Η πρώτη γραπτή περιγραφή του εθίμου του Κλήδονα, ανέρχεται στους βυζαντινούς χρόνους. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στο «Βυζαντινών βίος και πολιτισμός», του βυζαντινολόγου και μέλους της Ακαδημίας Αθηνών Φαίδωνα Κουκουλέ, στο κεφάλαιο για το 12ο αιώνα (τόμος Α2, σ. 170, Αθήνα, 1948), την παραμονή του Αγίου Ιωάννη, οι άνθρωποι συναθροίζονταν σε κάποιο σπίτι ή στη γειτονιά, όπου γινόταν τραπέζι σαν να επρόκειτο για γαμήλιο δείπνο. Εκεί παρευρισκόταν κάποιο νεαρό κορίτσι ντυμένο νύφη.
Στο τέλος της βραδιάς, ο κάθε παριστάμενος έριχνε ένα αντικείμενο σε ειδικό αγγείο με νερό, από όπου το ανέσυρε στη συνέχεια η «νύφη» υπό μορφήν κλήρου, ως απάντηση στην ερώτηση του καθένα, για το τι, επιφύλασσε το μέλλον.
Το έθιμο αυτό είχε καταδικάσει μεταξύ άλλων και τον κλήδονα, αναφέρει ο Θεόδωρος Βαλσαμών, Πατριάρχης Αντιοχείας κατά το β' μισό του 12ου αιώνα και επιφανέστερος νομικός της εποχής του, στο σχολιασμό των Κανόνων της Πενθέκτης Συνόδου του 7ου αιώνα, που συνεκλήθη το 692 στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Β'.
Ειδικότερα, αναφερόμενος στον Κανόνα 65ο για τις νουμηνίες, τις φωτιές και τον κλήδονα, παραθέτει περιγραφή του εθίμου το οποίο προσομοιάζει με βακχική τελετή συνδεδεμένη με το Σατανά και για το λόγο αυτό θεωρείται καταδικαστέο. Ζητούσε να αντικατασταθεί με τον αγιασμό και ευχές, ενώ προσδιόριζε τις ποινές για όσους συμμετείχαν ή απλώς παρακολουθούσαν τον κλήδονα: αν ο παραβάτης ήταν λαϊκός τότε αφοριζόταν, ενώ αν ήταν κληρικός, καθαιρούνταν.
Το έθιμο αυτό είχε καταδικάσει μεταξύ άλλων και τον κλήδονα, αναφέρει ο Θεόδωρος Βαλσαμών, Πατριάρχης Αντιοχείας κατά το β' μισό του 12ου αιώνα και επιφανέστερος νομικός της εποχής του, στο σχολιασμό των Κανόνων της Πενθέκτης Συνόδου του 7ου αιώνα, που συνεκλήθη το 692 στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Β'.
Ειδικότερα, αναφερόμενος στον Κανόνα 65ο για τις νουμηνίες, τις φωτιές και τον κλήδονα, παραθέτει περιγραφή του εθίμου το οποίο προσομοιάζει με βακχική τελετή συνδεδεμένη με το Σατανά και για το λόγο αυτό θεωρείται καταδικαστέο. Ζητούσε να αντικατασταθεί με τον αγιασμό και ευχές, ενώ προσδιόριζε τις ποινές για όσους συμμετείχαν ή απλώς παρακολουθούσαν τον κλήδονα: αν ο παραβάτης ήταν λαϊκός τότε αφοριζόταν, ενώ αν ήταν κληρικός, καθαιρούνταν.
«Κατά την εσπέραν της κγ' του Ιουνίου μηνός, ηθροίζοντο εν ταις ρυμίσι και εν τοις οίκοις άνδρες και γυναίκες, και πρωτότοκον κοράσιον νυμφικώς εστόλιζον μετά γονυ το συμποσιάσαι και βακχικώτερον ορχήσασθαι και χορεύσαι και αλαλάξαι, έβαλλον εν αγγείω συστόμω χαλκώ θαλάττιον ύδωρ, και είδη τινά εκάστω τούτων ανήκοντα - και ώσπερ της παιδός εκείνης λαβούσης Ισχύν εκ τον Σατανά προμηνύειν τα ερωτώμενα, αυτοί μεν περί τούδε τίνος αγαθού ή και αποτροπαίον ανεβοών ερωτηματικώς· το δε κοράσιον από των εν τω αγγείω εμβληθέντων ειδών το παρατυχόν εξαγαγόν υπεδείκνυεν· και λαμβάνων ανόητος τούτον δεσπότης, επληροφορείτο τάχα τα επ' αυτώ συνενεχθήναι μέλλοντα, ευτυχή τε και δυστυχή. Την επαύριον δε μετά τυμπάνων και χορών συν τω κορασίω εις τους αιγιαλούς απερχόμενοι, και ύδωρ θαλάττιον αφθόνως αναλαμβανόμενοι, τας κατοικίας αυτών έρραινον και ου μόνον ταύτα ετελούντο παρά των ασυνετωτέρων, αλλά και δι' όλης της νυκτός από χόρτον πυρκαΐας ανάπτοντες, επήδον υπεράνω αυτών και εκληδονίζοντο, ήτοι εμαντεύοντο περί ευτυχίας και δυστυχίας και άλλων τινών δαιμονιωδώς. Τας δε ένθεν κακείθεν εισόδους αυτών και το δωμάτιον, εν ώ ετελείτο η κληδών, συν τοις παρακειμένοις υπαίθροις, χρυσίζουσι πέπλοις και σηρικοίς κατεκόσμουν υφάσμασι· αλλά μην και φυλλάσι δένδρων κατεστεφάνουν, εις τιμήν και υποδοχήν, ως έοικε, του οικειωσαμένου αυτούς Σατανά».
Ωστόσο, παρ' όλη την αρνητική στάση της Εκκλησίας, το έθιμο του κλήδονα επιβίωσε μέχρι σήμερα -στην ελληνική επαρχία τουλάχιστον, αν όχι στα αστικά κέντρα-, αν και με κάποιες παραλλαγές σε σχέση με τα βυζαντινά δρώμενα.
Η πολεμική που ασκήθηκε από την Εκκλησία αποτυπώθηκε σε φράσεις όπως, «αυτά τα λεν στον κλήδονα», «τέτοια να τα λες στον κλήδονα», «τέτοια εγώ τα ακούω στον κλήδονα», δηλαδή απαξιωτικές εκφράσεις για το δρώμενο που καταντά συνώνυμο της ελαφρότητας, με την έννοια ότι αυτά που λέγονται δεν είναι σοβαρά, πιθανόν να εκφράζει την εκκλησιαστική άποψη ως προς τη μαντική πρακτική, ή απλώς μια λαϊκή δυσπιστία.
Εξάλλου, σε πολλές περιοχές στις οποίες ο ορθολογισμός του Μεταπολέμου και η απελευθέρωση από τις προκαταλήψεις συντέλεσαν στην εξάλειψη του εθίμου, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει συνειδητή προσπάθεια αναβίωσής του. Έτσι, ίσως λείπει ο αυθορμητισμός των παλαιότερων χρόνων, όμως τα διάφορα στάδια της ιεροτελεστίας παραμένουν αναλλοίωτα.
Η παραμονή του γενεθλίου του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου χαρακτηρίζεται από πυρολατρικά και μαντικά έθιμα. Στα πυρολατρικά ανάγονται οι φωτιές του Αϊ Γιαννιού... Διαβάστε περισσότερα »
Βιβλιογραφία
• Φαίδων Κουκουλές, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, τομ. Α ΙΙ, εκδ.Παπαζήσης, Αθήνα, χ.χ, σελ. 170
• Οι φωτιές του Αϊ Γιάννη του Κλήδονα ή Ριζικάρη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη (αφιέρωμα / videos) https://www.sophia-ntrekou.gr/2015/06/oi-fwties-tou-AiGianniou.html
• Μανώλης Βαρβούνης, «Ο κλήδονας», Λαογραφικά δοκίμια. Μελετήματα για τον ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.57
• Μανώλης Βαρβούνης, «Ο κλήδονας», Λαογραφικά δοκίμια. Μελετήματα για τον ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.58
• Νικόλαος Σιώκης, «Ο Κλήδονας στους Βλάχους: η μετατροπή ενός δρωμένου σε πανηγύρι», Ηπειρωτικά Γράμματα, περ. Β', έτος Ζ', τεύχ. 14 (2009), σελ.540
• Μανώλης Βαρβούνης, «Ο κλήδονας», Λαογραφικά δοκίμια. Μελετήματα για τον ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.57
• Μανώλης Βαρβούνης, «Ο κλήδονας», Λαογραφικά δοκίμια. Μελετήματα για τον ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.58
• Νικόλαος Σιώκης, «Ο Κλήδονας στους Βλάχους: η μετατροπή ενός δρωμένου σε πανηγύρι», Ηπειρωτικά Γράμματα, περ. Β', έτος Ζ', τεύχ. 14 (2009), σελ.540
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.