Κυριακή των Βαΐων...
Γιατί πρέπει πάντα να Σταυρώνουμε «Αυτούς» που
λίγο πριν Δοξάζαμε στην είσοδο της Ιερουσαλήμ;
Γιατί γιορτάζουμε πάντα την Ανάσταση «Αυτών» που λίγο πριν Σταυρώσαμε;
Η απάντηση στα δύο «Γιατί» είναι:
Γιατί γιορτάζουμε πάντα την Ανάσταση «Αυτών» που λίγο πριν Σταυρώσαμε;
Η απάντηση στα δύο «Γιατί» είναι:
«Επειδή τελικά αναγνωρίζουμε τα λάθη μας».
Όμως τότε γιατί συνεχίζουμε να Σταυρώνουμε όσους τελικά θα «Αναστήσουμε»;
Ας προετοιμαστούμε για μια «Μεγάλη Εβδομάδα» σκέψης, αυτοκριτικής, και αποφάσεων, προκειμένου να φέρουμε ένα Σάββατο μιας Νέας Ανάστασης, και μια Κυριακή ενός Νέου Πάσχα της Ψυχής και του Πνεύματός μας.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο «Ιησούς», πριν την Δική Του Ανάσταση
ξύπνησε από τον Θάνατο τον «Άνθρωπο - Λάζαρο».
Μάνος Δανέζης ( Manos Danezis )
Η πορεία προς τη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό πλησιάζει στο αποκορύφωμά της. Ο Χριστός έρχεται στον τόπο της συναντήσεως, τη νέα Ιερουσαλήμ, την Εκκλησία Του, όπως πήγε τότε στην παλαιά Ιερουσαλήμ. Και όπως οι Ισραηλίτες τότε, έτσι και εμείς τώρα τον υποδεχόμαστε με πολλές τιμές.
Με λουλούδια, με κεριά, με τελετές, με καινούργια ρούχα, με εορταστική ατμόσφαιρα και με εκδηλώσεις ενθουσιασμού, αλλά όπως και εκείνοι τότε, έτσι και εμείς τώρα δεν προχωρούμε πέρα από το πανηγύρι. Παραμένουμε μόνιμα στην Κυριακή των Βαΐων.
Περιοριζόμαστε στις εξωτερικές εκδηλώσεις. δεν προχωρούμε πέρα απ' αυτές κι έτσι, αν και τον είδαμε το Χριστό για μια στιγμή φευγαλέα, τον χάνουμε, γιατί Αυτός δεν παραμένει στην Κυριακή των Βαΐων όπως εμείς. Αυτός δεν περιορίζεται στο πανηγύρι.
Αυτός δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές. Αυτός προχωρεί στο σταύρωμα. Αυτός επείγεται να σταυρώσει την αμαρτία για να θανατώσει το θάνατο και να αναστήσει τον άνθρωπο. Αν θέλουμε να μη χάσουμε από τα μάτια μας το Χριστό και να μπορέσουμε να βρεθούμε κοντά Του τη στιγμή της δόξας Του πρέπει να τον ακολουθήσουμε.
«Εκ βαΐων και κλάδων ως εκ θείας εορτής εις θείαν μεταβάντες εορτήν, προς σεβασμίαν του Χριστού Παθημάτων, πιστοί συνδράμωμεν, τελετήν σωτήριον και τούτον υπέρ ημών πάθος υφιστάμενον, κατοπτεύσωμεν εκούσιον...» (απόστιχον Λυχνικού Κυριακής Βαΐων).
«Δεύτε ουν και ημείς κεκαθαρμέναις διανοίαις, συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν, και νεκρωθώμεν δι' αυτόν ταις του βίου ηδοναίς· ίνα και συζήσωμεν αυτώ, και ακούσωμεν βοώντος αυτού· ουκέτι εις την επίγειον Ιερουσαλήμ δια το παθείν, αλλά αναβαίνω προς τον Πατέρα μου, και πατέρα υμών και Θεόν μου και Θεόν υμών και συνανυψώ υμάς εις την άνω Ιερουσαλήμ, εν τη βασιλεία των ουρανών» (στιχηρό ιδιόμελο Αίνων Μ. Δευτέρας).
Βλέπε ουν ψυχή μου
Ο Ιησούς Χριστός καταδίκασε κάθε μορφή κακίας και αμαρτίας χρησιμοποιώντας παραβολές ή διάφορους άλλους τρόπους, ποτέ όμως δεν καταδίκασε τον συγκεκριμένο αμαρτωλό που βρισκόταν μπροστά Του έστω και αν δεν έδειχνε διάθεση μετανοίας. Αντίθετα μάλιστα, όταν έχει μπροστά Του ο Χριστός τον συγκεκριμένο αμαρτωλό τον αντιμετωπίζει με συμπάθεια, επιείκεια και πολύ συχνά με τρυφερότητα. Έτσι αντιμετωπίζει το Ζακχαίο, την αμαρτωλή γυναίκα, τη Σαμαρείτιδα που δεν έκανε καμιά δήλωση μετανοίας, αλλά ακόμη και τον πλούσιο νέο που δεν θέλησε να αποχωρισθεί τα πλούτη του, ο Χριστός• «εμβλέψας αυτώ ηγάπησεν αυτόν» (Μαρκ. 10, 21) κατά τον Ευαγγελιστή Μάρκο.
Υπάρχει όμως ένα είδος αμαρτωλού ανθρώπου τον οποίο ο Χριστός κατεδίκασε άμεσα και προσωπικά• τον υποκριτή. Στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Μ. Τρίτης (Ματθ. 23, 15-23, 39) ο Χριστός κεραυνοβολεί τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, τους καθώς πρέπει και τους κατεξοχήν ευσεβείς ανθρώπους της εποχής Του, που βρίσκονταν μπροστά Του εκείνη ακριβώς τη στιγμή, για την υποκρισία τους, και δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει εναντίον τους πολύ βαρείς χαρακτηρισμούς και να τους προσάψει βαρύτατες κατηγορίες.
Από το ευαγγελικό αυτό απόσπασμα φαίνεται πολύ καθαρά ότι ο Χριστός δεν βλέπει αυτούς τους ανθρώπους να βρίσκονται κοντά Του ή να έχουν οποιαδήποτε σχέση μ’ Αυτόν, γι’ αυτό η Εκκλησία σ' αυτό το προχωρημένο στάδιο της πορείας για τη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό μας υπενθυμίζει ακόμα μια φορά και με πολλή έμφαση πώς σύμφωνα με την ξεκάθαρη δήλωση αυτού του ίδιου του Χριστού, αυτή η συνάντηση μπορεί να είναι δυνατή για τους τελώνες και τις πόρνες αλλά είναι εντελώς αδύνατη για τους υποκριτές.
«Τη Αγία και μεγάλη Τρίτη της των δέκα παρθένων παραβολής της εκ του ιερού Ευαγγελίου μνείαν ποιούμεθα» λέει το συναξάριο της ημέρας. Γιατί όμως αυτή η «μνεία» της παραβολής των δέκα παρθένων; Ήδη από την πρώτη ημέρα της Μ. Εβδομάδος έχει εισαχθεί το θέμα του Χριστού νυμφίου που έρχεται «εν τω μέσω της νυκτός", όπως και στην παραβολή των δέκα παρθένων, και όποιον βρίσκει «γρηγορούντα» τον συμπεριλαμβάνει στο νυμφώνα, στη βασιλεία Του, ενώ αποκλείει εκείνον που τον βρίσκει «ραθυμούντα».
Ο νυμφίος έρχεται πάντοτε, κάθε ήμερα και κάθε στιγμή της ζωής μας. Κάθε στιγμή της ζωής μας ο Θεός μας προσφέρει μια ανεπανάληπτη και μοναδική ευκαιρία για να Τον πλησιάσουμε. Κάθε ευκαιρία που χάνουμε, τη χάνουμε για πάντα γιατί ποτέ δεν θα ξαναγυρίσει. Θα μας δοθούν άπειρες καινούργιες ευκαιρίες, αλλά ποτέ δεν θα ξανάρθει μια ευκαιρία που χάσαμε.
Κάποτε ο νυμφίος μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να δείξουμε ευαισθησία στον άνθρωπο που βρίσκεται πλάι μας και περνάει μια δύσκολη στιγμή, κάποτε μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να δείξουμε κατανόηση και συγκατάβαση στον άνθρωπο που φέρεται άδικα και άπρεπα, αλλά επειδή τον πιέζει κάποια εσωτερική αγωνία. Κάποτε ό νυμφίος μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να πούμε έναν καλό λόγο για κάποιον άνθρωπο ή σε κάποιον άνθρωπο, ή να μην πούμε κακό εναντίον του. Κάποτε ο νυμφίος μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε με ανθρωπιά έναν ταλαιπωρημένο πολίτη που ζητάει κάποια εξυπηρέτηση στη δημόσια υπηρεσία που εργαζόμαστε. Κάποτε ο νυμφίος μπορεί να είναι για τους γονείς ο έφηβος γιος ή κόρη τους που ζητάει χώρο για να αναπτύξει την προσωπική του ταυτότητα και κάποτε μπορεί να είναι ένας πατέρας πού ζητάει, έστω άστοχα αλλά απεγνωσμένα, την αναγνώριση του παιδιού του. Ο νυμφίος έρχεται με άπειρες τέτοιες καθημερινές ευκαιρίες σε κάθε στιγμή της ημέρας ή της νύχτας αλλά τις πιο πολλές φορές «εν τω μέσω της νυκτός» σε σχέση με τη δική μας εγρήγορση. Η νύχτα αυτή δεν είναι εκείνη που φέρνει η δύση του ηλίου αλλά εκείνη που δημιουργούν τα τυφλωμένα μας μάτια, που μόνο την καθημερινότητα της ζωής μπορούν να βλέπουν, έτσι, που να περιορίζεται η πραγματικότητα στο τι και πως και πόσο θα πάρουμε από τους άλλους ή σε βάρος των άλλων.
Όταν είδε ο Ησαΐας τη δόξα του Θεού διαπίστωσε, όπως και κάθε άνθρωπος όταν βλέπει τη δόξα του Θεού διαπιστώνει, πόσο τραγική είναι αυτή η τύφλωση των ανθρώπων που ο θείος φωτισμός δεν έχει ανοίξει τα μάτια τους, και είπε «τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπόρωκεν αυτών την καρδίαν, ίνα μη ίδωσι τοις οφθαλμοίς και νοήσωσι τη καρδία και επιστραφώσι και ιάσομαι αυτούς» (Ματθ. 12,40).
Βέβαια ο Χριστός δεν βρίσκεται μέσα σ' αυτό το ελάχιστο και χυδαίο μέρος τής πραγματικότητας, που βλέπουν τα τυφλωμένα μάτια του ανθρώπου. Αυτός πλημμυρίζει ένα άλλο τεράστιο, φωτεινό και υπέροχο μέρος της πραγματικότητας, τη Βασιλεία του Θεού, που μπορεί να είναι προσιτή στον άνθρωπο και που μόνη μπορεί να κάνει τη ζωή του άξια να την ζήσει.
«Βλέπε ουν, ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της βασιλείας έξω κλεισθής».
Όμως τότε γιατί συνεχίζουμε να Σταυρώνουμε όσους τελικά θα «Αναστήσουμε»;
Ας προετοιμαστούμε για μια «Μεγάλη Εβδομάδα» σκέψης, αυτοκριτικής, και αποφάσεων, προκειμένου να φέρουμε ένα Σάββατο μιας Νέας Ανάστασης, και μια Κυριακή ενός Νέου Πάσχα της Ψυχής και του Πνεύματός μας.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο «Ιησούς», πριν την Δική Του Ανάσταση
ξύπνησε από τον Θάνατο τον «Άνθρωπο - Λάζαρο».
Μάνος Δανέζης ( Manos Danezis )
Ο Χριστός προχωρεί πέρα από το πανηγύρι
(σχόλιο στο ευαγγέλιο της Κυριακής των Βαΐων)
Η πορεία προς τη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό πλησιάζει στο αποκορύφωμά της. Ο Χριστός έρχεται στον τόπο της συναντήσεως, τη νέα Ιερουσαλήμ, την Εκκλησία Του, όπως πήγε τότε στην παλαιά Ιερουσαλήμ. Και όπως οι Ισραηλίτες τότε, έτσι και εμείς τώρα τον υποδεχόμαστε με πολλές τιμές.
Με λουλούδια, με κεριά, με τελετές, με καινούργια ρούχα, με εορταστική ατμόσφαιρα και με εκδηλώσεις ενθουσιασμού, αλλά όπως και εκείνοι τότε, έτσι και εμείς τώρα δεν προχωρούμε πέρα από το πανηγύρι. Παραμένουμε μόνιμα στην Κυριακή των Βαΐων.
Περιοριζόμαστε στις εξωτερικές εκδηλώσεις. δεν προχωρούμε πέρα απ' αυτές κι έτσι, αν και τον είδαμε το Χριστό για μια στιγμή φευγαλέα, τον χάνουμε, γιατί Αυτός δεν παραμένει στην Κυριακή των Βαΐων όπως εμείς. Αυτός δεν περιορίζεται στο πανηγύρι.
Αυτός δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές. Αυτός προχωρεί στο σταύρωμα. Αυτός επείγεται να σταυρώσει την αμαρτία για να θανατώσει το θάνατο και να αναστήσει τον άνθρωπο. Αν θέλουμε να μη χάσουμε από τα μάτια μας το Χριστό και να μπορέσουμε να βρεθούμε κοντά Του τη στιγμή της δόξας Του πρέπει να τον ακολουθήσουμε.
«Εκ βαΐων και κλάδων ως εκ θείας εορτής εις θείαν μεταβάντες εορτήν, προς σεβασμίαν του Χριστού Παθημάτων, πιστοί συνδράμωμεν, τελετήν σωτήριον και τούτον υπέρ ημών πάθος υφιστάμενον, κατοπτεύσωμεν εκούσιον...» (απόστιχον Λυχνικού Κυριακής Βαΐων).
Ούτε είναι αρκετό να «κατοπτεύσωμεν» το πάθος. Αν θέλουμε να συναντηθούμε με το Χριστό πρέπει και να συσταυρωθούμε και να συνταφούμε μ' Αυτόν.
Βλέπε ουν ψυχή μου
Ο Ιησούς Χριστός καταδίκασε κάθε μορφή κακίας και αμαρτίας χρησιμοποιώντας παραβολές ή διάφορους άλλους τρόπους, ποτέ όμως δεν καταδίκασε τον συγκεκριμένο αμαρτωλό που βρισκόταν μπροστά Του έστω και αν δεν έδειχνε διάθεση μετανοίας. Αντίθετα μάλιστα, όταν έχει μπροστά Του ο Χριστός τον συγκεκριμένο αμαρτωλό τον αντιμετωπίζει με συμπάθεια, επιείκεια και πολύ συχνά με τρυφερότητα. Έτσι αντιμετωπίζει το Ζακχαίο, την αμαρτωλή γυναίκα, τη Σαμαρείτιδα που δεν έκανε καμιά δήλωση μετανοίας, αλλά ακόμη και τον πλούσιο νέο που δεν θέλησε να αποχωρισθεί τα πλούτη του, ο Χριστός• «εμβλέψας αυτώ ηγάπησεν αυτόν» (Μαρκ. 10, 21) κατά τον Ευαγγελιστή Μάρκο.
Υπάρχει όμως ένα είδος αμαρτωλού ανθρώπου τον οποίο ο Χριστός κατεδίκασε άμεσα και προσωπικά• τον υποκριτή. Στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της Μ. Τρίτης (Ματθ. 23, 15-23, 39) ο Χριστός κεραυνοβολεί τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, τους καθώς πρέπει και τους κατεξοχήν ευσεβείς ανθρώπους της εποχής Του, που βρίσκονταν μπροστά Του εκείνη ακριβώς τη στιγμή, για την υποκρισία τους, και δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει εναντίον τους πολύ βαρείς χαρακτηρισμούς και να τους προσάψει βαρύτατες κατηγορίες.
Από το ευαγγελικό αυτό απόσπασμα φαίνεται πολύ καθαρά ότι ο Χριστός δεν βλέπει αυτούς τους ανθρώπους να βρίσκονται κοντά Του ή να έχουν οποιαδήποτε σχέση μ’ Αυτόν, γι’ αυτό η Εκκλησία σ' αυτό το προχωρημένο στάδιο της πορείας για τη συνάντηση με τον αναστημένο Χριστό μας υπενθυμίζει ακόμα μια φορά και με πολλή έμφαση πώς σύμφωνα με την ξεκάθαρη δήλωση αυτού του ίδιου του Χριστού, αυτή η συνάντηση μπορεί να είναι δυνατή για τους τελώνες και τις πόρνες αλλά είναι εντελώς αδύνατη για τους υποκριτές.
«Τη Αγία και μεγάλη Τρίτη της των δέκα παρθένων παραβολής της εκ του ιερού Ευαγγελίου μνείαν ποιούμεθα» λέει το συναξάριο της ημέρας. Γιατί όμως αυτή η «μνεία» της παραβολής των δέκα παρθένων; Ήδη από την πρώτη ημέρα της Μ. Εβδομάδος έχει εισαχθεί το θέμα του Χριστού νυμφίου που έρχεται «εν τω μέσω της νυκτός", όπως και στην παραβολή των δέκα παρθένων, και όποιον βρίσκει «γρηγορούντα» τον συμπεριλαμβάνει στο νυμφώνα, στη βασιλεία Του, ενώ αποκλείει εκείνον που τον βρίσκει «ραθυμούντα».
Ο νυμφίος έρχεται πάντοτε, κάθε ήμερα και κάθε στιγμή της ζωής μας. Κάθε στιγμή της ζωής μας ο Θεός μας προσφέρει μια ανεπανάληπτη και μοναδική ευκαιρία για να Τον πλησιάσουμε. Κάθε ευκαιρία που χάνουμε, τη χάνουμε για πάντα γιατί ποτέ δεν θα ξαναγυρίσει. Θα μας δοθούν άπειρες καινούργιες ευκαιρίες, αλλά ποτέ δεν θα ξανάρθει μια ευκαιρία που χάσαμε.
Κάποτε ο νυμφίος μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να δείξουμε ευαισθησία στον άνθρωπο που βρίσκεται πλάι μας και περνάει μια δύσκολη στιγμή, κάποτε μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να δείξουμε κατανόηση και συγκατάβαση στον άνθρωπο που φέρεται άδικα και άπρεπα, αλλά επειδή τον πιέζει κάποια εσωτερική αγωνία. Κάποτε ό νυμφίος μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να πούμε έναν καλό λόγο για κάποιον άνθρωπο ή σε κάποιον άνθρωπο, ή να μην πούμε κακό εναντίον του. Κάποτε ο νυμφίος μπορεί να έλθει με την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε με ανθρωπιά έναν ταλαιπωρημένο πολίτη που ζητάει κάποια εξυπηρέτηση στη δημόσια υπηρεσία που εργαζόμαστε. Κάποτε ο νυμφίος μπορεί να είναι για τους γονείς ο έφηβος γιος ή κόρη τους που ζητάει χώρο για να αναπτύξει την προσωπική του ταυτότητα και κάποτε μπορεί να είναι ένας πατέρας πού ζητάει, έστω άστοχα αλλά απεγνωσμένα, την αναγνώριση του παιδιού του. Ο νυμφίος έρχεται με άπειρες τέτοιες καθημερινές ευκαιρίες σε κάθε στιγμή της ημέρας ή της νύχτας αλλά τις πιο πολλές φορές «εν τω μέσω της νυκτός» σε σχέση με τη δική μας εγρήγορση. Η νύχτα αυτή δεν είναι εκείνη που φέρνει η δύση του ηλίου αλλά εκείνη που δημιουργούν τα τυφλωμένα μας μάτια, που μόνο την καθημερινότητα της ζωής μπορούν να βλέπουν, έτσι, που να περιορίζεται η πραγματικότητα στο τι και πως και πόσο θα πάρουμε από τους άλλους ή σε βάρος των άλλων.
Όταν είδε ο Ησαΐας τη δόξα του Θεού διαπίστωσε, όπως και κάθε άνθρωπος όταν βλέπει τη δόξα του Θεού διαπιστώνει, πόσο τραγική είναι αυτή η τύφλωση των ανθρώπων που ο θείος φωτισμός δεν έχει ανοίξει τα μάτια τους, και είπε «τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπόρωκεν αυτών την καρδίαν, ίνα μη ίδωσι τοις οφθαλμοίς και νοήσωσι τη καρδία και επιστραφώσι και ιάσομαι αυτούς» (Ματθ. 12,40).
Βέβαια ο Χριστός δεν βρίσκεται μέσα σ' αυτό το ελάχιστο και χυδαίο μέρος τής πραγματικότητας, που βλέπουν τα τυφλωμένα μάτια του ανθρώπου. Αυτός πλημμυρίζει ένα άλλο τεράστιο, φωτεινό και υπέροχο μέρος της πραγματικότητας, τη Βασιλεία του Θεού, που μπορεί να είναι προσιτή στον άνθρωπο και που μόνη μπορεί να κάνει τη ζωή του άξια να την ζήσει.
«Βλέπε ουν, ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της βασιλείας έξω κλεισθής».
π. Φιλόθεος Φάρος, Πριν και Μετά το Πάσχα, Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα, 1998
Διαβάστε την ευαγγελική περικοπή που περιγράφει την Είσοδο στα Ιεροσόλυμα στο κατά Ιωάννην, κεφάλαιο ιβ, 12-18. με απόδοση και ερμηνεία.
Ο πατήρ Φιλόθεος Φάρος γεννήθηκε το 1930 στον Πειραιά. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Πάντειο, νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και θεολογία στο ΕΚΠΑ. Το 1962 έγινε κληρικός και στη συνέχεια φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, όπου σπούδασε ποιμαντική ψυχολογία και συμβουλευτική. Από το 1969 ως το 1976 δίδασκε στην Ελληνορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού.
Παράλληλα εργαζόταν ως ψυχοθεραπευτής και σύμβουλος για οικογένειες και ζευγάρια. Το 1976 επέστρεψε στην Ελλάδα και έκτοτε ασχολήθηκε με το κέντρο νεότητας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και το συγγραφικό του έργο. Έχει γράψει περισσότερα από 20 βιβλία για ζητήματα που αφορούν τη ζωή του ανθρώπου. Από τη συνταξιοδότησή του και έπειτα, ιερουργεί στον Άγιο Νικόλαο Ραγκαβά στην Πλάκα της Αθήνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου