Ο θαυμασμός του Τζιμ Μόρισον για τον Μ. Αλέξανδρο, τον Πλούταρχο, Νίτσε ...είχε IQ 149, πως ο Morrison εμπνεύστηκε το όνομα The Doors


Μισός αιώνας από τον θάνατο του Τζιμ Μόρισον
3 Ιουλίου «έφυγε» με ένα αινιγματικό χαμόγελο
στο πρόσωπό του... ήταν μόλις 27 χρόνων †
Έγραψε και τραγούδησε αριστουργήματα...

Ο Τζιμ Μόρρισον έδειχνε θαυμασμό για τον Μ. Αλέξανδρο.
Ο σταρ της ροκ διάβαζε Πλούταρχο, Νίτσε και είχε IQ 149

Τον Σεπτέμβριο του 1957, o 14χρονος Τζιμ Μόρρισον μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αλαμέντα του Σαν Φρανσίσκο. Τον ίδιο μήνα εκδόθηκε το βιβλίο του Τζακ Κέρουακ, «On the Road». Ο Κέρουακ και η ελευθερία των μπίτνικ επηρέασαν τον έφηβο για την υπόλοιπη ζωή του.

Σύχναζε έξω από το βιβλιοπωλείο «City Lights», που διαφήμιζε ότι πουλούσε απαγορευμένα βιβλία και περίμενε μέχρι να δει κάποιον αγαπημένο του συγγραφέα.

Πέτυχε τον ποιητή Λόρενς Φερλινγκέτι, ο οποίος ήταν και ένας απ’ τους ιδιοκτήτες του βιβλιοπωλείου και τον πλησίασε διστακτικά. Πρόλαβε να του πει μόνο «Γεια σου», πριν χάσει το θάρρος του και εξαφανιστεί τρέχοντας.

Άλλοι αγαπημένοι ποιητές ήταν ο Κένερ Ρέξροθ και ο Άλεν Γκίνσμπεργκ, η εικόνα του οποίου έμεινε χαραγμένη στο μυαλό του ως ένας θλιμμένος απατεώνας.

Ο μυστηριώδης καλλιτέχνης

Ο Τζιμ, ήδη από το σχολείο, ήταν από τους πιο δημοφιλείς ταραξίες της τάξης. Φώναζε αστεία μέσα στο μάθημα, κορόιδευε τους καθηγητές και έστηνε ολόκληρα σκετς, μιμούμενος διάσημες προσωπικότητες. Του άρεσε να είναι το κέντρο της προσοχής, αλλά και να μένει μόνος του, μυστηριώδης και ανεξάρτητος.

Όταν κανόνιζε βόλτες με τους συμμαθητές του, πολύ συχνά θα χανόταν μόνος του και θα επέστρεφε στην παρέα, λίγο πριν φύγουν για το σπίτι. Παρά τις αταξίες του, ο Τζιμ ήταν ένας απ’ τους καλύτερους μαθητές του σχολείου. Έπαιρνε επαίνους, έγραφε άριστα στις εξετάσεις και το IQ του υπολογιζόταν στο 149.

Διάβαζε μανιωδώς, αλλά όχι τα σχολικά βιβλία. Λάτρευε τα γραπτά του Νίτσε και το «Βίοι Ευγενών Ελλήνων» του Πλούταρχου. Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν ένας από τους ήρωές τους. Θαύμαζε τις ικανότητές του, το γεγονός ότι έζησε λίγο και έντονα, ότι ήθελε τον κόσμο και τον κατέκτησε, (σχετική και η φράση του: we want the world and we want it now).

H προτομή του Μ. Αλέξανδρου, όπου γέρνει το κεφάλι αριστερά

Έτσι πολλοί ερευνητές της ζωής του λένε ότι η διάσημη στάση του σώματός του, δεν είναι τυχαία. Συνήθιζε να κλίνει το κεφάλι του προς την αριστερή πλευρά, όπως εμφανίζεται σε πολλούς ανδριάντες του Αλέξανδρου. Mελετούσε την αρχαία ελληνική γραμματεία και από το μύθο του Οιδίποδα εμπνεύσθηκε το στίχο «Father, yes son, I want to kill you Mother, I want to fuck you», στο τραγούδι «The End».

Οιδίπους Τύραννος του Σοφοκλή σε ιστορική, πολιτική, κοινωνική ανάλυση και θεατρικές παραστάσεις (video)

Ο «ποιητής»

Σε μεγαλύτερη ηλικία, όταν πια πήγε στο κολέγιο να σπουδάσει σκηνοθεσία, ο Τζιμ ήταν απ’ τους λίγους που διάβασαν και κατανόησαν τον «Οδυσσέα» του Τζέιμς Τζόυς.

Ο μυστικισμός και η μαγεία ήταν πάντα ένα από τα ενδιαφέροντα του Μόρρισον, που καλλιέργησε κυρίως στο κολέγιο. Ο καθηγητής του στη φιλολογία είπε: «Όσα διάβαζε ήταν τόσο περιθωριακά ή πρωτοποριακά που έβαλα ένα συνάδελφο που πήγαινε στη βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, να ελέγξει αν τα βιβλία στα οποία αναφερόταν ο Τζιμ, υπήρχαν πραγματικά. Υποπτευόμουν πως τα σκάρωνε ο ίδιος, καθώς ήταν αγγλικά βιβλία γύρω από τη δαιμονολογία του 16ου και 17ου αιώνα. Δεν τα είχα ακούσει ποτέ μου. Όμως υπήρχαν πράγματι. Η βιβλιοθήκη του Κογκρέσου θα ήταν η μοναδική πηγή».

Ο Μόρρισον αντέγραφε τα αγαπημένα του κομμάτια σε τετράδια και αργότερα άρχισε να γράφει τα δικά του ποιήματα. Καθώς έγραφε, άκουγε μουσική, κυρίως blues και spirituals των μαύρων.

Είχε πει ότι εκείνη την εποχή σιχαινόταν τη ροκ. Ακόμα και όταν έγινε ένας από τους διασημότερους μουσικούς στον κόσμο, ο Μόρρισον επιθυμούσε να τον αποκαλούν «ποιητή». Αυτό πίστευε ότι ήταν το στοιχείο του και αναμφισβήτητα ήταν ένα από τα προτερήματά του.

► Τζιμ Μόρισον: Γιατί ο τάφος του Jim Morrison έχει την Ελληνική επιγραφή Κατά τον δαίμονα εαυτού;

Πώς βγήκε το όνομα του συγκροτήματος «The Doors»
και γιατί ο Μόρρισον απέτυχε παταγωδώς στη σχολή
σκηνοθεσίας όπου σπούδαζε με τον Φράνσις Κόπολα;

Jim morrison at UCLA

Πριν γίνει τραγουδιστής και είδωλο της ροκ, ο Τζιμ Μόρρισον ήθελε να γίνει μεγάλος σκηνοθέτης.

Το 1964 φοιτούσε στη σχολή κινηματογράφου στο πανεπιστήμιο UCLA στο Λος Άντζελες.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 η σχολή διένυε τη «χρυσή εποχή» της, καθώς καθηγητές ήταν κορυφαίοι σκηνοθέτες, όπως ο Στάνλεϊ Κρέιμερ, ο Ζαν Ρενουάρ και ο Tζόζεφ φον Στέρνμπεργκ.

Συμφοιτητής του Μόρρισον ήταν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, που έμελλε να σκηνοθετήσει ορισμένες απ’ τις σημαντικότερες ταινίες του αιώνα.

Τον Μόρρισον γοήτευσε το ελεύθερο, σχεδόν αναρχικό κλίμα που επικρατούσε στη σχολή.
Σε κείμενό του έγραψε: 
«Το ωραίο με τον κινηματογράφο είναι πως δεν υπάρχουν ειδικοί. Δεν υπάρχουν αυθεντίες για τον κινηματογράφο. Ο οποιοσδήποτε μπορεί να αφομοιώσει και να κλείσει μέσα του ολόκληρη την ιστορία του κινηματογράφου, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει σε άλλες τέχνες. Δεν υπάρχουν ειδικοί κι έτσι, θεωρητικά, ο φοιτητής ξέρει όσα και ο καθηγητής».


Ανέκαθεν ο Μόρρισον δυσκολευόταν να πειθαρχήσει και αντιδρούσε σε οποιαδήποτε μορφή εξουσίας. Γι’ αυτό και ταίριαξε απόλυτα με το UCLA.

Η καθημερινότητα του φοιτητή Μόρρισον

Τα απογεύματα ο Μόρρισον έτρωγε σε ένα μεξικάνικο εστιατόριο που ήταν πολύ κοντά σε ένα στρατιωτικό νοσοκομείο. Δεν του άρεσε τόσο το φαγητό, όσο οι εκκεντρικοί θαμώνες. Έβλεπε τυφλούς να σπρώχνουν τα καροτσάκια των ανάπηρων φίλων τους, οι οποίοι τους έλεγαν πού να πάνε. Μερικές φορές οι ανάπηροι μεθούσαν και τσακώνονταν χτυπώντας ο ένας τον άλλο με τις πατερίτσες τους.

Ray Manzarek and Jim Morrison as college students, preserved on film
Ο Μόρρισον με τον συμφοιτητή του στο UCLA, Ρέι
Μάνζαρεκ, με τον οποίο δημιούργησε τους Doors.
Ray Manzarek and Jim Morrison as
college students, preserved on film

Τα σαββατοκύριακα πήγαινε στην ακτή Βένις, όπου είχαν συγκεντρωθεί χιλιάδες μπίτνικς, καλλιτέχνες, συγγραφείς και μουσικοί. (Ο όρος μπιτ γενιά ή γενιά μπιτ (beat generation) αναφέρεται στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στην Αμερική τις δεκαετίες του 1950 και 1960). Ζούσαν μια ζωή χωρίς ευθύνες, με ελάχιστες ανέσεις, αλλά πολλά ναρκωτικά.

Στην παραλία, δεκάδες παρέες έπαιζαν μουσική με κιθάρες και ντέφια, χόρευαν ξέφρενα και κάπνιζαν μαριχουάνα. Πολλά μαγαζιά πουλούσαν LSD και σχεδόν όλοι οι άνδρες που κυκλοφορούσαν στον δρόμο είχαν μακριά, ατημέλητα μαλλιά και λερωμένα ρούχα. Ήταν η αρχή των χίπις. (στην Ελλάδα λέγονταν & «Παιδιά των Λουλουδιών» ήταν ένα νεανικό κίνημα που ξέσπασε στις Η.Π.Α στα μέσα του 1960, και διαδόθηκε ταχέως και σε άλλες χώρες σε όλον τον κόσμο. Η ετυμολογία του όρου «χίπις» προέρχεται από την αγγλική λέξη «hipster» (πρόκειται για εκείνον που απορρίπτει την υπάρχουσα κουλτούρα και υποστηρίζει πιο ελεύθερες απόψεις)).

Ένας από τους πιο στενούς φίλους του ήταν ο Φιλ Ολένο, ο οποίος διάβαζε μανιωδώς τα έργα του ψυχαναλυτή Καρλ Γιούνγκ.

Με τον Μόρρισον συζητούσαν συχνά για σεξουαλικές ανωμαλίες και φετίχ, από τον ερμαφροδιτισμό και τη νεκροφιλία, ως τον σαδισμό και την ομοφυλοφιλία.

Όταν τους δόθηκε η ευκαιρία να συνεργαστούν σε μια εργασία, όπου έπρεπε να γυρίσουν μια μικρού μήκους ταινία, οι ιδέες τους ήταν τουλάχιστον σοκαριστικές.

Σκέφτηκαν να γυρίσουν μια σκηνή από τη ζωή του Νίτσε, όπου βλέπει έναν άνθρωπο να χτυπά ένα άλογο και τον σταματά δια της βίας. Ο Μόρρισον ήθελε η μουσική επένδυση της ταινίας να είναι συνεχόμενο χειροκρότημα.

Τελικά, το έργο τους ήταν πολύ πιο ανατρεπτικό.

Ο Ολένο βοήθησε κάποιους τελειόφοιτους του τμήματος ψυχολογίας που χρειάζονταν έναν άνθρωπο να κινηματογραφήσει ένα πείραμά τους.

Του ζήτησαν να κινηματογραφήσει ένα άντρα και μία γυναίκα, που επιδείκνυαν διάφορες στάσεις του σεξ.

Αν και το υλικό ήταν απόρρητο, ο Ολένο το έδωσε στον Μόρρισον, ο οποίος το επένδυσε με τη μουσική του «Μπολερό» του Ραβέλ και το παρουσίασε.

Οι συμφοιτητές του ενθουσιάστηκαν, αλλά όχι και οι καθηγητές, που τον βαθμολόγησαν με
«0». 

Η μεγάλη αποτυχία του Μόρρισον

Τον Μάιο του 1965 έγινε η προβολή της ταινίας του Τζιμ Μόρρισον, που ήταν και η πτυχιακή του εργασία. Η ταινία δεν είχε τίτλο και όπως σχολίασαν πολλοί απ’ τους θεατές, δεν είχε ούτε νόημα. Ο ίδιος ο Μόρρισον δήλωσε: 
«Ήταν μια ταινία που αμφισβητούσε την ίδια τη διεργασία της κινηματογράφησης. Ήταν μια ταινία για τις ταινίες. Έδειχνε ανθρώπους να παρακολουθούν μια ταινία σε μια κινηματογραφική αίθουσα. Μετά έδειξα την ταινία που παρακολουθούσαν, μετά ανθρώπους να παρακολουθούν τηλεόραση και στο τέλος, τράβηξα την ίδια την τηλεόραση».

Ξεκινούσε δείχνοντας τον Μόρρισον να καπνίζει μία πίπα. Μετά υπήρχε μία σκηνή όπου η κοπέλα του, η Ντεμπέλα, εμφανιζόταν με τα εσώρουχά της. Η κάμερα κατέβαινε προς τα κάτω και στο τέλος φαινόταν ότι η κοπέλα στεκόταν πάνω σε μια τηλεόραση, που έδειχνε στρατιώτες των Ναζί να παρελαύνουν.

Ακολούθησαν σκηνές μέσα σε ένα δωμάτιο, οι τοίχοι του οποίου ήταν καλυμμένοι με εξώφυλλα του περιοδικού Playboy. Ένοικοι του δωματίου ήταν κάποιοι άντρες που αφού κάπνισαν μαριχουάνα, κάθισαν να δουν ταινίες δράσεις.

Προς τέλος, μια κοπέλα έγλυψε το μάτι της Ντεμπέλα, θέλοντας να δείξει ότι το καθάριζε από τη βρωμιά που είχε μαζέψει απ’ ότι είχε δει. Το μοντάζ ήταν χαοτικό, χωρίς λογική και σειρά.

Οι φοιτητές που παρακολούθησαν την ταινία φαίνονταν άλλοτε συγχυσμένοι κι άλλοτε διασκέδαζαν. Οι καθηγητές, για ακόμα μία φορά, απογοητεύτηκαν με τη δουλειά του Μόρρισον. Ακόμα και ο αγαπημένος του καθηγητής, ο Εντ Μπρόκο, ο οποίος θαύμαζε τις ικανότητες του νεαρού Μόρρισον, έκανε αρνητικά σχόλια.

Η αποτυχία στοίχισε πολύ στον Μόρρισον, ο οποίος αποφάσισε να παρατήσει τη σχολή. Μετακόμισε στην ακτή Βένις, όπου άρχισε να γράφει στίχους και να φαντάζεται τη μουσική που θα τους συνόδευε. Εκεί γνώρισε τους ανθρώπους, με τους οποίους δημιούργησε το θρυλικό συγκρότημα, «The Doors».

The Doors: Πώς βγήκε το όνομα

Εμπνευστής του ονόματος ήταν ο φίλος του Τζιμ Μόρρισον, Ντένις Τζέικομπ. Οι φίλοι του τον αποκαλούσαν «Αρουραίο» ή «Σκίουρο», επειδή περπατούσε πάντα σκυφτός.

Λάτρευε τον σκηνοθέτη Σεργκέι Αϊζενστάιν και είχε διαβάσει κάθε έργο του Φρίντριχ Νίτσε. Αργότερα έγινε βοηθός του Κόπολα στα γυρίσματα της ταινίας «Αποκάλυψη Τώρα».

Μία μέρα, ο Ντένις Τζέικομπ ανέφερε ένα ποίημα του Βρετανού ζωγράφου Γουίλιαμ Μπλέικ: 
«Αν οι πόρτες της αντίληψης καθαρίζονταν, τα πάντα θα φαίνονταν στον άνθρωπο όπως αληθινά είναι. Άπειρα.»

Από αυτό τον στίχο εμπνεύστηκε ο Μόρρισον το όνομα που θα έδινε στο συγκρότημά του, αν ποτέ σχημάτιζε ένα. Το όνομα ήταν «Οι Πόρτες: Ανοιχτές και Κλειστές». «Υπάρχει το γνωστό και υπάρχει και το άγνωστο. Και αυτό που χωρίζει αυτά τα δύο είναι η πόρτα κι αυτό θέλω να είμαι», εξήγησε ο Μόρρισον.

Τελικά, επικράτησε το πιο σύντομο όνομα, οι πόρτες, «the doors».

«Φίλος είναι κάποιος που σου δίνει πλήρη
ελευθερία να είσαι ο εαυτός σου». Jim Morrison

«Το μίσος είναι πολύ παρεξηγημένο συναίσθημα».
...ακούγεται στη ταινία «The Doors» του 1991

Promotional photograph of Jim Morrison during The Smothers Brothers Show in 1968
Promotional photograph of Jim Morrison
during The Smothers Brothers Show in 1968

Tζιμ Μόρρισον: Επαναστάτης, Ποιητής, Ερμηνευτής, Ροκ Σταρ,
σκηνοθέτης... ο απόλυτα δημιουργικά Μοναχικός άνθρωπος...

Ο Τζιμ Μόρρισον ήταν ποιητής, στοχαστής, επαναστάτης, στιχουργός και ερμηνευτής. Yπήρξε ο απόλυτος ροκ σταρ και ο απόλυτα μοναχικός άνθρωπος. Έγινε ίνδαλμα, όχι μόνο για τη γενιά του αλλά για πολλές μεταγενέστερες γενιές

Ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη του αμερικανικού συγκροτήματος Doors. Ένας πρωτοπόρος καλλιτέχνης που συνδύασε τη ροκ μουσική με την ποίηση και τη θεατρική ερμηνεία. Αποτέλεσε και αποτελεί πηγή έμπνευσης για πολλούς μεταγενέστερους καλλιτέχνες. Η σκηνική παρουσία του Μόρρισον αντικατοπτρίζεται σε πολλά πανκ συγκροτήματα και όχι μόνο.

Οι συναυλίες και οι εμφανίσεις των Doors δεν ήταν ποτέ βαρετές. Κάθε συναυλία ήταν πάντα απρόβλεπτη, χάρη στο πηγαίο ταλέντο του Τζιμ Μόρρισον. Η αγάπη του Μόρρισον για τον κινηματογράφο και το θέατρο τον ώθησε να ερμηνεύει κάθε τραγούδι με μία ιδιαίτερη, θεατρική διάσταση και το κοινό τον λάτρεψε. Το κοινό τον λάτρεψε γιατί ήταν αληθινός, γιατί είχε κάτι να πει, γιατί αναζητούσε την ελευθερία και έσπαγε τα ταμπού της πουριτανικής Αμερικής. Ο Μόρρισον δε φοβόταν να τολμήσει ακόμα και όταν χρειαζόταν να φτάσει στα άκρα.

Για τη γενιά του ο Μόρρισον ήταν ποιητής, προφήτης, πολιτικός, ευφυής καλλιτέχνης, στιχουργός, τραγουδιστής, επαναστάτης και πολλά άλλα. Για τις επόμενες γενιές ο Τζιμ Μόρρισον υπήρξε ο απόλυτος ροκ σταρ.

Δεν είναι τυχαίο πως το όνομα Τζιμ Μόρρισον είναι από τα πιο εμπορικά των τελευταίων δεκαετιών. Έχουν γυριστεί πάνω από δεκαπέντε ντοκιμαντέρ και έχουν γραφτεί πάνω από είκοσι βιβλία με επίκεντρο τη ζωή και το θάνατό του, τους Doors, την ποίηση του και, γενικότερα, οτιδήποτε αφορά τον Μόρρισον. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως «χτίστηκαν» καριέρες γύρω από το όνομα του, κερδίζοντας πολλά εκατομμύρια δολάρια. Για τα ΜΜΕ ήταν και είναι το απόλυτο ροκ ίνδαλμα που πουλάει ακόμα, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά το θάνατο του.

Για τον άνθρωπο Τζέιμς Ντάγκλας Μόρρισον – που ήταν και το πλήρες όνομά του – δεν υπήρξε δυστυχώς το ίδιο ενδιαφέρον. Ο Τζιμ Μόρρισον, εκτός από μοναχικός ήταν και μόνος. Και όχι απαραίτητα από επιλογή. Η θεωρία της μοναξιάς επιβεβαιώνεται, αν αναλογιστούμε πως ένας νέος άνθρωπος πέθανε σε ηλικία 27 ετών και κανείς δε ζήτησε νεκροψία για να μάθει τα αίτια του θανάτου του. Δε ζητήθηκε ούτε από τους γονείς, ούτε από τα αδέλφια του, ούτε από τα μέλη των Doors… από κανέναν.

Ποιος ήταν όμως πραγματικά ο Τζιμ Μόρρισον;

Jim Morrison in Teotihuacan, México
Jim Morrison in Teotihuacan, México

Θεωρίες, αναλύσεις, παραφιλολογίες για το χαρακτήρα του Τζιμ Μόρρισον. Κάποιοι τον θεωρούν ευαίσθητο καλλιτέχνη, άλλοι φιλόδοξο, άλλοι έναν ταλαντούχο ναρκομανή… Κανείς δε μπορεί να γνωρίζει ποιος ήταν πραγματικά ο Τζιμ Μόρρισον, παρά μόνο ο ίδιος.

Το 1966, όταν οι Doors υπέγραψαν συμβόλαιο με την δισκογραφική εταιρεία Elektra, τους ζητήθηκε να γράψουν κάποια πράγματα για τον εαυτό τους ώστε να χρησιμοποιηθούν για εμπορικούς, διαφημιστικούς λόγους. Ο ίδιος ο Μόρρισον, είχε γράψει για τον εαυτό του στο υλικό που του ζητήθηκε:

«Θα μπορούσατε να πείτε ότι είναι τυχαίο πως είμαι ιδανικός για τη δουλειά που κάνω. Είναι η αίσθηση της χορδής ενός τόξου που τραβιέται πίσω για είκοσι δύο χρόνια και ξαφνικά αφήνεται. Πρωτίστως είμαι Αμερικανός, δεύτερον Καλιφορνέζος και τρίτον, κάτοικος του Λος Άντζελες. Πάντα με έλκυαν οι ιδέες που αφορούσαν την εξέγερση κατά της εξουσίας. Μου αρέσουν οι ιδέες για τη δραπέτευση από την καθιερωμένη τάξη ή για την ανατροπή της. Με ενδιαφέρει οτιδήποτε σχετικά με την επανάσταση, την αταξία, το χάος – ιδίως η δραστηριότητα που φαίνεται να μην έχει νόημα. Μου φαίνεται ότι είναι ο δρόμος προς την ελευθερία – η εξωτερική εξέγερση είναι ένας τρόπος να προκαλέσεις εσωτερική ελευθερία. Είμαι Τοξότης – αν η αστρολογία έχει κάτι να κάνει με αυτό – ο Κένταυρος, ο Τοξότης, ο Κυνηγός – αλλά το βασικότερο είναι ότι είμαστε οι Doors.»
«Είμαστε από τη Δύση. Το όλο θέμα είναι σαν μία πρόσκληση στη Δύση.»
«Το ηλιοβασίλεμα – Αυτό είναι το τέλος.»

«Η Νύχτα – Η θάλασσα»
«Ο κόσμος που προτείνουμε είναι μια νέα άγρια δύση. Ένας αισθηματικός κακός κόσμος. Παράξενο και σε στοιχειώνει το μονοπάτι του ήλιου, ξέρετε. Προς το τέλος. Τουλάχιστον για το πρώτο μας άλμπουμ. Είμαστε όλοι συγκεντρωμένοι γύρω από το τέλος του ζωδιακού κύκλου. Ο Ειρηνικός Ωκεανός – βία και ειρήνη – ο τρόπος ανάμεσα στο νέο και το παλιό.»

Συνεχίζει συμπληρώνοντας τα προσωπικά στοιχεία που του ζητήθηκαν από την Elektra Records.

Πλήρες Πραγματικό Όνομα: Τζέιμς Ντάγκλας Μόρρισον

Ημερομηνία & Τόπος Γέννησης: 8 Δεκεμβρίου 1943, Μελβούρνη – Φλόριντα, Η.Π.Α.

Προσωπικά Στοιχεία (ύψος, βάρος, χρώμα μαλλιών και ματιών): 1,80 ύψος, 65 κιλά, καφέ μαλλιά, μπλε-γκρι μάτια

Πληροφορίες οικογένειας (ονόματα γονέων, αδέλφια): Νεκροί
Κατοικία (διεύθυνση και περιγραφή): Laurel Canyon, Λος Άντζελες – Όμορφο τη νύχτα

Σχολείο/Σπουδές: Κολέγιο Πίτσμπουργκ, Πανεπιστήμιο της Φλόριντα, UCLA

Ο Τζιμ Μόρρισον και οι σχέσεις με την οικογένεια του.

Ο Τζέιμς Ντάγκλας Μόρρισον γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου του 1943 στη Μελβούρνη της Φλόριντα. Είχε ιρλανδική και σκωτσέζικη καταγωγή. Ο πατέρας του ήταν ναύαρχος στις πολεμικές δυνάμεις των Η.Π.Α. Η οικογένεια αναγκάζονταν να μετακομίζει συχνά, λόγω του επαγγέλματος του πατέρα. Ο Τζιμ Μόρρισον μέχρι την ηλικία των δεκαέξι είχε κάνει πάνω επτά μετακομίσεις.

morrison indian

Σε ηλικία τεσσάρων ετών, σύμφωνα με δηλώσεις του ίδιου, ο Τζιμ Μόρρισον υπήρξε μάρτυρας ενός τροχαίου δυστυχήματος κοντά στη Σάντα Φε. Σε αυτό το τροχαίο, ανετράπη ένα φορτηγό με Ινδιάνους – με αρκετούς τραυματίες και νεκρούς. Ο Μόρρισον πίστευε πως το πνεύμα ενός Ινδιάνου είχε μπει στη δική του ψυχή. Αναφέρεται σε αυτό το περιστατικό στο τραγούδι Peace Frog. Η οικογένεια του Μόρρισον δήλωσε πως το περιστατικό δεν έγινε όπως το θυμόταν ο ίδιος. Σύμφωνα με αυτούς, πράγματι πέρασαν από μία αποικία Ινδιάνων όπου είχε συμβεί κάποιο μικρο-ατύχημα όταν ο Τζιμ ήταν μικρός – και είχε αναστατωθεί πολύ από αυτό. Ο πατέρας του λέει πως οι Ινδιάνοι έκαναν μεγάλη εντύπωση στον μικρό. Πάντα σκεφτόταν αυτόν τον Ινδιάνο που έκλαιγε. Η αδελφή του ισχυριζόταν πως πάντα του άρεσε να αφηγείται αυτή την ιστορία με υπερβολή.

Οι σχέσεις του Τζιμ Μόρρισον με την οικογένειά του ήταν άσχημες.

Ο Μόρρισον, στα βιογραφικά στοιχεία που του ζητήθηκαν από τη δισκογραφική εταιρεία Elektra, συμπληρώνει τη λέξη «ΝΕΚΡΟΙ» δίπλα στα ονόματα των γονιών και των αδελφών του. Το ίδιο είχε παραδεχτεί και στους δημοσιογράφους σε συνέντευξη Τύπου. Στις 26 Ιουλίου 1969, σε συνέντευξή του στο αμερικανικό περιοδικό Rolling Stone, σε ερώτηση του δημοσιογράφου Τζέρι Χόπκινς γιατί δήλωνε πως η οικογένεια του ήταν νεκρή ενώ ήταν ζωντανή, ο ίδιος απαντάει: 
«Απλά δεν ήθελα να τους εμπλέξω. Είναι αρκετά εύκολο να βρείτε προσωπικά στοιχεία αν τα θέλετε πραγματικά. Όταν γεννιόμαστε έχουμε όλοι ένα αποτύπωμα και ούτω καθεξής. Υποθέτω ότι είπα πως οι γονείς μου ήταν νεκροί ως αστείο. Έχω και έναν αδελφό, αλλά έχω να τον δω ένα χρόνο. Δε βλέπω κανέναν από αυτούς. Αυτό είναι ότι περισσότερο έχω πει ποτέ για αυτήν την ιστορία.»

Οι σπουδές, οι επιρροές και τα βιβλία.

Έζησε ένα μεγάλο διάστημα με τους παππούδες του στη Φλόριντα για να παρακολουθήσει μαθήματα στο κολέγιο του Πίτσμπουργκ. Το 1962 μετακόμισε στο κρατικό Πανεπιστήμιο της Φλόριντα. Ένα χρόνο μετά, συλλαμβάνεται για πρώτη φορά σε ηλικία είκοσι ετών, για δημόσια μέθη και ως φαρσέρ, καθώς σε ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου μεθυσμένος, άρχισε να κοροϊδεύει τους παίκτες και τους παρευρισκόμενους.

Τον Ιανουάριο του 1964, ο Μόρρισον μετακομίζει στο Λος Άντζελες για να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, UCLA. Στο UCLA σπουδάζει σε τομείς συναφείς του θεάτρου και του κινηματογράφου. Από μικρός ήθελε να κάνει ταινίες και ασχολούνταν με την ποίηση. Τα πρώτα του ποιήματα τα είχε γράψει στο σχολείο. Κατά τη διάρκεια της φοίτησης του στο UCLA γράφει ένα μεγάλος μέρος ποιημάτων, τα περισσότερα από τα οποία αποτέλεσαν αργότερα τραγούδια των Doors.

Ο Τζιμ Μόρισον ήταν ένας άνθρωπος που λάτρευε το διάβασμα.

Όσοι τον είχαν γνωρίσει, περιγράφουν τον Μόρρισον ως «ο άνθρωπος με ένα βιβλίο στο χέρι». Ήταν βαθιά επηρεασμένος από τους μεγάλους φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας, την κελτική μυθολογία, τον Νίτσε, τον Ρεμπώ, τον Μολιέρο, τον Μπαλζάκ, τον Μπλέηκ και πολλούς άλλους.

Ο Τζιμ Μόρισον και οι Doors.

Ο Ρέιμοντ Μάνζαρεκ, ιδρυτικό μέλος των Doors, υποστηρίζει στο ντοκιμαντέρ The Doors: A tribute to Jim Morrison: «Καθόμουν στην παραλία Βένις Μπιτς όταν με πλησίασε ο Τζιμ Μόρισον και μου έδωσε να διαβάσω ένα τετράδιο με ποιήματα. Διάβασα το Moonlight Drive και τότε μου ήρθε η ιδέα! Να κάνουμε ένα ροκ συγκρότημα και ο Τζιμ συμφώνησε». Ο Μάνζαρεκ και ο Μόρισον ήταν συμφοιτητές στο UCLA.

Εμπνεύστηκαν το όνομα του συγκροτήματος από το βιβλίο του Άγγλου συγγραφέα Άλντους Χάξλεϊ, The Doors of Perception. Στο συγκρότημα προστέθηκαν ο Ρόμπι Κρίγκερ στην κιθάρα και ο Τζον Ντένσμορ στα ντραμς. Οι Doors δημιουργούνται το 1965. Ήταν το πρώτο αμερικανικό συγκρότημα που έβγαλε οκτώ συνεχόμενους χρυσούς δίσκους. Οι στίχοι και η μουσική τους αντικατόπτριζαν την ένταση και την αναταραχή μίας κοινωνίας που οι αξίες της αμφισβητήθηκαν. Άρεσαν σε πολύ κόσμο και σε πολλά διαφορετικά επίπεδα.

Ο Μόρισον τραβάει την προσοχή του κοινού αλλά και των κριτικών.

Η βαρύτονη φωνή του, η θεατρική του ερμηνεία, οι στίχοι των τραγουδιών του, η εμφάνιση και ο παράτολμος χαρακτήρας του είναι μερικά από τα στοιχεία που τον κάνουν να ξεχωρίζει. Το 1966, ο φωτογράφος Τζόελ Μπρόντσκι τράβηξε μια σειρά ασπρόμαυρων φωτογραφιών του Μόρισον, ανάμεσα σε αυτές και η περιβόητη φωτογραφία “The Young Lion”, σήμα κατατεθέν του. Οι φωτογραφίες αυτές χρησιμοποιήθηκαν ως εξώφυλλα για άλμπουμ-συλλογές, βιβλία και άλλα αναμνηστικά των Doors και του Μόρρισον.

Το 1967 το συγκρότημα υπογράφει με τη δισκογραφική εταιρεία Elektra Records και η καριέρα τους απογειώνεται.

Με την Elektra, μέσα σε πέντε χρόνια κυκλοφόρησαν οκτώ άλμπουμ, κάποια από τα οποία θεωρούνται τα καλύτερα όλων των εποχών, όπως τα άλμπουμ The Doors, Strange Days και L.A. Woman.

Στις 17 Σεπτεμβρίου 1967, οι Doors εμφανίστηκαν στο δημοφιλές σόου του Εντ Σάλιβαν που είχαν εμφανιστεί οι Μπιτλς και ο Πρίσλεϊ. Το συγκρότημα θα ερμήνευε δύο τραγούδια, το Light my Fire και το People are Strange. Οι άνθρωποι της παραγωγής ζήτησαν από το συγκρότημα να αλλάξουν ένα στίχο στο Light my Fire. Στο σημείο που το τραγούδι έλεγε “Girl we could not get much higher” (Κορίτσι, δε θα μπορούσαμε να φτάσουμε πιο ψηλά) να το κάνουν “Girl we could not get much better” (Κορίτσι, δε θα μπορούσαμε να τα πάμε καλύτερα). Το συγκρότημα συμφώνησε. Ο Τζιμ Μόρισον βγαίνοντας στο σόου, ερμήνευσε το τραγούδι με τον κανονικό στίχο. Όταν τελείωσαν την εμφάνιση τους, οι παραγωγοί έξαλλοι τους δήλωσαν ότι δε θα ξαναεμφανιστούν στο σόου.

Την ίδια χρονιά ο Τζιμ Μόρισον συλλαμβάνεται στο Νιου Χέβεν.

Κατά τη διάρκεια της εμφάνισης τους στο Νιου Χέβεν, τον Δεκέμβριο του 1967, ο Μόρρισον βρισκόταν στα παρασκήνια με μία κοπέλα όταν ένας αστυνομικός τους ζήτησε να φύγουν. Ο Μόρρισον αντέδρασε και – σύμφωνα με το βιβλίο του Ρέιμοντ Μάνζαρεκ – ο αστυνομικός τους ψέκασε με σπρέι. Ο Μόρρισον κατά τη διάρκεια της συναυλίας κατήγγειλε το γεγονός στο κοινό, μιλώντας για έναν «μικρό μπλε άντρα με ένα μικρό μπλε καπέλο» και συνέχισε «ένα μικρό μπλε γουρούνι».

Συνελήφθη πάνω στη σκηνή και ήταν ο πρώτος ροκ σταρ που συνέβαινε κάτι τέτοιο.

Η αρχή του τέλους και η συναυλία στο Μαϊάμι.

Ο Τζιμ Μόρρισον, εξαιτίας της μεγάλης δημοτικότητας είχε αρχίσει να εγκλωβίζεται στην εικόνα του όμορφου, σέξι ροκ σταρ. Για αυτό το λόγο, στις αρχές του 1969 άλλαξε την εικόνα του. Άφησε γένια, έβαλε κάποια κιλά και φόρεσε πιο φαρδιά ρούχα.

Στη συναυλία των Doors την 1η Μαρτίου του 1969 στο Μαϊάμι της Φλόριντα, ο Μόρρισον εμφανίζεται καθυστερημένα στη σκηνή και μεθυσμένος. Σταματούσε τα τραγούδια και φώναζε στο κοινό:

«Θέλω να σας δω να περνάτε καλά. Θέλουμε το ίδιο πράγμα. Θέλω να δω χορό. Δεν υπάρχουν νόμοι, όρια και κανόνες. Κάντε ότι θέλετε. Θέλω να δω δράση. Θέλω να σας δω στη σκηνή, είναι δικό σας σόου. Είσαστε ένα μάτσο γαμημένοι ηλίθιοι που αφήνετε τους άλλους να σας λένε τι θα κάνετε, που αφήνετε να σας καταπιέζουν. Για πόσο νομίζετε θα συνεχιστεί; Πόσο; Ίσως σας αρέσει να σας πιέζουν, ίσως το γουστάρετε. Ίσως γουστάρετε να είστε με τη μούρη κολλημένοι στα σκατά… Σας αρέσει έτσι; Το λατρεύετε. Είστε ένα μάτσο σκλάβοι, τι θα κάνετε γι’ αυτό;»

Το μέλος των Doors, Ρέιμοντ Μάνζαρεκ, θυμάται: 
«Ο Τζιμ είχε θυμώσει γιατί ο κόσμος ήθελε να βλέπει τρέλες και όχι να ακούει ωραία μουσική. Γι’ αυτό άρχισε να φωνάζει. Δεν ήρθατε για να ακούσετε μουσική. Ούτε για να δείτε ένα ροκ συγκρότημα. Ήρθατε για κάτι που δεν έχετε ξαναδεί. Τι θα λέγατε να σας δείξω το...»

Μετά το Μαϊάμι, οι Doors αποκλείστηκαν από όλες τις συναυλίες. Τρεις ημέρες αργότερα, εκδόθηκαν έξι εντάλματα εναντίον του Μόρρισον από την αστυνομική υπηρεσία, για δημόσια μέθη και άσεμνη συμπεριφορά μεταξύ άλλων. Στη δίκη που ακολούθησε, ο Μόρρισον καταδικάστηκε σε έξι μήνες φυλάκιση και πρόστιμο 500$. Χωρίς κανένας μάρτυρας να έχει καταθέσει στο δικαστήριο ότι είχε δείξει τα γεννητικά του όργανα στο πλήθος. Αφέθηκε ελεύθερος πληρώνοντας εγγύηση 50.000$ και άσκησε έφεση. Η δίκη δεν ολοκληρώθηκε ποτέ καθώς ο Τζιμ Μόρρισον πέθανε το 1971.

Το 2007, ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Τσάρλι Κριστ, πρότεινε τη δυνατότητα μεταθανάτιας χάριτος για τον Μόρρισον, η οποία έγινε δεκτή στις 9 Δεκεμβρίου 2010.

Ο Τζιμ Μόρρισον το 1970, μιλώντας στο περιοδικό Circus και στη Σάλι Στίβενσον, τόνισε για την καταδίκη του: «Νομίζω πως ήταν περισσότερο ένα πολιτικό παρά ένα σεξουαλικό σκάνδαλο. Πιστεύω ότι πιάστηκαν από το ερωτικό θέμα, γιατί πραγματικά δε θα υπήρχε καμία πολιτική κατηγορία που θα μπορούσαν να έχουν φέρει εναντίον μου. Ήταν πολύ ακαθόριστο.»

Το Παρίσι, τα ναρκωτικά και ο θάνατος.

Ο Τζιμ Μόρρισον το 1971 φεύγει για το Παρίσι, για να αποφύγει την εικόνα του ροκ σταρ και να ασχοληθεί με την ποίηση. Εκεί βρίσκεται η επί χρόνια αγαπημένη του, Πάμελα Κούρσον.

Στις 3 Ιουλίου του 1971, ο Τζιμ Μόρρισον βρίσκεται νεκρός στη μπανιέρα του. Η γνωμάτευση του γιατρού ήταν πως ο θάνατος επήλθε από ανακοπή καρδιάς. Οι γαλλικές αρχές έκριναν πως αφού δεν υπάρχουν τραυματισμοί δεν ήταν απαραίτητο να γίνει νεκροψία.

Μολονότι ο Τζιμ Μόρρισον έκανε συχνή χρήση υψηλών δόσεων ναρκωτικών και αλκοόλ, δε ζητήθηκε ποτέ νεκροψία από την οικογένεια του, από φίλους ή γνωστούς.

Από εκεί και έπειτα, άρχισαν οι παραφιλολογίες. Πως ο Μόρρισον πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης, πως «σνίφαρε» ηρωίνη που τη μπέρδεψε με την κοκαΐνη, πως είχε καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αλκοόλ και ναρκωτικών, πως ζει και δεν πέθανε αλλά κρύβεται από τους θαυμαστές του.

Από τη στιγμή που δεν πραγματοποιήθηκε νεκροψία στη σορό του Τζιμ Μόρρισον, δε μπορεί κανένας να γνωρίζει το λόγο που προκάλεσε το θάνατό του. Το μόνο σίγουρο είναι πως κατέληξε από ανακοπή καρδιάς.

Ο μόνος άνθρωπος που ίσως γνώριζε την αλήθεια για το τι συνέβη εκείνο το βράδυ ήταν η σύντροφος του Πάμελα Κούρσον. Η ίδια όμως δε μίλησε ποτέ επίσημα και όλα τα υπόλοιπα που ακούγονται για εκείνη δε μπορούν να αποδειχτούν. Η Κούρσον ήταν για χρόνια βαθιά εθισμένη στην ηρωίνη. Παρ’ όλο που ήταν η μοναδική κληρονόμος του Μόρρισον, δεν είχε χρήματα για την κηδεία του και ζητούσε από φίλους και γνωστούς να τη βοηθήσουν.

Ο Τζιμ Μόρρισον θάφτηκε στο Κοιμητήριο Περ Λασαίζ στο Παρίσι. Ο τάφος του Μόρισον είναι το δεύτερο τουριστικό αξιοθέατο στο Παρίσι μετά τον Πύργο του Άιφελ. Το 1990, ο πατέρας του Τζιμ Μόρρισον έβαλε στον τάφο του την ελληνική επιγραφή «Κατά τον δαίμονα εαυτού».


πηγές: mixanitouxronou.gr, yellowradio.gr,
www.youtube.com, www.sophia-ntrekou.gr

Video: The Doors in Miami - March 1, 1969












Video: The Doors Live At The Cobo
Arena Detroit, MI. Fri. May 8,1970








Video: The Doors Live At Boston Arena,
Boston, MA. April 10,1970 (Late Show)

























Δεν υπάρχουν σχόλια: