Το Ηλεκτρονικό (εικονικό) Ε-Βυζαντινό
Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών
Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας είναι ένα από τα σημαντικότερα δημόσια μουσεία στην Ελλάδα. Ιδρύθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα (1914) με σκοπό τη συλλογή, μελέτη, διατήρηση και έκθεση της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής πολιτιστικής κληρονομιάς στην ελληνική επικράτεια.
Η συλλογή του μουσείου περιέχει σημαντικό αριθμό αντικειμένων (περίπου 30.000) όπως φορητές εικόνες, γλυπτά, κεραμικά, εκκλησιαστικά υφάσματα, ζωγραφικά έργα, μικροτεχνία και αρχιτεκτονικά μέλη (τοιχογραφίες και ψηφιδωτά).
Η μόνιμη συλλογή του μουσείου διαμορφώνεται σε δύο κύρια μέρη:
Το πρώτο μέρος είναι αφιερωμένο στη Βυζαντινή περίοδο (από τον 4ο έως τον 15ο αιώνα μ.Χ.) και περιέχει 1.200 εκθέματα και το δεύτερο μέρος με τίτλο «Από το Βυζάντιο στη νεώτερη εποχή» παρουσιάζει 1.500 εκθέματα από τον 15ο έως τον 20ο αιώνα.
Από το 1930 στεγάζεται στην Βίλα «Ιλίσσια», που κατασκευάστηκε την περίοδο 1840-1848 ως οικία της Δούκισσας της Πλακεντίας και βρίσκεται επί της λεωφόρου Bασιλίσσης Σοφίας 22, στην Αθήνα.
Έχει φθάσει να φιλοξενεί περισσότερα από 25.000 εκθέματα με μοναδικές συλλογές εικόνων, γλυπτών, αντικειμένων μικροτεχνίας, τοιχογραφιών, κεραμικών, υφασμάτων, χειρογράφων αλλά και αντιγράφων από τον 3ο αιώνα μέχρι την σύγχρονη εποχή. Τα εκθέματα προέρχονται από τον ελλαδικό και γενικά τον βαλκανικό χώρο.
Έναν αιώνα και πλέον μετά την ίδρυσή του, συνεχίζει τη λειτουργία του και στις αίθουσες της νέας του επέκτασης μετά και την παραχώρηση μεγάλου οικοπέδου, άλλοτε στρατοπέδου.
Δείτε: Οι Τρεις Ιεράρχες (14ος αι) Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών
Ιστορία
Η ιστορία του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου (ΒΧΜ) δεν αρχίζει με τον ιδρυτικό του νόμο το 1914, αλλά συνδέεται άμεσα με την ιστορία της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (ΧΑΕ), που ιδρύεται το 1884. Ιδρυτικό μέλος και γενικός γραμματέας της ΧΑΕ ήταν ο Γεώργιος Λαμπάκης (σ.σ Σ.Ν: Ο Γεώργιος Λαμπάκης (18 Φεβρουαρίου 1854 – 15 Μαρτίου 1914) ήταν Έλληνας θεολόγος και αρχαιολόγος), γραμματέας της βασίλισσας Όλγας. Ο Λαμπάκης πρωτοστάτησε στην ίδρυση της ΧΑΕ και υπήρξε ο ουσιαστικός δημιουργός της συλλογής της. Κύριο μέλημα των ιδρυτών της ΧΑΕ ήταν η δημιουργία μουσείου, που βρήκε στέγη το 1890 στα γραφεία της Ιεράς Συνόδου, για να καταλήξει το 1893 σε αίθουσα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όπου και φιλοξενήθηκε έως το 1923. (σ.σ Σ.Ν: Η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία είναι ελληνική επιστημονική εταιρεία που έχει σαν αντικείμενό της την καταγραφή και μελέτη της βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης στην Ελλάδα και τη Μικρά Ασία.)
Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο ιδρύεται τελικά το 1914 με τον Νόμο 401. Διοικείται από Εφορευτική Επιτροπή με επικεφαλής τον πρίγκιπα Νικόλαο και διευθυντή τον καθηγητή Αδαμάντιο Αδαμαντίου. Το 1923 ο βασικός πυρήνας των συλλογών του είχε ήδη σχηματισθεί. Η συλλογή γλυπτών δημιουργήθηκε από έργα που είχαν περισυλλεχθεί από τα μνημεία της Αττικής και είχαν συγκεντρωθεί στο Θησείο και στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Οι συλλογές εικόνων, μικροτεχνίας, χειρογράφων και υφασμάτων συγκροτήθηκαν τόσο από αγορές και δωρεές έργων, όσο και από την κατάθεση κειμηλίων που προέρχονταν από μονές της Ελλάδας και από διαλυμένες ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1923, ανέλαβε διευθυντής του Μουσείου ο Γεώργιος Σωτηρίου, Έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων από το 1915. Αμέσως μετά το διορισμό του, ενσωματώνεται στο Μουσείο η συλλογή της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Στόχος του νέου διευθυντή ήταν να αναδείξει το Μουσείο στο «κατ’ εξοχήν εθνικόν Μουσείον της Ελλάδος», που θα αποτελούσε και «πρότυπον Μουσείον ολοκλήρου της Ανατολής». Ο Σωτηρίου οργάνωσε τις συλλογές που είχε καταρτίσει η Εφορευτική Επιτροπή κατά τα προηγούμενα έτη και τις παρουσίασε για πρώτη φορά στο κοινό το 1924 σε πέντε αίθουσες της Ακαδημίας Αθηνών.
Κύριο μέλημα του Σωτηρίου παρέμενε η ανεύρεση μόνιμης στέγης που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός εθνικού μουσείου. Τελικώς, το 1930, το Μουσείο εγκαταστάθηκε οριστικά στη Villa Ilissia, ένα συγκρότημα κτηρίων κοντά στις όχθες του ποταμού Ιλισσού, το οποίο είχε χτιστεί από τον αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη το 1848 για τη Γαλλίδα Sophie de Marbois-Lebrun, δούκισσα της Πλακεντίας. Οι απαραίτητες αναμορφώσεις στο εσωτερικό του κτηρίου έγιναν από τον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο. Ο Σωτηρίου οργάνωσε την έκθεση με επιστημονικά κριτήρια και της προσέδωσε διδακτικό χαρακτήρα. Τα εγκαίνια του Μουσείου έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1930 με την ευκαιρία του Γ' Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, το Μουσείο ανοίγει για το κοινό το 1946. Με τη βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ κτίζεται νέα αίθουσα και αναδιοργανώνεται το εργαστήριο συντήρησης. Τη δεκαετία του 1950 αρχίζουν οι πρώτες περιοδικές εκθέσεις, η μία με τις αγιογραφίες του Φώτη Κόντογλου και η άλλη με αντίγραφα από τα ψηφιδωτά της Ραβέννας. Δίπλα στον Σωτηρίου εργάζεται συνεχώς, ακούραστη ερευνήτρια, η Μαρία Σωτηρίου, πρώτη Ελληνίδα βυζαντινολόγος.
Τον Σωτηρίου διαδέχθηκαν στη διεύθυνση του Μουσείου ο Μανόλης Χατζηδάκης (1960-1975), ο Παύλος Λαζαρίδης (1975-1982), η Μυρτάλη Αχειμάστου-Ποταμιάνου (1983-1995), η Χρυσάνθη Μπαλτογιάννη (1995-1999), ο Δημήτριος Κωνστάντιος (1999-2010), η Ευγενία Χαλκιά (2010-2011) όλοι τους διαπρεπείς βυζαντινολόγοι που συνέβαλλαν στον εμπλουτισμό των συλλογών, στην εξέλιξη, ανάπτυξη και ακτινοβολία του Μουσείου. Η σημαντικότερη πάντως αλλαγή από την περίοδο Σωτηρίου ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν άρχισε η επέκταση των χώρων του Μουσείου με στόχο την επανέκθεση των συλλογών του. Το 2004 ολοκληρώθηκε η επανέκθεση των παλαιοχριστιανικών και βυζαντινών συλλογών του Μουσείου, ενώ η παρουσίαση των μεταβυζαντινών συλλογών ολοκληρώθηκε το 2010.
Το Βυζαντινό Μουσείο του 21ου αιώνα συγκροτείται στη βάση μιας εντελώς νέας μουσειολογικής πρότασης, που υπακούει στις απαιτήσεις της σύγχρονης μουσειολογίας. EN
Η Villa Ilissia, που στεγάζει σήμερα
Η Villa Ilissia, που στεγάζει σήμερα το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, είναι ένα από τα ωραιότερα κτίσματα που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα τα πρώτα χρόνια της ιστορικής της διαδρομής ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Η Αθήνα, όταν ανακηρύχθηκε επίσημα πρωτεύουσα το 1834, ήταν μια πόλη των 7.000 περίπου κατοίκων. Ωστόσο, μέσα σε μια διετία ο πληθυσμός της διπλασιάστηκε, καθώς εγκαταστάθηκαν σε αυτήν οι νέες διοικητικές αρχές και πολλοί νέοι κάτοικοι από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Ανάμεσα στους νεοφερμένους διακρίνονται Έλληνες και Βαυαροί δημόσιοι υπάλληλοι, Ευρωπαίοι φιλέλληνες και λάτρεις της Ανατολής, Φαναριώτες και άλλοι μορφωμένοι Έλληνες από το εξωτερικό, οπλαρχηγοί και προεστοί από την περιφέρεια, έμποροι, επιχειρηματίες και τραπεζίτες, μαζί τους και απλοί άνθρωποι από όλη τη χώρα που κατέφθαναν στη νέα πρωτεύουσα αναζητώντας εργασία ή απλώς μια καλύτερη τύχη.
Sophie de Marbois-Lebrun, Δούκισσα της Πλακεντίας
Στους νέους κατοίκους της πόλης συγκαταλέγεται από το 1837 και η Sophie de Marbois-Lebrun, Δούκισσα της Πλακεντίας. Η Sophie de Marbois γεννήθηκε το 1785 στη Φιλαδέλφεια της Αμερικής. Ήταν κόρη του Γάλλου πολιτικού και διπλωμάτη Μαρκήσιου François Barbé de Marbois και της Αμερικανίδας Elisabeth, κόρης του διοικητή της Πενσυλβάνιας William Moore. Παντρεύτηκε τον Charles Lebrun, γιο του συνυπάτου του Ναπολέοντα και Δούκα της Πλακεντίας (Piacenza ή Plaisance).
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1923, ανέλαβε διευθυντής του Μουσείου ο Γεώργιος Σωτηρίου, Έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων από το 1915. Αμέσως μετά το διορισμό του, ενσωματώνεται στο Μουσείο η συλλογή της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Στόχος του νέου διευθυντή ήταν να αναδείξει το Μουσείο στο «κατ’ εξοχήν εθνικόν Μουσείον της Ελλάδος», που θα αποτελούσε και «πρότυπον Μουσείον ολοκλήρου της Ανατολής». Ο Σωτηρίου οργάνωσε τις συλλογές που είχε καταρτίσει η Εφορευτική Επιτροπή κατά τα προηγούμενα έτη και τις παρουσίασε για πρώτη φορά στο κοινό το 1924 σε πέντε αίθουσες της Ακαδημίας Αθηνών.
Κύριο μέλημα του Σωτηρίου παρέμενε η ανεύρεση μόνιμης στέγης που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός εθνικού μουσείου. Τελικώς, το 1930, το Μουσείο εγκαταστάθηκε οριστικά στη Villa Ilissia, ένα συγκρότημα κτηρίων κοντά στις όχθες του ποταμού Ιλισσού, το οποίο είχε χτιστεί από τον αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη το 1848 για τη Γαλλίδα Sophie de Marbois-Lebrun, δούκισσα της Πλακεντίας. Οι απαραίτητες αναμορφώσεις στο εσωτερικό του κτηρίου έγιναν από τον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο. Ο Σωτηρίου οργάνωσε την έκθεση με επιστημονικά κριτήρια και της προσέδωσε διδακτικό χαρακτήρα. Τα εγκαίνια του Μουσείου έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1930 με την ευκαιρία του Γ' Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, το Μουσείο ανοίγει για το κοινό το 1946. Με τη βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ κτίζεται νέα αίθουσα και αναδιοργανώνεται το εργαστήριο συντήρησης. Τη δεκαετία του 1950 αρχίζουν οι πρώτες περιοδικές εκθέσεις, η μία με τις αγιογραφίες του Φώτη Κόντογλου και η άλλη με αντίγραφα από τα ψηφιδωτά της Ραβέννας. Δίπλα στον Σωτηρίου εργάζεται συνεχώς, ακούραστη ερευνήτρια, η Μαρία Σωτηρίου, πρώτη Ελληνίδα βυζαντινολόγος.
Τον Σωτηρίου διαδέχθηκαν στη διεύθυνση του Μουσείου ο Μανόλης Χατζηδάκης (1960-1975), ο Παύλος Λαζαρίδης (1975-1982), η Μυρτάλη Αχειμάστου-Ποταμιάνου (1983-1995), η Χρυσάνθη Μπαλτογιάννη (1995-1999), ο Δημήτριος Κωνστάντιος (1999-2010), η Ευγενία Χαλκιά (2010-2011) όλοι τους διαπρεπείς βυζαντινολόγοι που συνέβαλλαν στον εμπλουτισμό των συλλογών, στην εξέλιξη, ανάπτυξη και ακτινοβολία του Μουσείου. Η σημαντικότερη πάντως αλλαγή από την περίοδο Σωτηρίου ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν άρχισε η επέκταση των χώρων του Μουσείου με στόχο την επανέκθεση των συλλογών του. Το 2004 ολοκληρώθηκε η επανέκθεση των παλαιοχριστιανικών και βυζαντινών συλλογών του Μουσείου, ενώ η παρουσίαση των μεταβυζαντινών συλλογών ολοκληρώθηκε το 2010.
Το Βυζαντινό Μουσείο του 21ου αιώνα συγκροτείται στη βάση μιας εντελώς νέας μουσειολογικής πρότασης, που υπακούει στις απαιτήσεις της σύγχρονης μουσειολογίας. EN
Η Villa Ilissia, που στεγάζει σήμερα
το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
Η Villa Ilissia, που στεγάζει σήμερα το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, είναι ένα από τα ωραιότερα κτίσματα που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα τα πρώτα χρόνια της ιστορικής της διαδρομής ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Η Αθήνα, όταν ανακηρύχθηκε επίσημα πρωτεύουσα το 1834, ήταν μια πόλη των 7.000 περίπου κατοίκων. Ωστόσο, μέσα σε μια διετία ο πληθυσμός της διπλασιάστηκε, καθώς εγκαταστάθηκαν σε αυτήν οι νέες διοικητικές αρχές και πολλοί νέοι κάτοικοι από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Ανάμεσα στους νεοφερμένους διακρίνονται Έλληνες και Βαυαροί δημόσιοι υπάλληλοι, Ευρωπαίοι φιλέλληνες και λάτρεις της Ανατολής, Φαναριώτες και άλλοι μορφωμένοι Έλληνες από το εξωτερικό, οπλαρχηγοί και προεστοί από την περιφέρεια, έμποροι, επιχειρηματίες και τραπεζίτες, μαζί τους και απλοί άνθρωποι από όλη τη χώρα που κατέφθαναν στη νέα πρωτεύουσα αναζητώντας εργασία ή απλώς μια καλύτερη τύχη.
Sophie de Marbois-Lebrun, Δούκισσα της Πλακεντίας
Στους νέους κατοίκους της πόλης συγκαταλέγεται από το 1837 και η Sophie de Marbois-Lebrun, Δούκισσα της Πλακεντίας. Η Sophie de Marbois γεννήθηκε το 1785 στη Φιλαδέλφεια της Αμερικής. Ήταν κόρη του Γάλλου πολιτικού και διπλωμάτη Μαρκήσιου François Barbé de Marbois και της Αμερικανίδας Elisabeth, κόρης του διοικητή της Πενσυλβάνιας William Moore. Παντρεύτηκε τον Charles Lebrun, γιο του συνυπάτου του Ναπολέοντα και Δούκα της Πλακεντίας (Piacenza ή Plaisance).
Την εποχή του γάμου της ο σύζυγός της ήταν υπασπιστής του Ναπολέοντα και η νεαρή Δούκισσα διέπρεπε στην αυτοκρατορική αυλή για την ομορφιά και την ευφυΐα της. Ωστόσο, ο γάμος δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένος. Η Δούκισσα έζησε, μαζί με την κόρη της, χωριστά από το σύζυγό της και το 1830, γοητευμένη από την εντύπωση που είχε προκαλέσει στην Ευρώπη ο αγώνας των Ελλήνων, έφτασε στο Ναύπλιο, την προσωρινή πρωτεύουσα του κράτους. Εκεί ενεπλάκη στις πολιτικές αντιπαραθέσεις της εποχής, τάχθηκε εναντίον του Καποδίστρια και συνδέθηκε στενά με την οικογένεια Μαυρομιχάλη.
Από το 1831 άρχισε να αγοράζει μεγάλες εκτάσεις γης στην Αθήνα και την Πεντέλη. Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε οριστικά μετά τον πρόωρο θάνατο της κόρης της, το 1837. Η παρουσία στην πόλη μιας προσωπικότητας όπως η Δούκισσα, με το έντονο παρελθόν, τον μεγάλο πλούτο, τον ιδιόμορφο τρόπο ζωής και τις παράξενες αντιλήψεις, αποτέλεσε εξαιρετικό γεγονός για την αθηναϊκή κοινωνία της εποχής.
Η Δούκισσα ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη την οικοδόμηση έξι κτηρίων συνολικά, στην Αθήνα και τα περίχωρά της. Ανάμεσά τους το Καστέλο της Ροδοδάφνης στην Πεντέλη και η Villa Ilissia, το χειμερινό της ανάκτορο.
Σταμάτης Κλεάνθης, ο αρχιτέκτονας
Ο Κλεάνθης, γεννημένος το 1802 στο Βελβενδό της Μακεδονίας, σπούδασε στην Ακαδημία Αρχιτεκτονικής του Βερολίνου με δάσκαλο έναν από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες της εποχής, τον Karl Friedrich Schinkel. Το 1830 ήρθε στην Ελλάδα μαζί με τον Γερμανό φίλο και συνάδελφό του Eduard Schaubert. Ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησαν και να σχεδιάζουν μαζί το πολεοδομικό σχέδιο της νέας πόλης της Αθήνας, ενόψει της πιθανής εγκατάστασης εκεί της πρωτεύουσας του νέου κράτους. Το σχέδιο εγκρίθηκε από την κυβέρνηση το 1833 και, παρότι δεν υλοποιήθηκε εξαιτίας πολλών αντιδράσεων ιδιοκτητών οικοπέδων, θεωρείται το σημαντικότερο έργο των Κλεάνθη και Schaubert, καθώς αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ίδρυσης πόλης τον 19ο αιώνα. Ο Κλεάνθης ασχολήθηκε επίσης με την ανέγερση πολλών ιδιωτικών κατοικιών εύπορων Ελλήνων και ξένων. Την ίδια εποχή, άλλωστε, πολλοί γνωστοί αρχιτέκτονες, Έλληνες και ξένοι, όπως ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου, ο Δημήτριος Ζέζος, ο Leo von Klenze, οι Christian και Theophil Hansen, ο Friedrich von Gaertner, o Wilhelm von Weiler και ο Ernst Ziller, συγκεντρώθηκαν στην Αθήνα και εργάστηκαν για την ανέγερση δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων που καθόρισαν την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της πόλης.
Το κτήριο της Villa Ilissia και η ιστορία του
Η οικοδόμηση της Villa Ilissia ξεκίνησε το 1840, λίγο έξω από τα όρια της πόλης, σε μικρή απόσταση από τα βασιλικά ανάκτορα (τη σημερινή Βουλή), που είχαν αρχίσει να κτίζονται το 1836. Η Villa Ilissia βρισκόταν ανάμεσα στις όχθες του ποταμού Ιλισσού, που σήμερα έχει καλυφθεί, και τη λεωφόρο που λίγο καιρό νωρίτερα είχε χαραχθεί για να συνδέσει την Αθήνα με την Κηφισιά.
Η Δούκισσα ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη την οικοδόμηση έξι κτηρίων συνολικά, στην Αθήνα και τα περίχωρά της. Ανάμεσά τους το Καστέλο της Ροδοδάφνης στην Πεντέλη και η Villa Ilissia, το χειμερινό της ανάκτορο.
Σταμάτης Κλεάνθης, ο αρχιτέκτονας
Ο Κλεάνθης, γεννημένος το 1802 στο Βελβενδό της Μακεδονίας, σπούδασε στην Ακαδημία Αρχιτεκτονικής του Βερολίνου με δάσκαλο έναν από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες της εποχής, τον Karl Friedrich Schinkel. Το 1830 ήρθε στην Ελλάδα μαζί με τον Γερμανό φίλο και συνάδελφό του Eduard Schaubert. Ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησαν και να σχεδιάζουν μαζί το πολεοδομικό σχέδιο της νέας πόλης της Αθήνας, ενόψει της πιθανής εγκατάστασης εκεί της πρωτεύουσας του νέου κράτους. Το σχέδιο εγκρίθηκε από την κυβέρνηση το 1833 και, παρότι δεν υλοποιήθηκε εξαιτίας πολλών αντιδράσεων ιδιοκτητών οικοπέδων, θεωρείται το σημαντικότερο έργο των Κλεάνθη και Schaubert, καθώς αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ίδρυσης πόλης τον 19ο αιώνα. Ο Κλεάνθης ασχολήθηκε επίσης με την ανέγερση πολλών ιδιωτικών κατοικιών εύπορων Ελλήνων και ξένων. Την ίδια εποχή, άλλωστε, πολλοί γνωστοί αρχιτέκτονες, Έλληνες και ξένοι, όπως ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου, ο Δημήτριος Ζέζος, ο Leo von Klenze, οι Christian και Theophil Hansen, ο Friedrich von Gaertner, o Wilhelm von Weiler και ο Ernst Ziller, συγκεντρώθηκαν στην Αθήνα και εργάστηκαν για την ανέγερση δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων που καθόρισαν την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της πόλης.
Το κτήριο της Villa Ilissia και η ιστορία του
Η οικοδόμηση της Villa Ilissia ξεκίνησε το 1840, λίγο έξω από τα όρια της πόλης, σε μικρή απόσταση από τα βασιλικά ανάκτορα (τη σημερινή Βουλή), που είχαν αρχίσει να κτίζονται το 1836. Η Villa Ilissia βρισκόταν ανάμεσα στις όχθες του ποταμού Ιλισσού, που σήμερα έχει καλυφθεί, και τη λεωφόρο που λίγο καιρό νωρίτερα είχε χαραχθεί για να συνδέσει την Αθήνα με την Κηφισιά.
Η λεωφόρος Κηφισίας, όπως ονομαζόταν τότε η σημερινή Βασιλίσσης Σοφίας, εξελίχθηκε σύντομα σε ένα από τα ομορφότερα βουλεβάρτα της Αθήνας, σε ένα σύμβολο του εξευρωπαϊσμού της νέας πρωτεύουσας, καθώς κτίστηκαν κατά μήκος της, από γνωστούς αρχιτέκτονες της εποχής, πολλά δημόσια κτήρια, αλλά και ιδιωτικές επαύλεις που στέγασαν διαπρεπείς οικογένειες της αθηναϊκής κοινωνίας.
Το μέγαρο των Ιλισσίων είναι στην πραγματικότητα ένα συγκρότημα κτηρίων.
Το μέγαρο των Ιλισσίων είναι στην πραγματικότητα ένα συγκρότημα κτηρίων.
Το κεντρικό κτήριο, η κατοικία της Δούκισσας, επενδεδυμένο εξωτερικά με μάρμαρο, αποτελείται από δύο ορόφους και υπόγειο. Πρόκειται για ένα κτίσμα που διακρίνεται για την απλότητα και την αυστηρή συμμετρία του.
Στη βόρεια πλευρά, προς την αυλή και το Λυκαβηττό, υπάρχουν και στους δύο ορόφους τοξοστοιχίες με επτά αψίδες, ενώ την εικόνα συμπλήρωναν οι δύο εξέχοντες γωνιακοί πύργοι, όπου βρίσκονται τα κλιμακοστάσια.
Στη νότια πλευρά, προς τον Ιλισσό, υπάρχει τοξοστοιχία με τρεις αψίδες στο κέντρο του ισογείου και ανοιχτή στοά με τοξοστοιχία στον πάνω όροφο. Τα λίγα διακοσμητικά στοιχεία, όπως τα ξύλινα φουρούσια της στέγης με τα ζωγραφισμένα ανθέμια, δεν αναιρούν τη λιτή μορφή του κτίσματος. Οι στενές ταινίες με τον ανάγλυφο διάκοσμο από σχηματοποιημένα σταυρόσχημα μοτίβα, που περιτρέχουν το κτήριο, σχηματίζουν το όριο μεταξύ των ορόφων και το τελείωμα του δεύτερου ορόφου, ενώ ταυτόχρονα υπογραμμίζουν την οριζόντια διάταξη των αρχιτεκτονικών στοιχείων.
Το κεντρικό κτήριο υψώνεται επιβλητικό στο βάθος της αυλής, το περίγραμμα της οποίας συμπληρώνεται από δύο χαμηλές πλευρικές πτέρυγες, που προορίζονταν για βοηθητικές χρήσεις, και από το κτήριο με τον πυλώνα της εισόδου. Στο τόξο της μαρμάρινης καμάρας της εισόδου είναι λαξευμένη η ονομασία του συγκροτήματος: ILISSIA.
Στο κτηριακό συγκρότημα συνδυάζονται στοιχεία του κλασικισμού, όπως η επικράτηση της οριζόντιας γραμμής και οι χαμηλοί κλειστοί πύργοι, με στοιχεία του ρομαντισμού, όπως οι αψιδωτές στοές στις δύο όψεις του κεντρικού κτηρίου και η προβολή της στέγης, που τονίζουν την εναλλαγή φωτός και σκιάς.
Η οικοδόμηση της Villa Ilissia ολοκληρώθηκε το 1848. Κατοικήθηκε από τη Δούκισσα μέχρι το θάνατό της το 1854. Αργότερα το συγκρότημα περιήλθε στο ελληνικό Δημόσιο, στέγασε για τρία χρόνια τη Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια άλλες στρατιωτικές αρχές.
Το 1926 η Villa Ilissia παραχωρήθηκε για να στεγάσει το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Η εξωτερική μορφή του κτηρίου παρέμεινε περίπου όπως είχε σχεδιαστεί από τον Κλεάνθη, ενώ το εσωτερικό του προσαρμόστηκε στις ανάγκες της νέας του χρήσης, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου και σύμφωνα με τις μουσειολογικές αντιλήψεις του τότε διευθυντή του Μουσείου Γεωργίου Σωτηρίου. Οι μεγαλύτερες επεμβάσεις έγιναν στο ισόγειο του κτηρίου, όπου τρεις αίθουσες διαμορφώθηκαν σε χαρακτηριστικούς τύπους ναών της παλαιοχριστιανικής, βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου. Η διαμόρφωση της αυλής έγινε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρη.
Το κεντρικό κτήριο υψώνεται επιβλητικό στο βάθος της αυλής, το περίγραμμα της οποίας συμπληρώνεται από δύο χαμηλές πλευρικές πτέρυγες, που προορίζονταν για βοηθητικές χρήσεις, και από το κτήριο με τον πυλώνα της εισόδου. Στο τόξο της μαρμάρινης καμάρας της εισόδου είναι λαξευμένη η ονομασία του συγκροτήματος: ILISSIA.
Στο κτηριακό συγκρότημα συνδυάζονται στοιχεία του κλασικισμού, όπως η επικράτηση της οριζόντιας γραμμής και οι χαμηλοί κλειστοί πύργοι, με στοιχεία του ρομαντισμού, όπως οι αψιδωτές στοές στις δύο όψεις του κεντρικού κτηρίου και η προβολή της στέγης, που τονίζουν την εναλλαγή φωτός και σκιάς.
Η οικοδόμηση της Villa Ilissia ολοκληρώθηκε το 1848. Κατοικήθηκε από τη Δούκισσα μέχρι το θάνατό της το 1854. Αργότερα το συγκρότημα περιήλθε στο ελληνικό Δημόσιο, στέγασε για τρία χρόνια τη Σχολή Ευελπίδων και στη συνέχεια άλλες στρατιωτικές αρχές.
Το 1926 η Villa Ilissia παραχωρήθηκε για να στεγάσει το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Η εξωτερική μορφή του κτηρίου παρέμεινε περίπου όπως είχε σχεδιαστεί από τον Κλεάνθη, ενώ το εσωτερικό του προσαρμόστηκε στις ανάγκες της νέας του χρήσης, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου και σύμφωνα με τις μουσειολογικές αντιλήψεις του τότε διευθυντή του Μουσείου Γεωργίου Σωτηρίου. Οι μεγαλύτερες επεμβάσεις έγιναν στο ισόγειο του κτηρίου, όπου τρεις αίθουσες διαμορφώθηκαν σε χαρακτηριστικούς τύπους ναών της παλαιοχριστιανικής, βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου. Η διαμόρφωση της αυλής έγινε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρη.
Από το 1930, όταν το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο άνοιξε τις πύλες της νέας μόνιμης στέγης του στο κοινό, ξεκίνησε μια νέα περίοδος στην ιστορία της Villa Ilissia. Στη συνείδηση χιλιάδων επισκεπτών το μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας συνδέθηκε με τη νέα, μουσειακή του χρήση.
Η Villa Ilissia σήμερα
Σήμερα το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο ολοκλήρωσε την επανέκθεση των συλλογών του στο καινούργιο μουσείο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Μάνος Περράκης την περίοδο 1987-1992 και έχει ήδη αποπερατωθεί. Το νέο μουσείο είναι υπόγειο και αναπτύσσεται σε πολλαπλά επίπεδα κάτω από το κτηριακό συγκρότημα της Δούκισσας της Πλακεντίας.
Σήμερα, το κεντρικό κτήριο της Villa Ilissia ανοίγει τις πύλες του και πάλι στο κοινό, έπειτα από την αναγκαία και ριζική αποκατάστασή του. Αποκτά και πάλι κεντρικό ρόλο στη λειτουργία του Βυζαντινού Μουσείου, ενώ αποτελεί και το κέντρο ενός πολιτιστικού πάρκου στην καρδιά της πόλης. Το ισόγειο του Μεγάρου γίνεται το κεντρικό σημείο υποδοχής, συνάντησης και ενημέρωσης των επισκεπτών. Η αίθουσα, στον τύπο της παλαιοχριστιανικής βασιλικής, που διατήρησε την εσωτερική της διαμόρφωση, θα φιλοξενεί έκθεση για την ιστορία του Μουσείου ενώ η απέναντι θα παρουσιάζει περιοδικές εκθεσιακές δράσεις. Ο όροφος φιλοξενεί περιοδικές εκθέσεις αυξάνοντας την έκταση των εκθεσιακών χώρων του Μουσείου.
Η βόρεια όψη του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia, όταν στέγαζε στρατιωτικές υπηρεσίες. Ιστ. Φωτ. Αρχ. ΒΧΜ, Αρχείο Σωτηρίου.
Απόψεις του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia και των κτιρίων της βορινής πλευράς την περίοδο που μόλις είχαν παραχωρηθεί στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Η αίθουσα Α' του ισογείου του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου σε ρυθμό παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Ιστ. Φωτ. Αρχ. Σωτηρίου
Η Sophie de Merbois-Lebrun, δούκισσα της Πλακεντίας (1785-1854). Αγνώστου καλλιτέχνη, ελαιογραφία, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Άποψη της τοξοστοιχίας του πρώτου ορόφου του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia.
Η είσοδος της Villa Ilissia από τη λεωφόρο Βασ. Σοφίας.
Άποψη του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia.
Απόψεις του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia και των κτιρίων της βορινής πλευράς την περίοδο που μόλις είχαν παραχωρηθεί στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Στην Ιστορία
Η Villa Ilissia σήμερα
Σήμερα το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο ολοκλήρωσε την επανέκθεση των συλλογών του στο καινούργιο μουσείο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Μάνος Περράκης την περίοδο 1987-1992 και έχει ήδη αποπερατωθεί. Το νέο μουσείο είναι υπόγειο και αναπτύσσεται σε πολλαπλά επίπεδα κάτω από το κτηριακό συγκρότημα της Δούκισσας της Πλακεντίας.
Σήμερα, το κεντρικό κτήριο της Villa Ilissia ανοίγει τις πύλες του και πάλι στο κοινό, έπειτα από την αναγκαία και ριζική αποκατάστασή του. Αποκτά και πάλι κεντρικό ρόλο στη λειτουργία του Βυζαντινού Μουσείου, ενώ αποτελεί και το κέντρο ενός πολιτιστικού πάρκου στην καρδιά της πόλης. Το ισόγειο του Μεγάρου γίνεται το κεντρικό σημείο υποδοχής, συνάντησης και ενημέρωσης των επισκεπτών. Η αίθουσα, στον τύπο της παλαιοχριστιανικής βασιλικής, που διατήρησε την εσωτερική της διαμόρφωση, θα φιλοξενεί έκθεση για την ιστορία του Μουσείου ενώ η απέναντι θα παρουσιάζει περιοδικές εκθεσιακές δράσεις. Ο όροφος φιλοξενεί περιοδικές εκθέσεις αυξάνοντας την έκταση των εκθεσιακών χώρων του Μουσείου.
Η βόρεια όψη του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia, όταν στέγαζε στρατιωτικές υπηρεσίες. Ιστ. Φωτ. Αρχ. ΒΧΜ, Αρχείο Σωτηρίου.
Απόψεις του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia και των κτιρίων της βορινής πλευράς την περίοδο που μόλις είχαν παραχωρηθεί στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Η αίθουσα Α' του ισογείου του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου σε ρυθμό παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Ιστ. Φωτ. Αρχ. Σωτηρίου
Η Sophie de Merbois-Lebrun, δούκισσα της Πλακεντίας (1785-1854). Αγνώστου καλλιτέχνη, ελαιογραφία, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Άποψη της τοξοστοιχίας του πρώτου ορόφου του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia.
Η είσοδος της Villa Ilissia από τη λεωφόρο Βασ. Σοφίας.
Άποψη του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia.
Απόψεις του κεντρικού κτιρίου της Villa Ilissia και των κτιρίων της βορινής πλευράς την περίοδο που μόλις είχαν παραχωρηθεί στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Στην Ιστορία
Άποψη της πρώτης έκθεσης του Μουσείου της ΧΑΕ το 1890 στην Ιερά Σύνοδο. Ιστ. Φωτ. Αρχ. ΒΧΜ, ΧΑΕ 1470α.
Άποψη του κήπου της Ακαδημίας Αθηνών με την πινακίδα «Βυζαντινόν Μουσείον». Ιστ. Φωτ. Αρχ. ΒΧΜ, Αρχείο Σωτηρίου.
Απόψεις του κεντρικού κτηρίου της Villa Ilissia και των κτηρίων της βορινής πλευράς την περίοδο που μόλις είχαν παραχωρηθεί στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Απόψεις του κεντρικού κτηρίου της Villa Ilissia και των κτηρίων της βορινής πλευράς την περίοδο που μόλις είχαν παραχωρηθεί στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Ο Γεώργιος Σωτηρίου (δεξιά) και ο Αριστοτέλης Ζάχος (αριστερά) στο εσωτερικό της κατεστραμμένης βασιλικής του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης του μνημείου. Αρχείο Σωτηρίου.
Η Sophie de Marbois-Lebrun, δούκισσα της Πλακεντίας (1785-1854). Αγνώστου καλλιτέχνη, ελαιογραφία, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.
Η βόρεια όψη του κεντρικού κτηρίου της Villa Ilissia, όταν στέγαζε στρατιωτικές υπηρεσίες. Ιστ. Φωτ. Αρχ. ΒΧΜ, Αρχείο Σωτηρίου.
Οι αίθουσες του πρώτου ορόφου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του ισογείου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του ισογείου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του ισογείου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του ισογείου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του ισογείου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του πρώτου ορόφου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του πρώτου ορόφου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
Οι αίθουσες του πρώτου ορόφου της Villa Ilissia όπως είχαν διαμορφωθεί σε εκθεσιακούς χώρους της μόνιμης έκθεσης του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου μέχρι το 2003.
ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:
Διεύθυνση: Βασ. Σοφίας 22, 106 75 Κολωνάκι, Αθήνα
Ώρες Λειτουργίας: Δευτέρα: 09:00-16:00
Τρίτη: ΚΛΕΙΣΤΟ, Τετάρτη-Κυριακή: 09:00-16:00
Για λόγους ασφαλείας η αποχώρηση των
επισκεπτών από τις αίθουσες αρχίζει 20 λεπτά
νωρίτερα από την ώρα που κλείνει το Μουσείο.
Κλειστό: 1η Ιανουαρίου, 25 Μαρτίου, Μ. Παρασκευή (ανοικτό 12.00-17.00),
Κυριακή του Πάσχα, 1η Μαiου, 25-26 Δεκεμβρίου
Εισιτήρια: Γεν. είσοδος: 4 €
Δωρεάν: κάτω των 25 ετών
Τηλεφωνικό κέντρο-Πληροφορίες: 213 213 9517
Γραφείο Επικοινωνίας: 213 213 9583, 213 213 9511
info.bma_at_culture.gr (αντικαταστήστε το"at" με @)
Αέναη επΑνάσταση | www. Sophia-Ntrekou.gr
Το Ηλεκτρονικό (εικονικό) Ε-Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
Ανάπτυξη ψηφιακής στρατηγικής
Το Ε-Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο αποτελεί μία διαδικτυακή πλατφόρμα, σχεδιασμένη σύμφωνα με τις νέες λειτουργικές απαιτήσεις, που δίνει ελεύθερη πρόσβαση στις πλούσιες ψηφιακές συλλογές και αρχεία για τον πολιτισμό των βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων που διαθέτει το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Στο πλαίσιο του Έργου, το Μουσείο εξοπλίζεται με το διεθνώς αναγνωρισμένο λογισμικό για την οργάνωση μουσείων και τη διαχείριση και ανάδειξη συλλογών, MuseumPlus, το οποίο, μέσω της ειδικής εφαρμογής web interface eMuseumPlus, δίνει στο Μουσείο τη δυνατότητα να δημοσιεύει στο διαδίκτυο εμπλουτισμένη πληροφορία σχετικά με τις συλλογές του.
Φωτογραφικά πανοράματα υψηλής ανάλυσης αποτυπώνουν τα περίπου 4.500 τ.μ. των πραγματικών εκθεσιακών χώρων και αποτελούν τη βάση για την εικονική περιήγηση στη μόνιμη έκθεση του Μουσείου. Η νέα διαδικτυακή πλατφόρμα φιλοξενεί επίσης 5 εικονικές θεματικές διαδρομές με αντικείμενα-σταθμούς επιλεγμένα από τις μόνιμες συλλογές.
Μέσα από την εφαρμογή Ματιές στις αποθήκες του Μουσείου ο επισκέπτης εξοικειώνεται με τις λειτουργίες ενός σύγχρονου μουσείου και ενημερώνεται για τη διαδικασία συντήρησης και προστασίας των μουσειακών συλλογών ενώ με το Διαδραστικό χρονολόγιο ιστορικών εκθέσεων, δέκα σημαντικές εκθέσεις που διοργανώθηκαν Μουσείο κατά την τελευταία εικοσαετία παρουσιάζονται σε ένα πρωτότυπο χρονολόγιο με τη χρήση πολύμορφου υλικού. Ακόμα μία εφαρμογή που δημιουργήθηκε είναι το Διαδραστικό Ημερολόγιο, το οποίο φιλοξενεί έργα ορόσημα από τις συλλογές του Μουσείου ενώ ταυτόχρονα προσφέρει πληροφόρηση και επαφή με δραστηριότητές του.
Μια σειρά εκπαιδευτικών εφαρμογών-παιχνίδια μνήμης και παρατηρητικότητας, δραστηριότητες δημιουργικής απασχόλησης και παιχνίδια ρόλων αποτελούν τις Διαδραστικές εκπαιδευτικές εφαρμογές και παρουσιάζουν αντικείμενα των συλλογών με ελκυστικό τρόπο και ενθαρρύνουν τη μάθηση μέσα από το παιχνίδι.
Από τον νέο ιστότοπο δε θα μπορούσε να λείπει το Ηλεκτρονικό βιβλίο επισκεπτών, το οποίο προτρέπει τους διαδικτυακούς περιηγητές να καταγράψουν τα σχόλια και τις παρατηρήσεις τους, να αναρτήσουν φωτογραφίες και βίντεο, καθώς, επίσης, να αξιολογήσουν την εμπειρία τους από την επίσκεψη στο εικονικό μουσείο, ενθαρρύνοντας παράλληλα τη δημιουργία κοινωνικών δικτύων και δημιουργικών σχέσεων με τον κόσμο του Μουσείου.
Τέλος, βασικά κομμάτια του έργου είναι η Εφαρμογή περιήγησης για «έξυπνα» κινητά, η οποία επιτρέπει στον επισκέπτη, επιλέγοντας τα εκθέματα με την ειδική σήμανση, να έχει ελεύθερη πρόσβαση σε κείμενα και οπτικοακουστικό υλικό που του δίνουν τη δυνατότητα να ακολουθήσει μια εξατομικευμένη περιήγηση στη μόνιμη έκθεση του Μουσείου, αλλά και ο Διαδραστικός σταθμός πληροφόρησης (infokiosk) στο φυσικό χώρο του Μουσείου, ο οποίος συμπληρώνει, ενισχύει και εμπλουτίζει την εμπειρία της επίσκεψης.
Το έργο: «Ε-Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο» συγχρηματοδοτήθηκε από τα Επιχειρησιακά Προγράμματα: «Ψηφιακή Σύγκλιση», «Μακεδονία – Θράκη», «Κρήτη και Νήσοι του Αιγαίου», «Θεσσαλία – Στερεά Ελλάδα – Ήπειρος», «Αττική» 2007-2013. Η PostScriptum υλοποίησε το έργο σε συνεργασία με την εταιρία EWORX.
Εικονικό Μουσείο
Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο με το έργο Ε-Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
* Αναβαθμίζει το σύστημα διαχείρισης των αρχαιολογικών συλλογών του, αξιοποιώντας σύγχρονες ψηφιακές εφαρμογές.
* Δημιουργεί ένα νέο, προσβάσιμο ψηφιακό αρχείο που μπορεί να εμπλουτιστεί και παρέχει έγκυρη πληροφόρηση για τον βυζαντινό και μεταβυζαντινό πολιτισμό.
* Ανανεώνει την επικοινωνία και εμβαθύνει τη σχέση του με πολλές και διαφορετικές ομάδες κοινού, με ειδικούς και μη ειδικούς, αλλά και με το διεθνές κοινό.
* Ενθαρρύνει τη μάθηση μέσα από το παιχνίδι, τον διάλογο και τη δικτύωση με μικρούς και μεγάλους.
Σύστημα Διαχείρισης Συλλογών MuseumPlus
Το Μουσείο εξοπλίζεται με το διεθνώς αναγνωρισμένο λογισμικό για την οργάνωση μουσείων και τη διαχείριση και ανάδειξη συλλογών.
Ματιές στις αποθήκες του Μουσείου: Ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να γνωρίσει αντικείμενα που δεν παρουσιάζονται στη μόνιμη έκθεση του Μουσείου.
Ηλεκτρονικό βιβλίο επισκεπτών προτρέπει τους διαδικτυακούς περιηγητές να καταγράψουν τα σχόλια και τις παρατηρήσεις τους, να αναρτήσουν φωτογραφίες και βίντεο, καθώς, επίσης, να αξιολογήσουν την εμπειρία τους από την επίσκεψη στο εικονικό μουσείο.
Διαδραστικές εκπαιδευτικές εφαρμογές: Μια σειρά εκπαιδευτικών εφαρμογών -παιχνίδια μνήμης και παρατηρητικότητας, δραστηριότητες δημιουργικής απασχόλησης (ζωγραφική, συναρμολόγηση εικόνας) παιχνίδια ρόλων («γίνε μουσειολόγος!»)- παρουσιάζουν αντικείμενα των συλλογών με ελκυστικό τρόπο και ενθαρρύνουν τη μάθηση μέσα από το παιχνίδι.
Διαδραστικό Ημερολόγιο: Η σχέση του Μουσείου με τον επισκέπτη ανανεώνεται διαρκώς μέσα από το Ημερολόγιο.
Site map: home Συλλογές / Εικονική Περιήγηση / Θεματικές Διαδρομές / Ματιές στις Αποθήκες / Χρονολόγιο Εκθέσεων / Παιχνίδια / Ημερολόγιο το έκθεμα του μήνα / Facebook / Twitter / YouTube - Εικονικό Μουσείο
Διαδραστικό χρονολόγιο ιστορικών εκθέσεων: Σημαντικές εκθέσεις που διοργανώθηκαν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο κατά την τελευταία εικοσαετία, και ανανέωσαν τη φυσιογνωμία του, ανέδειξαν τον κοινωνικό του ρόλο, και το έκαναν προσβάσιμο σε νέο κοινό.
Χρονολόγιο Εκθέσεων
Δέκα σημαντικές εκθέσεις που διοργανώθηκαν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο κατά την τελευταία εικοσαετία, και ανανέωσαν τη φυσιογνωμία του, ανέδειξαν τον κοινωνικό του ρόλο, και το έκαναν προσβάσιμο στο ευρύ κοινό, παρουσιάζονται σε ένα πρωτότυπο χρονολόγιο με τη χρήση πολύμορφου υλικού (κείμενο, εικόνα βίντεο, σχέδια). Σημαντικά τεκμήρια από το αρχείο των περιοδικών εκθέσεων του Μουσείου γίνονται για πρώτη φορά διαθέσιμα σε ψηφιακή μορφή ως πηγή γνώσης για κάθε ενδιαφερόμενο φορέα ή άτομο.
Επιλέξτε μια έκθεση:
Από τη Χριστιανική Συλλογή στο Βυζαντινό Μουσείο (1884-1930)
Το Βυζάντιο ως Οικουμένη
Έκθεμα του μήνα: Αυτοκρατορικά Δώρα. Αφιερώματα της Μεγάλης Αικατερίνης στην ελληνική εκκλησία του Λιβόρνο
Λιμάνια και Καράβια
Σπήλαιο Ανδρίτσας - Μοιραίο καταφύγιο
H Kίνα των Tang, μια χρυσή εποχή (7ος -10ος αιώνας μ.Χ.)
Salvador Dali, Ο μύθος του σουρεαλισμού
Θράκη - Κωνσταντινούπολη. Το Οδοιπορικό του Γεωργίου Λαμπάκη (1902)
Μια έκθεση που περιόδευσε στο εξωτερικό
Η πρόσληψη της Βυζαντινής Τέχνης στην Ελληνική Ζωγραφική του α' μισού του 20ού αιώνα.
Βιβλιογραφία, Δικτυογραφία:
• Γκράτζιου, Όλγα (1987). «Από την ιστορία του Βυζαντινού Μουσείου: τα πρώτα χρόνια». Μνήμων (Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού) 11: 54–73.
• Γκράτζιου, Όλγα (1987). «Από την ιστορία του Βυζαντινού Μουσείου: τα πρώτα χρόνια». Μνήμων (Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού) 11: 54–73.
• Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο/www.byzantinemuseum.gr
• σ.σ. Συμπληρωματικά Σοφία Ντρέκου/sophia-ntrekou.gr
• Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού/odysseus.culture.gr
• Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού/odysseus.culture.gr
• google.com/maps/place
• PostScriptum creating value for cultural organisations, postscriptum.gr
• PostScriptum creating value for cultural organisations, postscriptum.gr
• Το οπτικό υλικό (Βίντεο) από www.YouTube, εταιρεία της Google.
• http://www.postscriptum.gr/erga/e-vyzantino-kai-christianiko-moyseio/
Βιντεο/αφιέρωμα στο Βυζαντινό, Χριστιανικό Μουσείο
Αθηνών, by Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr
Περιήγηση του Ν. Λυγερού στο Βυζαντινό
Μουσείο, Αθήνα. 15/10/2014
Διάλεξη του Νίκου Λυγερού: "Διαχρονικό".
Βυζαντινό και Χριστιανικό μουσείο, Αθήνα.
Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014.
Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
Μια αλλιώτικη ξενάγηση στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο: Η επίσκεψη και περιήγηση σε αυτό το υπέροχο μουσείο στην καρδιά της Αθήνας, αποκτά μια νέα διάσταση, προσφέρει μια πιο πλήρη εμπειρία, αφού χάρη στο δωρεάν wifi που υπάρχει σε όλο το μουσείο, οι επισκέπτες μπορούν να διαβάζουν με QR code τις πληροφορίες για τα εκθέματα. www.protagon.gr
Περιήγηση στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών
Byzantine and Christian Museum of Athens, Greece
Βίντεο: Συντήρηση βυζαντινών εικόνων, η τέχνη που σώζει την τέχνη (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ). Εκπομπή πολιτιστικού περιεχομένου. Θέμα του συγκεκριμένου επεισοδίου 1987, η συντήρηση εικόνων στα εργαστήρια συντήρησης του Βυζαντινού Μουσείου. Το επεισόδιο «ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ Η ΤΕΧΝΗ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ» της εκπομπής «ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ» επισκέπτεται τα εργαστήρια συντήρησης του Μουσείου Βυζαντινής Τέχνης, όπου εμπνευσμένοι και με μεράκι συντηρητές προσπαθούν να σώσουν βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες μεγάλης ιστορικής και πολιτισμικής αξίας. Οι συντηρητές επεξηγούν τις τεχνικές της επιστήμης τους, τα στοιχεία που οφείλουν να γνωρίζουν για να σώσουν ένα έργο και να μην το καταστρέψουν, για να αναδείξουν την ομορφιά και τις λεπτομέρειες της τέχνης του κάθε αγιογράφου. Οι επιζωγραφίσεις στις αγιογραφίες είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Η διαδιακασία του διαχωρισμού των δυο στρωμάτων είναι δύσκολη και μπορεί να προκαλέσει φθορά στο έργο. Ο υπεύθυνος του εργαστηρίου συντήρησης του Μουσείου ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ επεξηγεί την τεχνική της συντήρησης του ξύλου των εικόνων, που ονομάζεται παρκετατούρα. Οι Συντηρητές του Εργαστηρίου μιλούν με αγάπη για τα έργα, που τα συντηρούν σαν να είναι ζωντανοί οργανισμοί.
Αναφορές: ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ, φορέας πολιτισμού ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ, ζωγράφος ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ, επιθεωρητής συντήρησης αρχαιοτήτων ΡΕΝΑ ΜΠΑΛΗ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΑΡΙΣΤΟΥΛΑ ΜΕΡΜΗΓΚΑ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΘΑΛΕΙΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΑΛΙΚΗ ΣΗΜΑΝΤΩΝΗ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΒΙΚΗ ΓΑΛΑΚΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΛΙΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΒΑΛΙΑ ΑΝΑΠΛΙΩΤΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων.
Δείτε βίντεο διάρκεια 00:28:40:19
Σχετικά Θέματα:
Διάλεξη του Νίκου Λυγερού: "Διαχρονικό".
Βυζαντινό και Χριστιανικό μουσείο, Αθήνα.
Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014.
Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
Μια αλλιώτικη ξενάγηση στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο: Η επίσκεψη και περιήγηση σε αυτό το υπέροχο μουσείο στην καρδιά της Αθήνας, αποκτά μια νέα διάσταση, προσφέρει μια πιο πλήρη εμπειρία, αφού χάρη στο δωρεάν wifi που υπάρχει σε όλο το μουσείο, οι επισκέπτες μπορούν να διαβάζουν με QR code τις πληροφορίες για τα εκθέματα. www.protagon.gr
Περιήγηση στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών
Byzantine and Christian Museum of Athens, Greece
Βίντεο: Συντήρηση βυζαντινών εικόνων, η τέχνη που σώζει την τέχνη (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ). Εκπομπή πολιτιστικού περιεχομένου. Θέμα του συγκεκριμένου επεισοδίου 1987, η συντήρηση εικόνων στα εργαστήρια συντήρησης του Βυζαντινού Μουσείου. Το επεισόδιο «ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ Η ΤΕΧΝΗ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ» της εκπομπής «ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ» επισκέπτεται τα εργαστήρια συντήρησης του Μουσείου Βυζαντινής Τέχνης, όπου εμπνευσμένοι και με μεράκι συντηρητές προσπαθούν να σώσουν βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες μεγάλης ιστορικής και πολιτισμικής αξίας. Οι συντηρητές επεξηγούν τις τεχνικές της επιστήμης τους, τα στοιχεία που οφείλουν να γνωρίζουν για να σώσουν ένα έργο και να μην το καταστρέψουν, για να αναδείξουν την ομορφιά και τις λεπτομέρειες της τέχνης του κάθε αγιογράφου. Οι επιζωγραφίσεις στις αγιογραφίες είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Η διαδιακασία του διαχωρισμού των δυο στρωμάτων είναι δύσκολη και μπορεί να προκαλέσει φθορά στο έργο. Ο υπεύθυνος του εργαστηρίου συντήρησης του Μουσείου ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ επεξηγεί την τεχνική της συντήρησης του ξύλου των εικόνων, που ονομάζεται παρκετατούρα. Οι Συντηρητές του Εργαστηρίου μιλούν με αγάπη για τα έργα, που τα συντηρούν σαν να είναι ζωντανοί οργανισμοί.
Αναφορές: ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ, φορέας πολιτισμού ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ, ζωγράφος ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ, επιθεωρητής συντήρησης αρχαιοτήτων ΡΕΝΑ ΜΠΑΛΗ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΑΡΙΣΤΟΥΛΑ ΜΕΡΜΗΓΚΑ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΘΑΛΕΙΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΑΛΙΚΗ ΣΗΜΑΝΤΩΝΗ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΒΙΚΗ ΓΑΛΑΚΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΛΙΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΒΑΛΙΑ ΑΝΑΠΛΙΩΤΟΥ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗ, συντηρήτρια βυζαντινών εικόνων.
Δείτε βίντεο διάρκεια 00:28:40:19
Σχετικά Θέματα:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου