«Στέλλα» Πρεμιέρα 21 Νοεμβρίου 1955 ★ ★ ★ ★ ★
της Σοφίας Ντρέκου (Sophia Drekou)
Αρθρογράφος (BSc in Psychology)
Ταινία - θρύλος του ελληνικού κινηματογράφου, που πρωτοπροβλήθηκε το 1955 και έκανε τη Μελίνα Μερκούρη σταρ διεθνούς βεληνεκούς. Η ατάκα του Γιώργου Φούντα «Στέλλα κρατάω μαχαίρι» έγραψε ιστορία.
Το τολμηρό του θέμα ήταν ίσως η πρώτη πραγματικά
«φεμινιστική» ταινία του ελληνικού κινηματογράφου.
Την ταινία σκηνοθέτησε ο 33χρονος τότε Μιχάλης Κακογιάννης, που είχε δώσει δείγματα του ταλέντου του στην κωμωδία «Κυριακάτικο Ξύπνημα» ένα χρόνο πριν. Ο ίδιος έγραψε το σενάριο, που βασίστηκε στο άπαιχτο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια» (ανέβηκε για πρώτη φορά μόλις το 1997 από το ΔΗΠΕΘΕ Βόλου σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη), το οποίο μεταφέρει στα καθ’ ημάς την ιστορία της «Κάρμεν» του Μεριμέ.
Πρωταγωνίστρια της ταινίας είναι η Στέλλα (Μελίνα Μερκούρη),
μια δημοφιλής τραγουδίστρια στο λαϊκό μαγαζί «Ο Παράδεισος».
Είναι πανέμορφη και εκρηκτική γυναίκα, που ζει και ερωτεύεται, πέρα από τα στερεότυπα της εποχής της. Όταν γνωρίζει τον Μίλτο (Γιώργος Φούντας), ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού που την τραβά σαν μαγνήτης, διακόπτει τον δεσμό της με τον Αλέκο (Αλέκος Αλεξανδράκης), νεαρό γόνο μιας πλούσιας οικογένειας, που αντιδρούσε στη σχέση τους.
Ο Μίλτος θέλει να την κάνει γυναίκα του κι εκείνη δέχεται, αλλά το μετανιώνει σχεδόν αμέσως. Γυναίκα περήφανη, που αδιαφορεί για τις κοινωνικές συμβάσεις, την ημέρα του γάμου τους τον στήνει στην εκκλησία και περνά τη νύχτα της με τον Αντώνη (Κώστας Κακκαβάς), ένα νεαρό που γνώρισε στο δρόμο. Την αυγή, επιστρέφοντας στο σπίτι της, έρχεται αντιμέτωπη με τον Μίλτο και συναντά τον θάνατο από το μαχαίρι του.
Ο Κακογιάννης συνδυάζει τον ιταλικό νεορεαλισμό με στοιχεία της αρχαίας τραγωδίας και του μελοδράματος. Η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη είναι συγκλονιστική στο ρόλο της γυναίκας που θέλει να ζήσει ελεύθερη και ανεξάρτητη κι αποτέλεσε το διαβατήριό της για τη διεθνή καριέρα που ακολούθησε.
Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης για την ταινία
Τι λέει όμως ο Μιχάλης Κακογιάννης; Μιλώντας στον Χρήστο Σιάφκο, στη βιογραφία του «Μιχάλης Κακογιάννης σε πρώτο πλάνο» που κυκλοφόρησε πρόσφατα (εκδ. Ψυχογιός), μετά το «Κυριακάτικο Ξύπνημα»: «θα μπορούσα να συνεχίσω με τη Λαμπέτη και τον Χορν αλλά αποφάσισα πως ήθελα τη Μελίνα. (…) Ήταν μάγισσα, σε γοήτευε με τη ζωντάνια της. Όταν τη γνώρισα, φορούσε μια πλεχτή κόκκινη σκούφια που πλαισίωνε δύο τεράστια καστανόχρυσα μάτια. Σαν την Κοκκινοσκουφίτσα του παραμυθιού έμοιαζε. Με έπειθε για πολλά, για ένα μόνο δεν μπόρεσε να με πείσει μέχρι τέλους, για την περιβόητη σεξουαλικότητά της. Το έπαιζε νομίζω, της άρεσε να κάνει τη γόησσα. Ο Φιλοποίμην Φίνος έλεγε γι’ αυτήν πως με το στόμα που είχε δεν θα μπορούσε να κάνει καριέρα. Ε, αυτό το στόμα εγώ το εκμεταλλεύτηκα απόλυτα».
Βασισμένη στο θεατρικό του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», ήταν η πρώτη ταινία της Μελίνας. Τον Φούντα, ο Μ. Κακογιάννης τον είχε δει στον κινηματογράφο. «Της τον γνώρισα κι έγινε τακτικός στα σουαρέ της (…)».
Θυμάται ακόμα τα γέλια και τις εξόδους τους με τη Μελίνα Μερκούρη. «Πηγαίναμε στα μπουζούκια στην Εθνική Οδό. Είχε πολλά τότε. Ήθελα να ρουφήξω την ατμόσφαιρα για να τη μεταφέρω στην ταινία. Ερχόταν μαζί μας κι ο Φούντας, που θεωρούσε τον εαυτό του πολύ αρσενικό». Στα ατού της ταινίας και η Βέμπο. «Ήθελα μια γνωστή τραγουδίστρια που να μπορούσε και να παίζει. Νόμιζα αρχικά ότι είχε χάσει τη φωνή της, ενώ δεν ήταν αλήθεια. Και η Βούλα Ζουμπουλάκη είχε εξαιρετική φωνή, αλλά ντρεπόταν λιγάκι που υποδυόταν τη μπουζουξού. Τα έκανε όλα λίγο απολογητικά. Με έπεισε να την πάρω η Μελίνα». Σε μία από τις σκηνές, «που ως συνήθως ντρεπόταν να υποδυθεί τη λαϊκή τραγουδίστρια, της παίξαμε με τον Χατζιδάκι παντομίμα το ρόλο της και παρ’ολίγον να μην γίνει γύρισμα από τα γέλια».
Το λαϊκό κέντρο ο «Παράδεισος» υπήρχε όντως στη Νεάπολη. «Ήμουν πάντα της άποψης πως ήταν καλύτερο να εκμεταλλευόμαστε υπάρχοντες χώρους παρά να στήνουμε ψεύτικους». Όσο για το τρίστρατο που φαίνεται στο φινάλε, αγνώριστο σήμερα, σχηματίζεται από τη συμβολή των οδών Καλλιδρομίου, Πλαπούτα και Τσαμαδού. Η «Στέλλα» αποτελεί μια εξαιρετική τοιχογραφία της τότε Αθήνας.
Σοφία. Βέμπο, Βούλα Ζουμπουλάκη και Μελίνα
Μερκούρη έξω από το κέντρο «Ο Παράδεισος»
Σπουδαίες ερμηνείες δίνουν και οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές της ταινίας, ανεξάρτητα από το μέγεθος του ρόλου τους: ο Γιώργος Φούντας, ο πρωτοεμφανιζόμενος Κώστας Κακκαβάς, η «τραγουδίστρια της νίκης» Σοφία Βέμπο (Μαρία), ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος (Μήτσος), η Βούλα Ζουμπουλάκη (Αννέτα), η Χριστίνα Καλογερίκου (μητέρα του Μίλτου) και η Τασσώ Καββαδία (αδελφή του Αλέκου).
Τα σκηνικά υπογράφει ο Γιάννης Τσαρούχης και τη μουσική ο Μάνος Χατζιδάκις με συνεργασία με τον Βασίλη Τσιτσάνη. Κλασική είναι η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη στο τραγούδι «Αγάπη που έγινες δίκοπο μαχαίρι», ενώ στην ταινία ακούστηκαν για πρώτη φορά τα τραγούδια «Εφτά τραγούδια θα σου πω» και «Το Φεγγάρι είναι κόκκινο».
Τα γυρίσματα έγιναν σε τοποθεσίες του Πειραιά και της Αθήνας. Το τρίστρατο που φαίνεται στο φινάλε, αγνώριστο σήμερα, σχηματίζεται από τη συμβολή των οδών Καλλιδρομίου, Πλαπούτα και Τσαμαδού στα Εξάρχεια.
Η «Στέλλα» πρωτοπροβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών του 1955 (26 Απριλίου - 10 Μαΐου) και δημιούργησε αίσθηση, αν και δεν κέρδισε κάποιο βραβείο. Από εκεί χρονολογείται και η γνωριμία του Ζιλ Ντασέν με τη Μελίνα Μερκούρη, η οποία έγινε η μούσα του στις κατοπινές του ταινίες. Τον επόμενο χρόνο κέρδισε τη «Χρυσή Σφαίρα» καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας της Ένωσης Ξένων Ανταποκριτών του Χόλυγουντ και προτάθηκε για το Όσκαρ ενδυματολογίας (Ντένη Βαχλιώτη).
Στους ελληνικούς κινηματογράφους έκανε πρεμιέρα στις 21 Νοεμβρίου 1955 και ήταν η πιο εμπορική της σεζόν 1955-1956, από τις 24 συνολικά ελληνικές παραγωγές που προβλήθηκαν (134.142 εισιτήρια).
Η κριτική ήταν από αμήχανη έως ευνοϊκή για την ταινία.
Εχθρική ήταν η στάση των εντύπων της Αριστεράς. «Το ξετραχηλισμένο αυτό γύναιο, η γυναίκα που δεν θέλει να παντρευτεί για να 'χει το ελεύθερο να γλεντάει τη ζωή της, είναι ένας χαρακτήρας;» διερωτάται ο Αντώνης Μοσχοβάκης στην «Επιθεώρηση Τέχνης», ενώ ο Κώστας Σταματίου από τις στήλες της Αυγής χαρακτηρίζει την ταινία «ξεδιάντροπο μελόδραμα, που προβάλλει ό,τι χαμηλότερο, ό,τι πιο «λούμπεν», ό,τι πιο χυδαίο και καθυστερημένο στοιχείο υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα».
Η ατάκα του Γιώργου Φούντα «Στέλλα κρατάω μαχαίρι» έγραψε ιστορία.
🎬 Δείτε online ολόκληρη την ταινία Στέλλα στο Facebook ΕΔΩ
Η ταινία «Στέλλα» είναι ελληνική αισθηματική-δραματική ταινία του 1955, σε σκηνοθεσία και σενάριο Μιχάλη Κακογιάννη. Βασίζεται στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», ενώ είναι εμπνευσμένη δραματουργικά από το μύθο της Κάρμεν. Η παραγωγή ανήκει στη Μήλλας Φιλμ και πρωταγωνιστούν οι Μελίνα Μερκούρη και Γιώργος Φούντας.
Δείτε: Μελίνα Μερκούρη. Η «μαρμάρινη» γυναίκα που άφησε αγωνιστική ιστορία για τα Γλυπτά του Παρθενώνα (Αφιέρωμα)
Διακρίθηκε με τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξένης ταινίας το 1956 και με το βραβείο καλύτερης ταινίας ρετροσπεκτίβας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1960.
Η ταινία ήταν φαβορί για το Χρυσό Φοίνικα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καννών το 1955 και η Μελίνα Μερκούρη για το βραβείο καλύτερης ηθοποιού· δεν κέρδισε όμως κανένα από τα δύο. Το γεγονός αυτό προκάλεσε διαμάχη με αποτέλεσμα η Isa Miranda, μέλος της κριτικής επιτροπής, να δώσει στη Μερκούρη ένα ειδικό βραβείο ερμηνείας το οποίο ονομάστηκε βραβείο «Isa Miranda».
Ήταν επιπλέον η ελληνική υποβολή για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας του 1956. Υπήρξε η τελευταία ταινία της Μήλας Φιλμ, σημειώνοντας αξιοσημείωτη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία (134.142 εισιτήρια). Σε αυτή πραγματοποίησαν την πρώτη κινηματογραφική εμφάνισή τους η Μελίνα Μερκούρη και ο Κώστας Κακκαβάς.
Τη μουσική έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις ενώ κλασική είναι η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη στο τραγούδι Αγάπη Που 'γινες Δίκοπο Μαχαίρι. Στην ταινία ακούστηκαν για πρώτη φορά τα τραγούδια «Εφτά τραγούδια θα σου πω» και «Το Φεγγάρι είναι κόκκινο».
Η ηρωίδα, που διαλέγει το δικό της δρόμο αντιμετώπισης των αντιλήψεών της ενόχλησε τα αριστερά έντυπα «Αυγή» και «Επιθεώρηση Τέχνης», με αποτέλεσμα να επιτεθούν σκληρά κατά της ταινίας. Τα σχόλια του ξένου Τύπου στις Κάννες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκά για την ηρωίδα-πρότυπο της γυναικείας απελευθέρωσης.
Τη μουσική έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις ενώ κλασική είναι η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη στο τραγούδι Αγάπη Που 'γινες Δίκοπο Μαχαίρι. Στην ταινία ακούστηκαν για πρώτη φορά τα τραγούδια «Εφτά τραγούδια θα σου πω» και «Το Φεγγάρι είναι κόκκινο».
Η ηρωίδα, που διαλέγει το δικό της δρόμο αντιμετώπισης των αντιλήψεών της ενόχλησε τα αριστερά έντυπα «Αυγή» και «Επιθεώρηση Τέχνης», με αποτέλεσμα να επιτεθούν σκληρά κατά της ταινίας. Τα σχόλια του ξένου Τύπου στις Κάννες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκά για την ηρωίδα-πρότυπο της γυναικείας απελευθέρωσης.
Μια από τις ατάκες που έμεινα γνωστές από την ταινία ακόμα και σήμερα είναι το «Στέλλα κρατάω μαχαίρι».
Διχασμένοι οι κριτικοί της εποχής, αντιμετώπισαν την ταινία είτε με ευμενή σχόλια, είτε με εξαιρετικά αρνητική κριτική (ειδικά από τον αριστερό Τύπο της εποχής). Στο μόνο που όλοι συμφωνούσαν, ήταν η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη, η οποία επαινέθηκε. Οι περισσότεροι κριτικοί περιέγραψαν την ταινία ως ένα ηχηρό κατηγορητήριο σε βάρος της πατριαρχίας, με την πρωταγωνίστρια να εκπροσωπεί ένα γυναικείο πρότυπο που ήταν αναμφίβολα ξένο προς την ελληνική κοινωνία της εποχής, αλλά και μια διαχρονική ηρωίδα τραγωδίας.
Κατά τον ιστορικό Γιάννη Σολδάτο, η Στέλλα εξέφραζε τις επιθυμίες πολλών γυναικών, λίγες από τις οποίες ωστόσο τολμούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Ειδικότερα, προσωποποιεί τη σύγκρουση των παραδοσιακών αξιών, του ηθικού κώδικα και της τιμής με το ερωτικό πάθος που τελικά δε διασώζεται σε αυτά τα πλαίσια.
Η αφίσα
Στην περίφημη αφίσα της “Στέλλας”, του Κακογιάννη, που φιλοτέχνησε ο ζωγράφος και μάστορας της γιγαντοαφίσας Γιώργος Βακιρτζής, μέσα από έντονες εξπρεσιονιστικές πινελιές τονίζονται ο ερωτισμός, η περηφάνια και η μαγκιά της Μελίνας Μερκούρη.
Την ίδια εποχή, οι Γάλλοι ομότεχνοί του προτιμούν να προβάλλουν τη φινέτσα και το πάθος της πρωταγωνίστριας με ένα κατακόκκινο μαντίλι στο λαιμό της, ενώ η ιταλική αφίσα της ταινίας έχει την αισθητική της Τσινετσιτά.
Κριτική
Υπήρχε ωστόσο και μια μερίδα της κριτικής που δεν καλοδέχτηκε την ταινία: κάποιοι χαρακτήρισαν τον Κακογιάννη ως σνομπ μεγαλοαστό που δεν ήξερε το αντικείμενο το οποίο πραγματευόταν. Όπως λέει ο ίδιος στη βιογραφία του, «ανέφεραν ως παράδειγμα τους στίχους μου “τα παλικάρια παρατούνε τα ζάρια κι ανταμώνουν στου δρόμου τη γωνιά”, διερωτώμενοι τι γνώριζα εγώ από τα παλικάρια, που όλη την ημέρα δούλευαν και δεν έπαιζαν ούτε τάβλι ούτε τίποτα. Γελοίες κριτικές, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, που ξεχάστηκαν εντελώς».
Η «Στέλλα» πήγε στις Κάνες και δημιούργησε σάλο -τότε μάλιστα ήταν που η Μελίνα γνώρισε τον Ντασσέν. Ή μάλλον που έσπευσε αυτός να τη γνωρίσει. Κι έλαβε διθυραμβικές κριτικές. Η νεότατη τότε Ροζίτα Σώκου στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι με αφορμή την ταινία ο ελληνικός κινηματογράφος συζητήθηκε και θεωρήθηκε επιτέλους υπολογίσιμος παράγοντας στην ευρωπαϊκή καλλιτεχνική παραγωγή. Σύμφωνα με την Ελένη Βλάχου, «η “Στέλλα” είναι ένα καλοχτισμένο μελόδραμα που διηγείται με ευφυΐα και αίσθημα την ιστορία μιας ατίθασης, υπερήφανης και αρκετά άτακτης κοπέλας, της «Στέλλας» που ζητεί να συνδυάσει τον έρωτα και την ελευθερία και να βρει μια ευτυχία χωρίς δεσμούς».
Εχθρική ήταν η στάση των εντύπων της Αριστεράς. «Το ξετραχηλισμένο αυτό γύναιο, η γυναίκα που δεν θέλει να παντρευτεί για να ‘χει το ελεύθερο να γλεντάει τη ζωή της, είναι ένας χαρακτήρας;» διερωτάται ο Αντώνης Μοσχοβάκης στην «Επιθεώρηση Τέχνης», ενώ ο Κώστας Σταματίου από τις στήλες της Αυγής χαρακτηρίζει την ταινία «ξεδιάντροπο μελόδραμα, που προβάλλει ό,τι χαμηλότερο, ό,τι πιο “λούμπεν”, ό,τι πιο χυδαίο και καθυστερημένο στοιχείο υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα».
Κατά τον ιστορικό Γιάννη Σολδάτο, η Στέλλα εξέφραζε τις επιθυμίες πολλών γυναικών, λίγες από τις οποίες ωστόσο τολμούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Ειδικότερα, προσωποποιεί τη σύγκρουση των παραδοσιακών αξιών, του ηθικού κώδικα και της τιμής με το ερωτικό πάθος που τελικά δε διασώζεται σε αυτά τα πλαίσια.
Πρόσωπα και γεγονότα, που σαν σήμερα κυριάρχησαν στην ελληνική και διεθνή επικαιρότητα, μέσα από το Ιστορικό Αρχείο των εφημερίδων «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στις 21 Νοεμβρίου 1955 έκανε πρεμιέρα η κινηματογραφική ταινία, «Στέλλα», σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη και τους Μελίνα Μερκούρη, Γιώργο Φούντα και Αλέκο Αλεξανδράκη στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Ο Κακογιάννης είχε βασίσει το σενάριο της ταινίας στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, «Στέλλα με τα κόκκινα γάντια»,
Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γράφουν «ΤΟ ΒΗΜΑ», 22.11.1955, και
«ΤΑ ΝΕΑ» της 21ης Νοεμβρίου 1955:
«Η ηρωίδα, μια τραγουδίστρια της νυχτερινής ζωής, δίνει την προσωπική της μάχη ανάμεσα σε δύο ερωτικές συμπληγάδες – έναν νέο του λεγόμενου καλού κόσμου (σ.σ. Αλέκος Αλεξανδράκης), που συντρίβεται στο πέρασμα της Στέλλας, και έναν παράφορο ποδοσφαιριστή (σ.σ. Γιώργος Φούντας) – για να καταλήξει στο μοιραίο τέλος»
Η πλοκή
Η εντυπωσιακή Στέλλα, τραγουδίστρια στο μουσικό κέντρο, Παράδεισος έχει σχέση με τον γόνο πλούσιας οικογενείας, Αλέκο, (σ.σ. Αλέκο Αλεξανδράκης) τον οποίο όμως εγκαταλείπει για τον ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού, Μίλτο (σ.σ. Γιώργο Φούντα).
Η αγάπη της όμως για ανεξαρτησία θα οδηγήσει σε τραγικές συνέπειες.
Για τη μουσική της ταινίας συμπράττουν μεγαθήρια της ελληνικής μουσικής.
Οι συνθέσεις είναι του Μάνου Χατζιδάκι και στη σύνθεση των λαϊκών μοτίβών συμμετέχει ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο οποίος παίζει και το μουσικό θέμα των τίτλων, δυστυχώς όχι on camera.
Στον ρόλο της Μαρίας, τραγουδίστριας και ιδιοκτήτριας του μουσικού κέντρου που δουλεύει η Στέλλα, εμφανίζεται η Σοφία Βέμπο, η οποία χαρίζει τη φωνή της στο τραγούδι «Ο μήνας έχει δεκατρείς».
Τη διαμόρφωση του σκηνικού ανέλαβαν οι σπουδαίοι έλληνες ζωγράφους, Γιάννη Τσαρούχη και Βλάση Κανιάρη.
Η πρεμιέρα
Η επίσημη πρεμιέρα της ταινίας έγινε στον κινηματογράφο Ορφέα παρουσία της Μελίνας Μερκούρη, του Μιχάλη Κακογιάννη, του Ζυλ Ντασέν, του υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης Παπάγου, Γεώργιο Ράλλη.
«ΤΑ ΝΕΑ», 22.11.1955, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Η Μελίνα Μερκούρη από τη σκηνή του Ορφέα, αφού ευχαρίστησε τους παρευρισκόμενους, τον Μιχάλη Κακογιάννη και όλους όσοι εργάστηκαν για την ταινία, είπε απευθυνόμενη στην «πλατεία». «Την αγαπώ την ‘Στέλλα’. Ελπίζω να αρέση και σε σας».
Οι κριτικές
Στο τεύχος της 3ης Δεκεμβρίου 1955, το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» συγκεντρώνει τις κριτικές των μεγάλων εφημερίδων της εποχής.
«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 3.12.1955, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γράφει ο Ταχυδρόμος: «’’Το Βήμα’’ βλέπει τρία πράγματα στην ταινία αυτή: Μία μεγάλη ηθοποιό, ένα πολύ καλό σενάριο, μία καλή σκηνοθεσία»
Η εμφάνιση της Μερκούρη ήταν κάτι για το οποίο συμφώνησαν όλοι.
«Η κριτικός της ‘Καθημερινής’ αφού είδε, όπως μας διαβεβαιώνει πέντε φορές την ταινία, τολμά να πη ότι ‘η ερμηνεία της Μελίνας είναι μία μεγάλη, πλούσια δημιουργία διεθνούς κλάσεως’, ενώ ο κριτικός της ‘Αυγής’ μάς εξηγεί πιο αναλυτικά ότι η ‘Μελίνα χρησιμοποιεί τις υποκριτικές της δυνατότητες με αφάνταστη φυσικότητα σε μία κλίμακα, που πάει από την πιο φτηνή χυδαιότητα ως τον πιο δυνατό δραματικό τόνο’ (Γιατί τώρα τα δύο αυτά σημεία βρίσκονται αναγκαστικά τόσο απομακρυσμένα το ένα από το άλλο, ο κριτικός δεν μας το εξηγεί».
Για την ταινία πάντως υπάρχει διαφωνία καθώς απέναντι από τα θετικά σχόλια του Βήματος, τίθεται η κριτική της «Αυγής», σύμφωνα με την οποία η ταινία «Στέλλα» ήταν ένα «ξεδιάντροπο μελόδραμα, που προβάλλει ό,τι χαμηλότερο, ό,τι πιο λούμπεν, ό,τι πιο χυδαίο και καθυστερημένο στοιχείο υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα».
Η «Εστία» κατήγγειλε «το κακοηθέστατον σενάριον που εμφανίζει ένα βρωμερόν γύναιον ως πρόμαχον της ελευθερίας των ηθών και ως εκ πεποιθήσεως έχθραν του γάμου, τον οποίον θεωρεί απαράδεκτον φυλακήν».
Ίσως η μοναδική φορά που η «Αυγή» και η «Εστία» συμφώνησαν.
Βιβλιογραφία
• Γιάννη Σολδάτου, «Ένας αιώνας Ελληνικός Κινηματογράφος», 1ος τόμος 1900 - 1970, Εκδόσεις Κοχλίας, Αθήνα 2001, σελίδες 152-153.
• Dimitris Eleftheriotis, Popular cinemas of Europe: studies of texts, contexts, and frameworks, Continuum International Publishing Group, 2001, σσ. 157-161
• Γιάννη Σολδάτου, «Ένας αιώνας Ελληνικός Κινηματογράφος», 1ος τόμος 1900 - 1970, Εκδόσεις Κοχλίας, Αθήνα 2001, σελίδες 152-153.
• Dimitris Eleftheriotis, Popular cinemas of Europe: studies of texts, contexts, and frameworks, Continuum International Publishing Group, 2001, σσ. 157-161
• Μιχάλης Κακογιάννης - Σε πρώτο πλάνο. Συγγραφέας: Σιάφκος, Χρήστος. Εκδότης: Ψυχογιός, Οκτώβριος 2009. Αριθμός Σελίδων: 304. Επιμέλεια Χρυσούλα Τσιρούκη. Ο Μιχάλης Κακογιάννης είναι ο πρώτος, ανάμεσα στους μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού συναδέλφους του σκηνοθέτες, που μπόρεσε να βγάλει την Ελλάδα έξω από τα σύνορά της. Και το έκανε αυτό μεταφέροντας στον κινηματογράφο τον Ευριπίδη και τον Καζαντζάκη, κάνοντάς τους αγαθό του διεθνούς κοινού, προβάλλοντας την ιδέα του ελληνισμού, όταν στην κοιτίδα του επί της ουσίας δεν υπήρχε καν σοβαρή κινηματογραφία. Ένας σπουδαίος σκηνοθέτης, που έχτισε μόνος την καριέρα του, ανεξάρτητος τόσο ώστε να αρνηθεί το Χόλυγουντ, κατάφερε να καθιερώσει την Ελλάδα στον διεθνή απαιτητικό καλλιτεχνικό στίβο με μοναδικά εφόδια το πείσμα και το ταλέντο του.
• Στέλλα 1955-1956 - Ελληνικός κινηματογράφος, https://ellinikoskinimatografos.gr/stella/
• Παπαστεφάνου, Γιώργος (Facebook 1 Μαΐου 2015). Ο Γιώργος Παπαστεφάνου (Αθήνα, 13 Μαΐου 1941) είναι Έλληνας ραδιοφωνικός και τηλεοπτικός παρουσιαστής και παραγωγός, δημοσιογράφος και στιχουργός. Γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 13 Μαΐου 1941. Ως μαθητής φοίτησε στη Βαρβάκειο Σχολή και στη συνέχεια σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών. Σε ηλικία σχεδόν 19 ετών, τον Φεβρουάριο του 1960, ξεκίνησε η ενασχόλησή του με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας - ως μαθητευόμενος αρχικά και στη συνέχεια επαγγελματικά - μια ενασχόληση που σταμάτησε το 2011 στην ΕΡΤ.
Aggelos Aslanidis: Είδα πολλές φορές την ταινία που εκτός από ερωτικό δράμα Είναι ένα κοινωνικό δράμα με πολλές πτυχές... και ιδιαίτερα η ίδια η ψυχοσύνθεση της γυναίκας, και του κοινωνικού έργου που προσφέρει και ενσαρκώνει αυτό η Μελίνα, σαν Στέλλα, της φτώχια που φαίνεται, μέσα από όλες και από τον ρόλο της καθαρίστριας Και το ''εφ' όσον ζω ονειρεύομαι και ελπίζω'' που διαφαίνεται από το ρόλο της καθαρίστριας και του φίλου της.
Το δράμα του της εφημερότητας που διαφαίνεται από τον οίκο ανοχής των γυναικών που εργάζονται εκεί. Βασίλισσες την στιγμή που τις χρειάζεται για εκτόνωση ο άνδρας και σκουπίδι την άλλη που δεν του είναι απαραίτητη Και το παιδαρέλι ο Φαίδων Γιωργίτσης που ερωτεύεται την Στέλλα επίσης Με εκείνον τον εφηβικό αγνό έρωτα... αλλοίμονο αν για το Στέλλα κρατάω μαχαίρι πήρε διεθνές βραβείο αυτή η Ταινία. θα την ξαναδώ όπως μας την έστειλες άν κάνω λάθη στην κριτική μου και επανορθώνω.
Sophia Drekou: Aggelos, σ' ευχαριστούμε για την κριτική σου.
Van Gel Span: Σήμερα σε εκείνη τη διασταύρωση Δεληγιάννη και Καλλιδρομίου τις παρυφές του λόφου του Στρέφη, στα Εξάρχεια, ένα σπίτι μόνο παραμένει το ίδιο όπως στην ταινία...
Sophia Drekou: Aggelos, σ' ευχαριστούμε για την κριτική σου.
Van Gel Span: Σήμερα σε εκείνη τη διασταύρωση Δεληγιάννη και Καλλιδρομίου τις παρυφές του λόφου του Στρέφη, στα Εξάρχεια, ένα σπίτι μόνο παραμένει το ίδιο όπως στην ταινία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου