Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, υπήρξε ο πλέον σκληρός επικριτής των ακροτήτων της πολιτικής εξουσίας και των φορέων αυτής που διαβιούσαν contra στα διδάγματα της Εκκλησίας και σε βάρος του πενόμενου λαού.
Ο έλεγχός του προς τους παρεκτρεπομένους πολιτικούς γινόταν χωρίς οργή και αλαζονεία, αλλά με αγάπη και ειλικρινές πατρικό ενδιαφέρον για την πνευματική κάθαρση του δημόσιου βίου, ο οποίος όταν ήταν φαύλος είχε τις αρνητικές του επιπτώσεις και στο λαό, που ήταν ταυτόχρονα και το πλήρωμα της ορθοδόξου εκκλησίας.
- Ο ιερός Χρυσόστομος ουδέποτε χαρίστηκε στους άρχοντες του κόσμου τούτου και γι’ αυτό τον λόγο δεν τους ήταν αρεστός, θα λέγαμε ότι πολλοί εκ των πολιτικών ηγητόρων της εποχής του, τον μισούσαν θανάσιμα επειδή δεν ανέχονταν τον οξύτατο δημόσιο έλεγχο που ασκούσε στα πρόσωπά τους για την φαυλοκρατία και την ανεντιμότητά τους.
Έτσι, δεν άργησε να συγκρουστεί ευθέως και χωρίς μισόλογα και με την ίδια την έξαλλη στην προσωπική ζωή και στις εξεζητημένες δημόσιες απαιτήσεις και παραξενιές της αυτοκράτειρα, την Ευδοξία, της οποίας το όνομα ήταν συνώνυμο των αδικιών, της φιλοχρηματίας και της σπατάλης που έκανε, ενώ πεινούσε ο λαός.
Την ίδια παρρησία και τόλμη επέδειξε και για τον πανίσχυρο αυλικό, τον πρωθυπουργό της εποχής του, τον γνωστό Ευτρόπιο, στον οποίο έκανε αυστηρές παρατηρήσεις για την φαυλότητα και την απληστία του, να πωλεί δημόσιες θέσεις και κρατικά αξιώματα στους ημετέρους και φιλικά προσκείμενους προς αυτόν, να δημεύει παράνομα περιουσίες και επιπλέον να θέλει την κατάργηση του δικαιώματος του ασύλου των ιερών ναών.
Και όμως, όταν ο Ευτρόπιος εξέπεσε του αξιώματός του και εζήτησε ταπεινωμένος άσυλο στην Εκκλησία, ο ιερός Χρυσόστομος τον προστάτευσε με σθένος και τότε εξεφώνησε τους περίφημους λόγους του «Εις Ευτρόπιον», που έχουν καταγραφεί ως μοναδικής ρητορικής δεινότητος κείμενα της παγκοσμίου φιλολογίας.
Ο λαός επεδοκίμαζε τις ενέργειες αυτές του Χρυσοστόμου, του ποιμενάρχου του, τον οποίο κυριολεκτικώς ελάτρευε. Και τούτο, διότι έβλεπε ότι τα μέτρα που είχε λάβει είχαν ως αποτέλεσμα να αρχίσει σιγά – σιγά να επιβάλλεται μια πειθαρχία στην αχαλίνωτη κατάσταση που επικρατούσε κατά τα προηγούμενα έτη σε πολλούς κοινωνικούς τομείς και να περιορίζονται οι κοινωνικές αδικίες που διεπράττοντο προηγουμένως.
Όμως, όπως είναι γνωστό, όπου υπάρχει δράση, υπάρχει και αντίδραση. Έτσι, ο ασυμβίβαστος και ανυποχώρητος χαρακτήρας του Χρυσοστόμου ενώπιον των οργανωμένων συμφερόντων, αλλά και το γεγονός ότι δεν θέλησε και δεν επεδίωξε ποτέ την φιλία ή την εύνοια κανενός κοσμικού άρχοντος, όλα αυτά, είχαν ως αποτέλεσμα να προκληθεί εντονότατη και ισχυρή αντίδραση των θιγομένων ομάδων και συμφερόντων από τους λόγους και τα έργα του Χρυσοστόμου.
Τότε οι αντίπαλοι του Χρυσοστόμου, όπως ήταν ο λιθομανής και χρυσολάτρης Θεόφιλος Αλεξανδρείας, η ματαιοδόξη αυτοκράτειρα Ευδοξία, ο πρωθυπουργός Ευτρόπιος, πολλές από τις ματαιόδοξες κυρίες της ανακτορικής αυλής, αλλά και πολλοί από τους επισκόπους που είχε καθαιρέσει ως αναξίους του εκκλησιαστικού τους αξιώματος, έθεσαν ως ανίερο στόχο να τον αφανίσουν.
Έτσι όλη αυτή η παρασυναγωγή και φατρία, στο πρόσωπο κάποιων ψευδοεπισκόπων με επικεφαλής τον Αλεξανδρείας Θεόφιλο, συγκάλεσαν αντικανονικά στην πόλη Δρύ, το έτος 403 μ.Χ. μια ψευδοσύνοδο, η οποία ονομάστηκε «ληστρική σύνοδος» και κατεδίκασαν άνευ λόγου και ερήμην τον Ιερό Χρυσόστομο.
Όταν ο Χρυσόστομος εισήρχετο στην βασιλεύουσα ο λαός παραληρούσε από χαρά και εκείνος ένδακρυς βροντοφώναξε: «Τι ποίησω, ίνα υμίν αξίως αποδώσω της αγάπης την αμοιβήν; Αγαπώ ετοίμως το αίμα μου εκχεείν υπέρ τη υμετέρας σωτηρίας, λαέ μου…».
Το δίκαιο επεκράτησε, αλλά δυστυχώς όχι για πολύ λίγο. Αφορμή για τη νέα και τελευταία δοκιμασία του ιερού πατρός εδόθη όταν ο ίδιος δημόσια εστηλίτευσε τους προκλητικούς θορύβους και τις άμετρες μέχρι σημείου ειδωλολατρείας προκλητικές εκδηλώσεις που είχαν οργανωθεί για να τιμηθεί η ματαιόδοξη Ευδοξία, της οποίας ο αργυρός Ανδριάντας στήθηκε πλησίον του ναού της Αγίας Σοφίας (ο δεύτερος ναός επί του οποίου ανηγέρθη ο σημερινός) και στο κέντρο της δημοσίας αγοράς.
Ο ιστορικός Σωκράτης αναφέρει ότι τόσο σκληρός υπήρξε ο δημόσιος λόγος του μεγαλυτέρου εκκλησιαστικού ρήτορος όλων των αιώνων, ώστε και οι κίονες του ναού εφαίνοντο ότι θα λυγίσουν από το δριμύ κατηγορώ, που άρχιζε ως εξής: «Πάλιν Ηρωδιάς μαίνεται, πάλιν ταράσσεται, πάλιν ορχείται, πάλιν την κεφαλήν Ιωάννου ζητεί λαβείν επί πίνακι…».
Όλα αυτά ως σεισμός τάραξαν τα ανάκτορα και ο ιερός Χρυσόστομος οδηγείται και πάλι στην εξορία, κατά το έτος 404 μ.Χ. Η εξασθενημένη όμως υγεία του, μετά από τρία έτη σκληρής εξορίας, δεν άντεξε και το 407 μ.Χ. ο άτλας αυτός της ορθοδόξου Εκκλησίας παρέδωσε το πνεύμα του, λέγοντας μέχρι και την τελευταία στιγμή την φράση: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο την 13 Νοεμβρίου εκάστου έτους τιμά ιδιαιτέρως τον αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη του Χρυσόστομο. Την ημέρα αυτή, στον πατριαρχικό θρόνο δεν ανεβαίνει ο Πατριάρχης, αλλά τοποθετείται η εικόνα του ιερού πατρός, ενώ ο Πατριάρχης ίσταται στο παραθρόνιο, έχοντας στο χέρι του μαύρη ράβδο.
Ιδιαίτερη υπήρξε η τιμή και ευλογία για τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, όταν κατά το Νοέμβριο του 2004 και εν όψει της θρονικής εορτής του πανσέπτου οικουμενικού πατριαρχείου, κατά την παραμονή της εορτής του Αγίου Ανδρέου του πρωτοκλήτου, ιδρυτού της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, μετέφερε στον πατριαρχικό ναό μετά από επτά αιώνες τα ιερά λείψανα των Αγίων Αρχιεπισκόπων Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του θεολόγου, τα οποία είχαν κλαπεί από τους λατίνους Σταυροφόρους και εφυλάσσοντο στο Βατικανό.
Τα ιερά λείψανα επέστρεψαν μόνιμα στον φυσικό τους χώρο, στον πάνσεπτο πατριαρχικό ναό της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Το έτος 2007 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν αφιερωμένο στην ιερά μνήμη του ιερού Χρυσοστόμου για τα 1600 έτη από της κοιμήσεώς του.
Ιωάννης Ελ. Σιδηράς, Θεολόγος
Εκκλησιαστικός Ιστορικός, Νομικός
15.11.2007 xronos.gr
Και όμως, όταν ο Ευτρόπιος εξέπεσε του αξιώματός του και εζήτησε ταπεινωμένος άσυλο στην Εκκλησία, ο ιερός Χρυσόστομος τον προστάτευσε με σθένος και τότε εξεφώνησε τους περίφημους λόγους του «Εις Ευτρόπιον», που έχουν καταγραφεί ως μοναδικής ρητορικής δεινότητος κείμενα της παγκοσμίου φιλολογίας.
Ο λαός επεδοκίμαζε τις ενέργειες αυτές του Χρυσοστόμου, του ποιμενάρχου του, τον οποίο κυριολεκτικώς ελάτρευε. Και τούτο, διότι έβλεπε ότι τα μέτρα που είχε λάβει είχαν ως αποτέλεσμα να αρχίσει σιγά – σιγά να επιβάλλεται μια πειθαρχία στην αχαλίνωτη κατάσταση που επικρατούσε κατά τα προηγούμενα έτη σε πολλούς κοινωνικούς τομείς και να περιορίζονται οι κοινωνικές αδικίες που διεπράττοντο προηγουμένως.
Όμως, όπως είναι γνωστό, όπου υπάρχει δράση, υπάρχει και αντίδραση. Έτσι, ο ασυμβίβαστος και ανυποχώρητος χαρακτήρας του Χρυσοστόμου ενώπιον των οργανωμένων συμφερόντων, αλλά και το γεγονός ότι δεν θέλησε και δεν επεδίωξε ποτέ την φιλία ή την εύνοια κανενός κοσμικού άρχοντος, όλα αυτά, είχαν ως αποτέλεσμα να προκληθεί εντονότατη και ισχυρή αντίδραση των θιγομένων ομάδων και συμφερόντων από τους λόγους και τα έργα του Χρυσοστόμου.
Τότε οι αντίπαλοι του Χρυσοστόμου, όπως ήταν ο λιθομανής και χρυσολάτρης Θεόφιλος Αλεξανδρείας, η ματαιοδόξη αυτοκράτειρα Ευδοξία, ο πρωθυπουργός Ευτρόπιος, πολλές από τις ματαιόδοξες κυρίες της ανακτορικής αυλής, αλλά και πολλοί από τους επισκόπους που είχε καθαιρέσει ως αναξίους του εκκλησιαστικού τους αξιώματος, έθεσαν ως ανίερο στόχο να τον αφανίσουν.
Έτσι όλη αυτή η παρασυναγωγή και φατρία, στο πρόσωπο κάποιων ψευδοεπισκόπων με επικεφαλής τον Αλεξανδρείας Θεόφιλο, συγκάλεσαν αντικανονικά στην πόλη Δρύ, το έτος 403 μ.Χ. μια ψευδοσύνοδο, η οποία ονομάστηκε «ληστρική σύνοδος» και κατεδίκασαν άνευ λόγου και ερήμην τον Ιερό Χρυσόστομο.
- Ο αγανακτισμένος από την άδικη αυτή απόφαση λαός, χιλιάδες λαού, έφθασαν σε σημείο να καταλάβουν τα ανάκτορα και απειλούσαν να κατακρεουργήσουν τους πάντες για την εξορία του φιλάσθενου ποιμενάρχου τους. Τότε η ηθική και φυσική αυτουργός, η αυτοκράτειρα Ευδοξία εζήτησε από τον σύζυγό της Αρκάδιο να επαναφέρει τον Χρυσόστομο στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
Όταν ο Χρυσόστομος εισήρχετο στην βασιλεύουσα ο λαός παραληρούσε από χαρά και εκείνος ένδακρυς βροντοφώναξε: «Τι ποίησω, ίνα υμίν αξίως αποδώσω της αγάπης την αμοιβήν; Αγαπώ ετοίμως το αίμα μου εκχεείν υπέρ τη υμετέρας σωτηρίας, λαέ μου…».
Το δίκαιο επεκράτησε, αλλά δυστυχώς όχι για πολύ λίγο. Αφορμή για τη νέα και τελευταία δοκιμασία του ιερού πατρός εδόθη όταν ο ίδιος δημόσια εστηλίτευσε τους προκλητικούς θορύβους και τις άμετρες μέχρι σημείου ειδωλολατρείας προκλητικές εκδηλώσεις που είχαν οργανωθεί για να τιμηθεί η ματαιόδοξη Ευδοξία, της οποίας ο αργυρός Ανδριάντας στήθηκε πλησίον του ναού της Αγίας Σοφίας (ο δεύτερος ναός επί του οποίου ανηγέρθη ο σημερινός) και στο κέντρο της δημοσίας αγοράς.
Ο ιστορικός Σωκράτης αναφέρει ότι τόσο σκληρός υπήρξε ο δημόσιος λόγος του μεγαλυτέρου εκκλησιαστικού ρήτορος όλων των αιώνων, ώστε και οι κίονες του ναού εφαίνοντο ότι θα λυγίσουν από το δριμύ κατηγορώ, που άρχιζε ως εξής: «Πάλιν Ηρωδιάς μαίνεται, πάλιν ταράσσεται, πάλιν ορχείται, πάλιν την κεφαλήν Ιωάννου ζητεί λαβείν επί πίνακι…».
Όλα αυτά ως σεισμός τάραξαν τα ανάκτορα και ο ιερός Χρυσόστομος οδηγείται και πάλι στην εξορία, κατά το έτος 404 μ.Χ. Η εξασθενημένη όμως υγεία του, μετά από τρία έτη σκληρής εξορίας, δεν άντεξε και το 407 μ.Χ. ο άτλας αυτός της ορθοδόξου Εκκλησίας παρέδωσε το πνεύμα του, λέγοντας μέχρι και την τελευταία στιγμή την φράση: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».
Ιδιαίτερη υπήρξε η τιμή και ευλογία για τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, όταν κατά το Νοέμβριο του 2004 και εν όψει της θρονικής εορτής του πανσέπτου οικουμενικού πατριαρχείου, κατά την παραμονή της εορτής του Αγίου Ανδρέου του πρωτοκλήτου, ιδρυτού της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, μετέφερε στον πατριαρχικό ναό μετά από επτά αιώνες τα ιερά λείψανα των Αγίων Αρχιεπισκόπων Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου του Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του θεολόγου, τα οποία είχαν κλαπεί από τους λατίνους Σταυροφόρους και εφυλάσσοντο στο Βατικανό.
Τα ιερά λείψανα επέστρεψαν μόνιμα στον φυσικό τους χώρο, στον πάνσεπτο πατριαρχικό ναό της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Το έτος 2007 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν αφιερωμένο στην ιερά μνήμη του ιερού Χρυσοστόμου για τα 1600 έτη από της κοιμήσεώς του.
Ιωάννης Ελ. Σιδηράς, Θεολόγος
Εκκλησιαστικός Ιστορικός, Νομικός
15.11.2007 xronos.gr
Πηγή | επιμέλεια: sophia-ntrekou.gr
Δείτε και την μελέτη
Σύντομο βιογραφικό του Ιωάννη Σιδηρά
Δείτε και την μελέτη
- Η προσωπικότητα του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου
- Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος Αρχιεπίσκοπος ΚΠόλεως (347 - 407 μ.Χ)
Σύντομο βιογραφικό του Ιωάννη Σιδηρά
Ο Ιωάννης Ελ. Σιδηράς γεννήθηκε το έτος 1976 στη Δυτική Γερμανία και ολοκλήρωσε την εγκύκλια εκπαίδευσή του στα εκπαιδευτήρια του Νομού Ροδόπης. Αφού απεφοίτησε αριστούχος από την Θεολογική και Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο ΑΠΘ και ειδικότερα στον ιστορικό κλάδο, ειδικευθείς στην Εκκλησιαστική Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Έχει εκδώσει σειρά ανέκδοτων εκκλησιαστικών εγγράφων από το αρχειοφυλάκιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, από τα αρχεία Ιερών Μητροπόλεων και από ιδιωτικά αρχεία.
Έχει συμμετάσχει σε επιστημονικά συμπόσια, ημερίδες και συνέδρια, και έχει επιμεληθεί την έκδοση επιστημονικών συλλογικών και συνεδριακών τόμων, στους οποίους έχει δημοσιεύσει επιστημονικές μελέτες, άρθρα και εισηγήσεις που αφορούν την εκκλησιαστική ιστορία της Θράκης και της Μακεδονίας. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά της Θράκης και της Μακεδονίας αλλά και σε πανελλαδικής κυκλοφορίας περιοδικά. Στον «Παρατηρητή της Θράκης» γράφει κάθε Σάββατο για θέματα εκκλησιαστικής και τοπικής ιστορίας.
πηγή: sophia-ntrekou.gr / αέναη επΑνάσταση
Έχει συμμετάσχει σε επιστημονικά συμπόσια, ημερίδες και συνέδρια, και έχει επιμεληθεί την έκδοση επιστημονικών συλλογικών και συνεδριακών τόμων, στους οποίους έχει δημοσιεύσει επιστημονικές μελέτες, άρθρα και εισηγήσεις που αφορούν την εκκλησιαστική ιστορία της Θράκης και της Μακεδονίας. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά της Θράκης και της Μακεδονίας αλλά και σε πανελλαδικής κυκλοφορίας περιοδικά. Στον «Παρατηρητή της Θράκης» γράφει κάθε Σάββατο για θέματα εκκλησιαστικής και τοπικής ιστορίας.
πηγή: sophia-ntrekou.gr / αέναη επΑνάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου