Post card collection of Maggie Land Blanck
Interior Irish Cottage. Real Photo. (image)
Πραγματική φωτό. Συλλογή καρτ ποστάλ εποχής.
(Sophia Drekou, BSc in Psychology)
Ο θάνατος από την πείνα και τον υποσιτισμό είναι αργός
και βασανιστικός, πλήττοντας κυρίως τις ευπαθείς ομάδες
Οι μετακινήσεις και μεταναστεύσεις πληθυσμών με προεξάρχουσες αιτίες την πείνα, τις κακουχίες και τους λοιμούς, στις σύγχρονες εποχές, σηματοδοτούν μια φυγή ανθρώπων σε σημαντική κλίμακα που δεν υφίσταται άλλη παρόμοια, τουλάχιστον στην ιστορία του δέκατου ένατου αιώνα και συγκεκριμένα την Ιρλανδία, γράφει ο Δρ Ciarán Ó Murchadha, στο βιβλίο του με τίτλο, «Η Μεγάλη Πείνα: Η Αγωνία της Ιρλανδίας 1845-1852» (The Great Famine: Ireland’s Agony 1845–1852), που κυκλοφόρησε το 2011. «Μεταξύ 1845 και 1855», αναφέρει, «περίπου το ένα τέταρτο των κατοίκων ενός ευρωπαϊκού έθνους, περίπου 2,1 εκατομμύρια, είχαν οριστικά εγκαταλείψει την πατρίδα τους». Ο πληθυσμός της χώρας, που αριθμούσε περίπου οκτώ εκατομμύρια το 1841, μειώθηκε δραματικά μέχρι το 1921.
Ο «Μεγάλος Λοιμός» (The Great Famine, Ιρλανδικά: an Gorta Mόr) ήταν μία περίοδος μαζικής πείνας, επιδημιών και μετανάστευσης στην Ιρλανδία μεταξύ 1845 και 1852. Είναι γνωστή ως ο Ιρλανδικός Λιμός της Πατάτας (Irish Potato Famine) διότι το μισό του πληθυσμού της Ιρλανδίας εξαρτιόνταν από την καλλιέργεια της πατάτας για την επιβίωσή του.
Μια ασθένεια πλήττει τις πατατοκαλλιέργειες της Ιρλανδίας το 1845, προκαλώντας έναν από τους χειρότερους λιμούς που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Με το 33% του ντόπιου πληθυσμού να βασίζεται στην πατάτα ως κύριο διατροφικό μέσο, το ξέσπασμα της επιδημίας στην καλλιέργειά της θα πυροδοτούσε μαζική λιμοκτονία, που θα διαρκούσε μέχρι το 1853.
Ήταν βέβαια και οι χειρισμοί των Βρετανών που θα επέτειναν το πρόβλημα: την ώρα που ο καθολικός πληθυσμός της χώρας καταπιεζόταν από τον αγγλικό ζυγό, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να κατέχει ή να μισθώνει γη, ο βρετανικός στόλος θα απέτρεπε κάθε αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας από άλλα έθνη, αφήνοντας τη χώρα στην καταστροφή: 2 εκατομμύρια άνθρωποι εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα στην περίοδο του λιμού, με τη μεγαλύτερη μάζα να μετακινείται στις ΗΠΑ, και ο φόρος αίματος ανήλθε το 1853 σε 1,5 εκατομμύριο θύματα.
Συνολικά, ο πληθυσμός της Ιρλανδίας συρρικνώθηκε κατά 25%.
After surviving starvation on the Irish island of Inishbofin,
the women and children of the Halloran family never
abandoned hope for a better future. Photo courtesy
In a photograph taken in 1893, on an Irish island called Inishbofin, Mary Halloran stands with three women and a child in front of what looks like a thatched, drystone house. Mary is 13 years old. The women in the picture are Mary’s mother and two aunts; they are all dressed in plaid shawls, long-sleeved blouses, and ankle-length striped skirts. The women look hard, even harsh. The ground is stony and all five are barefoot.
Αφού επέζησαν από την πείνα στο ιρλανδικό νησί Inishbofin, οι γυναίκες και τα παιδιά της οικογένειας Halloran δεν εγκατέλειψαν ποτέ την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Φωτογραφία της Trinity College Library του Δουβλίνου.
The Great Hunger by Patrick Kavanagh
H Μεγάλη Πείνα (ανάλυση ποιήματος του Πάτρικ Κάβανα)
Ο Πάτρικ Κάβανα (1904-1967) -μετά από τον W. B. Yeats- θεωρείται ο μεγαλύτερος Ιρλανδός ποιητής του 20ού αιώνα. Σε πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα, ο νομπελίστας ποιητής Σέιμους Χήνυ χαιρέτησε τον Κάβανα δημοσίως ως «ήρωα του πνεύματος».
Στις αρχές της δεκατίας του '40, με το εικοσιπεντασέλιδο ποίημα «Η μεγάλη πείνα», ο Κάβανα έδωσε ένα τρανταχτό παρόν.
Ο πρωταγωνιστής του ποιήματος, ο Πάτρικ Μαγκουάιαρ, ένας ανέραστος ζευγολάτης καταδικασμένος σε μαρασμό, απομόνωση και άδοξο θάνατο, καταντάει «ένα κουρελιασμένο γλυπτό του ανέμου». Όμως, εναλλάξ με τούτη την άγρια απόγνωση, υπάρχουν και θαυμάσιοι «ονειροπόλοι» στίχοι. Με λυρική ευαισθησία και συνάμα με δυνατές αναλαμπές γήινου χιούμορ, το ποίημα αποκαλύπτει ποικίλες πλευρές μιας ανθρώπινης τραγωδίας, που –παρόλο που διαδραματίζεται στη μακρινή Ιρλανδία και είναι απόλυτα προσιτή στην σημερινή ελληνική κοινωνία.
Από μια χώρα μεταναστών, που έχει γνωρίσει πείνες, σιτοδείες, λιμούς (π.χ. της πατάτας) μα και λοιμούς, επίκαιρο το παρακάτω ποίημα, στα χρόνια του τρέχοντος κορωνολοιμού αλλά και του λιμού που φέρνουν τα επερχόμενα κύματα ακρίβειας, όπως άλλωστε τα έχουν περιγράψει οι Klaus Schwab και Tierry Malleret στην «Μεγάλη Επανεκκίνηση»/Great Reset (εκδ. Λιβάνη) και κοσμεί και χρησιμοποιείται στο γραφείο του πρωθυπουργού, σύμφωνα με τη σχετική φωτογραφία. «Η μεγάλη πείνα» του Πάτρικ Κάβανα (Patrick Kavanagh 1904-1967) ωστόσο έρχεται από μια άλλη εποχή σε μετφ. Άμυς Ρούλας Μίμς και αξιολόγηση Λουκά Αξελού. XII
Ninterior Of A Peasant'S Hut During The Great Potato Famine of
1846-47 In Ireland. «Grace» de Paul Lynch, Dans un foyer irlandais
durant la Grande Famine, gravure colorisée du XIXe siècle.
Μτφ: Το εσωτερικό μιας καλύβας αγροτών κατά τη διάρκεια του
μεγάλου λιμού πατάτας του 1846-47 στην Ιρλανδία. Έγχρωμη
γκραβούρα του 19ου αιώνα. Image Rue Des Archives
H Μεγάλη Πείνα
XIII
O κόσμος παρατηρεί και λέει για το χωριάτη:
«Ο χωριάτης δεν έχει καθόλου στενοχώριες.
Στα λυρικά χωραφάκια του
Οργώνει και σπέρνει
Τρώει φρέσκια τροφή
Ερωτεύεται φρέσκιες γυναίκες
Είναι αφέντης του εαυτού του
Έτσι όπως ήταν στην Αρχή
Η απλοϊκότητα της ζωής του χωριάτη.
Τα πουλιά που τραγουδάνε για το χωριάτη είναι αιώνιες χορωδίες.
Όπου κι αν πατήσει υπάρχουν λουλούδια.
Η καρδιά του είναι αγνή
Το μυαλό του καθάριο
Μπορεί να μιλάει στο Θεό, όπως μιλούσαν ο Μωυσής και ο Ησαΐας –
Ο χωριάτης που είναι μόλις μια σπιθαμή
μακριά από τα κτήνη που οδηγεί».
Οι ταξιδιώτες σταματάνε τ’ αμάξια τους πάνω από το πράσινο ύψωμα
για να χαζέψουν μέσα στα χωράφια του:
Η πηγή όλων των πολιτισμών και όλων των θρησκειών είναι εκεί.
Η λιμνούλα όπου βουτάει ο ποιητής και ο μουσικός είναι εκεί.
Χωρίς τη χωριάτικη ρίζα του ο πολιτισμός θα πεθάνει.
Το τραγούδι του τραγουδιστή είναι ανώφελο
Αν δεν είναι το χώμα μέσα στο στόμα.
Οι ταξιδιώτες αγγίζουν τις ρίζες των χόρτων και ανανεώνονται
Όταν πιάσουν ξανά το τιμόνι.
Ο χωριάτης είναι το άφθαρτο παιδί της προφητείας.
Ο χωριάτης είναι όλες οι αρετές – ας τον χαιρετίσουμε χωρίς ειρωνεία
Το χωριάτη ζευγολάτη που ο μισός είναι φυτό–
Και μπορεί ν’ αντιδράσει στον ήλιο και στη βροχή.
Κάποτε μάλιστα μπορεί και να λυπηθεί
Επειδή ο Δημιουργός του Φωτός δεν τον άγγιξε πιο δυνατά.
Επειδή δεν τον ανέβασε από το υπέδαφος
Σε μια ύπαρξη συνειδητής χαράς. Δε γεννήθηκε τυφλός.
Δεν είναι πάντα τυφλός. Κάποτε υποχωρεί ο καταρράχτης
Μπροστά στην ξαφνική υποχώρηση των λίθων ή στη λαχτάρα
γι’ αναπαραγωγή.
Τα κορίτσια περνάνε στους δρόμους
Κι εκείνος αναλογίζεται τι είναι ο άνθρωπος.
Μα δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να κάνει.
Άραγε δεν υπάρχει τίποτα να κάνει;
Δεν υπάρχει καμιά διαφυγή;
Καμιά διαφυγή. Καμιά διαφυγή.
Οι αγελάδες και τ’ άλογα ζευγαρώνουν
Και ο σπόρος της πατάτας
Δίνει ένα μπουμπούκι και μια ρίζα κι ύστερα σαπίζει
Έτσι και η καλή μητέρα με τους γιους της.
Το ξεπεταρούδι φεύγει απ’ τη φωλιά μοναχό του.
Μα ο χωριάτης δένεται μέσα στα μικρά κτήματά του
Στη μήτρα της μάνας με τον ομφάλιο λώρο
Που έχει σκληρύνει από τον άνεμο
Όπως ένα κατσίκι δεμένο με σκοινί στο κούτσουρο του δέντρου –
Στριφογυρίζει γύρω γύρω κι αναρωτιέται γιατί να είναι έτσι.
Διόλου σύγκρουση.
Διόλου δράμα.
Έτσι του βγήκε η ζωή.
Διόλου τρελές οπλές να καλπάζουν στον ουρανό
Μα ο δειλός, νερόβραστος τρόπος της αληθινής τραγωδίας–
Ένα άρρωστο άλογο που οσφραίνεται το λιβάδι
Αναζητώντας έναν καθαρό χώρο για να πεθάνει.»
Immigrants began to arrive in the West End in 1845
when Ireland’s economic and political environment,
especially the potato famine, created the conditions
for the first large Irish immigration to Boston.
Το ποίημα ξεκινά με ύμνο στην αγροτική αυτάρκεια, την εγγύτητα στη φύση και το Θεό που φθονεί ή αναπολεί κι ο αστός ταξιδιώτης, για να περάσει στην συνειδητοποίηση του ευάλωτου της ασχολίας του στις κλιματικές κρίσεις αλλά και του δεσίματος του με τη γη που δεν του ανοίγει/διευρύνει τους ορίζοντες με τη μετανάστευση και την αστυφιλία για να αργοσβήσει στη γη του.
Σήμερα βέβαια η επιβίωση του αγρότη συναρτάται με την μόρφωσή του και επιχειρηματικότητα του ατομική ή συλλογική και μ' αυτές πλέον αναζητά την αγνότητα του και τη σύνδεση με τη γη. Πάντα έχει να αντιπαλέψει τα νέα λατιφούντια των μεγιστάνων τύπου Gates, που πλέον αγοράζουν μανιωδώς γη και στην Ελλάδα, για να συμπληρώσουν την φαρμακευτική εξάρτηση με την διατροφική. Συνεταιρισμός και εμπορική αυτόνομη δικτύωση ίσως ήταν μια λύση. Πώς όμως ξεκίνησαν όλα;
Η φωτογραφία στο εξώφυλλο είναι του Liam Miller
Σύμφωνα με τον Ιστορικό Γιουβάλ Νόα Χαράρι (Yuval Noah Harari) και συγγραφέα των βιβλίων «Sapiens: Μια σύντομη ιστορία του ανθρώπου και Homo Deus», στο 12.000 π.Χ. από ολιγομελείς τροφοσυλλεκτικές κοινότητες, συνδέεται με τη γη με την Γεωργική επανάσταση και καλύπτει με την υπερπαραγωγή τροφής, τη ραγδαία αύξηση γεννήσεων που επιφέρει η εξάλειψη των μετακινήσεων κι αυτό σε ως 2 γενιές πριν στην Ελλάδα, ενώ στο μεταξύ έχουν επισυμβεί η Βιομηχανική επανάσταση και αυτή των υπηρεσιών και της πληροφορικής, για να βρισκόμαστε στις χαραυγές της 4ης επανάστασης τεχνητής νοημοσύνης και γενετικής τεχνολογίας, τις οποίες ωστόσο οραματίζονται και υλοποιούν υπέρ των ολίγων και με εξάλειψη στην κυριολεξία των πολλών.
Αν στο πέρασμα από τροφοσυλλέκτες σε γεωργούς θυσιάστηκε για την υπερπαραγωγή τροφής η ελευθερία μετακίνησης, τώρα φαίνεται και να περιορίζεται η μετακίνηση αλλά και να ελέγχονται περιορίζονται οι φαρμακοτροφές. Μήπως πρέπει να κόψουμε το σχοινί από το δένδρο, πριν μας το επιβάλουν εκείνοι;
«Το ποίημα είναι από τις Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ Νοέμβριος 1999 (...) Στις αρχές της δεκαετίας του '40, με το εικοσιπεντασέλιδο ποίημα «Η μεγάλη πείνα», ο Καβάνα έδωσε ένα τρανταχτό παρόν. Ο πρωταγωνιστής του ποιήματος, ο Πάτρικ Μαγκουάιαρ, ένας ανέραστος ζευγολάτης καταδικασμένος σε μαρασμό, απομόνωση και άδοξο θάνατο, καταντάει «ένα κουρελιασμένο γλυπτό του ανέμου». Όμως, εναλλάξ με τούτη την άγρια απόγνωση, υπάρχουν και θαυμάσιοι «ονειροπόλοι» στίχοι. Με λυρική ευαισθησία και συνάμα με δυνατές αναλαμπές γήινου χιούμορ, το ποίημα αποκαλύπτει ποικίλες πλευρές μιας ανθρώπινης τραγωδίας, που -παρόλο που διαδραματίζεται στη μακρινή Ιρλανδία- είναι απόλυτα προσιτή στους Έλληνες αναγνώστες.» (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ο Πάτρικ Κάβανα (Patrick Kavanagh 21 October 1904 – 30 November 1967) ήταν Ιρλανδός ποιητής και μυθιστοριογράφος. Τα πιο γνωστά έργα του περιλαμβάνουν το μυθιστόρημα Tarry Flynn και τα ποιήματα «On Raglan Road» και «The Great Hunger». Είναι γνωστός για τις αφηγήσεις του για τη ζωή της Ιρλανδίας μέσω της αναφοράς στην καθημερινότητα και τον κοινό τόπο.
Patrick Kavanagh, by Patrick Swift, 1960, Wikipedia
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Πάτρικ Κάβανα (1904-1967) –μετά από τον W. B. Yeats– θεωρείται ο μεγαλύτερος Ιρλανδός ποιητής του 20ού αιώνα. Σε πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα, ο νομπελίστας ποιητής Σέιμους Χήνυ χαιρέτησε τον Κάβανα δημοσίως ως «ήρωα του πνεύματος». Στις αρχές της δεκαετίας του '40, με το εικοσιπεντασέλιδο ποίημα Η μεγάλη πείνα, ο Κάβανα έδωσε ένα τρανταχτό παρόν.
Ο Πάτρικ Κάβανα γεννήθηκε στην ενορία του Ινισκίν, της κομητείας Μόναχαν, το 1904. Μέχρι τα 34 του, γνώρισε μόνο την αγροτική ζωή της γενέτειράς του. Το 1937 μετακόμισε στο Δουβλίνο, όπου έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του, το 1967. Στον τομέα της ποίησης, τα Άπαντά του συμπεριλαμβάνουν σχεδόν 400 σελίδες. Έγραψε τρία μυθιστορήματα: το Τάρυ Φλυν, το αυτοβιογραφικό Ο πράσινος ηλίθιος και Νύχτα δίχως άστρα. Στη δεκαετία του '50, για μικρό διάστημα, έβγαλε μια σατιρική εφημερίδα, Τα εβδομαδιαία χρονογραφήματα του Κάβανα.
Ο Μεγάλος Λιμός της Ιρλανδίας (1845 - 1853) Απολογισμός:
1,5 εκατομμύριο νεκροί και 2 εκατομμύρια εκτοπισμένοι !!!
Στις αρχές του 1800, ο φτωχός και ταχέως αναπτυσσόμενος αγροτικός πληθυσμός της Ιρλανδίας είχε σχεδόν πλήρως εξαρτηθεί από μια καλλιέργεια. Μόνο η πατάτα θα μπορούσε να παράγει αρκετό φαγητό για να συντηρήσει οικογένειες που καλλιεργούσαν τα μικροσκοπικά αγροτεμάχια που οι ιρλανδοί αγρότες είχαν αναγκαστεί από τους Βρετανούς ιδιοκτήτες.
Η χαμηλή πατάτα ήταν ένα γεωργικό θαύμα, αλλά το να ποντάρεις τη ζωή ενός ολόκληρου πληθυσμού σε αυτό ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο.
Οι σποραδικές αποτυχίες καλλιέργειας πατάτας μαστίζουν την Ιρλανδία το 1700 και στις αρχές του 1800. Στα μέσα της δεκαετίας του 1840, μια μύκητα που προκλήθηκε από μύκητα έπληξε πατάτες σε όλη την Ιρλανδία.
Η αποτυχία ουσιαστικά ολόκληρης της καλλιέργειας πατάτας για αρκετά χρόνια οδήγησε σε άνευ προηγουμένου καταστροφή. Τόσο η Ιρλανδία όσο και η Αμερική θα αλλάξουν για πάντα.
Η πείνα της ιρλανδικής πατάτας
Η ιρλανδική πείνα πατάτας, η οποία στην Ιρλανδία έγινε γνωστή ως "Η μεγάλη πείνα", ήταν ένα σημείο καμπής στην ιρλανδική ιστορία. Άλλαξε την ιρλανδική κοινωνία για πάντα, πιο εντυπωσιακά μειώνοντας σημαντικά τον πληθυσμό.
Το 1841, ο πληθυσμός της Ιρλανδίας ήταν πάνω από οκτώ εκατομμύρια. Υπολογίστηκε ότι τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πέθανε από πείνα και ασθένειες στα τέλη της δεκαετίας του 1840 και τουλάχιστον ένα εκατομμύριο μετανάστευσαν κατά τη διάρκεια του λιμού.
Ο λιμός σκληρύνει τη δυσαρέσκεια απέναντι στους Βρετανούς που κυβέρνησαν την Ιρλανδία. Τα εθνικιστικά κινήματα στην Ιρλανδία, τα οποία είχαν τελειώσει πάντα με αποτυχία, θα είχαν τώρα ένα ισχυρό νέο συστατικό: συμπαθητικοί Ιρλανδοί μετανάστες που ζουν στην Αμερική.
Επιστημονικές αιτίες
Η βοτανική αιτία της Μεγάλης Πείνας ήταν ένας μολυσματικός μύκητας (Phytophthora infestans), που εξαπλώθηκε από τον άνεμο, ο οποίος εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα φύλλα των φυτών πατάτας τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1845. Τα άρρωστα φυτά μαραμένα με συγκλονιστική ταχύτητα. Όταν οι πατάτες έσκαψαν για συγκομιδή, βρέθηκαν να σαπίζουν.
Οι φτωχοί αγρότες ανακάλυψαν τις πατάτες που κανονικά μπορούσαν να αποθηκεύσουν και να χρησιμοποιήσουν, καθώς οι παροχές για έξι μήνες είχαν καταστεί βρώσιμες.
Οι σύγχρονοι καλλιεργητές πατάτας ψεκάζουν φυτά για να αποτρέψουν την καταστροφή. Αλλά στη δεκαετία του 1840 , η κακοήθεια δεν ήταν καλά κατανοητή και οι αβάσιμες θεωρίες εξαπλώθηκαν ως φήμες. Ο πανικός έφτασε.
Η αποτυχία της συγκομιδής πατάτας το 1845 επαναλήφθηκε το επόμενο έτος, και πάλι το 1847.
Κοινωνικές αιτίες
Στις αρχές του 1800, ένα μεγάλο μέρος του ιρλανδικού πληθυσμού ζούσε ως φτωχοί μισθωτές αγρότες, γενικά χρέους προς τους Βρετανούς ιδιοκτήτες. Η ανάγκη επιβίωσης σε μικρά οικόπεδα ενοικιαζόμενης γης δημιούργησε την επικίνδυνη κατάσταση όπου τεράστιος αριθμός ανθρώπων εξαρτιόταν από την καλλιέργεια της πατάτας για επιβίωση.
Οι ιστορικοί έχουν σημειώσει εδώ και πολύ καιρό ότι ενώ οι Ιρλανδοί αγρότες αναγκάστηκαν να επιβιώσουν στις πατάτες, άλλες καλλιέργειες καλλιεργούνταν στην Ιρλανδία και τα τρόφιμα εξήχθησαν για αγορά στην Αγγλία και αλλού. Τα βοοειδή βοοειδών που εκτρέφονται στην Ιρλανδία εξήχθησαν επίσης για αγγλικά τραπέζια.
Αντίδραση της βρετανικής κυβέρνησης
Η ανταπόκριση της βρετανικής κυβέρνησης στην καταστροφή στην Ιρλανδία υπήρξε εδώ και πολύ καιρό το επίκεντρο των αντιπαραθέσεων. Οι κυβερνητικές προσπάθειες ανακούφισης ξεκίνησαν, αλλά ήταν σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικές. Οι πιο σύγχρονοι σχολιαστές σημείωσαν ότι το οικονομικό δόγμα της δεκαετίας του 1840 η Βρετανία γενικά αποδέχθηκε ότι οι φτωχοί άνθρωποι ήταν υποχρεωμένοι να υποφέρουν και δεν ήταν δικαιολογημένη η κυβερνητική παρέμβαση.
Το ζήτημα της αγγλικής ενοχής στην καταστροφή στην Ιρλανδία έγινε πρωτοσέλιδο στη δεκαετία του 1990, κατά τη διάρκεια των εορτασμών για την 150η επέτειο της Μεγάλης Πείνας. Ο τότε πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ εξέφρασε τη λύπη του για τον ρόλο της Αγγλίας κατά τη διάρκεια των εορτασμών για την 150η επέτειο του λιμού. Οι «New York Times» ανέφεραν εκείνη την εποχή ότι «ο κ. Μπλερ σταμάτησε να κάνει πλήρη συγγνώμη εκ μέρους της χώρας του».
Καταστροφή
Είναι αδύνατο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός των νεκρών από την πείνα και την ασθένεια κατά τη διάρκεια του λιμού της πατάτας. Πολλά θύματα θάφτηκαν σε μαζικούς τάφους, χωρίς να καταγράφονται τα ονόματά τους.
Εκτιμάται ότι τουλάχιστον μισό εκατομμύριο Ιρλανδοί ενοικιαστές εκδιώχθηκαν κατά τη διάρκεια του λιμού.
Σε ορισμένα μέρη, ιδιαίτερα στη δυτική Ιρλανδία, ολόκληρες κοινότητες έπαψαν να υπάρχουν. Οι κάτοικοι είτε πέθαναν, εκδιώχθηκαν από τη γη, ή επέλεξαν να βρουν μια καλύτερη ζωή στην Αμερική.
Η χαμηλή πατάτα ήταν ένα γεωργικό θαύμα, αλλά το να ποντάρεις τη ζωή ενός ολόκληρου πληθυσμού σε αυτό ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο.
Οι σποραδικές αποτυχίες καλλιέργειας πατάτας μαστίζουν την Ιρλανδία το 1700 και στις αρχές του 1800. Στα μέσα της δεκαετίας του 1840, μια μύκητα που προκλήθηκε από μύκητα έπληξε πατάτες σε όλη την Ιρλανδία.
Η αποτυχία ουσιαστικά ολόκληρης της καλλιέργειας πατάτας για αρκετά χρόνια οδήγησε σε άνευ προηγουμένου καταστροφή. Τόσο η Ιρλανδία όσο και η Αμερική θα αλλάξουν για πάντα.
Η πείνα της ιρλανδικής πατάτας
Η ιρλανδική πείνα πατάτας, η οποία στην Ιρλανδία έγινε γνωστή ως "Η μεγάλη πείνα", ήταν ένα σημείο καμπής στην ιρλανδική ιστορία. Άλλαξε την ιρλανδική κοινωνία για πάντα, πιο εντυπωσιακά μειώνοντας σημαντικά τον πληθυσμό.
Το 1841, ο πληθυσμός της Ιρλανδίας ήταν πάνω από οκτώ εκατομμύρια. Υπολογίστηκε ότι τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πέθανε από πείνα και ασθένειες στα τέλη της δεκαετίας του 1840 και τουλάχιστον ένα εκατομμύριο μετανάστευσαν κατά τη διάρκεια του λιμού.
Ο λιμός σκληρύνει τη δυσαρέσκεια απέναντι στους Βρετανούς που κυβέρνησαν την Ιρλανδία. Τα εθνικιστικά κινήματα στην Ιρλανδία, τα οποία είχαν τελειώσει πάντα με αποτυχία, θα είχαν τώρα ένα ισχυρό νέο συστατικό: συμπαθητικοί Ιρλανδοί μετανάστες που ζουν στην Αμερική.
Επιστημονικές αιτίες
Η βοτανική αιτία της Μεγάλης Πείνας ήταν ένας μολυσματικός μύκητας (Phytophthora infestans), που εξαπλώθηκε από τον άνεμο, ο οποίος εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα φύλλα των φυτών πατάτας τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1845. Τα άρρωστα φυτά μαραμένα με συγκλονιστική ταχύτητα. Όταν οι πατάτες έσκαψαν για συγκομιδή, βρέθηκαν να σαπίζουν.
Οι φτωχοί αγρότες ανακάλυψαν τις πατάτες που κανονικά μπορούσαν να αποθηκεύσουν και να χρησιμοποιήσουν, καθώς οι παροχές για έξι μήνες είχαν καταστεί βρώσιμες.
Οι σύγχρονοι καλλιεργητές πατάτας ψεκάζουν φυτά για να αποτρέψουν την καταστροφή. Αλλά στη δεκαετία του 1840 , η κακοήθεια δεν ήταν καλά κατανοητή και οι αβάσιμες θεωρίες εξαπλώθηκαν ως φήμες. Ο πανικός έφτασε.
Η αποτυχία της συγκομιδής πατάτας το 1845 επαναλήφθηκε το επόμενο έτος, και πάλι το 1847.
Κοινωνικές αιτίες
Στις αρχές του 1800, ένα μεγάλο μέρος του ιρλανδικού πληθυσμού ζούσε ως φτωχοί μισθωτές αγρότες, γενικά χρέους προς τους Βρετανούς ιδιοκτήτες. Η ανάγκη επιβίωσης σε μικρά οικόπεδα ενοικιαζόμενης γης δημιούργησε την επικίνδυνη κατάσταση όπου τεράστιος αριθμός ανθρώπων εξαρτιόταν από την καλλιέργεια της πατάτας για επιβίωση.
Οι ιστορικοί έχουν σημειώσει εδώ και πολύ καιρό ότι ενώ οι Ιρλανδοί αγρότες αναγκάστηκαν να επιβιώσουν στις πατάτες, άλλες καλλιέργειες καλλιεργούνταν στην Ιρλανδία και τα τρόφιμα εξήχθησαν για αγορά στην Αγγλία και αλλού. Τα βοοειδή βοοειδών που εκτρέφονται στην Ιρλανδία εξήχθησαν επίσης για αγγλικά τραπέζια.
Αντίδραση της βρετανικής κυβέρνησης
Η ανταπόκριση της βρετανικής κυβέρνησης στην καταστροφή στην Ιρλανδία υπήρξε εδώ και πολύ καιρό το επίκεντρο των αντιπαραθέσεων. Οι κυβερνητικές προσπάθειες ανακούφισης ξεκίνησαν, αλλά ήταν σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματικές. Οι πιο σύγχρονοι σχολιαστές σημείωσαν ότι το οικονομικό δόγμα της δεκαετίας του 1840 η Βρετανία γενικά αποδέχθηκε ότι οι φτωχοί άνθρωποι ήταν υποχρεωμένοι να υποφέρουν και δεν ήταν δικαιολογημένη η κυβερνητική παρέμβαση.
Το ζήτημα της αγγλικής ενοχής στην καταστροφή στην Ιρλανδία έγινε πρωτοσέλιδο στη δεκαετία του 1990, κατά τη διάρκεια των εορτασμών για την 150η επέτειο της Μεγάλης Πείνας. Ο τότε πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ εξέφρασε τη λύπη του για τον ρόλο της Αγγλίας κατά τη διάρκεια των εορτασμών για την 150η επέτειο του λιμού. Οι «New York Times» ανέφεραν εκείνη την εποχή ότι «ο κ. Μπλερ σταμάτησε να κάνει πλήρη συγγνώμη εκ μέρους της χώρας του».
Καταστροφή
Είναι αδύνατο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός των νεκρών από την πείνα και την ασθένεια κατά τη διάρκεια του λιμού της πατάτας. Πολλά θύματα θάφτηκαν σε μαζικούς τάφους, χωρίς να καταγράφονται τα ονόματά τους.
Εκτιμάται ότι τουλάχιστον μισό εκατομμύριο Ιρλανδοί ενοικιαστές εκδιώχθηκαν κατά τη διάρκεια του λιμού.
Σε ορισμένα μέρη, ιδιαίτερα στη δυτική Ιρλανδία, ολόκληρες κοινότητες έπαψαν να υπάρχουν. Οι κάτοικοι είτε πέθαναν, εκδιώχθηκαν από τη γη, ή επέλεξαν να βρουν μια καλύτερη ζωή στην Αμερική.
Φεύγοντας από την Ιρλανδία
Irish Famine Immigration 1840. Wikimedia
Η ιρλανδική μετανάστευση στην Αμερική προχώρησε με μέτριο ρυθμό τις δεκαετίες πριν από τη Μεγάλη Πείνα. Εκτιμάται ότι μόνο 5.000 Ιρλανδοί μετανάστες ετησίως έφτασαν στις Ηνωμένες Πολιτείες πριν από το 1830.
Η Μεγάλη Πείνα αύξησε αυτούς τους αριθμούς αστρονομικά. Οι τεκμηριωμένες αφίξεις κατά τη διάρκεια του λιμού είναι πάνω από μισό εκατομμύριο. Υποτίθεται ότι πολλοί άλλοι έφτασαν χωρίς έγγραφα, ίσως με την πρώτη προσγείωση στον Καναδά και με τα πόδια στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μέχρι το 1850, ο πληθυσμός της Νέας Υόρκης ήταν 26 τοις εκατό Ιρλανδός. Ένα άρθρο με τίτλο «Ιρλανδία στην Αμερική» στους «New York Times» στις 2 Απριλίου 1852, αφηγείται τις συνεχιζόμενες αφίξεις:
Την Κυριακή τελευταία τρεις χιλιάδες μετανάστες έφτασαν σε αυτό το λιμάνι. Τη Δευτέρα υπήρχαν πάνω από δύο χιλιάδες. Την Τρίτη έφτασαν πάνω από πέντε χιλιάδες. Την Τετάρτη ο αριθμός ήταν πάνω από δύο χιλιάδες. Έτσι, σε τέσσερις ημέρες, δώδεκα χιλιάδες άτομα προσγειώθηκαν για πρώτη φορά στις αμερικανικές ακτές. Ένας πληθυσμός μεγαλύτερος από τον πληθυσμό ορισμένων από τα μεγαλύτερα και πιο ακμάζοντα χωριά αυτού του κράτους προστέθηκε έτσι στην πόλη της Νέας Υόρκης εντός ενενήντα έξι ωρών.
The "Pregnant Woman" statue at Ireland Park, Toronto.
Ireland Park has several statues by Rowan Gillespie and
they honour the Irish immigrants who fled during the Famine
of 1847. originally posted to Flickr as The Pregnant Woman.
Ιρλανδοί σε έναν νέο κόσμο
Η πλημμύρα των Ιρλανδών στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε μια βαθιά επίδραση, ειδικά σε αστικά κέντρα όπου οι Ιρλανδοί άσκησαν πολιτική επιρροή και συμμετείχαν στη δημοτική κυβέρνηση, κυρίως στις αστυνομικές και πυροσβεστικές υπηρεσίες. Στον εμφύλιο πόλεμο, ολόκληρα συντάγματα αποτελούσαν ιρλανδικά στρατεύματα, όπως αυτά της φημισμένης ιρλανδικής ταξιαρχίας της Νέας Υόρκης.
Το 1858, η ιρλανδική κοινότητα στη Νέα Υόρκη είχε αποδείξει ότι ήταν στην Αμερική να μείνει. Με επικεφαλής έναν πολιτικά ισχυρό μετανάστη, τον Αρχιεπίσκοπο John Hughes, οι Ιρλανδοί άρχισαν να χτίζουν τη μεγαλύτερη εκκλησία στη Νέα Υόρκη. Το ονόμασαν καθεδρικό ναό του Αγίου Πατρικίου, και θα αντικαθιστούσε έναν ταπεινό καθεδρικό ναό, που ονομάστηκε επίσης για τον πολιούχο της Ιρλανδίας, στο κάτω Μανχάταν. Η κατασκευή σταμάτησε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, αλλά ο τεράστιος καθεδρικός ναός ολοκληρώθηκε τελικά το 1878.
Τριάντα χρόνια μετά τη Μεγάλη Πείνα, οι δίδυμοι κώνοι του Αγίου Πατρικίου κυριάρχησαν στον ορίζοντα της Νέας Υόρκης. Και στις αποβάθρες του Κάτω Μανχάταν, οι Ιρλανδοί συνέχισαν να φτάνουν.
ΔΕΙΤΕ: Η Λιτανεία για την επιδημία χολέρας στην Αθήνα το 1854 (Video)
The Famine Memorial είναι το «Μνημείο πείνας» στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας.
Βρίσκεται στις αποβάθρες του Τελωνείου, σε ανάμνηση του μεγάλου λιμού.
Ο πληθυσμός της μειώθηκε στο μισό λόγω του θανάτου και της μετανάστευσης.
• Το Ποίημα «H Μεγάλη Πείνα XIII» είναι Μετάφραση της Άμυ Μιμς (Amy Mims με Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Έργου Ελληνικής Λογοτεχνίας σε Ξένη Γλώσσα 1997) - Ρούλα Κακλαμανάκη
• Η πείνα, οι λοιμοί και οι μεταναστεύσεις πάντοτε οδηγούν σε… βιβλία! • Fractal
• Βιογραφικό σημείωμα από την ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού.
• Η παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου είναι από τις Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ Νοέμβριος 1999
• Alan Warner, Clay is the Word: Patrick Kavanagh 1904–1967 (Dolmen, 1973)
• Βιογραφικό σημείωμα από την ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού.
• Η παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου είναι από τις Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ Νοέμβριος 1999
• Alan Warner, Clay is the Word: Patrick Kavanagh 1904–1967 (Dolmen, 1973)
• Τι συνέβη κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ιρλανδικής Πείνας και ποιο ήταν το αποτέλεσμα; «Η Ιρλανδία στην Αμερική.» The New York TImes, 2 Απριλίου 1852. Λάιλ, Σάρα. «Παρελθόν ως Πρόλογος: Ο Μπλερ βλάπτει τη Βρετανία στην ιρλανδική πατάτα.» The New York Times, 3 Ιουνίου 1997. www.greelane.com
Πηγή: Sophia-Ntrekou.gr | Αέναη επΑνάσταση
Πηγή: Sophia-Ntrekou.gr | Αέναη επΑνάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου