Στέλλα (1955) ολόκληρη η ταινία που άφησε εποχή (ανάλυση, βίντεο, αφιέρωμα) Stella 1955 film

Stella (1955) Melina Mercuri movie poster

«Στέλλα» Πρεμιέρα 21 Νοεμβρίου 1955 ★ ★ ★ ★ ★

της Σοφίας Ντρέκου (Sophia Drekou)
Αρθρογράφος (BSc in Psychology)

Ταινία - θρύλος του ελληνικού κινηματογράφου, που πρωτοπροβλήθηκε το 1955 και έκανε τη Μελίνα Μερκούρη σταρ διεθνούς βεληνεκούς. Η ατάκα του Γιώργου Φούντα «Στέλλα κρατάω μαχαίρι» έγραψε ιστορία.

Το τολμηρό του θέμα ήταν ίσως η πρώτη πραγματικά
«φεμινιστική» ταινία του ελληνικού κινηματογράφου.

Την ταινία σκηνοθέτησε ο 33χρονος τότε Μιχάλης Κακογιάννης, που είχε δώσει δείγματα του ταλέντου του στην κωμωδία «Κυριακάτικο Ξύπνημα» ένα χρόνο πριν. Ο ίδιος έγραψε το σενάριο, που βασίστηκε στο άπαιχτο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια» (ανέβηκε για πρώτη φορά μόλις το 1997 από το ΔΗΠΕΘΕ Βόλου σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη), το οποίο μεταφέρει στα καθ’ ημάς την ιστορία της «Κάρμεν» του Μεριμέ.

Πρωταγωνίστρια της ταινίας είναι η Στέλλα (Μελίνα Μερκούρη), 
μια δημοφιλής τραγουδίστρια στο λαϊκό μαγαζί «Ο Παράδεισος». 

Είναι πανέμορφη και εκρηκτική γυναίκα, που ζει και ερωτεύεται, πέρα από τα στερεότυπα της εποχής της. Όταν γνωρίζει τον Μίλτο (Γιώργος Φούντας), ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού που την τραβά σαν μαγνήτης, διακόπτει τον δεσμό της με τον Αλέκο (Αλέκος Αλεξανδράκης), νεαρό γόνο μιας πλούσιας οικογένειας, που αντιδρούσε στη σχέση τους.

Ο Μίλτος θέλει να την κάνει γυναίκα του κι εκείνη δέχεται, αλλά το μετανιώνει σχεδόν αμέσως. Γυναίκα περήφανη, που αδιαφορεί για τις κοινωνικές συμβάσεις, την ημέρα του γάμου τους τον στήνει στην εκκλησία και περνά τη νύχτα της με τον Αντώνη (Κώστας Κακκαβάς), ένα νεαρό που γνώρισε στο δρόμο. Την αυγή, επιστρέφοντας στο σπίτι της, έρχεται αντιμέτωπη με τον Μίλτο και συναντά τον θάνατο από το μαχαίρι του.

Ο Κακογιάννης συνδυάζει τον ιταλικό νεορεαλισμό με στοιχεία της αρχαίας τραγωδίας και του μελοδράματος. Η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη είναι συγκλονιστική στο ρόλο της γυναίκας που θέλει να ζήσει ελεύθερη και ανεξάρτητη κι αποτέλεσε το διαβατήριό της για τη διεθνή καριέρα που ακολούθησε.

Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης για την ταινία

Τι λέει όμως ο Μιχάλης Κακογιάννης; Μιλώντας στον Χρήστο Σιάφκο, στη βιογραφία του «Μιχάλης Κακογιάννης σε πρώτο πλάνο» που κυκλοφόρησε πρόσφατα (εκδ. Ψυχογιός), μετά το «Κυριακάτικο Ξύπνημα»: «θα μπορούσα να συνεχίσω με τη Λαμπέτη και τον Χορν αλλά αποφάσισα πως ήθελα τη Μελίνα. (…) Ήταν μάγισσα, σε γοήτευε με τη ζωντάνια της. Όταν τη γνώρισα, φορούσε μια πλεχτή κόκκινη σκούφια που πλαισίωνε δύο τεράστια καστανόχρυσα μάτια. Σαν την Κοκκινοσκουφίτσα του παραμυθιού έμοιαζε. Με έπειθε για πολλά, για ένα μόνο δεν μπόρεσε να με πείσει μέχρι τέλους, για την περιβόητη σεξουαλικότητά της. Το έπαιζε νομίζω, της άρεσε να κάνει τη γόησσα. Ο Φιλοποίμην Φίνος έλεγε γι’ αυτήν πως με το στόμα που είχε δεν θα μπορούσε να κάνει καριέρα. Ε, αυτό το στόμα εγώ το εκμεταλλεύτηκα απόλυτα».

Βασισμένη στο θεατρικό του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», ήταν η πρώτη ταινία της Μελίνας. Τον Φούντα, ο Μ. Κακογιάννης τον είχε δει στον κινηματογράφο. «Της τον γνώρισα κι έγινε τακτικός στα σουαρέ της (…)».

Θυμάται ακόμα τα γέλια και τις εξόδους τους με τη Μελίνα Μερκούρη. «Πηγαίναμε στα μπουζούκια στην Εθνική Οδό. Είχε πολλά τότε. Ήθελα να ρουφήξω την ατμόσφαιρα για να τη μεταφέρω στην ταινία. Ερχόταν μαζί μας κι ο Φούντας, που θεωρούσε τον εαυτό του πολύ αρσενικό». Στα ατού της ταινίας και η Βέμπο. «Ήθελα μια γνωστή τραγουδίστρια που να μπορούσε και να παίζει. Νόμιζα αρχικά ότι είχε χάσει τη φωνή της, ενώ δεν ήταν αλήθεια. Και η Βούλα Ζουμπουλάκη είχε εξαιρετική φωνή, αλλά ντρεπόταν λιγάκι που υποδυόταν τη μπουζουξού. Τα έκανε όλα λίγο απολογητικά. Με έπεισε να την πάρω η Μελίνα». Σε μία από τις σκηνές, «που ως συνήθως ντρεπόταν να υποδυθεί τη λαϊκή τραγουδίστρια, της παίξαμε με τον Χατζιδάκι παντομίμα το ρόλο της και παρ’ολίγον να μην γίνει γύρισμα από τα γέλια».

Το λαϊκό κέντρο ο «Παράδεισος»
υπήρχε όντως στη Νεάπολη. «Ήμουν πάντα της άποψης πως ήταν καλύτερο να εκμεταλλευόμαστε υπάρχοντες χώρους παρά να στήνουμε ψεύτικους». Όσο για το τρίστρατο που φαίνεται στο φινάλε, αγνώριστο σήμερα, σχηματίζεται από τη συμβολή των οδών Καλλιδρομίου, Πλαπούτα και Τσαμαδού. Η «Στέλλα» αποτελεί μια εξαιρετική τοιχογραφία της τότε Αθήνας.

Σοφία. Βέμπο, Βούλα Ζουμπουλάκη και Μελίνα
Μερκούρη έξω από το κέντρο «Ο Παράδεισος»

Σπουδαίες ερμηνείες δίνουν και οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές της ταινίας, ανεξάρτητα από το μέγεθος του ρόλου τους: ο Γιώργος Φούντας, ο πρωτοεμφανιζόμενος Κώστας Κακκαβάς, η «τραγουδίστρια της νίκης» Σοφία Βέμπο (Μαρία), ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος (Μήτσος), η Βούλα Ζουμπουλάκη (Αννέτα), η Χριστίνα Καλογερίκου (μητέρα του Μίλτου) και η Τασσώ Καββαδία (αδελφή του Αλέκου).

Τα σκηνικά υπογράφει ο Γιάννης Τσαρούχης και τη μουσική ο Μάνος Χατζιδάκις με συνεργασία με τον Βασίλη Τσιτσάνη. Κλασική είναι η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη στο τραγούδι «Αγάπη που έγινες δίκοπο μαχαίρι», ενώ στην ταινία ακούστηκαν για πρώτη φορά τα τραγούδια «Εφτά τραγούδια θα σου πω» και «Το Φεγγάρι είναι κόκκινο».

Τα γυρίσματα έγιναν σε τοποθεσίες του Πειραιά και της Αθήνας. Το τρίστρατο που φαίνεται στο φινάλε, αγνώριστο σήμερα, σχηματίζεται από τη συμβολή των οδών Καλλιδρομίου, Πλαπούτα και Τσαμαδού στα Εξάρχεια.

Η «Στέλλα» πρωτοπροβλήθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών του 1955 (26 Απριλίου - 10 Μαΐου) και δημιούργησε αίσθηση, αν και δεν κέρδισε κάποιο βραβείο. Από εκεί χρονολογείται και η γνωριμία του Ζιλ Ντασέν με τη Μελίνα Μερκούρη, η οποία έγινε η μούσα του στις κατοπινές του ταινίες. Τον επόμενο χρόνο κέρδισε τη «Χρυσή Σφαίρα» καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας της Ένωσης Ξένων Ανταποκριτών του Χόλυγουντ και προτάθηκε για το Όσκαρ ενδυματολογίας (Ντένη Βαχλιώτη).

Στους ελληνικούς κινηματογράφους έκανε πρεμιέρα στις 21 Νοεμβρίου 1955 και ήταν η πιο εμπορική της σεζόν 1955-1956, από τις 24 συνολικά ελληνικές παραγωγές που προβλήθηκαν (134.142 εισιτήρια).

Η κριτική ήταν από αμήχανη έως ευνοϊκή για την ταινία.

Εχθρική ήταν η στάση των εντύπων της Αριστεράς. «Το ξετραχηλισμένο αυτό γύναιο, η γυναίκα που δεν θέλει να παντρευτεί για να 'χει το ελεύθερο να γλεντάει τη ζωή της, είναι ένας χαρακτήρας;» διερωτάται ο Αντώνης Μοσχοβάκης στην «Επιθεώρηση Τέχνης», ενώ ο Κώστας Σταματίου από τις στήλες της Αυγής χαρακτηρίζει την ταινία «ξεδιάντροπο μελόδραμα, που προβάλλει ό,τι χαμηλότερο, ό,τι πιο «λούμπεν», ό,τι πιο χυδαίο και καθυστερημένο στοιχείο υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα».

Η ατάκα του Γιώργου Φούντα «Στέλλα κρατάω μαχαίρι» έγραψε ιστορία. 

🎬 Δείτε online ολόκληρη την ταινία Στέλλα στο Facebook ΕΔΩ


Ο μήνας έχει δεκατρείς - Σοφία Βέμπο (1955)

Ζεϊμπέκικο του αειμνήστου Μάνου Χατζηδάκι,
από την ταινία «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη (1955),
ο οποίος έγραψε και τους στίχους από την πολυαγαπημένη
συνονόματη Σοφία Βέμπο... Αξέχαστη και μοναδική !!!



Ο Γιώργος Παπαστεφάνου θυμάται

Ο Γιώργος Παπαστεφάνου » Μια φορά θυμάμαι: Το 1960, όταν πρωτομπήκα στη Ραδιοφωνία, η Τόνια Καράλη, που τότε δεν ήταν μόνο η αγαπημένη φωνή του ραδιοφώνου αλλά και προϊσταμένη στους παραγωγούς της ξένης ελαφράς μουσικής, μου έδειξε ένα δισκάκι που μόλις της είχαν φέρει από το Παρίσι. Ήταν με την Μελίνα Μερκούρη, σε δυο τραγούδια από τη «Στέλλα»: «Αγάπη που 'γινες δίκοπο μαχαίρι» και «Ο μήνας έχει δεκατρείς».


Η Τόνια, μου δάνεισε το 45αράκι της για να το αντιγράψω σε μαγνητοταινία, εγώ της το επέστρεψα και εκείνη στη συνέχεια, το έχασε και δεν το ξαναβρήκε. Χάρη στη δική μου αντιγραφή ωστόσο, η ηχογράφηση διασώθηκε κι έτσι μπορούσα να παίζω αυτά τα δύο τραγούδια για χρόνια στις εκπομπές μου στο ραδιόφωνο.

Κάποια στιγμή μού τα ζήτησε ο Μάνος Χατζιδάκις για τους δίσκους με σπάνιες ηχογραφήσεις που ετοίμαζε τότε για την «Κολούμπια». «Μάνο, θέλω τα τραγούδια της Μελίνας να τα βάλω σε δικό μου δίσκο, αν και όταν γίνει» του απάντησα. Και τα κράτησα για μένα. Και να που από αυτά τα δυο τραγούδια ξεκίνησε το 1989 η ιδέα για ένα δίσκο αφιέρωμα στη Μελίνα που από τα δέκα μου χρόνια ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής μου.

Πρώτα ερωτεύτηκα τη φωνή της, όταν την άκουγα στις θεατρικές εκπομπές του ραδιοφώνου. Και έπειτα γοητεύτηκα από την ίδια, όταν τον Ιούνιο του 1955, στο πρώτο κλιματιζόμενο θέατρο της Αθήνας, το «Κοτοπούλη - Ρεξ», την είδα στο «Εφτά χρόνια φαγούρα». Τότε είναι που την πλησίασα και τη γνώρισα και από κοντά.

Κι ύστερα ήρθαν η «Στέλλα» και το «Γλυκό πουλί της νιότης» και σιγουρεύτηκα πια πως η Μελίνα είναι αυτό που λένε για τους πολύ μεγάλους σταρ «Bigger than life» (Μεγαλύτερη απ' τη ζωή). Σ' αυτήν την αγαπημένη μου Μελίνα λοιπόν, θέλησα το 1989 να κάνω δώρο ένα δίσκο που θα κάλυπτε μέσα από τραγούδια που είχε πει, μεγάλους σταθμούς και της ζωής και της καριέρας της.

Ήθελα όμως ο δίσκος να είναι δώρο-έκπληξη και δεν την ενημέρωσα από πριν. Η Μελίνα βρισκόταν τότε άρρωστη στη Νέα Υόρκη κι όταν έμαθε για τον δίσκο που είχα φτιάξει, νόμισε πως της ετοιμάζαμε ...μνημόσυνο. Ανήσυχη μου τηλεφώνησε από την Αμερική η Εμμανουέλα Παυλίδου, για να μάθει τι συμβαίνει. Και μόνο όταν της εξήγησα, ηρέμησε. Τα έσοδα από το δίσκο, η Μελίνα τα πρόσφερε για το Μουσείο της Ακρόπολης. Και στην πρες κόμφερανς που οργάνωσε η «Λύρα» στα γραφεία της, η Μελίνα ήρθε εκθαμβωτική, με τους δημοσιογράφους απέναντί της να την κοιτούν ερωτευμένοι, σχεδόν όσο κι εγώ.

Ταινία - θρύλος του ελληνικού κινηματογράφου, που πρωτοπροβλήθηκε το 1955

Ο Γιώργος Παπαστεφάνου στις 26 Νοεμβρίου 2015 έγραφε: Όταν έγραφε ο Τένεσι Γουίλιαμς το «Τριαντάφυλλο στο στήθος», είχε σαν μοντέλο στο μυαλό του την Άννα Μανιάνι. Έτσι και ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, το ταπεραμέντο και την προσωπικότητα της Μελίνας Μερκούρη είχε στο νου του όταν έγραφε τη «Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», το θεατρικό πάνω στο οποίο βασίστηκε η «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη.

Ωστόσο ούτε η Μανιάνι, ούτε η Μελίνα αξιώθηκαν να παίξουνε στο θέατρο τις ηρωίδες που εμπνεύσανε. Τις έπαιξαν στον Κινηματογράφο. Και η Μανιάνι κέρδισε τότε ένα Όσκαρ, ενώ η Μελίνα στις Κάννες όπου ταξίδεψε η «Στέλλα» την ίδια περίπου εποχή, πήρε σαν τιμητική διάκριση το κουκλάκι που της χάρισε εκφράζοντας τον θαυμασμό της η ηθοποιός Ίζα Μιράντα, μέλος της κριτικής επιτροπής.

Τότε λοιπόν όπως και αργότερα, κανείς δεν διανοήθηκε να πει ότι η Μανιάνι ήταν εκπληκτική Σεραφίνα Ντέλλε Ρόζε επειδή έπαιζε τον εαυτό της! Το είπε και το έγραψε η δική μας η μιζέρια για τη Στέλλα της Μελίνας... Φέτος κλείνουν ακριβώς *εξήντα* χρόνια από τότε που γυρίστηκαν αυτές οι δυο ταινίες. Στο Χόλυγουντ η μια, στην Αθήνα του 1955 η άλλη. Και οι δυο είχαν πολύ ωραία μουσική.
Δείτε επίσηςΜελίνα Μερκούρη. Η «μαρμάρινη» γυναίκα που άφησε αγωνιστική ιστορία για τα Γλυπτά του Παρθενώνα (Αφιέρωμα)
Όμως στη «Στέλλα» λέω να σταθούμε για να ξανακούσουμε ένα αγαπημένο ζεϊμπέκικο του Μάνου Χατζιδάκι, που με βαρύ αναστεναγμό έλεγε στο φιλμ η ταβερνιάρισσα Σοφία Βέμπο. «Ο μήνας έχει 13» σε στίχους Μιχάλη Κακογιάννη. Μόνο που σάς προτείνω να το ακούσουμε όπως το ηχογράφησε σε παριζιάνικο δισκάκι η Μελίνα λίγο καιρό αργότερα, πλαισιωμένη από τούς Στέλιο, Ανδρέα και Φώτη Δούση, Έλληνες μουσικούς που ζούσαν τότε στο Παρίσι και έπαιζαν με το όνομα La Formassion Doussis.












Γιώργος Παπαστεφάνου 9 Σεπτεμβρίου 2015: «Τέσσερα αυτόγραφα μέσα σε ένα απόγευμα, ήταν μεγάλη επιτυχία! Μελίνα, Μυράτ, Ζουμπουλάκη, Διαμαντόπουλος. Οι πρωταγωνιστές του έργου «Εφτά χρόνια φαγούρα», που είχα δει το προηγούμενο βράδυ 8 Ιουλίου 1955 στο κλιματιζόμενο θέατρο Κοτοπούλη-Rex. 


Ήμουν μόνο 14 χρονών, αλλά από θάρρος άλλο τίποτα! Ξετρελαμένος καθώς ήμουνα με τη Μελίνα στήθηκα το επόμενο πρωί έξω απ' το σπίτι της, Ακαδημίας 8, ελπίζοντας να την πετύχω και πάλι, αφού είχα ήδη μιλήσει μαζί της στο τηλέφωνο. Τον αριθμό τον βρήκα στον κατάλογο. Στο όνομα του συζύγου, Χαροκόπος. Δεν χρειάστηκε να περιμένουμε πολύ, ήταν μαζί μου κι ο συμμαθητής μου ο Σπύρος Ταβουλάρης.

Όταν την είδαμε να βγαίνει απ' το ασανσέρ, είχαμε μπροστά μας μια Θεά! Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας ηθοποιοί, τη ρώτησα καθώς μου χάιδευε το μάγουλο. Τσάπλιν και Γκάρμπο, πάνω απ' όλους, μού είπε. Θα θέλαμε να σας ξαναδούμε της ψιθύρισα μαγεμένος όπως ήταν έτοιμη να φύγει. Τότε ελάτε το απόγευμα στο θέατρο. Δεν ξέραμε αν το εννοούσε, αλλά πήγαμε! Και μείναμε σε όλη την παράσταση, όχι όμως στην πλατεία, αλλά στο καμαρίνι της Μελίνας.

Ήταν η πρώτη φορά που ζούσαμε από μέσα τα παρασκήνια του θεάτρου. Οι ηθοποιοί μπαινόβγαιναν συνέχεια, εμείς γλώσσα μέσα δεν βάζαμε, αλλά κανείς τους δεν γύρισε να πει «άντε, παιδάκια, αρκετά, καιρός να πάτε σπίτια σας!». Αντίθετα, ήταν όλοι τους πολύ τρυφεροί μαζί μας. Και με όλους, αργότερα, όταν άρχισα να δουλεύω στο ραδιόφωνο, συνδέθηκα πολύ. Φυσικά, και με τη Βούλα Ζουμπουλάκη, που ήταν μια αξιολάτρευτη γυναίκα. 

Όποτε συναντιόμασταν ή μιλούσαμε στο τηλέφωνο, έδειχνε να χαίρεται το ίδιο όσο κι εγώ, αν και την ενοχλούσε που της έλεγα ότι θεωρώ τον ρόλο της Αννέτας στη «Στέλλα» μια μεγάλη στιγμή στην καριέρα της. «Μα είναι δυνατόν να μου μιλάς για την Αννέτα, όταν έχω παίξει τόσους άλλους σπουδαίους ρόλους;». Και σ' αυτούς τους άλλους ρόλους εγώ την είχα δει. «Βασίλισσα και οι επαναστάτες», «Ρέκβιεμ για μια μοναχή», «Η λυσσασμένη γάτα», «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» μέχρι «Φθινοπωρινή παλίρροια» της Δάφνης ντι Μωριέ. Και όμως ο κόσμος θα σε θυμάται κυρίως για τη «Στέλλα», της έλεγα, γιατί ήσουνα τέλεια σε μια ταινία που θα τη βλέπουν και οι επόμενες γενιές. 

Οι θεατρικοί ρόλοι χάνονται μαζί με την παράσταση. Το σινεμά μένει. Για τελευταία φορά μίλησα με τη Βούλα Ζουμπουλάκη πριν από ένα ή δύο χρόνια. Πάλι την είχα δει στη «Στέλλα» και της τηλεφώνησα για να της ξαναπώ πόσο πολύ μου άρεσε. «Ναι, νομίζω πώς ήμουνα καλή» παραδέχθηκε επιτέλους.» 

Ο Γιώργος Παπαστεφάνου 26 Νοεμβρίου 2016 γράφει: «Δεν υπάρχει περίπτωση να φτάσει του Αγίου Στυλιανού και να μην σκεφτώ τη Στέλλα. Δεν μιλάω για κάποια φίλη ή συγγενή, αλλά για το αριστούργημα του Κακογιάννη. Ούτε ξέρω πόσες φορές το έχω δει, από τότε που έφηβος αποφάσισα πως αυτή θα είναι η ταινία της ζωής μου. Βέβαια, κάποιοι κακεντρεχείς είχανε τότε πει πως ο Ιάκωβος Καμπανέλλης που στο δικό του θεατρικό έργο «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια» βασιζόταν το σενάριο, δεν είχε στον νου του μόνο την Μελίνα όταν το έγραφε, αλλά και την Κάρμεν του Προσπέρ Μεριμέ, που έμεινε στην Ιστορία χάρη στον Ζωρζ Μπιζέ και την δική του όπερα.

Ο Μιχάλης Κακογιάννης πάλι μού είχε πει πως μπορεί το σενάριο να αποδίδεται στον Καμπανέλλη, όμως το ντεκουπάζ και τους διαλόγους της ταινίας τα είχε φροντίσει εκείνος. Η Στέλλα ήταν η δεύτερη ταινία του Κακογιάννη μετά το Κυριακάτικο ξύπνημα, και όπως έγραφε στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Εικόνες στις 31 Οκτωβρίου του 1955 η Ροζίτα Σώκου, «Η Στέλλα είναι μια ερωτική ιστορία σκηνοθετημένη με δύναμη, παιγμένη με πάθος, τραγουδημένη θά' λεγε κανείς στον ήχο των μπουζουκιών που ερμηνεύουν, με τον δικό τους τρόπο, το κρυφό της νόημα».

Η ταινία άρεσε όταν παίχθηκε στις Κάννες, συνεχίζει η Ροζίτα του '55. Η Ολίβια ντε Χάβιλαντ, ο κριτικός τής Le Monde Μπαρονσελί, άλλοι ηθοποιοί, δημοσιογράφοι, αγοραστές ενδιαφέρθηκαν. Και κυρίως ενδιαφέρθηκε ο Ζυλ Ντασέν, συμπληρώνω εγώ, που για χάρη της Μελίνας όταν την είδε τότε, εγκατέλειψε την επί χρόνια σύντροφό του, διάσημη Ιταλίδα ηθοποιό Βαλεντίνα Κορτέζε. Μια άλλη Ιταλίδα, σπουδαία ηθοποιός κι αυτή και μέλος της κριτικής επιτροπής του Φεστιβάλ, η Ίζα Μιράντα είχε χαρίσει ένα κουκλάκι στην Μελίνα σαν βραβείο για την ερμηνεία της στη Στέλλα, αφού το κανονικό βραβείο του Φεστιβάλ η επιτροπή το είχε δώσει στη σύζυγο του Τζιν Κέλυ Μπέτσυ Μπλερ για την ταινία «Μάρτυ».

Για την Μελίνα έγραφε στην ανταπόκρισή της απ' τις Κάννες το 1955 η Ροζίτα: «Στέλλα είναι η Μελίνα Μερκούρη. Απαιτητική και άγρια, τρυφερή και αφοσιωμένη, πιστή στον εαυτό της και σε κανέναν άλλο, κυριαρχεί από την αρχή ως το τέλος της ταινίας».

Ακόμα τότε η Ροζίτα δεν είχε πει πως στην Στέλλα η Μελίνα παίζει τον εαυτό της. Και θεωρούσε τυχερό τον Κακογιάννη στην εκλογή των ηθοποιών του. Όλων. Από Φούντα, Ζουμπουλάκη, Καλογερίκου, Αλεξανδράκη μέχρι Παπαγιαννόπουλο και Κώστα Κακαβά σε πρώτη εμφάνιση με το όνομα Καράλης.

Καλά λόγια είχε βέβαια η Ροζίτα και για τη Σοφία Βέμπο, ανοιχτόκαρδη ταβερνιάρισσα, για μένα στο ρόλο της ζωής της. Η ίδια η Βέμπο είχε παράπονα. Έλεγε πως άλλα τής είχαν τάξει στην αρχή κι άλλα 'γίναν στο τέλος. Ξέρετε τώρα, τα γνωστά. Πού θα γραφτεί το όνομα στους τίτλους, ποιος θα λέει τα τραγούδια και άλλα τέτοια. Αλλά αν και ενοχλημένη, η Βέμπο ήταν εκείνη που τους μάζεψε όλους όταν τέλειωσαν τα γυρίσματα για να το γιορτάσουνε με πάρτι.

Και την Σοφία Βέμπο προτείνω να δούμε κι εμείς τώρα και να την ακούσουμε να τραγουδά για τους πελάτες του κέντρου «Ο Παράδεισος», «Ο μήνας έχει 13, καταραμένη μέρα». Η μουσική είναι φυσικά του Μάνου Χατζιδάκι και τους στίχους, όπως και στα άλλα τρία Χατζιδακικά τραγούδια της ταινίας, έγραψε ο Μιχάλης Κακογιάννης». Το ακούτε εδώ.

Η ταινία «Στέλλα» (1955) που άφησε
εποχή στον ελληνικό κινηματογράφο

Γιώργος Φούντας και Μελίνα Μερκούρη στην ταινία «Στέλλα»
Γιώργος Φούντας και Μελίνα Μερκούρη στην ταινία

Η ταινία «Στέλλα» είναι ελληνική αισθηματική-δραματική ταινία του 1955, σε σκηνοθεσία και σενάριο Μιχάλη Κακογιάννη. Βασίζεται στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», ενώ είναι εμπνευσμένη δραματουργικά από το μύθο της Κάρμεν. Η παραγωγή ανήκει στη Μήλλας Φιλμ και πρωταγωνιστούν οι Μελίνα Μερκούρη και Γιώργος Φούντας.
Δείτε: Μελίνα Μερκούρη. Η «μαρμάρινη» γυναίκα που άφησε αγωνιστική ιστορία για τα Γλυπτά του Παρθενώνα (Αφιέρωμα)


Διακρίθηκε με τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξένης ταινίας το 1956 και με το βραβείο καλύτερης ταινίας ρετροσπεκτίβας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1960.

Η ταινία ήταν φαβορί για το Χρυσό Φοίνικα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καννών το 1955 και η Μελίνα Μερκούρη για το βραβείο καλύτερης ηθοποιού· δεν κέρδισε όμως κανένα από τα δύο. Το γεγονός αυτό προκάλεσε διαμάχη με αποτέλεσμα η Isa Miranda, μέλος της κριτικής επιτροπής, να δώσει στη Μερκούρη ένα ειδικό βραβείο ερμηνείας το οποίο ονομάστηκε βραβείο «Isa Miranda». 

Ήταν επιπλέον η ελληνική υποβολή για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας του 1956. Υπήρξε η τελευταία ταινία της Μήλας Φιλμ, σημειώνοντας αξιοσημείωτη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία (134.142 εισιτήρια). Σε αυτή πραγματοποίησαν την πρώτη κινηματογραφική εμφάνισή τους η Μελίνα Μερκούρη και ο Κώστας Κακκαβάς.

Τη μουσική έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις ενώ κλασική είναι η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη στο τραγούδι Αγάπη Που 'γινες Δίκοπο Μαχαίρι. Στην ταινία ακούστηκαν για πρώτη φορά τα τραγούδια «Εφτά τραγούδια θα σου πω» και «Το Φεγγάρι είναι κόκκινο».

Η ηρωίδα, που διαλέγει το δικό της δρόμο αντιμετώπισης των αντιλήψεών της ενόχλησε τα αριστερά έντυπα «Αυγή» και «Επιθεώρηση Τέχνης», με αποτέλεσμα να επιτεθούν σκληρά κατά της ταινίας. Τα σχόλια του ξένου Τύπου στις Κάννες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκά για την ηρωίδα-πρότυπο της γυναικείας απελευθέρωσης.

Μια από τις ατάκες που έμεινα γνωστές από την ταινία ακόμα και σήμερα είναι το «Στέλλα κρατάω μαχαίρι».

Διχασμένοι οι κριτικοί της εποχής, αντιμετώπισαν την ταινία είτε με ευμενή σχόλια, είτε με εξαιρετικά αρνητική κριτική (ειδικά από τον αριστερό Τύπο της εποχής). Στο μόνο που όλοι συμφωνούσαν, ήταν η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη, η οποία επαινέθηκε. Οι περισσότεροι κριτικοί περιέγραψαν την ταινία ως ένα ηχηρό κατηγορητήριο σε βάρος της πατριαρχίας, με την πρωταγωνίστρια να εκπροσωπεί ένα γυναικείο πρότυπο που ήταν αναμφίβολα ξένο προς την ελληνική κοινωνία της εποχής, αλλά και μια διαχρονική ηρωίδα τραγωδίας. 
Κατά τον ιστορικό Γιάννη Σολδάτο, η Στέλλα εξέφραζε τις επιθυμίες πολλών γυναικών, λίγες από τις οποίες ωστόσο τολμούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Ειδικότερα, προσωποποιεί τη σύγκρουση των παραδοσιακών αξιών, του ηθικού κώδικα και της τιμής με το ερωτικό πάθος που τελικά δε διασώζεται σε αυτά τα πλαίσια. 


Η αφίσα

Στην περίφημη αφίσα της “Στέλλας”, του Κακογιάννη, που φιλοτέχνησε ο ζωγράφος και μάστορας της γιγαντοαφίσας Γιώργος Βακιρτζής, μέσα από έντονες εξπρεσιονιστικές πινελιές τονίζονται ο ερωτισμός, η περηφάνια και η μαγκιά της Μελίνας Μερκούρη. 


Την ίδια εποχή, οι Γάλλοι ομότεχνοί του προτιμούν να προβάλλουν τη φινέτσα και το πάθος της πρωταγωνίστριας με ένα κατακόκκινο μαντίλι στο λαιμό της, ενώ η ιταλική αφίσα της ταινίας έχει την αισθητική της Τσινετσιτά.

Ιστορικό Αρχείο των εφημερίδων


Κριτική

Υπήρχε ωστόσο και μια μερίδα της κριτικής που δεν καλοδέχτηκε την ταινία: κάποιοι χαρακτήρισαν τον Κακογιάννη ως σνομπ μεγαλοαστό που δεν ήξερε το αντικείμενο το οποίο πραγματευόταν. Όπως λέει ο ίδιος στη βιογραφία του, «ανέφεραν ως παράδειγμα τους στίχους μου “τα παλικάρια παρατούνε τα ζάρια κι ανταμώνουν στου δρόμου τη γωνιά”, διερωτώμενοι τι γνώριζα εγώ από τα παλικάρια, που όλη την ημέρα δούλευαν και δεν έπαιζαν ούτε τάβλι ούτε τίποτα. Γελοίες κριτικές, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, που ξεχάστηκαν εντελώς».

Η «Στέλλα» πήγε στις Κάνες και δημιούργησε σάλο -τότε μάλιστα ήταν που η Μελίνα γνώρισε τον Ντασσέν. Ή μάλλον που έσπευσε αυτός να τη γνωρίσει. Κι έλαβε διθυραμβικές κριτικές. Η νεότατη τότε Ροζίτα Σώκου στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι με αφορμή την ταινία ο ελληνικός κινηματογράφος συζητήθηκε και θεωρήθηκε επιτέλους υπολογίσιμος παράγοντας στην ευρωπαϊκή καλλιτεχνική παραγωγή. Σύμφωνα με την Ελένη Βλάχου, «η “Στέλλα” είναι ένα καλοχτισμένο μελόδραμα που διηγείται με ευφυΐα και αίσθημα την ιστορία μιας ατίθασης, υπερήφανης και αρκετά άτακτης κοπέλας, της «Στέλλας» που ζητεί να συνδυάσει τον έρωτα και την ελευθερία και να βρει μια ευτυχία χωρίς δεσμούς».

Εχθρική ήταν η στάση των εντύπων της Αριστεράς. «Το ξετραχηλισμένο αυτό γύναιο, η γυναίκα που δεν θέλει να παντρευτεί για να ‘χει το ελεύθερο να γλεντάει τη ζωή της, είναι ένας χαρακτήρας;» διερωτάται ο Αντώνης Μοσχοβάκης στην «Επιθεώρηση Τέχνης», ενώ ο Κώστας Σταματίου από τις στήλες της Αυγής χαρακτηρίζει την ταινία «ξεδιάντροπο μελόδραμα, που προβάλλει ό,τι χαμηλότερο, ό,τι πιο “λούμπεν”, ό,τι πιο χυδαίο και καθυστερημένο στοιχείο υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα».

Κατά τον ιστορικό Γιάννη Σολδάτο, η Στέλλα εξέφραζε τις επιθυμίες πολλών γυναικών, λίγες από τις οποίες ωστόσο τολμούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Ειδικότερα, προσωποποιεί τη σύγκρουση των παραδοσιακών αξιών, του ηθικού κώδικα και της τιμής με το ερωτικό πάθος που τελικά δε διασώζεται σε αυτά τα πλαίσια.


Πρόσωπα και γεγονότα, που σαν σήμερα κυριάρχησαν στην ελληνική και διεθνή επικαιρότητα, μέσα από το Ιστορικό Αρχείο των εφημερίδων «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Στις 21 Νοεμβρίου 1955 έκανε πρεμιέρα η κινηματογραφική ταινία, «Στέλλα», σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη και τους Μελίνα Μερκούρη, Γιώργο Φούντα και Αλέκο Αλεξανδράκη στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Ο Κακογιάννης είχε βασίσει το σενάριο της ταινίας στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, «Στέλλα με τα κόκκινα γάντια»,

Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Γράφουν «ΤΟ ΒΗΜΑ», 22.11.1955, και
«ΤΑ ΝΕΑ» της 21ης Νοεμβρίου 1955:


«Η ηρωίδα, μια τραγουδίστρια της νυχτερινής ζωής, δίνει την προσωπική της μάχη ανάμεσα σε δύο ερωτικές συμπληγάδες – έναν νέο του λεγόμενου καλού κόσμου (σ.σ. Αλέκος Αλεξανδράκης), που συντρίβεται στο πέρασμα της Στέλλας, και έναν παράφορο ποδοσφαιριστή (σ.σ. Γιώργος Φούντας) – για να καταλήξει στο μοιραίο τέλος»

Η πλοκή

Η εντυπωσιακή Στέλλα, τραγουδίστρια στο μουσικό κέντρο, Παράδεισος έχει σχέση με τον γόνο πλούσιας οικογενείας, Αλέκο, (σ.σ. Αλέκο Αλεξανδράκης) τον οποίο όμως εγκαταλείπει για τον ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού, Μίλτο (σ.σ. Γιώργο Φούντα).

Η αγάπη της όμως για ανεξαρτησία θα οδηγήσει σε τραγικές συνέπειες.
.

Για τη μουσική της ταινίας συμπράττουν μεγαθήρια της ελληνικής μουσικής.

Οι συνθέσεις είναι του Μάνου Χατζιδάκι και στη σύνθεση των λαϊκών μοτίβών συμμετέχει ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο οποίος παίζει και το μουσικό θέμα των τίτλων, δυστυχώς όχι on camera.

Στον ρόλο της Μαρίας, τραγουδίστριας και ιδιοκτήτριας του μουσικού κέντρου που δουλεύει η Στέλλα, εμφανίζεται η Σοφία Βέμπο, η οποία χαρίζει τη φωνή της στο τραγούδι «Ο μήνας έχει δεκατρείς».

Τη διαμόρφωση του σκηνικού ανέλαβαν οι σπουδαίοι έλληνες ζωγράφους, Γιάννη Τσαρούχη και Βλάση Κανιάρη.

Η πρεμιέρα

Η επίσημη πρεμιέρα της ταινίας έγινε στον κινηματογράφο Ορφέα παρουσία της Μελίνας Μερκούρη, του Μιχάλη Κακογιάννη, του Ζυλ Ντασέν, του υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης Παπάγου, Γεώργιο Ράλλη.

«ΤΑ ΝΕΑ», 22.11.1955, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η Μελίνα Μερκούρη από τη σκηνή του Ορφέα, αφού ευχαρίστησε τους παρευρισκόμενους, τον Μιχάλη Κακογιάννη και όλους όσοι εργάστηκαν για την ταινία, είπε απευθυνόμενη στην «πλατεία». «Την αγαπώ την ‘Στέλλα’. Ελπίζω να αρέση και σε σας».

Οι κριτικές

Στο τεύχος της 3ης Δεκεμβρίου 1955, το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» συγκεντρώνει τις κριτικές των μεγάλων εφημερίδων της εποχής.


«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 3.12.1955, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Γράφει ο Ταχυδρόμος: «’’Το Βήμα’’ βλέπει τρία πράγματα στην ταινία αυτή: Μία μεγάλη ηθοποιό, ένα πολύ καλό σενάριο, μία καλή σκηνοθεσία»

Η εμφάνιση της Μερκούρη ήταν κάτι για το οποίο συμφώνησαν όλοι.

«Η κριτικός της ‘Καθημερινής’ αφού είδε, όπως μας διαβεβαιώνει πέντε φορές την ταινία, τολμά να πη ότι ‘η ερμηνεία της Μελίνας είναι μία μεγάλη, πλούσια δημιουργία διεθνούς κλάσεως’, ενώ ο κριτικός της ‘Αυγής’ μάς εξηγεί πιο αναλυτικά ότι η ‘Μελίνα χρησιμοποιεί τις υποκριτικές της δυνατότητες με αφάνταστη φυσικότητα σε μία κλίμακα, που πάει από την πιο φτηνή χυδαιότητα ως τον πιο δυνατό δραματικό τόνο’ (Γιατί τώρα τα δύο αυτά σημεία βρίσκονται αναγκαστικά τόσο απομακρυσμένα το ένα από το άλλο, ο κριτικός δεν μας το εξηγεί».

Για την ταινία πάντως υπάρχει διαφωνία καθώς απέναντι από τα θετικά σχόλια του Βήματος, τίθεται η κριτική της «Αυγής», σύμφωνα με την οποία η ταινία «Στέλλα» ήταν ένα «ξεδιάντροπο μελόδραμα, που προβάλλει ό,τι χαμηλότερο, ό,τι πιο λούμπεν, ό,τι πιο χυδαίο και καθυστερημένο στοιχείο υπάρχει στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα».

Η «Εστία» κατήγγειλε «το κακοηθέστατον σενάριον που εμφανίζει ένα βρωμερόν γύναιον ως πρόμαχον της ελευθερίας των ηθών και ως εκ πεποιθήσεως έχθραν του γάμου, τον οποίον θεωρεί απαράδεκτον φυλακήν».

Ίσως η μοναδική φορά που η «Αυγή» και η «Εστία» συμφώνησαν.

Βιβλιογραφία

• Γιάννη Σολδάτου, «Ένας αιώνας Ελληνικός Κινηματογράφος», 1ος τόμος 1900 - 1970, Εκδόσεις Κοχλίας, Αθήνα 2001, σελίδες 152-153.

• Dimitris Eleftheriotis, Popular cinemas of Europe: studies of texts, contexts, and frameworks, Continuum International Publishing Group, 2001, σσ. 157-161

Μιχάλης Κακογιάννης - Σε πρώτο πλάνο. Συγγραφέας: Σιάφκος, Χρήστος. Εκδότης: Ψυχογιός, Οκτώβριος 2009. Αριθμός Σελίδων: 304. Επιμέλεια Χρυσούλα Τσιρούκη. Ο Μιχάλης Κακογιάννης είναι ο πρώτος, ανάμεσα στους μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού συναδέλφους του σκηνοθέτες, που μπόρεσε να βγάλει την Ελλάδα έξω από τα σύνορά της. Και το έκανε αυτό μεταφέροντας στον κινηματογράφο τον Ευριπίδη και τον Καζαντζάκη, κάνοντάς τους αγαθό του διεθνούς κοινού, προβάλλοντας την ιδέα του ελληνισμού, όταν στην κοιτίδα του επί της ουσίας δεν υπήρχε καν σοβαρή κινηματογραφία. Ένας σπουδαίος σκηνοθέτης, που έχτισε μόνος την καριέρα του, ανεξάρτητος τόσο ώστε να αρνηθεί το Χόλυγουντ, κατάφερε να καθιερώσει την Ελλάδα στον διεθνή απαιτητικό καλλιτεχνικό στίβο με μοναδικά εφόδια το πείσμα και το ταλέντο του.

• Στέλλα 1955-1956 - Ελληνικός κινηματογράφος, https://ellinikoskinimatografos.gr/stella/

• Παπαστεφάνου, Γιώργος (Facebook 1 Μαΐου 2015). Ο Γιώργος Παπαστεφάνου (Αθήνα, 13 Μαΐου 1941) είναι Έλληνας ραδιοφωνικός και τηλεοπτικός παρουσιαστής και παραγωγός, δημοσιογράφος και στιχουργός. Γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 13 Μαΐου 1941. Ως μαθητής φοίτησε στη Βαρβάκειο Σχολή και στη συνέχεια σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών. Σε ηλικία σχεδόν 19 ετών, τον Φεβρουάριο του 1960, ξεκίνησε η ενασχόλησή του με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας - ως μαθητευόμενος αρχικά και στη συνέχεια επαγγελματικά - μια ενασχόληση που σταμάτησε το 2011 στην ΕΡΤ.


Aggelos Aslanidis: Είδα πολλές φορές την ταινία που εκτός από ερωτικό δράμα Είναι ένα κοινωνικό δράμα με πολλές πτυχές... και ιδιαίτερα η ίδια η ψυχοσύνθεση της γυναίκας, και του κοινωνικού έργου που προσφέρει και ενσαρκώνει αυτό η Μελίνα, σαν Στέλλα, της φτώχια που φαίνεται, μέσα από όλες και από τον ρόλο της καθαρίστριας Και το ''εφ' όσον ζω ονειρεύομαι και ελπίζω'' που διαφαίνεται από το ρόλο της καθαρίστριας και του φίλου της. 

Το δράμα του της εφημερότητας που διαφαίνεται από τον οίκο ανοχής των γυναικών που εργάζονται εκεί. Βασίλισσες την στιγμή που τις χρειάζεται για εκτόνωση ο άνδρας και σκουπίδι την άλλη που δεν του είναι απαραίτητη Και το παιδαρέλι ο Φαίδων Γιωργίτσης που ερωτεύεται την Στέλλα επίσης Με εκείνον τον εφηβικό αγνό έρωτα... αλλοίμονο αν για το Στέλλα κρατάω μαχαίρι πήρε διεθνές βραβείο αυτή η Ταινία. θα την ξαναδώ όπως μας την έστειλες άν κάνω λάθη στην κριτική μου και επανορθώνω.

Sophia Drekou: Aggelos, σ' ευχαριστούμε για την κριτική σου.

Van Gel Span: Σήμερα σε εκείνη τη διασταύρωση Δεληγιάννη και Καλλιδρομίου τις παρυφές του λόφου του Στρέφη, στα Εξάρχεια, ένα σπίτι μόνο παραμένει το ίδιο όπως στην ταινία...

Δεν υπάρχουν σχόλια: