Ο Συνθέτης, τραγουδιστής και ξεχωριστός δεξιοτέχνης του
μπουζουκιού Γιώργος Ζαμπέτας, 10 Μαρτίου του 1992 †
Βροχερούς χαιρετισμούς σε τζαζ ρυθμούς αλά Ζαμπέτα
μ' ένα τραγούδι ♪♫ αφιερωμένο σε όσους θέλουν να
γιορτάζουν την εμπορική γιορτή των ερωτευμένων ❤
Τα τελευταία χρόνια η εμπορευματοποίηση της γιορτής έχει φθάσει στο κατακόρυφο. Μετά τις κάρτες, τις ηλεκτρονικές κάρτες μέσω Ίντερνετ (e-cards), τα λουλούδια και τα σοκολατάκια, σειρά έχει η βιομηχανία των κοσμημάτων να οικειοποιηθεί την ημέρα των ερωτευμένων. Ο τζίρος του Αγίου Βαλεντίνου μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεπέρασε τα 15 δισεκατομμύρια δολάρια, το ισόποσο του ΑΕΠ της Μποτσουάνα... ...Και η βρόχα έπιπτε στρέϊτ θρου...
Του αειμνήστου Αιγαλιώτη Ζαμπέτα 𝄞 Και η βρόχα έπιπτε στρέϊτ θρου 𝄞 η θρυλική ατάκα του. Πηγαίος, αθυρόστομος, χιουμορίστας, αλλά και μάγκας, αποκριθείς σε ερώτηση δημοσιογράφου για τη σχέση του με το χασίσι, απάντησε: «Αν έχω φουμάρει χασίσι; Λιβααααάδια».
Πυκνή βροχή και ομπρέλες από το πρωί στους δρόμους της πόλης. Οι μετεωρολόγοι προειδοποίησαν για ισχυρές καταιγίδες και θυμήθηκα τον Ζαμπέτα.
Όπως θα έλεγε χαρακτηριστικά ο ίδιος, όλη μέρα «η βρόχα θα έπεφτε στρέιτ θρου». Είναι μια έκφραση που τον σημάδεψε και μας τον φέρνει στο μυαλό με νοσταλγία.
«Ούτε η γη ανθίζει χωρίς βροχή,
ούτε η ψυχή χωρίς δάκρυα.» Γ. Ζ.
Ο Ζαμπέτας κατά τη διάρκεια της πορείας του στο τραγούδι, βρέθηκε στην Αμερική για εμφανίσεις. Εκεί συνεργάστηκε μεταξύ άλλων και με τον Μάνο Χατζιδάκι. Κατά την παραμονή του στις Η.Π.Α., ο Ζαμπέτας άρχισε να μαθαίνει αμερικάνικες λέξεις και εκφράσεις, τις οποίες χρησιμοποιούσε στο λαϊκό λεξιλόγιό του, αλλά και στα τραγούδια του.
Άφιξη Ελλήνων καλλιτεχνών στο Διεθνές Αεροδρόμιο Σχίπχολ της
Ολλανδίας, αριστερά Μιμίκα Καζαντζή και δεξιά Μανώλης Καχαρίδης,
μεσαίος Γεώργιος Ζαμπέττας (1925-1992) in 25 January 1964
Το συγκεκριμένο τραγούδι το θυμόμαστε συνήθως τις βροχερές μέρες, λόγω του αγγλοελληνικού του στίχου «η βρόχα έπιπτε στρέϊτ θρου... straight through».
Στην ουσία είναι ένα τραγούδι που περιγράφει τις ερωτικές περιπέτειες μιας γυναίκας, με το γνωστό σκωπτικό τρόπο του Γιώργου Ζαμπέτα που έχει γράψει και την μουσική και τους στίχους. Στο βίντεο που ακολουθεί, απολαμβάνουμε τον Ζαμπέτα σε μια πιο τζαζ εκτέλεση της.
Αποσπάσματα από έρωτες (βρόχα)
Οι αναμνήσεις μιας γυναίκας (1973)
(Φιλικά, σταράτα και με την βρόχα
να πέφτει right through)
Μουσική, Στίχοι και Ερμηνεία: Giorgos
Zampetas - Apospásmata apó érotes
Χειμώνας βαρύς, κρύο πολύ
κι εκείνο το βράδυ το φεγγάρι
δε βγήκε, τα σύννεφα χαμηλώσανε
και η βρόχα έπεφτε, στρέιτ θρου.
Εκείνη μονάχη της, έψησε ένα καφεδάκι,
άναψε ένα τσιγαράκι, πήγε στη βιβλιοθήκη της,
πήρε τον πρώτο τόμο από
τ’ απομνημονεύματά της,
ξάπλωσε στη ντιβανοκασέλα της
κι άρχισε να τα διαβάζει ένα ένα.
Ο πρόλογος δεν έλεγε και πολλά
πράγματα. Μα σαν έφτασε στη
σελίδα 96 εκατομμύρια τετρακόσια
εβδομήντα τρία οχτακόσια είκοσι
έξι, κάθετος, παύλα και κάτι ψιλά,
έγραφε οτι συνεδέθη με νεαρόν,
αλλά το ειδύλλιο δεν εκράτησε
παρά μόνον τρία εικοσιτετράωρα
διότι ούτος εκ των υστέρων
απεδείχθη ακατάλληλος.
Κι έτσι καθαρίσανε ένα βράδυ
που το φεγγάρι δεν βγήκε
και η βρόχα έπεφτε, ράιτ θρου.
Σελίδα 9 του εβδομηκοστού
τετάρτου τόμου.
Έγραφε ότι ήτανε καλοκαιριά
κι ότι είχε βγει στην παραλία
να κάνει το μπάνιο της.
Εκεί γνώρισε ένα νεαρό,
τον επλησίασε, ανταλλάξανε
μερικές κουβέντες και τον
ρώτησε για τ’ όνομά του.
Εγώ, της λέει αυτός, ονομάζομαι
Φριτς. Τον αγάπησε τρελά. Αλλά
σαν μπήκε το φθινόπωρο, αυτός
την πούλεψε για την πατρίδα του
και κείνη ξέμεινε μόνη της,
ένα βράδυ που το φεγγάρι
δεν βγήκε και η βρόχα έπεφτε, ράιτ θρου.
Σελίδα 6, Άρθρο Βου,
Παράγραφος Ξου, Κεφάλαιο Θου.
Έγραφε οτι πήγε και τον
εσυνάντησε και του είπε οτι
θα έπρεπε να γίνει ο γάμος.
Αυτός δεν έφερε αντίρρηση και
προσδιορίστηκε Πέμπτη ώρα μηδέν
και τριάντα τρία πρώτα και
σαράντα εννέα δεύτερα.
Η μέρα πλησίασε,
εκείνη για να πάει να παντρευτεί,
μπήκε στο μπάνιο της,
έριξε τα αποσμητικά της,
τα απορρυπαντικά της, ντύθηκε,
φόρεσε το νυφικό ενώ απ’ όξω
το φεγγάρι δεν βγήκε
και η βρόχα έπεφτε, ράιτ θρου.
Αυτή είναι η ιστορία μιας κυρίας.
Ο Ζαμπέτας της τζαζ – Zambetas
the Greek singer (1925-1992) Jazzist
Αὐτή ἡ μεγάλη, ἡ πολύ σημαντική μορφή τῆς ἑλληνικῆς σύγχρονης μουσικῆς. Μιά αὐτοδίδακτη μουσική ἰδιοφυΐα, πού –ὅπως μοῦ ἔλεγε– εἶχε τήν μουσική στό κεφάλι του πολύ πρίν γεννηθεῖ!
«Εἶμαι βέβαιος, γιατρέ μου (μέ ἀποκαλοῦσε ἔτσι λόγω τοῦ ἐπαγγέλματος τοῦ πατέρα μου), ὅτι ὅταν κλώτσαγα στήν κοιλιά τῆς μάννας μου, χόρευα ζεϊμπέκικο!» μοῦ εἶχε πεῖ κάποια ἀπό τίς πολλές φορές, πού κατέβαινα στό καμαρίνι του γιά νά μιλήσω μαζί του καί νά «κρέμομαι ἀπό τά χείλη του». Στά 23 μου, «ὑπό δοκιμήν» δημοσιογράφος στήν «Βραδυνή» (τότε γιά νά μπεῖς στό «μισθολόγιο» ἔπρεπε νά περάσεις κανά-δυό χρόνια ἄμισθος) καί μουσικός τά βράδυα, καθώς ἔπρεπε ἀπό κάπου νά βγάζουμε χρήματα!
Ἐκεῖ, λοιπόν, στό «Κάν-Κάν» τῆς λεωφόρου Πέτρου Ράλλη, ἰδιοκτησίας τοῦ Νίκου Γιγουρτάκη (τοῦ ἀποκαλουμένου «Ὁ μουστάκιας»), στενοῦ φίλου τοῦ Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, βλεπόμουν κάθε βράδυ μέ τόν Ζαμπέτα…
Καί ἦταν ἀπόλαυση ἐκεῖνες οἱ στιγμές στό καμαρίνι του, ὅταν ἔπιανε τό μπουζούκι καί ἔπαιζε ἀπίθανες συγχορδίες τζάζ (μέγας θαυμαστής τοῦ Λιούις Ἄρμστρονγκ) ἤ μοῦ ἔπαιζε τήν εἰσαγωγή ἀπό τό «Μισέλ» τῶν Μπήτλς καί μοῦ ἔλεγε «καλά κάνανε οἱ μάγκες καί τό διαλύσανε, γιατί θά μείνουνε στήν Ἱστορία, ἐνῶ μπορεῖ νά τούς χάλαγε τήν εἰκόνα ἡ… μακροχρόνιος συνεύρεσις!».
Ἔτσι ἔκανε, ὅταν ἤθελε νά δώσει ἔμφαση σέ μιά του φράση, ἔριχνε μέσα κι ἕνα καθαρευουσιάνικο!
Θυμᾶμαι ἕνα βράδυ, πού συζητούσαμε γύρω ἀπό τά παραδοσιακά μας τραγούδια, τῶν ὁποίων ἦταν ἄριστος γνώστης καί θαυμαστής. «Τί τά θές, τί τά γυρεύεις! Ἔχει ἀρχίσει καί φαίνεται στό βάθος κῆπος κρίση. Νά δεῖς πού θά μᾶς καταπιεῖ ἡ ξενομανία! Ἀλλά τί περιμένεις ὅταν στά σχολεῖα δέν μαθαίνουνε τά παιδιά ὅτι καί ὁ Ἐθνικός μας Ύμνος εἶναι τσάμικος!»…
Ἦταν ἡ πρώτη φορά πού τό ἄκουγα. Δέν τό εἶχα σκεφτεῖ ποτέ! Καί ἦταν τόσο ὁλοφάνερο!
Παραδεχόταν τόν Μανώλη Χιώτη ὡς σπουδαῖο μουσικό, θεωροῦσε τόν Μᾶρκο Βαμβακάρη κορυφαῖο «Ἕλληνα μπλουζίστα», θαύμαζε τόν Μάνο Χατζιδάκι (ἔλεγε ὅτι τό μυαλό τοῦ Μάνου ἦταν ἕνα γεμᾶτο πεντάγραμμο) καί μιλοῦσε μέ τά καλύτερα λόγια γιά τόν Γιάννη Παπαϊωάννου.
Θυμᾶμαι μιά φορά πού μοῦ ζήτησε νά πάω στό μαγαζί πιό νωρίς γιατί θά ἐρχόταν μιά κοπέλα νά τήν ἀκούσουμε. «Εἶναι κόρη ἑνός φίλου, σπουδάζει στήν Βιομηχανική Πειραιῶς καί ἐπιμένει νά γίνει τραγουδίστρια, ἀλλά ὁ πατέρας της δέν θέλει. Καί μεταξύ μας, καλά κάνει» μοῦ εἶπε…
Τήν ἑπομένη ἦρθε ἡ κοπέλα, τῆς παίξαμε «Τά δειλινά», εἶχε καλή φωνή, σωστή, ἀλλά ὄχι τέτοια πού νά σέ ἔπειθε μέ τήν πρώτη.
Τελειώνουμε καί τῆς λέει ὁ Ζαμπέτας, σέ ἤρεμο τόνο. «Βλέπεις τό πιάνο; Οὔτε στά ἄσπρα εἶσαι οὔτε στά μαῦρα πλῆκτρα. Στή χαραμάδα πέφτεις! Ὁπότε ἄστο καί κάτσε στά μαθηματικά σου! Ἐκεῖ θά τά πᾶς καλύτερα!»…
Θυμᾶμαι ἐπίσης ἕνα βράδυ πού εἶχε ἔλθει μιά μεγάλη παρέα Γάλλων. Πῆγε κοντά τους καί ἄρχισε νά τραγουδᾶ τό «Καπρί σέ φινί», λέγοντας κάτι ἀκαταλαβίστικους στίχους, ἀλλά μέ γαλλική προφορά!
Οἱ Γάλλοι ἐνθουσιάστηκαν καί τόν «χρύσωσαν».
«Εἶδες γιατρέ; Μπορεῖ νά μή ξέρω γαλλικά, ἀλλά στήν προφορά ἔχω μπακολορεάλ!» εἶπε γελώντας. Ἀργότερα τόν ρώτησα τί θά πεῖ «Μπακαλορεάλ» καί μοῦ εἶπε: «Ὁ μπακάλης τῆς Ρεάλ Μαδρίτης!»…
=========================================
by Dimitris Kapranos (Estianews.gr)
Γιώργος Ζαμπέτας
Συνθέτης, βάρδος του λαϊκού τραγουδιού και ξεχωριστός δεξιοτέχνης στο μπουζούκι. Ένας απλός άνθρωπος, ένας καθηγητής του μπουζουκιού!
Γεννήθηκε στις 25 Ιανουαρίου του 1925 στην Ακαδημία Πλάτωνος, αλλά είχε καταγωγή από την Κύθνο.
Γονείς του ήταν ο Μιχάλης Ζαμπέτας, που ήταν κουρέας και η Μαρίκα Μωραΐτη, ανηψιά γνωστού βαρύτονου της εποχής.
Από πολύ μικρή ηλικία ο Γιώργος Ζαμπέτας έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη μουσική, αφού παράλληλα με την απασχόλησή του στο κουρείο του πατέρα του ως βοηθός, «σκάρωνε» κρυφά στο μπουζούκι τις πρώτες του μελωδίες. Οτιδήποτε στη φύση παρήγε ήχο, τον συνάρπαζε και τον βοηθούσε στις συνθέσεις του, σύμφωνα με όσα ο ίδιος εκμυστηρεύτηκε στη βιογραφία του, λίγο πριν το θάνατό του.
Το 1932, σε ηλικία μόλις 7 ετών, κέρδισε το πρώτο του βραβείο, ως μαθητής της α’ δημοτικού, παίζοντας το πρώτο του τραγούδι σε σχολικό διαγωνισμό.
Παρά τις αντιδράσεις ο μικρός Γιώργος συνέχισε με απόλυτη προσήλωση να υπηρετεί τη μεγάλη του αγάπη, ενώ η γνωριμία του το 1938 με το Βασίλη Τσιτσάνη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής του προσωπικότητας.
Το 1940 η οικογένεια Ζαμπέτα μετακόμισε στο Αιγάλεω (Ιερά Οδός 309 και Σαλαμίνος 1) και από τη στιγμή εκείνη ο Ζαμπέτας απέκτησε έναν άρρηκτο δεσμό με την πόλη, της οποίας εμπνεύστηκε και χάρισε το προσωνύμιο «Σίτι», κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας του στη Βρετανία.
Στα 1942 και κάτω από συνθήκες ανέχειας λόγω της Κατοχής, ο Ζαμπέτας δημιούργησε το πρώτο του συγκρότημα, με το οποίο τραγουδούσαν καντάδες στα κορίτσια.
Tο 1950 άρχισε να εργάζεται επαγγελματικά σε λαϊκά κέντρα.
Στη δισκογραφία μπήκε το 1953.
Giorgos Zampetas (1925-1992) in 25 January 1964
Το 1959 ο Μάνος Χατζιδάκις τον έκανε «σολίστ» στις συνθέσεις του. Τα επόμενα χρόνια, ο Γιώργος Ζαμπέτας «κέντησε» με τις ξεχωριστές πενιές του τις εισαγωγές και τα τραγούδια των Θεοδωράκη (η εισαγωγή στον Ζορμπά είναι δική του), Ξαρχάκου, Πλέσσα, Μαρκόπουλου, Μαρκέα, Καπνίση και πολλών άλλων συνθετών. Έγραψε ακόμα τραγούδια με τους Πυθαγόρα, Καγιάντα, Πρετεντέρη, Παπαδόπουλο, Τζεφρώνη, Μπακογιάννη και Παπαγιαννοπούλου, ενώ συνεργάστηκε στενά με τον κορυφαίο στιχουργό Χαράλαμπο Βασιλειάδη - Τσάντα, τον ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου και τον Αλέκο Σακελλάριο.
Μίκης Θεοδωράκη και Γιώργος Ζαμπέτας σε κάποιο
Πλακιώτικο στενό το 1961, του Αμερικάνου
φωτογράφου Σλιμ Άαρονς (Slim Aarons).
Στο ενεργητικό του περιλαμβάνονται πάνω από 250 τραγούδια, τα περισσότερα από τα οποία έγιναν επιτυχίες. Πήρε μέρος σε αρκετές θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες (Κόκκινα Φανάρια, Λόλα, Οδός Ονείρων κ.ά.).
Σύμφωνα και με δήλωση του Λευτέρη Παπαδόπουλου: «Ο Ζαμπέτας ως συνθέτης χωράει μέσα στην πρώτη δεκάδα των μεγάλων μορφών του ρεμπέτικου και λαϊκού μας τραγουδιού. Ως μπουζουκτσής ήταν ο καλύτερος, από την άποψη του προσωπικού ήχου, αλλά σαν σόουμαν ήταν μοναδικός. Ένας καλλιτέχνης που αν είχε γεννηθεί στην Αμερική θα πρωταγωνιστούσε, πιθανότατα, στην παγκόσμια σκηνή!».
Ο Λιόντας ο ληστής: αφηγείται το ιστορικό του τραγουδιού ο στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος
Χαρακτηριστική του ήθους του μεγάλου δημιουργού ήταν και η δήλωση του Δημήτρη Μητροπάνου, ο οποίος τον θεωρούσε δεύτερο πατέρα του: «ο Ζαμπέτας είναι ο μόνος άνθρωπος στο τραγούδι, ο οποίος με βοήθησε χωρίς να περιμένει κάτι. Με όλους τους υπόλοιπους συνεργάτες μου κάτι πήρα και κάτι έδωσα».
Η δεκαετία του ’60 ήταν η χρυσή εποχή του Ζαμπέτα. Τότε έγραψε μερικά από τα καλύτερα τραγούδια του και ανέδειξε μεγάλες λαϊκές φωνές, ανάμεσα τους τη Βίκυ Μοσχολιού και την αξέχαστη Μανταλένα. Η τελευταία υπήρξε μόνιμη παρτεναίρ του στο πάλκο για περισσότερο από μια δεκαετία.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, όταν τα ήθη αρχίζουν να αλλάζουν, ο Ζαμπέτας κάνει στροφή στη σάτιρα υπό μορφή σόου, με τις γνωστές του επιτυχίες «Ο Θανάσης», «Ο πενηντάρης», «Μάλιστα κύριε» κλπ. να δημιουργούν και πάλι αίσθηση στο κοινό.
Η οικογένεια του Γιώργου Ζαμπέτα κατά τη διάρκεια της Κατοχής υπέφερε από τη φτώχεια και την πείνα. Την περίοδο εκείνη ο Ζαμπέτας οργανώθηκε στο ΕΑΜ, αλλά όταν άρχισαν οι εμφύλιες διαμάχες δεν έδειξε κανένα κομματικό ζήλο. Όταν, όπως ανέφερε ο ίδιος στα απομνημονεύματα του, το ΕΑΜ τον στρατολόγησε με τη βία στα Δεκεμβριανά, εκείνος το έσκασε. Αργότερα στον εμφύλιο αποκήρυξε το ΚΚΕ.
Κατά τη Στρατιωτική δικτατορία συμμετείχε στους χουντικούς εορτασμούς της επετείου της 21ης Απριλίου στο Παναθηναϊκό Στάδιο ανάμεσα σε άλλους ηθοποιούς και τραγουδιστές.
Στις αρχές του 1992 δεν ένιωθε καλά και πονούσαν τα κόκκαλά του. Όταν η κατάσταση επιδεινώθηκε μπήκε στο νοσοκομείο με τη διάγνωση του καρκίνου στα οστά σε προχωρημένη κατάσταση. Άφησε την τελευταία του πνοή από καρκίνο στο νοσοκομείο «Σωτηρία» στις 10 Μαρτίου 1992, σε ηλικία 67 ετών.
Ο Δήμος Αιγάλεω τίμησε δις εν ζωή το μεγάλο συνθέτη σε εκδηλώσεις που διοργάνωσε τον Απρίλιο του 1988 και το Σεπτέμβριο του 1990, ενώ και μια πλατεία της πόλης πλησίον του σπιτιού του φέρει το όνομά του.
Ο Μάνος Χατζιδάκις κι ο Γιώργος Ζαμπέτας
Πάνε πάνω από τριάντα χρόνια πριν και μια Κυριακή που μια αρμαθιά, κάποια αρμαθιά ανθρώπων, κοινωνούσαν πάνω από τα λόγια του Μάνου Χατζιδάκι και κάτω απ’ τον βήχα με τ’ αλάνικα αστεία του Γιώργου Ζαμπέτα που ξέσκιζε το μπουζούκι σάματις ξεχασμένος φονιάς μουσικής παλινδρόμησης ασύδοτων εποχών.
Ήταν Κυριακή και τριάντα χρόνια πριν, παραμονές Χριστουγέννων όταν ο Μάνος Χατζιδάκις ζήταγε απ’ τον Ζαμπέτα να παίξει ότι πιο μάγκικο ξέρει κι εκείνος δίχως ματαιόδοξα κουραφέξαλα κάπνιζε ανημέρωτες νότες γύρω από τοίχους κι ανάσες που δεν ξεπλήρωσε ποτέ αυτή η ρημάδα η χώρα.
Ήταν Κυριακή κι ένα πιάνο ζήταγε μελαγχολία κι ένα μπουζούκι έδινε κατακάθι πικρού καφέ ταμένο με κονιάκ χωρίς φόβο να πεθάνει, κλαίγοντάς το δίχως χείλος αλμύρας μα με πληγιά ανήμερης πενιάς.
Ήταν Κυριακή κι έσταζε κρύο από μπουζούκι και πιάνο ξεδοντιάρικο μελλούμενο προφήτη...
ήταν Κυριακή και συγχωρήστε με μα μετάλαβα με μια κασέτα που μου ‘γραψε μια φίλη χρόνια πριν και σήμερα την μοιράζομαι μαζί σας.
Κυρίες και κύριοι από τα Χριστούγεννα του 1979 ο Γιώργος Ζαμπέτας αυτοσχεδιάζει στο μπουζούκι για το τρίτο πρόγραμμα. Οικοδεσπότης ο Μάνος Χατζιδάκις!
«Το λαϊκό, το μάγκικο και το παλιό ρεμπέτικο. Τρεις διαφορετικές έννοιες σε τρεις διαφορετικές λέξεις που κάθε τόσο τις μπερδεύουμε και εννοούμε να τις κάνουμε ένα. Μια τριάδα ομοούσια για τους νέους της σήμερον, που ακούνε Βαμβακάρη με την προσήλωση που ένας φανατικός οπαδός της όπερας από καλή οικογένεια ακούει «Σιμόνε Μποκανέγκρα» στην Εθνική μας Λυρική Σκηνή. Και οι δύο επικοινωνούν με τη μουσική τόσο, όσο κι εγώ με το ποδόσφαιρο – και ας με συγχωρέσει το ποδόσφαιρο.
...Το λαϊκό σημαδεύει το χρόνο και περιφρονεί τους ερασιτέχνες της κουλτούρας.
Το μάγκικο, πάλι, έγινε βιομηχανικό ντύσιμο ακριβής κατασκευής που χρηματοδοτεί πολυτελή καταστήματα στην οδό Τσακάλωφ.
Και το παλιό ρεμπέτικο, έγινε αφίσα, μυροπωλείο ινδικών αρωμάτων, πέρασμα πληκτικών ενηλίκων και νεαρών κολυμβητών, σκοτεινό μαγαζί όπου ενεδρεύει η οριζόντια πτώση και η εξουθένωση πτηνών και ποιητών.
Το λαϊκό δεν είναι πια το μάγκικο και το παλιό ρεμπέτικο. Γιατί αυτά δεν μας αποκαλύπτουν τίποτα πια. Και συνεπώς δεν έχουν θέση».
Μάνος Χατζιδάκις
Κυριακή 14 Μαΐου 1978
Βιβλιογραφία
• «Βίος και Πολιτεία Γιώργου Ζαμπέτα - Και η βρόχα έπιπτε στρέϊτ θρου», Ιωάννα Κλειάσιου 1997, εκδόσεις «Ντέφι» (Στέλιος Ελληνιάδης).
• «Τέχνης έργα και πρόσωπα του Αιγάλεω» - έκδοση Δήμου Αιγάλεω 2006
• Ο Μάνος Χατζιδάκις κι ο Γιώργος Ζαμπέτας 🎤 Από την ομάδα του Facebook «Μονοπάτι Φωτός» 16 Φεβρουαρίου 2013 Sophia Drekou 🎸 groups/Siglitiki.Drekou.Mousika - Μάνος Χατζιδάκις, 1978 (Κυριακή, 14 Μαΐου). "Το Λαϊκό, το Μάγκικο και το Παλιό Ρεμπέτικο", στο Το Σχόλιο του Τρίτου, Αθήνα: Τρίτο Πρόγραμμα Ελληνικής Ραδιοφωνίας.
by Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr
Βιντεο / αφιέρωμα στον Γιώργο Ζαμπέτα
Χατζιδάκις και Ζαμπέτας στο τρίτο πρόγραμμα 14 Μαΐου 1978
Ζαμπέτας (Συνέντευξη) «Μουσική Κιβωτός 1989». Βλέπετε πως και πόσο σέβεται η Μαλβίνα Κάραλη τον καλεσμένο της, δίνοντας του την ελευθερία να εκφραστεί όπως κρίνει. Αυτή η υπέροχα λιτή σιωπή της... Δεν υπάρχει σήμερα τέτοια δημοσιογραφία / παρουσίαση.
Δείτε στο βίντεο της «Μηχανής του Χρόνου» πώς ο
Γιώργος Ζαμπέτας οργανώθηκε στο ΕΑΜ στην Κατοχή,
αλλά μετά αποκήρυξε το ΚΚΕ και συμμετείχε υποχρεωτικά
σε γιορτές της Χούντας (βίντεο) «Η Μηχανή του Χρόνου»
Απε κάτω απε το ραδίκι - Γιώργος Ζαμπέτας (live)
από τηλεοπτικό αφιέρωμα της ΕΡΤ στο συνθέτη
στα μέσα της δεκαετίας του '80.
Ο Γ. Ζαμπέτας στην Εκπομπή «Ψηλά Τα Χέρια»
της Λιάνας Καννέλη στο Mega channel το 1990.
Facebook: Σοφία Ντρέκου 14 Φεβρουαρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου