Τάσος Λειβαδίτης - Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος (ανάλυση ποιήματος) και Videos

A man gives away his shoes in Rio de Janeiro
Οι πράξεις των ευγενικών και ανιδιοτελών ανθρώπων.
A man gives away his shoes in Rio de Janeiro.
Ένας άντρας δίνει τα παπούτσια του σε ένα άστεγο κορίτσι 
στο Ρίο Ντε Τζανέϊρο, την πρωτεύουσα της Βραζιλίας.

της Σοφίας Ντρέκου (Sophia Drekou)
Αρθρογράφος (BSc in Psychology)

Ο χαρακτήρας του κάθε ανθρώπου αποκαλύπτεται
όταν κατέχει δύναμη και εξουσία. Αυτές φουντώνουν
κάθε πάθος και φανερώνουν κάθε κρυμμένο ελάττωμα.
Πλούταρχος (περ. 350 - 430) Νεοπλατωνικός φιλόσοφος

Πώς μπορείς να ζεις σ' έναν κόσμο με τόσην αδικία 
και να μην το ξεφωνίζεις κάθε ώρα, κάθε μέρα; Φυσικά, 
αν θέλεις, μπορείς να μείνεις ήσυχος. Να κοιτάξεις 
τον εαυτούλη σου. Μα τότε πώς θά' χεις το δικαίωμα 
να λέγεσαι άνθρωπος; Μενέλαος Λουντέμης

Ένα από τα πιο δυνατά και διαχρονικά ποιήματα του σπουδαίου Τάσου Λειβαδίτη, από την ενότητα «Παράρτημα Α'» της συλλογής «Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο» (1956). 

Η φωνή του ποιητή μας Τάσου Λειβαδίτη «επισκέπτεται», με τον κοινωνικό χαρακτήρα της, που βγαίνει μεν από το βίωμα και την προσωπική του τοποθέτηση, αλλά προσανατολίζεται στο παρόν και το μέλλον, ενεργοποιώντας μυαλό και ψυχή, ανοίγοντας παράθυρα στη ζωή που η καθημερινότητα φυλακίζει.

1η Ανάλυση: Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος

Το ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη που θα αναλύσουμε εδώ, το «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος», γράφτηκε το 1950 και πρωτοδημοσιεύθηκε το 1956 στην τέταρτη ποιητική του συλλογή, Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο. Ανήκει στην πρώτη ενότητα, της πρώτης, της επαναστατικής περιόδου της ποιητικής παραγωγής του Λειβαδίτη. 

Το ποίημα ξαναγράφτηκε από τον ποιητή αμέσως μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και σε αυτήν την εκ νέου επεξεργασμένη και επαυξημένη μορφή του ποιήματος που αποτελείται από τέσσερις στροφές θα το αναλύσουμε και εδώ.

Η μορφή του ποιήματος είναι μοντέρνου στυλ, χωρίς ομοιοκαταληξίες, το ύφος του απλό και προσιτό στον οποιονδήποτε και το περιεχόμενό του έχει μια βαθιά φιλοσοφική και πολιτική διάσταση.

Όλες οι στροφές του ποιήματος αρχίζουν και τελειώνουν με τον τίτλο του ποιήματος, την υποθετική πρόταση «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος», που γίνεται προϋπόθεση για το υπόλοιπο περιεχόμενο της κάθε στροφής. 

Ας δούμε την πρώτη στροφή του ποιήματος:

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή
ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο.

Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις,
τα χείλια σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες — μα ούτε βήμα πίσω.

Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζεις την αδικία.

Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.

Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται
την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω απ' τις οβίδες.

Δεν έχεις καιρό...
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Στην πρώτη στροφή ο ποιητής απευθύνεται στον καθένα από μας και εκφράζει τα βαθύτερα φιλοσοφικά και πολιτικά του πιστεύω, αυτά τα οποία συνιστούν την ουσία της ανθρωπιάς. Η ειρήνη και η δικαιοσύνη αποτελούν τους ακροτελεύτιους άξονες της αντίληψής του για την ανθρωπιά και μας παρακινεί να τα ασπαστούμε και να αγωνιστούμε για αυτά τα θεμελιώδη και πανανθρώπινα ιδανικά. 

Γεμάτος αγωνιστική διάθεση καλεί και εμάς να αφήσουμε τη βολή μας και να παλέψουμε και να αγωνιστούμε κι εμείς για την εδραίωση των ιδανικών αυτών που θα κάνουν τον κόσμο μας καλύτερο. Μας καλεί να βγούμε και να βροντοφωνάξουμε τη θέλησή μας για ειρήνη και δικαιοσύνη, για έναν καλύτερο κόσμο, αψηφώντας όλες τις δυσχέρειες και την αντίδραση που αναπόφευκτα θα αντιμετωπίσουμε στον δύσκολο και κάθε άλλο παρά ανώδυνο αυτό αγώνα μας. 

Πέρα από κάθε αδράνεια και μόνο με τον αγώνα μπορούν να κατανικηθούν οι εχθροί των ιδανικών αυτών. Η αδράνεια και η λιγοψυχία είναι ανασταλτικοί παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν δυσμενώς την πορεία αυτού του αγώνα. Είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης να ρέπει προς το ευχάριστο, το γλυκό, το νοσταλγικό. 

Λίγο να ονειροπολήσεις άσκοπα, λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, λίγο να στραφείς προς την απόλαυση και τον θαυμασμό της φύσης, αυτή η μορφή αδράνειας αρκεί για να σε εκτροχιάσει από το δρόμο του αγώνα σου και να έχει ολέθριες, καταστροφικές συνέπειες για τη ζωή των συνανθρώπων μας, για την ειρήνη. 

Είναι εγωιστικό να στρεφόμαστε προς την ενδοσκοπική απόλαυση τη στιγμή που αμέτρητοι συνάνθρωποί μας δεν έχουν αυτήν την πολυτέλεια. Πρέπει να στραφούμε από το εγώ στο εμείς και να αγωνιστούμε ακούραστα για το κοινό καλό.

Ας περάσουμε τώρα στη δεύτερη στροφή:

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν’ αφήσεις τη μάνα σου,
την αγαπημένη ή το παιδί σου.

Δε θα διστάσεις.

Θ’ απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
θ’ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.

Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.

Το ξέρω, είναι όμορφο ν’ ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ,
να κοιτάς έν’ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμμένος πάνω απ’ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
να την ακούς να σου λέει τα όνειρά της για το μέλλον.

Μα εσύ πρέπει να τ’ αποχαιρετήσεις όλ’ αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου, 
για όλα τ’ άστρα, για όλες τις λάμπες και για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Στη δεύτερη στροφή βλέπουμε ότι είναι βαριά η καλογερική. Για να συντελέσει κανείς στην επίτευξη ενός καινούριου και καλύτερου κόσμου θα πρέπει να προβεί σε θυσίες της ίδιας του της προσωπικής ζωής. Κάτι τέτοιο έκανε και ο ίδιος ο ποιητής που θυσίασε τα αγαθά και τις απολαύσεις της νιότης του ταγμένος στον αγώνα για ένα καλύτερο μέλλον και υπέστη πλήθος κακουχιών. 

Ακόμα και τα πιο αγαπημένα μας πρόσωπα, τη μάνα, τη σύντροφο, το παιδί, θα πρέπει να τα βάλουμε σε δεύτερη μοίρα μπροστά στο μεγάλο ιδανικό. Πολύ περισσότερο θα πρέπει να απαρνηθεί κανείς τις υλικές ανέσεις και τις πολυτέλειες της σύγχρονης ζωής, οι οποίες έχουν πολύ μικρή ουσιαστική αξία κι ας τις θεωρούν σημαντικές οι περισσότεροι άνθρωποι. 

Προφανώς θα πρέπει να πράξουμε όπως ο Ηρακλής και να ακολουθήσουμε τον δύσβατο δρόμο της αρετής και όχι τον εύκολο της κακίας, του εγωισμού. Πρέπει να είμαστε ατρόμητοι και γενναίοι σε αυτήν τη δύσκολη πορεία και να μην παρασυρόμαστε από τις γλυκές Σειρήνες της ζωής. Πρέπει να απαρνηθούμε το άλας της ζωής, καθετί το ωραίο στη φύση και την τέχνη, κάθε όνειρο, ακόμα και τον έρωτα. 

Το διακύβευμα εδώ είναι υψηλό, ανώτερο από την προσωπική μας απόλαυση, είναι το κοινό καλό, η χαρά και η ευδαιμονία του κοινωνικού συνόλου. Πρέπει να ξεπεράσουμε το εγώ για το εμείς.

Ας δούμε τώρα την τρίτη στροφή:

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή
για είκοσι ή και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι
πάντοτε την άνοιξη, τη μάνα σου και τον κόσμο.

Εσύ και μες απ’ το τετραγωνικό μέτρο του κελιού σου
θα συνεχίζεις τον δρόμο σου πάνω στη γη.

Κι όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελιού σου με το δάχτυλο
απ’ τ’ άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.

Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου
και ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά σου δε θα γερνάς.

Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Στην τρίτη στροφή γίνεται πασιφανής η έμμεση αναφορά στην προσωπική ζωή του ποιητή. Ενταγμένος στο ΕΑΜ και την αριστερά ο ποιητής αντιμετώπισε διώξεις. Συνελήφθη και φυλακίστηκε με τη λήξη των Δεκεμβριανών, ενώ μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, το 1945, αφέθηκε ελεύθερος. Τον Ιούνιο του 1948 ξανασυλλαμβάνεται και εξορίζεται στο Μούδρο της Λήμνου. Το 1949 μεταφέρεται στη Μακρόνησο και από εκεί, επειδή δεν υπογράφει δήλωση μετανοίας, μεταφέρεται στον Αη Στράτη και από εκεί στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα. Ο ποιητής βίωσε έντονα στο πετσί του την εξορία και τη φυλακή ταγμένος πάντα σε ένα ανώτερο ιδανικό. Παρά τις κακουχίες που υπέστη, κράτησε πάντοτε το θάρρος και την αισιοδοξία του και απολάμβανε στο λογισμό του όλα τα αγαθά που του στέρησαν οι συνθήκες της ζωής του. Μπορεί να είχε χάσει την πολιτική του ελευθερία, αλλά παρέμεινε βαθιά ελεύθερος στο πνεύμα, έστω και περιορισμένος στο στενό κελί του. Μπορεί να είναι από φυσική άποψη απομονωμένος, αλλά οι συνέπειες αυτού του μοναχικού αγώνα του έχουν ευρύτερες συνέπειες που φτάνουν μακριά. Αυτός ο αγώνας δίνει δύναμη στον ποιητή και τον ανανεώνει ψυχικά, έστω και αν περνάνε τα χρόνια και γερνά σωματικά.

Ας περάσουμε στην τέταρτη και τελευταία στροφή:

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.

Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις
ένα μεγάλο τρυφερό γράμμα στη μάνα σου

θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία,
τ’ αρχικά του ονόματός σου και μια λέξη: Ειρήνη
σα να ’γραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.

Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ’ ολάκαιρο το μέλλον.

Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν’ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων
που τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Στην τέταρτη στροφή ολοκληρώνεται το μανιφέστο της αυτοθυσίας και της υπέρβασης του εγωισμού από τον ποιητή. Ακόμα και η ίδια η ζωή ενός αγωνιστή μπορεί να είναι ένα τίποτα μπροστά στη διακύβευση ενός ανώτερου ιδανικού. Πρέπει ανά πάσα στιγμή να είμαστε έτοιμοι να τη θυσιάσουμε. Πρέπει ανά πάσα στιγμή να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε το εκτελεστικό απόσπασμα για χάρη του μέλλοντος κόσμου. Το νόημα της ζωής μας πρέπει να είναι η εκπλήρωση των ανώτερων ιδανικών μας, όπως της ειρήνης.

Τελειώνοντας αυτή τη σύντομη ανάλυση του ποιήματος μπορούμε να παρατηρήσουμε τον έντονα βιωματικό, αυτοβιογραφικό, φιλοσοφικό και πολιτικό χαρακτήρα του. Εκκινώντας από τη στέρεη πεποίθησή του ότι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή θα πρέπει να είναι ο αγώνας για την υπέρβαση του εγωισμού μας και η αφοσίωσή μας σε κάποια ανώτερα ιδανικά που θα συντελέσουν στην εδραίωση μιας καινούριας και καλύτερης κοινωνίας, ο ποιητής μας καλεί να μείνουμε ατρόμητοι και ακλόνητοι σε αυτή τη δύσκολη πορεία. Μπορεί στα μάτια των περισσότερων από μας ο ποιητής να φαίνεται αυστηρός, άτεγκτος. 

Μπορεί να μοιάζουν ουτοπικά και υπερβολικά τα λόγια του στα αυτιά των βολεμένων αστών. Και σίγουρα μια ματιά αν ρίξει κανείς στον περίγυρό του θα διαπιστώσει εύκολα ότι η βουβή πλειονότητα του κόσμου θέτει ως προτεραιότητα το εγώ και τις απολαύσεις της ζωής αδιαφορώντας για το κοινό καλό και βρίσκεται πολύ μακριά από το πνεύμα του ποιητή. Όμως κάτι τέτοιο δε σημαίνει ότι αυτό το φιλοσοφικό και πολιτικό μανιφέστο του ποιητή χάνει την αξία του ως προγραμματική διακήρυξη της βαθύτερης ουσίας της ανθρωπιάς ως ανιδιοτελούς πρόταξης του κοινού καλού της ανθρωπότητας.

Ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος, αν θα είχαμε όλοι μας τη δύναμη να παλέψουμε και να αγωνιστούμε για την πραγματοποίηση των ιδανικών του ποιητή.[1] 

Tasos_Leivaditis

2η Ανάλυση

Το ποίημα αναφέρεται στον αγώνα που πρέπει να δώσει ο άνθρωπος ενάντια στον πόλεμο και στην αδικία. Πιο συγκεκριμένα, το ποιητικό υποκείμενο επισημαίνει ότι αν κάποιος θέλει να λέγεται άνθρωπος («αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος»), έχει χρέος να αγωνίζεται διαρκώς («δεν θα πάψεις ούτε στιγμή») για την ειρήνη και το δίκαιο. Εξάλλου, χρησιμοποιώντας το β’ ενικό πρόσωπο και την υποτακτική («ν’ αγωνίζεσαι») αναδεικνύει με αμεσότητα την προτροπή του για αυτόν τον αγώνα.

Ακόμα, υποστηρίζει πως ο άνθρωπος οφείλει να διαδηλώνει («θα βγεις στους δρόμους») εναντίον όσων καπηλεύονται τον πόλεμο («μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων») και όσων είναι άδικοι. Άλλωστε, με την παρομοίωση («κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζει την αδικία») φανερώνει με παραστατικότητα πως χρέος του ανθρώπου είναι με τις πράξεις του να καταπολεμά τις αδικίες. Μάλιστα, το ποιητικό υποκείμενο υπογραμμίζει ότι κανείς δεν πρέπει να ξεχνάει αυτόν τον αγώνα («μη ξεχαστείς») σκεπτόμενος το δικό του συμφέρον («να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια»), γιατί έτσι θα πάθουν κακό πολλοί συνάνθρωποί του («εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη»).

Γι’ αυτό καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όποιος θέλει να λέγεται άνθρωπος δεν έχει καιρό να σκέφτεται τον εαυτό του («δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου»), ένα συμπέρασμα που το δηλώνει με εμφατικό τρόπο χρησιμοποιώντας το σχήμα κύκλου, αφού όπως αρχίζει το ποίημα έτσι και το τελειώνει, ώστε να αναδείξει το θεματικό του κέντρο («αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος»).

Τάσος Λειβαδίτης - Tasos Leivaditis


Ο Αναστάσιος-Παντελεήμων Λειβαδίτης, (20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988) ήταν από τους σημαντικότερους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Γεννήθηκε και πέθανε στην Αθήνα. Καταγόταν από την Κοντοβάζαινα Γορτυνίας, από την πλευρά του πατέρα του, Λύσανδρου Λειβαδίτη. Στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από σπουδαίους Έλληνες συνθέτες. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον κέρδισε όμως η λογοτεχνία και συγκεκριμένα η ποίηση.

Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία (1953 για τη συλλογή του «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου»), το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων (1957 για τη συλλογή του «Συμφωνία αρ.Ι»), το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976 για τη συλλογή «Βιολί για μονόχειρα»), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1979 για το «Εγχειρίδιο ευθανασίας»). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της «Εταιρείας Συγγραφέων».

Όπως σημειώνει ο Τίτος Πατρίκιος, φίλος και συνεργάτης του Λειβαδίτη, ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ποίηση ώστε όσα ποιήματα του έστελναν «τα διάβαζε όλα ως το κόκαλο και όσο μεγαλύτερη αξία τους έβρισκε, τόσο την αναγνώριζε και τη διακήρυσσε». Και παρακάτω: «άσκησε την κριτική με διεισδυτική ευαισθησία, με στοχασμό που δεν κατέληγε σε κάποια κανονιστικότητα, με άνοιγμα σε όλους τους τρόπους της ποίησης και αγάπη για όλους τους ποιητές, χωρίς εύνοιες και πατερναλισμούς».

Θεωρείται αξιοσημείωτος ο τρόπος που αγγίζει σήμερα τους ανθρώπους της εποχής, κάποιος που αποτελεί το ακριβώς αντίθετο αυτής της εποχής. Δηλαδή «σε καιρούς μεταμοντέρνου καπιταλισμού, συγκινεί τους ανθρώπους ένας μοντέρνος κομμουνιστής»

Απεβίωσε στην Αθήνα 30 Οκτωβρίου 1988.

Οι τρεις περίοδοι στο έργο του

Το έργο του Τάσου Λειβαδίτη χωρίζεται σε τρεις περιόδους.

Πρώτη περίοδος: «Η Επαναστατική»

Η πρώτη περίοδος του είναι η επαναστατική και χωρίζεται σε δύο ενότητες. Η πρώτη ενότητα εκτείνεται από το 1952 ως το 1956 και περιλαμβάνει τις ποιητικές συλλογές «Μάχη στην άκρη της νύχτας» του 1952, «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας» (1952), «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» (1953) και «Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο» (1956). Στις συλλογές αυτές ο ποιητής εμπνέεται από τα προσωπικά βιώματα στα στρατόπεδα εξορίας που έζησε. Κυρίαρχα στοιχεία είναι η πίστη στο μέλλον, στον αγώνα και οραματίζεται ένα μελλοντικό κόσμο δίκαιο και ειρηνικό.

Δείτε: Μακρόνησος και Ψυχικός Πόνος με τα διλήμματα και αδιέξοδα από ψυχαναλυτικής πλευράς

Η δεύτερη ενότητα εκτείνεται από το 1957 ως το 1966 και περιλαμβάνει τις ποιητικές συλλογές «Συμφωνία αρ.1» του 1957, «Οι γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια» του 1958, «Καντάτα» του 1960, «25η ραψωδία της Οδύσσειας» του 1963, «Οι τελευταίοι» του 1966. Τώρα ο ποιητής βιώνει δραματικά την ήττα των ιδεολογιών και την απώλεια της συντροφικότητας.

Δεύτερη περίοδος: «Η Συμβολική-Αλληγορική»

Η δεύτερη περίοδος του εκτείνεται από το 1972 ως το 1978 και περιλαμβάνει τις συλλογές Νυχτερινός επισκέπτης του 1972, Σκοτεινή πράξη του 1974, Οι τρεις του 1975, Ο διάβολος με το κηροπήγιο του 1975, Βιολί για μονόχειρα του 1976, Ανακάλυψη του 1978. Είναι η συμβολική, αλληγορική περίοδος, στην οποία κυριαρχεί ο συνειρμικός, παραληρηματικός λόγος, η άλογη αλληλουχία, η δραματικότητα, το σκοτεινό και το απροσδόκητο. Υπάρχουν υπερρεαλιστικά στοιχεία του αλλόκοτου και συνύπαρξη του παράλογου με το πραγματικό.

[…]γι’ αυτό και μέσα σε κάθε ζωή υπάρχει πάντα
κάτι πιο βαθύ απ’ τον εαυτό της – η ζωή των άλλων

Τα ποιήματα παρουσιάζουν αλλαγές στον τόνο, στον χρόνο, στην ποιητική, στον στίχο, στο κλίμα. Κυριαρχεί ο συνερμικός, παραληρηματικός λόγος, η άλογη αλληλουχία, η δραματικότητα, το σκοτεινό και το απροσδόκητο. Διακρίνεται εισβολή υπερρεαλιστικών στοιχείων του αλλόκοτου και συνύπαρξη του παράλογου με το πραγματικό.

Φτωχή ανθρωπότητα, δεν πρόφτασες ούτε
ένα μικρό κεφάλαιο να γράψεις ακόμα […]

Τρίτη περίοδος: «Η Μεταφυσική-Υπαρξιακή»

Η τρίτη και τελευταία περίοδός του είναι η μεταφυσική-υπαρξιακή και περιλαμβάνει τις τελευταίες του συλλογές «Εγχειρίδιο ευθανασίας» του 1979, Ο τυφλός με το λύχνο του 1983, Βιολέτες για μια εποχή του 1985, Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα του 1987 και η μεταθανάτια Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου του 1990. 

Πυρήνας της ποιητικής του οι εσωτερικές συγκρούσεις, οι αντιφάσεις και οι διχασμοί. Διακρίνεται έντονα ο παροξυσμός της υπαρξιακής αναζήτησης, οι τύψεις από μιαν αόριστη ενοχή, αναπόληση και η καταφυγή στο παρελθόν και η προσφυγή στο όνειρο.

Κι όταν κάποτε χτύπησαν την πόρτα εγώ έλειπα,
όπως πάντα τις πιο ωραίες στιγμές μου.
“Όχι, δε μένει κανείς εδώ”, είπα.
Κι ήταν η μόνη αλήθεια που έλεγα.

by Αέναη επΑνάσταση

Βίντεο: Ο σπουδαίος ηθοποιός Κώστας Καζάκος
διαβάζει το ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη 
«Aν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος». 
Μουσική υπόκρουση: E.S. Posthumus - Nara.


Βιβλιογραφία

1. Ανάλυση: Μανώλης Περάκης, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έχει διδάξει φιλοσοφία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο Πολυτεχνείο Κρήτης, στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και στη Μέση Εκπαίδευση. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1972. Σπούδασε Φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Κρήτης και Λονδίνου.
2. Η ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη σε τρεις περιόδους, της Σοφίας Ντρέκου (Sophia Drekou), Αρθρογράφος (BSc in Psychology)
3. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ. Τάσος Λειβαδίτης. tleivaditis.weebly.com Πανεπιστήμιο Αιγαίου - Παιδαγωγικό τμήμα δημοτικής εκπαίδευσης. Μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών. Μάθημα: Θεωρίες ανάγνωσης- ταυτότητες/ ετερότητες στη λογοτεχνία. Ο διαδικτυακός αυτός τόπος υλοποιήθηκε για να προβληθεί το έργο του Τάσου Λειβαδίτη, του ποιητή των μεγάλων ονείρων.
4. Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.
5. Τάσος Λειβαδίτης - Αποφθέγματα. gnomikologikon.gr 


















Δεν υπάρχουν σχόλια: