Ύμνος εις την Ελευθερίαν - Διονύσιος Σολωμός με Ιστορικό, ανάλυση και σχόλια του ίδιου του ποιητή


«Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, 
όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε 

Εργασία της Σοφίας Ντρέκου

Ο Διονύσιος Σολωμός είναι ο μεγαλύτερος ποιητής του δεκάτου αιώνα. Αρχηγός της Επτανησιακής σχολής, ηγέτης του νεοελληνικού έμμετρου λόγου, που ουσιαστικά αρχίζει μετά από αυτόν και, τέλος, Εθνικός της Ελλάδας, και γιατί έγραψε τον Εθνικό μας Υμνο και γιατί τον νεοελληνικό ποιητικό λόγο, και γιατί ύμνησε τον Εθνικό αγώνα της Ανεξαρτησίας, και γιατί πρώτος χρησιμοποίησε στον ποιητικό και πεζό του λόγο την εθνική λαϊκή μας γλώσσα, τή δημοτική.

Τo σπουδαιότερο πρόβλημα που απασχόλησε τη μεγαλοφυία του εθνικού μας ποιητή Δ. Σολωμού, ήταν το πρόβλημα της Ελευθερίας. Της ελευθερίας πρώτα της Εθνικής που είναι συνυφασμένη με την Ηθική ελευθερία του ατόμου, και της ελευθερίας ως Ιδέας, που περικλείει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τις θέσεις αυτές τις αποτύπωσε ο Σολωμός στον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν», στους «Ελεύθερους πολιορκημένους», και στον «Διάλογο» ποιητή και σοφολογιότατου.

Ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 21 Οκτωβρίου του 1825.

Είναι Ποίημα του Διονυσίου Σολωμού (1798-1857), οι δύο πρώτες στροφές του οποίου σε μουσική του Νικολάου Μάντζαρου (1795-1872), αποτελούν τον Εθνικό Ύμνο της Ελλάδας (1865) και της Κύπρου (1966).

Γράφτηκε από τον 25χρονο Σολωμό στη Ζάκυνθο, πρώτα στα ιταλικά και εν συνεχεία στα ελληνικά, τον Μάιο του 1823, σε μία περίοδο ιδιαίτερης έξαρσης της Ελληνικής Επανάστασης και έναν χρόνο αργότερα τυπώθηκε στο Μεσολόγγι.

«…Δε θέλω να περάσει κανενός από το μυαλό πως την ώρα που νικούν οι δικοί μας στο Μαραθώνα, εγώ κάθομαι και τραγουδώ για ένα βοσκόπουλο…» (Ο θάνατος του βοσκού), έγραφε στον φίλο του Γεώργιο Δε Ρώσση την ίδια εποχή.

Το ποίημα αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές. Το μέτρο είναι τροχαϊκό με εναλλαγές επτασύλλαβων και οκτασύλλαβων στίχων. Σύμφωνα με το περιεχόμενό του μπορεί να χωρισθεί στα εξής μέρη:

Προοίμιο (στρ. 1-34). Ο ποιητής παρουσιάζει τη θεά ελευθερία, θυμίζει τα περασμένα μαρτύρια του Ελληνισμού, την εξέγερση των σκλάβων, τη χαρά του Ελληνισμού, την έχθρα των Ευρωπαίων ηγεμόνων και την περιφρονητική αδιαφορία των Ελλήνων για τα φιλότουρκα αισθήματά τους.

Η περιγραφή της Μάχης της Τριπολιτσάς (στρ. 35-74).

Η μάχη της Κορίνθου και η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια (στρ. 75-87).

Η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου στα 1822 και ο πνιγμός των Τούρκων στον ποταμό Αχελώο (στρ. 88-122).

Τα πολεμικά κατορθώματα στη θάλασσα, η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας κοντά στην Τένεδο και ο απαγχονισμός του Γρηγορίου Ε'. (στρ. 123-138).

Επίλογος (στρ. 139-158). Ο ποιητής συμβουλεύει τους αγωνιστές να απαλλαγούν από τη διχόνοια και προτρέπει τους δυνατούς της Ευρώπης να αφήσουν την Ελλάδα να ελευθερωθεί (Γιάννης Ν. Παππάς: «Για να γνωρίσουμε το Σολωμό», εκδ. Μεταίχμιο).

Η φήμη του ποιήματος ξεπέρασε γρήγορα τα στενά όρια της Ζακύνθου. Το 1824 μεταφράστηκε μέρος του στα αγγλικά και ολόκληρο στα γαλλικά. Στον επαναστατημένο ελληνικό χώρο δημοσιεύτηκε τον ίδιο χρόνο στο Μεσολόγγι, στην εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά» του Ιάκωβου Μάγερ.
 
Θα ακολουθήσουν και άλλες δημοσιεύσεις τον επόμενο χρόνο, ενώ στις 21 Οκτωβρίου του 1825 θα δημοσιευθεί και η πρώτη κριτική του ποιήματος από τον Σπυρίδωνα Τρικούπη στη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος, που εκδιδόταν στο Ναύπλιο.

Μεταξύ 1828 και 1830, ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν μελοποιήθηκε από τον κερκυραίο μουσουργό Νικόλαο Μάντζαρο για τετράφωνη ανδρική χορωδία και ακουγόταν με ενθουσιασμό σε εθνικές εορτές στα Επτάνησα.

Τον Δεκέμβριο του 1844 ο Μάντζαρος παρουσίασε μια νέα μελοποίηση του ποιήματος και την υπέβαλε στον βασιλιά Όθωνα, με την ελπίδα να γίνει το «εθνικό άσμα» της χώρας.

Μέχρι τότε ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας ήταν ο Βαυαρικός (η γνωστή μελωδία του Χάιντν, που σήμερα είναι ο εθνικός ύμνος της Γερμανίας και της Αυστρίας). Το έργο έγινε δεκτό μόνο ως σύνθεση και βραβεύτηκε με τον Αργυρό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος.

Το 1865, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην Κέρκυρα, ο Βασιλιάς Γεώργιος Α' άκουσε την εκδοχή της σύνθεσης του Μάντζαρου για ορχήστρα πνευστών από την μπάντα της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας και του έκανε εντύπωση.

Ακολούθησε το Βασιλικό Διάταγμα της 4ης Αυγούστου 1865, που το χαρακτήρισε «επίσημον εθνικόν άσμα» και εντελλόταν η εκτέλεσή του «κατά πάσας τας ναυτικάς παρατάξεις του Βασιλικού Ναυτικού».

Επίσης, ενημερώθηκαν οι ξένοι πρέσβεις, ώστε να ανακρούεται και από τα ξένα πλοία στις περιπτώσεις απόδοσης τιμών προς τον Βασιλιά της Ελλάδος ή την Ελληνική Σημαία.

Από τότε ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού, μελοποιημένος από τον Νικόλαο Μάντζαρο, θεωρείται ως εθνικός ύμνος της Ελλάδας. Από τις 18 Νοεμβρίου 1966 με την απόφαση 6133 του υπουργικού συμβουλίου καθιερώθηκε και ως εθνικός ύμνος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Δείτε: Ο Δημήτρης Λιαντίνης για τον Διονύσιο Σολωμό (βίντεο)

Το Ιστορικό του Ύμνου


Το ποίημα συνδυάζει στοιχεία από τον ρομαντισμό αλλά και τον κλασικισμό. Οι στροφές που χρησιμοποιούνται είναι τετράστιχες, ενώ, στους στίχους παρατηρείται εναλλαγή τροχαϊκών οκτασύλλαβων και επτασύλλαβων. Το 1828 μελοποιήθηκε από τον Κερκυραίο Νικόλαο Μάντζαρο πάνω σε λαϊκά μοτίβα, για τετράφωνη ανδρική χορωδία. Από τότε ακουγόταν τακτικά σε εθνικές γιορτές, αλλά και στα σπίτια των Κερκυραίων αστών και αναγνωρίστηκε στη συνείδηση των Ιονίων ως άτυπος ύμνος της Επτανήσου. Ακολούθησαν και άλλες μελοποιήσεις από τον Μάντζαρο (2η το 1837 και 3η το 1839-40), ο οποίος υπέβαλε το έργο του στο Βασιλιά Όθωνα (4η «αντιστικτική» μελοποίηση, Δεκέμβριος 1844).

Παρά την τιμητική επιβράβευση του μουσικοσυνθέτη Μάντζαρου με τον Αργυρό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρα (Ιούνιος 1845) και του Διονυσίου Σολωμού με το Χρυσό Σταυρό του ίδιου Τάγματος (1849), το έργο (και ειδικά η πρώτη μελοποίησή του) διαδόθηκε μεν ως «θούριος», αλλά δεν υιοθετήθηκε ως ύμνος από τον Όθωνα. Ο Μάντζαρος το 1861 επανεξέτασε για 5η φορά το έργο, αυτή τη φορά σε ρυθμό εμβατηρίου κατά παραγγελία του Υπουργού Στρατιωτικών.

Όταν ο Βασιλιάς Γεώργιος Α' επισκέφθηκε την Κέρκυρα το 1865 μετά την ενσωμάτωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, άκουσε την εκδοχή για ορχήστρα πνευστών της αρχής της πρώτης μελοποίησης που έπαιζε η μπάντα της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας και του έκανε εντύπωση. Ακολούθησε Βασιλικό Διάταγμα του Υπουργείου Ναυτικών (Υπουργός Δ. Στ. Μπουντούρης) που το χαρακτήρισε «επίσημον εθνικόν άσμα» και διατάχθηκε η εκτέλεσή του «κατά πάσας τας ναυτικάς παρατάξεις του Βασιλικού Ναυτικού». Επίσης ενημερώθηκαν οι ξένοι πρέσβεις, ώστε να ανακρούεται και από τα ξένα πλοία στις περιπτώσεις απόδοσης τιμών προς τον Βασιλιά της Ελλάδος ή την Ελληνική Σημαία. Από τότε θεωρείται ως εθνικός ύμνος της Ελλάδος.


Το σύνολο της πρώτης μελοποίησης του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» τυπώθηκε για πρώτη φορά σε 27 μέρη στο Λονδίνο το 1873, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του συνθέτη του. Ο αντισυνταγματάρχης ε.α. Μαργαρίτης Καστέλλης, πρώην διευθυντής του Μουσικού Σώματος, διασκεύασε τον «Εθνικό Ύμνο» για μπάντα κι αυτή η μεταγραφή (από την οποία απουσιάζει η σύντομη εισαγωγή) ανακρούεται από τις στρατιωτικές μπάντες ως σήμερα. Στα επτανησιακά μουσικά αρχεία σώζονται διασκευές του έργου για μπάντα, χρονολογούμενες τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1840.

Το ποίημα «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές· από αυτές οι 24 πρώτες καθιερώθηκαν ως εθνικός ύμνος το 1865. Οι δύο πρώτες ανακρούονται και συνοδεύουν πάντα την έπαρση και την υποστολή της σημαίας και ψάλλονται σε επίσημες στιγμές και τελετές. Κατά τη διάρκεια της ανάκρουσής του αποδίδονται ορθίως τιμές στρατιωτικού χαιρετισμού «εν ακινησία».


Από τις 18 Νοεμβρίου 1966 καθιερώθηκε με την απόφαση 6133 και εθνικός ύμνος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Διαβάστε τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» 158 στροφὲς (εδώ) συνθέτουν τὸν Ὕμνο, ὅπου ἡ Ἐλευθερία ταυτίζεται μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα. Οἱ θεματικὲς ἑνότητες ποὺ περιλαμβάνονται στὰ ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα εἶναι ἡ ἀρχαία λαμπρότητα, τὰ δεινοπαθήματα τῆς σκλαβιᾶς, ἡ ἀπήχηση τοῦ ἀγῶνα, οἱ κορυφαῖες στιγμὲς τῆς Τριπολιτσᾶς καὶ τοῦ Μεσολογγίου, οἱ νικηφόρες μάχες στὴ θάλασσα καὶ τέλος ἡ σπαρακτικὴ ἔκκληση τῆς Ἐλευθερίας πρὸς τοὺς Ἕλληνες γιὰ ὁμόνοια καὶ ἀδερφοσύνη. Ὁ μεγάλος μουσουργός Νικόλαος Μάντζαρος, προσωπικός φίλος του ποιητή Σολωμού, συνέθεσε μουσική για 24 στροφές.

Οι δυο πρώτες νομοθετήθηκαν το 1856 ως ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας

Libertà vo cantando, ch’ è si cara
come sa chi per lei vita rifiuta.
Dante

1
Σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν κόψη
τοῦ σπαθιοῦ τὴν τρομερή,
σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν ὄψη,
ποῦ μὲ βία μετράει τὴ γῆ.

2
Ἀπ᾿ τὰ κόκαλα βγαλμένη
τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά,
καὶ σὰν πρῶτα ἀνδρειωμένη,
χαῖρε, ὢ χαῖρε, Ἐλευθεριά!

Η πλήρης μορφή του Ύμνου, στη μελοποίηση του Μάντζαρου, ηχογραφήθηκε από το Εργαστήρι Παλιάς Μουσικής, υπό τη διεύθυνση του Γιώργου Κωστάντζου, με αρχιμουσικό το Βύρ. Φιδετζή και σολίστ στο πιάνο τον Άρη Γαρουφαλή. Κυκλοφόρησε σε μορφή δίσκου βινυλίου το 1988 από την εταιρεία Ελληνικό Πολιτιστικό Γραφείο. Η έκδοση γνώρισε πολλές επανακυκλοφορίες σε μορφή ψηφιακού δίσκου από τη Λύρα / Εταιρεία Γενικών Εκδόσεων.

Ξεφυλλίστε την πρώτη έκδοση του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» (1825)


Το Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων, συνεχίζοντας τις εορταστικές δράσεις του για τη Διακοσιετηρίδα της Ελληνικής Eπανάστασης, ψηφιοποίησε και παρουσιάζει την πρώτη έκδοση του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού, τυπωμένη στο πολιορκημένο Μεσολόγγι το 1825. Για πρώτη φορά δίνεται η δυνατότητα του ψηφιακού ξεφυλλίσματος όλων των σελίδων του ποιήματος. Το ιστορικό αυτό αντίτυπο εκτίθεται στη προθήκη με τη βιβλιοθήκη του Εθνικού μας Ποιητή, μαζί με άλλα προσωπικά αντικείμενά του.

Η έκδοση αποτελεί έκθεμα που συμπεριλαμβάνεται στην μεγάλη επετειακή ψηφιακή έκθεση του Μουσείου «Η Ελληνική Επανάσταση στο Μουσείο Σολωμού», δράση στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 200 χρόνια της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821.

Ιστορικό των πρώτων εκδόσεων του «Ύμνου»

Αναμφίβολα, ο Σολωμός βρήκε στο άμεσο περιβάλλον του και ειδικότερα στον Μάτεσι και στον Τρικούπη, τη βοήθεια και την ενθάρρυνση που χρειαζόταν για να ολοκληρώσει τις διεργασίες που είχαν ξεκινήσει και που θα τον οδηγούσαν στην σαφή πλέον επιλογή να γίνει έλληνας (εθνικός) ποιητής. Ο Μάτεσις τον προτρέπει από το 1822: «Ως πότε, φίλε, η λύρα / θα στέκει σιωπηλή; / Να, του πολέμου ο κρότος / οπού την προκαλεί.» Η συνεργασία με τον Τρικούπη διαρκεί ως την άνοιξη του 1823. Τον Μάιο του 1823, μέσα σε έναν μόλις μήνα, ο Σολωμός θα γράψει τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν, ένα ποίημα «εμπνευσμένο» και συναρπαστικό.

Η πρώτη έκδοσή του θα γίνει στο Παρίσι: το ελληνικό κείμενο και, αντικριστά, η γαλλική μετάφραση του Στανισλάς Ζυλιέν (Stanislas Julien) θα συμπεριληφθούν στο τέλος του δεύτερου τόμου της συλλογής των Δημοτικών τραγουδιών του Φοριέλ (Faurile), με ημερομηνία 1825. Το ποίημα θα προκαλέσει τον ενθουσιασμό του φιλέλληνα Σέρινταν (Charles Brinsley Sheridan) ο οποίος θα σπεύσει να αναλάβει την αγγλική μετάφρασή του, με την πεποίθηση ότι αυτή θα ωφελήσει την ελληνική επανάσταση. Η μετάφραση θα γίνει ταχύτατα και θα κυκλοφορήσει την ίδια χρονιά, το 1825, στον τόμο The Songs of Greece from the Romaic Text, τίτλο: «Dithyrambics to Liberty», κατ’ αναλογία με τον τίτλο της γαλλικής μετάφρασης «Dithyrambe sur la Liberté».

Ο Σολωμός δεν θα μείνει ευχαριστημένος με τις μεταφράσεις και θα αποφασίσει να επιμεληθεί ο ίδιος μια μετάφραση που δεν θα προδίδει το κείμενό του και που θα επιτρέψει να φιλοτεχνηθούν άλλες, καλύτερες ή και έμμετρες μεταφράσεις. Έτσι, την ίδια χρονιά το ποίημα τυπώνεται ξανά, αυτή τη φορά μέσα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, μαζί με μια πεζή ιταλική μετάφραση την οποία υπογράφει ο φίλος του ποιητή Γκαετάνο Γκρασέτι. Όλο το βιβλίο είναι αναμφίβολα καρπός της συνεργασίας του Σολωμού και του Γκρασέτι: η μετάφραση, το προλογικό σημείωμα και οι σημειώσεις του μεταφραστή. Η έκδοση χαρακτηρίζεται τρίτη, ακριβώς επειδή λαμβάνει υπόψη της τις δύο προηγούμενες εκδόσεις/μεταφράσεις, την γαλλική και την αγγλική: «Ύμνος εις την Ελευθερίαν, έγραψε Διονύσιος Σολωμός Ζακύνθιος, Τον Μάιον Μήνα 1823 / Ιnno alla Libertà, Dionisio Solomos da Zacinto scrisse, Il Mese di Maggio 1823. Volgarizzato in Prosa Italiana da G. Grassetti, Prof. di Lettere Italiane e Latine in Zante, Edizione III. Εν Μεσολογγίω, Εκ την Τυπογραφίας Δ. Μεσθενέως, 1825».

Η εκδοτική επιτυχία του Ύμνου θα βοηθήσει την ελληνική επανάσταση και την ευρωπαϊκή δικαίωσή της και, συγχρόνως, θα εξασφαλίσει στον Σολωμό την ταυτότητα του Έλληνα εθνικού ποιητή. Χαρακτηριστικές είναι οι δύο πρώτες βιβλιοκρισίες που δημοσιεύονται στον ελλαδικό χώρο για τον Ύμνο, του Τρικούπη (Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος) και του Γεωργίου Ψύλλα (Εφημερίδα των Αθηνών).

Το χειρόγραφο του ποιήματος δεν σώζεται. Μόνον στο χειρόγραφο Ζακύνθου αρ. 12 βρίσκονται σκόρπιες επεξεργασίες μεμονωμένων στίχων και φυλάσσεται μεταξύ άλλων χειρόγραφων του Εθνικού Ποιητή μας στο Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων.

Ξεφυλλίστε την πρώτη έκδοση ΕΔΩ

ΣHMEIΩΣEIΣ TOY ΠOIHTH


01) Δεῦτε παῖδες τῶν Ἑλλήνων...

02) Ἀρματώθηκαν τότε ὅλοι ἀπὸ δεκατέσσερους χρόνους καὶ ἀπάνου.

03) Ἡ περιτειχισμένη Τριπολιτσὰ δὲν ἔχει κάστρον, καὶ εἰς τὸν τόπον τοῦ κάστρου ἐννοεῖ ὁ ποιητὴς τὴν μεγάλην Τάπιαν τῆς πόλης.

04) Ἀγκαλὰ καὶ ἦτον ἡμέρα ὅταν ἐπάρθηκεν ἡ Τριπολιτσά, ὁ ποιητὴς ἀκολούθησε τὴν κοινὴν φήμην ὅπου τότε ἐσκορπίστηκεν, ὅτι τὸ πάρσιμό της ἐσυνέβηκε τρεῖς ὧρες ἔπειτα ἀπὸ τὰ μεσάνυκτα.

05) Εἶναι γνωστὸν ὅτι τὸ φεγγάρι εὑρίσκεται τυπωμένον εἰς τὲς τούρκικες σημαῖες.

06) Ὁ λὸρδ Μπάιρον εἰς τὴν τρίτην ᾠδὴν τοῦ Don Juan παρασταίνει ἕνα ποιητὴν Ἕλληνα, ὅπου ἀπελπισμένος καὶ παραπονεμένος διὰ τὴν σκλαβιὰν τῆς πατρίδος του, ἔχει ἐμπρός του ἕνα κρασοπότηρον, καὶ κοντὰ εἰς ἄλλα λέγει καὶ τὰ ἀκόλουθα λόγια: «...οἱ γυναῖκες μας χορεύουν ἀποκάτου ἀπὸ τὸν ἴσκιον βλέπω τὰ θέλγητρα τῶν ματιῶν τοὺς ἀλλὰ ὅταν συλλογίζωμαι ὅτι θὰ γεννήσουν σκλάβους, γεμίζουν τὰ μάτια μου δάκρυα». Ἐπέρασε ἕνας χρόνος ἀφοῦ ἐγράφθηκε τοῦτος ὁ ὕμνος ὁλοένα ὁ ποιητὴς ἑτοιμάζει ἕνα ποίημα γιὰ τὸν θάνατον τοῦ Λὸρδ Μπάιρον.

07) Ἀγαλλιάσθω ἔρημος καὶ ἀνθείτω ὡς κρίνον. Ἡσαΐας Κεφ. λε'.

08) Εἶναι ἀληθινὸν ὅτι οἱ Τοῦρκοι ὅρμησαν ἐναντίον τοῦ Μεσολογγιοῦ τὰ ξημερώματα αὐτῆς τῆς ἁγίας ἡμέρας δὲν εἶναι ὅμως ἀληθινόν, καθὼς τότε ἐκοινολογήθηκεν, ὅτι ἦταν ἀνοικτὲς καὶ οἱ ἐκκλησίες μάλιστα ἐκλείσθησαν ἐπιταυτοῦ διὰ νὰ ἔχουν οἱ Ἕλληνες ὅλην τὴν προσοχήν τους εἰς τὸν πόλεμον.

09) Καὶ εἰπέ μοι γέγονε ἐγὼ εἰμὶ τὸ A καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος. Ἀποκάλ. Ἰωάννου Κεφ. κα'.

10) Τὰ περιστατικὰ τοῦ περάσματος τοῦ ποταμοῦ, τῆς μάχης τῶν Χριστουγέννων καὶ τῆς πολιορκίας τοῦ Μεσολογγιοῦ εὑρίσκονται καταστρωμένα εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ Σπυρίδωνος Τρικούπη, ἐγκαρδίου φίλου τοῦ ποιητῆ. Αὐτὴ ἡ ἱστορία γλήγορα θέλει πλουτίσει καὶ τὴν γλῶσσαν μας καὶ τὴν φιλολογίαν μας.

11) Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς τίτλους τοῦ Σουλτάνου.

12) Ἔξοδος Κεφ. ιε'.

13) Τὸ καύσιμό της καραβέλας τοῦ Καπετὰν πασᾶ καὶ ἑνὸς ἄλλου καραβίου κοντὰ εἰς τὴν Τένεδον, τὲς 29 Ὀκτωβρίου.

14) Οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας συνηθίζουν νὰ σπέρνουν δάφνες εἰς τὲς ἐκκλησίες τὴν ἡμέραν τοῦ Πάσχα.

Ὅταν ἐπρωτοδιαβάσθηκε τὸ ποίημα, κάποιοι εἶπαν: Κρῖμα! ὑψηλὰ νοήματα καὶ στίχοι σφαλμένοι! Γιὰ νὰ δεχθῶ τὴν πρώτην, ἀκαρτερῶ νὰ δικαιολογήσουν τὴν δεύτερη παρατήρηση. Μὰ τὸν Δία ποὺ ἐσάστισα! Αὔριο θέλει ἔρθῃ καὶ κανένας νὰ μοῦ δείξῃ τ᾿ ἀλφαβητάρι μὲ τὸ κονδύλι στὸ χέρι ἀλλὰ ἐγὼ τοῦ τὸ παίρνω καὶ ἀπιθώνω τὴν ἄκρην του εἰς τὰ μεγάλα ὀνόματα τοῦ Δάντη καὶ τοῦ Πετράρχη, τοῦ Ἀριόστου καὶ τοῦ Τάσσου, καὶ εἰς τὰ ὀνόματα ὅσων στιχουργώντας τοὺς ἀκολούθησαν, καὶ τοῦ λέγω: Λάβε τὴν καλοσύνην, Διδάσκαλε, νὰ γύρῃς τ᾿ αὐτιά σου ἐδῶ πάνου, καὶ μέτρα. Κάθε συλλαβὴ εἶναι ἕνα πόδι, καὶ γιὰ μᾶς καὶ γιὰ αὐτούς, ὅποιος καὶ ἂν εἶναι ὁ στίχος ὅμως ἐσὺ δὲν ἠξεύρεις νὰ τὰ μετρᾷς. Τὸ φωνῆεν, μὲ τὸ ὁποῖον τελειώνει ἡ λέξη, χάνεται εἰς τὸ φωνῆεν, μὲ τὸ ὁποῖον ἡ ἀκόλουθη ἀρχινᾷ ὅμως τὸ προφέρω, ἐπειδὴ ἔτσι μὲ συμβουλεύει ἡ τέχνη τῆς ἀληθινῆς ἁρμονίας. Τὸ ιὰ (βία), τὸ έει (ρέει), τὸ άϊ (Μάϊ) καὶ τὰ ἑξῆς, ὅταν δὲν εἶναι εἰς τὸ τέλος τοῦ στίχου, δὲν κάνουν παρὰ μία συλλαβή. Τὸ τιμὴ εἶναι ὁμοιοτέλευτο μὲ τὸ πολλοί, τὸ κακὸς μὲ τὸ τυφλός, τὸ ἐχθὲς μὲ τὸ πολλές. Τοῦτοι οἱ κανόνες ἔχουν κάποιες ἐξαιρέσεις, τὲς ὁποῖες ὅποιος ἔχει καλὰ θρεμμένη μὲ τοὺς Κλασσικοὺς τὴν ψυχὴν τοῦ βάνει εἰς ἔργον, χωρὶς τόσο νὰ συλλογίζεται, εἰς τὴν ἴδιαν στιγμὴν εἰς τὴν ὁποίαν μορφώνει τὴν ὕλη. Πίστευσέ μου, Διδάσκαλε, ἡ ἁρμονία τοῦ στίχου δὲν εἶναι πρᾶγμα ὅλο μηχανικό, ἀλλὰ εἶναι ξεχείλισμα τῆς ψυχῆς μ᾿ ὅλον τοῦτο, ἂν φθάσης νὰ μοῦ ἀποδείξης ὅτι σφάλλω τοὺς στίχους, θέλει γράψω τῶν Ἰταλῶν καὶ τῶν Ἰσπανῶν, νὰ τοὺς δώσω τὴν εἴδησιν, ὅτι τοὺς ἔσφαλαν ἕως τώρα καὶ αὐτοί, καὶ μὴ φοβᾶσαι νὰ σοῦ πάρω γιὰ τὴν ἐφεύρεσιν τὸ βραβεῖον, γιατὶ θέλει σὲ μελετήσω. Ἀλλὰ ποῖος σοῦ εἶπε νὰ τσακίσης τὴν λέξη θερι- σμένα; (στρ. 51) – Ποῖος μοῦ τὄπε; τὸ ἀπόκρυφο τῆς τέχνης μου καὶ τὸ παράδειγμα τῶν μεγάλων. Ἄμετρα εἶναι τὰ παραδείγματα τέτοιας λογῆς, καὶ θέλει σοῦ τὰ ἀναφέρω ὅλα ἕνα ἕνα, ὅταν ἀνανοηθῶ πὼς ἔχω καιρὸν νὰ χάσω. Ὁ Πίνδαρος ἔχει τσακισμένες καμία χιλιάδα λέξεις οἱ τραγικοὶ στοὺς χοροὺς ἐτσάκισαν ἀρκετὲς καὶ αὐτοί, καὶ ὁ Ὀράτσιος τοὺς ἐμιμήθηκε.

Τὸ παράδειγμα τοῦ Ἀριόστου
Ne men ti raccomando la mia Fiordi...
Ma dir non pote ligi; e qui finio [Canto XLII, 14]
ἀναλεῖ τὴν εἰκόνα καὶ περιέχει πάθος λύπης.

Τὸ παράδειγμα τοῦ Πινδάρου
Ἰδοίσα δ᾿ ὀξεῖ Ἐρινὺς
πέφνεν ἐοὶ σὺν ἀλλαλο-
φονία γένος ἀρήιον [Ὀλύμπ. Εἴδ. β', στίχ. 73]
ἀναλεῖ τὴν εἰκόνα καὶ περιέχει πάθος τρομάρας.

Τὸ παράδειγμα τοῦ Δάντη
Cosi quelle carole differente-
mente danzando, della sua ricchezza
Mi si facean stimar veloci e lente [Parad. Canto 24]

εἶναι τέτοιο, ὅπου ἂν τὸ διαβάσης μὲ ἐκεῖνες τὲς ἄλλες θεῖες ζωγραφίες, καὶ καταλάβῃς ὅτι τέτοιες δὲν τὲς κάνει κανένας, ἴσως ἠμπορεῖ, Διδάσκαλε, νὰ φιλιωθοῦμε καὶ ἡ φιλία θέλει βαστάξη, ὅσο νὰ σοῦ κάμω μία παρατήρηση εἰς τὸν Πίνδαρο. Ἡ λέξη ὅλον (Ὀλύμπ. Εἴδ. β´, στίχ. 55) βρίσκεται τσακισμένη γιὰ ὅποιο δίκαιο, ἢ μουσικῆς, ἢ ἄλλο ἐπαρακινήθηκεν ὁ Πίνδαρος νὰ τὴν τσακίση, τὸ πρῶτο δίκαιο τὸ εἶχε ἡ φύση τῆς λέξης, ἡ ὁποία, ἂν τσακισθῆ, ἐναντιώνεται μὲ τὴν ἰδέαν ποὺ παρασταίνει. Σὲ βλέπω καὶ φρίττεις καὶ ἑτοιμάζεσαι νὰ μαδήσῃς τὰ μαλλιά σου ὡσὰν τὸ Θ τοῦ Λουκιανοῦ (Δίκῃ φωνηέντων) ἀλλὰ ἡσύχασε, γιατὶ ὁ Πίνδαρος μ᾿ ὅλον τοῦτο μένει πάντα ὁ ἴδιος γιὰ καθέναν ὁ ἴδιος γιὰ μὲ ὅπου βρίσκω τὴν τέχνην ὅπου εἶναι, ὁ ἴδιος γιὰ σὲ ὅπου ξανοίγεις τὲς ὀξεῖες ὅπου δὲν λείπουν... βλέπω ἕνα χαμόγελο εἰς τὰ χεῖλα τῶν ξένων ἀλλλᾶ δὲν τὸ κάνουν τόσο πικρό, γιατὶ βέβαια θυμοῦνται καὶ τὰ δικά τους.

Ὁ Διονύσιος Σολωμὸς ἄρχισε νὰ γράφει τὸ ποίημα «Ὕμνος εἰς τὴν Ἐλευθερία» τὸ 1822, μετὰ τὴ συνάντησή του μὲ τὸν Τρικούπη (ποὺ τὸν ἐπηρέασε πολύ) καὶ τὸν ὁλοκλήρωσε τὸν Μάιο τοῦ 1823. Πρωτοδημοσιεύθηκε τὸ 1824 στὸ Μεσολόγγι καὶ ἐκυκλοφόρησε τὸ 1825. Ἔπειτα, ἐπανεκτυπώθηκε πολλὲς φορὲς καὶ μεταφράσθηκε σὲ πολλὲς γλῶσσες. Τὸ 1865, μὲ τὴ δεύτερη μουσικὴ σύνθεση του, ἀπὸ τὸν Νικόλαο Μάντζαρο, ἔγινε ἐπισήμως ὁ Ἐθνικὸς Ὕμνος τῆς Ἑλλάδος.

 

Δείτε: Kωστής Παλαμάς - Από τα βάθη του τάφου και τα Θεοφάνεια στον Διονύσιο Σολωμό
Ανάλυση του Ποιήματος

Διονύσιος Σολωμός, Εθνικός Ύμνος 
(Ύμνος εις την Ελευθερίαν)


Σε γνωρίζω από την κόψη
Του σπαθιού την τρομερή,
Σε γνωρίζω από την όψη
Που με βία μετράει τη γη.

Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!

Ο ύμνος απευθύνεται στη θεϊκή προσωποποιημένη Ελευθερία, η οποία, παρά τη μακραίωνη απουσία της, είναι οικεία στον ποιητή. Την αναγνωρίζει απ’ την πρώτη στιγμή. Την αναγνωρίζει απ’ το κοφτερό της σπαθί, που σκορπίζει ολόγυρα τον τρόμο και το θάνατο στους εχθρούς∙ την αναγνωρίζει κι απ’ το βλέμμα της, απ’ τη ματιά της που με βιασύνη αναμετράει τη γη, την όποια ήρθε για ν’ απαλλάξει απ’ τα δεσμά της δουλείας.

Το ποίημα συντίθεται ενόσω διαρκεί η επανάσταση, και προτού το ζήτημα της απελευθέρωσης των Ελλήνων περάσει στα χέρια της διπλωματίας. Αιματηρές μάχες, πολύνεκρες πολιορκίες και βίαιη εκδίωξη των δυναστών συνιστούν τα αναγκαία χαρακτηριστικά της περιόδου εκείνης, που έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα των υπόδουλων Ελλήνων. Ο ποιητής κινούμενος απ’ τον επαναστατικό ενθουσιασμό της εποχής του τονίζει επίσης και την ταχύτητα με την οποία το απελευθερωτικό κίνημα σαρώνει τη για αιώνες εδραιωμένη κυριαρχία των Τούρκων. Η θεϊκή Ελευθερία δρα με τρόπο βίαιο και γοργό προκειμένου να επιστρέψει εκ νέου στην πολύπαθη χώρα.

Η ανάδυση, μάλιστα, της Ελευθερίας βασίζεται στους ιερούς νεκρούς των Ελλήνων. Στους ανθρώπους εκείνους που θυσιάστηκαν για χάρη της πατρίδας τους, αλλά και στους προγόνους των Ελλήνων, οι οποίοι ύμνησαν και τίμησαν με το παράδειγμά τους την αξία της ελευθερίας. Οι επαναστατημένοι Έλληνες αντλούν δύναμη και έμπνευση απ’ τους προγόνους εκείνους που θεωρούσαν πάντοτε την ελευθερία ως αδιαμφισβήτητη προϋπόθεση για την ύπαρξή τους.

Με το παράδειγμα των προγόνων και με τη θυσία των συμπατριωτών να δίνουν κουράγιο και δύναμη στους μαχόμενους Έλληνες, η Ελευθερία επανέρχεται γεμάτη γενναιότητα, όπως και πρώτα, όπως και τότε που οι Έλληνες δεν μπορούσαν να ζουν παρά μόνο αν ήταν ελεύθεροι.

Η επιφώνηση του τελευταίου στίχου συνδέει την έλευση της Ελευθερίας με τη χαρά και την αγαλλίαση που προκαλεί στους Έλληνες η αίσθηση πως σύντομα θα κατορθώσουν να ζήσουν και πάλι ελεύθεροι.

Η λέξη βία προφέρεται ως μονοσύλλαβη (βια), καθώς για μετρικούς λόγους έχουμε συνίζηση, και σημαίνει βιασύνη (βια όχι βί-α). [Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γιώργου Μπαμπινιώτη]

Αντίστοιχη ερμηνεία της λέξης δίνεται και στο Ελληνικό Λεξικό των Τεγόπουλου - Φυτράκη.

Στο ποίημα ακολουθείται πλεχτή ομοιοκαταληξία, ο 1ος στίχος ομοιοκαταληκτεί με τον 3ο και ο 2ος ομοιοκαταληκτεί με τον 4ο. Το μέτρο είναι τροχαϊκό, βασίζεται δηλαδή στην εναλλαγή μιας τονισμένης με μια άτονη συλλαβή.
Που / με / βία / με / τράει / τη / γη

Σχόλια του Διονύσιου Σολωμού:

Όταν επρωτοδιαβάσθηκε το ποίημα, κάποιοι είπαν: Κρίμα! υψηλά νοήματα και στίχοι σφαλμένοι! Για να δεχθώ την πρώτην, ακαρτερώ να δικαιολογήσουν την δεύτερη παρατήρηση. Μα τον Δία που εσάστισα! Αύριο θέλει έρθη και κανένας να μου δείξη τ’ αλφαβητάρι με το κονδύλι στο χέρι∙ αλλά εγώ του το παίρνω και απιθώνω την άκρην του εις τα μεγάλα ονόματα του Δάντη και του Πετράρχη, του Αριόστου και του Τάσσου, και εις τα ονόματα όσων στιχουργώντας τους ακολούθησαν, και του λέγω: Λάβε την καλοσύνην, Διδάσκαλε, να γύρης τ’ αυτιά σου εδώ πάνου, και μέτρα. Κάθε συλλαβή είναι ένα πόδι, και για μας και για αυτούς, όποιος και αν είναι ο στίχος∙ όμως εσύ δεν ηξεύρεις να τα μετράς. Το φωνήεν, με το οποίον τελειώνει η λέξη, χάνεται εις το φωνήεν, με το οποίον η ακόλουθη αρχινά∙ όμως το προφέρω επειδή έτσι με συμβουλεύει η τέχνη της αληθινής αρμονίας. Το ια (βία), το εει (ρέει), το αϊ (Μάι) και τα εξής, όταν δεν είναι εις το τέλος του στίχου, δεν κάνουν παρά μία συλλαβή. Το τιμή είναι ομοιοτέλευτο με το πολλοί, το κακός με το τυφλός, το εχθές με το πολλές. Τούτοι οι κανόνες έχουν κάποιες εξαίρεσες, τες οποίες όποιος έχει καλά θρεμμένη με τους Κλασικούς την ψυχήν του βάνει εις έργον, χωρίς τόσο να συλλογίζεται, εις την ίδιαν στιγμήν εις την οποίαν μορφώνει την ύλη. Πίστευσέ μου, Διδάσκαλε, η αρμονία του στίχου δεν είναι πράγμα όλο μηχανικό, αλλά είναι ξεχείλισμα ψυχής∙ μ’ όλον τούτο, αν φθάσης να μου αποδείξης ότι σφάλλω τους στίχους, θέλει γράψω των Ιταλών και των Ισπανών, να τους δώσω την είδησιν, ότι τους έσφαλαν έως τώρα και αυτοί, και μη φοβάσαι να σου πάρω για την εφεύρεσιν το βραβείον, γιατί θέλει σε μελετήσω.

Σχόλια του Ιάκωβου Πολυλά:

Και πραγματικώς η πρόοδός του εις τη γλώσσα φαίνεται απίστευτη, αν σκεφθή τινάς ότι τότε (τον Μάιον 1823) έγραψε, εις το διάστημα, ως λέγεται ενός μηνός, τον Ύμνον εις την Ελευθερία. Και τωόντι, αν είναι αληθινόν ότι ο καθαρός Ελληνισμός στέκεται εις τη ζωντανή φωνή, εις το σεμνό κάλλος της μορφής και εις το ξάστερο βάθος του λόγου, βέβαια τούτο το ποίημα έβγαινε ως ο πρώτος γνήσιος καρπός της ελληνικής φαντασίας, ύστερ’ από είκοσι αιώνες του μαρασμού της. Αυτό ο αυγερινός του ελληνικού ουρανού έλαμψε ήδη εις δύο γενεές ανθρώπων με φως αθάμπωτο και παρηγορητικό, από το οποίον κατεβαίνει εις κάθε γενναία ψυχή το θάρρος εις τα μέλλοντα καλά και όμορφα του Ελληνισμού. 

Εις τον Ύμνον ο Σολωμός έδειχνε ότι ήδη ήταν ικανός να ρυθμίζη το ύφος του κατά τα διαφορετικά ποιητικά αντικείμενα. Επικρατεί με αμίμητην απλότητα, ο ελεγειακός χαρακτήρας εις το προοίμιον (στρ. 3-14), όπου ο ποιητής ενθυμίζει το περασμένο∙ και κανονικώς το έκαμε, διότι δίχως την αρχαίαν λαμπρότητα, δίχως την υπομονή μες στα πολύχρονα παθήματα, δεν εννοείται η ακαταμάχητη ορμή του αυτόνομου ελληνικού πνεύματος, όπου παρουσιάζεται εις τη φαντασία του ποιητή βγαλμένο από τα ιερά κόκκαλα των προγόνων, με την ακονισμένη ρομφαία και με το μάτι οπού με βία μετράει τη γη, ως να εθαρρούσε ότι γλήγορα θα την κάμη δική του.

Σχόλια του Λίνου Πολίτη:

Το Μάιο του 1823, σ’ ένα μήνα μέσα και σε μια συνεχή διάθεση λυρικού ενθουσιασμού, θα γράψει τις 158 στροφές του Ύμνου εις την Ελευθερία. Ένα ποίημα πηγαίο, ορμητικό, νεανικό, πολύ πιο ψηλά από τη μέση στάθμη των νεανικών ποιημάτων, ποίημα της επιτυχίας, που καθιερώνει αμέσως τον εικοσιπεντάχρονο ποιητή. Η Ελευθερία, μορφή ποιητική και όχι ψεύτικη, αλληγορική, που ταυτίζεται με την Ελλάδα, αστράφτει από την πρώτη στιγμή γνώριμη στα μάτια του ποιητή: Σε γνωρίζω από την κόψη / του σπαθιού την τρομερή, / σε γνωρίζω... 

Αφού δώσει στο προοίμιο τα περασμένα βάσανα της σκλαβιάς και τη δύναμη τώρα της Ελευθερίας, περιγράφει ένα ένα τα κατορθώματά της, δηλ. τα κυριότερα γεγονότα του Αγώνα ως την εποχή που γράφει. Η άλωση της Τριπολιτσάς, πρωτεύουσας του Μοριά, η πρώτη μεγάλη νίκη των Ελλήνων, παίρνει έκταση επική και δραματική, η καταστροφή της μεγάλης στρατιάς του Δράμαλη κοντά στην Κόρινθο, σαν αργή κίνηση μουσικής συμφωνίας, δίνεται με μια διάθεση ειδυλλιακή, ενώ το δραστικό περιγραφικό ύφος του πρώτου μέρους ξαναγυρίζει στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου τα Χριστούγεννα του 1822 και στην καταστροφή των Τούρκων στον Αχελώο, που επακολούθησε. Ύστερα ο τόνος πέφτει, ιδίως όταν ο ποιητής δίνει συμβουλές στους αγωνιστές (ας είναι και με το στόμα της Ελευθερίας) ή απευθύνει έκκληση στους ξένους μονάρχες για την ελευθερία των Ελλήνων.


Ο Ύμνος είχε μεγάλη απήχηση, μεταφράστηκε στις περισσότερες ξένες γλώσσες και η λυρική του φωνή ενίσχυσε το κίνημα του φιλελληνισμού.

Dionysios_Solomos Ο Διονύσιος Σολωμός
Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός (1798 − 9 Φεβρουαρίου 1857) γεννήθηκε στις 8 Απριλίου του 1798 στη Ζάκυνθο, ως εξώγαμο τέκνο του κόντε Νικόλαου Σολωμού και της υπηρέτριάς του Αγγελικής Νίκλη. 

Στις 3 Φεβρουαρίου του 1849 παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος, διότι «με την ποίηση του διέγειρε τα αισθήματα του λαού στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία».

Κεντρικό πρόσωπο της Επτανησιακής σχολής, ο Διονύσιος Σολωμός θεωρήθηκε και θεωρείται ο εθνικός ποιητής των Ελλήνων, όχι μόνο γιατί έγραψε τον Εθνικό Ύμνο, αλλά και διότι αξιοποίησε την προγενέστερη ποιητική παράδοση (κρητική λογοτεχνία, Δημοτικό τραγούδι) και ήταν ο πρώτος που καλλιέργησε συστηματικά τη δημοτική γλώσσα και άνοιξε το δρόμο για τη χρησιμοποίησή της στη λογοτεχνία, αλλάζοντας ακόμη περισσότερο τη στάθμη της. 

Εκτός από τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν», τα σπουδαιότερα έργα του είναι: «Ο Κρητικός» [1833-1834], «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» [1851], «Ο Πόρφυρας»[1849], «Η γυναίκα της Ζάκυθος» [από το 1826 έως το 1833], «Λάμπρος» [1829]. Το βασικό χαρακτηριστικό της ποιητικής παραγωγής του είναι η αποσπασματική μορφή: κανένα από τα ποιήματα που έγραψε μετά τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» δεν είναι ολοκληρωμένο και με ελάχιστες εξαιρέσεις, τίποτα δεν δημοσιεύτηκε από τον ίδιο.

Πέθανε στις 9 Φεβρουαρίου του 1857 στην Κέρκυρα, ύστερα από αλλεπάλληλες εγκεφαλικές συμφορήσεις. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1865 στη Ζάκυνθο και τοποθετήθηκαν αρχικώς σ' ένα μικρό μαυσωλείο στον τάφο του Κάλβου.

Ο Κώστας Βάρναλης περιέγραψε εύστοχα την αποσπασματικότητα του σολωμικού έργου με τη φράση «...(Ο Σολωμός) πάντα τα έγραφε, αλλά ποτές του δεν τα έγραψε». [Κ. Βάρναλης, Σολωμικά, εκδ. «Κέδρος», Αθήνα 1957, 113.]

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Διονύσιος Σολωμός (1798-1857) - Ὁ ἐθνικὸς ποιητὴς τῆς Ἑλλάδος

Βιογραφικὰ στοιχεῖα
Ἐργογραφία
Ποιητικὴ ἐξέλιξη
Σχολιασμὸς ἔργου
Ἄρθρα Νάσου Βαγενᾶ
Βιβλιογραφία
Σχόλια στὸ Ἡ γυναῖκα τῆς Ζάκυθος

Ἔργα
Ὕμνος εἰς τὴν Ἐλευθερίαν
Εἰς Μᾶρκο Μπότσαρη
Ἡ καταστροφὴ τῶν Ψαρῶν
Εἰς τὸν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάϋρον
Ὁ θάνατος τοῦ βοσκοῦ
Ὁ θάνατος τῆς ὀρφανῆς
Ἡ Ἀγνώριστη
Ἡ Εὐρυκόμη
Ἡ φαρμακωμένη
Εἰς Μοναχήν
Ὁ Λάμπρος
Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι
Ὁ Κρητικός
Εἰς τὸν θάνατον τῆς Αἰμιλίας Ῥοδόσταμο
Εἰς Φραγκίσκα Φράϊζερ
Ὁ Πόρφυρας
Ἡ Ξανθούλα
Ἡ ψυχούλα
Πρὸς Κύριον Γεώργιον Δὲ Ῥώσση
Ἀνθούλα
Πρωτομαγιά κ.ἄ.
ᾨδὴ στὴ σελήνη
Carmen Seculare
Τὸ ὄνειρο
Τὸ ὄνειρο (σατιρικόν)
Ἐπιγράμματα
Οἱ σφαγμένοι τῆς Ἑλλάδας (μτφ.)
Σονέττο XI
Χορικό (μτφ.)
Τὸ ἀηδόνι καὶ τὸ γεράκι
Τὸ κολύμπι
Μεταφράσεις
Μίμηση τοῦ τραγουδιοῦ τῆς Δεσδεμόνας
Ἡ γυναίκα τῆς Ζάκυθος
Διάλογος

Χρονολόγιο - Εργοβιογραφικό - Βιβλιογραφία 

Ο Μουσικοσυνθέτης Νικόλαος Μάντζαρος


Ο Νικόλαος Μάντζαρος (Κέρκυρα, 26 Οκτωβρίου 1795 – Κέρκυρα, 12 Απριλίου 1872) ήταν Έλληνας συνθέτης, ιδρυτής της μουσικής Επτανησιακής Σχολής. Θεωρείται ένα από τους ανθρώπους που έβαλαν τις βάσεις για την ελληνική έντεχνη μουσική.

Επτανήσιος μουσουργός, ο συνθέτης του Εθνικού μας Ύμνου. Φυσιογνωμία ευγενική, εργάσθηκε ακούραστα για τη διάδοση της μουσικής στην Ελλάδα και θεωρείται όχι μόνο ο αρχηγός της επτανησιακής σχολής, αλλά και γενικότερα ο θεμελιωτής της δυτικότροπης μουσικής στην Ελλάδα.

Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος - Μάντζαρος, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 26 Οκτωβρίου 1795. Γόνος πλούσιας οικογένειας ευγενών, σπούδασε από μικρός μουσική και αργότερα πήγε και τελειοποιήθηκε στην Ιταλία. Σε ηλικία μόλις 18 χρονών νυμφεύθηκε τη μοναχοκόρη του δούκα Αντωνίου Ιουστινιάνη, Μαριάννα, με την οποία απέκτησε τρεις κόρες και δύο γιους.

Γρήγορα απέκτησε τη φήμη μεγάλου καλλιτέχνη, γνώστη της κλασικής και ιδιαίτερα της ιταλικής μουσικής. Γι’ αυτό τον κάλεσαν ν’ αναλάβει τη διεύθυνση της Μουσικής Σχολής του Μιλάνου και του Ωδείου της Νεάπολης (Νάπολι). Ο Μάντζαρος, όμως, ήθελε να εργασθεί για την πατρίδα του και προπάντων για τη μουσική μόρφωση της ελληνικής νεολαίας και απέρριψε και τις δύο προτάσεις.

Επέστρεψε στην Κέρκυρα κι άρχισε να παραδίδει μαθήματα μουσικής. Κοντά του μαθήτευσε ολόκληρη γενιά συνθετών (Καρέρ, Λαμπελέτ, Ξύνδας κ.ά). Όταν το 1840 ιδρύθηκε εκεί η Φιλαρμονική Εταιρία, ο Μάντζαρος αναγορεύθηκε ισόβιος πρόεδρός της.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός της συχνής αλληλογραφίας του συνθέτη με τον Τσινγκαρέλι και η επιθυμία του δεύτερου (την οποία εκφράζει με επιστολή του το 1885) να του εμπιστευθεί μετά τον θάνατό του τη διεύθυνση του ωδείου της Νάπολης. Τιμή μεγάλη, την οποία αρνήθηκε ο Μάντζαρος ευγενικά γιατί είχε αποφασίσει να ζήσει ανεξάρτητος στην Κέρκυρα και να μορφώσει μουσικά την ελληνική νεολαία.

Ο Μάντζαρος ήταν φίλος του Διονυσίου Σολωμού και εκτιμούσε πολύ το έργο του Εθνικού μας ποιητή. Μελοποίησε ολόκληρο τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν» - σε 4 διαφορετικές γραφές - από τον οποίο οι δύο πρώτες στροφές καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας το 1865 και της Κύπρου το 1966. Έγραψε μουσική και για άλλα ποιήματα του Σολωμού («Φαρμακωμένη», «Ύμνος εις τόν Μπάιρον», «Αυγούλα», «Ξανθούλα»). Το συνθετικό του έργο, του οποίου ένα μικρό τμήμα διασώθηκε, περιλαμβάνει ακόμη συμφωνίες, εκκλησιαστική μουσική, έργα για πιάνο, εμβατήρια και ύμνους.

Αξιόλογοι μουσικοσυνθέτες ζητούσαν την κριτική του. Ο Μάντζαρος εκτός από την άριστη μουσική του κατάρτιση γνώριζε φιλοσοφία, ιστορία, φυσικομαθηματικά και φιλολογία. Μιλούσε πολλές γλώσσες και ασχολήθηκε στη νεότητά του και με τη μουσικοκριτική δημοσιεύοντας ανώνυμα σε πολλά ιταλικά περιοδικά. O ίδιος δεν θεωρούσε τον εαυτό του επαγγελματία μουσικό και αυτοχαρακτηριζόταν "ερασιτέχνης" (αυτός είναι και από τους λόγους που δεν δεχόταν χρήματα για τις υπηρεσίες του).

«Ευγενής στους τρόπους, ευχάριστος στας συναναστροφάς», ο Μάντζαρος ήταν αληθινός αριστοκράτης, ωστόσο είχε πολύ απλή συμπεριφορά. Ήταν ψηλός και φορούσε πάντοτε σκούρα και σοβαρά ρούχα. Όταν έγραφε, μελοποιούσε ή δίδασκε, στεκόταν πάντοτε όρθιος, γι' αυτό είχε ψηλό γραφείο. Αγαπούσε την τάξη και ήταν υπερβολικά ιδιόρρυθμος. Η τέχνη ήταν γι' αυτόν το παν. Ήταν καλός και στοργικός πατέρας και στους φίλους του ευεργετικός.

Την 29η Μαρτίου του 1872, ο Νικόλαος Μάντζαρος έπεσε σε κώμα κατά τη διάρκεια μαθήματος και τελικά πέθανε στην Κέρκυρα στις 12 Απριλίου του ίδιου έτους σε ηλικία 76 ετών. Πέθανε τελείως φτωχός καθώς δίδασκε δωρεάν ακόμα και την εποχή που βρισκόταν σε μεγάλη οικονομική δυσχέρεια.

Βιβλιογραφία:

• Ύμνος εις την Ελευθερίαν: Σπυρίδων Δε Βιάζης περιοδικό Απόλλων, Πειραιάς 1890 αριθμός 61 σελ. 942α-946β
• Μάκριτζ Πήτερ 1995, Διονύσιος Σολωμός, (μεταφρ. Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ), Καστανιώτης, Αθήνα
• Μιχαηλίδης, Κώστας Π., «Διονυσίου Σολωμού, Ο Κρητικός. (Άπαντα, τομ. Α’, Ίκαρος 1948)», Ευθύνη 176 (Αύγουστος 1986), 408-409.
• Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος, Γερμανική Εθνική Βιβλιοθήκη, Κρατική Βιβλιοθήκη του Βερολίνου, Βαυαρική Κρατική Βιβλιοθήκη, Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας: Gemeinsame Normdatei. ...και Σ. Μοτσενίγος, Νεοελληνική Μουσική, Αθήνα 1958.
• Χάρης Ξανθουδάκης, Κώστας Καρδάμης (επιμ.): Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος: ερευνητική συμβολή στα 130 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη, Κέρκυρα, Ιόνιο Πανεπιστήμιο - Τμήμα Μουσικών Σπουδών, 2003.
• Σημειώσεις Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Κων. Μάντη latistor.blogspot.com
Δημήτρης Λιαντίνης: «Χάσμα Σεισμού - Ο φιλοσοφικός Σολωμός», Βιβλιογωνία, Αθήνα 1977. Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών
• Ύμνος εις την Ελευθερία: Διονύσιος Σολωμός - Νικόλαος Μάντζαρος (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)

Βίντεο / Ντοκιμαντέρ: ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ – ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΝΤΖΑΡΟΣ

Περιγραφή Περιεχομένου / Περίληψη: Ντοκιμαντέρ/Εκπομπή-αφιέρωμα αφιερωμένο στον εθνικό μας ποιητή ΔΙΟΝΥΣΙΟ ΣΟΛΩΜΟ και στον συνθέτη ΝΙΚΟΛΑΟ ΜΑΝΤΖΑΡΟ, ο οποίος μελοποίησε τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν». Παρεμβάλλονται πλάνα με δραματοποιημένες στιγμές της ζωής του ποιητή. Παρακολουθούμε δραματοποιημένα στιγμιότυπα από τη ζωή του ποιητή μέσα από τα οποία διαφαίνεται η βαθιά συγκίνηση και επίδραση που ασκούσαν στον ψυχισμό του η Ελληνική Επανάσταση και η αυτοθυσία των επαναστατημένων Ελλήνων. 

Σημαντικό μέρος της δραματοποίησης καλύπτει η γνωριμία και η φιλία του με τον ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΤΡΙΚΟΥΠΗ που τον βοήθησε να μάθει αλλά και να εκφράζεται μέσα από την ελληνική γλώσσα, με αποτέλεσμα τη συγγραφή του «Ύμνου εις την ελευθερίαν». Η γνωριμία του ποιητή με τον Ν. ΜΑΝΤΖΑΡΟ στην Κέρκυρα, η μελοποίηση του Ύμνου και η αναγνώριση της σύνθεσης ως Εθνικού Ύμνου των Ελλήνων από τον Βασιλιά Γεώργιο Α’ ολοκληρώνουν το αφιέρωμα. Σκηνοθεσία-σενάριο: ΤΩΝΗΣ ΛΥΚΟΥΡΕΣΗΣ. Διάρκεια 00:43:10:04. Συντελεστές: ert.gr











• Ομιλία του Νίκου Λυγερού στην εκδήλωση με θέμα: 
«Ελεύθεροι Πολιορκημένοι». Αίθουσα του Δημοτικού 
Συμβουλίου του Δήμου Αχαρνών. Ο ηθοποιός Λάζος 
Τερζάς απαγγέλει αποσπάσματα από το έργο.

Από τον καθηγητή φιλοσοφίας και σύγχρονου 
και αειμνήστου δασκάλου, Δημήτρη Λιαντίνη 
κι ας τον ακούσουμε στην ομιλία του...

Βίντεο: «Ολόκληρος ο Εθνικός Ύμνος, από το εργαστήρι παλαιάς μουσικής. Αυθεντική εκτέλεση υπό την διεύθυνση του Βύρωνα Φιδετζή, στο πιάνο ο Άρης Γαρουφαλής. Ψηφιοποιημένη μεταφορά, από το αυθεντικό LP. (Έκδοση: Ελληνικό πολιτιστικό γραφείο 1988)» ΕΔΩ: ♪♫ http://youtu.be/AWQkQxoSacE ♪♫

Δεν υπάρχουν σχόλια: