"copyrightHolder": { "@type": "Person", "name": "Sophia Drekou" }, "potentialAction": { "@type": "ReadAction", "target": "https://www.sophia-ntrekou.gr/2025/12/Christougenna-Stalagmiti-Karouzos.html" } }

Σελίδες

Τα Χριστούγεννα του Σταλαγμίτη - ο Νίκος Καρούζος για την Άγια Νύχτα (Ανάλυση) | Αέναη επΑνάσταση


Ο ποιητής εμπλέκεται στη χριστουγεννιάτικη εξιστόρηση ως ο άψυχος σταλαγμίτης του σπηλαίου, ο οποίος συνεχώς «ανεβαίνει» μέσα στο χρόνο. Παντού γύρω του, σταλακτίτες και σταλαγμίτες, που εξυπονοούν τη χρονική διάρκεια.

Προφανώς, γράφτηκε κάποια Χριστούγεννα (1959-1960) στο Ναύπλιο ή στην Αθήνα ως συμμετοχή στη μεγάλη Νύχτα. Είναι πολύ νοησιαρχικό και δεν μας συγκινεί, άμεσα. Ωστόσο, ως σύλληψη είναι θαυμάσιο. Όλη η κτίση ανεβαίνει διαρκώς προς τον Θεό, ενώ Εκείνος κατεβαίνει προς συνάντησή μας. Ορθόδοξη κατάφαση στην ηρακλείτεια οδό «άνω κάτω».

Χριστούγεννα του σταλαγμίτη

Μια μέρα γεννήθηκε στη μακρινή Βηθλεέμ 
ο έρωτας στην κοιλιά του καρπού λησμονημένος
και του έδωσαν το όνομα Καρπό
όλα τ’ άστρα των παιδιών αγαπημένων
με τους ανέμους όταν λευκάζουν το χειμώνα.

Εντούτοις άκουσα το σπήλαιο
κι ανεβαίνοντας
σ’ ένα βαθύ άλογο πήγαινα σ’ αυτό
κρατώντας ευωδιαστή φασκομηλιά προς τη θέρμη
του βρεφικού δέρματος όνομα βαθύ κι ανάερο.

Δεν έβρισκε λαλιά ο πλατύς ελαιώνας για να φωνάξει
κι ο θάνατος έφευγε στ’ αστέρια
μονάχα το άστρο νικούσε το πλήθος που είναι τ’ αστέρια
λάμποντας το Ένα.

Ο Θεός έκραζε τη λαλιά:
Δίδαξέ με
στο άστρο στρεφόμενος, είπε,
και τα μαρτύρια γεννήθηκαν απάνω απ’ τις λάμψεις
χαρίζοντας ηρεμία στην έμψυχη κλίμακα. […]

ιδού λοιπόν ο χρόνος είναι χιόνι δεν είναι ρολόγι-
και κρατούσε το θήλυ πότε τα φεγγιστά νερά
πότε μαύρες πέτρες της Δήλου.

Σαν είδα το σπήλαιο
συγκρατήθηκα στην πρώτη φλέβα του βράχου μας
ενώ με κάλεσε το ακέραιο γαϊδούρι κινώντας
και τα δυο του χέρια
μα όμως ευγένεια φανερώνοντας ήρθε και το βόδι
πειθήνιο στον ήλιο της νύχτας
για να δω το δοκιμασμένο χρυσάφι.

Κι αντίκρισα το χρυσάφι
καθώς ένα φτωχαδάκι του τόπου μας
ήτανε το βρέφος στη μητρική βύθιση
ολομόναχο με τ’ άστρα.
Ώσπου χάραξε…

Στο σπήλαιο -μιας ηλικίας χαμένης- δεν υπήρχαν
ειμή μόνο σταλακτίτες που κρέμονταν, δεν υπήρχαν
ειμή μόνο σταλακτίτες ανυψούμενοι.

Εγώ ο σταλαγμίτης, ολοένα,
πλησιάζω το σταλαχτίτη που με κράζει απεγνωσμένα
για να εγγίσουν κάποτε τα στάγματα τη μεγάλη ένωση

Από τη συλλογή «Ποιήματα», 1961. Περιλαμβάνεται και στη συγκεντρωτική έκδοση «Νίκος Καρούζος, Τα Ποιήματα Α’ [1961 – 1978]», εκδ. Ίκαρος, 1993

Ανάλυση στο ποίημα του Νίκου Καρούζου για την Άγια Νύχτα

Στα «Χριστούγεννα του Σταλαγμίτη» του Νίκου Καρούζου, προτελευταίο ποίημα στη συλλογή «Ποιήματα» του 1961 (Τα Ποιήματα Α΄ Ίκαρος) διασώζεται, πολύ αφηρημένα, η χριστιανική ρίζα του στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Αυτή τη ρίζα ποτέ δεν την απαρνήθηκε ο ποιητής, αλλά συνεχώς τη μελετούσε και την πλάταινε μέσα του με τη γνωστή του εικονοποιϊα.

Είναι ένα μεγάλο και πυκνό ποίημα 59 στίχων, όπου προϋποτίθεται η ευαγγελική ιστορία των Χριστουγέννων, όπως την συναντάμε στις εορταστικές μνήμες: Η Βηθλεέμ, το σπήλαιο, τα άστρα, η Παναγία, ο Καρπός της κοιλίας Της, («ο Έρωτας»), τα ζώα στη φάτνη, το χιόνι, η προσέγγιση του χρόνου κλπ.

Το μακρόσυρτο ποίημα απαρτίζεται από τρία μέρη:
Η συμπυκνωμένη χριστουγεννιάτικη ιστορία ως πρόλογος (στ. 1-8) η θεολογία του χρόνου (στ. 9-49) ως κύριο μέρος και ο επίλογος (στ. 50-59) ως αίτημα της παγκόσμιας ένωσης σταλαγμίτη και σταλακτίτη, γης και ουρανού.

Το ποίημα αρχίζει με την αφήγηση:
«Μια μέρα γεννήθηκε στη μακρινή Βηθλεέμ ο έρωτας». Η τελευταία λέξη κατάγεται από την ελληνική μυθολογία, έχει μεγίστη δυναμική και ξαναμπήκε στο χριστιανικό λεξιλόγιο από τον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο γύρω στα 110 μ. Χ., όταν έγραψε στους Ρωμαίους (7.12): «Ο εμός Έρως εσταυρώται».

Ο ποιητής εμπλέκεται στη χριστουγεννιάτικη εξιστόρηση ως ο άψυχος σταλαγμίτης του σπηλαίου, ο οποίος συνεχώς «ανεβαίνει» μέσα στο χρόνο. Στην ποίηση του Καρούζου έχουν θέση και τα ζώα και τα άψυχα. Είναι γνωστό το ωραίο του ποίημα «Η προσευχή του σκουληκιού» («Σημείο», 1955) όπου εμψυχώνει τον κρύφιο κόσμο.

Εδώ, στα «Χριστούγεννα του Σταλαγμίτη», κρύβεται στην πέτρα: «Εγώ ήμουνα εκείνο τον καιρό στην πέτρα/ οι καμπάνες οδηγούσαν από χαλκό μεγάλο/ ένα τραγούδι νοσταλγίας αιχμάλωτης» - παιδικό βίωμα στ’ Ανάπλι.

Στη θέση των Μάγων παίρνει μέρος κι αυτός με το δώρο του, «ανεβαίνοντας/ σ’ ένα βαθύ άλογο (…) κρατώντας ευωδιαστή φασκομηλιά», για να ζεστάνει το Θείο Βρέφος. Το τοπίο είναι μεσογειακό (πλατύς ελαιώνας), «ο θάνατος έφευγε στ’ αστέρια», μονάχα, ανάμεσα σ’ αυτά, «το άστρο του βρέφους νικούσε». Μια ιδέα του Ν. Καζαντζάκη (Ασκητική, Salvatores Dei) δίνει στον «Θεό» λαλιά: «Δίδαξέ με/ στο άστρο στρεφόμενος, είπε,/και τα μαρτύρια(=σημάδια) γεννήθηκαν απάνω από τις λάμψεις/ χαρίζοντας ηρεμία στην έμψυχη κλίμακα».

Η τελευταία λέξη του ποιητή μας συμβάλλει στην εικονογραφία των Χριστουγέννων, όπου άψυχα και έμψυχα ως πράγματα, ζώα, άνθρωποι και άγγελοι, σε κλίμακες κατά τη βυζαντινή τάξη, θριαμβεύουν πάνω από την ταπεινή φάτνη. Ιδού η Παναγία-«μια γυναίκα λευκή/ αποθέωνε τον άντρα»-εκείνον που έμελλε ν’ αλλάξει τη μοίρα του κόσμου. Εδώ προσπαθεί ο ποιητής να ορίσει το χρόνο: τον προσδιορίζει σαν «χιόνι» που δεν λείπει από τις εικόνες της Γέννησης.

Δείτε επίσης: Νίκος Καρούζος - Fragmenta για τη Μάνα του Χριστού

Όμως ο αδαμικός χρόνος ως «χάρη», γνωρίζει τον τρόμο σε κάθε σάρκωση, μοιράζεται τη θλίψη με τα άψυχα (πέτρα, φλόγα, νερά). Και καταλήγει: «Ιδού, λοιπόν, ο χρόνος είναι χιόνι/ δεν είναι ρολόγι». Αυτή την ένταση του χρόνου που έχει η αδαμική χάρη, την απλώνει έως το ιερό νησί της Δήλου (Λητώ), όπου λατρευόταν «το θήλυ», υπονοώντας και το ιερό νησί της Τήνου σ’ ένα αγκάλιασμα του ελληνικού και χριστιανικού κόσμου.

Ο χρόνος, λοιπόν, είναι άτμητος για τον ποιητή. Μαζί με όλα τα στοιχεία της Δημιουργίας, ο ποιητής κινείται προς το σπήλαιο της Γέννησης, για να ιδεί «τον ήλιο της νύχτας», «το δοκιμασμένο χρυσάφι»-προσωπική εμπειρία. Αντίκρισε εκεί αυτό το χρυσάφι. «Καθώς ένα φτωχαδάκι του τόπου μας/ ήτανε το βρέφος στη μητρική βύθιση/ ολομόναχο με τ’ άστρα». Η καίρια φράση «δοκιμασμένο χρυσάφι» δείχνει σαφώς τη βιωμένη δοκιμασία, από τον ποιητή, του νέου θεού που φέρνει το μήνυμα της συμπαντικής ενώσεως. «Ώσπου χάραξε…» και ξαναγύρισε ο εορταστής στον άψυχο χρόνο: εκείνο του σταλαγμίτη. Όλα ήταν σαν όνειρο-«μια ηλικία χαμένη».

Παντού γύρω του, σταλακτίτες και σταλαγμίτες, που εξυπονοούν τη χρονική διάρκεια: «Εγώ ο σταλαγμίτης/ ολοένα/ πλησιάζω το σταλακτίτη που με κράζει απεγνωσμένα/ για να εγγίσουν κάποτε τα στάγματα/ τη μεγάλη ένωση».

Εδώ τελειώνει το ποίημα που, προφανώς, γράφτηκε κάποια Χριστούγεννα (1959-1960) στο Ναύπλιο ή στην Αθήνα ως συμμετοχή στη μεγάλη Νύχτα. Είναι πολύ νοησιαρχικό και δεν μας συγκινεί, άμεσα. Ωστόσο, ως σύλληψη είναι θαυμάσιο. Όλη η κτίση ανεβαίνει διαρκώς προς τον Θεό, ενώ Εκείνος κατεβαίνει προς συνάντησή μας. Ορθόδοξη κατάφαση στην ηρακλείτεια οδό «άνω κάτω».

Πάνος Λιαλιάτσης στην Εφημερίδα η Καθημερινή 23 Δεκεμβρίου 1997. Ο Πάνος Λιαλιάτσης ήταν Έλληνας λογοτέχνης, δοκιμιογράφος και εκδότης, γνωστός για τα δοκίμιά του που δημοσιεύονταν σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά (όπως «Η Καθημερινή», «Νέα Εστία», «Εποπτεία», «Σύναξη») και για τις εκδόσεις του, όπως η «Αργολική Λογοτεχνία 1830-1993». Θεματολογία: Η ποίησή του χαρακτηρίζεται συχνά από μυστικισμό και μια προσωπική «ερωτική» σχέση με τον χριστιανισμό. Απεβίωσε τον Απρίλιο του 2025 σε ηλικία 89 ετών, στην Αργολίδα.

by Αέναη επΑνάσταση

και σας προτείνω άρθρα στο κλίμα των Χριστουγέννων
Προτεινόμενα: ΘεοφάνειαΧριστούγενναΠρωτοχρονιά



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.