Ενώ τα παραδοσιακά κάλαντα αναγγέλλουν τη Γέννηση ως ελπίδα, εδώ η Γέννηση ταυτίζεται με τον διωγμό και τον φόβο.
Τα «Κάλαντα» των Active Member (B.D. Foxmoor) αποτελούν μια σκοτεινή, κοινωνικοπολιτική παραλλαγή των παραδοσιακών χριστουγεννιάτικων καλάντων. Το κομμάτι χρησιμοποιεί τη θρησκευτική συμβολική για να ασκήσει δριμεία κριτική στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, την παθητικότητα του ατόμου και την επικράτηση του φόβου.
Ακολουθεί η ανάλυση των βασικών αξόνων του τραγουδιού:
1. Η Αντιστροφή των Συμβόλων
Ενώ τα παραδοσιακά κάλαντα αναγγέλλουν τη Γέννηση ως ελπίδα, εδώ η Γέννηση ταυτίζεται με τον διωγμό και τον φόβο.
Το «Αρχοντικό»: Δεν είναι πλέον ο χώρος της φιλοξενίας, αλλά μια φυλακή. Συμβολίζει την εσωτερική απομόνωση του ανθρώπου («αυτοέγκλειστος») και την προσκόλληση στα υλικά αγαθά που τον εγκλωβίζουν.
Οι Μάγοι: Στο τραγούδι έχουν χάσει το άστρο τους ή έχουν γίνει «ταγοί της λογικής», υποδηλώνοντας την απώλεια του οράματος, της πνευματικότητας και της επαναστατικότητας της νιότης.
2. Η Κριτική στην «Κανονικότητα» και τον Φόβο
Το τραγούδι κυκλοφόρησε μέσα στην περίοδο της πανδημίας (2020), γεγονός που εξηγεί τις αναφορές σε:
«Νέα κανονικότητα»: Η κριτική εστιάζει στην ευκολία με την οποία ο άνθρωπος αποδέχτηκε τον περιορισμό και τη σιωπή («βουβών τη πόλη»).
Ο «Ανέπαφος» άνθρωπος: Μια λέξη με διπλή σημασία... από τη μία η τεχνολογική ευκολία και η αποστείρωση, από την άλλη η έλλειψη ουσιαστικής ανθρώπινης επαφής και ενσυναίσθησης.
Συμμόρφωση: Ο άνθρωπος περιγράφεται ως «συμμορφωμένος μύστης», κάποιος που ακολουθεί οδηγίες χωρίς να κρίνει, δίνοντας προτεραιότητα στον «μισθό» και την ασφάλεια έναντι της ελευθερίας.
3. Η Δίκη του Στοχασμού
Ο στίχος «απόψε που δικάζεται ο στοχασμός σου» είναι κεντρικός. Ο δημιουργός υποστηρίζει ότι η κριτική σκέψη βρίσκεται υπό διωγμό. Το «ψέμα» είναι πλέον ισχυρότερο από την αλήθεια («κραυγή του κεραυνού»), και η ψυχρή λογική έχει «λαβώσει» το συναίσθημα και τη διαίσθηση.
4. Η Θέση του Δημιουργού (B.D. Foxmoor)
Στο τέλος, ο αφηγητής παίρνει θέση: «Δυστυχώς είμαι αδερφός σου»: Αναγνωρίζει την κοινή μοίρα, αλλά διαφοροποιείται.
Το «Μαχαίρι» και η «Φάτνη»: Προτιμά την πνευματική αναζήτηση, ακόμα κι αν είναι επίπονη ή περιθωριακή («μάγος που ψάχνει αλόγων φάτνη»), παρά τη συμβίωση με τους «Δραγουμάνους της ντροπής» (μεσολαβητές της εξουσίας, προδότες).
Τα Κάλαντα των Active Member είναι ένα μανιφέστο αφύπνισης. Χρησιμοποιεί τη μελαγχολική ατμόσφαιρα των γιορτών για να υπογραμμίσει την αντίφαση ανάμεσα στο μήνυμα της αγάπης και τη ζοφερή πραγματικότητα της κοινωνικής αποξένωσης. Είναι μια πρόσκληση να ξαναβρεί ο άνθρωπος το «άστρο» του, αρνούμενος τον ρόλο του παθητικού θεατή στην ίδια του τη ζωή.
🔔 Τα Κάλαντα των Χριστουγέννων των Active Member - Καλήν εσπέραν, άνθρωπε
Παραγωγή και μίξη: B.D.Foxmoor. Στίχοι και παρουσίαση:
B.D.Foxmoor & Sadahzinia. Hχογραφήθηκε στην Ξηρονομή*
(στη 2η καραντίνα). Σχέδιο: Πάνος Πενταρίτσας. Talkback 2020
Καλήν εσπέραν, άρχοντες κι αρχίζει ο διωγμός σας.
Πάνω στη θεία Γέννηση, θα μπουν στο αρχοντικό σας.
Φόβος πλανάται σήμερον εις των βουβών τη πόλη.
Οι πονηροί αγάλλονται πενθεί η φύσις όλη.
Καλήν εσπέραν, άνθρωπε⋅
απόψε που δικάζεται ο στοχασμός σου,
φυλακή έγινε το αρχοντικό σου.
Οι μακελάρηδες πουλάνε το θάνατο παντού.
Της νιότης σου οι μάγοι έχασαν το άστρο του ουρανού.
Καλήν εσπέραν, άνθρωπε, φύτρα του πόνου,
της αλήθειας πρεσβευτή κι ενός λόγου νοσογόνου.
Παροπλισμένη δύναμη της Μνημοσύνης,
τροβαδούρε της αγάπης, κεραστή της οδύνης.
Η γέννα που περιμένεις να σε φτερώσει,
θα σε στοιχειώσει, άπλερε, θα σε σταχτώσει.
Άλλο ένα δώρο από το νεκρομάντη σου.
Στα ψηλά δε θα βρεις ποτέ το αγνάντι σου.
Ειρωνευόσουν σε κάθε κατηγόρια μας,
σε κάθε βέβαιο και πικρό καημό της φτώχειας μας.
Χαμοπετούσες στο άδικο, κατήγορος αδιάκοπος.
Αναβαθμίστηκες, ο ανέπαφος είσαι άνθρωπος.
Αυτοέγκλειστος, συμμορφωμένος μύστης
και τούτο άξιον εστί, η των ποιμένων πίστις.
Της νιότης μας οι μάγοι, της λογικής γίναν ταγοί.
Άστρον λαμπρό, κάπου αλλού τους οδηγεί.
Καλήν εσπέραν, άνθρωπε αν είναι ο ορισμός σου,
φόβου τη μαύρη γέννηση να πω στο αρχοντικό σου.
Καλήν εσπέραν, άνθρωπε, αρχίζει ο διωγμός σου.
Απόψε που δικάζεται ο στοχασμός σου,
βρήκε, απάγκιασε ο φόβος μες στο μυαλό σου.
Φυλακή έγινε το αρχοντικό σου.
Οι μακελάρηδες πουλάνε το θάνατο παντού.
Πιο δυνατό είναι το ψέμα απ’ την κραυγή του κεραυνού.
Της λογικής η κόγχη, λάβωσε βαριά το νου.
Της νιότης σου οι μάγοι έχασαν το άστρο του ουρανού.
Πόσο ανούσια πια η διαδρομή σου,
στη νέα σου κανονικότητα, άντε βυθίσου,
Αφήσου στη λογική του παραλογισμού σου,
ο πάσχων νους σου, διαίρει και βασίλευε, το ατού σου.
Στην ατζέντα περιλαμβάνονται οδηγίες
γι’ αυτό αχνοφέγγουνε στα μάτια σου οι μεσσίες.
Θα σε παιδέψω⋅ όσα αρνήθηκες, θα τα γυρέψω.
Όσα ημερεύουν μέσα σου, θα τ’ αγριέψω.
Καλήν εσπέρα, άνθρωπε! Ποιος είναι ο προορισμός σου;
Είναι ο μισθός σου, o βασιλεύς των οργασμών σου;
Τι έχεις μπρος σου; Κι έχεις το μίσος πλοηγό σου.
Αν φεγγάρι είσαι ορφανό, πού είναι το φως σου;
Δυστυχώς, είμαι αδερφός σου. Μόνο που εγώ βλέπω το αστέρι,
κι αν χρειαστεί θα ξαναβγάλω το μαχαίρι.
Προτιμώ να ‘μαι μάγος που ψάχνει αλόγων φάτνη
Παρά να με κολακεύουν της ντροπής οι Δραγουμάνοι.
Καλήν εσπέραν, άνθρωπε, αρχίζει ο διωγμός σου.
Απόψε που δικάζεται ο στοχασμός σου,
βρήκε, απάγκιασε ο φόβος μες στο μυαλό σου.
Φυλακή έγινε το αρχοντικό σου.
Οι μακελάρηδες πουλάνε το θάνατο παντού.
Πιο δυνατό είναι το ψέμα απ’ την κραυγή του κεραυνού.
Της λογικής η κόγχη, λάβωσε βαριά το νου.
Της νιότης σου οι μάγοι έχασαν το άστρο του ουρανού.
Φόβος πλανάται σήμερον εις των βουβών τη πόλη,
οι πονηροί αγάλλονται, πενθεί η φύσις όλη. 👇
ACTIVE MEMBER - Της λευτεριάς παραλογή
Το τραγούδι «Της λευτεριάς παραλογή» των Active Member (σε στίχους του B.D. Foxmoor) αποτελεί μια βαθιά υπαρξιακή και κοινωνική κριτική πάνω στην έννοια της ελευθερίας, της απάθειας και της ιστορικής ευθύνης.
Ακολουθεί μια ανάλυση των βασικών αξόνων του κομματιού:
1. Ο Τίτλος: «Παραλογή»
Η λέξη παραλογή παραπέμπει στα δημοτικά αφηγηματικά τραγούδια που έχουν έντονο το δραματικό και το εξωπραγματικό στοιχείο. Εδώ, η ελευθερία αντιμετωπίζεται ως ένας θρύλος ή μια τραγωδία που επαναλαμβάνεται, υπογραμμίζοντας τη διαχρονικότητα των παθημάτων του λαού.
2. Η Κριτική στην Αδράνεια και τον Φόβο
Ο ποιητής απευθύνεται σε έναν «αδερφό» (τον σύγχρονο άνθρωπο ή τον αγωνιστή που λύγισε).
3. Η Παρερμηνεία της Ελευθερίας
Ένα κεντρικό ερώτημα του στίχου είναι γιατί η ελευθερία, από «σημαδούρι» ελπίδας, κατέληξε να φαντάζει ως «λίθος ασήκωτος». Η ελευθερία απαιτεί ευθύνη και πνευματικό κόπο. Για τον εξασθενημένο άνθρωπο, αυτή η ευθύνη είναι βάρος, και ο «βοριάς» (οι δυσκολίες) τον τρομάζει αντί να τον ατσαλώνει.
4. Η Σκοτεινή Πραγματικότητα
«Οι άγγελοι παραθερίζουνε πια στην κόλαση»: Μια ισχυρή εικόνα που δείχνει την απόλυτη ηθική κατάπτωση. Το καλό έχει αποσυρθεί ή έχει διαφθαρεί.
Οι «αξύπνητοι»: Περιγράφει μια κοινωνία που μοχθεί («ιδρωκοπούν») όχι για την πρόοδο, αλλά για να συντηρήσει τους φόβους της. Οι άνθρωποι επιστρέφουν με «μαύρα πανιά», ηττημένοι από την ίδια τους την απραξία.
5. Το Προσωπικό Παράπονο και ο Διχασμός
Στο τέλος, ο στίχος γίνεται πιο προσωπικός. Ο αφηγητής νιώθει ξένος («καλά καλά δεν ξέρεις ποιο έχω παρανόμι»).
Η προδοσία: Η αναφορά στη «δεύτερη λαλιά του πετεινού» παραπέμπει στην άρνηση του Πέτρου προς τον Χριστό, υπονοώντας μια προδοσία ιδανικών.
Ο Διχασμός: Θέτει το καίριο ερώτημα: γιατί οι «ακάματοι» (αυτοί που έχουν τη δύναμη να παλέψουν) επιλέγουν τον διχασμό και γιατί οι «άπραγοι» επιλέγουν την ψευδαίσθηση της ασφάλειας.
Το κομμάτι είναι ένα προσκλητήριο αφύπνισης. Στηλιτεύει τον «βολεμένο» άνθρωπο που προτιμά το σκοτάδι και την ασφάλεια της υποταγής από το άγριο φως της ελευθερίας. Η «μαυράδα» προειδοποιεί, αν βρει χώρο, γίνεται «αιώνιο καψόνι» – μια μόνιμη κατάσταση τιμωρίας και σκλαβιάς.
2. Η Κριτική στην Αδράνεια και τον Φόβο
Ο ποιητής απευθύνεται σε έναν «αδερφό» (τον σύγχρονο άνθρωπο ή τον αγωνιστή που λύγισε).
3. Η Παρερμηνεία της Ελευθερίας
Ένα κεντρικό ερώτημα του στίχου είναι γιατί η ελευθερία, από «σημαδούρι» ελπίδας, κατέληξε να φαντάζει ως «λίθος ασήκωτος». Η ελευθερία απαιτεί ευθύνη και πνευματικό κόπο. Για τον εξασθενημένο άνθρωπο, αυτή η ευθύνη είναι βάρος, και ο «βοριάς» (οι δυσκολίες) τον τρομάζει αντί να τον ατσαλώνει.
4. Η Σκοτεινή Πραγματικότητα
«Οι άγγελοι παραθερίζουνε πια στην κόλαση»: Μια ισχυρή εικόνα που δείχνει την απόλυτη ηθική κατάπτωση. Το καλό έχει αποσυρθεί ή έχει διαφθαρεί.
Οι «αξύπνητοι»: Περιγράφει μια κοινωνία που μοχθεί («ιδρωκοπούν») όχι για την πρόοδο, αλλά για να συντηρήσει τους φόβους της. Οι άνθρωποι επιστρέφουν με «μαύρα πανιά», ηττημένοι από την ίδια τους την απραξία.
5. Το Προσωπικό Παράπονο και ο Διχασμός
Στο τέλος, ο στίχος γίνεται πιο προσωπικός. Ο αφηγητής νιώθει ξένος («καλά καλά δεν ξέρεις ποιο έχω παρανόμι»).
Η προδοσία: Η αναφορά στη «δεύτερη λαλιά του πετεινού» παραπέμπει στην άρνηση του Πέτρου προς τον Χριστό, υπονοώντας μια προδοσία ιδανικών.
Ο Διχασμός: Θέτει το καίριο ερώτημα: γιατί οι «ακάματοι» (αυτοί που έχουν τη δύναμη να παλέψουν) επιλέγουν τον διχασμό και γιατί οι «άπραγοι» επιλέγουν την ψευδαίσθηση της ασφάλειας.
Το κομμάτι είναι ένα προσκλητήριο αφύπνισης. Στηλιτεύει τον «βολεμένο» άνθρωπο που προτιμά το σκοτάδι και την ασφάλεια της υποταγής από το άγριο φως της ελευθερίας. Η «μαυράδα» προειδοποιεί, αν βρει χώρο, γίνεται «αιώνιο καψόνι» – μια μόνιμη κατάσταση τιμωρίας και σκλαβιάς.
Το τελευταίο τραγούδι για το 2020. Μια παραλογή 13 λεπτών,156 στίχων και 1300 λέξεων. Πιο δύσκολο κι αντιεμπορικό δε γίνεται.
official audio (13' διάρκεια, 156 στίχοι, 1300 λέξεις)
Παραγωγή, στίχοι, παρουσίαση, ηχοληψία & μίξη: B.D.Foxmoor.Ηχογραφήθηκε στο πόδι, στη βεράντα στη Ξηρονομή*. Talkback 2020
Πού γέρνεις αδερφέ μου; Πού αναπαύεται η οργή σου;
Στης ντροπής, ούτε που κοντοστάθηκες το πρώτο το σκαλί.
Αιώνες τώρα, εκεί που φτύνεις είναι γη σου
κι έχουν τη μυρωδιά των άταφων νεκρών οι ντροπαλοί.
Τον ορίζοντα που κοιτάς, δε τον ζωγράφισε ανθρώπου χέρι,
ούτε η βροχή έκανε χώρο στον ήλιο για μια δράκα στάρι.
Ούτε η αγάπη μέριασε, για λίγο αντίδωρο κι ένα αγιοκέρι.
Ούτε το δάκρυ ζήλεψε φυλακισμένη μέλισσα σε κεχριμπάρι.
Από τα γεννοφάσκια σου, βαριές ευχές σε στόλιζαν
για να μη λείπει ποτέ η φωτιά απ' το περίγραμμα σου.
Τύχη σε γιόμιζαν, ξέραν που τόξευαν κι όλα όσα ξόρκιζαν
για να ‘χεις παραβλάσταρο το φόβο και πίκραμα σου.
Κι η λευτεριά σου, των αδούλωτων το μόνο σημαδούρι,
πώς και σου φάνταζε λίθος ασήκωτος του λογισμού;
Πώς και σε τρόμαζε ο βοριάς σκίζοντας σου το ανεμούρι
κι ο ήχος του νερού, στη στενοποριά του ποταμού;
Μάλλον κάποιος δεν πρόκαμε ν' αποσώσει την ευχή του.
Δε σου εξήγησε πως τα επιμύθια δε ‘ναι για χόρταση
πως το σκοτάδι χρωστάει στην αμφιλύκη την ατίμωσή του
κι ότι οι άγγελοι παραθερίζουνε πια στην κόλαση.
Τριγύρω σου οι αξύπνητοι ιδρωκοπούν για σένα.
Διαρκώς μαζεύουνε, φόβους στα πόδια σου αποθέτουνε.
Σε κάθε επιστροφή τους έχουν τα μαύρα τα πανιά κατεβασμένα.
Θρασεύουνε, όλο και πιο πολύ σε ξεπαστρεύουνε.
Τώρα σου απόμεινε των καιρών η σκοτεινιασμένη όψη.
Το νεκροκέρι που βαστάς είναι δικό σου ψώνι.
Οι παραστάτες φυλακάτορες σ΄έχουν πετσοκόψει.
Αν βρει η μαυράδα απλοχωριά, αιώνιο γίνεται καψόνι.
Εμείς οι δυό, πώς και βρεθήκαμε στην ίδια λόχμη;
Κάθε ανάσα μου τους μοιάζει αντιμιλιά,
Καλά καλά δε ξέρεις ποιο έχω παρανόμι
Γιατί είχες φύγει πριν του πετεινού τη δεύτερη λαλιά.
Κι είχα τόσα να σε ρωτήσω
Πού κρυφτήκανε τα όνειρα που ξεχειλίζανε την πλάση;
Στο βυθό της σκέψης μου λύπες γιατί σωριάζονται;
Πώς κι η λιόντισσα ψυχή σας τόσο καλά τα ‘χει ζυγιάσει;
Γιατί οι ακάματοι, αγριάρμενοι, λατρεύουν να διχάζονται;
Γιατί του χρόνου οι άπραγοι διαβάτες την ασφάλεια διαλέγουν;
Κι εμάς, γιατί της λευτεριάς προαιώνιοι πόθοι μας θεριεύουν;
Γιατί οι θλιμμένοι στους γελαστούς πάντα αντιλέγουν;
Και γιατί οι πονηροί, οι τωρινοί, τη μνήμη μας κουρσεύουν;
Μπορώ να σε ρωτάω μέρες, χωρίς μια απάντηση να πάρω.
Μόνη μου δικαίωση η βουβαμάρα και των ματιών σου το χαμήλωμα.
Ξέρεις πως το ‘χω εύκολο να σε κοντράρω, να σε σοκάρω,
αρνούμαι όμως στην ιερά σινδόνη σου να γίνω αποτύπωμα.
Ο άνθρωπος ο ελευθερόστομος ποτέ δεν ειρηνεύει.
Πολλές φορές θρηνεί όσους γλυτώσανε από σας κι από το θάνατο.
Στα λεύτερα διαλείμματά σου δεν καθρεφτίζεται, δε χωρατεύει.
Δρομάρι δεν ανέχεται, ζει στο αμετάβλητο και στο απαράβατο.
Γίνεται ρείθρο βαθύ κι η φωνή της πέρα άκρης.
Σιωπή κλειστού κουκουναριού και στουρναρόπετρα συνάμα.
Θεογονίας ευωδιά, χυμός αμπελιού της Άσκρης.
Ξέχειλη λήκυθος απ’ της ελιάς το επίγειο θάμα.
Τη στερνή μέρα του φόβου προσδοκάει με υπομονή
και στη μυλόπετρα του χρόνου αλέθει όλες τις χαρές του.
Γίνεται θυμάδα μπαρουτιού κι ωδή στην επικούρεια ηδονή.
Δεν τον βρίσκει χαραμέρι μ’ άλυτες τις διαφορές του.
Όπου το απόσκιο κεραμώνει, νύχτες λευτερώνει.
Είναι μπουκέτο με σπαραγμούς και της αδικίας βρούχος.
Πνεύμα ασκλάβωτο, άσβηστος φάρος που τους τυφλώνει.
Από το άγιο αρτοφόρι ίσως ο μόνος δικαιούχος.
Και σήμερα τα τσανάκια της προόδου, οι ρημαχτές,
τα καταφέρανε στο μελαγχολείο τους μαθητεύουν τα παιδιά μας.
Βγάλ’το από το νου σου, δε σε δικάζουμε για χτες,
απλά εσύ γνωρίζεις πόσα ονόματα έχει ο φονιάς μας.
Μας χωρίζει η άβυσσος και της ζωής οι απογκρεμιές.
Εμείς τα λάφυρα τα θάψαμε νωρίς στα βάλτα.
Για εσάς οι σκλαβωτές ονειροπύλη ανοίξανε με πεθυμιές.
Φτάνει τα λόγια, απρόφερτα να παραδέρνονται στα ράχτα.
Ποιος να ‘χει λίγο τίμιο σπόρο μαζί με λίγο αποκοτιά;
Nα του χαρίσω χίλια λόγια μου, να σαρκωθούν μπροστά του.
Πότε γιορτάζει η άγια προσμονή, να μεταλάβουμε φωτιά;
Μήπως ανταμώσουμε αυτόν που φορούσε τη ψυχή μας στα όνειρά του;
Η φλόγα μας δεν έσβησε Κωστή στα βαλτονέρια.
Έλαχε η χώρα που μας σώριασαν, της λευτεριάς η μάνα να ‘ναι.
Ως άνομοι τιμήσαμε τ’ αλέρωτα μας χέρια
μα κοίτα, οι αεροκάμωτοι πως μας περιγελάνε.
Μέσα στο τσόφλι δε χωρούμε, έλεγες τότε, Μακρυγιάννη
κι ότι απ’ άλλους δρόμους ο κόσμος αυτός θα ξαναγίνει.
Δε μέτρησες ότι από βόλι η πληγή ίσως να γιάνει
Όμως απ’ τη βολή, το αίμα τρέχει σαν κρήνη.
Για όσους κομπολογιάζουν τις ζωές, το πιο ωραίο το ‘πε ο Λαδάς.
«Σκορπιοί να γίνουν τα λεφτά τους και τα χρυσά τους φίδια».
Μοιρολογίστρες να τους κλαίνε και δίπλα εσύ να τραγουδάς
κι όταν σωπάσεις να καούν εώς και τα κεραμίδια.
Ετούτοι, όλοι οι αργυρώνητοι που γινήκαν οργοτόμοι,
σύντομα, όσων δε λύγισαν θα ανταμώσουν την οργή.
Κατάγναντα όπως οι κορακόφθαλμοι στης λήθης το λατόμι
παρθένες Θυσιάζουν χάριν αυτού που ιερουργεί.
Κι εγώ, που τόσους μύθους έχω κηδέψει,
πάντα μισούσα τη δόξα τη γηροκόμα.
Πόσο έχω κουραστεί, πόσο έχω λιγοστέψει.
Πώς να σεβαστώ τις ρίζες μου όταν οι καρποί μου σαπίζουνε στο χώμα;
Πόσες φορές κλαδεύτηκε τούτος ο λαός κι ωφέλιμη ούτε μία,
απ’ τους ασχημονούντες γύρω μας εώς τους κυριευτές.
Στων καιρών τα χαλάσματα υπήρχε πάντα κακοσμία
και μόνο οι πασίχαροι μοιάζανε θριαμβευτές.
απ’ τους ασχημονούντες γύρω μας εώς τους κυριευτές.
Στων καιρών τα χαλάσματα υπήρχε πάντα κακοσμία
και μόνο οι πασίχαροι μοιάζανε θριαμβευτές.
Τώρα να δεις που το νερό ήρθε πάνω στο καντήλι
και του νου οι κούφιοι με αγριοσύνη πιάσανε όλα τα δερβένια.
και του νου οι κούφιοι με αγριοσύνη πιάσανε όλα τα δερβένια.
Τον ενάρετο βίο έχουν κρυψώνα μόνο οι Γραικύλοι,
βαριόμοιρες μέρες, για πλάσματα αχυρένια.
Τι ωραία ήταν, όταν σαν άγριο άλογο η ζωή γύρω αμολιότανε.
Πόσο πεθυμούσα να τη βλέπω να τρέχει, όλων των δεινών μας υπερείχε.
Σαν κόρη ανέμελη κι αναβλεψιά του έρωτα περνιότανε,
όμως σεβότανε που πλάι της έστω και φτωχούς μας είχε.
Δακρύζω ήδη λοιπόν με τους αυριανούς σου θρήνους
καταξόδεψες τη σκέψη σου για το θάνατό σου.
Πίστη κι υποταγή ορκίστηκες στους καμποτίνους,
καταπόδι τους, κάτω για κάτω έσυρες τον ουρανό σου.
Μα τ’ άστρα είναι ασάλευτα, απροσμάχητος θυρεός.
Απλά δεν ένοιωσες ποτέ, που δακρύζει η στάχτη.
Του απείρου πύρη, γνωστή κι ως θεός,
πυλώνας φωτός, ορισμός του ενός και του χρόνου αδράχτι.
Βλέπεις, γιατί όλοι εσείς από τρόμο αναριγείτε;
Οι πρωτοπανηγυριώτες πάντα στο μυαλό τους κρύβουν κι άλλα.
Σα νυσταγμένες πόρνες, θα θυμηθείτε, πριν πλυθείτε,
όλους όσους περίμεναν λίγο χαρά απόψε στη σάλα.
Στέκεστε μπρος στη φωτιά με τα χέρια σας άκαφτα
και πλαγιοφεγγαρίζετε να φύγει ο διψασμός σας.
Μουστερήδες τρυπωμένοι σε τσουβάλια άραφτα.
Στον αγύριστο λοιπόν κι εσείς κι ο κομπασμός σας.
Κάλιο ακουμπισμένος στων αλλοτινών να είμαι τα ανθολόγια.
Πάνω απ΄το κεφάλι τους σφυρίζανε τα βόλια του εχθρού.
Πάνω απ’ τα δικά μας, σφυρίζουνε των λεκιασμένων λόγια,
ενώ περιμένουμε το νεύμα ενός «μάγιστρου» γιατρού.
Νοιώθω σαν πέτρινο ερημοκλήσι που το γκρεμίζει ο καιρός.
Σαν του Στρατήγη τον «Ματρόζο» και το μέγα καημό του.
Πεθαίνω διακόσια χρόνια συνεχώς όπως της καλογριάς ο γιός.
Κανείς τη τελευταία ανασεμιά δεν θ’ ακούσει απ’ το θεριό του.
Στα αδούλωτα θα σβήσουμε κι ούτε ένας λερός στο ξόδι μας.
Ο δήμιος στέκεται άδικα δίπλα της καρμανιόλας.
Φονιάδες, αφήσαμε, στίχους μας στο πόδι μας
γι’ αυτούς που τρέχεις να δαφνοστολίσεις κιόλας.
Εσύ που φοβάσαι να θυμηθείς και λατρεύεις να ξεχνάς.
Που θες αθάνατος να γίνεις χωρίς γνώση του θανάτου.
Σα μαυρισμένα μπακίρια μας κοιτάς και τολμάς
να μας προστάζεις με ύφος άρχοντα πρωτοκλασάτου.
Μάθε λοιπόν ότι αδερφός είναι ο θάνατος της λευτεριάς
και το μονοπάτι προς αυτήν, δικαίωση και πυρανέβασμα.
Το ξεμαντάλωμα και το ένστικτο, οι μόνοι τρόποι γιατρειάς.
Δε σαμαρώνεται ο Ρωμιός, διψάει για φτέριασμα.
Είναι διάπυρη η ζωή μας και καμωμένη μ’ αστραπές
κι όσοι απλά ραχατεύουν στο παραγώνι της,
δε βλέπουν προκοπές, τη βγάζουν σε μέρες χαλεπές
μ’ αποφάγια και ‘πιστρόφια που αφήνουν οι δραγόνοι της.
Θα γράφω μέχρι να ξεπέσω σε μονόλογους κενόσοφους,
μέχρι από μέσα μου το δάσκαλο για πάντα να τελειώσω.
Το νέο ρόλο αναλογίζομαι του ανθρώπου πάνω στους νεκρόλοφους
κι αν μετά την προφυλάκιση ετούτη θ’ αγριώσω.
Ξεμανταλώστε μωρέ, δεν έχουν κριθεί όλα οριστικά.
Πάντα ανοίγονται νέα ρυάκια όταν φράζει μια πηγή.
Αν στο τρισκόταδο δουλεύουν οι μουσαφιραίοι μυστικά,
ας γίνουμε μια ο καθένας της λευτεριάς παραλογή. 👇
ΔΕΙΤΕ επίσης: Ο B.D Foxmoor και οι Active Member - Επί της ευκαιρίας και Ω γλυκύ μου έαρ (σε καραντίνα)
*Η Ξηρονομή είναι χωριό του νομού Βοιωτίας και ανήκει στο Δήμο Θηβαίων, όπως αυτός συστάθηκε σύμφωνα με το Πρόγραμμα Καλλικράτης. Βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Ελικώνα, κτισμένη σε υψόμετρο 190 μέτρων, μεταξύ των ακτών του Κορινθιακού και της Θήβας. Ο πληθυσμός της είναι 356 κάτοικοι, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011.
Οι Active Member είναι ελληνικό hip-hop/low bap συγκρότημα, γνωστό για την πολιτικού περιεχομένου στιχουργική του. Πρόκειται για το συγκρότημα που κυκλοφόρησε τον πρώτο ελληνικό hip-hop δίσκο (1993, Διαμαρτυρία). Σήμερα αποτελείται από τον B.D. Foxmoor (Μιχάλης Μυτακίδης) και την Sadahzinia (Γιολάντα Τσιαμπόκαλου).
Ξεκίνησαν την δεκαετία του ’90 – που ο Μιχάλης Μυτακίδης αφουγκράστηκε το πρόσταγμα των καιρών και ονόμασε το γκρουπ που έφτιαξε με ό,τι πιο κατάλληλο και ουσιώδες: Ενεργό Μέλος. Οι Active Member έγιναν το μέσο για να εκφράζει όσα του περιέγραφε η ζωή, κι ακόμα να εκφράζει τους φόβους, τα όνειρα και τους εφιάλτες του.
Οι Active Member έγιναν ένα με το είδος που ο Μιχάλης επινόησε και βάφτισε «Low Bap», δηλαδή «στήριξε το λόγο σου με τη ζωή σου και το αντίστροφο» και από τότε δεν σταμάτησαν τη δημιουργική πορεία, όχι μόνο στα μουσικά, αλλά και στα πολιτιστικά δρώμενα γενικότερα.
Low bap (προφορά: λόου μπαπ) ονομάζεται το μουσικό και κοινωνικό κίνημα που έχει τις ρίζες του στο ελληνικό hip hop. Τόπος δημιουργίας του θεωρείται το Πέραμα του Πειραιά. Κυριολεκτικά, low bap δεν σημαίνει κάτι συγκεκριμένο. Είναι μια λέξη που αποτυπώνει μέσα από τη μουσική και συγκεκριμένα μέσα από το hip hop, την άποψη που έχουν τα άτομα που ανήκουν στο κίνημα αυτό για την ζωή, την κοινωνία, την πολιτική. Γύρω από το low bap είχε αναπτυχθεί ένα γενικότερο ρεύμα, που περιλάμβανε βιβλιοπωλεία, κέντρα νεότητας και εξειδικευμένα περιοδικά. Επίσης, με το low bap έχουν γίνει κινηματογραφικά εγχειρήματα, συναυλίες, φεστιβάλ, και πολλοί πειραματισμοί με νέα συγκροτήματα και μουσικές.
Αέναη επΑνάσταση by Sophia Ntrekou.gr
Θέματα που συνοδεύουν τα τραγούδια των Active Member:
Καλώς ήρθες παράξενε στον τόπο μου: Ο χρόνος θεραπεύει... Δώστε χρόνο στο χρόνο
Ο μυστικός Άγγελος που δεν είχε φτερά - «Φύλακας Άγγελος ♪ Active Member»
Ταξίδι στο όνειρο... [Active Member: Βάλ' το όταν βρέχει να τ' ακούς]
Περισσότερα: Κάλαντα, Πρωτοχρονιά, Χριστούγεννα,
Active Member, Κορωνοϊός, Μουσική, Βίντεο, Κοινωνία

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου