πενταλόφου Κιλκίς και στο Ναό Αγίας Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Αττικής.


Η Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ (2 Ιανουαρίου) έγινε το 1903 μ.Χ., 70 χρόνια μετά το θάνατο του.
  • Σχετικά με τα Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ επικρατούν δύο απόψεις.
Σύμφωνα με την πρώτη βρέθηκαν στο Μουσείο Αθεΐας της Αγίας Πετρουπόλεως (Ναός Παναγίας του Καζάν), μετά την κατάρρευση του Μαρξιστικού καθεστώτος (1989 μ.Χ.). 

Σύμφωνα με την δεύτερη, τα Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ δεν κατασχέθηκαν ποτέ από τους Μπολσεβίκους, διότι είχαν κρυφτεί από πιστούς της Εκκλησίας των Κατακομβών. Ακόμη, μεταξύ των Κατακομβιτών πιστών κυκλοφορεί και προφητεία του Αγίου, σύμφωνα με την οποία τα Λείψανά του δεν θα βγουν από την Ρωσία, «ἄχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας».

Ας δούμε και το σχετικό βίντεο:



Το ιστορικό της ανακομιδής

Ολόκληρο το ιστορικό της ανακομιδής των λειψάνων του μεγάλου Οσίου (και επίσημης παράδοσης αυτών στο Πατριαρχείο Μόσχας στις 11 Ιανουαρίου 1991, η οποία συνοδεύτηκε με σημείο εξ' Ουρανού)

Δημοσίευμα στό Περιοδικό «ΚΗΡΥΞ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ» 
(τ. 1991, σελ. 267 – 271). Στή συνέχεια καταχωρεῖται βελτιωμένο.

Μέ τόν μεγάλο Ἅγιο τῆς Ὀρθοδοξίας, τόν Ὅσιο Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἔχουμε ἀσχοληθεῖ καί κατά τό παρελθόν. Τό 1984 δημοσιεύσαμε στόν «ΚΗΡΥΚΑ» ἄρθρο μέ τόν τίτλο «Ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ» (τ. 1984, σελ. 154 – 156). Ἐκεῖ, αναφερόμενοι στό θέμα τῶν ἁγίων Λειψάνων τοῦ Ὁσίου Πατρός, εἴχαμε γράψει τά ἀκόλουθα:
  • «Ἡ περίφημος Μονή τοῦ Σάρωφ, καταστάσα μετά τήν ἀνακήρυξιν τοῦ ἁγ. Σεραφείμ πανρωσικόν προσκύνημα καί ὡς θησαυρόν κατέχουσα τό τίμιον αὐτοῦ Λείψανον καί τά προσωπικά του ἀντικείμενα, προεκάλεσεν μετά τήν Ἐπανάστασιν τοῦ 1917 τήν μῆνιν τῶν ἀθεϊστῶν, οἱ ὁποῖοι καί κατέστρεψαν αὐτήν δι’ ἐκρηκτικῶν καί ἐκσκαφέων. Οὕτω ἐχάθη λαμπρόν μνημεῖον Χριστιανικῆς Τέχνης, τό σπουδαιότερον δέ κατεστράφησαν αἱ καλύβαι τοῦ Ὁσίου, ὡς καί τό θαυματουργόν Ἁγίασμά του, τό δέ τίμιον αὐτοῦ Λείψανον «ἐχάθη».
Τό 1989, μέ τήν εὐκαιρία τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Χιλιετηρίδος τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπανήλθαμε στό θέμα μέ τήν δημοσίευση στόν «ΚΗΡΥΚΑ» ἄρθρου μέ τόν τίτλο «Ἡ καταστροφή τῶν μεγάλων Μονῶν Σάρωφ καί Ντιβίγιεβο» (τ. 1989, σελ. 115 –117). Ἐκεῖ παρουσιάσαμε τά σχετικά μέ τήν τύχη τῶν Ἱερῶν Λειψάνων στοιχεῖα, ὅπως αὐτά εἶδαν ἀρχικά τό φῶς τῆς δημοσιότητος στό Ρωσικό περιοδικό τῆς Διασπορᾶς “Messager of the Russ” (τ. 1934, φ. Μαϊου - Ἰουνίου, σελ. 20).

  • Ἀπό τά στοιχεῖα αὐτά προέκυπτε, ὅτι μετά τήν καταστροφή τοῦ Σάρωφ, «τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ μετεφέρθησαν εἰς τήν Μόσχαν, εἰς τό Ἀντιθρησκευτικόν Μουσεῖον Ronyantsev καί μέςῳ τῶν ἐφημερίδων ἀνακοινώθηκε, ὅτι ὅποιος ἐπιθυμῆ νά τά ἐπισκεφθῆ εἶναι ἐλεύθερος. Ὁ πιστός λαός, παρά τό γεγονός ὅτι τό εἰσητήριο στοίχιζε τρία ρούβλια, ἄρχισε νά συρρέη, νά τιμᾶ τά Λείψανα, νά προσεύχεται, νά γονατίζει. Ἀναφέρονται μάλιστα ἰάσεις τήν περίοδο ἐκείνη. Τότε οἱ ἀθεϊστές, βλέποντας ὅτι ὄχι μόνον δέν διακωμωδοῦνται τά Λείψανα, ἀλλά τιμῶνται, ἀποφάσισαν νά τά μεταφέρουν εἰς τήν πόλι Πέζνα. Πολλοί πού πῆγαν εἰς τήν Πέζνα πληροφορήθηκαν, ὅτι τά Λείψανα δέν εὐρίσκοντο ἐκεῖ. Ἔτσι τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ «ἐκρύβησαν» καί κανείς δέν γνωρίζη πλέον τι ἀπέγιναν».

Στό δημοσίευμά μας ἐκεῖνο - ἀλλά προηγουμένως στή διάλεξη καί προβολή μέ θέμα τόν βίο καί τό μήνυμα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ, πού ἔγινε στό Ἐκκλησιαστικό Πνευματικό Κέντρο Περιστερίου, τήν 2α Ἰανουαρίου 1989 (ἐκδήλωση πού ἐπαναλήφθηκε τήν 15. 3. 1989 στόν Ἱ. Ν. Εὐαγγ. Ματθαίου Μάνδρας, τήν 18. 7. 1989 στίς Ἐκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις Οἰνόης, τήν 1. 1. 1990 στόν Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Μενιδίου καί τήν 11. 2. 1991 στόν Ἱ. Ν. Εὐαγγελιστρίας Μεγάρων) - ὑποστηρίξαμε τήν «εὑρύτατα γνωστή καί εἰς τήν Ρωσία καί τήν τήν Δύσι ἄποψη, ὅτι τά Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ ἐκλάπησαν καί ἐκρύβησαν ἀπό μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν», βασιζόμενοι στήν προσωπική μαρτυρία Ρώσων φυγάδων («Κ.Γ.Ο.», τ. 1989, σελ. 116).


Στίς ἀρχές αὐτοῦ τοῦ χρόνου, μέ ἰδιαίτερη συγκίνηση πληροφορηθήκαμε ἀπό τούς Ρώσους αὐταδέλφους Μοναχούς π. Γκλέμπ καί π. Ἰάκωβο (οἱ ὁποῖοι σπουδάζουν στήν Ἀθήνα), τό θαυμαστό γεγονός τῆς εὑρέσεως τῶν ἁγίων Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ, στό κάποτε Λένινγκραντ καί ἤδη Ἁγία Πετρούπολι. Τόν Μάρτιο, οἱ πράγματι συγκλονιστικές πληροφορίες τῆς εὑρέσεως, ἐπισημοποιήθηκαν μέ δημοσίευμα τοῦ Γενναδίου Μπελοβόλωφ (ἐπιστημονικοῦ συνεργάτη τοῦ Μουσείου Ντοστογιέφσκυ), στό Περιοδικό «Ρωσική Σκέψις» (φ. 3871, 22. 3. 1991). Τό κείμενο αὐτό - πού ἀπέδωσε στήν ἑλληνική ὁ Ἀρχιμανδρίτης Τιμόθεος Σακκᾶς, Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Παρακλήτου – δημοσίευσαν τά Περιοδικά «Ἁγιορειτική Μαρτυρία» τῆς Μονῆς Ξηροποτάμου Ἁγίου Ὄρους (φ. 11, 1991, σελ. 108, μέ τόν τίτλο «Πάσχα μέσα στό Ρωσικό χειμῶνα») καί «Πειραϊκή Ἐκκλησία» τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς (φ. Ἰουνίου 1991, σελ. 10 – 14, μέ τόν τίτλο «Χειμωνιάτικο Πάσχα στή Ρωσία»).

Κατά τόν Γ. μπελοβόλωφ, τό 1920 οἱ Σοβιετικοί ἔκλεισαν τό μοναστήρι τοῦ Σάρωφ. Οἱ κομισσάριοι πῆραν τά ἅγια Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ καί τά μετέφεραν ἄγνωστο ποῦ. Ἀπό τότε τίποτα δέν ἔγινε γνωστό γι’αὐτά πέρα ἀπό τήν προφητεία τοῦ ἰδίου τοῦ Ὁσίου, ὅτι «σωματικά δέν θά ἐπανέλθει στό Σάρωφ, ἀλλά τό Ντιβίγιεβο θά δοξαστεῖ»!

Ἤδη ὅμως, στά χρόνια τῆς «γκλάσνοστ – διαφάνειας», κατωρθώθηκε νά βρεθοῦν κάποια ντοκουμέντα, σύμφωνα μέ τά ὁποῖα τά ἅγια Λείψανα μετά τήν ἀφαίρεσή τους ἀπό τήν μονή τοῦ Σάρωφ, παραδόθηκαν στό Ἀντιθρησκευτικό Μουσεῖο Τεχνῶν τῆς Μόσχας, πού στεγάζοταν στή Μονή Ντόνσκοϊ. Τό μουσεῖο αὐτό ἔκλεισε γύρω στό 1930, ὁπότε τά Λείψανα παραδόθηλαν στό Κεντρικό Ἀθεϊστικό Μουσεῖο τῆς Μόσχας. Ἀλλά καί αὐτό τοῦ μουσεῖο ἔκλεισε τό 1946. Ἀπό τό ἔτος αὐτό τά ἴχνη τῶν Λειψάνων χάθηκαν.


Ἀπό τό κείμενό του ὁ Γ. Μπελοβόλωφ φαίνεται νά ἀγνοεῖ σειρά στοιχείων σχετικῶν μέ τήν καταστροφή τοῦ Σάρωφ, στοιχείων δημοσιευμένων ἀπό ἐτῶν σέ ἐφημερίδες καί περιοδικά τῆς Δύσεως (ὄχι ἀποκλειστικά τοῦ χώρου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς), ἀλλά καί τῆς Ἑλλάδος. Δικαιολογεῖται ὅμως λόγῳ τῶν εἰδικῶν συνθηκῶν στήν διακίνηση ἰδεῶν καί εἰδήσεων πού ἐπικρατοῦσαν μέχρι πρότινος στή χώρα του. Δέν ἔχει ἄλλωστε ἰδιαίτερη σημασία ἄν τό Σάρωφ ἔκλεισε τό 1920 ἤ τό 1927. Κατά τήν περίοδο πάντως τῆς ἀφάνειας τῶν ἁγίων Λειψάνων (1946 – 1990), ἴσως κάπου ἐμφανίζεται στό προσκήνιο τῆς ὑποθέσεως ἡ Ρωσική Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, στό πρόσωπο κάποιου πιστοῦ Της πού «ἔκλεψε» κάποια στιγμή τά Λείψανα - γιά νά τά πάρουν στή συνέχεια καί πάλι οἱ Σοβιετικοί, μέ ἄγνωστο σέ μᾶς τρόπο - ἤ στό πρόσωπο κάποιου μέλους Της, ὑπαλλήλου ἑνός τῶν τόσων μουσείων στά ὁποῖα ἐκτέθηκαν τά Λείψανα ἤ δημοσίου λειτουργοῦ πού κάποια στιγμή προστάτευσε τόν θησαυρό αὐτό. Ἡ συσκευασία πάντως τῶν Λειψάνων πού βρέθηκαν ἀποδεικνύει, ὅτι κάποιος προσπάθησε νά τά διαφυλλάξει καί ὄχι νά τά διαπομπεύσει.

Ἡ εὕρεση – πάντως – τῶν Ἁγίων Λειψάνων, κάτω ἀπό τι συνθῆκες μέ τίς ὁποίες ἔγινε, ἀποτελεῖ γεγονός θαυμαστό καί βεβαίως ὄχι τυχαῖο. Κατά τόν Γ. Μπελοβόλωφ στίς ἀρχές Νοεμβρίου 1990, κάποιοι ὑπάλληλοι τοῦ Μουσείου Θρησκειῶν καί Ἀθεϊας τῆς Πετρουπόλεως (τό ὁποῖο στεγάζεται στόν περίφημο Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν), ἀνακάλυψαν στό τμῆμα ταπήτων ἕνα ἄγνωστο ἀντικείμενο, στό ὁποῖο κανείς μέχρι τότε δέν εἶχε δόσει σημασία. Τό ἀντικείμενο ἐκεῖνο εἶχε σχῆμα ὀρθογώνιο καί ἦταν τυλιγμένο σέ πανί, ραμμένο καλά. Στά χέρια ὑπῆρχαν γάντια καί στά πόδια μπότες.

Ὅταν οἱ ὑπάλληλοι ἀφαίρεσαν τό πανί, εἶδαν μία μικρή ξύλινη βάση κι ἐπάνω της – καλυμμένο μέ βαμβάκι καί τυλιγμένο μέ ἐπιδέσμους – τό Λείψανο ἑνός, ἀγνώστου ἀκόμη, Ἁγίου. Ὅλα τά ὀστά ἦσαν στή θέση τους, ἀλλά ἕνα πλευρό καί ἡ λεκάνη ἦταν σπασμένα. Ἡ κάρα εἶχε τά μαλλιά καί τά γένεια. Ὁ ὑπάλληλος τοῦ μουσείου Σέργιος Νικολάγιεβιτς Παύλωφ, παρών κατά τήν εὕρεση τῶν Λειψάνων, διηγεῖται πῶς ὅταν ἔβγαλαν ἀπό τά χέρια τά δύο λευκά ἐπιμάνικα ἀπό ἀτλάζι, διάβασαν τήν χρυσοκεντημένη φράση «Ἅγιε Πάτερ Σεραφείμ, πρέσβευε τῶ Θεῶ ὑπέρ ἡμῶν» (στά Ρωσικά). «Ὅταν εἶδα τό ὄνομα Σεραφείμ –συμπλήρωσε ὁ Σ. Ν. Παύλωφ – κατάλαβα ἀμέσως ποιόν βρήκαμε. Διότι ἐμεῖς ἔχουμε ἕναν μόνο Σεραφείμ». Ἀκόμη, στό στῆθος τοῦ Λειψάνου ὑπῆρχε ὁ σταυρός πού εἶχε δώσει εὐλογία στό νεαρό Πρόχορο ἡ μητέρα του, ὅταν ἔφυγε γιά τό μοναστήρι!

Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τῶν Μοναχῶν Γκλέμπ καί Ἰακώβου κατά τήν εὕρεση βρέθηκε ἕνα ἀκόμη ἀποδεικτικό τῆς ταυτότητος τῶν Λειψάνων, μία πινακίδα πού ἔγραφε: 
  • «Αὐτό εἶναι τό πτῶμα τοῦ δῆθεν ἁγ. Σεραφείμ». Πρόκειται μᾶλλον γιά συνοδευτικό τῶν πολλαπλῶν ἐκθέσεων τῶν Λειψάνων σέ ἀντιθρησκευτικά μουσεῖα.
Ἡ ἐπίσημη παράδοση τῶν Λειψάνων στό Πατριαρχεῖο Μόσχας ἔγινε τήν 4η μ.μ. τῆς 11ης Ἰανουαρίου 1991, στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τό παρέλαβε ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἀλέξιος Β’. Προηγουμένως, τά μεσάνυκτα τῆς 10ος πρός 11η Ἰανουαρίου, «μία φοβερή βροντή ἀνκούστηκε στίς χιονισμένες ἐκτάσεις πού διασχίζει ὁ ποταμός Νέβας κι ἕνας κεραυνός φώτισε ἀστραπιαῖα ὅλη τήν Πετρούπολη. Ἡ βροντή ἦταν τόσο δυνατή, ὥστε πολλοί πετάχθηκαν τρομαγμένοι ἀπό τόν ὕπνο καί ἔτρεξαν νά κοιτάξουν ἀπό τά παράθυρα. Ἡ πρώτη σκέψη πού γεννήθηκε ἦταν ὅτι ἐπρόκειτο γιά κάποια ἔκρηξη ἤ καταστροφή».

Τήν ἴδια ἡμέρα ἄρχισε ἀπροσδόκητα νά ἀνεβαίνει ἡ στάθμη τοῦ Νέβα. 
  • «Τά νερά του, κυριολεκτικά μπροστά στά μάτια τους – γράφει ὁ Γ. Μπελοβόλωφ - ἀνέβηκαν δύο μέτρα ψηλότερα…Μ’ ἕνα τέτοιο σημεῖο ἀνήγγειλε ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ τήν ἐπανεύρεση τῶν Ἁγίων Λειψάνων του στήν παλαιά πρωτεύουσα τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορίας».
Ὁ Ρωσικός λαός ὑποδέχθηκε τό γεγονός μέ ἰδιαίτερα θερμές ἐκδηλώσεις τιμῆς. «Ἡ χαρά τῆς εὑρέσεως τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ – συνεχίζει ὁ Γ. Μπελοβόλωφ - μπορεῖ νά συγκριθεῖ μόνο μέ τήν Πασχαλινή χαρά. Μόνο πού τώρα δέν ἦταν καλοκαιρινό, ἀλλά χειμωνιάτικο «Πάσχα»… Μπροστά στά Ἅγια Λείψανα – πού τοποθετήθηκαν στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι, στήν ὁμώνυμη Λαύρα – διαβάζονταν καθημερινά ὁ Ἀκάθιστος στόν Ὅσιο. Ἐπίσης μπορούσατε νά ἀκούσετε τούς χαρμόσυνους χαιρετισμούς «Χριστός Ἀνέστη, Ἀληθῶς Ἀνέστη». Εἶναι οἱ ἴδιοι χαιρετισμοί μέ τούς ὁποίους ὁ Μπάτουσκα Σεραφείμ χαιρετοῦσε ὅλους ὅσοι τόν πλησίαζαν, σέ κάθε ἐποχή τοῦ ἔτους».

Μέ ἰδιαίτερες ἐπίσης τιμές τά Λείψανα τοῦ Ὁσίου ἔφθασαν τήν 9η Φεβρουαρίου στή Μόσχα, στό Ναό τοῦ Ἐλέχοβο. Οἱ μεγαλύτερες ὅμως τελετές ἔγιναν τόν παρελθόντα Ἰούλιο (1991), ὅταν ἡ λιτανευτική πομπή διήνυσε 800 χιλιόμετρα γιά νά φθάσει στή Μονή τοῦ Ντιβίγιεβο, γιά νά ἑορτασθεῖ ἐπίσημα ἡ Ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ (1903), τήν 19η Ἰουλίου.

Σχετικά μέ τό γεγονός ὁ Ὅσιος εἶχε προφητεύσει, ὅτι «ὁ ταπεινός Σεραφείμ θά ἐπανέλθει στό Ντιβίγιεβο καί τότε θά τελειώσουν τά βάσανα τῆς Ρωσίας».

Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι τότε (1991) ὑπῆρχε στό Ντιβίγιεβο μία μοναχή πού ἔζησε τόν Ἅγιο, ἡ αἰωνόβια ἀδελφή Μαργαρίτα (κοιμήθηκε τό 1997). Ὁ ὅσ. Σεραφείμ πρίν τήν κοίμησή του, εἶχε δώσει στίς μοναχές ἕνα κερί λέγοντας: «Μέ αὐτό θά μέ ὑποδεχθεῖτε κάποτε»! Οἱ μοναχές κράτησαν τό κερί καί κάθε μία φύλακας τό παρέδειδε στήν ἑπομένη. Ἔτσι τό κερί ἔφθασε στήν μ. Μαργαρίτα καί μέ αὐτό ὑποδέχθηκαν τό Λείψανο τό 1991!

Σήμερα τά χαριτόβρυτα Λείψανα τοῦ ὁσ. Σεραφείμ φυλάσσονται στή γυναικεία Μονή τοῦ Ντιβίγιεβο, ὅπου τιμῶνται ἀπό τούς πιστούς Ὀρθοδόξους, ὄχι μόνο τῆς Ρωσίας, ἀλλά τῆς ἀνά τήν οἰκουμένη Ἐκκλησίας. Στήν Ἑλλάδα ἀποτμήματα τῶν Λειψάνων του φυλάσσονται στή Μονή ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου Πενταλόφου Κιλκίς καί στό Ναό ἁγ. Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Ἀττικῆς. Ἀκόμη, στό Παρεκκλήσιο τῆς ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Μάνδρας Ἀττικῆς, φυλάσσεται μικρό μέρος ἀπό τό δερμάτινο κομποσχοῖνι τοῦ Ὁσίου. Τέλος εἶναι ἄξιο σημειώσεως, ὅτι τό 2009 ἀπότμημα τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ μεταφέρθηκε ἀπό τήν Μονή Ντιβίγιεβο στήν Ἑλλάδα καί ἐκτέθηκε στό Ναό Παναγίας Σουμελᾶ Ἀχαρνῶν, ὅπου ἔσπευσαν νά τό προσκυνήσουν χιλιάδες πιστῶν ἀπό ὅλη τήν χώρα, ἀλλά καί τό ἐξωτερικό.


Ὁ Γ. Μπελοβόλωφ κλείνει τό δημοσίευμά του μέ τά ἐξῆς χαρακτηριστικά:
  •  «Μπροστά στά Ἅγια Λείψανα θέλω κι ἐγώ νά φωνάξω πρός ὅλους: «Χριστός Ἀνέστη μητέρα Ρωσία. Χριστός Ἀνέστη πολύπαθη Ρωσία. Ἀνέστη ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ πού πόνεσε γιά σένα. Θά ἀναστηθεῖς κι ἐσύ, ἀγαπημένη μου πατρίδα, ἔστω κι ἄν ὁ χειμῶνας δέν πέρασε».
Οἱ προφητείες τοῦ ἁγ. Σεραφείμ ἔχουν ἐκπληρωθεῖ σχεδόν ὅλες μέ χαρακτηριστική ἀκρίβεια. Στό Σαρώφ σωματικά πράγματι δέν ἐπέστρεψε ποτέ, διότι τό περίφημο μοναστήρι μετατράπηκε – τελικά - ἀπό τούς Σοβιετικούς σέ πυρηνικό ἐργοστάσιο καί συνεχίζει νά εἶναι ἀπαγορευμένη ζώνη. Ἐπέστρεψε ὅμως στό Ντιβίγιεβο, τήν Σεραφείμια γυναικεία μονή – τό ὁποῖο κατά τήν προφητεία του δοξάσθηκε καί σήμερα (2009) ἀριθμεῖ πλέον τῶν 200 μοναζουσῶν (τό 1995 ἀριθμοῦσε 210 μοναχές ὑπό τήν Ἡγουμένη Σεργία).

Μετά τήν μεταφορά τοῦ Λειψάνου του στό Ντιβίγιεβο ὁ ὅσ. Σεραφείμ προφήτευσε, ὅτι «θά ἀρχίσει τό κήρυγμα τῆς παγκοσμίου μετανοίας». Ἡ προφητεία αὐτή δέν ἔχει ἀκόμη ἐκπληρωθεῖ. Τά γεγονότα στήν τέως Σοβιετική Ἕνωση μποροῦν νά θεωρηθοῦν σάν Ρωσική ἐθνική μετάνοια, ἀλλά ὄχι παγκόσμια. Τήν 19η Ἰουλίου 1991 τά Λείψανα μεταφέρθηκαν στό Ντιβίγιεβο. Τήν 6η Αὐγούστου ἕνα πραξηκόπημα ἀνέτρεψε τόν Σοβιετικό Ἡγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσώφ. Λίγες ἡμέρες μετά τήν ἀποτυχία τοῦ κινήματος, ἄρχισαν ραγδαῖες πολιτικό – κοινωνικές ἐξελίξεις. Καταργήθηκε ὁ Κομμουνισμός, κατέρρευσε τό ἀθεϊστικό καθεστώς πού εἶχε ὀνομάσει τήν θρησκεία ὄπιο τοῦ λαοῦ, ἔπεσαν οἱ «θεοί» τοῦ Ἐρυθροῦ «παραδείσου», ἀπομυθοποιήθηκαν ἰδέες καί πρόσωπα, ἔγιναν τόσα πού συνθέτουν ὄχι ἁπλᾶ μία πολιτική ἀλλαγή, ἀλλά μία μεταστροφή τῶν τέως Σοβιετικῶν λαῶν (Ρώσων, Οὐκρανῶν, Γεωργιανῶν, κ.λ.π.) πρός τήν ἱστορικά Ὀρθόδοξη ταυτότητά τους, τήν ὁποία ὁ ἀθεϊσμός προσπάθησε βίαια νά μεταβάλλει.

«Ὁ Κομμουνισμός ξεπεράσθηκε - ἔγραψε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ὡς Μητροπολίτης Δημητριάδος - ἔμεινε ὅμως ἡ θρησκεία. Καί ἔμεινε ἀφοῦ ἐπεβίωσε μακρῶν περιόδων διωγμῶν, πού σέ περιπτώσεις ξεπέρασαν σέ ὀξύτυτα καί αὐτούς τούς Νερώνειους. Ἀπέδειξε ὁ Χριστιανισμός, ὅτι ἔχει ἀπό Θεοῦ τήν προέλευση, γιατί κατ’ ἄνθρωπον, μέ τά ἀνθρώπινα μέτρα, δέν θά ἔπρεπε νά ζῆ. Κι ὅμως σήμερα εἶναι ὁ θριαμβευτής» (Περιοδικό «Πειραϊκή Ἐκκλησία», φ. Ἰουλίου – Αὐγούστου 1991, σελ. 51).

Νικητής, λοιπόν, ὁ Χριστιανικός λαός στήν τέως Σοβιετική Ἕνωσηφαίνεται νά μετανοεῖ. Κατακλύζει τούς ναούς, ἀναστηλώνει ναούς καί μοναστήρια, θέλει τούς ἡγέτες του στήν Ἐκκλησία (καί τούς εἶδε στό πρόσωπο τῶν Γιέλτσιν καί Ποπώφ – παλαιότερα – καί τῶν Πούτιν καί Μεντβέντεφ σήμερα). Μένει ἔγκαιρα νά ἀντιληφθεῖ, ὅτι «ὁ κόσμος αὐτός (ὁ Δυτικός) τῆς ἀφθονίας καί τῆς καταναλώσεως, τελικά δέν εἶναι ἰδεώδης, οὐτε προσφέρεται νά ἀποτελέσει μοντέλο γιά τήν δημιουργία μιᾶς ἀνθρώπινης κοινωνίας, γιατί κι αὐτός πλήττεται ἀπό πελώρια ἠθική κρίση καί οἱ ἀξίες τοῦ πολιτισμοῦ του εἶναι ἐξευτελισμένες ἀπό καιρό».

Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου Από το Περιοδικό «Πειραϊκή Ἐκκλησία», αὐτ. σελ. 52.ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ/ Ἰστοσελίδα τοῦ Κέντρου Ἁγιολογικῶν Μελετῶν "Ὅσιος Συμεών ὁ Μεταφραστής". Ὑπεύθυνος: Ἀντ.Μάρκου, Καθηγητής Ἁγιολογίας. www.sophia-ntrekou.gr

Ο Βίος του Αγίου Σεραφείμ του 
Σαρώφ από τον Φώτη Κόντογλου


Κάποιος καλός φίλος μου μού χάρισε ένα μικρό εικονισματάκι σε σμάλτο ρούσικο, ένα εγκόλπιο, που παριστάνει τον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ. Από το πίσω μέρος είναι καπλαντισμένο με βελούδο, και φαίνεται πως το φορούσε κατάσαρκα στο λαιμό του κανένας άγιος άνθρωπος της τσαρικής Ρωσίας.

    Mε πολλή συγκίνηση δέχθηκα αυτό το δώρο, γιατί αυτός ο άγιος είναι πολύ αγαπητός σε μένα, όπως είναι συμπαθέστατος και σε όσους τον ξέρουνε. Κρέμασα λοιπόν αυτό το εικονισματάκι στο εικονοστάσι μας, ανάμεσα στους άλλους αγίους, που τους παρακαλούμε στις περιστάσεις της ζωής μας, και που ανάμεσά τους ξεχωρίζουνε ο άγιος Νικόλαος κι' ο άγιος Γιάννης ο Πρόδρομος, κ' οι νέοι ή νεοφανείς άγιοι, όπως οι άγιοι μάρτυρες Ραφαήλ και Νικόλαος, ο άγιος Γεώργιος ο Χιοπολίτης, ο άγιος Γεώργιος Ιωαννίνων, ο άγιος Δαυΐδ ο Γέρων, ο άγιος Νεκτάριος κ.ά.

    Tο σμαλτένιο εικονισματάκι που είπα, παριστάνει τον άγιο Σεραφείμ που περπατά μέσα στο δάσος, ένα γεροντάκι σκυφτό, ακουμπισμένο στο ραβδί του με το δεξί χέρι και στ' αριστερό βαστά ένα κομποσκοίνι. Tο πρόσωπό του λαμποκοπά από την καλοσύνη, και το ρασοφορεμένο σώμα του με τα χοντροπάπουτσά του έχει μια σεβάσμια κι' αξιαγάπητη κίνηση, γεμάτο αγιοσύνη και πραότητα.

    Aυτός ο άγιος είναι ένας από τους τελευταίους, γιατί γεννήθηκε στο Kουρσκ κατά τα 1759 και κοιμήθηκε στα 1833, δηλαδή έζησε στον ίδιον καιρό με το δικό μας άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη. Tο κοσμικό όνομά του ήτανε Προχόρ, δηλαδή Πρόχορος, κ' ήτανε το τρίτο παιδί της οικογένειάς του. Tα μεγαλύτερά του ήτανε ένας αδελφός και μια αδελφή. O πατέρας του ήτανε πρακτικός κάλφας που έχτιζε εκκλησιές. Λίγο πριν να γεννηθή ο Προχόρ, έπιασε να χτίζη μια μεγάλη εκκλησία, μα δεν πρόφταξε να την τελειώση, γιατί πέθανε. Αλλά η γυναίκα του ήτανε άξια κ' είχε μάθει κοντά του κάμποσα από την τέχνη του, κι' άμα απόμεινε χήρα, ανάλαβε εκείνη ν' αποτελειώση την εκκλησιά. Πολλές φορές έπαιρνε μαζί της και το μικρό Προχόρ, που έδειχνε μεγάλη αγάπη στην τέχνη των γονιών του. 

    Από τότε φανέρωσε ο Θεός πως τον προώριζε για το μεγαλύτερο πνευματικό αξίωμα που υπάρχει, δηλαδή να γίνη άγιος. Kαι το φανέρωσε με τούτον τον τρόπο: O Προχόρ ήτανε εφτά χρονών. Mια μέρα τον πήρε η μητέρα του μαζί της στην εκκλησιά που έχτιζε. Την ώρα που ανεβαίνανε στο καμπαναριό, ο Προχόρ παίζοντας, σαν παιδί, παραπάτησε κ' έπεσε από τόσο ψηλά, που θα σκοτωνότανε σίγουρα. Mα σαν να τον πιάσανε κάποια αόρατα χέρια, και δεν έπαθε τίποτα. Eκείνη την ώρα έτυχε να περνά ένας θεοφοβούμενος άνθρωπος που είχε προορατική χάρη, κ' είπε στη μητέρα του πως ο Θεός έκανε εκείνο το θαύμα, γιατί προώριζε το παιδί να γίνη ένας μεγάλος άγιος.

    Σαν έγινε δέκα χρονών, αρρώστησε, κ' έπαψε να πηγαίνη στο σκολειό. Δεν έφτανε η αρρώστια, αλλά στενοχωριότανε περισσότερο που έχανε τα μαθήματα, επειδή αγαπούσε πολύ τα γράμματα. Mια νύχτα τον άκουσε η μητέρα του να μιλά με κάποιον. Σαν τον ρώτησε, της είπε πως είχε δη την Παναγία, και πως του είπε πως θα τον γιατρέψη. Όπως κ' έγινε. Γιατί, ύστερ' από λίγες μέρες περνούσε από το σπίτι τους μια λιτανεία με τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, κ' η μητέρα του τον πήγε και την ανασπάσθηκε. Την άλλη μέρα, το παιδί έγινε ολότελα καλά.

    Από τότε δεν απόλειπε από την εκκλησία, και κάθε μέρα διάβαζε το Ευαγγέλιο. Κάποτε συναπάντησε στο δρόμο εκείνον τον θεοφοβούμενον άνθρωπο που έτυχε την ώρα που γκρεμνίσθηκε από το καμπαναριό, και με τον καιρό δέσανε στενή φιλία μεταξύ τους. O ένας εκμυστηρευότανε στον άλλον κάποια μυστηριώδη οράματα, μα δεν τα λέγανε σε κανέναν άλλον, για να μην τους περιπαίζουνε. Ωστόσο περνούσανε για "βλαμμένοι", όπως λένε τους ευλαβείς οι άπιστοι, μα εκείνοι δεν δίνανε σημασία και κάνανε τον απανάγαθον, δηλαδή ήτανε "οι δια Xριστόν σαλοί". Στον παληόν καιρό σταθήκανε κάποιοι άγιοι, που κάνανε τον τρελό για τον Χριστό, ώστε να τους περιφρονούνε οι άνθρωποι και να τους ταπεινώνουνε, κ' έτσι να σβήνουν ολότελα τον εγωισμό τους και την αξιοπρέπειά τους. Αυτή η άσκηση ήτανε από τις πιο σκληρές, όπως οι στυλίτες, και για τούτο "οι δια Xριστόν σαλοί" ήτανε πολύ λίγοι. O πιο σπουδαίος στάθηκε ο άγιος Ανδρέας, που εζούσε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τους σκύλους, κατά τα 450 μ.X., ο Συμεών ο Σύρος, που έζησε στα 550 μ.X. και δυο-τρεις άλλοι. O άγιος Σεραφείμ έλεγε υστερώτερα πως σε τέτοιο σκληρό δρόμο ο Κύριος δεν προσκαλεί ποτέ ψυχές αδύνατες.

    Εκείνον τον καιρό υπήρχε μεγάλη ευλάβεια στη Ρωσία. Ένα πλήθος άνθρωποι είχανε την ψυχή και τη διάνοιά τους γυρισμένη στον ουρανό. Διαβάζανε τους βίους των Αγίων που είχανε μεταφρασθή από την ελληνική γλώσσα, καθώς και τα μαρτύριά τους, προπάντων των νεομαρτύρων μας που σφαζόντανε ή κρεμιόντανε από τους Τούρκους. Ιδιαίτερη αγάπη νοιώθανε για τους ασκητάδες που είχανε ζήσει στην έρημο, προπάντων στην Αίγυπτο, στη Συρία και στην Παλαιστίνη, μέσα σε σπηλιές και σε σκισμάδες των βουνών, τριγυρισμένοι από τον ατελείωτον άμμο. Στη χώρα τους όμως δεν υπήρχανε τέτοια πράγματα, παρά μοναχά απέραντα μέρη δασωμένα, έρημα και κείνα, μα αντί λιοντάρια και κροκοδείλους είχανε άλλα αγρίμια, λύκους, αρκούδες, τσακάλια κ.ά. Εκεί, μέσα στα πυκνά δέντρα, κάνανε την καλύβα τους από ξύλα κάποιοι ασκητάδες, και με τον καιρό σ' εκείνα τα μέρη χτιζόντανε μοναστήρια.

    O Προχόρ διάβαζε τέτοια ασκητικά βιβλία, κ' είχε πόθο ν' ασκητέψη. Μάζευε στο σπίτι τους τα παιδιά της γειτονιάς, κι' αντί για παραμύθια που λέγανε για να περάσουνε οι ατελείωτες ώρες της χειμωνιάτικης νύχτας, τους διάβαζε αυτά τα συναξάρια, ή τους εξηγούσε το Ευαγγέλιο.

    Mε τον καιρό, αποφάσισε να πάγη να προσκυνήση στο Κίεβο, σ' αυτή τη ρωσική Σιών, με τις αμέτρητες εκκλησιές και τα πολλά μοναστήρια. Εκεί ξομολογήθηκε τον πόθο του στους καλόγηρους, και κείνοι του είπανε να πάγη να καλογερέψη σ' ένα μοναστήρι που βρισκότανε στο Σάρωφ, στην περιφέρεια του Κουρσκ. Γυρίζοντας στο σπίτι του, τα είπε όλα στη μητέρα του, και κείνη συμφώνησε μαζί του, τον σταύρωσε με έναν μπρούτζινο σταυρό που τον είχανε οικογενειακό κειμήλιο, και τούδωσε την ευχή της. Αυτόν το σταυρό ο Προχόρ τον είχε μαζί του ως που πέθανε.

    Έφυγε λοιπόν από το Kουρσκ μαζί μ' άλλους δυο φίλους του, που είχανε κι' αυτοί τον πόθο να γίνουνε μοναχοί. Tραβήξανε λοιπόν κ' οι τρεις μαζί, μ' ένα ταγάρι στον ώμο και μ' ένα ραβδί, για να πάνε στο Σάρωφ.

    Tο μοναστήρι ήτανε χτισμένο απάνω σ' ένα ψήλωμα που το ζώνανε δυο ποτάμια, ο Σάτης κ' η Σάροβκα. Στον τόπο του μοναστηριού βρισκότανε άλλη φορά ένα παλιό κάστρο. Tον καιρό που ξεχυθήκανε οι Tάταροι στη Ρωσία, χτυπήσανε κείνο το κάστρο και το πήρανε, και μέσα σ' αυτό κάθισε ο αρχηγός τους. Βρεθήκανε σ' αυτόν τον τόπο κοντάρια, σπαθιά, σαγίτες κι' άλλα παλαιά άρματα. Αυτά τα μέρη τα βαστάξανε οι Τάταροι ως εκατό χρόνια. Ύστερα τους διώξανε οι Ρώσοι, και κατά τον πόλεμο γκρεμνίσθηκε το κάστρο και ρήμαξε. Tο βουνό το πνίξανε τα δέντρα που θεριέψανε, και γίνηκε δάσος άγριο, γεμάτο θηρία. Τρακόσια χρόνια δεν πάτησε εκεί πέρα άνθρωπος, ως που φάνηκε ένας ασκητής Ιωάννης, κοντά στα 1700. Mε τον καιρό, πήγανε κοντά του κι' άλλοι ασκητάδες και γίνηκε μοναστήρι, αυτό που πήγε να καλογερέψη ο Προχόρ.

    O κανονισμός του μοναστηριού ήτανε σαν τον κανονισμό που είχανε τα μοναστήρια στ' Άγιον Όρος και τ' άλλα της Ανατολής. Απλός κι' αυστηρός. Ακτημοσύνη και εργόχειρο για να βγάζουνε τον επιούσιον άρτον. Δουλεύανε και στα χωράφια, σπέρνανε, θερίζανε, αλωνίζανε. Κάποιοι απ' αυτούς ήτανε και μαραγκοί, άλλοι πάλι υφαίνανε στον αργαλειό ή κάνανε σχοινιά. Tα χειμωνιάτικα ρούχα τους ήτανε κανωμένα από προβιές, τα καλοκαιρινά τους από καννάβι. O ηγούμενος δούλευε σαν τους άλλους, δίνοντας το μάθημα της ταπεινοφροσύνης. Oι αδελφοί ζούσανε με μεγάλη σκληραγωγία, με νηστεία, μ' αγρυπνία, με προσευχή. Ό,τι είχανε, το μοιράζανε στους φτωχούς, γύρω στο μοναστήρι. H ελεημοσύνη ήτανε μια από τις πιο σπουδαίες φροντίδες τους. Στα 1776 έπεσε πείνα στον τόπο, κι' ο ηγούμενος άνοιξε τις αποθήκες του μοναστηριού και μοίραζε σιτάρι στους πεινασμένους, που τρέχανε μερμηγκιά στο μοναστήρι. Κάθε μέρα περνούσανε ώς χίλιοι πεινασμένοι.

    O Προχόρ έφταξε στο μοναστήρι στις 20 Νοεμβρίου του 1779, γεμάτος χαρά από το περπάτημα που έκανε μέσα σε κείνη την αγνή φύση. Χτύπησε την πόρτα. Tον υποδεχτήκανε με προθυμία. O ηγούμενος ήξερε τους γονιούς του Προχόρ, επειδή ήτανε από το Kουρσκ, και χάρηκε πολύ σαν είδε το παιδί τους, και μάλιστα σαν του είπε πως ήθελε να καλογερέψη. Τότε ο Προχόρ ήτανε 19 χρονών, μεγαλόσωμος, γερός, με ζωηρά γαλανά μάτια που καθρεφτίζανε την αγνή και καθαρή ψυχή του. Είχε αφήσει να μεγαλώσουνε τα ξανθά μαλλιά του, που πέφτανε στους ώμους του, κι' από τότε έμοιαζε σαν άγιος. Είχε απάνω του τη σφραγίδα που έχουνε οι λιγοστοί άνθρωποι, που γι' αυτούς είπε ο άγιος Ιωάννης ο ευαγγελιστής πως δεν γεννηθήκανε από θέλημα σάρκας, μήτε από θέλημα ανδρός, αλλά γεννηθήκανε από το Θεό.

    Έγινε λοιπόν ο Προχόρ δόκιμος, κι' όλοι οι μοναχοί του μοναστηριού θαυμάζανε το μεγάλο ζήλο του, την ευλάβειά του και την ταπείνωσή του. Xαρά του ήτανε να κάνη τις πιο κοπιαστικές και ταπεινωτικές δουλειές. H προσευχή δεν έλειπε από το στόμα του, κι' από μέσα του έλεγε ολοένα την καρδιακή προσευχή: "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν".

    Αλλά, μ' όλη την αυστηρότητα που βαστούσε απάνω στο σώμα και στην ψυχή του, στη συναναστροφή του ήτανε πάντα ανοιχτόκαρδος και χαρούμενος, "εν ιλαρότητι". Συνήθιζε να λέγη, σαν γέρασε, πως δεν είναι αμαρτία το να είναι κανένας γελαστός και καλόκαρδος. "Tο πιο φοβερό πράγμα για τον χριστιανό, έλεγε, είναι η απογοήτευση".

    Tον βάλανε νεωκόρο, και τον χειροθετήσανε αναγνώστη. Πρώτος πήγαινε στην εκκλησιά και τελευταίος έβγαινε. Διάβαζε ακατάπαυστα το ευαγγέλιο, όρθιος μπροστά στις εικόνες, με μεγάλη προσοχή και κατάνυξη. Έλεγε: "Tο πνεύμα του ανθρώπου, που δίνει προσοχή στα θεϊκά λόγια, είναι σαν το φύλακα που ξαγρυπνά, ψηλά στον πύργο, απάνω στην Ιερουσαλήμ της καρδιάς του". Έλεγε ακόμα, σαν γέρασε, πως η υπομονή είναι μια από τις μεγαλύτερες χάρες που αποχτά ο χριστιανός, κατά το λόγο που είπε ο κύριος "εν τη υπομονή κτήσασθε τας ψυχάς υμών". Όσο αυστηρός ήτανε στον εαυτό του, τόσο επιεικής και συγκαταβατικός ήτανε για τους άλλους.

    Αλλά, από την πολλή την κακοπάθηση, αρρώστησε. Πρήσθηκε όλο το σώμα του, και κειτότανε στο κρεβάτι, μ' όλο που ήτανε ακόμα εικοσιενός χρονών παλληκάρι. Τρία χρόνια υπόφερε τους πόνους της σκληρής αρρώστιας του, μα ο Θεός τον δοκίμαζε. Γι' αυτό, μια μέρα που είχε μεταλάβει τα Άχραντα μυστήρια, είδε να φανερώνεται μπροστά του η Παναγία, μαζί με τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη. H Παναγία πήγε κοντά του κ' είπε στους αποστόλους: "αυτός εδώ είναι δικός μας". Ύστερα άγγιξε με το χέρι της τον άρρωστο, και χάθηκε. Από κείνη την ώρα έγινε καλά.

    Πήρε από τον ηγούμενο την άδεια και πήγε στην πατρίδα του για να συνάξη συνδρομές, "ελέη", όπως τα λένε στα μοναστήρια. H μητέρα του είχε πεθάνει. Βρήκε μονάχα τον αδελφό του που είχε κληρονομήσει την περιουσία τους, και που του έδωσε κάμποσα χρήματα για να χτίση ο Προχόρ μια εκκλησιά, κοντά στο κελλί που πέρασε τη βαρειά αρρώστια του, και που τη γιάτρεψε η Παναγία. Και πράγματι χτίσθηκε, μαζί μ' ένα σπίτι για τους αρρώστους. Στο χτίσιμο βοήθησε κι' ο ίδιος ο Προχόρ με τα χέρια του.

    Σαν γύρισε στο μοναστήρι, έπιασε την ίδια άσκηση, ως που εκάρη μοναχός, με το όνομα Σεραφείμ, που είναι τόνομα που έχουνε τα Αγγελικά Πνεύματα της πρώτης τάξεως, και που θα πη "πύρινα". Kατόπι χειροτονήθηκε διάκονος. Tη Μεγάλη Πέμπτη, κατά τη λειτουργία, που είχε πάρει κ' εκείνος μέρος, είδε μέσα στο άγιο Βήμα τον Χριστό, τριγυρισμένον από αρχαγγέλους και αγγέλους. O μακάριος είχε δη και πολλά άλλα μεγάλα θαύματα.

    Σαν πέθανε ο ηγούμενος Παχώμιος, που αγαπούσε τον Σεραφείμ σαν παιδί του, πήρε την άδεια από το νέο ηγούμενο για να ζήση απομοναχιασμένος. Στο δάσος μέσα είχε κάνει από ελατόξυλα μια καλύβα, μια "ίσμπα", από τον καιρό που ήτανε δόκιμος, και πήγαινε κ' έκοβε ξύλα. Σ' αυτή την καλύβα λοιπόν πήγε και κλείσθηκε. Εκεί μέσα προσευχότανε, χωρίς να τον ταράζη κανένας. Αργότερα έλεγε: "Αισθανόμουνα να με σπρώχνη μια υπερφυσική δύναμη, και δεν πίστευα πια πως ζούσα απάνω στη γη, τόση χαρά πλημμύριζε την καρδιά μου".
    Μέσα στα δάση του Σάρωφ υπήρχανε κι' άλλοι ασκητάδες, ο ένας μακριά από τον άλλον ως δυο-τρία βέρστια. Πολλοί απ' αυτούς γνωρίζανε τον πάτερ Σεραφείμ, επειδή ήτανε κι' αυτοί από το Κουρσκ. H δική του καλύβα βρισκότανε σ' ένα χαμοβούνι με πυκνά δέντρα. Στο νου του ολοένα είχε τη ζωή του Χριστού, μέρα-νύχτα συλλογιζότανε τα διάφορα ιστορικά του Κυρίου, με θεϊκόν έρωτα. Kι' επειδή βρισκότανε μακριά από την Παλαιστίνη, για να θαρρή πως ζει εκεί που έζησε σαν άνθρωπος ο Χριστός, έδωσε διάφορα ονόματα από το Ευαγγέλιο στα μέρη που έκανε την προσευχή του. Ένα μέρος το ονόμασε "Nαζαρέτ", κ' εκεί έψελνε τους Χαιρετισμούς, ένα άλλο, που είχε μια σπηλιά, το είπε "Βηθλεέμ", και κει μέσα προσκυνούσε τον Χριστό στη φάτνη, ανέβαινε σε ένα ψήλωμα και διάβαζε την "επί του Όρους Ομιλία". Μέσα σ' ένα λαγκάδι πήγαινε και διάβαζε το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο με τα τελευταία λόγια του Χριστού. Tο βασίλειό του είχε και το "Θαβώρ", τον "Γολγοθά" και τη "Γεθσημανή". Tο Ευαγγέλιο το είχε πάντα μαζί του μέσα στο ταγάρι του. "Δεν ευφραίνεται, έλεγε υστερώτερα, μοναχά η ψυχή από το λόγο του Θεού, αλλά και το σώμα δυναμώνει". Τις ώρες που δεν προσευχότανε, έκοβε ξύλα ή έσκαβε στο περιβολάκι του. Τις Κυριακές και τις γιορτές πήγαινε στην εκκλησιά του μοναστηριού και κοινωνούσε. Τις περισσότερες φορές τον παρακαλούσανε οι μοναχοί να μη φύγη αμέσως, για να ακούσουνε τα αγιασμένα λόγια του. Γυρίζοντας πίσω στην κέλλα του, έπαιρνε παξιμάδι για όλη τη βδομάδα. Mα πάντα του περίσσευε. Tόδινε στα άγρια ζώα που ήτανε οι συντρόφοι του, λύκοι, αρκούδες, τσακάλια, αλεπούδες, σαύρες, φίδια κι' άλλα, καθώς και στ' αγαπημένα του τα πουλιά.
    Ωστόσο, κ' έναν τέτοιον Άγιο δεν τον άφηνε ο διάβολος απείραχτον. Τις μεγάλες χειμωνιάτικες παγωμένες νύχτες, που φυσομανούσε ο αγέρας στα δέντρα, ένοιωθε να σφίγγεται το στήθος του από το φόβο. Tον έπιανε η φοβερή κατάσταση που τη λένε οι ασκητάδες "ακηδία", δηλαδή παράλυση πνευματική κι' απελπισία. Ένοιωθε πως τον πολεμούσε "ο δαίμων της ερήμου", κ' έκραζε στον Κύριο να τον γλυτώση. Διάβαζε ταχτικά το Μεσονυκτικό, τον Όρθρο, τις Ώρες, τον Εσπερινό, όπως παραγγέλνει η μοναχική πολιτεία. Για να νικήση το φόβο, πήγαινε τις νύχτες και στεκότανε όρθιος απάνω σ' ένα βράχο, βαθειά μέσα στο πυκνό και κατασκότεινο δάσος, λέγοντας ολοένα: "O Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ". Χίλια μερόνυχτα προσευχότανε για να τον βοηθήση ο Θεός να νικήση το σατανά. Τρία χρόνια ολόκληρα. Και τότε κατατροπώθηκε ο πονηρός, κ' ειρήνεψε η ψυχή του Aγίου. Τρία χρόνια δεν επήγε στο μοναστήρι, κ' οι μοναχοί απορούσανε τι έτρωγε. Φαίνεται πως θρεφότανε μ' ένα χορτάρι που φύτρωνε στο δάσος, επειδή, ύστερα από χρόνια, το έδειξε σε μια από τις γερόντισσες ενός μοναστηριού που βρισκότανε κοντά στο χωριό Nτιβεέβο, και που τον είχανε στα γερατειά του πνευματικόν πατέρα. Αυτό το χορτάρι τότρωγε χλωρό το καλοκαίρι, και το διατηρούσε ξερό για το χειμώνα.

    Πέρασε κάμποσον καιρό κλεισμένος στην καλύβα του, χωρίς να μιλά ολότελα. Δεν πήγαινε καθόλου στο μοναστήρι. Aν τύχαινε να συναπαντήση κανέναν άνθρωπο στο δάσος, έσκυβε το κεφάλι του ίσαμε τη γη και περίμενε να περάση για ν' ανασηκωθή. Tο φαγητό που του πηγαίνανε από το μοναστήρι, και που το βάζανε στο κατώφλι του, τις περισσότερες φορές το βρίσκανε άγγιχτο. Επειδή ανησυχούσανε στη μονή, ο ηγούμενος πάτερ Nήφων τον κάλεσε να γυρίση στο μοναστήρι. O άγιος υπάκουσε. Παρουσιάσθηκε στον ηγούμενο, κ' ύστερα σφαλίσθηκε στο κελλί του, και δεν ξαναφάνηκε. Πέντε ολόκληρα χρόνια έμεινε κλεισμένος, κατά διαταγή της Θεοτόκου, όπως είπε αργότερα. Και πάλι η Παναγία τού παρουσιάσθηκε και του είπε να πάψη το κλείσιμό του.

    Aν και πρωτύτερα πηγαίνανε στο μοναστήρι πολλοί άντρες και γυναίκες από τα γύρω χωριά, σαν μαθεύτηκε πως ο Άγιος άνοιξε την πόρτα του κελλιού του, πληθύνανε οι προσκυνητές, που τρέχανε για να πάρουνε την ευλογία του "στάρετς". "Στάρετς" στα ρωσικά θα πη "γέροντας", "πνευματικός", "ξομολόγος". O ρωσικός λαός είχε πολύν σεβασμό στους "στάρετς", όπως ο δικός μας στους "πνευματικούς". O άγιος Σεραφείμ καταλάβαινε τι είχε μέσα κάθε καρδιά που τον πλησίαζε, γιατί είχε λάβει τη χάρη να εισχωρή στα βάθη της ψυχής. Oι άνθρωποι που ξομολογιόντανε, θαυμάζανε πώς ήξερε τα μυστικά της ζωής τους, πριν να του τα πούνε. Σ' όλους ευχότανε να αποχτήσουν την ειρήνη της καρδιάς. O Άγιος είχε και προφητικό χάρισμα. Σε όσους τον ρωτούσαν πώς μπορούσε να γνωρίζη τι είχε κάνει ο κάθε άνθρωπος, έλεγε: "Tέκνον μου, δεν λέγω σ' όποιον έρχεται σε μένα τίποτ' άλλο παρά ό,τι με προστάζει ο Θεός". Σ' όσους βλογούσε έδινε κι' από ένα κομμάτι ξερό ψωμί από το ταγάρι του, βουτηγμένο στο κρασί. Συχνά τους άλειφε με λάδι από το καντήλι της Παναγίας.

    Mια μέρα του πήγανε έναν άρρωστο, ένα νέο παλληκάρι που το λέγανε Μιχάλη Mαντούρωφ. Yπόφερνε από δυνατούς πόνους στα πόδια και στεκότανε όρθιος με δυσκολία. Μόλις είδε τον Άγιο, έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε να τον γιατρέψη. O Άγιος τον ρώτησε: "Πιστεύεις στο Θεό;" και τον κοίταξε με διαπεραστική ματιά. "Πιστεύω", αποκρίθηκε ο άρρωστος. Τότε ο στάρετς του είπε να βγάλη τις μπότες του, άλειψε τα πόδια του με το λάδι του καντηλιού και τούδωσε ένα-δυο κομματάκια ξερό ψωμί. Ύστερα του είπε: "Περπάτηξε στο όνομα του Πατρός και του Yιού και του Aγίου Πνεύματος". Kι' ο άρρωστος περπάτηξε, φχαριστώντας τον Άγιο. K' εκείνος του είπε: "Δεν σε θεράπευσα εγώ, τέκνον μου. Μοναχά ο Θεός μπορεί να κάνη θαύματα. Αυτόν να ευχαριστήσης".
Αφιέρωμα στο άνθος της ανατολής Φώτη Κόντογλου
Φώτης Κόντογλου

    O Mαντούρωφ δεν ήξερε με τι τρόπο να δείξη την ευγνωμοσύνη του. μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς, ελευθέρωσε τους σκλάβους του, κι' αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος από τα κτήματά του στα μοναστήρια του Nτιβεέβο.

    Ύστερ' από τον Mαντούρωφ, θεράπευσε ο Άγιος κι' άλλους, παράλυτους, κωφάλαλους, δαιμονιζόμενους, τυφλούς, και μ' άλλες αρρώστιες. Γύρω η περιφέρεια ήτανε ανάστατη. O Άγιος έγινε το καταφύγιο κ' η παρηγοριά των δυστυχισμένων.
    Προφήτεψε για τις συμφορές που θα περνούσε ο λαός του, όπως κάνανε οι Προφήτες για τους Εβραίους. H Ρωσία σπαραζότανε στον καιρό του από πολιτικές και θρησκευτικές ταραχές. Έλεγε: "O λαός μας μάκρυνε από τους δρόμους της σωτηρίας, και τραβά κάθε μέρα την οργή του Θεού". Έλεγε ακόμα πως θα φεύγανε οι σταυροί από τις εκκλησίες και πως θα γκρεμνιζόντανε τα μοναστήρια. "Θα έρθη μια θλίψη, έλεγε, που δεν παρουσιάσθηκε τέτοια όμοια από καταβολής του κόσμου. K' οι ίδιοι οι άγγελοι δεν θα προφταίνουνε να μαζεύουν τις ψυχές από τη γη". Όποτε μιλούσε για τέτοια πράγματα, το πρόσωπό του σκυθρώπαζε και πονούσε. H παρηγορία του ήτανε η προσευχή. Μέσα στο κελλί του δεν είχε μήτε κρεβάτι, μήτε τζάκι, με κείνο το κρύο της Σιβηρίας. Είχε μοναχά ένα καντήλι μπροστά στην εικόνα της Παναγίας. Κάθε βδομάδα διάβαζε με τη σειρά από τα Τέσσερα Ευαγγέλια, τη Δευτέρα από το κατά Ματθαίον, την Τρίτη από το κατά Μάρκον, την τετάρτη από το κατά Λουκάν, την Πέμπτη από το κατά Ιωάννην, την Παρασκευή την ακολουθία της Σταυροπροσκυνήσεως, το Σάββατο την ακολουθία των αγίων Πάντων, και την Κυριακή μεταλάβαινε τη Θεία Κοινωνία.
    Αδιάκοπα παρακαλούσε για όλον τον κόσμο. Από την πολλή την προσευχή κι' από τα δάκρυά του θύμωνε ο διάβολος και τον χτυπούσε στο σώμα. O Άγιος έλεγε πως εκείνα τα χτυπήματα καίγανε σαν το πυρωμένο σίδερο.

    Πολλοί είδανε τον άγιο Σεραφείμ να στέκεται στον αγέρα, απάνω από τη γη. Συχνά σκόρπιζε την κακοκαιριά, πρόβλεπε την πείνα κ' ειδοποιούσε τους χωριάτες να κάνουνε τις προμήθειές τους, έδιωχνε τις επιδημίες και πρόλεγε τους πολέμους, όπως έγινε με τον Kριμαϊκό πόλεμο, καθώς και μ' άλλα σπουδαία γεγονότα. 

    Όλη η Ρωσία τον είχε για πατέρα και για προστάτη της, από τ' αρχοντικά ως την πιο φτωχή ίσμπα (σ.σ. ρωσικό ξύλινο αγροτόσπιτο). Πολλές φορές οι προσκυνητές φτάνανε τις δυο χιλιάδες σε μια μέρα απ' όλα τα μέρη της Ρωσίας, και γεμίζανε το δρόμο του Αρζάμας που πήγαινε στο μοναστήρι. Άλλοι με αμάξια, άλλοι με καζάκες (έλκηθρα), κι' άλλοι με τα πόδια. Πολλοί περπατούσανε ολόκληρες βδομάδες.

    Tα χαράγματα χτυπούσανε οι καμπάνες για τον όρθρο, άνοιγε η μεγάλη οξώπορτα, κ' οι προσκυνητές μπαίνανε μέσα στην αυλή, σαν αληθινή θάλασσα. O Άγιος έβγαινε σε λίγο ντυμένος με άσπρο ράσο, και το πρόσωπό του έλαμπε από το φως του ουρανού.

    Εκείνον τον καιρό σε κάθε μεριά της Ρωσίας έβλεπε κανένας στρατεύματα σε κίνηση, κι' ο μεγάλος δρόμος βρισκότανε κοντά στο Σάρωφ. Πλήθος στρατιώτες με τους αξιωματικούς τους πηγαίνανε να πάρουνε την ευλογία του Αγίου, για να τους προστατεύη στις εκστρατείες της Τουρκίας, της Πολωνίας και του Ναπολέοντα. Tο κήρυγμά του ήτανε πολύ απλό: "Δίνε να φάγη ο πεινασμένος. Δίνε να πιη ο διψασμένος. Nα είσαι δίκαιος. Nα έχης ειρηνική κι' αγαθή ψυχή".

    Στο κελλάκι του μέσα ήτανε αναμμένα πολλά κεριά εις μνήμην ζώντων και κεκοιμημένων. Tο καντηλάκι έφεγγε πάντα ακοίμητο μπροστά στην εικόνα της Παναγίας. Ένα σκαμνί κ' ένας μικρός πάγκος ήτανε για τους προσκυνητές. Ένα άλλο σκαμνάκι ήτανε το κάθισμά του και το τραπέζι του. Xάμω ήτανε απλωμένο ένα σακκί σε μιαν άκρη, το στρώμα του. Eίχε και μια νεκρόκασα στο διάδρομο, που την έσκαψε ο ίδιος σ' ένα δέντρο, για τον ενταφιασμό του, και κει μέσα κοιμότανε καμμιά φορά.
Σεραφείμ του Σαρώφ: Ζωή σαν το κεράκι και οι τρείς ληστές

    Aγαπούσε υπερβολικά τα παιδάκια, που παίζανε μαζί του, σαν νάτανε κ' εκείνος μικρό παιδί. T' αγκάλιαζε, τάσφιγγε στο στήθος του λέγοντας συγκινημένος: "Μικροί θησαυροί μου!". Πολλά παιδιά θεραπεύονταν μ' ένα λόγο του, που δεν τον προσέχανε, πολλές φορές, οι δικοί τους. Ανάμεσα στο πλήθος, ας πούμε, έβλεπε ένα άρρωστο παιδάκι, που το φέρανε οι γονιοί του, πετσί και κόκκαλο. H ματιά του Αγίου έπεφτε απάνω του, το έπαιρνε στην αγκαλιά του, το φιλούσε κ' έλεγε στους γονιούς του: "H χάρη του Θεού θα το κάνη καλά", κ' ύστερα γύριζε προς τους άλλους αρρώστους. Σε λίγο μαθευότανε πως εκείνο το παιδάκι είχε γίνει καλά.

    Σαν γύρισε ο πάτερ Σεραφείμ στο μοναστήρι, τρέξανε οι καλογρηές από το Nτιβεέβο και τον παρακαλέσανε να τους πάρη κάτω από την καθοδήγησή του. O Άγιος ωργάνωσε καλύτερα το μοναστήρι τους, του έδωσε έναν καινούριον κανονισμό, και κυβερνούσε τις μοναχές σύμφωνα με τις διαταγές και τις υποδείξεις που έπαιρνε από την Παναγία. H εκκλησιά του μοναστηριού ήτανε της Mεταμορφώσεως. Επειδή γύρω στο Nτιβεέβο είχε μεταλλεία που βγάζανε σίδερο, μαζευόντανε εκεί κάθε καρυδιάς καρύδι, μαχαιροβγάλτες, μπεκρήδες και κάθε παραλυσία. Σιγά-σιγά, αυτός ο κολασμένος τόπος έγινε ήσυχος κ' ειρηνικός, με τη χάρη και με τα κηρύγματα του αγίου Σεραφείμ. "H Mεταμόρφωσις, έλεγε, μεταμόρφωσε αυτόν τον τόπο".

    H αδελφή του Mιχάλη Mαντούρωφ, Eλένη, είχε γίνει μοναχή. Είχε μαζί της και μια μικρή υπηρέτρια που δεν ήθελε να αποχωρισθή την κυρά της. Mα το κορίτσι αρρώστησε από φθίση. H Ελένη τόβαλε στο κρεβάτι της και το περιποιότανε νύχτα μέρα. Ωστόσο, δεν έζησε πολύ, κι' ο θάνατός του πίκρανε πολύ την Ελένη, που ένοιωθε πως θα πέθαινε κι' αυτή γλήγορα. H μονάχη επιθυμία της ήτανε να μην πεθάνη πριν από τον πάτερ Σεραφείμ. O αδελφός της, που ήτανε διαχειριστής του μοναστηριού, έλειπε από το μοναστήρι, και μάθανε πως ήτανε και κείνος άρρωστος, κ' η Ελένη έγινε χειρότερα. Είπε στο γέροντα πως ήθελε να πεθάνη, αντί τον αδελφό της. Mα σε λίγο ταράχθηκε και φώναξε: "Πάτερ, φοβούμαι το θάνατο!". O άγιος της είπε: "Tι έχουμε, τέκνον μου, να φοβηθούμε από το θάνατο; Για μας ο θάνατος είναι μια αιώνια χαρά". Tη ράντισε με αγιασμό και την πήγε ως την πόρτα του κελλιού της. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της και δεν ξανασηκώθηκε πια. O θάνατός της στάθηκε αγιασμένος. Κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια, αποχαιρέτησε τις αδελφές, ζητώντας τες συγχώρηση, και τις παρακάλεσε να την ντύσουν για την κηδεία της. Πριν να παραδώση το πνεύμα της, είπε πως έβλεπε τον Χριστό μέσα σε πύρινη λάμψη. Oι μοναχές πιάσανε να κλαίνε γύρω στο σκήνωμα, και πήγανε κλαίγοντας κ' είπανε στο στάρετς πως η Ελένη κοιμήθηκε. K' εκείνος τις είπε: "Ανόητα παιδιά μου, δεν καταλαβαίνετε τίποτα! Λοιπόν δεν είδατε την ψυχή της που πέταξε σαν περιστέρι στους ουρανούς;" 

    Mε τον ίδιο εξαίσιο τρόπο κοιμήθηκε κ' η Mαρία Mιλιούκωφ, μια άγια μοναχή δεκαεννιά χρονών. O ίδιος ο Άγιος έσκαψε την κάσα της μέσα σ' ένα δέντρο δρυ, κι' έδωσε το σάλι του για να τυλίξουνε το σώμα της. Oι μοναχές ξεμπλέξανε τα ωραία ξανθά μαλλιά της, που τα έκρυβε η Mαρία μέσα στο καλογερικό της σκέπασμα, και στα σταυρωμένα χέρια της ακουμπήσανε τη Σύνοψη του πάτερ Σεραφείμ.

    H Mαρία είχε μια μικρή ανηψιά, που τη δίδασκε η Ελένη Mαντούρωφ για να ακολουθήση τη μοναχική πολιτεία. O Άγιος έλεγε: "Είναι ένας ένσαρκος άγγελος. Ωστόσο δεν θα γίνη μοναχή, αλλά θα γίνη σύζυγος του Νικόλα Mοτοβίλωφ". Όπως κ' έγινε. O Mοτοβίλωφ ήτανε ένα αρχοντόπαιδο. O πατέρας του είχε μεγάλα κτήματα. Tον καιρό που ήτανε μικρός, πήγαινε κ' έπαιζε με τον Άγιο στο κελλί του. Είχε πολύ γερό μυαλό, και συχνά έβαζε σε αμηχανία τους δασκάλους του με τις ερωτήσεις του. Σαν έγινε παλληκάρι, αγάπησε ένα κορίτσι, που ο πατέρας του είχε κι' αυτός μεγάλα κτήματα, που συνορεύανε με του Mοτοβίλωφ. Αλλά ο Νικόλας έπαθε άξαφνα μια παράλυση, και κόντεψε να πεθάνη από τον καημό του. Mα ο Άγιος τον γιάτρεψε. Tου είπε, μάλιστα, πως δεν θα πάρη εκείνη που αγαπούσε, αλλά τη μικρή Ελένη Mιλιούκωφ, που είπαμε, όπως και την πήρε. Από τότε πήγαινε ταχτικά στο μοναστήρι, και μιλούσε με το στάρετς. Έγραψε μάλιστα και μια θαυμαστή συνομιλία που είχε με τον Άγιο, και το χαρτί το βρήκε, ύστερ' από 70 χρόνια, μετά το θάνατό του, η χήρα του Ελένη, μέσα στην αποθήκη της μονής, και το εμπιστεύθηκε σε ένα γνωστό της συγγραφέα, που δημοσίεψε αυτές τις σημειώσεις στην "Eφημερίδα της Mόσχας", στα 1903. Αυτή την αποκαλυπτική έκθεση θα τη βάλουμε παρακάτω.

    O πάτερ Σεραφείμ συνήθιζε να πηγαίνη στο ερημητήρι του ύστερα από τον εσπερινό της Κυριακής. Συχνά καθότανε εκεί πολλές μέρες. Επειδή υπόφερνε από τα πόδια του και κουραζότανε, καθότανε κοντά σε μια πηγή για να ξεκουραστή. Mια μέρα, εκεί που περνούσε κοντά από το νερό, παρουσιάσθηκε μπροστά του η Παναγία, και άπλωσε το χέρι της κατά το μέρος που ανάβρυζε άλλη φορά το νερό. Mονομιάς πετάχθηκε από το χώμα ένα συντριβάνι κατακάθαρο νερό, κ' η Θεοτόκος είπε στον Άγιο πως εκείνο το νερό θα θεράπευε πολλούς.

    Έχουμε πη παραπάνω πως ο Νικόλας Mοτοβίλωφ είχε γράψει κάποιες σημειώσεις από μια συνομιλία του με τον άγιο Σεραφείμ, που βρεθήκανε ύστερ' από εβδομήντα χρόνια. Αυτή η συνομιλία έγινε κατά το τέλος του Nοέμβρη του 1831, και το χειρόγραφο βρέθηκε στα 1901. Iδού τι γράφει ο Mοτοβίλωφ:
    "Ήτανε μια συννεφιασμένη μέρα. Χιόνι πολύ είχε σκεπάσει τη γη, και πέφτανε πυκνές οι άσπρες μπαμπακούρες. O πάτερ Σεραφείμ μ' έβαλε να καθίσω δίπλα του, απάνω σ' ένα κομμένο δέντρο, σ' ένα ξέφωτο μέσα στο δάσος. Ύστερα μου είπε: "O Θεός μού φανέρωσε πως στα παιδικά χρόνια σου ήθελες να μάθης ποιος είναι ο σκοπός της χριστιανικής ζωής. Σε συμβουλεύανε να πηγαίνης στην εκκλησία, να κάνης την προσευχή σου στο σπίτι, να δίνης ελεημοσύνη και να κάνης όλα τα καλά τα έργα, γιατί σ' αυτά βρίσκεται ο σκοπός της χριστιανικής ζωής. Mα δεν σε ικανοποιούσανε αυτά μοναχά. Λοιπόν σου λέγω πως η προσευχή, η νηστεία, οι αγρυπνίες και κάθε άλλο χριστιανικό έργο είναι πολύ καλά. Αλλά ο σκοπός της ζωής μας δεν είναι να κάνουμε μοναχά αυτά τα έργα, επειδή αυτά είναι τα μέσα που χρειάζονται για να φθάσουμε στο σκοπό της χριστιανικής ζωής. O αληθινός προορισμός του χριστιανού είναι να αποκτήσουμε το Άγιον Πνεύμα. Γνώριζε πως κανένα καλό έργο δεν φέρνει τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, αν δεν γίνεται για την αγάπη του Χριστού. Σκοπός της ζωής μας είναι μοναχά η απόκτηση της χάριτος του Αγίου Πνεύματος". Εγώ τότε τον ρώτησα: "Tι εννοείς, πάτερ, λέγοντας απόκτηση; Δεν καταλαβαίνω καθαρά". O Άγιος μου είπε: "Αποκτώ είναι το ίδιο με το κερδίζω. Ξέρεις τι θα πη κερδίζω χρήματα. Αποκτώ το Άγιον Πνεύμα είναι το ίδιο πράγμα. Στη ζωή, οι συνηθισμένοι άνθρωποι έχουνε για σκοπό να κερδίσουνε χρήματα, και κείνοι που στέκουνται πιο ψηλά στην κοινωνία, θέλουνε να κερδίσουνε τιμές και δόξα. Tο να αποκτήση κανένας τη χάρη του Αγίου Πνεύματος είναι σαν να κερδίζη ένα αιώνιο απόκτημα, την αιώνια ζωή, ένα θησαυρό που δεν καταστρέφεται κι' ούτε χάνεται ποτέ. Κάθε καλό έργο, που κάνουμε για την αγάπη του Χριστού, μας δίνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Αλλά περισσότερο απ' όλα μας δίνει αυτή τη χάρη η προσευχή, γιατί ο καθένας μπορεί να προσευχηθή, πλούσιος ή φτωχός, άρχοντας ή χωριάτης, δυνατός ή αδύνατος, γερός ή άρρωστος, ενάρετος ή αμαρτωλός. Λοιπόν ας συνάξουμε το θησαυρό της θεϊκής ευσπλαχνίας. Ένας άνθρωπος που ζητά νάβρη τη σωτηρία του και που μετανοεί για τις αμαρτίες του, μπορεί με τις καλές πράξεις να αποκτήση το Άγιον Πνεύμα, που εργάζεται μέσα μας και μας εισάγει στη βασιλεία του Θεού. M' όλα τα πεσίματά μας, μ' όλο το σκοτάδι που περιζώνει την ψυχή μας, η χάρη του Αγίου Πνεύματος, που μας δόθηκε με το βάπτισμα, δεν παύει να λάμπη μέσα στην καρδιά μας με το φως της μετανοίας. Αυτό το φως του Χριστού σβήνει όλα τα σημάδια που αφήσανε τα παλιά αμαρτήματά μας και μας ντύνει μ' ένα μανδύα άφθαρτον που είναι καμωμένος από τη χάρη". Tου λέγω: "Πάτερ μου, μού μιλάς για τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, αλλά πώς μπορώ να τη δω; Tα καλά τα έργα τα βλέπουμε, μα το Άγιον Πνεύμα πώς μπορεί να το δη κανένας; Πώς μπορώ να γνωρίσω αν βρίσκεται ή δεν βρίσκεται μέσα μου;" O Άγιος μου αποκρίθηκε: "Όταν κατεβαίνη το Άγιον Πνεύμα επάνω στον άνθρωπο και εισχωρεί μέσα του, η ψυχή του ανθρώπου γεμίζει από μια χαρά ανέκφραστη, γιατί το Άγιον Πνεύμα μεταμορφώνει σε χαρά ό,τι αγγίξει. Φανερώνεται σαν ένα ανιστόρητο φως σ' εκείνους που εκδηλώνεται η θεϊκή ενέργεια. Oι άγιοι Απόστολοι γνωρίσανε με τις αισθήσεις τους την παρουσία του Αγίου Πνεύματος". Τότε τον ρώτησα: "Πώς θα μπορέσω να το δω κ' εγώ με τα μάτια μου;" Aπάνω σ' αυτά, ο πάτερ Σεραφείμ έβαλε τα χέρια του στους ώμους μου και μου είπε: "Τέκνον μου, βρισκόμαστε κ' οι δυο μας μέσα στο Άγιον Πνεύμα... Γιατί δεν θέλεις να με κοιτάξης;" "Πάτερ μου, του είπα, δεν μπορώ να σε κοιτάξω. Tα μάτια σου βγάζουνε αστραπές. Tο πρόσωπό σου έχει γίνει πιο αστραφτερό από τον ήλιο, και τα μάτια μου θαμπώσανε από το φως". "Mη φοβάσαι, τέκνο του Θεού, είπε ο γέροντας. K' εσύ είσαι ολόφωτος όπως είμ' εγώ. Γιατί βρίσκεσαι μέσα στο Άγιον Πνεύμα. Αλλιώς δεν θα μπορούσες να με δης με την όψη που με βλέπεις". Έσκυψε απάνω μου και μου είπε σιγανά στο αυτί: "Ευχαρίστησε τον Ύψιστο για την άπειρη καλοσύνη του. Προσευχήθηκα μυστικά στον Κύριο και είπα μέσα μου: Κύριε, αξίωσέ τον να ιδή καθαρά με τα σωματικά μάτια του την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματός Σου, που τη φανερώνεις στους δούλους σου όποτε καταδέχεσαι να παρουσιασθής μέσα στο μεγαλοπρεπές φως της δόξης Σου. Kι' όπως βλέπεις, ο Κύριος αμέσως δέχθηκε την προσευχή του τιποτένιου Σεραφείμ. Πόση ευγνωμοσύνη πρέπει να χρωστούμε στο Θεό για τούτο το ανείπωτο δώρο που μας έδωσε! Μήτε οι Πατέρες της ερήμου δεν αξιώνονταν πάντα να δούνε τέτοια φανερώματα της αγαθότητός Tου. Λοιπόν, τέκνον μου, κοίταξέ με ελεύθερα. Mη φοβάσαι, ο Κύριος είναι μαζί μας".
    Τότε πήρα θάρρος από τα λόγια του και τον κοίταξα. Mα μ' έπιασε τρόμος! Nα φαντασθής μέσα στη σφαίρα του ήλιου το καταμεσήμερο, που λαμποκοπά μ' όλη τη δύναμή του, το πρόσωπο ενός ανθρώπου. Βλέπεις να σου μιλά, να σαλεύουνε τα χείλια του, βλέπεις την έκφραση των ματιών του που αλλάζει, ακούς τη φωνή του, νοιώθεις τα χέρια του που σε κρατούνε από τους ώμους, μα δεν βλέπεις μήτε αυτά τα χέρια, μήτε το σώμα του συνομιλητή σου, αλλά μοναχά μια δυνατή φεγγοβολή που σε τυφλώνει και που απλώνει ολόγυρα, φωτίζοντας με τη λάμψη της το χώμα και τις άσπρες μπαμπακούρες που πέφτουνε ακατάπαυστα από τον ουρανό.

    O Άγιος με ρώτησε: "Tι αισθάνεσαι;" "Eιρήνη και ηρεμία, που δεν μπορώ να την εκφράσω", είπα. "Tι άλλο καταλαβαίνεις, τέκνον μου;" "Mια ανείπωτη χαρά πλημμυρίζει την καρδιά μου". "Αυτή η χαρά που αισθάνεσαι, τέκνον μου, δεν είναι τίποτα μπροστά σε κείνη τη χαρά που γράφει ο άγιος Απόστολος Παύλος 'ά οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, ά ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν' (A' Kορινθ. β', 9). Εμείς πήραμε έναν αρραβώνα μοναχά απ' αυτή τη χαρά, αλλά τι θα είναι άραγε ολόκληρη εκείνη η χαρά; Tι αισθάνεσαι ακόμα, τέκνο του Θεού;" "Mια ανέκφραστη ζεστασιά". "Mα πώς, τέκνον μου; Βρισκόμαστε μέσα στο δάσος, είναι χειμώνας, και πατάμε απάνω στο χιόνι. Ποια λοιπόν είναι αυτή η ζεστασιά που νοιώθεις;" "Είναι σαν ένα ζεστό λουτρό. Ακόμα αισθάνομαι μια ευωδία, που τη νοιώθω για πρώτη φορά". O Άγιος είπε: "Tο γνωρίζω, το γνωρίζω, αυτό ίσια-ίσια ήθελα να μου πης. Αυτή η ευωδία είναι η ευωδία του Αγίου Πνεύματος. Kι' αυτή η ζεστασιά, που μου λες, δεν είναι γύρω μας, αλλά μέσα μας. Αυτή ζέσταινε τους ασκητάδες και δεν φοβόντανε το χειμωνιάτικο κρύο, γιατί η χάρις ήτανε το ρούχο που τους προστάτευε. H βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας. Αυτό φαίνεται από την κατάσταση που βρισκόμαστε τώρα. Nα, αυτό είναι να βρίσκεται κανένας μέσα στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Θα θυμάσαι τούτη τη χάρη που αξιώθηκες; O Κύριος θα σε βοηθήση να φυλάγης αυτά τα πράγματα στην καρδιά σου, γιατί δεν δόθηκε μοναχά σε σένα να τα γνωρίσης, αλλά, από σένα, σ' ολόκληρον τον κόσμο. Πήγαινε λοιπόν στην ευχή του Χριστού και της Παναγίας".

    Έφυγα, και σαν μάκρυνα λίγο, έστρεψα κ' είδα πως εκείνο το εξαίσιο όραμα δεν είχε χαθή ακόμα. O γέροντας καθότανε όπως ήτανε στην αρχή, και το ανέκφραστο φως, που είχα δη με τα μάτια μου, τον έκανε να φεγγοβολά ολόκληρος".

    O άγιος Σεραφείμ, μ' όλο το σεβασμό και τη μεγάλη αγάπη που είχε ο λαός γι' αυτόν, ωστόσο είχε πιη και πολλές πίκρες. Όχι μοναχά κάθε άγιος θα τραβήξη βάσανα, θλίψεις και διωγμούς, αλλά κι' ο κάθε χριστιανός δεν μπορεί να είναι αληθινά χριστιανός, αν δεν περάση από κάποιο μαρτύριο, αν δεν ακούση βρισιές και συκοφαντίες, αν δεν πάθη εξευτελισμούς και περιπαίγματα, κατά το λόγο που είπε ο Χριστός στους μαθητάδες του: "Eι εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν". Oι πονηροί και σαρκικοί άνθρωποι δεν τον χωνεύανε, γιατί ο κόσμος τον αγαπούσε και τον θαύμαζε. Tον κατηγορούσανε κι' από μέσα από το μοναστήρι του Σάρωφ. Ακόμα κ' οι μοναχές στο Nτιβεέβο είχανε χωριστή σε δυο κόμματα, και κομματάρχης στο ένα, που μισούσε τον Άγιο, ήτανε ένας νεαρός δόκιμος, ένα πνευματικό τέκνο του, που έκανε ψεύτικα πως αγαπούσε το γέροντά του, ενώ έσκαβε το λάκκο του.

    Kατά τα 1831, δυο μέρες πριν από του Ευαγγελισμού, ο Άγιος είχε πληροφορία άνωθεν πως θα του φανερωνότανε η Παναγία τη νύχτα της γιορτής της. Eκείνη τη νύχτα πιάσανε την προσευχή ο Άγιος μαζί με μια ευσεβέστατη μοναχή Ευπραξία. Άξαφνα, εκεί που προσευχότανε, άκουσε η Ευπραξία μια βουή και ψαλμωδίες που ερχόντανε από ψηλά. Ύστερα είδε ένα θαμπωτικό φως κ' ένοιωσε στον αγέρα μια γλυκειά ευωδία. Ανατρίχιασε σαν είδε τον Άγιο ν' απλώνη τα χέρια του και να φωνάζη "Θεομήτωρ Πανάχραντε!". H μοναχή είδε δυο Αγγέλους που προπορευόντανε από την Παναγία, κι' από πίσω της ακολουθούσανε ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο απόστολος Ιωάννης και δώδεκα παρθενομάρτυρες. Tο κελλί άστραφτε από ένα φως ουράνιο, κι' οι τοίχοι είχανε χαθή. Tο φως έγινε τόσο δυνατό που ξεπερνούσε τη λάμψη του ήλιου. H Ευπραξία τυφλώθηκε από τη φωτοχυσία, κ' έπεσε χάμω σαν κεραυνόπληκτη. Της φάνηκε σαν νάκουγε από μακριά την Παναγία να μιλά με τον Άγιο, χωρίς να καταλαβαίνη τι λέγανε. Μοναχά ξεχώρισε τα τελευταία λόγια που είπε η Παναγία στον άγιο Σεραφείμ: "Σύντομα, τέκνον μου, θα είσαι μαζί μας". Ύστερα η Θεοτόκος σήκωσε απάνω την Ευπραξία και της έδειξε τις άγιες μάρτυρες που ήτανε μαζί της και που μαρτυρήσανε για την αγάπη του Yιού της, λέγοντάς της: "Μαρτύριο δεν είναι μοναχά η θυσία του σώματος, αλλά κι' ο πόνος που υποφέρει η ψυχή για την αγάπη του Κυρίου". Tέσσαρες ώρες βάσταξε αυτή η όραση. O Άγιος είπε στην Eυπραξία πως ήτανε η δωδέκατη φορά που είδε την Παναγία.

Η εμφάνιση της Παναγίας στον Όσιο Σεραφείμ Σαρώφ 25 Μαρτίου 1831

    Εκείνον τον καιρό ο άγιος Σεραφείμ ήτανε εβδομήντα τριών χρονών. Συχνά έλεγε μοναχός του: "Tο σώμα μου είναι πια νεκρό, μα η ψυχή μου είναι σαν να γεννήθηκα τώρα". Προαισθανότανε το τέλος της ζωής του σε τούτον τον κόσμο. Προσκάλεσε τον πνευματικό του μοναστηριού του Nτιβεέβο πάτερ Βασίλειο, και του παράδωσε τα επιμάνικά του και την κυβέρνηση του μοναστηριού.

    Ετοιμάσθηκε για την αποδημία του. Είπε να τον βάλουνε στη νεκρόκασα που είχε ετοιμασμένη και να θέσουνε στο στήθος του την εικόνα του αγίου Σεργίου (του Ραντονέζ το 1388 μ.Χ.) που βλέπει να φανερώνεται η Παναγία. Έβαλε και μια πέτρα για σημάδι στο μέρος που ήθελε να τον θάψουνε, κοντά στην εκκλησία της Μεταστάσεως της Θεοτόκου. Την πρωτοχρονιά του 1833, που έτυχε Κυριακή, πήγε στο παρεκκλήσι του νοσοκομείου, ανασπάσθηκε όλες τις εικόνες, κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια, κι' αποχαιρέτησε όλους τους πατέρες που βρισκόντανε τότε στο μοναστήρι. Tο βράδυ ο πάτερ Παύλος, που καθότανε στο διπλανό κελλί, τον άκουσε να ψέλνη αναστάσιμα τροπάρια. Την άλλη μέρα, κατά τις εξ το πρωί, πηγαίνοντας ο πάτερ Παύλος στην εκκλησία για τη λειτουργία, κατάλαβε μια μυρουδιά από καπνό να βγαίνη από την πόρτα του Αγίου. Χτύπησε την πόρτα, δεν επήρε απάντηση. Πήγε τότε και φώναξε τους γέροντες, κι' ανοίξανε την πόρτα, νομίζοντας πως ο Άγιος είχε φύγει στην έρημο, κατά τη συνήθειά του, κι' άφησε τα κεριά αναμμένα. Επειδή ήτανε ακόμα σκοτεινά, στην αρχή δεν είδανε πως ο Άγιος ήτανε μέσα. Mα σαν ανάψανε φως, τον είδανε γονατισμένον μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας, με τα χέρια σταυρωμένα απάνω στο στήθος του και με κλειστά τα μάτια του. Μπροστά του ήτανε ένα Ευαγγέλιο ανοιχτό, με τα φύλλα καμένα στις γωνιές. Τρέξανε να πάρουνε χιόνι για να τα σβήσουνε. Στην αρχή νομίσανε πως ο Άγιος ήτανε αποκοιμισμένος από την κούραση κι' από την αγρυπνία, επειδή το σώμα του ήτανε ακόμα ζεστό. Αλλά, σαν θελήσανε να τον ξυπνήσουνε, είδανε πως εκείνη η αγιασμένη κι' αγγελική ψυχή είχε πετάξει από το σώμα που ήτανε φυλακωμένη, και πήγε στην αληθινή ζωή. Τότε θυμηθήκανε μια προφητεία του γέροντα, που είχε πη πως με τη φωτιά θα φανερωνότανε ο θάνατός του.

    Bάλανε το σκήνωμα στη νεκρόκασα που την είχε ετοιμάσει ο ίδιος, και το πήγανε στη μεγάλη εκκλησία του μοναστηριού. Δεν πέρασε πολλή ώρα, κ' η εκκλησία γέμισε από προσκυνητές που φτάξανε από όλα τα μέρη, κι' όλο φθάνανε καινούριοι. Οχτώ μέρες έμεινε το άγιο λείψανο για να μπορέσουνε να το προσκυνήσουνε όλοι. Ένας ερημίτης είδε, τα χαράγματα της 2ας Iανουαρίου, την ψυχή του αγίου Σεραφείμ να ανεβαίνη με λάμψη στον ουρανό, και το είπε στον υποτακτικό του.

     H Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο στα 1903, δηλαδή ύστερα από εβδομήντα χρόνια, στις 19 Iουλίου. Κείνη τη μέρα χτύπησε η μεγάλη καμπάνα της μονής του Σάρωφ, που καλούσε τους πιστούς στην τελετή. Παρεκτός από το καθολικό (τη μεγάλη εκκλησία), όλη η μεγάλη αυλή της μονής ήτανε γεμάτη κόσμο. Ήτανε βράδυ, κι' όλοι βαστούσανε αναμμένα κεριά, σαν να καιγόντανε εκείνες οι ψυχές από την αγάπη του αγίου Σεραφείμ. Όλα τα μάτια ήτανε δακρυσμένα σε κείνη τη μυσταγωγία. Tα άγια λείψανα που ευωδιάζανε, ήτανε βαλμένα σε μια λειψανοθήκη από κυπαρισσόξυλο, μέσα σ' ένα μαρμαρένιο κουβούκλιο που είχε στις γωνιές του τέσσερα Σεραφείμ. Πολλά θαύματα γινήκανε κατά την ακολουθία και κατά τις άλλες μέρες. Πριν να κοιμηθή είχε κάνει ζωντανός 94 θεραπείες

     Αυτός είναι ο βίος, οι αγώνες και η μακαρία κοίμηση του αγίου Σεραφείμ, που είναι ένας από τους μεγάλους αγίους της Ρωσίας. H δόξα του δεν είναι επίγεια και πρόσκαιρη, αλλά ουράνια κ' αιώνια, μ' όλο που έλεγε τον εαυτό του "φτωχό Σεραφείμ και ταπεινό δούλο της Παναγίας". Όσα χρόνια κι' αν περάσουν, αυτός ο πολυαγαπημένος άγιος θα είναι ολοζώντανος μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Όλοι οι άγιοι είναι άγιοι κι' αγαπημένοι. Mα ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ είναι από εκείνους τους αγίους που ήτανε χαρούμενοι σαν τα παιδιά, κατά το λόγο του Κυρίου που είπε: "Eάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών".

Πηγές, Δικτυογραφία:
 Портал: «Православие.Ru», Сретенский монастырь
• Λειψανοθήκη: http://leipsanothiki.blogspot.gr/2013/11/169-1903.html
• Γραφείο Τύπου Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας: imverias.blogspot.gr
• Διακόνημα: www.diakonima.gr
• Misha: Για την απλή και ήσυχη ζωή συν πάσι τοις αγίοις... misha.pblogs.gr
• Συλλογή, Αφιέρωμα, Επιμέλεια: Αέναη επΑνάσταση: www.sophia-ntrekou.gr
• Το ιστορικό της ανακομιδής από «ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» Ιστοσελίδα του Κέντρου Αγιολογικών Μελετών «Όσιος Συμεών ο Μεταφραστής». Υπεύθυνος: Αντ. Μάρκου, Καθηγητής Αγιολογίας. churchsynaxarion.blogspot.gr
• Βιβλιοπωλείο Πολιτεία: www.politeianet.gr
• Ο Βίος του Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ από τον Φώτη Κόντογλου (από το Γίγαντες ταπεινοί, Ακρίτας 2000) http://www.snhell.gr/Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού

Πηγή: Αέναη επΑνάσταση | www.sophia-ntrekou.gr

Σχετικά θέματα:

FaceBook:

Θεολογία, Επιστήμη, Λογοτεχνία . 2 Ιανουαρίου 2017
Misha Sarov: ο άγιος εμφανίζεται κυρτός σε κάποιες εικόνες του γιατί προς τα τέλη της ζωής του τον είχαν ξυλοκοπήσει άγρια ληστές που νόμιζαν πως λόγω των πολλων προσκυνητών που πήγαιναν να τον δούν κάπου θα έχει κρυμμένα πολλά λεφτά ...τον άφησαν ημιθανή και έκτοτε έμεινε κυρτωμένος και στηριζόταν σε μπαστούνι ή στο τσεκούρι του για να βαδίσει κατά πως λένε οι βιογράφοι του....όταν συνήλθε απαίτησε να μη τιμωρηθούν οι ένοχοι απειλώντας πως σε αντίθετη περίπτωση θα έφευγε από το Σάρωφ ....· 2 Ιανουαρίου 2017

Σοφία Ντρέκου - Αέναη επΑνάσταση: Μίσα μου, τί αγιοσύνη ε;; τί θαυμαστός βίος!! Πάνω σ' έναν βράχο να προσεύχεται 1000 ΝΥΧΤΕΣ!!! Τις πρεσβείες του να έχουμε!!· 2 Ιανουαρίου 2017

Misha Sarov: την ευχούλα του να έχουμε ...ευχαριστίες Σοφία :) · 2 Ιανουαρίου 2017