Η αγιότητα του Μεγάλου Κωνσταντίνου και οι Προφητείες σχετικές με τον Άγιο Κωνσταντίνο

Ο Μέγας Κωνσταντίνος, μωσαϊκό στην Αγία Σοφία (Κωνσταντινούπολη), π. 1000
Ο Άγιος Κωνσταντίνος, ψηφιδωτό στον Ι.Ν. 
Αγιάς Σοφιάς (Κωνσταντινούπολη), π. 1000

Η μνήμη των Αγίων θεοστέπτων βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνστα­ντίνου και Ελένης τελείται από κοινού την 21η Μαΐου, ενώ στις 11 Μαΐου η Εκκλησία μας ενθυμείται τα εγκαίνια της Βασιλίδος των πόλεων Κωνστα­ντινουπόλεως στις 11 Μαΐου 330 μ.Χ. Δείτε σχετικά εδώ). 

Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη, είναι οι Ρωμαίοι 
Αυτοκράτορες που εδραίωσαν το Χριστιανισμό στην Ευρώπη

Με το διάταγμα των Μεδιολάνων επέβαλαν την ανεξιθρησκία και ουσιαστικά επέτρεψαν στους Χριστιανούς να πιστεύουν και να ασκούν τα λατρευτικά τους καθήκοντα χωρίς να διώκονται.

Η αγιότητα του Μεγάλου Κωνσταντίνου

Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε νηφάλια ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α', κόκκινο πανί για τους κάθε είδους πολέμιους του χριστιανισμού, είναι και μέγας και άγιος. Η παύση των διωγμών και οι αποφάσεις περί ανεξιθρησκίας, γεγονότα τεράστιας ιστορικής και ανθρωπιστικής σημασίας, αρκούν για να επιβεβαιώσουν του λόγου του αληθές· επειδή όμως το όνομά του έχει περιβληθεί με διάφορους αντιχριστιανικούς μύθους, ας εξετάσουμε την περίπτωσή του κάπως εκτενέστερα.

Δεν υπάρχει καμιά επίσημη εκκλησιαστική απόφαση που να ανακηρύσσει άγιο τον Κωνσταντίνο, ούτε και σημειώνεται κάπου η αρχή της απόδοσης τιμής αγίου προς αυτόν. Με το μεγάλο σύγχρονό του Πατέρα της Εκκλησίας Μέγα Αθανάσιο ήρθε σε σύγκρουση, λόγω μιας όψιμης υποστήριξης προς τον Άρειο, ο δε ιστορικός και βιογράφος του Ευσέβιος Καισαρείας δεν είχε το κύρος που θα του επέτρεπε να επιβάλει κατά κανένα τρόπο μια «αγιοποίηση» του Κωνσταντίνου. Τέλος, οι διάδοχοί του πολέμησαν να γκρεμίσουν αυτά που ο ίδιος είχε ονειρευτεί· ο Κωνστάντιος υποστήριξε τον αρειανισμό, κατάργησε την πίστη της Συνόδου της Νίκαιας και δίωξε τους ορθόδοξους, το ίδιο και ο Ουάλης, ενώ ανάμεσά τους ο Ιουλιανός επίσης υπέσκαψε την Εκκλησία με κάθε τρόπο (και με αίμα [1]) προσπαθώντας να παλινορθώσει την εθνική θρησκεία της θεουργίας και των αναρίθμητων θυσιών (βλ. για τον Ιουλιανό τη μονογραφία του Ιωάννη Κ. Τσέντου Ιουλιανός ο Παραβάτης, εκδ. Τήνος, Αθήνα 2004 – υπάρχει και στο Διαδίκτυο εδώ).

Ο Κωνσταντίνος λοιπόν αγιοποιήθηκε από το λαό. Το φανερώνει το πλήθος των χριστιανών που φέρουν το όνομά του. Ο Ευσέβιος καταγράφει ότι, αμέσως μετά το θάνατό του, ο στρατός ξέσπασε σε θρήνους, από τον τελευταίο οπλίτη μέχρι τους ανώτερους αξιωματικούς, για «το σωτήρα, το φύλακα, τον ευεργέτη… τον αγαθό ποιμένα», ενώ παρόμοιες ήταν οι αντιδράσεις του λαού, όταν το σκήνωμά του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη (P.G. 20, 1220-1224). Και ήταν φυσικό, εφόσον «βαθύς ανθρωπισμός και μέριμνα διά την δικαιοσύνην χαρακτηρίζουν τα νομοθετικά κοινωνικά μέτρα, άτινα έλαβεν ο Κωνσταντίνος μετά την σύνοδον της Νικαίας. Διάκειται δυσμενώς προς την παλλακείαν και απηγόρευσε το βάρβαρον έθιμον των αγώνων των μονομάχων. Δεν επιτρέπει να χωρίζουν τας οικογενείας των δούλων, όταν τα πωληθέντα κρατικά κτήματα, εις ά μέχρι τότε διεβίουν, διενέμοντο μεταξύ των νέων δικαιούχων.

Κατήργησε τον διά σταυρού θάνατον, απηγόρευσε τον στιγματισμόν εις το πρόσωπον και εθέσπισεν, όπως οι κρατούμενοι εις τας φυλακάς δικαιούνται καθ’ εκάστην να βλέπουν το φως του ηλίου. Χαρακτηριστικός της ενδελεχούς φροντίδος του απτοκράτορος διά την επιβολήν της ηθικής τάξεως είναι ο νόμος ο κολάζων την απαγωγήν παρθένου και ο νόμος ο αξιών παρά του επιτρόπου, όπως σεβασθή την παρθενίαν της υπ’ αυτού επιτροπευομένης νεάνιδος» (Αικατερίνης Χριστοφιλοπούλου,Βυζαντινή Ιστορία, Α', 324-610, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 135).

Η απαγόρευση του στιγματισμού στο πρόσωπο, μέτρο ευνοϊκό κυρίως για τους δούλους, από επίδραση της χριστιανικής ιδέας για τον άνθρωπο ως πλασμένο κατ’ εικόνα Θεού, καθώς και η μέριμνα για τις οικογένειες των δούλων, σημαίνουν ότι ο δούλος αντιμετωπίζεται πλέον ως άνθρωπος, όχι ως αντικείμενο, πράγμα που ανατρέπει εντελώς της καθιερωμένη οπτική της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, για να φτάσουμε στο Χρυσόστομο, σχεδόν ένα αιώνα μετά, που θα επιχειρηματολογήσει υπέρ της αδελφότητας κυρίων και δούλων (P.G. 62, 711). 

Ο Κωνσταντίνος εξαγόραζε ο ίδιος και απελευθέρωνε αιχμάλωτους στρατιώτες του εχθρού, τους οποίους είχαν συλλάβει οι στρατιώτες του! (Ευσεβίου, Εις τον βίον του μακαρίου Κωνσταντίνου του βασιλέως, Λόγος Β', ΙΓ', P.G. 20, 992) Προσθέτω σ’ αυτά την απαγόρευση της παλλακείας για τους έγγαμους (της συνύπαρξης συζύγου και παλλακίδας, δηλ. «επίσημης ερωμένης») και το εξαιρετικά φιλολαϊκό μέτρο της καθιέρωσης της Κυριακής ως αργίας «διά τον αστικόν πληθυσμόν», ενώ «οι κάτοικοι της υπαίθρου αφίενται ελεύθεροι να ρυθμίζουν τας αγροτικάς ασχολίας των αναλόγως των καιρικών συνθηκών» [2].

Σύμφωνα με τους χριστιανούς, η αγιότητα του Κωνσταντίνου δεν είναι τιμητικός τίτλος, που του αποδόθηκε λόγω «της καθοριστικής υποστήριξης και της προσφοράς του προς την Εκκλησία», αλλά γεγονός επιβεβαιωμένο από το Θεό με θαύματα· όχι μόνο με την περίφημη θεοσημεία του σταυρού («Εν τούτω νίκα»), αλλά και με το όραμα αγγέλου, που τον καθοδηγούσε κατά τη χάραξη των ορίων της Κωνσταντινούπολης, με μυροβλυσία κατά το θάνατό του, με πλήθος ιάσεων στον τάφο του, αλλά και μεταγενέστερα θαύματα, όπως –ως Ρεθύμνιος λέω– η καθημερινή μετακίνηση της εφέστιας εικόνας της μονής Αρκαδίου στον τόπο ίδρυσής της από τη μονή Βενίου, στην οποία τη μετέφεραν οι ντόπιοι.

Ακόμη κι αν τα παραπάνω τεκμήρια θεωρηθούν μύθοι, πρέπει να τονίσω ότι ένας λαός δεν πλάθει μύθους θαυμάτων και αγιότητας για ένα βασιλιά, αν δεν τον θεωρεί γεμάτο αγάπη και διαποτισμένο από τη θεία χάρη.

Για την ιστορία, ας αναφέρουμε ότι ο άγιος δεν απαγόρευσε την ειδωλολατρία ούτε αναγόρευσε το χριστιανισμό σε επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας (αυτή τη θέση συνέχισε να την κατέχει η αρχαία θρησκεία, της οποίας ο ίδιος ήταν ανώτατος αρχιερέας, κατά τους θεοκρατικούς ρωμαϊκούς θεσμούς), δεν έκλεισε τους αρχαίους ναούς, εκτός από λίγους, στους οποίους εκπορνεύονταν κορίτσια, όπως της Αστάρτης στα Άφακα της Φοινίκης, και ένα δεύτερο πάνω στον Πανάγιο Τάφο, για ευνόητους λόγους. Αντίθετα, ίδρυσε στη νεογέννητη Κωνσταντινούπολη και ναούς της Ρέας και της Τύχης, μεταφέροντας στον πρώτο το πανάρχαιο ξόανο της θεάς από το όρος Δίδυμο και στο δεύτερο το άγαλμα της Τύχης από την παλαιά Ρώμη. Απαγόρευσε μόνο τη μυστική, ιδιωτική άσκηση της μαντείας, ακολουθώντας τα βήματα του εθνικού Οκταβιανού, όχι για θρησκευτικούς λόγους, αλλά επειδή αποτελούσε πρόφαση συνωμοτικών ενεργειών [3].

 

Συκοφαντείται ως αδίστακτος, αν και τόσο φιλάνθρωπος, επειδή διέταξε την εκτέλεση του γιου του, του Κρίσπου (αν το έκανε, γιατί υπάρχουν υπόνοιες πως ο νέος δολοφονήθηκε στη φυλακή από ανθρώπους της μητριάς του Φαύστας), όμως αυτό είναι μάλλον απόδειξη της αρετής του· ο Κρίσπος κατηγορήθηκε (άδικα, όπως αποδείχτηκε) για βιασμό της Φαύστας και ο πατέρας του έπρεπε να επιλέξει αν θα εφάρμοζε το νόμο στον ίδιο το γιο του ή θα τον αποδείκνυε αυθαίρετα υπεράνω του νόμου. Επέλεξε το πρώτο, όσο οδυνηρό κι αν ήταν σίγουρα γι’ αυτόν. Ίσως αυτός ήταν ο λόγος που, αν και είχε ζήσει εφαρμόζοντας όσο μπορούσε την ουσία της χριστιανικής διδασκαλίας, δέχτηκε το βάφτισμα μόνο όταν ήξερε ότι είχε ασθενήσει προς θάνατον, υποβληθείς σε ισόβια μετάνοια πιθανόν από τον άγιο Όσιο Κορδούης, όχι επειδή εφάρμοσε το νόμο, αλλά επειδή καταδίκασε έναν αθώο.

Ο ιστορικός Ζώσιμος, παγανιστής και προκατειλημμένος κατά του Κωνσταντίνου, μετά τα μέσα του 5ου αιώνα, έγραψε πως αργότερα η Φαύστα θανατώθηκε στο λουτρό της μέσα σε βραστό νερό, όμως οι πηγές της εποχής δεν κάνουν λόγο για κάτι τέτοιο – και, αλήθεια, οι Πατέρες της Εκκλησίας δε θα παρέλειπαν να καταδικάσουν μια τέτοια πράξη, όπως αργότερα ο άγιος Αμβρόσιος τη σφαγή της Θεσσαλονίκης από το Θεοδόσιο (βλ. εδώ). Ο άγιος Όσιος Κορδούης, ο Μ. Αθανάσιος κ.π.ά., ακόμη και ο Μέγας Αντώνιος και οι Πατέρες της ερήμου, θα το είχαν αναφέρει τουλάχιστον σε κάποια επιστολή. Αντίθετα, ο άγιος Ιερώνυμος (366-419 μ.Χ.), πολύ πιο κοντινός στα γεγονότα από το Ζώσιμο, γράφει πως η Φαύστα πέθανε τρία ή τέσσερα χρόνια μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου (Κώστα Β. Καραστάθη Ο Άγιος Κωνσταντίνος ο Μέγας και η εναντίον του πολεμική, Μπαρτζουλιάνος, Αθήνα Μάιος 2006, σελ. 35-41).

Η σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου ήταν ένα μεγαλόπνοο σχέδιο, που φανέρωνε πόσο δημοκρατικό θεωρούσε ο Κωνσταντίνος το χριστιανισμό. Στην Οικουμενική Σύνοδο ο ίδιος (τυπικά ειδωλολάτρης και ανώτατος αρχιερέας της εθνικής θρησκείας) παρευρέθηκε χωρίς να παρέμβει καθόλου στις εργασίες της. Δεν ήταν ούτε πρόεδρος, θέση που μάλλον είχε αναλάβει ο Ευστάθιος Αντιοχείας (βλ. Βλασίου Ι. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία Α', σελ. 437).

Οι εκκλησιαστικοί ιστορικοί Ευσέβιος Καισαρείας, Θεοδώρητος Κύρου, Φιλοστόργιος και Σωκράτης συμφωνούν πως ο άγιος δεν παρενέβη καθόλου στις εργασίες της Συνόδου, ενώ δεν υπάρχει καμία αρχαία μαρτυρία για το αντίθετο. Ο Κωνσταντίνος δεν γνώριζε τη χριστιανική θεολογία, δεν έκανε καμία πρόταση στη Σύνοδο, δεν επέβαλε καμία ιδέα, περίμενε απλώς να δει τι θα αποφασίσουν οι επίσκοποι και αυτό που κυρίως τον ενδιέφερε ήταν η ομόνοια στην αυτοκρατορία, που ταρασσόταν από τον αρειανισμό.

Εξυπακούεται ότι οι αρνούμενοι την αγιότητα του Κωνσταντίνου, και μάλιστα οι πολέμιοί της, θεωρούν απάτη προς παραπλάνηση των μαζών τον ισχυρισμό του για το όραμα του σταυρού. Η άποψή τους οφείλεται στην υποταγή της Ιστορίας στα ερμηνευτικά και ιδεολογικά μοντέλα της νεωτερικότητας, σύμφωνα με τα οποία τα γεγονότα έχουν μόνο πολιτικά και οικονομικά, και όχι πνευματικά, αίτια.

Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια - π. Γεώργιος Μεταλληνός

Ο Κωνσταντίνος δεν εξαπάτησε το λαό· υποστήριξε το χριστιανισμό γιατί τον πίστεψε. Οι χριστιανοί κατά τη μεταστροφή του δεν ήταν παρά το ένα δέκατο του πληθυσμού της αυτοκρατορίας – δε μπορούσε να στηριχτεί σ’ αυτούς για πολιτικούς λόγους. Το ότι δεν έθετε τη δημόσια εικόνα του πάνω από τις πεποιθήσεις του φαίνεται και από την άρνησή του να τελέσει την καθιερωμένη θυσία στο Καπιτώλιο το 326, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις των εθνικών και θραύση των αγαλμάτων του. Η σοφή αντίδρασή του στην προτροπή των συμβούλων του για αντίποινα είναι γνωστή: άγγιξε το πρόσωπό του και είπε χαριτολογώντας «δε βλέπω να έχει σπάσει τίποτα».

Επιπλέον, ποτέ δε διαφήμισε το όραμά του, ούτε το εκμεταλλεύτηκε για να παραστήσει τον άγιο, αν και του δόθηκε η ευκαιρία αμέτρητες φορές, τόσο κατά τη σύνοδο της Νίκαιας όσο και αργότερα, στην αντιπαράθεσή του με τον Αθανάσιο· το εκμυστηρεύθηκε ιδιωτικά στους ανθρώπους του περιβάλλοντός του, από το οποίο προέρχονται και οι δύο αναφορές σ’ αυτό, του Ευσέβιου και του Λακτάντιου.

Ας σημειώσουμε εδώ ότι ανάλογη εμπειρία είχε και ο Λικίνιος, λίγο μετά τις αποφάσεις των Μεδιολάνων, πριν τη μάχη εναντίον των πολλαπλάσιων δυνάμεων του (επιτιθέμενου) Μαξιμίνου στην Αδριανούπολη: ο ίδιος διέταξε το γραμματέα του επί των απορρήτων να καταγράψει μια προσευχή, που του υπαγόρευσε άγγελος Κυρίου στον ύπνο του· η προσευχή αυτή διανεμήθηκε στο στρατό και εκφωνήθηκε ομαδικά πριν την έναρξη της μάχης. Εκείνος όμως αρνήθηκε την πρόσκληση και παρέβη τις αποφάσεις της ανεξιθρησκίας με νέο διωγμό, για να ηττηθεί τελικά από τον Κωνσταντίνο το 324 στη Χρυσούπολη. Τότε μόνο, και με αυτό τον τρόπο, ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτορας. Ο Λικίνιος (γαμπρός του Κωνσταντίνου) δε θανατώθηκε, αλλά τέθηκε σε περιορισμό στη Θεσσαλονίκη· εκτελέστηκε όμως αργότερα μαζί με το συνεργάτη του Σέξτο Μαρτινιανό, όταν προσπάθησε να υποκινήσει εξέγερση.

Σημειώσεις

[1] Εκτός από τους χριστιανούς που θανατώθηκαν με διάφορες προφάσεις, αλλά κατ’ ουσίαν ως αντιφρονούντες, όπως οι άγιοι Αρτέμιος, Ιουβεντίνος, Μαξιμιανός, Μακεδόνιος, Τατιανός, Θεόδουλος, Βασίλειος Αγκύρας κ.ά., ο Ιουλιανός διεξήγαγε επίσης ανθρωποθυσίες, πράγμα συνηθέστατο στην αρχαία θρησκεία: «Μετά την αναχώρηση του Ιουλιανού από την Αντιόχεια για να συγκρουστεί με τους Πέρσες, βρέθηκαν στον ποταμό Ορόντη πτώματα από ανθρωποθυσίες (Γρηγ. Θεολ., PG 35, 624). Λείψανα ανθρωποθυσιών ανακαλύφθηκαν και στα ανάκτορά του μετά το θάνατό του και ανήκουν σε παιδιά και παρθένες. (Ιωαν. Χρυσ., PG 50, 555). Στην πόλη Κάρρα σφραγίστηκε ο ναός και απαγορεύθηκε το άνοιγμά του, μέχρι την επιστροφή του ίδιου από την εκστρατεία στην Περσία. Όταν ανοίχθηκε, αφού ο Ιουλιανός ποτέ δεν επέστρεψε, βρέθηκε μια νεκρή γυναίκα κρεμασμένη από τα μαλλιά, με τα χέρια ανοιγμένα και τα σπλάχνα της βγαλμένα. Κλασσική περίπτωση σπλαχνοσκοπίας, για να μαντέψει το τέλος του πολέμου. (Θεοδ. Κύρου, Εκκλ. Ιστορ., 3,21 PG 82, 1120

Ενίοτε ο ειδωλολατρικός όχλος θανάτωνε τους χριστιανούς με «ευρηματικούς» τρόπους: ιερείς και παρθένες στην Ασκάλωνα και τη Γάζα συνελήφθησαν, τους άνοιξαν την κοιλιά, έριξαν μέσα κριθάρι και αμόλυσαν γουρούνια που τους έφαγαν ζωντανούς (Θεοδ. Κύρου, Εκκλ. Ιστορ., 3, 3). Με τον ίδιο τρόπο, κατά το Σωζομενό (Εκκλ. Ιστ. 5, 10), θανατώθηκαν παρθένες στην Ηλιούπολη του Λιβάνου. Συνεπώς επρόκειτο για μια συνήθη μέθοδο, ένα έθιμο.

[2] Να σημειώσουμε εδώ ότι μια αναφορά σε βιβλίο εξαίρετου Ρεθεμνιώτη συγγραφέα, ότι ο άγ. Κωνσταντίνος έπνιξε στο Βόσπορο τους λεπρούς της Κων/πολης, κατά τη γνώμη μου είναι εσφαλμένη (όχι μόνο δεν ταιριάζει στο χαρακτήρα του, αλλά και δεν την έχω συναντήσει πουθενά). Αντίθετα, υπάρχει σχετική μαρτυρία για τον Κωνστάντιο, γιο και διάδοχο του αγίου και σκληρό βασιλιά (τον αναφέραμε προς την αρχή του άρθρου). Ο Κωνστάντιος θανάτωσε τον άγιο Ζωτικό τον Ορφανοτρόφο (γιορτάζει 31 Δεκ.), σέρνοντάς τον δεμένο σε άλογα που κάλπαζαν, επειδή αθέτησε τη διαταγή του και, αντί να σκοτώσει τους λεπρούς, τους περιέθαλπε. Πιστεύω ότι στον Κωνστάντιο αναφερόταν στην πραγματικότητα η πληροφορία αυτή (στην πηγή του συγγραφέα μας) και από λάθος γράφτηκε «Κωνσταντίνος».

[3] Βλ. λεπτομέρειες στο Πολύμνιας Αθανασιάδη, «To λυκόφως των θεών στην Ανατολική Μεσόγειο. Στοιχεία ανάλυσης για τρεις επιμέρους περιοχές», περιοδ. Ελληνικά, τόμ. 44, τεύχ. 1, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1994. Για το ότι η θέση του Τάφου του Χριστού ήταν γνωστή και δεν αποτελούσε εφεύρημα του Κωνσταντίνου, βλ. Αρχιεπισκόπου Ιορδάνου Τ. Π. Θεμελή, «Η αυθεντικότητα του Γολγοθά και του Παναγίου Τάφου», περιοδικό Αγία Σιών, τ. Δ', 1928, σελ. 193 εξ. (και στο διαδίκτυο http://www.sophia-ntrekou.gr/2013/05/blog-post_178.html). Για τη θρησκευτική νομοθεσία του Κωνσταντίνου γενικότερα βλ. σχετικό άρθρο του καθηγητή Σπύρου Ν. Τρωιάνου στα Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας, Νο 135, 23 Μαϊου 2002, σελ. 43 – 49, και Β. Στεφανίδου Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 1998, σελ. 142-144.

Επιμέλεια της Σοφίας Ντρέκου 

Διαβάστε Θέματα: Άγιος Κωνσταντίνος ο Μέγας

Προφητείες σχετικές με τον Άγιο Κωνσταντίνο
Συγγραφέας Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Ιερά Μονή Ρουσάνου στα Μετέωρα
Ιερά Μονή Ρουσάνου στα Μετέωρα

Στον εσπερινό της εορτής των αγίων Κωνσταντίνου
και Ελένης διαβάζονται τρία προφητικά αναγνώσματα.


Αυτό σημαίνει τρία αποσπάσματα από την Παλαιά Διαθήκη, που έχουν σχέση με το περιεχόμενο της εορτής.

Να διευκρινίσουμε εδώ ότι ο εσπερινός είναι μια εκκλησιαστική τελετή (μια «ακολουθία», όπως λέμε), που γίνεται το απόγευμα («εσπέρα» = δύση, δηλ. η δύση του ηλίου). Προπαντός γίνεται οπωσδήποτε της παραμονής μιας εορτής, όπως και κάθε Σάββατο απόγευμα, που είναι η παραμονή της Κυριακής, δηλαδή της εβδομαδιαίας μας εορτής (κάθε Κυριακή είναι ένα «μικρό Πάσχα», επειδή αυτή είναι η μέρα της ανάστασης του Χριστού, γι’ αυτό και ονομάστηκε Κυριακή, δηλ. ημέρα του Κυρίου). 

Όπως ο εσπερινός είναι η προετοιμασία για τη θεία λειτουργία που πρόκειται να πραγματοποιηθεί την επόμενη μέρα, κατά τη διάρκειά του διαβάζονται αποσπάσματα από την Παλαιά Διαθήκη, που είναι η προετοιμασία για τον ερχομό του Χριστού στη γη. 

Στη λειτουργία δεν διαβάζουμε Παλαιά Διαθήκη, αλλά μόνο την Καινή Διαθήκη (το ευαγγέλιο και κάποιο απόσπασμα από άλλο βιβλίο της Καινής Διαθήκης), διότι η θεία λειτουργία είναι ο ίδιος ο ερχομός του Χριστού στη γη, που κορυφώνεται με το μυστήριο της θείας κοινωνίας.

Λοιπόν, την παραμονή της εορτής των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, στον εσπερινό που τελείται το απόγευμα της 20ής Μαΐου, διαβάζονται, όπως συνήθως, τρία προφητικά αναγνώσματα. Το ένα είναι από το βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης «Γ' Βασιλειών» (κεφάλαιο 8, στίχοι 22-30) και μιλάει για την προσευχή του βασιλιά Σολομώντα προς τον Θεό, αφού είχε χτίσει στα Ιεροσόλυμα τον περίφημο ναό του. Ο ναός αυτός καταστράφηκε μερικούς αιώνες αργότερα, στη συνέχεια ξαναχτίστηκε και τελικά καταστράφηκε το 70 μ.Χ. από τους Ρωμαίους.

Όμως ο Μέγας Κωνσταντίνος οικοδόμησε στην Ιερουσαλήμ έναν νέο ναό, τον Ναό της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού, στον οποίο περιέκλεισε τον βράχο του Γολγοθά και τον πανάγιο Τάφο. Έτσι, σύμφωνα με εμάς τους χριστιανούς, εκπληρώθηκαν οι προφητείες που έλεγαν ότι, όταν θα έρθει ο Μεσσίας (ο θεόσταλτος βασιλιάς που περίμεναν οι Εβραίοι, δηλαδή ο Χριστός), τα διάφορα έθνη του θα λατρεύουν τον αληθινό Θεό στον ναό Του στην Ιερουσαλήμ.

Οι Εβραίοι (Ιουδαίοι), οι οποίοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν παραδέχονται ότι ο «Χριστός» (δηλ. ο αναμενόμενος βασιλιάς τους) ήταν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, αλλά περιμένουν ακόμη και σήμερα έναν άλλο «βασιλιά», πιστεύουν πως όταν θα έρθει εκείνος που υποτίθεται ότι θα είναι ο «αληθινός Μεσσίας», θα χτίσει ξανά τον Ναό του Σολομώντα και θα εκπληρωθούν οι προφητείες. Οι χριστιανοί όμως είμαστε βέβαιοι ότι οι προφητείες εκπληρώθηκαν ήδη και εκπληρώνονται διαρκώς, διότι στα Ιεροσόλυμα όντως έχει χτιστεί ο σπουδαίος και ιστορικός ναός του αληθινού Θεού, εκείνος που έχτισε τον 4ο αιώνα μ.Χ. εξ ονόματος του Χριστού ο άγιος Κωνσταντίνος, στον τόπο όπου ο Χριστός σταυρώθηκε, ετάφη και αναστήθηκε.
Ραβίνος αποκάλυψε ότι ο αληθινός μεσσίας είναι ο Χριστός και ο Άγιος Παΐσιος για την μεταστροφή των Εβραίων

Πράγματι, στον ναό αυτόν έρχονται και λατρεύουν τον αληθινό Θεό άνθρωποι από όλη τη γη, από πολλά έθνη, και μάλιστα – ακριβώς όπως έλεγαν οι προφητείες – αυτά τα έθνη και οι βασιλείς τους έφεραν στην Ιερουσαλήμ κατά καιρούς πολλά από τα πλούτη τους, ενώ τα γκρεμισμένα από τους Ρωμαίους τείχη της τα έχτισαν «αλλογενείς» (ξένοι), οι οποίοι λατρεύουν εκεί τον αληθινό Θεό, και η Ιερουσαλήμ έγινε το πνευματικό κέντρο του κόσμου και δοξάστηκε (πνευματικά) όσο ποτέ άλλοτε.

Αυτά τα τελευταία λόγια βρίσκονται στις δύο άλλες προφητείες του εσπερινού της συγκεκριμένης εορτής, που προέρχονται από το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα, κεφάλαιο 61, στίχος 11, μέχρι τον στίχο 5 του κεφ. 62 το ένα ανάγνωσμα, και από το κεφάλαιο 60, στίχοι 1-16, το δεύτερο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι εκεί αναφέρεται ότι η Ιερουσαλήμ δεν θα χαρακτηρίζεται πια «Εγκαταλελειμμένη» και «Έρημος» (όπως την κατάντησαν οι Ρωμαίοι το 70 μ.Χ.), αλλά «Θέλημα εμόν» (θέλημα του Θεού δηλαδή) και «Οικουμένη». Φυσικά τα ονόματα αυτά έχουν συμβολικό χαρακτήρα και δεν είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνταν από τους ανθρώπους ως ονόματα του τόπου, αλλά η λέξη «Οικουμένη» (δηλ. κατοικημένη) χρησιμοποιήθηκε στη βυζαντινή αυτοκρατορία για ολόκληρη την επικράτειά της και γενικά για όπου κατοικούσαν τουλάχιστον χριστιανοί. Είναι λοιπόν ένας όρος που συναντούμε τις ρίζες του στην Αγία Γραφή. Εξάλλου, η προφητεία λέει ότι οι βασιλείς της γης θα χρησιμοποιούν «το όνομα της Ιερουσαλήμ το καινούργιο», το οποίο θα της έχει δώσει ο Κύριος, και όντως ο Μέγας Κωνσταντίνος της άλλαξε όνομα: της αποκατέστησε το αρχαίο και ιερό της όνομα (Ιερουσαλήμ), ενώ ο αυτοκράτορας Αδριανός το 134 μ.Χ. την είχε ονομάσει Αιλία Καπιτωλίνα.

Λοιπόν, ας διαβάσουμε τα αναγνώσματα, όπως ακριβώς περιλαμβάνονται στο Μηναίο του Μαΐου, δηλαδή στο εκκλησιαστικό βιβλίο, από το οποίο λαμβάνονται οι ύμνοι και τα αναγνώσματα των εορτών του Μαΐου (υπάρχουν 12 Μηναία, ένα για κάθε μήνα, όπως λέει και το όνομά τους).

Το άρθρο μας θα ολοκληρωθεί μετά τα τρία κείμενα.

Βασιλειῶν Γ’ τὸ Ἀνάγνωσμα

Ἔστη Σολομῶν κατὰ πρόσωπον τοῦ θυσιαστηρίου Κυρίου, ἐνώπιον πάσης ἐκκλησίας Ἰσραήλ, καὶ διεπέτασε τὰς χεῖρας αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ εἶπε· Κύριε ὁ Θεός Ἰσραήλ, οὐκ ἔστιν ὡς σὺ Θεὸς ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς κάτω. Εἰ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ οὐκ ἀρκέσουσί σοι, πῶς ὁ οἶκος οὗτος, ὃν ᾠκοδόμησα τῷ ὀνόματί σου; Πλὴν καὶ ἐπιβλέψεις ἐπὶ τὴν δέησιν μου, Κύριε ὁ Θεός, Ἰσραήλ, ἀκούειν τῆς δεήσεως καὶ τῆς προσευχῆς, ἧς ὁ δοῦλός σου προσεύχεται ἐνώπιόν σου σήμερον πρὸς σέ, τοῦ εἶναι τοὺς ὀφθαλμούς σου ἀνεῳγμένους εἰς τὸν οἶκον τοῦτον, ἡμέρας καὶ νυκτός, εἰς τὸν τόπον, ὃν εἶπας, ἔσται τὸ ὄνομά μου ἐκεῖ, τοῦ εἰσακούειν τῆς προσευχῆς, ἧς προσεύχεται ὁ δοῦλός σου εἰς τὸν τόπον τοῦτον. Καὶ εἰσακούσῃ τῆς δεήσεως τοῦ δούλου σου καὶ τοῦ λαοῦ σου, Ἰσραήλ, ὅσα ἂν προσεύξωνται εἰς τὸν τόπον τοῦτον καὶ σὺ εἰσακούσῃ ἐν τῷ τόπῳ τῆς κατοικήσεώς σου ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ποιήσεις, καὶ ἵλεως ἔσῃ.

Προφητείας Ἡσαΐου τὸ Ἀνάγνωσμα

Ἀγαλλιάσθω ἡ ψυχή μου ἐπὶ τῷ Κυρίῳ· ἐνέδυσε γάρ με ἱμάτιον σωτηρίου, καὶ χιτῶνα εὐφροσύνης. Ὡς νυμφίῳ περιέθηκέ μοι μίτραν, καὶ ὡς νύμφην κατεκόσμησέ με κόσμῳ. Καὶ ὡς γῆ αὔξουσα τὸ ἄνθος αὐτῆς, καὶ ὡς κῆπος τὰ σπέρματα αὐτοῦ ἐκφύει, οὕτως ἀνατελεῖ Κύριος δικαιοσύνην, καὶ ἀγαλλίαμα ἐναντίον πάντων τῶν ἐθνῶν. Διὰ Σιὼν οὐ σιωπήσομαι, καὶ διὰ Ἱερουσαλὴμ οὐκ ἀνήσω, ἕως ἂν ἐξέλθῃ ὡς φῶς ἡ δικαιοσύνη μου, τὸ δὲ σωτήριόν μου ὡς λαμπὰς καυθήσεται. Καὶ ὄψονται τὰ ἔθνη τὴν δικαιοσύνην σου, καὶ πάντες οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς τὴν δόξαν σου, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομά σου τὸ καινόν, ὃ ὁ Κύριος ὀνομάσει αὐτό, καὶ ἔσῃ στέφανος κάλλους ἐν χειρὶ Κυρίου, καὶ διάδημα βασιλείας ἐν χειρὶ Θεοῦ σου. Καὶ οὐκ ἔτι κληθήσῃ Καταλελειμμένη, καὶ ἡ γῆ σου οὐκ ἔτι κληθήσεται, Ἔρημος· σοὶ γὰρ κληθήσεται, Θέλημα ἐμόν, καὶ τῇ γῇ σου, Οἰκουμένη, ὅτι εὐδοκήσει Κύριος ἐν σοί, καὶ ἡ γῆ σου συνοικισθήσεται. Καὶ ὡς συνοικῶν νεανίσκος παρθένῳ, οὕτω κατοικήσουσιν οἱ υἱοί σου, καὶ ἔσται ὃν τρόπον εὐφρανθήσεται νυμφίος ἐπὶ νύμφῃ, οὕτως εὐφρανθήσεται Κύριος ἐπὶ σοί.

Προφητείας Ἡσαΐου τὸ Ἀνάγνωσμα

Φωτίζου, φωτίζου, Ἱερουσαλήμ· ἥκει γάρ σου τὸ φῶς, καὶ ἡ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνατέταλκεν. Ἰδοὺ σκότος καλύψει γῆν, καὶ γνόφος ἐπὶ ἔθνη, ἐπὶ σὲ δὲ φανήσεται Κύριος, καὶ ἡ δόξα αὐτοῦ ἐπὶ σὲ ὀφθήσεται. Καὶ πορεύσονται βασιλεῖς τῷ φωτί σου, καὶ ἔθνη τῇ λαμπρότητί σου. Ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς σου, καὶ ἴδε συνηγμένα τὰ τέκνα σου, ἥκασι πάντες οἱ υἱοί σου μακρόθεν, καὶ αἱ θυγατέρες σου ἐπ’ ὤμων ἀρθήσονται. Τότε ὄψει, καὶ χαρήσῃ καὶ φοβηθήσῃ, καὶ ἐκστήσῃ τῇ καρδίᾳ ὅτι μεταβαλεῖ εἰς σὲ πλοῦτος θαλάσσης, καὶ ἐθνῶν καὶ λαῶν. Καὶ ἥξουσί σοι ἀγέλαι καμήλων, καὶ καλύψουσί σε κάμηλοι Μαδιὰμ καὶ Γεφάρ. Πάντες ἐκ Σαβᾶ ἥξουσι, φέροντες χρυσίον, καὶ λίβανον οἴσουσί σοι, καὶ λίθον τίμιον καὶ τὸ σωτήριον Κυρίου εὐαγγελιοῦνται. Καὶ πάντα τὰ πρόβατα Κηδὰρ συναχθήσονται, καὶ κριοὶ Ναβαιώθ ἥξουσί σοι, καὶ ἀνενεχθήσονται δεκτὰ ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν μου, καὶ ὁ οἶκος τῆς προσευχῆς μου δοξασθήσεται. Τῖνες οἵ δε ὡς νεφέλαι πέτανται, καὶ ὡσεὶ περιστεραὶ σὺν νεοσσοῖς; Ἐμὲ νῆσοι ὑπέμειναν καὶ πλοῖα Θαρσεῖς ἐν πρώτοις ἀγαγεῖν τὰ τέκνα σου μακρόθεν καὶ τὸ ἀργύριον καὶ τὸ χρυσίον αὐτῶν μέτ’ αὐτῶν, διὰ τὸ ὄνομα Κυρίου τὸ ἅγιον, καὶ διὰ τὸ τὸν ἅγιον τοῦ Ἰσραὴλ ἔνδοξον εἶναι. Καὶ οἰκοδομήσουσιν ἀλλογενεῖς τὰ τείχη σου, καὶ οἱ βασιλεῖς αὐτῶν παραστήσονταί σοι· διὰ γὰρ ὀργήν μου ἐπάταξά σε, καὶ διὰ ἔλεός μου ἠγάπησά σε. Καὶ ἀνοιχθήσονται αἱ πύλαι σου διὰ παντός, ἡμέρας καὶ νυκτὸς οὐ κλεισθήσονται, εἰσαγαγεῖν πρὸς σὲ δύναμιν ἐθνῶν, καὶ βασιλεῖς αὐτῶν ἀγομένους. Τὰ γὰρ ἔθνη καὶ οἱ βασιλεῖς, οἵ τινες οὐ δουλεύσουσί σοι, ἀπολοῦνται, καὶ τὰ ἔθνη ἐρημίᾳ ἐρημωθήσονται. Καὶ ἡ δόξα τοῦ Λιβάνου πρὸς σὲ ἥξει ἐν κυπαρίσσῳ καὶ πεύκῃ καὶ κέδρῳ ἅμα, δοξάσαι τὸν τόπον τὸν ἅγιόν μου, καὶ τὸν τόπον τῶν ποδῶν μου δοξάσω. Καὶ πορεύσονται πρὸς σὲ δεδοικότες υἱοὶ τῶν ταπεινωσάντων σε καὶ παροξυνάντων σε, καὶ προσκυνήσουσιν ἐπὶ τὰ ἴχνη τῶν ποδῶν σου πάντες οἱ παροξύναντές σε, καὶ κληθήσῃ Πόλις Κυρίου Σιών, τοῦ Ἁγίου Ἰσραήλ, διὰ τὸ γεγενῆσθαί σε ἐγκαταλελειμμένην καὶ μεμισημένην, καὶ οὐκ ἦν ὁ βοηθῶν σοι. Καὶ θήσω σε ἀγαλλίαμα αἰώνιον, εὐφροσύνην γενεαῖς γενεῶν. Καὶ θηλάσεις γάλα ἐθνῶν, καὶ πλοῦτον βασιλέων φάγεσαι, καὶ γνώσῃ, ὅτι ἐγὼ Κύριος ὁ σῴζων σε, καὶ ἐξαιρούμενός σε ὁ Θεὸς Ἰσραήλ.

Μερικά τελευταία σχόλια

Από τις παραπάνω προφητείες του προφήτη Ησαΐα είναι εμπνευσμένα και κάποια τροπάρια (ύμνοι) του «κανόνα της Αναστάσεως», του σπουδαίου υμνογραφικού έργου του αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού που ψάλλεται στις εκκλησίες μας ανελλιπώς από τον 8ο αιώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα. Για παράδειγμα, τα τροπάρια:

«ἆρον τοὺς ὀφθαλμούς σου εἰς εὐθεῖαν καὶ ἰδέ· ἰδοὺ γὰρ ἥκασί σοι, θεοφεγγεῖς ὡς φωστῆρες, ἐκ δυσμῶν, καὶ βορρᾶ, καὶ θαλάσσης, καὶ ἑῲας τὰ τέκνα σου ἐν σοὶ εὐλογοῦντα,. Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας.» (ωδή η΄, δηλ. 8).

«Φωτίζου, φωτίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ· ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε. Χόρευε νῦν, καὶ ἀγάλλου Σιών· σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου, Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου.» (ωδή θ', δηλ. 9 – ένα από τα διασημότερα και πιο αγαπητά στον λαό μας πασχαλινά τροπάρια).

Ολόκληρος ο κανόνας της Αναστάσεως δημοσιεύεται εδώ.

Ο Αναστάσιμος κανόνας του Πάσχα με μετάφραση ~ Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός

Νομίζω ότι έχει σημασία να παραθέσουμε και ένα απόσπασμα από τη μελέτη μας «Γιατί οι Εβραίοι δεν πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας». Πρόκειται για σχολιασμό μιας αντίρρησης του Ιουδαίων εναντίον της πεποίθησής μας ότι ο Μεσσίας που περιμένουν ήδη ήρθε και είναι ο Ιησούς Χριστός. Η αντίρρηση αυτή είναι ότι «ο αληθινός Μεσσίας θα ανοικοδομήσει το Ναό στην Ιερουσαλήμ, αλλά ο Ιησούς έζησε, ενώ ο ναός ήταν ακόμα όρθιος». Η χριστιανική απάντηση στον προβληματισμό αυτό είναι η ακόλουθη:

«Ο Ναός της Ιερουσαλήμ υπάρχει: είναι ο Ναός της Αναστάσεως. Δεν τον έχτισε ο ίδιος ο Ιησούς αυτοπροσώπως, αλλά οι πιστοί του – αλλά και ο Μεσσίας, όπως τον φαντάζονται οι Εβραίοι, ασφαλώς δε θα χτίσει το Ναό με τα χέρια του, αλλά θα χρησιμοποιήσει αρχιτέκτονες, μηχανικούς και οικοδόμους (όπως έκαναν και ο Σολομών και ο Ζοροβάβελ). Ο Ιησούς δεν είναι κάποιος που έζησε και πέθανε στο παρελθόν, αλλά βρίσκεται διαρκώς σε επικοινωνία με τους αγίους Του. Γι’ αυτό ο Ναός της Ιερουσαλήμ είναι δικό Του έργο. Εκεί λατρεύεται ο μόνος αληθινός Θεός, εκεί τελείται η θεία λειτουργία (η τελειοποίηση της λατρείας του Θεού, όπως γινόταν στα χρόνια της Παλ. Διαθήκης – πρέπει βέβαια να μελετήσουν οι Ιουδαίοι τη σημασία της θείας λειτουργίας για να το κατανοήσουν αυτό) και εκεί προσφέρεται από το Θεό στους ανθρώπους το Άγιο Φως, ο θαυματουργικός χαρακτήρας του οποίου είναι τεκμηριωμένος πέρα από κάθε σοβαρή αμφισβήτηση (ένα δείγμα εδώ).

Υπενθυμίζω και την προφητεία που δόθηκε διά του προφήτη Ησαΐα, κεφ. 60, 10-11, και η οποία φαίνεται να συνδέεται με τα παραπάνω, αν και ασφαλώς θα ολοκληρωθεί στα έσχατα: «και οικοδομήσουσιν αλλογενείς τα τείχη σου, και οι βασιλείς αυτών παραστήσονταί σοι· διά γαρ οργήν μου επάταξά σε και διά έλεον ηγάπησά σε. και ανοιχθήσονται αι πύλαι σου διαπαντός, ημέρας και νυκτός ου κλεισθήσονται, εισαγαγείν προς σε δύναμιν εθνών και βασιλείς αυτών αγομένους» (Ησ. 60, 10-11) κ.λ.π. Η προφητεία έχει εσχατολογική προέκταση: βλ. και στίχ. 19: “και ουκ έσται σοι έτι ο ήλιος εις φως ημέρας, ουδέ ανατολή σελήνης φωτιεί σου την νύκτα, αλλ’ έσται σοι Κύριος φως αιώνιον και ο Θεός δόξα σου”· ο Κύριος εδώ είναι ο Μεσσίας· πρβ. Αποκάλυψις 21, 23-26: «και η πόλις ου χρείαν έχει του ηλίου ουδέ της σελήνης ίνα φαίνωσιν αυτή· η γαρ δόξα του Θεού εφώτισεν αυτήν, και ο λύχνος αυτής το αρνίον [=ο Χριστός]. και περιπατήσουσι τα έθνη διά του φωτός αυτής, και οι βασιλείς της γης φέρουσι την δόξαν και την τιμήν αυτών εις αυτήν, και οι πυλώνες αυτής ου μη κλεισθώσιν ημέρας· νύξ γαρ ουκ έσται εκεί· και οίσουσι την δόξαν και την τιμήν των εθνών εις αυτήν».

Θα πρέπει να προσέχουν οι Ιουδαίοι αδελφοί μας, γιατί υπάρχει και μια προφητεία για κάποιον που θα «καθίσει στο ναό του Θεού τον άγιο» αλλά δεν θα είναι ο Μεσσίας, αλλά ο «άνομος», ο «άνθρωπος της αμαρτίας» (απόστολος Παύλος, Β΄ Θεσσαλονικείς, κεφ. 2), για τον οποίο μιλάει και η Αποκάλυψις Ιωάννου αρχίζοντας από το κεφ. 11 (το Θηρίον). Οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού προειδοποιούν ότι ο ψευδομεσσίας αυτός θα οικοδομήσει το Ναό, για να ξεγελάσει τους Ιουδαίους και να γίνει δεκτός ως Μεσσίας».

Το ήθος του Αγίου Κωνσταντίνου

Η βεβαιότητα των χριστιανών για την αγιότητα του Μεγάλου Κωνσταντίνου φανερώνεται από το πλήθος των χριστιανών που φέρουν το όνομά του. Ο ιστορικός της εποχής Ευσέβιος καταγράφει ότι, αμέσως μετά τον θάνατό του, ο στρατός ξέσπασε σε θρήνους, από τον τελευταίο οπλίτη μέχρι τους ανώτερους αξιωματικούς, για «το σωτήρα, το φύλακα, τον ευεργέτη… τον αγαθό ποιμένα», ενώ παρόμοιες ήταν οι αντιδράσεις του λαού, όταν το σκήνωμά του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη (P.G. 20, 1220-1224).

Ας δώσω τώρα το λόγο σε μια σύγχρονη καθηγήτρια Ιστορίας, που θα μας εξηγήσει γιατί μπορεί να θρήνησαν τόσο οι άνθρωποι για τον θάνατο του βασιλιά τους: «Βαθύς ανθρωπισμός και μέριμνα διά την δικαιοσύνην χαρακτηρίζουν τα νομοθετικά κοινωνικά μέτρα, άτινα έλαβεν ο Κωνσταντίνος μετά την σύνοδον της Νικαίας. Διάκειται δυσμενώς προς την παλλακείαν και απηγόρευσε το βάρβαρον έθιμον των αγώνων των μονομάχων. Δεν επιτρέπει να χωρίζουν τας οικογενείας των δούλων, όταν τα πωληθέντα κρατικά κτήματα, εις ά μέχρι τότε διεβίουν, διενέμοντο μεταξύ των νέων δικαιούχων. Κατήργησε τον διά σταυρού θάνατον, απηγόρευσε τον στιγματισμόν εις το πρόσωπον και εθέσπισεν, όπως οι κρατούμενοι εις τας φυλακάς δικαιούνται καθ’ εκάστην να βλέπουν το φως του ηλίου. Χαρακτηριστικός της ενδελεχούς φροντίδος του αυτοκράτορος διά την επιβολήν της ηθικής τάξεως είναι ο νόμος ο κολάζων την απαγωγήν παρθένου και ο νόμος ο αξιών παρά του επιτρόπου, όπως σεβασθή την παρθενίαν της υπ’ αυτού επιτροπευομένης νεάνιδος» (Αικατερίνης Χριστοφιλοπούλου, Βυζαντινή Ιστορία, Α', 324-610, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 135).

Η απαγόρευση του στιγματισμού των καταδίκων στο πρόσωπο (με πυρακτωμένο σίδερο!), μέτρο ευνοϊκό κυρίως για τους δούλους, από επίδραση της χριστιανικής ιδέας για τον άνθρωπο ως πλασμένο κατ’ εικόνα Θεού, καθώς και η μέριμνα για τις οικογένειες των δούλων, σημαίνουν ότι ο δούλος αντιμετωπίζεται πλέον ως άνθρωπος, όχι ως αντικείμενο, πράγμα που ανατρέπει εντελώς της καθιερωμένη οπτική της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, για να φτάσουμε στο Χρυσόστομο, σχεδόν ένα αιώνα μετά, που θα επιχειρηματολογήσει υπέρ της αδελφότητας κυρίων και δούλων (P.G. 62, 711). Ο Κωνσταντίνος εξαγόραζε ο ίδιος και απελευθέρωνε αιχμάλωτους στρατιώτες του εχθρού, τους οποίους είχαν συλλάβει οι στρατιώτες του! (Ευσεβίου, Εις τον βίον του μακαρίου Κωνσταντίνου του βασιλέως, Λόγος Β', ΙΓ', P.G. 20, 992). Προσθέτω σ’ αυτά την απαγόρευση της παλλακείας για τους έγγαμους (δηλ. της συνύπαρξης συζύγου και παλλακίδας – οι παλλακίδες ήταν ) και το εξαιρετικά φιλολαϊκό μέτρο της καθιέρωσης της Κυριακής ως αργίας «διά τον αστικόν πληθυσμόν», ενώ «οι κάτοικοι της υπαίθρου αφίενται ελεύθεροι να ρυθμίζουν τας αγροτικάς ασχολίας των αναλόγως των καιρικών συνθηκών» (Αικατερίνης Χριστοφιλοπούλου, στο ίδιο, σημείωση 1).

Θα ήθελα να κλείσω αυτό το άρθρο παραπέμποντας στη μελέτη του Κώστα Β. Καραστάθη Ο Άγιος Κωνσταντίνος ο Μέγας και η εναντίον του πολεμική, εκδ. Άθως, Αθήνα 2012, όπου μελετώνται με προσοχή όλες οι κατηγορίες για υποτιθέμενα «εγκλήματα» του Μ. Κωνσταντίνου, καθώς και στο άρθρο του καθηγητή Ιστορίας π. Γεωργίου Μεταλληνού «Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια», που δημοσιεύεται στο Διαδίκτυο, π.χ. εδώ.

Διαβάστε επίσης και το άρθρο του π. Βασιλείου Μπακογιάννη "Μέγας Κωνσταντίνος", εδώ.