Η Εμπειρική δογματική του π. Ιωάννη Ρωμανίδη


Ορισμός του δόγματος κατά τον δάσκαλο 
της Ορθοδοξίας κατά π. Ιωάννη Ρωμανίδη

 Σχολιασμός, Βιβλιοπαρουσίαση και Βίντεο
Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου

Οι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων απεφάνθησαν για διάφορα δογματικά και κανονικά θέματα που είχαν ανακύψει στην εποχή τους. Τα δόγματα λέγονται όροι, διότι καθορίζουν τα όρια μεταξύ της αλήθειας και της πλάνης και εκφράζουν την αποκάλυψη του Θεού που δόθηκε στους Αγίους. Η ηθική-ήθος είναι η εφαρμογή του δόγματος, είναι το βίωμα που συνδέεται με το δόγμα και αναφέρεται στην όλη ζωή του Χριστιανού, αλλά και την ενότητα της Εκκλησίας.

Επομένως, υφίσταται πολύ στενή σχέση μεταξύ δόγματος και ηθικής, μεταξύ πίστεως και ζωής. Δεν μπορεί να υπάρξη διαχωρισμός μεταξύ αυτών των δύο. Αυτό θα εξετασθή στα επόμενα. Πρώτα θα δούμε την ουσία και σημασία του δόγματος και έπειτα την ουσία και σημασία της ηθικής.

Όταν εδώ γίνεται λόγος για δόγματα, δεν εννοούνται από πλευράς φιλοσοφικής, επιστημονικής, κοινωνιολογικής, θρησκευτικής, αλλά από πλευράς εκκλησιαστικής, θεολογικής. Γιατί δόγματα εντοπίζονται σε όλες τις ουμανιστικές και κοινωνικές οργανώσεις. Σημασία, όμως, έχει πώς η Εκκλησία, δια των Αγίων Πατέρων της, ομιλεί περί δογμάτων.

Τα δόγματα είναι οι αποφάνσεις των Αγίων Πατέρων στις Οικουμενικές Συνόδους, όταν αντιμετώπιζαν αιρετικές διδασκαλίες που αλλοίωναν την αποκαλυπτική αλήθεια. Προηγείτο μια αιρετική διδασκαλία για τον Χριστό, το Άγιον Πνεύμα, γενικά για τον Τριαδικό Θεό, γύρω από την θεολογία των Προσώπων της Αγίας Τριάδος και την θεία Οικονομία, δηλαδή την ενανθρώπηση του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Υιού και Λόγου του Θεού, και έπειτα οι Άγιοι Πατέρες συνέρχονταν σε Τοπικές και Οικουμενικές Συνόδους και οριοθετούσαν την Ορθόδοξη πίστη.

Κεντρικό πρόσωπο για το οποίο συζητούσαν οι Άγιοι Πατέρες ήταν ο Χριστός, στον οποίον ενώθηκαν η θεία με την ανθρώπινη φύση, ατρέπτως, ασυγχύτως, αχωρίστως, αδιαιρέτως. Οπότε, οι Άγιοι Πατέρες δεν έκαναν αφηρημένες φιλοσοφικές συζητήσεις για την Αγία Τριάδα.
  • «Πάντοτε συζητούσαν αυτό το συγκεκριμένο Πρόσωπο, το οποίο ενεφανίζετο στους Προφήτες και απεκάλυπτε μέσα στον εαυτό Του τον Πατέρα εν Αγίω Πνεύματι, οπότε δεν συζητούσαν κατά τρόπον αφηρημένο το δόγμα της Αγίας Τριάδος, αλλά συζητούσαν αυτό το συγκεκριμένο πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, το οποίον απεκαλύφθη στους Προφήτες και μετά εν σαρκί στους Αποστόλους».
Έτσι, δόγμα ονομάζεται η οριοθέτηση της αποκαλύψεως. Στην ουσία, όμως, το δόγμα δείχνει τον αποκαλυπτόμενο εν δόξη Χριστό. Πρόκειται για την έκφραση των θεοφανειών, τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης. Το δόγμα δεν είναι μια απλή εξωτερική ομολογία, αλλά είναι η διατύπωση της αποκαλυπτικής αλήθειας. Και αυτό το έκαναν οι Άγιοι Πατέρες, γιατί υπήρχε ειδικός λόγος, αφού οι αιρετικοί αμφισβητούσαν την αποκάλυψη. Έτσι, υπάρχει διαφορά μεταξύ δόγματος και ερμηνείας.

«Για τους Πατέρες της Εκκλησίας, όταν λέμε δόγμα της Αγίας Τριάδος είναι οι θεοφάνειες. Δεν είναι ούτε τρεις υποστάσεις, ούτε μία ουσία, ούτε το ομοούσιος, τίποτα απ’ αυτά τα πράγματα, τα οποία είναι νοηματικά κριτήρια εναντίον των αιρετικών, τα οποία οι Πατέρες, όταν κάνανε ερμηνεία περί Αγίας Τριάδος, δεν τα χρησιμοποίησαν αυτά. Αυτά είναι για τους αιρετικούς.

Όταν κάνουν μαθήματα εσωτερικά μέσα στην Εκκλησία (δηλαδή, ομιλίες στους Χριστιανούς), κάνουν ερμηνεία. Αγία Τριάδα είναι οι θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης. Γιατί ψέλνουμε την αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος στην Βάπτιση του Χριστού; Διότι αποκαλύφθηκε στον Ιωάννη τον Βαπτιστή ότι ο Χριστός είναι ο Άγγελος Κυρίου της Παλαιάς Διαθήκης, ότι βλέποντας τον Χριστό βλέπουμε τον Πατέρα, εν Πνεύματι Αγίω».

Επομένως, τα δόγματα χρησιμοποιούνται ως φάρμακα για τους άρρωστους πνευματικά, προκειμένου να θεραπευθούν.
  • «Το δόγμα και η θεολογία είναι φάρμακα. Όταν έρθη η υγεία, δεν παίρνουμε πλέον φάρμακα· παίρνουμε τα φάρμακα όταν είμαστε άρρωστοι. Ο άνθρωπος είναι άρρωστος, διότι δεν είναι σε θέση να βλέπη τον Θεό, δεν είναι προετοιμασμένος, διότι δεν έχει αγάπη. Και το ότι δεν έχει αγάπη σημαίνει ότι είναι άρρωστος».
Όπως ο ασθενής λαμβάνει φάρμακα για να θεραπευθή, να αποκτήση την υγεία, έτσι και ο πνευματικά ασθενής χρησιμοποιεί τα φάρμακα για να θεραπευθή, να φθάση στην θέωση. Βεβαίως, όταν φθάση στην θέωση, τότε τα δόγματα-φάρμακα είναι ανεπαρκή. Δεν καταργούνται από την Εκκλησία, διότι θα χρειασθούν για άλλους άρρωστους, αλλά είναι ανεπαρκή και αχρείαστα γι’ αυτόν που φθάνει στην θέωση και βλέπει την δόξα του Θεού.

«Τα δόγματα δεν είναι μόνιμη κατάσταση, αλλά είναι φάρμακα, και τα φάρμακα ως σκοπό έχουν να καταργηθούν, όταν θεραπευθή ο άρρωστος. Όταν θεραπευθούμε, δεν έχουμε ανάγκη πλέον από φάρμακα και έτσι τα δόγματα υπάρχουν, εφ' όσον δεν βλέπουμε τον Χριστόν εν δόξη. Αφού βλέπουμε τον Χριστόν εν δόξη, τότε καταργείται το δόγμα. Και ποια είναι τα δόγματα; Είναι περί Χριστολογίας και περί Αγίας Τριάδος. Τι χρειάζονται τα ρητά και τα νοήματα περί ενσαρκώσεως και περί Αγίας Τριάδος, όταν βλέπουμε τον Χριστό, ως Αγία Τριάδα και ενσάρκωση;».

Βεβαίως, τα δόγματα των Οικουμενικών Συνόδων είναι απαραίτητα και για τους θεουμένους, γιατί δι’ αυτών οριοθετείται η αποκαλυπτική αλήθεια.

Πηγή: «Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη». Τόμος Α'. www.sophia-ntrekou.gr

Δόγμα και μυστήριο - π. Ιωάννη Ρωμανίδη 

 φώτο: από αριστερά Μητρ. Ιερόθεος Βλάχος και ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης †
φώτο: από αριστερά Μητρ. Ιερόθεος Βλάχος 
και ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης †

Είναι απαραίτητο να γίνη διάκριση μεταξύ δόγματος και μυστηρίου, αφού άλλο είναι το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, που βιώνεται όσο είναι δυνατόν από τον θεούμενο άνθρωπο και άλλο είναι το δόγμα, δηλαδή η λογική διατύπωση περί του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος ή της αποκαλύψεως. Η διάκριση αυτή είναι βασική για την ορθόδοξη θεολογία.

«Ο Θεός πάντοτε είναι μυστήριον. Πρέπει κανείς να ξεχωρίση το μυστήριον της Αγίας Τριάδος από το δόγμα της Αγίας Τριάδος. Άλλο το δόγμα και άλλο το μυστήριον».

Αυτό σημαίνει ότι ενώ το δόγμα κατανοείται λογικά, δεν γίνεται το ίδιο με το μυστήριο. Γύρω από το θέμα αυτό υπάρχει σύγχυση σε μερικούς συγχρόνους θεολόγους και δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα. Για παράδειγμα, όταν μιλούμε για την Αγία Τριάδα, ομιλούμε για το δόγμα, την ορολογία περί της Αγίας Τριάδας, όπως διατυπώθηκε από τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας (ουσία, υποστάσεις, υποστατικό ιδίωμα κλπ.) και όχι για το μυστήριο της Αγία Τριάδος. Δεν μπορούμε, δηλαδή, να μιλούμε για «το μυστήριο της Αγίας Τριάδος», που είναι ακατανόητο από την ανθρώπινη λογική, αλλά για το «δόγμα περί του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος».

«Πρέπει κανείς σαφώς να ξεχωρίση το δόγμα από το μυστήριο. Οπότε, άλλο είναι να καταλάβη κανείς (λογικά) το μυστήριο, που είναι αδύνατον, και άλλο να καταλάβη το δόγμα, που είναι δυνατόν. Μπορεί κανείς να καταλάβη το δόγμα.

Υπάρχει μεγάλη σύγχυση στην νεώτερη θεολογία, κατά επιρροή της ρωσικής θεολογίας, που νομίζει κανείς ότι ένας δογματολόγος ή ένας θεολόγος της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι εκείνος, που έχει βαθειά σκέψη και εμβαθύνει στο μυστήριο της Αγίας Τριάδος, και προσπαθεί να εκφράση αυτό. Δεν έχει καμμιά σχέση η πατερική παράδοση με μια τέτοια αντίληψη περί θεολογίας».

Άλλο είναι τα ονόματα και τα νοήματα που διατυπώνει ένας θεόπτης άγιος, όταν χρειασθή, και άλλο είναι η εμπειρία της πραγματικότητος που έχει.

«Εκείνο που έχει σημασία, είναι αυτή η αντίληψη περί σχέσεως ονομάτων, νοημάτων με την πραγματικότητα. Το μυστήριο παραμένει μυστήριο. Και δεν διατυπώνουμε το μυστήριο, αλλά το δόγμα περί μυστηρίου. Μιλάμε για το δόγμα περί μυστηρίου της Αγίας Τριάδος, όχι για το μυστήριο της Αγίας Τριάδος».

Το ίδιο μπορεί κανείς να πη για την διάκριση μεταξύ της Αγίας Γραφής και του Θεού. Η Αγία Γραφή είναι τα ρήματα και τα νοήματα της εμπειρίας του μυστηρίου του Θεού και δεν ταυτίζονται με τον Θεό. Δεν ταυτίζεται ο Θεός με τα ρήματα και τα νοήματα, όπως θα τονισθή σε άλλο μέρος του βιβλίου αυτού. Αν γινόταν μια τέτοια ταύτιση οδηγεί στην ειδωλολατρεία.

«Γι’ αυτό το λόγο πρέπει πολύ να το συλλάβετε αυτό, την διάκριση μεταξύ του μυστηρίου και του δόγματος. Δεν είναι το ίδιο πράγμα, διότι η θεολογία και το δόγμα και η νοερά προσευχή καταργούνται, έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Οπότε, είναι ειδωλολατρεία να ταυτίσουμε τον Θεό με τα ρητά και τα νοήματα περί Αυτού. Από αυτής της απόψεως μπορεί κανείς να πάρη τον υπαρξισμό ορισμένων, για μένα τουλάχιστον, ψευτοθεολόγων και να τους πετάξη όλους στον κάλαθο των αχρήστων. Διότι η μόνη σωστή υπαρξιακή φιλοσοφία από ορθοδόξου απόψεως είναι η αθεϊστική και όχι η θεϊστική».

Αλλά και αυτή η άποψη, ότι μπορούμε να καταλάβουμε το δόγμα, πρέπει να ερμηνευθή βάσει της προοπτικής ότι μπορούμε να κατανοήσουμε λογικά τον σκοπό, την προέλευση και την ιστορία του δόγματος και όχι αυτό καθ’ εαυτό το δόγμα και το πνευματικό νόημα που μεταφέρει.

«Το να λέμε ότι κατανοούμε τα δόγματα, αυτό είναι βλακεία. Κανένας δεν κατανοεί το δόγμα της Αγίας Τριάδος, διότι το δόγμα της Αγίας Τριάδος δεν έχει σκοπό να κατανοηθή. Οπότε, εκείνος που δίνει την εντύπωση ότι καταλαβαίνει το δόγμα της Αγίας Τριάδος είναι απατεώνας. Αυτό είναι η μεγαλύτερη απάτη.

Μπορεί κανείς να κατανοήση τον σκοπό του δόγματος, την προέλευση του δόγματος και την ιστορία του. Αλλά το ίδιο το δόγμα αποκλείεται να το καταλάβη, γιατί κατανόηση του δόγματος σημαίνει κατανόηση του μυστηρίου. Γι’ αυτό, άλλο είναι το δόγμα, άλλο είναι το μυστήριο. Ποτέ δεν πρέπει να συγχέωνται αυτά.

Το μυστήριο παραμένει μυστήριο. 
Και δεν διατυπώνουμε το μυστήριο, 
αλλά το δόγμα περί μυστηρίου. 
Μιλάμε για το δόγμα περί μυστηρίου 
της Αγίας Τριάδος, όχι για το 
μυστήριο της Αγίας Τριάδος.

Το δόγμα υπάρχει ως οδηγός του ανθρώπου. Είναι ένας δείκτης που δείχνει στον άνθρωπο που πρέπει να φθάση. Όταν, όμως φθάνη στον προορισμό του ο άνθρωπος, αυτό καταργείται. Γι’ αυτόν τον λόγο, το δόγμα είναι οδηγός γι’ αυτούς που περνάνε από την κάθαρση και συνεχίζει να είναι οδηγός γι’ αυτούς που εξακολουθούν να είναι στην φώτιση. Είναι ένας οδηγός και τίποτε άλλο. Άλλα αυτοί που βρίσκονται στην φώτιση ξέρουν ότι μια μέρα το δόγμα θα καταργηθή.

Όταν κανείς φθάνη στην θέωση, καταργείται πλέον το δόγμα. Δεν υπάρχει πλέον δόγμα. Η ίδια η νοερά προσευχή σταματάει. Ενώ το Πνεύμα του Θεού προσεύχεται μέσα στον άνθρωπο με ψαλμούς, ύμνους ή ρητά κλπ. –το ίδιο το Πνεύμα προσεύχεται με ανθρώπινα λόγια μέσα στον άνθρωπο- όταν ο άνθρωπος φθάνη στη θέωση, αυτή η ίδια η ευχή η νοερά, του Αγίου Πνεύματος, σταματά.

Είναι αυτό που λέει ο Απόστολος Παύλος: “Όταν έλθη το τέλειον παύσονται προφητείαι”, δηλαδή η θεολογία σταματάει, “παύσονται γλώσσαι”, δηλαδή τα διάφορα είδη της νοεράς προσευχής παύουν, “γνώσεις καταργηθήσονται” (πρβλ. Α’ Κορ. ιγ’, 8-13), δηλαδή αυτό που λέμε σήμερα δόγματα, θεολογία κλπ. Όλα καταργούνται στην θέωση.

Βέβαια, όταν κανείς επανέρχεται από την θέωση, όταν σταματάη να έχη θεοπτία, και πάλι συνεχίζει με τα δόγματα την προσευχή του, το Πνεύμα πάλι προσεύχεται, όπως πριν μέσα του. Σε αυτή την ζωή η κατάσταση της θεώσεως δεν είναι μόνιμη».

Αλλά και τότε που ο Θεός αποκαλύπτεται στον άνθρωπο και πάλι παραμένει μυστήριο. Γνωρίζει ο άνθρωπος στην εμπειρία ότι υπάρχει Θεός, αλλά δεν γνωρίζει «πως» υπάρχει.

«Δεν μπορούν να κατανοηθούν ούτε η ενσάρκωση ούτε το δόγμα περί Αγίας Τριάδος. Και γι’ αυτόν τον λόγο ο Θεός, κι’ όταν αποκαλύπτεται, εκεί, κυρίως, παραμένει μυστήριο και δεν μπορεί ο ανθρώπινος νους να διαπεράση αυτό το μυστήριο του ακτίστου και πως το άκτιστο σαρκώθηκε και είναι ενωμένο με την ανθρώπινη φύση. Το ξέρουμε μόνο επειδή φαίνεται σαφώς από την εμπειρία της Πεντηκοστής και της Μεταμορφώσεως και της θεώσεως του Προδρόμου στην βάπτιση, που είναι αποκάλυψη, η κατ’ εξοχήν αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος, δηλαδή, ότι ο Θεός παραμένει μυστήριο.

Οπότε, το να καθόμαστε σαν τους Προτεστάντες και τους Φράγκους και να ισχυριζόμαστε ότι με την πάροδο του χρόνου έχουμε βαθύτερη κατανόηση των δογμάτων της Εκκλησίας, αυτό είναι βλακείες· διότι, τι σημαίνει βαθύτερη κατανόηση, εφ’ όσον στην εμπειρία της θεώσεως, της Πεντηκοστής, καταργήθηκε το δόγμα, καταργήθηκαν τα νοήματα και τα ρήματα από τα οποία αποτελούνται τα δόγματα; Η εμπειρία της θεώσεως δεν είναι δόγμα, είναι κάτι παραπάνω από δόγμα, γιατί το δόγμα είναι η έκφραση του μυστηρίου, αλλά η έκφραση του μυστηρίου δεν είναι η κατανόηση του μυστηρίου, διότι “Θεόν φράσαι αδύνατον· νοήσαι αδυνατώτερον” αυτό είναι, τελείωσε το θέμα».

Απόσπασμα από το βιβλίο: «Εμπειρική Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννη Ρωμανίδη», Τόμος Α’, Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου, Β' Έκδοση, 2011, σελ. 106-110. [www.oodegr.com]


Εμπειρική Δογματική της Ορθοδόξου 
Καθολικής Εκκλησίας - π. Ιεροθέου Βλάχου 
(Βιβλιοπαρουσίαση)

  • Ο μακαριστός π. Ιωάννης Ρωμανίδης, καθηγητής τής δογματικής στην Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δεν ήταν ένας συνηθισμένος θεολόγος.
Δέν τόν είχα Καθηγητή, αφού ανέλαβε τήν έδρα τής δογματικής στήν Θεολογική Σχολή τής Θεσσαλονίκης μετά τήν αποφοίτησή μου από αυτή, αλλά τόν γνώρισα κατ’ αρχήν από τά κείμενά του, ύστερα τόν γνώρισα προσωπικά στην Αθήνα, μετά τήν συνταξιοδότησή του, καί είχαμε στενή επικοινωνία, σχεδόν σέ καθημερινή βάση, τότε πού ζούσε στήν Αθήνα, σέ μιά «θεολογική μοναξιά». Αργότερα, όταν έγινα Μητροπολίτης, μού ζήτησε νά τόν εγγράψω στούς ιερατικούς καταλόγους τής Ιεράς Μητροπόλεώς μου, λαμβάνοντας απολυτήριο από τήν Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής όπου καί ανήκε ως Κληρικός.

Ο κ. Αθανάσιος Σακαρέλλος, πού είχε πολυχρόνια επικοινωνία μαζί του καί ως Δικηγόρος του, καί στό γραφείο τού οποίου ο π. Ιωάννης παρέδιδε μαθήματα θεολογίας σέ κλειστό κύκλο ανθρώπων, μεταξύ τών οποίων είχα τήν τιμή πολλές φορές νά συγκαταλέγομαι καί εγώ, μού είπε κάποτε ότι ο π. Ιωάννης γεννήθηκε σέ λάθος εποχή. Έπρεπε νά ζή τόν 4ο αιώνα, στόν οποίον έζησαν οι μεγάλοι Πατέρες τής Εκκλησίας.

Πράγματι, διαβάζοντας κανείς ή ακούγοντας τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη, διαπίστωνε ότι εξέφραζε τήν θεολογία καί τήν ζωή τών Πατέρων τού 4ου αιώνος, ήτοι τών μεγάλων Καππαδοκών Πατέρων τής Εκκλησίας καί τών ασκητών τής ερήμου, όπως τό βλέπουμε στά συγγράμματά τους καί στό Γεροντικό ή τόν Ευεργετινό. Στήν πραγματικότητα ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης είναι ένα «κομμάτι» τού 4ου αιώνος πού έζησε τόν 20ό αιώνα ή θά μπορούσα νά πώ καλύτερα, ήταν ένας θεολόγος καί μάλιστα καθηγητής Θεολογικής Σχολής τού 20ού αιώνος πού όμως μεταφέρθηκε στό «πνεύμα» τών αγίων τού 4ου αιώνος καί τό εξέφραζε.

Βεβαίως ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης δέν εκφράζει μιά δική του θεολογία, αλλά τήν θεολογία τής Εκκλησίας. Στηρίζεται στήν εμπειρία τών Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων, όπως εκφράζεται διά τής καθάρσεως, τού φωτισμού καί τής θεώσεως καί βιώνεται στήν νοερά καρδιακή προσευχή καί τήν θεωρία-θέα τού Θεού. Πρόκειται γιά μιά θεολογία πού δέν έχει σχέση μέ τόν σχολαστικισμό καί τόν ηθικισμό πού καλλιεργήθηκαν στήν Δύση καί μεταφέρθηκαν καί στόν δικό μας χώρο, είτε απευθείας από τήν Δύση είτε διά μέσου τής ρωσικής θεολογίας, η οποία δέχθηκε επιδράσεις από τήν Δύση, ιδίως κατά τήν περίοδο τού Μεγάλου Πέτρου.

Τά κλειδιά τής εμπειρικής θεολογίας είναι η πορεία τού ανθρώπου από τό κατ’ εικόνα στό καθ’ ομοίωση, από τήν κατάσταση τού δούλου στήν κατάσταση τού μισθωτού καί τού υιού, από τήν κάθαρση στόν φωτισμό καί τήν θέωση, από τήν ιδιοτελή στήν ανιδιοτελή αγάπη. Είναι θεολογία τής αποκαλύψεως πού συνδέεται μέ τήν θέωση τού ανθρώπου καί η οποία στήν συνέχεια διατυπώνεται σέ όρους καί σέ διδασκαλία γιά τήν θεραπεία καί τήν καθοδήγηση τών άλλων μελών τής Εκκλησίας. Τόσο απλή είναι η ορθόδοξη θεολογία στήν βάση της.

Ο π. Ιωάννης ομιλούσε ως καθηγητής τής δογματικής, αλλά καί ως ασκητής. Διαβάζοντας τόν λόγο του, αντιλαμβανόμουν ότι ο ίδιος είχε κάποια εμπειρία γύρω από τά πνευματικά θέματα, αλλά δέν είμαι σέ θέση νά διακριβώσω τό μέγεθος καί τόν βαθμό τής εμπειρίας του.

Η διδασκαλία του πού εκφράζει τήν θεολογία τής Εκκλησίας είναι πολύ απλή. Αναφέρεται στήν πτώση τού ανθρώπου καί τήν σωτηρία του, τήν όραση τού ακτίστου Φωτός, τήν έκφραση αυτής τής εμπειρίας καί τήν μέθοδο γιά νά φθάση κανείς στήν πνευματική εμπειρία. Βλέπει κανείς έναν κύκλο, όπως τό συναντάμε καί στά έργα τών αγίων Πατέρων. Έλεγε ο ίδιος:
  • «Η ορθόδοξη θεολογία έχει κυκλικό χαρακτήρα. Είναι σάν ένας κύκλος. Όπου κι άν ακουμπήσης πάνω στόν κύκλο, ξέρεις όλο τόν κύκλο, γιατί όλος ο κύκλος ο ίδιος είναι. Όλα ανάγονται στήν Πεντηκοστή• τά μυστήρια τής Εκκλησίας, όπως η ιερωσύνη, ο γάμος, τό βάπτισμα, εξομολόγηση κλπ., οι αποφάσεις τών Συνόδων κλπ. Εκείνο είναι τό κλειδί τής ορθοδόξου θεολογίας, η Πεντηκοστή. Γι’ αυτό καί εκείνος πού φθάνει στήν θέωση μετά τήν Πεντηκοστή, οδηγείται εις πάσαν τήν αλήθειαν».
Αυτό μάς υπενθυμίζει τό καταπληκτικό κείμενο πού διασώζεται στό έργο «Περί μυστικής θεολογίας» τού αγίου Διονυσίου τού Αρεοπαγίτου. Εκεί παρουσιάζεται «ο θείος Βαρθολομαίος» νά λέγη γιά τήν θεολογία: «Καί πολλήν τήν θεολογίαν είναι καί ελαχίστην, καί τό Ευαγγέλιον πλατύ καί μέγα καί αύθις συντετμημένον». Καί συμπληρώνει ο άγιος Διονύσιος: «Ότι καί πολύλογός εστιν η αγαθή πάντων αιτία, καί βραχύλεκτος άμα καί άλογος, ως ούτε λόγον ούτε νόησιν έχουσαν, διά τό πάντων αυτήν υπερουσίως υπερκειμένην είναι καί μόνοις απερικαλύπτως καί αληθώς εκφαινομένην τοίς καί τά εναγή πάντα καί τά καθαρά διαβαίνουσι…».

Πράγματι, ο λόγος τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη μάς δείχνει ότι η θεολογία είναι καί πολλή καί ελαχίστη, είναι μεγάλη καί συντετμημένη, είναι πολύλογη, βραχύλογη καί άλογη. Έτσι, πολλές φορές παρουσιάζει τά θεολογικά θέματα μέ πολλά λόγια καί τά αναλύει καί άλλοτε είναι συνοπτικός καί αποφθεγματικός. Μέ αυτήν τήν έννοια η ορθόδοξη θεολογία, ο λόγος περί τού Θεού καί τών θείων, αλλά καί η βίωση τού Θεού καί τών θείων, είναι απλή καί βαθειά, επαναλαμβάνεται καί υπονοείται, εκφράζεται καταφατικά καί αποφατικά, βιώνεται καί παραπέμπει στήν όραση πού είναι πάνω από τήν ανθρωπίνη όραση καί ακοή, δηλαδή υπέρ τήν όραση καί ακοή.

Γύρω από τά θέματα πού προανέφερα ομιλούσε συχνά ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Στήν κατοχή μου βρέθηκαν πολλές μαγνητοφωνημένες ομιλίες του είτε πού εκφώνησε στό Πανεπιστήμιο είτε σέ διάφορες αίθουσες, κυρίως δέ από παραδόσεις καί συζητήσεις πού έγιναν στό δικηγορικό Γραφείο τού κ. Αθανασίου Σακαρέλλου. Τίς ομιλίες αυτές απομαγνητοφώνησα καί συγκέντρωσα σέ τέσσερεις τόμους.

Από τόν πνευματικό αυτό θησαυρό απέσπασα μερικά κομμάτια, προκειμένου νά παρουσιασθή μιά εμπειρική δογματική, πού διαφέρει σαφέστατα από άλλες δογματικές. Μέσα στά κείμενα αυτά εκφράζεται πλούσια όλο τό πνευματικό περιεχόμενο τού π. Ιωάννου. Σέ μερικά σημεία γιά νά ολοκληρωθή η διδασκαλία του χρησιμοποίησα μερικά αποσπάσματα από τά βιβλία του «Πατερική θεολογία» καί «Επίτομος Ορθόδοξος Πατερική Δογματική».

Επαναλαμβάνω δέ ότι τά κείμενα τού π. Ιωάννου πού θά παρατεθούν είναι απομαγνητοφωνημένα καί έτσι διατηρείται πλήρως ο προφορικός του λόγος, ο οποίος διασώζει τά γνωρίσματά του, είναι δυνατός καί μεταδίδει τήν ζωντάνια καί τήν θέρμη τού χαρακτήρα του. Σέ μερικά σημεία ο π. Ιωάννης εκφράζεται μέ απόλυτο τρόπο, χρησιμοποιώντας λέξεις μέ προκλητικό περιεχόμενο εναντίον ορισμένων θεσμών καί καταστάσεων. Επειδή μεγάλωσε καί σπούδασε στήν Αμερική, σέ μερικές περιπτώσεις τά ελληνικά του δέν είναι άψογα. Όλα όμως αυτά πρέπει νά παραβλεφθούν καί ο αναγνώστης νά επικεντρωθή στόν πλούτο τής ορθοδόξου θεολογίας πού αποκαλύπτουν οι λόγοι του.

Σταν Α' αυτόν τόμο, πού είναι τρόπον τινά εισαγωγικός, εκτός από τά εισαγωγικά καί τά απαραίτητα βιογραφικά καί αυτοβιογραφικά στοιχεία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, παρουσιάζεται η διδασκαλία του γιά τήν σχέση μεταξύ δόγματος καί ηθικής, γιά τήν εμπειρία τής αποκαλύψεως, γιά τούς φορείς τής αποκαλύψεως, πού είναι οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Πατέρες καί οι άγιοι καί γιά τά μνημεία τής αποκαλύψεως πού είναι η Αγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή, καί η Ιερά Παράδοση. Κοινό στοιχείο όλων τών κεφαλαίων καί τών επιμέρους ενοτήτων είναι η εμπειρία τής καθαρτικής, φωτιστικής καί θεοποιού ενεργείας τού Θεού.


Στον Β' τόμοπού θά ακολουθήση θά γίνη αναφορά στήν διδασκαλία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη γιά τήν εμπειρική γνώση τής Τριαδολογίας, Χριστολογίας, κοσμολογίας, ανθρωπολογίας, Εκκλησιολογίας καί εσχατολογίας. Πρόκειται γιά μιά «άλλη» Δογματική, γιά μιά Δογματική μέσα από τήν εμπειρία πού μπορεί κανείς νά αποκτήση ζώντας μέσα στήν Εκκλησία καί αγιαζόμενος από τήν άκτιστη Χάρη τού Θεού διά τής μυστηριακής καί ασκητικής ζωής.

Παρατηρούνται διάφορες επαναλήψεις στήν διδασκαλία τού π. Ιωάννου. Καί αυτό εξηγείται από τόν κυκλικό χαρακτήρα τής ορθοδόξου θεολογίας, όπως προαναφέρθηκε. Δέν μπορεί κανείς νά ομιλήση γιά πτώση τού ανθρώπου καί νά μήν αναφερθή στόν σκοτασμό τού νοός καί στήν απώλεια τής θεοκοινωνίας. Δέν μπορεί ακόμη κανείς νά κάνη λόγο γιά επαναφορά τού ανθρώπου στόν Θεό καί νά αγνοήση τά περί καθάρσεως, φωτισμού καί θεώσεως. Δέν είναι δυνατόν νά ασχοληθή μέ τήν θέωση τού ανθρώπου καί νά αγνοήση τήν αποκάλυψη τού ασάρκου καί σεσαρκωμένου Λόγου. Δέν είναι επιτρεπτό νά ομιλήση γιά τήν Εκκλησία καί νά αγνοήση τόν συνδυασμό τών ιερών Μυστηρίων μέ τήν μέθοδο τής καθάρσεως τής καρδιάς, τού φωτισμού τού νοός καί τής θεώσεως.

Άλλωστε καί τά τέσσερα κεφάλαια πού ακολουθούν έχουν μιά ενότητα μεταξύ τους, αφού σέ αυτά γίνεται λόγος γιά τήν αποκάλυψη, τήν εμπειρία τής αποκαλύψεως, τούς φορείς τής αποκαλύψεως, τά μνημεία τής αποκαλύψεως καί πώς η αποκάλυψη γίνεται δόγμα καί ηθική.

Έτσι, οι επαναλήψεις είναι φυσικές καί αναγκαίες ως πρός τό μυστήριο τής σωτηρίας τού ανθρώπου καί ως πρός τόν προσδιορισμό τού θέματος τής πνευματικής ζωής. Τό διατύπωσε αυτό άριστα ο Απόστολος Παύλος: «Τά αυτά γράφειν υμίν, εμοί μέν ουκ οκνηρόν, υμίν δέ ασφαλές» (Φιλιπ.γ',1). Όταν μιά διδασκαλία λέγεται μιά φορά, λησμονείται καί παραθεωρείται, ενώ οι επαναλήψεις καταγράφονται στήν σκέψη καί τήν καρδιά. Διαβάζοντας τά κείμενα τών αγίων Πατέρων βλέπουμε ότι τονίζονται οι κεντρικές αποκαλυπτικές αλήθειες, γύρω από τίς οποίες διαρθρώνονται οι σκέψεις τους. Έτσι υπάρχει μιά αρραγής ενότητα.

Βέβαια, κανείς δέν είναι αλάθητος, ούτε καί ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, αλλά τό «πνεύμα» τής θεολογίας πού δίδασκε είναι η θεολογία τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Πατέρων, συντονίζεται στήν διδασκαλία τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. Πρέπει ο αναγνώστης νά δή αυτό τό «πνεύμα» τής διδασκαλίας του, πού είναι η ουσία τής πατερικής παραδόσεως. Καί θά συνιστούσα ή καί θά παρακαλούσα τόν αναγνώστη νά δή τήν διδασκαλία τού π. Ιωάννου στήν ολότητά της καί νά μήν αποσπάση μιά φράση, νά τήν απομονώση καί νά βγάλη συμπεράσματα πού είναι αντίθετα μέ όσα λέγει σέ άλλα σημεία. Γιά παράδειγμα, τά περί δόγματος πρέπει νά τά συνεξετάση μέ όσα λέγονται γιά τήν αποκάλυψη τού Θεού• καί τά περί Προφητών, Αποστόλων καί Πατέρων πρέπει νά τά μελετήση σέ συνδυασμό μέ όσα λέγονται γιά τά άκτιστα καί κτιστά ρήματα καί νοήματα, γιά τήν Αγία Γραφή καί τήν Παράδοση. Μόνον έτσι θά αποκτήση ολοκληρωμένη εικόνα, διαφορετικά θά αδικήση τήν αλήθεια τών λεγομένων.

Ασχολούμενος γιά πολλά χρόνια μέ τήν «Εμπειρική δογματική» –πάνω από είκοσι (20) χρόνια– δόξαζα συνεχώς τόν Θεό, επειδή είμαι μέλος τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, επειδή γνώρισα τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη καί επειδή έφθασε σέ μένα αυτός ο θησαυρός τής πνευματικής του κληρονομιάς.

Νομίζω ότι θά βοηθήση πολλούς αναγνώστες καί θά δώση μιά νέα προοπτική στήν κατανόηση καί βίωση τής δογματικής τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας.
  • Πολλοί βοήθησαν γιά νά εκδοθή αυτός ο πρώτος (Α') τόμος σέ διάφορες φάσεις τής εργασίας.
Δηλαδή ο κ. Αθανάσιος Σακαρέλλος μού έδωσε πολλές μαγνητοταινίες. Η μακαριστή Γερόντισσα Φωτεινή καί οι μοναχές Ιωάννα καί Καλλινίκη τής Ιεράς Μονής Γενεθλίου Θεοτόκου-Πελαγίας, ο κ. Γεώργιος Γεωργάτος καί η κ. Ελένη Παπαδοπούλου-Γεωργάτου απομαγνητοφώνησαν τίς ομιλίες από τίς μαγνητοταινίες. Η κ. Μαίρη Ηλιοπούλου, η κ. Σίσσυ Σεραφετινίδου, οι κ. Γεώργιος καί Ελένη Γεωργάτου πέρασαν τίς χειρόγραφες απομαγνητοφωνήσεις στόν υπολογιστή. Η κ. Βασιλική Μελικίδου έκανε τό ευρετήριο τών θεμάτων. Ο κ. Αναστάσιος Φιλιππίδης καί η κ. Ευθυμία Μαυρομιχάλη μετέφρασαν διάφορα κείμενα από τήν αγγλική στήν ελληνική γλώσσα. Ο Αρχιμ. Καλλίνικος Γεωργάτος καί ο π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας μετέφεραν τίς χειρόγραφες σημειώσεις μου στόν υπολογιστή καί ο πρώτος έκανε τήν τελική επεξεργασία. Η κ. Ελευθερία Σερμπέτη καί η κ. Βασιλική Μελικίδου είδαν τό τελικό κείμενο καί έκαναν σημαντικές φιλολογικές παρατηρήσεις. Η Γερόντισσα τής Ιεράς Μονής Γενεθλίου τής Θεοτόκου-Πελαγίας μοναχή Σιλουανή καί η συνοδεία της επιμελήθηκαν τήν έκδοση αυτή. Τούς ευχαριστώ όλους από καρδίας καί τούς εύχομαι ο Θεός νά τούς ευλογή πλούσια.

Η τελική επιλογή τών αποσπασμάτων καί η σύνδεση μεταξύ τους υπήρξε λίαν κοπιώδης καί μού πήρε πολύ χρόνο. Ζητώ τήν κατανόηση τών αναγνωστών.

Αισθάνθηκα ιδιαίτερη ευλογία πού ασχολήθηκα μέ τά θέματα αυτά, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, καί εύχομαι ο Θεός νά αναπαύση τήν ψυχή του εν χώρα ζώντων, γιά τόν κόπο του καί τόν ζήλο του, αφού όσο ζούσε φλεγόταν από τήν ορθόδοξη θεολογία τής πρώτης Εκκλησίας καί μετέφερε στήν εποχή μας όλο τό «πνεύμα» καί τήν ζωντάνια της.

Έγραφα στήν Ναύπακτο
τήν 6η Αυγούστου 2010
εορτή τής Μεταμορφώσεως τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού †
Ο Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιερόθεος


π. Ιεροθέου Βλάχου: Εμπειρική Δογματική 
της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας


Περιεχόμενα: 
Εισαγωγή
Βιογραφικά καί αυτοβιογραφικά στοιχεία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη

Α' Δόγμα καί ηθική

1. Τό δόγμα
α) Ορισμός τού δόγματος
β) Δόγμα καί μυστήριο
γ) Τό δόγμα ως έκφραση τής εμπειρίας καί ως οδηγός στήν εμπειρία
δ) Ο αντιαιρετικός καί θεραπευτικός σκοπός τού δόγματος
ε) Δόγμα καί εκκλησιαστική ζωή
στ) Εξέλιξη τών δογμάτων
ζ) Δόγματα καί φιλοσοφία
η) Ο θεραπευτικός χαρακτήρας τού δόγματος ως βάση τού διαλόγου μέ άλλες Ομολογίες
θ) Σύνδεση τού δόγματος με την ηθική – ασκητική

2. Η ηθική

α) Φιλοσοφική, θρησκευτική καί κοινωνική ηθική
β) Χριστιανική ηθική
γ) Η ορθόδοξη ηθική ως ασκητική

Β' Η εμπειρία τής αποκαλύψεως

1. Η αξία τής εμπειρίας - πείρας
2. Η εμπειρία ως βάση τής ορθοδόξου θεολογίας
3. Αποκάλυψη καί εμπειρία
4. Εμπειρία καί είδη εμπειριών
5. Γνήσια εμπειρία
6. Μεταφορά τής εμπειρίας

Γ' Οι φορείς τής αποκαλύψεως
1. Θεούμενοι
α) Ορολογία
β) Θεοπτία – θεολογία τών θεουμένων

2. Η ενότητα Προφητών, Αποστόλων καί αγίων
3. Προφήτες

α) Οι Προφήτες τής Παλαιάς καί τής Καινής Διαθήκης
β) Τό προφητικό χάρισμα

4. Απόστολοι
α) Η ζωή καί τό έργο τών Αποστόλων
β) Αποστολική ζωή, παράδοση καί διαδοχή


5. Πατέρες
α) Τό έργο τών Πατέρων
β) Η θεόπνευστη θεολογία τών Πατέρων
γ) Πατερική περίοδος

6. Άγιοι
α) Ποιός είναι άγιος
β) Η εμπειρική δύναμη τής πίστεως

Δ' Τά μνημεία τής αποκαλύψεως

1 Άρρητα-άκτιστα ρήματα καί κτιστά ρήματα καί νοήματα

α) Διάκριση μεταξύ αρρήτων ρημάτων καί κτιστών ρημάτων καί νοημάτων
β) Η αποκάλυψη τού Θεού μέ άρρητα ρήματα
γ) Η μεταφορά τών αρρήτων-ακτίστων ρημάτων μέ κτιστά ρήματα καί νοήματα
δ) Από τα κτιστά ρήματα στα άρρητα ρήματα

2. Η «Παρακαταθήκη τής πίστεως»

3. Αγία Γραφή

α) Αγία Γραφή καί αποκάλυψη
β) Η θεοπνευστία τής Αγίας Γραφής
γ) Συντηρητικός καί φιλελεύθερος
δ) Ο σκοπός τής Αγίας Γραφής
ε) Η ερμηνεία τής Αγίας Γραφής

4. Παλαιά καί Καινή Διαθήκη

α) Η αξία τής Παλαιάς Διαθήκης
β) Σχέσεις μεταξύ Παλαιάς καί Καινής Διαθήκης
γ) Διαφορά μεταξύ Παλαιάς καί Καινής Διαθήκης

5. Ιερά Παράδοση καί παραδόσεις

α) Η ορθόδοξη παράδοση
β) Η ουσία τής ορθοδόξου παραδόσεως
γ) Μετάδοση τής παραδόσεως
δ) Παράδοση καί παραδόσεις
ε) Η ερμηνεία τής Ιεράς Παραδόσεως μέσα από τίς επιστήμες τής αστρονομίας καί ιατρικής

Εμπειρική Δογματική
Τόμος Α'

Επίμετρον

Στά κεφάλαια πού προηγήθηκαν καί θά διασαφηνισθούν καλύτερα στόν επόμενο τόμο, παρουσιάσθηκε η ρωμαλέα θεολογική σκέψη τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, πού συνέδεσε τήν δογματική μέ τήν ασκητική, τήν αποκάλυψη μέ τήν εμπειρία, τήν Παλαιά μέ τήν Καινή Διαθήκη, τήν πανεπιστημιακή καθέδρα μέ τό ερημητήριο τού ασκητού. Πρόκειται γιά τήν ευαγγελική ζωή πού μπορεί νά βιωθή σέ όλους τούς χώρους, από όλους τούς ανθρώπους, στούς οποίους ενεργεί τό Άγιον Πνεύμα καί εκείνοι ανταποκρίνονται στήν ενέργειά Του.

Ως επιλεγόμενα θά καταγράψω τέσσερα ενδιαφέροντα σημεία, πού συναντά κανείς στόν λόγο τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη.

1. Η ενότητα τής Εκκλησίας εκφράζεται στήν θεία Ευχαριστία, στό δόγμα καί τήν προσευχή. Δέν μπορεί νά απολυτοποιήται καμμία από τίς τρείς αυτές πλευρές τής εκκλησιαστικής ζωής ούτε καί νά αυτονομήται από τίς άλλες. Ο Andrew Sopko, στήν μελέτη του γιά τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη, έδειξε ότι η σκέψη του εκινείτο στήν ορθόδοξη προοπτική. Ο π. Ιωάννης συμπλήρωσε απόψεις άλλων, οι οποίοι στήριζαν τήν ενότητα τής Εκκλησίας στήν θεία Ευχαριστία ή στόν Επίσκοπο ή καί στούς δύο μαζί, μέ τό νά παρουσιάση επαρκώς, εκτός από τήν αξία τής θείας Ευχαριστίας καί τήν αξία τής Αγίας Γραφής (Παλαιάς καί Καινής Διαθήκης), τών δογμάτων τής Εκκλησίας καί τής προσευχής, ιδίως τής νοεράς-καρδιακής προσευχής, πού οδηγεί στόν δοξασμό. Έτσι καταλαβαίνουμε ότι η εκκλησιαστική ζωή έχει μία πληρότητα πού αναπαύει τόν άνθρωπο.

Στήν θεία Ευχαριστία παρευρίσκονται μέλη τής Εκκλησίας πού βαπτίσθηκαν καί χρίσθηκαν καί στούς οποίους ενεργοποιείται τό χάρισμα αυτό μέ τήν άσκηση καί τήν προσευχή. Επίσης, στήν θεία Ευχαριστία ομολογείται τό Σύμβολο τής Πίστεως (δόγματα) καί ακούγεται ο λόγος περί τής αποκαλύψεως, πού περιλαμβάνεται στήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, ερμηνεύεται αυτός ο αποκαλυπτικός λόγος από τόν Επίσκοπο, ο οποίος οφείλει νά είναι προφήτης-διδάσκαλος καί όχι απλώς προεστώς τής ευχαριστιακής συνάξεως.

Άλλωστε οι δύο μαθητές τού Χριστού στήν πορεία τους πρός Εμμαούς άκουγαν τόν Ίδιο τόν Αναστάντα Χριστό –χωρίς ακόμη νά Τόν αναγνωρίσουν– νά τούς διερμηνεύη «εν πάσαις ταίς γραφαίς τά περί εαυτού», «αρξάμενος από Μωϋσέως καί από πάντων τών προφητών». Κατά τήν διαδικασία αυτής τής ερμηνείας φλεγόταν η καρδιά τών μαθητών, γι’ αυτό αργότερα είπαν: «ουχί η καρδία ημών καιομένη ήν εν ημίν, ως ελάλει ημίν εν τή οδώ καί ως διήνοιγεν ημίν τάς γραφάς;». Στήν συνέχεια Τόν αναγνώρισαν κατά τήν διάρκεια τού Δείπνου όταν έλαβε τόν άρτον, τόν ευλόγησε «καί κλάσας επεδίδου αυτοίς» (Λουκ. κδ', 13-25). Αυτό σημαίνει ότι η πορεία τών Χριστιανών πρός τήν γνώση τού Θεού, κατά τό μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας, περνά μέσα από τήν καύση τής καρδίας, πού γίνεται μέ τήν ενέργεια τού Λόγου τού Θεού, κατά τήν διδασκαλία, αλλά καί τήν προσευχή. Χωρίς αυτήν τήν πνευματική καύση τής καρδίας δέν αναγνωρίζεται ο αναστάς Χριστός κατά τό μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας.

2. Η ησυχαστική παράδοση, γιά τήν οποία κάνει λόγο ο π. Ιωάννης, δέν είναι μιά ζωή πού προσέλαβε η Εκκλησία από άλλες παραδόσεις –ινδουϊστική, φιλοσοφική, σουφική– αλλά είναι η γνήσια προφητική, αποστολική καί πατερική ζωή. Η ησυχαστική παράδοση, μέ άλλα λόγια, δέν εφευρέθηκε από τούς Πατέρες σέ διάφορες εποχές, αλλά είναι η γνήσια ζωή τών φίλων τού Θεού, είναι ο δρόμος πρός τήν θέωση καί τόν αγιασμό.

Αυτή η ησυχαστική παράδοση διατυπώθηκε από τούς Πατέρες μέ τρείς όρους, ήτοι κάθαρση, φωτισμό, θέωση. Δέν πρόκειται γιά μιά ανακάλυψη μερικών Πατέρων ή διδασκάλων, αλλά γιά τήν ζωή πού ανευρίσκεται στήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, υποδείχθηκε από τόν άσαρκο καί σεσαρκωμένο Λόγο καί από τoύς φίλους Του, οι οποίοι ήλθαν σέ κοινωνία μαζί Του.

Στήν Αγία Γραφή δέν παρουσιάζεται μόνον αυτή η ζωή, αλλά καί οι όροι-λέξεις: «κάθαρση», «φωτισμός», «δοξασμός-τελείωση». Στούς Πατέρες, ο όρος «δοξασμός-τελείωση» λέγεται «θέωση». Μπορεί κανείς νά παρουσιάση πάμπολλα αγιογραφικά χωρία γιά νά τό στηρίξη αυτό. Αλλά καί άν τούς όρους αυτούς τούς χρησιμοποίησε ο Ωριγένης –πού έχει καταδικασθή από τήν Εκκλησία– ή οι μαθητές του, δέν έχει μεγάλη σημασία, όταν η ίδια η Εκκλησία, ως πνευματικός οργανισμός, υιοθέτησε αυτήν τήν ορολογία. Η Εκκλησία, όπως στά δόγματα υιοθέτησε τήν ορολογία τών φιλοσόφων, χωρίς νά θεωρήται ότι η θεολογία μετατράπηκε σέ φιλοσοφία, έτσι καί γιά τήν μέθοδο τής θεώσεως η Εκκλησία χρησιμοποίησε όρους, όπως κάθαρση, φωτισμός, θέωση, χωρίς νά θεωρήται αυτή η παράδοση «ωριγενιστική».

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας σέ επιστολή του στόν Πρεσβύτερο Ευλόγιο μεταξύ άλλων γράφει: «ότι ου πάντα όσα λέγουσιν οι αιρετικοί, φεύγειν καί παραιτείσθαι χρή• πολλά γάρ ομολογούσιν, ών καί ημείς ομολογούμεν». Όσοι όμως έχουν διαφορετική άποψη, προσβάλλουν καί τούς μεγάλους Καππαδόκες Πατέρες, τόν άγιο Μάξιμο τόν Ομολογητή, τόν άγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, τόν άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά κλπ., τούς οποίους η Εκκλησία κατέταξε σέ περίοπτη πνευματική θέση καί καταδίκασε όσους αντιδρούσαν στήν διδασκαλία τους.

Ακόμη δέ καί αυτή η στάση τού σώματος τού ησυχαστού κατά τήν εξάσκηση τής ευχής, τά λόγια τής ευχής καί ο τρόπος συγκεντρώσεως τού νού, όπως ανέλυσε διεξοδικά καί θεολογικά ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ανευρίσκονται σέ διάφορα χωρία τής Παλαιάς ή τής Καινής Διαθήκης, εντοπίζονται στούς αρχαίους Πατέρες τής Εκκλησίας καί γι’ αυτό δέν είναι ανάγκη νά αποδοθούν σέ έξωθεν επιδράσεις.

3. Βεβαίως, γιά νά καταγραφή η δογματική καί ησυχαστική παράδοση, οι άγιοι Πατέρες δανείσθηκαν όρους τής εποχής τους, πού προέρχονταν από τήν φιλοσοφία, όπως τούς χρησιμοποιούσαν οι οπαδοί τού «εξελληνισμένου Χριστιανισμού». Αλλά καί σέ αυτές τίς περιπτώσεις υπάρχει χαώδης διαφορά μεταξύ ρήματος καί νοήματος. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά: «Κάν τις τών Πατέρων τά αυτά τοίς έξω φθέγγηται, αλλ’ επί τών ρημάτων μόνον• επί δέ τών νοημάτων, πολύ τό μεταξύ• νούν γάρ ούτοι, κατά Παύλον, έχουσι Χριστού, εκείνοι δέ, ειμή τι καί χείρον, εξανθρωπίνης διανοίας φθέγγονται». Από τό χωρίο αυτό φαίνεται καθαρά ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ νοημάτων καί ρημάτων. Τά νοήματα είναι αποκαλυπτικά, τά δέ ρήματα προσλαμβάνονται από τό περιβάλλον, αλλά καί αυτά, εφ’ όσον υιοθετούνται από τούς Πατέρες καί κατοχυρώνονται από Συνόδους, είναι ορθόδοξα.

Έτσι, δέν μπορούμε νά εντοπίζουμε επηρεασμούς τών Πατέρων από διάφορες άλλες χριστιανικές καί εξωχριστιανικές παραδόσεις, ως πρός τό περιεχόμενο τής διδασκαλίας τους. Μιά τέτοια ερμηνεία είναι υπονόμευση τής όλης αγιοπνευματικής εμπειρίας τών αγίων μας. Ούτε μπορούμε νά αποδίδουμε χαρακτηρισμούς στήν διδασκαλία τών αγίων Πατέρων ως «ωριγενίζουσα», «ευαγριανή», «μακαριανή» κλπ. Η ενέργεια τού Αγίου Πνεύματος υπάρχει πλούσια μέσα στήν Εκκλησία καί όσοι ζούν πραγματικά στό Σώμα τού Χριστού καί λαμβάνουν τήν Χάρη τού Αγίου Πνεύματος καί τήν διαφυλάσσουν ενεργούσα, αυτοί έχουν τήν ίδια παράδοση, τήν ίδια εμπειρία.

Επομένως, η γνήσια ησυχαστική ζωή ανευρίσκεται στούς Προφήτες, τούς Αποστόλους, τούς Πατέρες καί, γενικά, σέ όλους τούς αγίους τής Εκκλησίας. Μιά διαφορετική ερμηνεία είναι ανθρωποκεντρική καί κατ’ επέκταση διαβρωτική καί υπονομευτική τής ορθοδόξου παραδόσεως.

4. Τίθεται θέμα ερμηνείας τής διδασκαλίας τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών Πατέρων. Γιά παράδειγμα κάθε γνήσια ερμηνεία τών διαφόρων επιστημόνων (ιατρών, μαθηματικών, φυσικών κλπ.) γίνεται από τούς ίδιους τούς επιστήμονες τών ειδικοτήτων αυτών, δηλαδή ο ιατρός καταλαβαίνει τόν ιατρό, ο μαθηματικός τόν μαθηματικό, κ.ο.κ. Αυτό σημαίνει ότι ο άγιος καταλαβαίνει τόν άγιο καί η καλύτερη ερμηνευτική τής διδασκαλίας τών αγίων δέν γίνεται από φιλοσοφούντες στοχαστές, ούτε από αιρετικούς, αλλά από αγίους πού βιώνουν τήν ίδια ευαγγελική ζωή μέ τούς φίλους τού Θεού. Η επιχειρούμενη ερμηνεία μέ διαφορετικές προϋποθέσεις είναι εσφαλμένη. Είναι ωσάν οι μάρτυρες τού Γιεχωβά καί οι ποικιλώνυμες παρατάξεις τών Προτεσταντών νά ερμηνεύουν τήν Αγία Γραφή.

Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, πού μελέτησε φιλοσοφία, γνώρισε τήν αλλοίωση τού Χριστιανισμού στήν Δύση, όπως επίσης γνώρισε καί τήν ησυχαστική παράδοση τών αληθινών ησυχαστών, διέφυγε τόν κίνδυνο τών παρερμηνειών καί μάς παρουσίασε τήν αυθεντικότητα τής ορθοδόξου παραδόσεως. Ο ησυχασμός είναι η γνήσια προφητική, αποστολική καί πατερική ζωή• είναι η βίωση τού μυστηρίου τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως τού Χριστού. Γι’ αυτό καί οφείλουμε στόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη μεγάλη ευγνωμοσύνη, αφού η διδασκαλία του είναι ορθόδοξη καί στηρίζεται σέ Οικουμενικές Συνόδους, η δέ ησυχαστική διδασκαλία –όπως εκφράσθηκε από τόν άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά– έχει κατοχυρωθή από τίς Συνόδους τού 14ου αιώνος (1341-1351). Είναι χαρακτηριστικό ότι στόν Συνοδικό Τόμο τού 1347, αφού αφορίσθηκε καί αποκηρύχθηκε ο Βαρλαάμ, στήν συνέχεια γράφεται:

«Αλλά καί εί τις έτερος τών απάντων τά αυτά ποτέ φωραθείη ή φρονών ή λέγων ή συγγραφόμενος κατά τού ειρημένου τιμιωτάτου ιερομονάχου κυρού Γρηγορίου τού Παλαμά καί τών σύν αυτώ μοναχών, μάλλον δέ κατά τών ιερών θεολόγων καί τής Εκκλησίας αυτής, τά αυτά καί κατ ’ αυτού ψηφιζόμεθα καί τή αυτή καταδίκη καθυποβάλλομεν (αφορισμόν καί αποκήρυξιν), είτε τών ιερωμένων είη τις, είτε τών λαϊκών.

Αυτόν τούτον τόν πολλάκις ρηθέντα τιμιώτατον ιερομόναχον κύρ Γρηγόριον τόν Παλαμάν καί τούς αυτώ συνάδοντας μοναχούς... ασφαλεστάτους τής Εκκλησίας καί τής ευσεβείας προμάχους καί προαγωνιστάς καί βοηθούς ταύτης αποφαινόμεθα...

Καί η ένθεσμος διά πάντων καί κανονική αύτη ψήφος καί απόφασις ακίνητος εις αιώνα, Χριστού χάριτι, τόν σύμπαντα διατηρηθήσεται».

Τό ίδιο επαναλήφθηκε καί στόν Συνοδικό τόμο τής Συνόδου τού 1351, η οποία από Ορθοδόξους έχει θεωρηθή ως Θ' Οικουμενική Σύνοδος καί έχει όλα τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα Οικουμενικής Συνόδου.

Η θεολογία τού ησυχασμού, ως διδασκαλία, ορολογία καί μεθοδολογία, είναι κατά πάντα ορθόδοξη, η δέ άρνησή της αντιβαίνει στήν ορθόδοξη διδασκαλία τής Εκκλησίας καί συνιστά αίρεση.

Για την αγορά των 2 τόμων δείτε στις εκδόσεις εδώ
Εκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας)


Σύνοψη του βιβλίου «Εμπειρική δογματική 
της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας»


Πριν λίγο καιρό εξέδωσα τον Α' τόμο του βιβλίου «Εμπειρική Δογματική», κατά τις προφορικές ομιλίες του μακαριστού Καθηγητού π. Ιωάννου Ρωμανίδη, με τα τέσσερα κεφάλαια "Δόγμα και ήθος", "Η εμπειρία της αποκαλύψεως", "Φορείς της αποκαλύψεως" και τα "Μνημεία της αποκαλύψεως".
  • Το βιβλίο αυτό στην πραγματικότητα ήταν μια εισαγωγή στην εμπειρική δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Με την παρούσα έκδοση αντιμετωπίζονται επί μέρους θέματα, όπως η θεολογία περί της Αγίας Τριάδος, η δημιουργία του κόσμου, η πτώση του ανθρώπου, η ενανθρώπηση του Λόγου, η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού και κοινωνία θεώσεως και η μετά θάνατον ζωή.
Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν γίνεται πλήρης δογματική ανάλυση των θεμάτων αυτών, κατά την όλη παράδοση της Εκκλησίας, αλλά τονίζονται τα ανωτέρω δογματικά θέματα ως προς την εμπειρία, δηλαδή σχετίζονται με την εμπειρική γνώση τους και, συγκεκριμένα, αναλύεται πως τα δόγματα είναι καρποί της θεοπτικής εμπειρίας των Προφητών, Αποστόλων και Πατέρων και πως, στην συνέχεια, τα δόγματα μετατρέπονται σε προσωπική εμπειρία, πως, δηλαδή, γίνονται αίμα και τροφή στον πνευματικό μας οργανισμό.

Η βάση όλων των αναλύσεων είναι ότι οι θεόπτες -Προφήτες, Απόστολοι, Πατέρες- έχουν την αυθεντική και άμεση γνώση του Θεού και εμείς που τους δεχόμαστε και τους ακολουθούμε έχουμε έμμεση γνώση του Θεού, μπορούμε όμως, όταν ζούμε πραγματικά στην Εκκλησία, να αποκτήσουμε άμεση γνώση του Θεού. [...] (από τον πρόλογο του βιβλίου)

1η δημοσίευση 26 Ιανουαρίου 2014 Τελευταία ενημέρωση
και έλεγχος συνδέσμων: 31 Οκτωβρίου 2019 στις 07:21
www.sophia-ntrekou.gr/2014/01/orismos-toy-dogmatos-pwmanidis


Βίντεο: Παρουσίαση του έργου "Εμπειρική Δογματική κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννη Ρωμανίδη" του σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου στην Στοά του Βιβλίου, Αθήνα. 19 Ιανουαρίου 2011.


Κείμενα του π. Ιωάννη Ρωμανίδη



    Δεν υπάρχουν σχόλια: