Άγχος: Ψυχοδυναμικά δρώμενα υπό το πρίσμα της Χριστιανικής ανθρωπολογίας

Auguste Rodin «Eve After The Fall»
εικ.: "Eve After the Fall" by Auguste Rodin - Marble, 1886

Το άγχος υπό το πρίσμα της Χριστιανικής ανθρωπολογίας
Ιωάννη Κορναράκη, Ομότιμου Καθηγητή Παν. Αθηνών

Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου

Το άγχος είναι αναμφιβόλως ένα πληθωρικό ψυχολογικό χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς του ανθρώπου της εποχής μας.

Οι χαρακτηρισμοί· αγχώδης αντίδραση, αγχογόνος κατάσταση ανθρώπινης ζωής, αγχωτικός τύπος και άλλοι παρόμοιοι και σχετικοί με την έννοια του άγχους χαρακτηρισμοί, ακούγονται συχνά στην καθημερινή μας ζωή.
  • Στο επίπεδο της επιστημονικής ψυχολογικής έρευνας το άγχος εντοπίσθηκε ως νοσογόνο σύμπτωμα ανθρώπινης συμπεριφοράς, κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνος, στο πλαίσιο της αναπτύξεως των διαφόρων θεωριών της Ψυχολογίας του Βάθους (του ασυνειδήτου).
Αλλά το άγχος υπήρχε πάντοτε στην ανθρώπινη ψυχή, από κάποια χρονική στιγμή και έξης, ως λανθάνον αίτιο ενδεχόμενης ψυχικής διαταραχής, μικρής ή μεγάλης εκτάσεως. Απλώς κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνος οι συνεχείς, μεγάλες και συχνά εκπληκτικές αλλαγές συνθηκών και όρων ανθρώπινης ζωής, οφειλόμενες στην ταχεία εξέλιξη των επιστημών και μάλιστα της τεχνολογίας, όπως και στη σχετική συνεργία λοιπών κοινωνικών, ιδεολογικών και πολιτισμικών παραγόντων, συνετέλεσαν στην έντονη διέγερση του ανθρώπινου ψυχισμού, με συνέπεια την εκδήλωση ψυχολογικών προβλημάτων αλλά και ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων με κορυφαίο, συχνά, χαρακτηριστικό το άγχος.

Το άγχος γεννήθηκε στην ανθρώπινη ψυχή στον παράδεισο αμέσως με την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία. Η παράβαση του θελήματος του Θεού, που προήλθε από τη θανατηφόρο παρακοή του Αδάμ, βιώθηκε και εκδηλώθηκε ήδη μέσα στον παράδεισο ως αγχογόνος αντίδραση στα αποτελέσματα της παρακοής αυτής, επί του ψυχοσωματικού οργανισμού του αδαμικού ανθρώπου.

Η πρώτη αγχωτική αντίδραση του αδαμικού ζεύγους σχετίζεται με την μεταπτωτική αυτοσυνειδησία του ζεύγους αυτού· «και διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί των δύο, και έγνωσαν ότι γυμνοί ήσαν, και έρραψαν φύλλα συκής και εποίησαν εαυτοίς περιζώματα» (Γεν. γ’ 7).Η προσεκτική μελέτη του στίχου αυτού δείχνει ότι οι παραβάτες του θελήματος του Θεού, μόλις έφαγαν τον απαγορευμένο καρπό, βρέθηκαν μπροστά σε μια εικόνα του εαυτού τους, τόσον αποκρουστική στα μάτια της αυτοσυνειδησίας τους, ώστε αμέσως, χωρίς την παραμικρή χρονοτριβή, προσπάθησαν να καλύψουν την ασχημοσύνη της ψυχικής, απαράδεκτης γι’ αυτούς, εικόνας τους.

Έτσι στο Γεν. 3,7 έχουμε δύο σημαντικά υπαρξιακά γεγονότα της ζωής των παραβατών αυτών την απαράδεκτη γι’ αυτούς μεταπτωτική αυτοσυνειδησία τους και την κάλυψη της εικόνας της αυτοσυνειδησίας τους αυτής, με τέτοια συνάφεια μεταξύ τους, ώστε να μαρτυρείται εντυπωσιακά ο αγχώδης χαρακτήρας της αμεσότητος με την οποία έσπευσαν, ευθύς αμέσως, να πραγματοποιήσουν την κάλυψη αυτή, της κακοποιημένης από την αμαρτία προσωπικής τους εικόνας.

Εξάλλου η δεύτερη αγχώδης αντίδραση του αδαμικού ζεύγους στην αποτρόπαια αυτή εικόνα τους, ήταν η άμεση, εσπευσμένη, απόκρυψη τους πίσω από τα δέντρα του παραδείσου, όταν «ήκουσαν της φωνής Κυρίου του Θεού περιπατούντος εν τω παραδείσω το δειλινόν» (Γεν. 3, 8). Το ηχητικό ερέθισμα της φωνής του Θεού τους προκάλεσε έντρομη φυγή και κρύψιμο. Έτσι «εκρύβησαν ο τε Αδάμ και η γυνή αυτού από προσώπου Κυρίου του Θεού εν μέσω του ξύλου του παραδείσου».

Όταν όμως ο Θεός εκάλεσε ονομαστικώς τον Αδάμ, με την ερώτηση· «Αδάμ, πού ει;», εκείνος απήντησε ομολογώντας και δικαιολογώντας συγχρόνως το κρύψιμό του πίσω από τα δέντρα του παραδείσου· «της φωνής σου ήκουσα περιπατούντος εν τω παραδείσω και εφοβήθην, ότι γυμνός ειμί, και εκρύβην». Η αυτοσυνειδησία της γυμνότητος της εικόνας τους από τα θεουργά χαρίσματα του «κατ’ εικόνα» λειτούργησε με έντρομη αμεσότητα, για την απόκρυψη τους από την ελεγκτική παρουσία του προσώπου του Θεού. «Εφοβήθην» και «εκρύβην»! Φόβος και κρύψιμο, προ της ελεγκτικής παρουσίας του Θεού!
  • Αν θα θέλαμε να συσχετίσουμε τις δύο αυτές λέξεις ή αντιδράσεις του πεπτωκότος αδαμικού ανθρώπου, φόβο και κρύψιμο, με βασικές έννοιες της Ψυχολογίας του ασυνειδήτου (του Βάθους), θα διαπιστώναμε χωρίς δυσκολία τη σύμπτωση του αδαμικού φόβου με το άγχος, όπως ακριβώς το εννοεί η σύγχρονη Ψυχολογία στην ψυχοδυναμική του λειτουργία. Αλλά και το κρύψιμο θα μπορούσαμε άνετα να το παραλληλίσουμε και μάλλον να το ταυτίσουμε με την έννοια της απωθήσεως του εαυτού στο ασυνείδητο του, όπως ακριβώς την αντιλαμβάνεται την έννοια αυτή, στη σχέση της με το άγχος, η ίδια Ψυχολογία.
Σύμφωνα με τέτοιες συσχετίσεις μπορούμε να δεχθούμε ότι η πτώση στην αμαρτία επεσκότισε πράγματι και αχρείωσε σε μεγάλο βαθμό τη χαρισματική (θεουργό) δυναμική του «κατ’ εικόνα». Το μεγάλο αυτό δώρο του Θεού στον πρωτόπλαστο, βυθίστηκε στο σκότος μιας ψυχικής πραγματικότητας, άγνωστης πλέον και απρόσιτης στο σκοτισμένο λογικό του ανθρώπου. Θα λέγαμε με τη γλώσσα της σύγχρονης ψυχολογίας στον ασυνείδητο ψυχισμό του.Έτσι, στο εξής, οι ψυχικές αντιδράσεις του πεπτωκότος ανθρώπου είχαν πλέον ασυνείδητες αφετηρίες, εφόσον ο νους του ανθρώπου, βυθισμένος στο σκότος της αμαρτίας, δεν μπορεί πλέον να κατόπτευση φωτιστικά το απύθμενο βάθος της αμαρτίας αυτής, στην οποία είχε ήδη δουλωθή.Επομένως όχι μόνο το άγχος αλλά και η απώθηση του εαυτού στον ασυνείδητο ψυχισμό του, είναι συμπτώματα της διαβρώσεως του «κατ’ εικόνα» από την αιχμαλωσία στην αμαρτία, με κοινή όμως εσωτερική αμαρτητική σχέση, που ουσιώνεται στη βίωση της ενοχής για την παράβαση του θελήματος του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι το άγχος έχει σαφώς ενοχική αφετηρία. Εκφράσθηκε ως φόβος μπροστά στην απειλή της ελεγκτικής παρουσίας του Θεού.
  • Και είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι η σύγχρονη Ψυχολογία του ασυνειδήτου, κατανοεί το άγχος επίσης ως ασυνείδητη και διάχυτη στη συνολική ύπαρξη του ανθρώπου ενοχική αγωνία. Πρόκειται ασφαλώς για το ισχυρότερο πάθος της ανθρώπινης ψυχής· το βίωμα ή το αίσθημα της ενοχής, που εξάλλου αποτελεί και τον πυρήνα του νευρωτικού γενικά φαινομένου.
  • Από την άποψη αυτή το άγχος υποδηλώνει την αόριστη, μη δυνάμενη να προσδιορισθεί εξ αντικειμένου αγωνία ενώπιον κάποιας απειλής κινδύνου. Το δε έντονο κινητικό – ψυχοδυναμικό στοιχείο του, που προεκτείνεται συχνά στη συμπεριφορά της αγχωτικής αντιδράσεως, με μορφή έπιθετικότητος, αποτελεί ασφαλώς μαρτυρία της ενοχικής αφετηρίας του.
Αλλά το άγχος, ως παθογόνος παράγοντας της ανθρώπινης ψυχής, ως πάθος, είναι υπό ωρισμένους όρους, επιδεκτικό μιας αξιοποιήσεως του ως εργαλείου πνευματικής και μάλιστα νηπτικής προκοπής.

Κατά τον Άγιο Μάξιμο, τα πάθη, αν και δεν «συνεκτίσθησαν προηγουμένως» στην ανθρώπινη φύση, είναι καλά για τους προχωρημένους στην πνευματική ζωή. Γιατί αυτοί μπορούν να χρησιμοποιούν την εμπειρία των παθών που είχαν (και τα εξέβαλαν από τη σαρκική τους αφετηρία) για την απόκτηση ουρανίων αρετών. Όπως το φόβο ως μέσο προφυλάξεως από τη μέλλουσα τιμωρία αλλά και τη λύπη, ως διορθωτική διάθεση, κατά τη μεταμέλεια για κάποιο κακό, που διαπράχθηκε κατά τον παρόντα βίο.

Πρόκειται εδώ για μια μεταποιητική «κατεργασία» της δυναμικής ενός πάθους σε πνευματική λειτουργία αρετής. Τη μεταποιητική αυτή μέθοδο μεταβολής μιας αρνητικής πνευματικής εμπειρίας σε θετική και εποικοδομητική ενέργεια ανωτέρου επιπέδου πνευματικής ζωής, επισημαίνει και ο άγ. Μάξιμος σε ορισμένα σημεία του συγγραφικού του έργου. (σσ. βλ. εδώ)


Εφόσον· «Πάν πάθος κατά συμπλοκήν πάντως αισθητού τινός, και αισθήσεως και «φυσικής δυνάμεως», θυμού λέγω τυχόν, ή επιθυμίας, ή λόγου παρατραπέντος του κατά φύσιν συνίσταται», είναι δυνατόν ένας «σπουδαίος» πνευματικός αγωνιστής, κατά την επιδίωξη κάποιας αρετής να «μεταποίηση» ή να «μεθορμήση» ή να «μετεργασθή» ή να «επαναγάγη» τη φυσική αυτή δυναμική του πάθους σε βιωματική ποιότητα αρετής.

Είναι λοιπόν δυνατόν ένας αγωνιζόμενος χριστιανός, που ανήκει σ’ ένα αγχώδη τύπο, να προσπαθήσει να «μεθορμήση» την αγχωτική του δυναμική σε υψηλά πεδία πνευματικής ζωής, όπως ακριβώς είναι η νήψη, η εγρήγορση, η πατερική προσοχή και άλλες παρόμοιες πνευματικές εμπειρίες και ενέργειες. Στην αγιογραφική αλλά και στην πατερική διδαχή συναντούμε προτροπές που μας προσανατολίζουν στην πνευματική αξιοποίηση μιας «αγχωτικής» ή «φοβικής» δυναμικής. Όπως ενδεικτικώς·

α) Στην Π.Δ. «δουλεύσατε τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθε αυτώ εν τρόμω» (Ψαλμ β’ 11).

β) Στην Κ.Δ. «Γρηγορείτε ουν ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδέ την ώραν εν η ο υιός του ανθρώπου έρχεται». «Γρηγορείτε ουν· ουκ οίδατε γαρ πότε ο κύριος της οικίας έρχεται… μη ελθών εξαίφνης εύρη υμάς καθεύδοντας».

«Μετά φόβου και τρόμου την εαυτών σωτηρίαν κατεργάζεσθε». «Νήψατε, γρηγορήσατε· ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη.

γ) Κατά τον άγ. Μακάριο τον Αιγύπτιο, αυτός που θέλει πραγματικά να ευχαρίστησει το Θεό και να δεχθεί τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, πρέπει να βιάζει τον εαυτό του στην τήρηση όλων των εντολών του Θεού… όπως ακριβώς αυτός που προσπαθεί να μάθει την ευχή και «βιάζεται και άγχει». Κι’ αυτός λοιπόν που θέλει να εφαρμόσει τις εντολές του Θεού «βιάζεται και άγχει και εθίζει έθος αγαθόν… Και εμείς λοιπόν βιασώμεθα και άγξωμεν εαυτούς εις την κατόρθωσιν των αρετών».

Ο ίδιος άγιος συνιστά· «Πάντοτε ουν εν τη συνειδήσει οφείλεις έχειν την μέριμναν και τον φόβον…. τον φόβον και τον πόνον, ως φυσικόν και άτρεπτον, τον συντριμμόν της καρδίας πάντοτε πεπηγμένον».

Επίσης, κατά τον αββά Δωρόθεο, ο αδιαλείπτως προσευχόμενος άνθρωπος, αν αξιωθεί να απόκτησει κάποιο χάρισμα γνωρίζει πως το κατόρθωσε και δεν μπορεί να υπερηφανευθεί για το χάρισμα αυτό, ότι με τη δική του δύναμη το απέκτησε αλλά το αποδίδει στο Θεό και συνεχώς τον παρακαλεί «τρέμων» να μη αποδειχθεί ανάξιος αυτού του χαρίσματος και στερηθεί της βοήθειας του και αποκαλυφθεί έτσι η ασθένεια και η αδυναμία του.

Η ανάδυση του άγχους από ασυνείδητες, άγνωστες και απρόσιτες από το λογικό ενδοψυχικές αφετηρίες, κάνουν πολύ δύσκολη, αν μη αδύνατη, την κατά μέτωπο καταπολέμηση του. Γεγονός που αφορά σ’ όλα τα πάθη του ανθρώπινου προσώπου.
  • Γι’ αυτό το λόγο η πατερική εμπειρία που επισημαίνει ότι ο πνευματικός αγωνιστής δεν είναι εκριζωτής των παθών αλλά ανταγωνιστής, δείχνει ότι η μέθοδος της μετοχετεύσεως της ψυχικής δυναμικής του πάθους σε στόχους πνευματικής ζωής, δημιουργεί ελπίδες μιας θεοφιλούς αξιοποιήσεως του άγχους, σε νηπτικούς αγώνες και προσπάθειες φωτιστικής αυτογνωσίας, στο κλίμα της αδιάλειπτης μνήμης του ονόματος και της παρουσίας του προσώπου του Θεού στη προσωπική ζωή του πνευματικού αγωνιστού.
Αν το άγχος βιώνεται ως ένας ανεπιθύμητος ψυχικός αναγκασμός, σαν μια πιεστική βία στον πυρήνα της αυτοσυνειδησίας του ανθρώπινου προσώπου, ο μόνος τρόπος να ανταγωνιστεί κανείς το άγχος είναι η άσκηση βίας στη βία του πάθους αυτού. Στο σημείο τούτο είναι χρήσιμη η προτροπή του οσίου Νείλου του ασκητού· «Θέλησον τη βία της φιλόθεου σπουδής εκνικήσαι και λύσαι τήν βίαν (του άγχους)! «Ημείς τη βία την βίαν καταγωνισώμεθα».

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
  • Στο ερώτημα «πώς μπορεί ένας πνευματικός άνθρωπος να αντιμετώπισει και να αξιοποίηση το άγχος ως εργαλείο πνευματικής προκοπής; μια επιγραμματική – συνοπτική απάντηση θα ήταν, στο ερώτημα αυτό η έξης·
- Να παραδώσει το άγχος και την ανασφάλεια που το συνοδεύει στο έλεος και την αγάπη του Θεού.

- Να προσπαθήσει να το ιδεί και να το κατανοήσει στην ψυχοδυναμική του ιδιαιτερότητα ως φοβίας ή αόριστης αγωνίας ή αναιτιολόγητης επιθετικής παρορμήσεως ή τέλος ως ενοχικής φοβικής ευαισθησίας, ως παράγοντα της παιδείας του Κυρίου!

- Να εντοπίσει ενδεχομένως το ενοχικό υπόστρωμα του άγχους, που συνήθως αποτελεί την κυρία ψυχοδυναμική του αφετηρία. Απωθημένες αμαρτητικές εμπειρίες, δηλ. ανεξομολόγητες ενοχές, εκδικούνται με ασυνείδητη αγχώδη αντίδραση.

- Να συλλάβει την αφυπνιστική πνευματική σημασία του άγχους, ως ερεθίσματος μιας εργασίας αυτογνωσίας με κριτήρια αντικειμενικά και όχι αυτοδικαιωτικά. 


- Να μεταποιήσει τη δυναμική της αγχωτικής αγωνίας σε νηπτικό τρόπο βιώσεως της πνευματικής ζωής, σύμφωνα με την μνημονευθείσα προτροπή του αγ. Μακαρίου του Αιγυπτίου «Και ημείς τοίνυν βιασώμεθα και άγξωμεν εαυτούς εις την ταπεινοφροσύνην, την αγάπην και την πραότητα., ίνα αποστείλη το Πνεύμα αυτού εις τας καρδίας ημών ο Θεός»!

Όντως τα αντίρροπα του άγχους είναι η 
ταπεινοφροσύνη, η αγάπη και ή πραότητα!

Βιβλιογραφία: Απόσπασμα από το βιβλίο του Ιωάννη Κορναράκη (1926 -13 Ιουλίου 2013) «Ψυχοδυναμικά δρώμενα στην πορεία της αγιότητας». Εκδότης ΤΗΝΟΣ. Χρονολογία Έκδοσης Δεκέμβριος 2010. Αριθμός σελίδων 248. www.sophia-ntrekou.gr

Η ψυχολογική ή ψυχοδυναμική λειτουργία του ανθρώπου, συνειδητή ή μη συνειδητή, δεν παραθεωρείται, κατά την πατερική ποιμαντική και θεραπευτική ή συμβουλευτική μέριμνα, αλλά αντιθέτως λαμβάνεται πάντοτε υπ' όψη ως προϋπόθεση και όρος πνευματικής βιοτής. Κανείς δεν γίνεται άγιος πριν γνωρίσει και συνειδητοποιήσει την ψυχική του πραγματικότητα, προκειμένου να την μεταποιήσει σε εμπειρία αγιασμού.

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής επισημαίνει επίσης ότι αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος δεν έχει ενωθεί με τον εαυτό του, ύστερα από αγώνες "αποβολής των παρά φύσιν παθών", δεν μπορεί να ενωθεί "με την ιδίαν αιτίαν, ήγουν τον Θεόν". Το μονομερές αίτημα χαρισμάτων, χωρίς την προϋπόθεση της προσπάθειας της θεραπείας της παθογενετικής ψυχοδυναμικής πραγματικότητος του ανθρώπου, δεν μπορεί να δικαιωθεί ενώπιον του Θεού!

Η συλλογή των κειμένων, τα οποία φιλοξενούνται στην παρούσα έκδοση, συνηγορεί στο γεγονός ότι το πρώτιστο πρόβλημα του οδεύοντος προς την αγιότητα πνευματικού αγωνιστού, είναι το ψυχοδυναμικό φορτίο του παλαιού εαυτού. Η πορεία προς την αγιότητα συνιστά αγώνα μεταποιήσεως του φορτίου αυτού σε καινή κτίση! (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Περιεχόμενα

1. Πατερικές προσεγγίσεις στο ασυνείδητο βάθος της ανθρωπινής ψυχής
2. Το "σύμπλεγμα" του Ηρώδη
3. Η λειτουργία της "Μεταφοράς" (Ubertragung) στη γεροντική θεραπευτική μέθοδο του "αποδιοπομπαίου τράγου"
4. Ο εκδραματισμένος διάλογος με τον εαυτό ως μέθοδος υπερβάσεως εμμόνων λογισμών
στην ασκητική πολιτεία
5. Μοναχός· ο θεοφιλής αθλητής αναγωγικών υπερβάσεων
6. Ο ψυχολογικός χαρακτήρας των δαιμονικών λογισμών
7. Το ορθόδοξο Βίωμα ως υπέρβαση της βίας
8. Το "οικολογικό" πρόβλημα του ανθρωπίνου προσώπου στη σχέση του με το φυσικό περιβάλλον
9. Ψυχολογική θεώρηση ανθρωπολογικών αναφορών στον "Περί ψυχής και αναστάσεως μετά της ιδίας αδελφής Μακρίνης" διάλογο του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης
10. Το ενοχικό υπόβαθρο μιας εκτρώσεως
11. Μία ακούσια αμαρτία, πόσο "ακούσια" είναι;
12. Το άγχος υπό το πρίσμα της χριστιανικής ανθρωπολογίας
13. Προλεγόμενα στην αυτοκτονία
14. Ο Ηλίας ο Μέγας ως σύμβολο μυστικής Θεολογίας


Μία ἀκούσια ἁμαρτία πόσο «ἀκούσια» εἶναι; 

Γιατί κλαίει ο Αδάμ; «Παράδεισε μου,  Παράδεισε, θαυμαστέ μου Παράδεισε»
Γιατί κλαίει ο Αδάμ; «Παράδεισε μου, 
Παράδεισε, θαυμαστέ μου Παράδεισε»

Ἰωάν, Κορναράκη (†), Καθηγ. Παν/μίου Ἀθηνῶν
«Ψυχοδυναμικὰ δρώμενα στὴν πορεία τῆς ἁγιότητος», 
ἐκδ. Τῆνος, Ἀθῆναι 2010, σελ. 220-224 ἠλ. στοιχ. «ΧΡ. ΒΙΒΛ.»

Συχνὰ ἔχουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τὴν ἐμπειρία μίας ἀκούσιας ἁμαρτίας. Καὶ βέβαια κάθε ἐξομολόγος-πνευματικὸς πατέρας ἀκούει πολὺ συχνά, σχεδὸν σὲ κάθε ἐξομολόγηση, τὴ διαβεβαίωση ἢ τὸν ἰσχυρισμὸ τοῦ ἐξομολογούμενου γιὰ τὸ ἀθέλητο μιᾶς ἁμαρτίας του:

–Σᾶς διαβεβαιώνω εἰλικρινῶς. πάτερ μου, ὅτι αὐτὴ ἡ ἁμαρτία μου ἔγινε χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθῶ. Ἐντελῶς ἀκούσια χωρὶς νὰ εἶναι στὴ βούλησή μου ἢ στὴν σκέψη μου νὰ τὴν κάνω.

Πόσο εἰλικρινὴς ἢ τουλάχιστον σίγουρη μπορεῖ νὰ εἶναι μία τέτοια διαβεβαίωση καὶ πόσο ἀληθινὸς ἕνας τέτοιος ἰσχυρισμός;

Ἕνα βιβλικὸ ἐπιχείρημα γιὰ τὸν ἀκούσιο χαρακτήρα πολλῶν ἁμαρτιῶν μας εἶναι ἀσφαλῶς τὸ ἕβδομο κεφάλαιο τῆς πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ἐκεῖ ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν ἐκθέτει σὲ ἁδρὲς γραμμὲς τὸν ἀντιφατικὸ (συγκρουσιακὸ) χαρακτήρα τῆς λειτουργίας τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, κατὰ τὴ σχέση της, ἀφ' ἑνὸς μὲν μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ἀφ' ἑτέρου δὲ μὲ τὴν «οἰκοῦσαν» σ᾽ αὐτὴν ἁμαρτία. «ὃ γὰρ κατεργάζομαι οὐ γινώσκω· οὐ γὰρ ὃ θέλω τοῦτο πράσσω, ἀλλ' ὃ μισῶ τοῦτο ποιῶ… νυνὶ δὲ οὐκέτι ἐγὼ κατεργάζομαι αὐτό, ἀλλ' ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοὶ ἁμαρτία… οὐ γὰρ ὃ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ᾿ ὃ οὐ θέλω κακὸν τοῦτο πράσσω. εἰ δὲ ὃ οὐ θέλω ἐγὼ τοῦτο ποιῶ, οὐκέτι ἐγὼ κατεργάζομαι αὐτό, ἀλλ᾿ ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοὶ ἁμαρτία» (Ρωμ. ζ' 15·17·19-20).

Ὁπωσδήποτε ὑπάρχουν ἀκούσιες ἁμαρτίες. Κάποιες αἰφνίδιες πειρασμικὲς προσβολὲς ἢ κάποιες ἀπρόβλεπτες καταστάσεις, στὴ ροὴ τῆς καθημερινότητας καὶ τῶν ποικίλων μορφῶν τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων, μπορεῖ νὰ εἶναι, τουλάχιστον φαινομενικῶς, ὑπεύθυνοι παράγοντες μιᾶς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία διαπράττεται ἀκουσίως.

Ἐν τούτοις, ἀπὸ κάποια ἄλλη ἄποψη θεωρούμενο, τὸ ἀθέλητο καὶ ἀκούσιο μιᾶς ἁμαρτίας, φαίνεται νὰ ἀποτελεῖ ἐπικίνδυνο πρόβλημα γιὰ τὴ νηπτικὴ συνείδηση τοῦ πνευματικοῦ ἀγωνιστοῦ. Ὁ κίνδυνος, ποὺ ἐλλοχεύει στὸ πρόβλημα αὐτό, σχετίζεται ἄμεσα μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, συχνὰ μόνοι κριτὲς τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀποφαινόμαστε, μὲ κάθε «εἰλικρίνεια», γιὰ τὸ ἀθέλητο μίας παρεκτροπῆς μας, μίας πτώσεώς μας, ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ λογισμοῦ ἢ μίας ἀσυμβίβαστης, μὲ τὸ ἐπίπεδο τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, ἐπιθυμίας.

Ἐμεῖς κρίνουμε τὶς σκέψεις καὶ τὶς πράξεις τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ βεβαιώνουμε τὸν ἑαυτό μας γιὰ τὸ ἀκούσιο μιᾶς ἁμαρτίας μας. Ἐξ ἄλλου, ἐφ᾽ ὅσον ἐμεῖς εἴμαστε πεπεισμένοι, «καλῇ τῇ πίστει», βεβαιώνουμε, μὲ τὴ σχετικὴ ἐπιχειρηματολογία μας, καὶ τοὺς ἄλλους καὶ μάλιστα τὸν πνευματικό μας γιὰ τὸ ἀκούσιο αὐτό!

–Πάτερ μου, τί νὰ σᾶς πῶ· ἀπόρησα μὲ τὸν ἑαυτό μου! Ἦταν σὰν νὰ ἔφυγε ὁ ἑαυτός μου ἀπὸ τὰ χέρια μου καὶ ἔκανα κάτι ποὺ δὲν γνώριζα καὶ ποὺ δὲν ἦταν τῆς δικῆς μου ἐπιλογῆς, δὲν τὸ ἤθελα!

Ὁ Μ. Βασίλειος, σὲ τέτοιους ἰσχυρισμοὺς γιὰ τὸ ἀκούσιο μιᾶς ἁμαρτίας, θὰ παρατηρήσει· «Αὐτὸς ποὺ ὠθεῖται χωρὶς νὰ τὸ θέλει ἀπὸ κάποια ἁμαρτία, πρέπει νὰ γνωρίζει, ὅτι, μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμή, ἦταν αἰχμάλωτος σὲ κάποια ἄλλη, προϋπάρχουσα μέσα του ἁμαρτία, στὴν ὁποία θεληματικὰ δούλευε καὶ τώρα ἀπὸ αὐτὴ τὴν προϋπάρχουσα ἁμαρτία ἕλκεται καὶ σύρεται καὶ σ' αὐτὰ ποὺ δὲν θέλει» (P.G. 31, 741).

Ἡ παρατήρηση αὐτὴ τοῦ Μ. Βασιλείου κλονίζει τὰ θεμέλια κάθε ἰσχυρισμοῦ γιὰ τὸ ἀθέλητο μιᾶς ἁμαρτίας, ἐπειδὴ δημιουργεῖ ἀμφιβολία κατὰ πόσο μία θεωρούμενη ὡς ἀκούσια ἁμαρτία εἶναι καὶ ὄντως ἀκούσια! Ἑπομένως πῶς νὰ εἶσαι πάντοτε σίγουρος ὅτι οἱ ἀκούσιες ἁμαρτίες σου εἶναι πραγματικὰ ἀκούσιες καὶ δὲν εἶναι φυσιολογικὰ ἐκβλαστήματα προϋπαρχούσης καὶ ἤδη ἑκουσίως διαπραττόμενης ἁμαρτίας»; Ὄντως· «παραπτώματα τίς συνήσει;» (Ψαλμ. ΙΗ' 13).

Ὁ πατερικὸς ἐν τούτοις ἄνθρωπος λύνει τὸ πρόβλημα αὐτὸ μὲ μία ἁγιοπνευματικὴ ὑπέρβαση τῆς ἐπιχειρηματολογίας τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἑαυτοῦ του. Ἐπειδὴ γνωρίζει τὸν κίνδυνο, ποὺ μπορεῖ νὰ ἐλλοχεύει σὲ μία τέτοια (ὁποιαδήποτε) ἐπιχειρηματολογία, γιὰ τὸν ἀκούσιο χαρακτήρα κάποιων ἁμαρτιῶν του, ὑπερφαλαγγίζει τὸν κίνδυνο αὐτὸ μὲ τὴν σταθερὴ ἀποδοχὴ (παντοῦ καὶ πάντοτε) τῆς ἀπόλυτης προσωπικῆς του ἁμαρτωλότητος, ὡς τῆς φυσικῆς καταστάσεως τῆς πνευματικῆς του ζωῆς.

Πιστεύει δηλαδὴ μὲ τρόπο ἀπόλυτο, μὴ ἀποδεχόμενο ἀμφισβήτηση, ὅτι εἶναι ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ γεννήθηκαν καὶ ἔζησαν ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ ἑξῆς ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ζοῦν μέχρι τὴ στιγμή, ποὺ ἐκεῖνος βιώνει τὴν προσωπική του ἁμαρτωλότητα!

Ἡ ἁμαρτητικὴ τοῦ αὐτὴ αὐτοσυνειδησία ἐκφράζεται μὲ τὴ νοηματικὴ καθαρότητα καὶ χαρισματικὴ διαύγεια τῶν τροπαρίων τοῦ Μ. Κανόνος τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης, ποὺ ταιριάζει  ἐξ ἄλλου στὴν παύλεια ὁμολογία· «ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ» (Α' Τιμ. α' 15).

«Οὐ γέγονεν ἐν τῷ βίῳ ἁμάρτημα οὐδὲ πρᾶξις οὐδὲ κακία, ἣν ἐγὼ Σωτὴρ οὐκ ἐπλημμέλησα, κατὰ νοῦν καὶ λόγον καὶ προαίρεσιν, καὶ θέσει, καὶ γνώμῃ, καὶ πράξει ἐξαμαρτήσας, ὡς ἄλλος οὐδεὶς πώποτε».

«Ἐὰν ἐρευνήσω μου τὰ ἔργα Σωτὴρ ἅπαντα ἄνθρωπον ὑπερβάντα ἐμαυτὸν ὁρῶ ταῖς ἁμαρτίαις, ὅτι ἐν γνώσει φρενῶν ἥμαρτον οὐκ ἀγνοίᾳ».

«Προσπίπτω σοι, καὶ προσάγω σοι, ὥσπερ δάκρυα τὰ ρήματά μου. Ἥμαρτον ὡς ἥμαρτε πόρνη, καὶ ἀνόμησα ὡς ἄλλος οὐδεὶς ἐπὶ τῆς γῆς»!

Μὲ τὸ φρόνημα αὐτὸ τῆς ἀπόλυτης προσωπικῆς του ἁμαρτωλότητος, ὁ πατερικὸς ἄνθρωπος καθαρίζει τὸν ἐσωτερικὸ ψυχικό του κόσμο μὲ τὴ σιγουριὰ τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἀπαλλάσσεται ἀπὸ ἄσκοπους ἀλλὰ καὶ ἐπικίνδυνους προβληματισμούς, ποὺ συσκοτίζουν ἀντὶ νὰ διαφωτίζουν τὸ πρόβλημα τῆς ψυχικῆς του καθαρότητος.

Ἔπειτα γνωρίζει καλὰ ὅτι, μέσα στὸν ἀβυσσώδη ἐσωτερικό του κόσμο, μόνο τὸ μάτι τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ διεισδύει ἐρευνητικὰ καὶ νὰ φωτίζει τὴν πραγματικότητα τῆς προσωπικῆς του ἁμαρτωλότητος· «Αὐτὸς γὰρ γινώσκει τὰ κρύφια της καρδίας» (Ψαλμ. ΜΓ' 22).

Ὄντως! Κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, μόνο ὁ Θεὸς βλέπει ὅ,τι ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας. Αὐτὸς βλέπει καὶ δικαίως κρίνει ὅλες τὶς πράξεις τῶν ἀνθρώπων. Καὶ μάλιστα «τὸ ἀφανὲς κίνημα τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ἀόρατον ὁρμήν»! Ἐκεῖνος μόνο κατανοεῖ τὶς αἰτίες καὶ τοὺς λόγους αὐτῶν τῶν ἀφανῶν κινήσεων τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ «τὸ παντὸς πράγματος προεπινοούμενον τέλος» (P.G. 91,713).

Ἀλήθεια! Μία κατὰ τὴ δική μας κρίση, ἀκούσια ἁμαρτία πόσο ἀκούσια μπορεῖ νὰ εἶναι κατὰ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ;
by Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr
Ο Ιωάννης Κορναράκης (1926-2013) ήταν Έλληνας θεολόγος, Ομότιμος Καθηγητής Ποιμαντικής Ψυχολογίας και Εξομολογητικής Πανεπιστημίου Αθηνών και εκκλησιαστικός συγγραφέας.

Γεννήθηκε το 1926 στον Πειραιά. Αφού ολοκλήρωσε την βασική του εκπαίδευση σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ συνέχισε με σπουδές ψυχοπαθολογίας και θεραπευτικών κλινικών εφαρμογών στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Ίνσμπρουκ στην Αυστρία. Στη συνέχεια, σπούδασε Χριστιανική Παιδαγωγική και Ποιμαντική στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου και Ψυχολογία του Βάθους στην Ρωμαιοκαθολική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μύνστερ.

Το 1960 έγινε διδάκτορας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με την διατριβή «Η βίωσις του πάθους κατά την διδασκαλίαν της Αγίας Γραφής», ενώ το 1966 με την εργασία «Η νεύρωσις ως αδαμικόν πλέγμα. Συμβολή εις την Ποιμαντικήν Θεολογίαν», εξελέγη υφηγητής. Το 1968 ορίστηκε εντεταλμένος υφηγητής και το 1974 τακτικός καθηγητής στην έδρα της Ποιμαντικής Ψυχολογίας. Τέσσερα χρόνια μετά, το 1978 εξελέγη τακτικός καθηγητής στην ίδια έδρα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διδάσκοντας και Εξομολογητική. Αποχώρησε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1993, όταν έγινε ομότιμος καθηγητής. Απεβίωσε στις 12 Ιουλίου 2013 στην Αθήνα.

Έγραψε αρκετά έργα σχετικά με το πεδίο εργασίας του. Μεταξύ αυτών:
  • Η ανθρώπινη κραυγή, 1979
  • Το πρόβλημα των σχέσεων, 1986
  • Βιβλικά ψυχογραφήματα, 1986
  • Η κρίση της μονοθεΐας, 1991
  • Εγχειρίδιον ποιμαντικής ψυχολογίας, 1993
  • Ταρσώ, 2004
  • Ψυχολογία και πνευματική ζωή, 2010
  • Στοιχεία νηπτικής ψυχολογίας, 2010
  • Σχιζοφρένια ή ασκητισμός;, 2012
«ΕΚΠΑ: Θεολογική Σχολή - Τμήμα Θεολογίας - Διατελέσαντα Μέλη ΔΕΠ».
«Ομότιμοι Καθηγητές Θεολογικής Σχολής». Επετηρίδα Πανεπιστημιακών Ετών 2012-2013 (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών): σ. 275. 2015.

Δείτε σχετικά:












ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ 
Η δύναμη της προσευχής στη ζωή μας
Η αδιάλειπτη ιερατική Λειτουργία του ανθρώπινου νου
Ο μύθος της ψυχοθεραπείας
Ο σχιζοφρενικός χαρακτήρας του εγωκεντρισμού
Η ένοχη συνείδηση ως πρόβλημα της υπάρξεως
Χριστιανισμός και Φροϋδισμός (μέρος 3ο)
Το ασυνείδητο αφετηρία της πνευματικής ζωής
«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε...!»
Από το είδωλο στο είδωλο
Ο Χριστός ο μεγάλος άγνωστος

Άρθρα
Δεν την έπιαναν οι σφαίρες! Θαυμαστές Διηγήσεις
Ο Ιούδας στην υμνογραφία των Παθών του Κυρίου
Ανάπαυση μέσα στο μόχθο... !
Η κοινωνική φύση της ασκητικής ησυχίας.
Για μια ανήσυχη ησυχία...!
Από το είδωλο στο είδωλο (Μυθοποίηση της απομυθεύσεως)
«Εν τω ονόματι του Ιησού…»
Κυνηγώντας τον βάτραχο…στο φως της νήψεως
Η δυνατότητα της απελευθερώσεως του σαρκικού ανθρώπου από τα δεσμά της δαιμονικής βίας ως πρόβλημα αυτογνωσίας
Το σύμπλεγμα της δαιμονικής δουλείας του σαρκικού ανθρώπουΤο πρόσωπο της δαιμονικής βίας
Η έσχατη βία· ο θάνατος!
Ναοδομία του ανθρώπινου προσώπου
«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε…!»
«Δος αίμα και λάβε πνεύμα»!
Η αδιάλειπτη ιερατική Λειτουργία του ανθρώπινου νου
Η «Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών»Μοναχισμός νήψις & ησυχία
Η δύναμη της προσευχής στη ζωή μας
Μπροστά στον εαυτό μας..! Ψυχολογία - Ψυχιατρική
Ο Ηλίας ο Μέγας ως σύμβολο Μυστικής Θεολογίας
Μεταξύ αλήθειας και αρετής
Χριστιανισμός και Φροϋδισμός (μέρος 3ο)
Ο μύθος της ψυχοθεραπείας
Ο σχιζοφρενικός χαρακτήρας του εγωκεντρισμούΑφιερώματα
Χριστιανισμός και Φροϋδισμός (μέρος 2ο)
Χριστιανισμός και Φροϋδισμός (μέρος 1ο)
«Εν τω ονόματι του Ιησού…»
Διαφάνεια ή ψευδαίσθηση;
Η αδιάλειπτη ιερατική Λειτουργία του ανθρώπινου νου
Η ασκητική ερήμωση του ασυνειδήτου - Ψυχολογία - Ψυχιατρική
Η προσωπικότητα του πονηρού λογισμού
Η δαιμονική τελεσιουργία ως «λειτουργία προσώπου»
Αυτογνωσία και ετερογνωσία
Το μεγάλο μυστικό…!
Η πτώση του ανθρώπου ως δαιμονική τελεσιουργία..!
Το «αξεσουάρ»… «αυτό»
Η ένοχη συνείδηση ως πρόβλημα της υπάρξεως
Το ασυνείδητο αφετηρία της πνευματικής ζωής


Δεν υπάρχουν σχόλια: