Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου, Αρθρογράφος
(Columnist Sophia Drekou, BSc in Psychology)
Πρόλογος
Ήταν 30 Οκτωβρίου του 1988 όταν έφυγε από την χώρα των γραμμάτων ο πιό ερωτικός μας ποιητής Τάσος Λειβαδίτης. Ταξίδεψε στην Ουράνια Χώρα του Παραδείσου και Του Θείου Έρωτα. Ένας μεγάλος ποιητής, μια μεγάλη καλλιτεχνική φυσιογνωμία. Ένας πολυτραγουδισμένος Λειβαδίτης φεύγει από τη ζωή στα 66 του χρόνια.
«Και μια μέρα θέλω να γράψουν στον τάφο μου:
Έζησε στα σύνορα μιας ακαθόριστης ηλικίας
και πέθανε για πράγματα μακρινά που είδε
κάποτε σε ένα αβέβαιο όνειρο» Τ. Λειβαδίτης
Αδιαμφισβήτητα ο μέγιστος και διαχρονικός ποιητής Τ. Λειβαδίτης, κατέχει ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους κορυφαίους Έλληνες ποιητές και στιχουργούς του 20ου αιώνα.
Ωστόσο, σε σύγκριση με άλλους, συμβαίνει το παράδοξο, ενώ όλοι μας να έχουμε τραγουδήσει και να τραγουδάμε τραγούδια του, να μην γνωρίζουμε πολλές φορές ότι πρόκειται για δικούς του στίχους. Η «Δραπετσώνα», «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», «Έχω μια αγάπη» και «Σαββατόβραδο» με ερμηνευτές τον Στέλιο Καζαντζίδη, τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Μαρινέλλα, τον Μανώλη Χιώτη και τη Μαίρη Λίντα. «Δρόμοι που χάθηκα» και «Μοιρολόϊ της βροχής» από τα Λυρικά. Για μια μέρα ζωής, και χίλια δυο άλλα είναι από τα πιο γνωστά τραγούδια που όλοι έχουμε σιγοτραγουδήσει κάποια στιγμή!
Όπως σημειώνει ο Τίτος Πατρίκιος, φίλος και συνεργάτης του Τ. Λειβαδίτη, ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ποίηση ώστε όσα ποιήματα του έστελναν «τα διάβαζε όλα ως το κόκαλο και όσο μεγαλύτερη αξία τους έβρισκε, τόσο την αναγνώριζε και τη διακήρυσσε». «Θυμάμαι παιδί που έγραψα κάποτε τον πρώτο στίχο μου. Από τότε ξέρω ότι δε θα πεθάνω ποτέ, αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα.» (Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου) Σε ένα απόσπασμα ο Τ. Λειβαδίτης γράφει χαρακτηριστικά:
«ο έρωτας μοιάζει με το φεγγάρι, αναβάλει την προδοσία» (Λειβαδίτης, 1997: 16).Ο έρωτας, κινητήριος μοχλός στην ποίηση και την ζωή του Λειβαδίτη, συνοδεύεται από μία πιστότητα στα συμβάντα και στην εξερεύνηση του αδύνατου, την ίδια στιγμή όμως αυτή η πίστη τείνει να προδίδεται από την ίδια την κοινωνικοσυμβολική τάξη με αποτέλεσμα να έχουμε συναισθηματική αποεπένδυση του της πραγματικότητας, εξαρθρώσεις και εκ νέου συναρθρώσεις, με πιστότητα σε νέα συμβάντα. Παρέμεινε όμως ένας ποιητής ερωτικός και επαναστάτης.
Όπως είχε γράψει κάποτε: «ίσως θα πρέπει να ‘χεις περάσει πολλά και να τα ‘χεις υπομείνει όλα, για ν’ απαντήσεις κάποτε σωστά, όταν σε ρωτήσουν την ώρα.» (Λειβαδίτης, 1997: 75) Και ο Τάσος Λειβαδίτης έκανε ακριβώς αυτό, πέρασε πολλά και είχε υπομείνει πολλά. Μας καθοδηγεί με την ποιητική φιλοσοφική και εμπειρική του σκέψη, ότι για να σπάσουμε τα ρολόγια της υπάρχουσας τάξης και να ρυθμίσουμε την ώρα της ανθρωπότητας, πρέπει πρώτα να την ερωτευθούμε, όπως έκανε και εκείνος.
Σοφία Ντρέκου
Ο έρωτας στην ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη
για να μπορούμε να ’χουμε μια πόρτα, έν’ άστρο, ένα σκαμνί
ένα χαρούμενο δρόμο το πρωί ένα ήρεμο όνειρο το βράδυ.
Για να ’χουμε έναν έρωτα που να μη μας τον λερώνουν
ένα τραγούδι που να μπορούμε να το τραγουδάμε».
ΔΕΙΤΕ: Αγαπημένη μου, αυτό το αστέρι είναι για όλους μας - Τ. ΛειβαδίτηςΠράγματι, στην ποίηση του Λειβαδίτη κυριαρχεί ο πόθος για ένα όμορφο μέλλον, που θα περιλαμβάνει όλους τους ανθρώπους. Ο ποιητής μετουσιώνει σε στίχους την κομμουνιστική του ιδεολογία, και μ’ αυτούς τους στίχους ξεσηκώνει τα πλήθη. Ένας ποιητής, όμως, που με πάθος αποζητά την ομορφιά της ζωής και την ευτυχία του κόσμου, δεν μπορεί παρά να γράφει, με το ίδιο πάθος, για τη γυναίκα και τον έρωτα:
«...για να γεννηθείς εσύ,
κι εγώ για να σε συναντήσω
γι’ αυτό έγινε ο κόσμος…».
Έτσι, ο Λειβαδίτης, «ο ποιητής της πιο όμορφης ουτοπίας», εκτός από ηρωικός είναι και βαθιά ερωτικός. Στους στίχους του, απαντούν όλες οι μορφές του έρωτα: ο ιδανικός και ακατάλυτος, ο εφήμερος, ο παράνομος, ο απελπισμένος, ο εκδικητικός κι ο έρωτας που, τελικά, δεν ήρθε ποτέ… Η γυναίκα κατέχει, επίσης, μιαν εξέχουσα θέση στο έργο του Λειβαδίτη: η νέα, η μεσόκοπη, η σύζυγος, η μητέρα, η αγαπημένη, η προδομένη, η αναρχική, η άπιστη, η ανέραστη, η πόρνη… (σημ.: Σ.Ν. εδώ) και (εδώ)
Το έργο του Λειβαδίτη «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας» είναι αφιερωμένο στη γυναίκα του Μαρία, η οποία ήταν γι’ αυτόν όχι μόνον το στήριγμα στα σκληρά χρόνια της εξορίας του, αλλά ο φύλακας – άγγελος σ’ ολόκληρη τη ζωή του. Στο έργο αυτό υπάρχει έντονο το ερωτικό στοιχείο. Οι προσφωνήσεις «Αγαπημένη μου», ή «Αγάπη μου», ή απλά «Μαρία» θα έλεγα πως επαναλαμβάνονται σαν ηχώ επίμονη κι αδιάκοπη, από την αρχή μέχρι το τέλος του έργου:
- «Πώς θα μπορούσα να ζήσω μακριά σου, αγαπημένη μου…;»
- «Ήξερες να δίνεσαι, αγάπη μου. Δινόσουνα ολάκερη
και δεν κράταγες για τον εαυτό σου
παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί».
- «Το παιδί μας, Μαρία, θα πρέπει
να μοιάζει μ’ όλους τους
να μοιάζει μ’ όλους τους
ανθρώπους που δικαιώνουν τη ζωή».
- Ο Λειβαδίτης γράφει για την «αγαπημένη» του, στίχους αναφερόμενους ακόμα και στο μακρινό εκείνο παρελθόν που την περίμενε, προτού ακόμη τη γνωρίσει:
«Ναι, αγαπημένη μου. Πολύ πριν να σε συναντήσω
εγώ σε περίμενα. Πάντοτε σε περίμενα…
Και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κοντύλι
ήτανε για να μάθω να σου γράφω τραγούδια.
Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής
ήταν που αργούσες ακόμα
ήταν που αργούσες ακόμα
όταν τη νύχτα κοίταζα τ’ αστέρια
ήταν γιατί μου λείπανε τα
ήταν γιατί μου λείπανε τα
μάτια σου… Έτσι έζησα. Πάντοτε.
Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά - θυμάσαι;
- μου άπλωσες τα χέρια σου τόσο τρυφερά
σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια
με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου».
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου».
Δείτε το όλο: Τ. Λειβαδίτης: Αγαπημένη μου...
- Στίχοι κατακλυσμένοι από έναν έρωτα που, παρά τη φτώχεια, κατάφερνε να ομορφαίνει τη ζωή:
- «Κοιτούσε ο ένας τον άλλον και γελούσαμε…
Πόσο ήταν όμορφο να ζει κανείς».
- «Όταν χαμογελούσες ξεχνούσα
τη στέγη που έσταζε,
ξεχνούσα το τρύπιο πάτωμα
τη στέγη που έσταζε,
ξεχνούσα το τρύπιο πάτωμα
έλεγα κιόλας, να, μες απ’ τις τρύπες του
όπου και να ’ναι θα φυτρώσουνε
μεγάλα κόκκινα τριαντάφυλλα».
μεγάλα κόκκινα τριαντάφυλλα».
- Ο έρωτας στην κορύφωσή του! Κι η έμπνευση του Λειβαδίτη αστείρευτη! Και με το ίδιο ακριβώς πάθος, που ο ποιητής γράφει για τους συντρόφους του, για τους πεινασμένους και τους αδικημένους όλου του κόσμου, γράφει και για την «αγαπημένη»του· για τον λαιμό της, τα μαλλιά της, το στόμα της, τα μάτια της:
- «Εν’ ανθισμένο κλωνάρι μυγδαλιάς
ο γερτός λαιμός σου».
ο γερτός λαιμός σου».
- «Τα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα,
στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη…».
στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη…».
- «Τα μάτια σου α, τι να πω,
αγάπη μου, για τα μάτια σου
όταν τα μάτια σου είναι όμορφα
αγάπη μου, για τα μάτια σου
όταν τα μάτια σου είναι όμορφα
σαν όλα μαζί του κόσμου τα τραγούδια
όταν είναι μεγάλα τα μάτια σου
σαν την πιο μεγάλη ελπίδα…».
σαν την πιο μεγάλη ελπίδα…».
- Ο ερωτευμένος, μέσα στους στίχους του ποιητή, απαιτεί και διεκδικεί:
«Όχι λοιπόν, δε θα σε πάρει
από τα χέρια μου ο άνεμος
από τα χέρια μου ο άνεμος
μήτε η νύχτα κανείς
δε θα σε πάρει.
Ακούς; Ακούς;».
δε θα σε πάρει.
Ακούς; Ακούς;».
- Ο ερωτευμένος προσεύχεται:
«Αστέρια μου, καλά μου αστέρια,
κάντε εγώ κ’ εκείνη να πεθάνουμε μαζί».
κάντε εγώ κ’ εκείνη να πεθάνουμε μαζί».
- Ο ερωτευμένος ευγνωμονεί:
«Α, θα ’θελα να φιλήσω τα χέρια
του πατέρα σου, της μητέρας σου
του πατέρα σου, της μητέρας σου
τα γόνατα που σε γεννήσανε για μένα».
- Ο ερωτευμένος εκστασιάζεται:
«Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή».
- Ο ερωτικός λόγος του Λειβαδίτη διανθίζεται συχνά από υπέροχες εικόνες της φύσης, από μεταφορές και παρομοιώσεις. Κινήσεις απλές, καθημερινές, που μετατρέπονται σε ιερή τελετουργία, σε μυστήριο, σε θαύμα:
«Καθώς γδυνόσουν θρόιζαν τα φύλλα
ενός δάσους μακρινού
ενός δάσους μακρινού
ο ουρανός ξαστέρωνε μονομιάς
καθώς γδυνόσουνα.
καθώς γδυνόσουνα.
Σαν μια αγκαλιά άσπρα λουλούδια
τα εσώρουχά σου πάνω στην καρέκλα».
τα εσώρουχά σου πάνω στην καρέκλα».
- Κάποτε, η κοινωνική αλληλεγγύη συνεπάγεται τη θυσία της ερωτικής ευδαιμονίας, και επιβάλλει τον χωρισμό. Κι ο Λειβαδίτης, μ’ έναν τρόπο εκπληκτικό, αναφέρεται συχνά στον πόνο αυτού του χωρισμού:
«… η στέγη ολόγυρα θα στάζει
από ένα παλιό σεντόνι θα ράβεις
τα ρουχαλάκια του παιδιού μας
τα ρουχαλάκια του παιδιού μας
θα μπαλώνεις με την πίκρα σου
το κενό του χωρισμού».
το κενό του χωρισμού».
- Κι όμως, στην ποίηση του Λειβαδίτη αυτή η πίκρα κυοφορεί την ελπίδα για την επανασύνδεση και για ένα καλύτερο αύριο, όχι μόνο για τους ερωτευμένους, αλλά για όλους τους ανθρώπους:
«… αντίο.
Για να πάρει τέλος
πια η αδικία στον κόσμο…
πια η αδικία στον κόσμο…
Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα.
Και τότε όλα τα βράδια
κι όλα τ’ άστρα
κι όλα τα τραγούδια
κι όλα τ’ άστρα
κι όλα τα τραγούδια
- Ο Λειβαδίτης με τα ίδια πύρινα λόγια, με τα οποία διακηρύσσει τη δικαιοσύνη και την ελευθερία, βροντοφωνάζει και την αγάπη:
«Θα ’θελα να φωνάξω τ’ όνομά σου,
αγάπη, μ’ όλη μου τη δύναμη.
αγάπη, μ’ όλη μου τη δύναμη.
Να τ’ ακούσουν οι χτίστες
απ’ τις σκαλωσιές
και να φιλιούνται με τον ήλιο…
απ’ τις σκαλωσιές
και να φιλιούνται με τον ήλιο…
να τ’ ακούσει η άνοιξη
και να ’ρχεται πιο γρήγορα…
και να ’ρχεται πιο γρήγορα…
Να τ’ ακούσει ο χρόνος
και να μη σ’ αγγίξει,
αγάπη μου, ποτέ».
Δείτε και το ποίημα του Τ. Λειβαδίτη «Η δίκη του αιώνος»
και να μη σ’ αγγίξει,
αγάπη μου, ποτέ».
Δείτε και το ποίημα του Τ. Λειβαδίτη «Η δίκη του αιώνος»
- Το ερωτικό στοιχείο υπάρχει και σε άλλα έργα του Λειβαδίτη, όπως στο ποίημα με τον τίτλο «Σε περιμένω παντού» από τη συλλογή «Στίχοι γραμμένοι σε πακέτα τσιγάρα»:
«… Αν μου χάριζαν όλη την αιωνιότητα χωρίς εσένα
εγώ θα προτιμούσα μια μικρή στιγμή πλάι σου…».
- Στη «Συμφωνία αριθ. 1», ο Λειβαδίτης γράφει:
«Ένα ζευγάρι τουρτουρίζει κάτω απ’ το υπόστεγο
κοιτάζονται στα μάτια, γεράσανε
δεν πρόφτασαν ν’ αγαπηθούν νωρίτερα
πόλεμοι, φτώχια, δισταγμοί
η δυστυχία σε κάνει πάντα
ν’ αναβάλλεις – έφυγε η ζωή».
ν’ αναβάλλεις – έφυγε η ζωή».
- Μια πικρή διαπίστωση για τον έρωτα που σε κάποιους δεν έφθασε ποτέ... Στην ίδια συλλογή, μια άλλη εικόνα του έρωτα, «...σε κείνα τα φτηνά χιλιοτραγουδισμένα συνοικιακά ξενοδοχεία...»· η θλιβερή μορφή του έρωτα από απελπισία ή μοναξιά, για λησμονιά ή εκδίκηση ή για κάποιο πρόσκαιρο «γλέντι» σ’ αυτή τη λιγοστή ζωή...:
«Χρόνια τώρα πηγαίνουν κι έρχονται τα ζευγάρια.
Τα πόμολα στις πόρτες φθαρμένα
από ανήσυχα ταραγμένα χέρια…
από ανήσυχα ταραγμένα χέρια…
απελπισμένες γυναίκες που δόθηκαν
μονάχα για να ξεφύγουν τη μοναξιά
μονάχα για να ξεφύγουν τη μοναξιά
κι άλλες για να ξεχάσουν εκείνον,
ή από εκδίκηση ή για να μπορούνε ύστερα
στη συντριβή και τη μετάνοια
να βρίσκουν επιτέλους κάποιο προορισμό
ή από εκδίκηση ή για να μπορούνε ύστερα
στη συντριβή και τη μετάνοια
να βρίσκουν επιτέλους κάποιο προορισμό
κι άλλες, έτσι, γιατί η ζωή είναι λίγη
και πρέπει να τη γλεντάει κανείς.
και πρέπει να τη γλεντάει κανείς.
Κι άντρες, που όσο κι αν προσπάθησαν να δοθούν,
δεν κατορθώσανε παρά να συνεχίζουν
την πανάρχαιη αρσενική τρέλλα της απόχτησης».
δεν κατορθώσανε παρά να συνεχίζουν
την πανάρχαιη αρσενική τρέλλα της απόχτησης».
- Στο τέλος της 2ης ενότητας της «Συμφωνίας αριθ.1» ο Λειβαδίτης καταγράφει την οδύνη και τη συντριβή που προκαλεί στην ανθρώπινη ψυχή ο απελπισμένος έρωτας:
«“Φεύγω, μη ζητήσεις να με βρεις.
Αγαπώ άλλον”, έγραφε.
Η χτένα της ξεχασμένη πάνω στο τραπέζι
ανάμεσα στις χυμένες πούντρες
– σαν ένα μικρό παιδικό
φέρετρο μέσα στη σκόνη…
Άσε με τώρα να κοιτάζω τα παράθυρά σου
ξέροντας πως μέσα ένας άλλος σε παίρνει,
ένας άλλος βυθίζεται
μες στη μεγάλη σου άνοιξη – …
…Ποδοπάτησέ με, να ’χω τουλάχιστον
την ευτυχία να μ’ αγγίζεις».
- Ο έρωτας και ο θάνατος αποτελούν το δίδυμο τραγικό μοτίβο στο δραματικό έργο «Οι γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια» [με υπότιτλο «Σχέδιο για σύγχρονη τραγωδία»]. Πρωταγωνιστές: μια παντρεμένη γυναίκα, ο εραστής της, ο απατημένος σύζυγος· δευτεραγωνιστές: ο ζητιάνος – έξω στο δρόμο – , ο ζωγράφος – μόνιμος ένοικος του δωματίου 38 – , ο υπάλληλος του ξενοδοχείου.
«κι οι τρεις μεσόκοπες καμαριέρες
απ’ αυτές που στρώνουν τα ερωτικά κρεβάτια
κι οι ίδιες αυτές δεν αγαπήθηκαν ποτέ
απ’ αυτές με τα μεγάλα
δακρυσμένα μάτια των αλόγων
δακρυσμένα μάτια των αλόγων
που τα ξεχάσαν μες στο χιόνι…».
- Ο Λειβαδίτης χτίζει αυτό το μεγάλο αφηγηματικό ποίημα, με μιαν απαράμιλλη τεχνική, και ψυχογραφεί σε βάθος όλα τα πρόσωπα. Η κορύφωση – λύση του δράματος επέρχεται προς το τέλος του έργου:
«Τα γεγονότα που ακολούθησαν ήταν σύντομα,
όπως, άλλωστε, και το κάθε τι
όπως, άλλωστε, και το κάθε τι
σ’ αυτόν τον κόσμο – το αυτοκίνητο των πρώτων βοηθειών,
ο διευθυντής του τμήματος, οι περαστικοί που χαζεύουν,
το φορείο με τον τραυματισμένο εραστή, και σε λίγο
τα δυο σκεπασμένα πτώματα…
…Έτσι, για μια ακόμα φορά,
μέσα σε τούτο το πανάθλιο ξενοδοχείο
μέσα σε τούτο το πανάθλιο ξενοδοχείο
γινόταν το πανάρχαιο μυστήριο
της τιμωρίας και της συχώρεσης – …
της τιμωρίας και της συχώρεσης – …
…Και, να, που ένα καινούργιο ζευγάρι
ανεβαίνει κιόλας τη σκάλα
ανεβαίνει κιόλας τη σκάλα
έτοιμο να ριψοκινδυνεύσει την ψυχή του
στη μεγάλη αβεβαιότητα του έρωτα…».
στη μεγάλη αβεβαιότητα του έρωτα…».
- Οι κατάρες του ερωτευμένου γι’ αυτόν ή αυτή που τον έκανε να πονέσει βαθιά αποτελούν ένα σύνηθες μοτίβο στην ποίηση, από την αρχαιοελληνική τραγωδία και τον ελληνιστικό «μίμο» («Μήδεια» του Ευριπίδη, «Φαρμακεύτρια» του Θεοκρίτου) μέχρι και το δημοτικό μας τραγούδι. Το μοτίβο αυτό απαντά και στον Λειβαδίτη:
«… Δέντρα, καλά μου δέντρα, που ακουμπήσαμε,
γενήτε νεκροκρέβατα να την ξαπλώσουν…» («Δημοτικό α'»).
γενήτε νεκροκρέβατα να την ξαπλώσουν…» («Δημοτικό α'»).
- Κατάρες, βέβαια, που – τις περισσότερες φορές – ξεστομίζονται από κάποιον που εξακολουθεί ν’ αγαπά, παρόλο που προδόθηκε ή λησμονήθηκε:
«…Κι όταν σε βάλουνε στη γη,
στη γη και στο κρύο χώμα
στη γη και στο κρύο χώμα
εγώ να γίνω ο τάφος σου,
να σ’ αγκαλιάζω αιώνια» («Δημοτικό β'»).
να σ’ αγκαλιάζω αιώνια» («Δημοτικό β'»).
- Το ερωτικό στοιχείο υπάρχει και σε αρκετά άλλα ποιήματα του Λειβαδίτη, στη συλλογή με τον τίτλο «Ποιήματα», όπως: «Μια γυναίκα», «Αιωνιότητα», «Αναπότρεπτο», «Έρωτας», «Ο αιώνιος διάλογος», «Ο διάλογος δεν είναι αιώνιος» και «Σε παλιό στυλ». Και μόνον από το δίστιχο – με τον τίτλο «Έρωτας» – θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ο Λειβαδίτης ως ένας από τους βαθιά ερωτικούς ποιητές όλων των εποχών:
«Κι όταν πεθάνουμε να μας θάψετε κοντά κοντά
για να μην τρέχουμε μέσα στη νύχτα να συναντηθούμε».
Τελειώνοντας, θα ήθελα να εκφράσω την ακλόνητη πεποίθησή μου πως οι στίχοι του Τάσου Λειβαδίτη, του μεγίστου και διαχρονικού αυτού ποιητή, στους οποίους το αγωνιστικό - ηρωικό και το έντονο ερωτικό στοιχείο συνυπάρχουν με τον πιο αρμονικό τρόπο, αποτελούν έναν αιώνιο ύμνο για την ίδια τη ζωή:
«Γιατί δεν είναι άλλος δρόμος, άλλο χέρι, άλλο όνομα, άλλη
σημαία, άλλη καρδιά, άλλο άστρο, άλλη δικαιοσύνη –
απ’ τη ζωή» (Από τη «Συμφωνία, αριθ. 1»).[1]
απ’ τη ζωή» (Από τη «Συμφωνία, αριθ. 1»).[1]
• Τ. Λειβαδίτης: Περιπέτεια (ανάλυση)
Το ερωτικό ποίημα «Αγαπημένη μου» που έγραψε ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης από την ποιητική συλλογή «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας» ☆҉‿↗⁀☆. Αποζητούσε την ομορφιά της ζωής, την ευτυχία του κόσμου, άρα δε θα μπορούσε να μη μιλήσει για τον έρωτα. Κι αυτό με όλη τη σημασία της λέξης και μ’ όλο τον πόνο και τη συντριβή που περικλείει ο έρωτας.
«Αγαπημένη μου»
«Αγαπημένη μου»
Ναι αγαπημένη μου. Πολύ πριν να σε συναντήσω, εγώ σε περίμενα. Πάντοτε σε περίμενα. Σαν ήμουνα παιδί και μ' έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου, έσκυβε και με ρωτούσε: τι έχεις αγόρι μου; Δε μίλαγα. Μονάχα κοίταζα πίσω απ' τον ώμο της έναν κόσμο άδειο από σένα, και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κοντύλι ήταν για να μάθω να σου γράφω τραγούδια.
Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής ήταν που αργούσες ακόμα. Όταν τη νύχτα κοίταζα τ' αστέρια ήταν γιατί μου λείπανε τα μάτια σου. Κι όταν χτύπαγε η πόρτα μου κι άνοιγα δεν ήτανε κανείς. Κάπου όμως μες στον κόσμο ήταν η καρδιά σου που χτυπούσε. Έτσι έζησα, πάντοτε.
Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά, θυμάσαι; Μου άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου, είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου, αγαπημένη μου...
Αλήθεια εκείνη η άνοιξη, εκείνο το πρωινό, εκείνη η απλή κάμαρα της ευτυχίας, αυτό το σώμα σου που κράταγα πρώτη φορά γυμνό, αυτά τα δάκρυα που δε μπόρεσα στο τέλος να κρατήσω, πόσο σου πήγαιναν.
Κι ύστερα ξαφνικά εκείνο το βράδυ... έβρεχε. Ανέβηκα τέσσερα-τέσσερα τα σκαλιά, κανείς στην κάμαρα. Έτρεμε στ' ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα. "Φεύγω, μη ζητήσεις να με βρεις", έγραφε. Η χτένα της ξεχασμένη πάνω στο τραπέζι ανάμεσα στις χυμένες πούδρες, σαν ένα μικρό παιδικό φέρετρο μέσα στη σκόνη.
Πού είσαι λοιπόν; πες μου, πού είσαι; σ' αναζητάω σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας σ' ένα σπίτι που 'πιασε φωτιά.
Τις νύχτες σηκώνομαι αλαφιασμένος, ντύνομαι και σε περιμένω. Δε θα χτυπούσες καν την πόρτα. Θα πέταγες με βιάση το παλτό σου στην καρέκλα. Η κάμαρα όλη θα λιποθυμούσε όπως θα 'λυνες ξαφνικά εκείνα τ' ασύγκριτα τυραννικά μαλλιά σου. Η παλιά ντουλάπα θα 'τρεχε και σαν μια ταπεινή υπηρέτρια θα σου 'βγαζε τα παπούτσια. Θα γελούσαν οι καθρέφτες, θα ξυπνούσαν οι γείτονες... Όλα έχουν μείνει όπως τα 'φησες θα σου 'λεγα.
Κι η χτένα σου, να τη εκεί. Η μαύρη μεγάλη χτένα σου, σαν ένας έρημος κατασκότεινος δρόμος που τον περνάω κάθε νύχτα.
Άσε με τώρα να κοιτάζω τα παράθυρά σου ξέροντας πως μέσα ένας άλλος σε παίρνει. Ένας άλλος βυθίζεται μες στη μεγάλη σου άνοιξη. Εγώ και ποδοπατημένη από χιλιάδες άντρες σ' αγαπώ.
Άσε με εδώ στη γωνιά, δεν πειράζει ας χιονίζει. Αυτό το μικρό τετράγωνο φως που ρίχνει το παράθυρο σου πάνω στο χιόνι, εμένα είναι ο κόσμος μου. Δε θα σου πω τίποτα μόλις βγεις. Θα περπατάω δίπλα σου αμίλητος, κι αν αυτό σε πειράζει μπορώ να 'ρχομαι πίσω σου σα σκυλί. Κι όταν πεθάνω, το χώμα που θα με σκεπάσει δε θα 'ναι για μένα το σκληρό χώμα των νεκρών, μα η απαλή τρυφερή γη, που κάποτε πλαγιάσαμε γυμνοί πάνω της. Ποδοπάτησέ με να 'χω τουλάχιστον την ευτυχία να μ' αγγίζεις...[3]
στο βίντεο απαγγέλλει ο ίδιος ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης ♪♫
Βιογραφικό Σημείωμα
Ας διαβάσουμε κι ένα βιογραφικό του και μετά ν' ακούσουμε στο βίντεο, τον ίδιον τον ποιητή Τάσο Λειβαδίτη να μας απαγγέλλει ένα από τα εκλεκτά του ποιήματα το «Αγαπημένη μου».
Ο Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988) ήταν γιος του Λύσανδρου Λειβαδίτη και της Βασιλικής Κοντοπούλου. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τις σπουδές του διέκοψαν η γερμανική κατοχή και η συνακόλουθη ένταξή του στην Αντίσταση και στράτευσή του στην ΕΠΟΝ. Κατά τη διάρκεια της κατοχής πέθανε ο κατεστραμμένος οικονομικά πατέρας του και το 1951, ενώ ο ποιητής ήταν εξορισμένος στη Μακρόνησο, η μητέρα του. Είχε τέσσερα μεγαλύτερα αδέρφια, μια αδερφή και τρεις αδερφούς. Ο πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος και τα παιδικά χρόνια του ποιητή ήταν ευτυχισμένα. Τέλειωσε το γυμνάσιο στην Αθήνα.
Το 1946 παντρεύτηκε τη Μαρία Στούπα, παιδική του φίλη και πολύτιμη σύντροφο σε ολόκληρη τη ζωή του, με την οποία απέκτησαν μια κόρη τη Βάσω. Την ίδια χρονιά πραγματοποίησε και την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία με τη δημοσίευση του ποιήματός του Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα.
Το 1947 συνεργάστηκε στην έκδοση του περιοδικού Θεμέλιο.
Την τετραετία 1948-1952 εξορίστηκε στο Μούδρο, τον Άη- Στράτη και τη Μακρόνησο μαζί με άλλους αριστερούς καλλιτέχνες και διανοούμενος, όπως ο Γιάννης Ρίτσος, ο Άρης Αλεξάνδρου, ο Μάνος Κατράκης και πολλοί άλλοι και συνέχισε να γράφει ποιήματα.
Το 1952 σημειώθηκαν οι εκδόσεις των έργων του Μάχη στην άκρη της νύχτας και Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας.
1955: Τρία χρόνια αργότερα οδηγήθηκε σε δίκη στο Πενταμελές Εφετείο με αφορμή την ποιητική συλλογή του «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» και αθωώθηκε πανηγυρικά.
Σταθμό στην ποιητική του διαδρομή και σχηματικό ορόσημο της πορείας του προς τη δεύτερη, εσωτερικότερη και υπαρξιακής αγωνίας, φάση της δημιουργίας του αποτέλεσε κατά τους θεωρητικούς της λογοτεχνίας το βιβλίο του Οι γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια (1958).
Το 1961 πήρε μέρος σε συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη ανά την ελληνική επαρχία, απαγγέλλοντας ποιήματά του και συνομιλώντας με το κοινό. Την ίδια χρονιά συνεργάστηκε στο σενάριο με τον Κώστα Κοτζιά και έγραψε τους στίχους των τραγουδιών (η μουσική του Θεοδωράκη) για την ταινία του Αλέκου Αλεξανδράκη Συνοικία το όνειρο, που αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία του νεορεαλιστικού ελληνικού κινηματογράφου και απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία.).
Συνεργάστηκε με την εφημερίδα Αυγή (1954-1980 με μια διακοπή κατά την επταετία της δικτατορίας του Παπαδόπουλου), το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης (1962-1966), όπου δημοσίευσε πολιτικά και κριτικά δοκίμια.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου έμεινε άνεργος και ασχολήθηκε για βιοποριστικούς λόγους με μεταφράσεις και διασκευές λογοτεχνικών έργων σε διάφορα λαϊκά περιοδικά· παράλληλα στράφηκε με νοσταλγία προς το παρελθόν αδυνατώντας να δεχθεί τη σκληρότητα της πραγματικότητας της εποχής, στάση που αντικατοπτρίζεται στην ποίησή του αυτής της περιόδου με έμφαση στο Νυχτερινό επισκέπτη.
Το 1986 εξέδωσε τη συλλογή του Βιολέτες για μια εποχή που θεωρήθηκε ως το κύκνειο άσμα του.
Ο Τάσος Λειβαδίτης πέθανε στην Αθήνα, στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο από ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής.
Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν χειρόγραφα ανέκδοτα ποιήματά του με τον τίτλο Χειρόγραφα του Φθινοπώρου.
Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία (1953 για τη συλλογή του Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου), το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων (1957 για τη συλλογή του Συμφωνία αρ.Ι), το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976 για τη συλλογή Βιολί για μονόχειρα), το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1979 για το Εγχειρίδιο ευθανασίας). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Στίχοι του μελοποιήθηκαν από το Μίκη Θεοδωράκη, το Μάνο Λοΐζο, το Γιώργο Τσαγγάρη και άλλους Έλληνες συνθέτες.
Η ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη κυριαρχείται από την σπαρακτική υπαρξιακή του αγωνία, η οποία εκδηλώνεται αρχικά ως έκφραση τρυφερότητας και συμπόνιας στα πλαίσια του αισιόδοξου σοσιαλιστικού ρεαλισμού και στη δεύτερη φάση του έργου του ως εσωτερική αναδίπλωση και αναζήτηση του νοήματος της ζωής στο παρελθόν μετά από τη διάψευση των προσδοκιών και την προδοσία του καλλιτέχνη ως αγωνιστή για έναν καλύτερο κόσμο.
Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τάσου Λειβαδίτη βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Τάσος Λειβαδίτης», Η ελληνική ποίηση· Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.390-391. Αθήνα, Σοκόλης, 1982, Κουβαράς Γιάννης, «Χρονολόγιο Τάσου Λειβαδίτη (1922-1938)», Διαβάζω 228, 13/12/1989, σ.20-24 και Τσιριμώκου Λίζυ, «Λειβαδίτης Τάσος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986.[2]
1. Ο έρωτας στην ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη (Γιόλας Αργυροπούλου - Παπαδοπούλου επικ. καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και ποιήτρια) palmografos.com
2. «Αγαπημένη μου»: Απόσπασμα (ολόκληρο εδώ) από την ποιητική συλλογή «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας». Αθήνα, Κέδρος, 1952. Sophia-Ntrekou.gr
3. Βιογραφία του Ποιητή Τ. Λειβαδίτη από το Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.
4. Τα Βίντεο από www.YouTube, εταιρεία της Google.
Πηγή: Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr
Περισσότερος: Τάσος Λειβαδίτης
- Ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης στην ιστοσελίδα μας:
• Περιπέτεια, (ανάλυση ποιήματος και Βίντεο: Λειβαδίτης, ο ποιητής των μεγάλων ονείρων) Βιογραφικό http://www.sophia-ntrekou.gr/2014/05/peripeteia-T.Leivaditis.html
• «Συγχώρα με, Αγάπη μου, που Ζούσα Πριν σε Γνωρίσω» αποσπάσματα από την ποιητική συλλογή «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας». Αθήνα, Κέδρος, 1952. http://www.sophia-ntrekou.gr/2015/02/H-ikanotita-na-sygxwreis.html
• Το Θλιμμένο Γραμματοκιβώτιο – Τάσος Λειβαδίτης (Ο Νέος Χρόνος, Οδηγός στο Φως της του Χριστού Ελευθερίας) Βιολέτες για μια εποχή (1985) http://www.sophia-ntrekou.gr/2015/01/O-neos-xronos-odigos-sto-fws-tis-toy-Xristoy-eleytherias.html
• Η σιωπή της νύχτας στην φωτιά στην δίκη του αιώνος (Απόσπασμα από το ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη «Η δίκη του αιώνος». Συλλογή «Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα») http://www.sophia-ntrekou.gr/2015/06/H-siwpi-tis-nyxtas-stin-fwtia.html
• «Έτσι, απόψε που σκοτείνιασε» (Απόσπασμα από την Συλλογή «Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα») Ο Αη-Λαός: Θα με δικάσει o κούκος και τ' αηδόνι (ιστορική ανάλυση τραγουδιού και Βίντεο) http://www.sophia-ntrekou.gr/2014/05/min-me-krineis-aystira.html
• Απόσπασμα: Τάσος Λειβαδίτης «Επίλογος (Φυσάει)» Ο Τυφλός με το λύχνο (1983) Αφιέρωμα στους Άστεγους όπου Γης http://www.sophia-ntrekou.gr/2014/12/Gia-tous-astegous.html
• «Σε αναζητώ: Η δύναμη του ερωτικού συναισθήματος» Παραφράζοντας απόσπασμα από την ποιητική συλλογή του Τάσου Λειβαδίτη, «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας» http://www.sophia-ntrekou.gr/2015/09/blog-post_82.html
• Βίντεο: «Αστραπόγιαννος» (Μοιρολόϊ) σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους Τάσου Λειβαδίτη. Σοφία Ντρέκου: Αστραπή http://www.sophia-ntrekou.gr/2016/04/blog-post_21.html
• Ο έρωτας στην ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη (Αφιέρωμα στην ερωτική ποίηση του (Βίντεο) https://www.sophia-ntrekou.gr/2018/10/o-erwtas-stin-poiHsi-tou-tasoy-leivaditH.html
Επιλεκτικό οπτικοακουστικό υλικό για τον ποιητή
Γρηγόρης Μπιθικώτσης - Βρέχει στη φτωχογειτονιά (Συνοικία Το Όνειρο, 1961) Από την ταινία Συνοικία το όνειρο σε ποίηση Τάσου Λειβαδίτη που περιγράφει σε πολλά ποιήματα του με τον καλύτερο τρόπο την Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του '50, αρχές 60, μια χώρα... φτωχιά, αλλά τίμια που οι κάτοικοι της την αγαπούσαν.
Αλλά τα βράδια [1993]
Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης
Μουσική: Γιώργος Τσαγκάρης
Και να που φτάσαμε εδώ χωρίς αποσκευές
Μα μ’ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι
Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο.
Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα.
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος.
Ποίηση: Τάσος Λειβαδίτης. Τραγούδι: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου