της Σοφίας Ντρέκου
Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος εορτάζει στις 28 Ιανουαρίου.
Άρπα του Πνεύματος, Ομολογητής, Πατέρας της Εκκλησίας
Ἤκουσε γλῶτταν ψαλμικῶς, ἣν οὐκ ἔγνω,
Ἐφραίμ, ἄνω καλοῦσαν, ὁ γλῶσσαν Σῦρος.
Εἰκάδι ὀγδοάτῃ Νόες Ἐφραὶμ θυμὸν ἀπηῦρον.
Γέννηση:
περ. 305 μ.Χ. Νίσιβις, Μεσοποταμία
Κοίμηση 9 Ιουνίου 373 μ.Χ. Έδεσσα Μεσοποταμίας
Τιμάται από:
Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
Ασσυριακή Εκκλησία της Ανατολής (Νεστοριανή)
Προχαλκηδόνιες Εκκλησίες
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία
Αγγλικανική Εκκλησία
Κοίμηση 9 Ιουνίου 373 μ.Χ. Έδεσσα Μεσοποταμίας
Τιμάται από:
Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
Ασσυριακή Εκκλησία της Ανατολής (Νεστοριανή)
Προχαλκηδόνιες Εκκλησίες
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία
Αγγλικανική Εκκλησία
Εορτασμός:
28 Ιανουαρίου (Ορθόδοξες και Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες)
7ο Σάββατο πριν το Πάσχα (Συριακή Ορθόδοξη Εκκλησία)
9 Ιουνίου (Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, Εκκλησία της Αγγλίας)
18 Ιουνίου (Μαρωνιτική Εκκλησία)
22 Ιουλίου (Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία)
28 Ιανουαρίου (Ορθόδοξες και Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες)
7ο Σάββατο πριν το Πάσχα (Συριακή Ορθόδοξη Εκκλησία)
9 Ιουνίου (Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, Εκκλησία της Αγγλίας)
18 Ιουνίου (Μαρωνιτική Εκκλησία)
22 Ιουλίου (Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία)
Ο Άγιος Εφραίμ ο αποκαλούμενος και «Όσιος», (κλασικά συριακά: ܡܪܝ ܐܦܪܝܡ ܣܘܪܝܝܐ, Mār Aprêm Sûryāyâ, λατινικά: Ephraem Syrus, περ. 305 † 9 Ιουνίου 373 μ.Χ.), ο αποκαλούμενος και «Όσιος», ήταν διάκονος και ένας από τους πρώτους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Θεωρείται ο σημαντικότερος Σύρος θεολόγος και ο πιο έγκυρος εκπρόσωπος του συριακού χριστιανισμού 4ου αι. μ.Χ. Ο Θεοδώρητος Κύρου τον αναφέρει ως τον εισηγητή του έμμετρου εκκλησιαστικού άσματος στη Συρία. Αναγνωρίζεται ως άγιος από την Ασσυριακή Εκκλησία της Ανατολής (Νεστοριανή), την Καθολική Εκκλησία και από διάφορες Προτεσταντικές Εκκλησίες.
Γεννήθηκε στη Νίσιβη της Μεσοποταμίας (σημερινό Nusaybin, στην Τουρκία) από όπου και έλαβε το όνομα «Σύρος». Προερχόταν από φτωχή οικογένεια και σε νεαρή ηλικία αναγκάστηκε να δουλέψει ως εργάτης. Αργότερα έγινε μοναχός και κατάφερε να αποκτήσει καλή μόρφωση. Χειροτονήθηκε διάκονος από τον επίσκοπο Νισίβεως Ιάκωβο και τοποθετήθηκε στη θέση του υπεύθυνου της τοπικής θεολογικής σχολής.
Ήκμασε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 - 337 μ.Χ.), Ιουλιανού του Παραβάτου (361 - 363 μ.Χ.) και των διαδόχων αυτού. Από την μικρή του ηλικία διδάχθηκε την πίστη και την αρετή από τον Επίσκοπο της γενέτειράς του Ιάκωβο (309 - 364 μ.Χ.), ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο, αλλά ο Όσιος αρνήθηκε να λάβει μεγαλύτερο αξίωμα. Ήταν εκείνος που κατατρόπωσε σε διάλογο τον αιρετικό Απολλινάριο και οδήγησε πολλούς αιρετικούς να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια.
Όταν, διά της συνθήκης του έτους 363 μ.Χ., που υπέγραψε ο διάδοχος του Ιουλιανού του Παραβάτου, Ιοβιανός (363 - 364 μ.Χ.), η Νίσιβης παραδόθηκε στους Πέρσες, ο Όσιος Εφραίμ εγκατέλειψε την πατρίδα του και ήλθε στην Έδεσσα, όπου ασκήτεψε σε παρακείμενο όρος. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Νίσιβης από τα περσικά στρατεύματα, συμμετείχε στην άμυνα της πόλης και μετά την παράδοσή της κατέφυγε μαζί με άλλους πρόσφυγες στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας (σημερινή Şanlıurfa, στην Τουρκία). Εκεί εγκαταστάθηκε σε μοναστήρι έξω από την πόλη και παράλληλα ίδρυσε νέα θεολογική σχολή.
Το έτος 370 μ.Χ. επισκέφθηκε τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και λίγο αργότερα τους Πατέρες και Ασκητές της Αιγύπτου.
Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε με ειρήνη στις 9 Ιουνίου 373 μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο της Αγίας Ακυλίνας, στην περιοχή Φιλοξένου, κοντά στην αγορά.
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στις Μονές Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους, Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων και στην Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως στην Ρωσία.
Έργο
Ο Εφραίμ ο Σύρος άφησε πίσω του σημαντικό έργο, από το οποίο όμως διασώθηκε μόνο μικρό μέρος. Ποιητής και υμνιστής, συνέθεσε πολλά θεολογικά και πολεμικά έργα, τα οποία μέσα στο πλαίσιο της ευρείας χριστιανικής παράδοσης, έχουν ασκήσει σημαντική επίδραση στις ανατολικές και στις δυτικές Εκκλησίες. Θεωρείται σπουδαίος μελετητής της Αγίας Γραφής και πολέμιος των αιρέσεων της εποχής του. Τόσο οι πραγματείες του όσο και οι ομιλίες του είναι γραμμένες με έμμετρο τρόπο, κάτι το οποίο διευκόλυνε τη μη συστημική δογματική διατύπωση στα έργα του, τα οποία μεταφράστηκαν από τα συριακά στα ελληνικά, στα αρμένικα και έπειτα στη λατινική, στη γεωργιανή αλλά και στη σλαβονική γλώσσα.
Ο Μέγας Βασίλειος τον περιέγραψε ως «πάντων ἐλλογιμώτερος» από αυτούς που ζούσαν εκείνη την εποχή. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος τον περιέγραψε ως εξής: «Ἐφραῒμ ὁ πολὺς, ἡ παραμυθία τῶν ἀθυμούντων, ἡ παιδαγωγία τῶν νέων, ἡ χειραγωγία τῶν μετανοούντων, ἡ κατὰ τῶν αἱρετικῶν ῥομφαία, τὸ δοχεῖον τοῦ Πνεύματος, τὸ σκεῦος τῶν ἀρετῶν».
Για να τιμήσουν, όμως, τον Όσιο, και πολλοί υμνωδοί σύνθεσαν οίκους, κοντάκια, και κανόνες, έχοντας πηγή το θαυμαστό κάλλος του Εγκωμίου του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης (βλ. παρακάτω), προς τον μακάριο Εφραίμ. Όπως, ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο Θεοφάνης ο Γραπτός, ο Ρωμανός ο Μελωδός, ο Κυπριανός Μοναχός.
α. - Ύπνον σοις οφθαλμοίς Εφραίμ ουκ εδεδώκεις;
ω ποταμέ δακρύων /ο βρύσας θείων λόγων,/
και ζώντων ύπνον υπνώσας.
β. - Μέγας εν ασκηταίς / φωστήρ εν ιερεύσιν /
ερημιτων λυχνία / τροφή των νηστευόντων,/
και όρος πάντων γέγονας.
γ. - Νείλος ως ποταμός, / ψυχάς εξηραμμένας /
διά των σων χειλέων αρδεύων,/ των λαλούντων
εν βίβλοις ας ανέβλυσας.
Βιβλιογραφία
• Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Εκδοτικός οίκος «Κυρομάνος», τόμος Α', Θεσσαλονίκη 2005, β' έκδοσις, σ. 277.
• Στυλιανού Γ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία, τόμος Α', Αθήνα 2000, δ' έκδοση, σ. 317.
• Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Εκδοτικός οίκος «Κυρομάνος», τόμος Α', Θεσσαλονίκη 2005, β' έκδοσις, σ. 277.
• Στυλιανού Γ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία, τόμος Α', Αθήνα 2000, δ' έκδοση, σ. 317.
• Encyclopaedia Britannica. «Saint Ephraem Syrus: Christian theologian».
• Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμος Α', γ΄ έκδοση, Αθήνα 2002, σ. 906.
• Παναγιώτου Κ. Χρήστου, 2005, σ. 277 - 278.
• Παναγιώτου Κ. Χρήστου, 2005, σ. 277 - 278.
• Σωζομενός, Λόγος προς τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιον και Υπόθεσις της Εκκλησιαστικής Ιστορίας 3.16.
• Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Λόγος περί Ψευδοπροφητών και Ψευδοδιδασκάλων και Αθέων Αιρετικών και περί Σημείων της Συντελείας του Αιώνος τούτου 237 59.560.
• Ιερά Γυναικεία Κοινοβιακή Μονή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου Κονταριώτισσα Πιερίας του νομού, ΚατερίνηςΠηγή: Αέναη επΑνάσταση | www.Sophia-Ntrekou.gr
Διαβάστε παρακαλώ τα σχετικά: Ὁ άγιος Ἐφραὶμ γιὰ τὸν Μέγα Βασίλειο: Όταν «συναντήθηκαν» με θαυμαστό τρόπο ο Μέγας Βασίλειος και ο Άγιος Εφραίμ ο Σύρος και το Μήνυμα του Μεγάλου Βασιλείου για τα Χριστούγεννα, από τον όσιο Εφραίμ τον Σύρο.
Άγιος Βασίλειος Καισαρείας ο Μέγας: Βίος και Άπαντα τα Έργα του
Περισσότερα για τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο
ΑΠΟ ΙΕΡΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗ ΜΟΝΗ
ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
ΚΟΝΤΑΡΙΩΤΙΣΣΑ Τ.Κ. 60100 ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
http://imociosefraimsyr.gr/efraim.html
Ανάμεσα στα ολίγα σωζόμενα πνευματικά διαμάντια της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ισάξιος στην πολυμάθεια με τον Μέγα Βασίλειο, στη γλυκύτητα και στη γλαφυρότητα του λόγου με τον Θείο Χρυσόστομο, σύγχρονος και με τους δύο, είναι ο Όσιος και Θεοφόρος Πατέρας μας και Οικουμενικός Διδάσκαλος, Εφραίμ ο Σύρος.
Γεννήθηκε στην Νίσιβη της Μεσοποταμίας, της Συρίας, το σημερινό Νισβίν, πρωτεύουσα της παλαιάς Μυγδονίας, «306 χρόνια ύστερα από τον αγαπημένο του Κύριο και ανεχώρησε κοντά Του το 373 μ.Χ»
Η Εκκλησία τιμά την μνήμη Του στις 28 Ιανουαρίου.
Ο Όσιος Εφραίμ εικονίζεται στην όψη παράδοξος, υψηλός, λεπτόσαρκος, ολιγογένειος.
Γεννήθηκε από πτωχούς γονείς αλλά χριστιανούς, οι οποίοι μάλιστα κατά την περίοδο των διωγμών του Διοκλητιανού, ομολόγησαν τον Χριστό και καταξιώθηκαν μαρτυρικού τέλους. Γι΄ αυτό, και ο Όσιος Εφραίμ, όταν αναφερόταν στους προγόνους Του, έλεγε «Μαρτύρων συγγενής ειμί».
Οι μεν γονείς Του άφησαν σ΄Αυτόν παρακαταθήκη, την αγάπη προς τον Χριστό, «τον φόβον του Κυρίου ενουθέτησαν», ο δε διδάσκαλος Του, Άγιος Ιάκωβος, άνδρας μεγάλης μορφώσεως και Μέγας Ιεράρχης της Νίσιβης, εδίδαξε σ΄ Αυτόν τα «περί Χριστού».
Πολύ νέος, αρχίζει με ιδιαίτερο ζήλο και αυταπάρνηση να μελετά τις Άγιες Γραφές, να ασκείται σε πνευματικούς αγώνες, να αγωνίζεται για την αληθινή πίστη, να προκόπτει στην αρετή, στην καθαρότητα και τον αγιασμό.
Ανήλθε όλη την κλίμακα της αρετής και της σοφίας.
Αγαπά τον Θεό και γίνεται διδάσκαλος της ευσεβείας, αλλά και η αγάπη Του για τον πλησίον είναι τόσο μεγάλη.
Όταν επί Ιουλιανού του Παραβάτη «361 – 363» άρχισαν οι επιδρομές των Περσών στην Μεσοποταμία και η Πατρίδα του Οσίου πολιορκείται από τον Βασιλέα Σαπώρ Β΄ τον Μέγα (309 – 379), ο Όσιος εγκαταλείπει τον τόπο της ησυχίας Του και από αγάπη για τον λαό του Θεού μεταβαίνει στην πατρίδα Του και εκεί ενισχύει και στηρίζει τον λαό.
Αργότερα, όταν μετά τον θάνατο του διδασκάλου του και Αρχιεπισκόπου Αγίου Ιακώβου «363 μ.Χ.», η Νίσιβη καταλαμβάνεται από τους Πέρσες, και πολλοί χριστιανοί εγκαταλείπουν την Νίσιβη και αναχωρούν για την Έδεσσα, μαζί τους αναχωρεί και ο Όσιος Εφραίμ.
Από εκεί, κατόπιν συμβουλής του ονομαστού Γέροντος Ιουλιανού, αναχωρεί σε τόπο ερημικό έξω από την Έδεσσα, για να ησυχάσει.
Εκεί, ασχολείται με την ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης στην Συριακή γλώσσα. Αυτή η εργασία Του έγινε αφορμή να ελκύσει κοντά Του πολλούς Εδεσσηνούς, ώστε να αναγκασθεί να απομακρυνθεί από τον τόπο εκείνο, σε άλλο τόπο ασκήσεως. Τότε όμως, είδε οπτασία, κατά την οποία, εμφανίστηκε στον Εφραίμ, Άγγελος Κυρίου και του λέγει: «Εφραίμ πού φεύγεις», και, ο Εφραίμ απαντά: «θέλω να ζήσω εν ησυχία μακριά από τον θόρυβο και τους δόλους των ανθρώπων», και τότε, πάλιν ο Άγγελος Του λέγει: «Πρόσεξε μη πληρωθεί επάνω σου ο λόγος της Γραφής που λέγει: «Ο Εφραίμ μοιάζει με τον μόσχο εκείνο που θέλει να απαλλάξει τον τράχηλόν του από τον ζυγόν».
Ένεκα αυτής της οπτασίας και εκείνης πού είχε δει ο Γέροντας Ιουλιανός, ότι ο Εφραίμ είναι ο μόνος από τους συμπολίτες Του που έχει το χάρισμα να διδάξει τους ανθρώπους, ο Εφραίμ επέστρεψε στην Έδεσσα, προκειμένου να ευαρεστήσει τον Θεό και να ωφελήσει τον λαό του Θεού.
Εκεί στην Έδεσσα. μεγάλη πόλη, βορειοδυτικά της Μεσοποταμίας, που υπήρξε για πολλούς αιώνες σπουδαίο πολιτιστικό κέντρο, ίδρυσε ο Όσιος Θεολογική Σχολή, όπου εφοίτησαν πολλοί Εδεσσηνοί.
Τους εδίδασκε με λόγια φλογισμένα από Θείο έρωτα και από την μεγαλόπρεπη ταπείνωση. Πολλά βλαστάρια της ευσεβείας ξεφύτρωσαν από το ευλογημένο αυτό σχολείο, που ανεδείχθησαν σπουδαίοι διδάσκαλοι της Εκκλησίας των Σύρων, που την εδρόσισαν από τον λίβα της ειδωλολατρείας.
Κατά την διάρκεια της ζωής Του, ο Όσιος Εφραίμ επισκέφθηκε την Αίγυπτο, το όρος της Νιτρίας, για να συναντήσει, να γνωρίσει και να «ωφεληθεί» από τους μεγάλους αναχωρητές και ασκητές της ερήμου. Εκεί, αναγνωρίζουν, όπως γράφει ο Μέγας Παΐσιος, τον «Μεγάλον μεταξύ των Σύρων ασκητών Πατέρα», ή «τον άνθρωπο του Θεού, τον μέγα Γέροντα, τον φωτισμένον και εις τον νουν και εις την καρδίαν», όπως λέγει ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός.
Μετά την Αίγυπτο επισκέφθηκε περί το 370 μ.Χ., την Καισάρεια της Καππαδοκίας, προκειμένου να συναντήσει τον Μ. Βασίλειο. Και είναι συγκινητική και πολύ ωφέλιμη η συνάντηση αυτή των δύο Μεγάλων Φωστήρων της Εκκλησίας μας, όπως παραστατικά την γράφει ο ίδιος ο Όσιος Εφραίμ, σε εγκωμιαστικό προς τον Μ. Βασίλειο λόγο Του, στον οποίο φανερώνονται οι υψηλές πνευματικές βαθμίδες, στις οποίες έφθασαν οι δύο αυτοί θεοφόροι Πατέρες.
Ο Όσιος Εφραίμ εχειροτονήθη διάκονος, από τον Γέροντά Του, Αρχιεπίσκοπο Άγιο Ιάκωβο. Η πληροφορία ότι ο Μ. Βασίλειος, ήθελε μετά την συνάντησή Τους, να Τον χειροτονήσει σε πρεσβύτερο δεν είναι δυνατόν να ελεγχθή.
Ο Σωζόμενος μάς πληροφορεί, ότι ο Όσιος δεν αποδέχτηκε, παριστάνοντας μάλιστα τον τρελλό, το αξίωμα του Επισκόπου, ένεκα της πολλής Του Ταπεινώσεως.
Ο Όσιος Παλλάδιος μαρτυρεί, ότι το 372 μ.Χ., ο Όσιος Εφραίμ εγκαταλείπει τον τόπο της ασκήσεώς Του, όταν πληροφορείται, ότι ενέσκηψε μεγάλος λιμός στην πόλη της Έδεσσας, και γι΄ αυτό, έρχεται να διακονήσει τους συνανθρώπους Του. Εδώ, επιπλήττει τους πλουσίους, που δεν ευσπλαγχνίζονται τους πτωχούς και έτσι επιβαρύνουν τις ψυχές τους… Αλλά, κατορθώνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους, Του προσφέρουν ό,τι έχουν και ο Όσιος δημιουργεί Πτωχοκομείο, Νοσοκομείο, το μεγαλύτερο της εποχής εκείνης, 300 κλινών, και γενικά με κάθε τρόπο υπηρετεί και ανακουφίζει τον δοκιμαζόμενο λαό.
Όταν πέρασε ο δύσκολος αυτός χρόνος του λιμού, ο Όσιος απεσύρθη στο κελλί Του, και ένα χρόνο αργότερα το 373 μ.Χ., στις 9 Ιουνίου, ανεχώρησε για τον αγαπημένο Του Κύριο, αφού, προηγουμένως, εκάλεσε κοντά Του τους μαθητές Του και πολλούς κατοίκους της Έδεσσας, για να τους ανακοινώσει τις τελευταίες Του παρακαταθήκες, τις οποίες πληροφορούμαστε από την Διαθήκη Του.
Ο Όσιος Εφραίμ, άφησε «μνήμη ανδρός φωτισμένου από το Άγιον Πνεύμα». Γι΄ αυτό, ας αφήσουμε τον ίδιο να αναφερθεί σ΄ ένα όραμα που είδε, όταν ακόμη ήταν παιδί, στα χρόνια της εφηβείας, όπως το εμπιστεύθηκε στον ενάρετο πνευματικό Του Άγιο Ιάκωβο.
«Είδα λέγει, μια κληματαριά, φορτωμένη με πολλά σταφύλια, που φύτρωσε κάτω από την γλώσσα μου. Οι κληματόβεργες έβγαιναν έξω από το στόμα μου, απλώθηκαν πολύ ψηλά και σκέπασαν ολόκληρη την γη. Πάνω τους κάθονταν τα πετεινά του ουρανού και έτρωγαν από τα σταφύλια, κι΄ όσο φιλότιμα χόρταιναν τα πουλιά, τόσο πιο πολύ έδιναν καρπό και πλήθαιναν τα σταφύλια».
Από την ημέρα δε εκείνη, ο Θεός επλούτισε τον Όσιο Εφραίμ με ευφράδεια και ένταση λόγου. Τόσο γρήγορα και πλούσια έρχονταν τα νάματα του λόγου και τόσο Τον κατέκλυζε η συνέχεια των ιδεών και ο θησαυρός των υψηλών σκέψεων που, ούτε η γλώσσα Του πρόφθανε να εκφράζει την ταχύτητα των νοημάτων Του, παρ΄ όλον που είχε τόση ευχέρεια λόγου. Μόνον η προσευχή και τα δάκρυα ήσαν ικανά να διακόψουν τον πλούσιο και γλυκύτερο από το μέλι λόγον Του.
Αναφέρουν, πως ο ίδιος κάποτε, παρεκάλεσε τον Θεό λέγοντας: «Χαλάρωσε Δέσποτα, τα κύματα της Χάριτός Σου».
Αλλά, και άλλοι διορατικοί Πατέρες έβλεπαν αποκαλυπτικά όνειρα για τον Εφραίμ. Κάποιος από αυτούς, «Είδε κάποτε, ένα πλήθος Αγγέλων, που πετούσε από τον ουρανό ψηλά προς την γη. Οι Άγγελοι κρατούσαν ένα βιβλίο που ήταν γραμμένο και από τις δύο πλευρές, εσωτερικά και εξωτερικά. Οι άγγελοι συζητούσαν μεταξύ τους σε ποιόν να εμπιστευθούν αυτό το ουρανόγραπτο βιβλίο, μεταξύ αυτών, βεβαίως, που ξεχώριζαν για την ενάρετη και ευλαβική ζωή τους. Τότε, όλο αυτό το πλήθος των Αγγέλων συμφώνησε να εμπιστευθούν αυτό το βιβλίο στον Εφραίμ».
Όταν ξύπνησε αυτός που είδε αυτό το αποκαλυπτικό όραμα, έτρεξε με φόβο στην Εκκλησία και εκεί, βλέπει τον Εφραίμ να διδάσκει τους ανθρώπους, με λόγια θεόπνευστα, σοφά και σωτήρια, πλούσια σε περιεχόμενο και γλυκά περισσότερο από το μέλι. Έτσι εξήγησε και το όνειρό του.
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης στο εγκώμιό Του προς τον Όσιο, Τον ονομάζει «Πνευματικό Ευφράτη της Εκκλησίας μας». Ο Μ. Βασίλειος μαρτυρεί, ότι στο πρόσωπο του Οσίου Εφραίμ είναι αισθητή η ενέργεια της δωρεάς των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, και, παρά την έλλειψη σημαντικής παιδείας, το Πνεύμα το Άγιον Τον ηύρε κατάλληλο σκεύος για να αναπαυθεί στην καρδιά Του, χαρίζοντάς Του πλούσιο και το διδασκαλικό χάρισμα, ούτως ώστε, να γίνει κάτοχος υψηλών θεολογικών εννοιών και να υπερέχει από όλους τους άνδρες της εποχής Του.
Και το συγγραφικό Του Έργο είναι τεράστιο σε έκταση και σημασία. Πλούσιο και θαυμαστό. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης στο «εγκώμιο προς τον Όσιο Πατέρα Εφραίμ», γράφει «Ο Μέγας Πατήρ ημών και Οικουμενικός Διδάσκαλος Εφραίμ…».
Τα συγγράμματά Του άρχισαν να μελετώνται μετά την Αγία Γραφή. Οι Χριστιανοί ανέφεραν το όνομά Του με θαυμασμό, διότι κατά τον Γρηγόριο Νύσσης «εις πάσαν την γην το φέγγος του βίου και της θεωρίας αυτού εξέλαμψεν».
Από τον τέταρτο και μέχρι σήμερα αιώνα Σύροι, Έλληνες, Λατίνοι και άλλοι Άγιοι, Μ. Βασίλειος, Ι. Χρυσόστομος, Μ. Φώτιος, η παγκόσμια Ορθοδοξία, εκφράζονται με μεγάλη υπόληψη και τιμή τόσο για την αγιότητα και την αυθεντικότητα της διδασκαλίας Του, όσον και για την αναγνώριση, ότι ο Όσιος Εφραίμ, δεν ήταν απλώς ένας «ακτινοβολών πνευματικός αστήρ στο στερέωμα της Συριακής Εκκλησίας και του Μοναχισμού, αλλά και ένας Μεγάλος Πατέρας της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Ο Όσιος Εφραίμ έγραψε πολλά και ποικίλα συγγράμματα, στην Συριακή, Λατινική και Ελληνική γλώσσα.
Διακρίνονται σύμφωνα με το περιεχόμενό τους, σε Υπομνήματα στην Αγ. Γραφή, σε ομιλίες, σε βίους αγίων ανδρών και γυναικών της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, σε παραινέσεις και ασκητικές πραγματείες, σε ομιλίες, σε διάφορα θέματα πίστεως και χριστιανικής ζωής.
Πολλά και διάφορα είναι τα γνωρίσματα του ζήλου του Οσίου για τον Θεό και των ιδρώτων και των κόπων του για την Ορθοδοξία. Πολέμησε με κάθε τρόπο τους αιρετικούς της εποχής Του, και τις πλάνες τους όπως τον Βαρδισάνον, τον Απολλινάριο και άλλους.
Έγραψε πολλά δογματικά συγγράμματα, πολλούς «αντιρρητικούς λόγους», κατά των αιρετικών με την δύναμη και την οξύτητα του πνεύματός Του καθώς και με την συγγραφική Του ικανότητα.
Δεν είναι μόνον υπέρμαχος της αληθείας, είναι ο Διδάσκαλος του Χριστιανικού βίου, ο κήρυκας της μετανοίας και της εγρηγόρσεως.
Τα Έργα του Οσίου Εφραίμ, άρχισαν να μεταφράζονται από τα Συριακά στα Ελληνικά, ήδη από τον 4ο μ.Χ., αιώνα. Η Ελληνική γλώσσα έγινε πηγή για την Λατινική, Κοπτική, Σλαβική και Αραβική Μετάφραση. Πολλά έργα Ελλήνων Πατέρων αναφέρονται σε κείμενα του Οσίου Εφραίμ, ήδη από τον 6ον μ.Χ. αιώνα.
Ακόμη, ο Όσιος Εφραίμ ήταν θεοδίδακτος ποιητής με πλούσιο ποιητικό τάλαντο. Έγραψε ένα πλήθος ύμνων και ομιλιών σε στίχους. Τριακόσιες χιλιάδες στίχους άφησε γραμμένους στη Συριακή γλώσσα. Κι΄ όσα έγραψε, ακόμη και για τα δόγματα της θρησκείας μας, κι΄ αυτά τα απέδιδε με στίχους.
Αλλά, και κάθε λόγος Του ήταν ένας ύμνος, καθώς τον στόλιζε με την απλή, καθαρή, αγγελική γλώσσα Του, που σαγήνευε κάθε άρρωστο από την αμαρτία, κάθε πικραμένο από την πίκρα, που τον πότισε ο αντίδικος, κάθε ανήσυχο άνθρωπο που έψαχνε να βρει την αλήθεια.
Δεν ήταν όμως μόνον ποιητής ο Όσιος, αλλά ήταν στολισμένος και με το χάρισμα της μουσικής. Ήταν «το γλυκόλαλο αηδόνι της δροσερής Έδεσσας». Η «λύρα η γνωστική, που μελωδούσε θεία διδάγματα». Όποια μελωδία σύνθετε, την έψαλλε.
Η ιστορία της ψαλμωδίας αναφέρει ότι εισηγητής των «αντιφώνων», στην Ελληνόφωνη Εκκλησία είναι Ο Όσιος Εφραίμ. Καθιέρωσε το αντιφωνικό σύστημα, χωρίζοντας το λαό σε δύο χορούς, ανδρών και γυναικών.
Γι' αυτό, δημιούργησε τον χορό των Παρθένων, που ο ίδιος διεύθυνε, και τους δίδαξε μελωδίες και άσματα.
Για να τιμήσουν, όμως, τον Όσιο, και πολλοί υμνωδοί σύνθεσαν οίκους, κοντάκια, και κανόνες, έχοντας πηγή το θαυμαστό κάλλος του Εγκωμίου του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, προς τον μακάριο Εφραίμ. Όπως, ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο Θεοφάνης ο Γραπτός, ο Ρωμανός ο Μελωδός, ο Κυπριανός Μοναχός.
α. - Ύπνον σοις οφθαλμοίς Εφραίμ ουκ εδεδώκεις;
ω ποταμέ δακρύων /ο βρύσας θείων λόγων,/
και ζώντων ύπνον υπνώσας.
β. - Μέγας εν ασκηταίς / φωστήρ εν ιερεύσιν /
ερημιτων λυχνία / τροφή των νηστευόντων,/
και όρος πάντων γέγονας.
γ. -Νείλος ως ποταμός, / ψυχάς εξηραμμένας /
διά των σων χειλέων αρδεύων,/ των λαλούντων
εν βίβλοις ας ανέβλυσας.
Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης στο εγκώμιο Του προς τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο, αναρωτιέται με δέος «τί να πρωτοδιαλέξουμε από την ζωή του Αγίου για να πλέξουμε το εγκώμιό Του. Θα προβάλλουμε την πράξη και την θεωρία που τις ακολουθεί πλήθος επί μέρους αρετών: πίστις, ελπίς, αγάπη, ευσέβεια, μελέτη των θείων γραφών, αγνότης ψυχής και σώματος, αστείρευτα δάκρυα, ερημική ζωή, αποφυγή των επιβλαβών «από νήπιο ακόμη απέφευγε τις επιβλαβείς συναναστροφές», διαρκής διδασκαλία, προσευχή ακατάπαυστος, άμετρη νηστεία και αγρυπνία, χαμαικοιτία και σκληραγωγία, που, υπερβαίνουν το μυαλό μας, ακτημοσύνη και ταπείνωση που έφθασαν στο ακρότατο σημείο, ελεημοσύνη που Τον έκανε να υπερβεί την ανθρώπινη φύση, θείος ζήλος εναντίον εκείνων που πολεμούσαν με λύσσα εναντίον της Ορθοδοξίας. Και, γενικά, όλα τα γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν έναν άνθρωπο του Θεού». Μοναδική ελπίδα Του ήταν ο Θεός και συνήθιζε να λέγει από τον 27ο ψαλμό τον 1ον στίχο «τον δε ελπίζοντα επί Κύριον έλεος κυκλώσει ».
Με πόση επιμέλεια καλλιέργησε την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, ώστε, ο ίδιος πριν αναχωρήσει από τα γήινα προς τα επουράνια είπε: «Σε όλη μου την ζωή ποτέ δεν προσέβαλα τον Κύριο. Απερίσκεπτος λόγος δεν βγήκε από το στόμα μου. Δεν κακολόγησα ποτέ κανένα ούτε και φιλονίκησα ούτε και καταράστηκα κάποιον».
Ήταν υπόδειγμα καθαρής και ακηλίδωτης αγάπης. Επίσης, κατόρθωσε να αποκτήσει τόσην αγνότητα στην ψυχή και στο σώμα, που ξεπέρασε και τα όρια της ανθρώπινης φύσης, ώστε, να γίνει δοχείο του Παναγίου Πνεύματος, το δε στόμα Του με την αστείρευτη πηγή σοφίας. Ενέκρωσε το σώμα με την εγκράτεια, την αγρυπνία, την χαμαικοιτία, την σκληραγωγία και κάθε σωματικό κόπο.
Ήταν πρότυπο ακτημοσύνης. Ο Ίδιος, ολίγον πριν αναχωρήσει προς τα ουράνια μας άφησε με την γλυκύτατη και μακαρία Του φωνή, σαν οδηγό ακτημοσύνης αυτό που είπε: «Δεν είχε ποτέ ο Εφραίμ βαλάντιο, ούτε ραβδί, ούτε σάκκο. Ούτε ασήμι, ούτε χρυσάφι, ούτε τίποτε άλλο απέκτησα επάνω στη γη. Γιατί άκουσα τη φωνή του αγαθού Βασιλέως, καθώς λέγει στους μαθητάς Του, τους Αποστόλους, στο Άγιο Ευαγγέλιο, να μην αποκτήσουν τίποτε επάνω στη γη. Γι' αυτό, και εγώ, ουδέποτε απέκτησα το πάθος να συγκεντρώσω υλικά αγαθά».
Ήταν ευσπλαγχνικός, στοργικός, φιλάνθρωπος. Φίλος των πτωχών και ασθενών. Με την σοφία της γλώσσας Του και με την φρόνησή Του, με την μορφή του που συγκινούσε, με την γλυκύτητα της εκφράσεώς Του, που άλλαζε τις ψυχικές διαθέσεις των ακροατών και με την μετριοφροσύνη Του, άνοιξε πολλών πλουσίων το χέρι και τα σπλάγχνα και τα χρηματοκιβώτια και με αυτά φρόντιζε, όσους είχαν ανάγκη. Κάθε άνθρωπο τον αγαπούσε σαν αδελφό Του και πάντα η καρδιά Του φλογιζόταν να τον υπηρετήσει. Κοντά Του, ο άρρωστος γιατρευόταν, ο οργισμένος καταπραϋνόταν, ο λυπημένος παρηγοριόταν και με ένα λόγο δεν βγήκε στον κόσμο άλλος τέτοιος άνθρωπος.
Τόσο είχε φυτευθεί και καρποφορήσει στην ψυχή του κάθε αρετή, ώστε, θα μπορούσαμε να Τον ονομάσουμε πηγήν που αναβλύζει κάθε είδους ιάματα, ή λειβάδι στολισμένο με ποικιλόχρωμα άνθη και ρόδα• ή ακόμη, και ουρανό δεύτερο πάνω στη γη, καταστολισμένο από παντού με πλήθος αστέρων.
Αν θέλεις δε, ακόμη, η ψυχή του Οσίου Εφραίμ, έμοιαζε και με Παράδεισο, ολάνθιστο και χαρούμενο πάντοτε, χωρίς ποτέ να μαραίνεται, αλλά, συνέχεια, να είναι στολισμένος με καρποφόρα και αμάραντα φυτά. Όμως απ΄ αυτόν τον Παράδεισο της ψυχής του Οσίου Εφραίμ, έλειπε και δεν τον άγγιξε καθόλου, ο φθονερός Όφις, που επιβουλεύεται και φθονεί την σωτηρία μας.
Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης εκτός από την σπάνια συγγραφική δεινότητα του Οσίου εξυμνεί και ομολογεί την ευεργετική επίδραση, που ασκούν οι λόγοι Του, σε όσους τους μελετούν.
Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος είναι ο έμπειρος Διδάσκαλος του Χριστιανικού Βίου και της ηθικής τελειότητος. Είναι ο κατ΄ εξοχήν Διδάσκαλος και Κήρυκας της συντριβής και της μετανοίας.
Κάθε λόγος Του οδηγεί στην αυτομεμψία, στη συντριβή, στην κατάνυξη, στην μετάνοια. Συνηθισμένα θέματα των ομιλιών Του είναι ακόμη, η μνήμη του Θεού και η μνήμη του θανάτου, η ταπείνωση, η προσευχή, η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, η Μέλλουσα Κρίσι, η Δευτέρα Παρουσία και η έλευση του Αντιχρίστου. Είναι ο δεύτερος Άγιος μετά τον άγιο Ιππόλυτο, ο Οποίος θέλει να μας προετοιμάσει για το Χάραγμα του Θηρίου, τον Αντίχριστο, και, έτσι αναδεικνύεται προφήτης της εσχατολογικής εποχής μας, προφήτης της Αποκαλύψεως.
Τα μηνύματα του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, καθώς αυτά απαυγάζουν από τον ιερό πόθο Του για την πνευματική τελειότητα του ανθρώπου και τη σωτηρία του, είναι ιδιαίτερα επίκαιρα γι΄ αυτήν την εποχή που ζούμε, την εποχή του ευδαιμονισμού, της ελευθερίας ηθών και της αλλοτριώσεως του ανθρώπου και της αποστασίας του από τον Θεό.
Ο Όσιος Εφραίμ συνοπτικά, μας συμβουλεύει και μας νουθετεί. Κατά πρώτον, να μελετούμε καθημερινώς την Αγία Γραφή, γιατί αυτή είναι η πηγή της θείας γνώσεως. Πνευματικά μας όπλα ας έχομε την τέλεια αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον. Και βεβαίως πρόκειται για την ολοκληρωμένη πίστη προς τον Θεό, χωρίς να περιεργαζόμαστε πως τούτο και πως εκείνο. Γιατί, αναλογικά προς την πίστη, που έχει καθένας, υπάρχει και η χάρη στην ψυχή του.
Όλα τα έργα μας, οι σκέψεις μας, οι λογισμοί μας να ενδυθούν με το πνευματικό ένδυμα της ταπεινοφροσύνης, που είναι ισχυρό όπλο κατά των σκοτεινών δυνάμεων και η θύρα για την απόκτηση όλων των αρετών, ιδιαίτερα της ειρήνης και της πραότητος της καρδίας, που τόσο λείπει από τις καρδιές των ανθρώπων σήμερα, καθώς είναι αιχμαλωτισμένοι με τα γήινα, με την απόκτηση υλικών αγαθών, μάλλον, ανέσεων και απολαύσεων. Και εδώ, λέγει ο Όσιος: «Αγαπητοί μου, μην πνίξει το νου σας η πολλή φροντίδα της ζωής. Ας τρέξουμε για τις ανάγκες μας και όχι για τις απολαύσεις. Αν ακολουθήσετε στην ζωή σας την αυτάρκεια θα έχετε ανάπαυση. Αν όμως επιδιώξετε την απόλαυση και την πλεονεξία, επηρεασμένοι από τις κοσμικές φροντίδες, τον πλούτο και της ηδονές της ζωής, τότε, θα είναι πολύς ο κόπος και αβέβαιος ο δρόμος και ατέλειωτη η θλίψι και ανήσυχη η ζωή. Δώσε στη ψυχή τις τροφές της ψυχής και στο σώμα τις τροφές του σώματος. Μή θρέψεις μόνον το σώμα σου και την ψυχή σου την αφήσεις έρημη και πεινασμένη. Τροφή και ζωή της ψυχής είναι τα θεία λόγια, που δροσίζουν την ψυχή, τα αναγνώσματα με ψαλμούς, ύμνους και ωδές πνευματικές, οι νηστείες, οι αγρυπνίες, αδιάλειπτες προσευχές, με ελπίδα, και δάκρυα συντριβής και μετανοίας.
Ο Άγιός μας, ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, παρουσιάζεται παντού, με δάκρυα και στεναγμούς. Τα δάκρυα Του γεννούσαν στεναγμούς και οι στεναγμοί Του έφερναν δάκρυα, ο χρόνος δεν τα εχώριζε. Μαζί με τους στεναγμούς της ψυχής Του έκανε να τρέχουν τα ρυάκια των ματιών Του. Ή μάλλον, με το τρέξιμο των ματιών Του, προκαλούσε τους στεναγμούς.
Εάν εντρυφήσουμε στα συγγράμματά Του, εκεί, θα παρατηρήσουμε, ότι κάθε θεόπνευστος λόγος του, είναι ζυμωμένος με δάκρυα.
Χαρακτηριστικώς, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο Οποίος, όπως προαναφέραμε, έπλεξε το εγκώμιο του Οσίου Εφραίμ, αναφέρει σ' αυτό, ότι, «ως γαρ πάσιν ανθρώποις, σύμφυτον το αναπνείν, και αεί ενεργούμενον ούτως εφραίμ το δακρυρροείν», δηλαδή, όπως όλοι οι άνθρωποι έχουν μέσα τους φυσική και συνεχώς σε ενέργεια την αναπνοή, έτσι και ο Εφραίμ έχει το δάκρυ. Και ποτέ, ούτε ημέρα ούτε νύκτα, ούτε μεσάνυκτα ούτε για μια στιγμή, δεν φαινόταν στεγνό το ανύστακτο μάτι Του.
Ο φόβος του Θεού, η μνήμη του θανάτου, η αυτομεμψία με την βαθύτατη και διακεκριμένη ταπείνωσή Του, κυριαρχούν στον θεοφιλή βίο Του. Γίνεται ο κατ' εξοχήν «θρηνητικός Μοναχός». Έχει πένθος και δάκρυα και στάση υγιή σε μια αρμονική συμφωνία με όλες τις ενέργειες του Αγίου Πνεύματος.
Είναι «ο Άγιος των Δακρύων».
Η Ιερά Μονή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου έχει την ιδιαίτερη ευλογία να είναι η μοναδική Μονή στον Ορθόδοξο κόσμο που τιμά τον θαυματουργό τούτο Νηπτικό Πατέρα της Εκκλησίας μας και δέχεται έτσι «αποκλειστικά» τις συχνές θαυματουργικές μυστικές και αθόρυβες ευεργεσίες του.
Είναι άπειρα τα θαύματά του στη Μονή μας, γι' αυτό και ιδιαίτερα στη μνήμη του, -28 Ιανουαρίου-, κατακλύζεται η Μονή με προσκυνητές από πολλά μέρη της Ελλάδος και το εξωτερικό, για να Τον προσκυνήσουν και να Τον παρακαλέσουν, να Τον ευχαριστήσουν και να εναποθέσουν τα τάματά τους.
Ιδιαίτερα θαυματουργεί σε παθήσεις των ματιών, διαφόρων όγκων, του λαιμού, αφού και των ψαλτών συμπροστάτης είναι, ως και της ατεκνίας πρεσβευτής και παίδων προστάτης. Αλλά και σε όσους πιστούς επικαλούνται το άγιο όνομά Του, προστρέχει ταχύτατα και τους προσφέρει την ψυχική και σωματική υγεία, την χαρά, την παρηγοριά, την επίλυση των προβλημάτων τους.Όσιε του Θεού Εφραίμ
πρέσβευε υπέρ ημών
Death of Ephrem the Syrian, by Emanuele Zanfurnari, 17th century
- Pinacoteca Vaticana - Vatican Museums Wikimedia Commons
Βίντεο: Γερόντισσα Αίκατερίνα, Καθηγουμένη Ιεράς Μονής Οσίου Εφραίμ του Σύρου, Κονταριώτισσα Πιερίας, «Χαρισματούχοι Γέροντες και Γερόντισσες των ημερών μας». Παρουσίαση τοῦ νέου βιβλίου τοῦ Ἱερομονάχου Δημητρίου Καββαδία «Γέροντες καὶ γυναικεῖος μοναχισμός», ἔκδοση τῆς Ἱ.Μ. Μονῆς Βατοπαιδίου. Δευτέρα 30 Μαΐου 2016, ὥρα 7:00 μ.μ.
Βίντεο: Η ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΗ ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΣΥΡΟΥ: ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΗΣ THΣ Ι.ΜΟΝΗΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΜΟΝΑΧΗΣ
Στην εκδήλωση που πραγματοποίησε ο Ορθόδοξος Ιεραποστολικός Σύλλογος «Κυριακή» το Σάββατο 21 Μαρτίου 2016 στο Συνεδριακό Κέντρο του Δήμου Κατερίνης, στην κατάμεστη από κόσμο αίθουσα η Γερόντισσα Αικατερίνα σε μία ομιλία πραγματική Μυσταγωγία της Μ. Τεσσαρακοστής, με γλαφυρό τρόπο παρέθεσε στους ακροατές τα υψηλά θεολογικά νοήματα και το σκοπό του πνευματικού αγώνα της περιόδου αυτής μέσα από την ευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου.
Στην αρχή της ομιλίας της η Γερόντισσα αναφέρθηκε στο βίο και τα έργα του Οσίου Πατρός ημών Εφραίμ του Σύρου και στη συνέχεια ανέλυσε λέξη, λέξη την χαριτόβρυτη και κατανυκτική ευχή του Οσίου Εφραίμ.
Λόγος εις την παρουσίαν του Κυρίου, και περί συντελείας
του κόσμου, και εις την παρουσίαν του Αντιχρίστου
Συγγραφέας: Εφραίμ ο Σύρος - Μάλλον ψευδεπίγραφο έργο
Λόγος εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου, καὶ περὶ συντελείας
τοῦ κόσμου, καὶ εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Ἀντιχρίστου
Πῶς ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος καὶ ἁμαρτωλὸς Ἐφραΐμ, καὶ μεστὸς πλημμελημάτων, δυνήσομαι ἐξειπεῖν τὰ ὑπὲρ τὴν ἐμὴν δύναμιν; Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ Σωτὴρ ἰδίᾳ εὐσπλαγχνίᾳ τοὺς ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξε καὶ δι᾿ αὐτῶν τοὺς πανταχῆ πιστοὺς κατεφώτισε, καὶ ἡμῶν ἀφθόνως τὴν γλῶτταν τρανώσει πρὸς ὠφέλειαν καὶ οἰκοδομὴν καὶ ἐμοὶ τῷ λέγοντι καὶ πᾶσιν ἀκροαταῖς. Λαλήσω δὲ ἐν ὀδύναις καὶ εἴπω ἐν στεναγμοῖς περὶ τοῦ ἐνεστῶτος κόσμου τῆς συντελείας καὶ περὶ τοῦ ἀναιδεστάτου καὶ δεινοῦ Δράκοντος, τοῦ μέλλοντος ταράσσειν πᾶσαν τὴν ὑπ᾿ οὐρανὸν καὶ ἐμβαλεῖν δειλίαν καὶ ὀλιγωρίαν καὶ δεινὴν ἀπιστίαν ἐν καρδίαις ἀνθρώπων, καὶ ποιεῖν τέρατα καὶ σημεῖα καὶ φόβητρα, ὥστε, εἰ δυνηθῇ, πλανῆσαι καὶ τοὺς ἐκλεκτούς, καὶ πάντας ἀπατῆσαι ἐν ψευδέσι σημείοις καὶ τεράτων φαντασμοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ γινομένοις. Κατὰ συγχώρησιν γὰρ Θεοῦ τοῦ ἁγίου, λαμβάνει ἐξουσίαν τοῦ ἀπατῆσαι τὸν κόσμον, διότι ἐπληθύνθη ἡ ἀσέβεια τοῦ κόσμου καὶ πανταχοῦ παντοῖα δεινὰ κατεργάζεται. Καὶ διὰ τοῦτο ὁ ἄχραντος Δεσπότης πνεύματι πλανήσεως πειρασθῆναι τὸν κόσμον διὰ τὴν ἀσέβειαν αὐτῶν συνεχώρησεν, ἐπειδὴ οὕτως ἤθελον οἱ ἄνθρωποι τοῦ ἀποστῆναι Θεοῦ καὶ φιλεῖν τὸν Πονηρόν.
Μέγας ἀγών, ἀδελφοί, ἐν τοῖς καιροῖς ἐκείνοις, μάλιστα τοῖς πιστοῖς· ὅταν ἐπιτελῶνται σημεῖα καὶ τέρατα ὑπ᾿ αὐτοῦ τοῦ Δράκοντος ἐν πολλῇ ἐξουσίᾳ· ὅταν πάλιν δεικνύῃ ἑαυτόν, ὥσπερ θεόν, ἐν φαντάσμασι φοβεροῖς ἐν τῷ ἀέρι ἱπτάμενον καὶ πάντας τοὺς δαίμονας ἐν τῷ ἀέρι ἐπηρμένους, ὥσπερ ἀγγέλους, ἔμπροσθεν τοῦ τυράννου· βοᾷ γὰρ ἐν ἰσχύϊ, ἀλλάσσων τὰς μορφάς, ἐκφοβῶν ἀμέτρως ἅπαντας τοὺς ἀνθρώπους.
Τότε, ἀδελφοί, τίς ἆρα εὑρεθῇ τετειχισμένος καὶ μένων ἀσάλευτος, ἔχων τὸ τεκμήριον ἐν τῇ ψυχῇ, τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν τὴν ἁγίαν παρουσίαν, ὅταν ἴδῃ ἐκείνην τὴν θλῖψιν τὴν ἀμύθητον γινομένην πανταχοῦ ἐπὶ πᾶσαν ψυχὴν μὴ ἔχουσαν τελείως ποθὲν παραμυθίαν, οὔτε πάλιν ἄνεσιν, ἐν γῇ καὶ θαλάσσῃ; Ὅταν ἴδῃ τὸν σύμπαντα κόσμον ταρασσόμενον, καὶ φεύγῃ ἕκαστος ἐν ὄρεσι κρυβῆναι, τοὺς μὲν λιμῷ θνῄσκοντας, τοὺς δὲ ἐν δίψῃ δεινῇ τηκομένους, ὡσεὶ κηρόν, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἐλεῶν; Ὅταν ἴδῃ ἅπαντα τὰ πρόσωπα δακρύοντα καὶ πόθῳ ἐρωτῶντας, μήποτε ῥῆμα Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς; Καὶ ἀκούῃ, οὐδαμοῦ. Τίς ἄρα βαστάσει τὰς ἡμέρας ἐκείνας; Τίς δὲ ὑπομείνῃ τὴν θλῖψιν τὴν ἀφόρητον, ὅταν ἴδῃ σύγχυσιν τῶν λαῶν ἐρχομένων ἀπὸ περάτων τῆς γῆς εἰς θέαν τοῦ τυράννου, καὶ πολλοὺς προσκυνοῦντας ἔμπροσθεν τοῦ τυράννου, κράζοντας μετὰ τρόμου ὅτι σὺ εἶ ὁ σωτὴρ ἡμῶν; Θάλασσα ταράσσεται καὶ ἡ γῆ ξηραίνεται, οὐρανοὶ οὐ βρέχουσι, τὰ φυτὰ μαραίνονται, ἅπαντες δὲ οἱ ὄντες ἐπὶ γῆς ἀνατολῶν ἐπὶ δυσμὰς φεύγουσιν ἐκ τῆς πολλῆς δειλίας· καὶ πάλιν δὲ οἱ ὄντες ἐπὶ δυσμῶν ἡλίου ἐπὶ τὴν ἀνατολὴν φεύγουσι μετὰ τρόμου. Λαβὼν δὲ ὁ ἀναιδὴς τότε τὴν ἐξουσίαν, δαίμονας ἀποστελεῖ εἰς πάντα τὰ πέρατα, ὥστε κηρύξαι παρρησίᾳ ὅτι βασιλεὺς μέγας ἐφάνη μετὰ δόξης· δεῦτε καὶ θεάσασθε αὐτόν.
Τίς ἄρα ἔχων οὕτως ψυχὴν ἀδαμαντίνην, ὥστε φέρειν γενναίως ἅπαντα τὰ σκάνδαλα; Τίς ἄρα ἐστὶν οὕτως, ὡς προεῖπον, ἄνθρωπος, ἵνα πάντες Ἄγγελοι μακαρίσωσιν αὐτόν; Ἐγὼ γάρ, ἀδελφοὶ φιλόχριστοι καὶ τέλειοι, ἐπτοήθην ἐξ αὐτῆς τῆς μνήμης τοῦ Δράκοντος, μελετῶν εἰς ἑαυτὸν τὴν θλῖψιν τὴν μέλλουσαν ἔσεσθαι τοῖς ἀνθρώποις ἐν τοῖς καιροῖς ἐκείνοις, καὶ ποταπὸς δὲ οὗτος ὁ Δράκων εὑρίσκεται μιαρός, ἀπότομος τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων, πλεῖον δὲ ἁγίοις πικρότερος γίνεται, τοῖς δυναμένοις νικᾶν τὰ αὑτοῦ φαντάσματα. Εἰσὶ γὰρ πολλοὶ εὑρισκόμενοι τότε εὐάρεστοι τῷ Θεῷ, δυνάμενοι σωθῆναι ἐν ὄρεσι καὶ ἐν ἐρήμοις τόποις, ἐν πολλαῖς δεήσεσι καὶ κλαυθμοῖς ἀφορήτοις. Ὁ γὰρ ἅγιος Θεὸς θεωρῶν αὐτοὺς οὕτως ἐν κλαυθμῷ ἀμυθήτῳ καὶ πίστει εἰλικρινεῖ, σπλαγχνίζεται ἐπ᾿ αὐτούς, ὡς πατὴρ φιλόστοργος, καὶ διατηρεῖ αὐτούς, ἔνθα ἀπεκρύβησαν. Καὶ γὰρ ὁ παμμίαρος οὐ παύεται ἐκζητῶν τοὺς ἁγίους ἔν τε γῇ καὶ θαλάσσῃ, λογιζόμενος ὅτι ἐβασίλευσε τὸ λοιπὸν ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πάντας ὑποτάσσει. Καὶ νομίζει ὁ ἄθλιος ἀντιστῆναι τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ τῇ φοβερᾷ, ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος ἐκ τῶν οὐρανῶν, μὴ εἰδὼς ὁ ἄθλιος τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν καὶ ὑπερηφανίαν, δι᾿ ἣν καὶ ἐξέπεσεν. Ὅμως ταράσσει τὴν γῆν, ἐκφοβεῖ τὰ σύμπαντα ἐν ψευδέσι σημείοις μαγικοῖς.
Οὐκ ἔστιν ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ὅταν ἔλθῃ ὁ Δράκων, ἄνεσις ἐπὶ τῆς γῆς, ἀλλὰ θλῖψις μεγάλη, ταραχὴ καὶ σύγχυσις, θάνατοι καὶ λιμοὶ εἰς πάντα τὰ πέρατα· αὐτὸς γὰρ ὁ Κύριος ἡμῶν θείῳ στόματι ἔφη, ὅτι τοιαῦτα οὐ γέγονεν ἀπ᾿ ἀρχῆς κτίσεως. Ἡμεῖς δὲ οἱ ἁμαρτωλοὶ πῶς εἰκάσομεν αὐτῆς τὸ ὑπέρμετρον, ἀλλὰ καὶ ἀνέκφραστον, οὕτως τοῦ Θεοῦ αὐτὴν ὀνομάσαντος; Στησάτω δὲ ἕκαστος τὸν νοῦν αὐτοῦ ἀκριβῶς ἐν λέξεσιν ἁγίαις τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος· πῶς διὰ τὴν ἀνάγκην καὶ θλῖψιν τὴν ὑπέρογκον κολοβοῖ τὰς ἡμέρας τῆς θλίψεως, τῇ αὑτοῦ εὐσπλαγχνίᾳ, παραινῶν ἡμῖν καὶ λέγων· προσεύχεσθε, ἵνα μὴ γένηται ἡ φυγὴ ὑμῶν χειμῶνος, μηδὲ σαββάτῳ. Καὶ πάλιν· ἀγρυπνεῖτε πάντοτε, δεόμενοι συνεχῶς, ἵνα γένησθε ἄξιοι ἐκφυγεῖν τῆς θλίψεως καὶ σταθῆναι ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ· ὁ γὰρ καιρὸς ἐγγύς. Καὶ ἐν ταύτῃ τῇ κακίᾳ στήκομεν πάντες, καὶ οὐ πιστεύομεν. Δεηθῶμεν συνεχῶς ἐν δάκρυσι καὶ προσευχαῖς, νυκτὸς καὶ ἡμέρας προσπίπτοντες τῷ Θεῷ, ἵνα σωθῶμεν οἱ ἁμαρτωλοί.
Εἴ τις ἔχει δάκρυα καὶ κατάνυξιν, δεηθήτω τοῦ Κυρίου, ἵνα ῥυσθῶμεν ἐκ θλίψεως τῆς μελλούσης ἔρχεσθαι ἐπὶ τῆς γῆς· ἵνα μήτε ἴδῃ παντελῶς μήτε αὐτὸ τὸ θηρίον, μηδὲ πάλιν ἀκούσῃ τὰ φόβητρα αὐτοῦ. Ἔσται γὰρ κατὰ τόπους λιμοί, σεισμοὶ καὶ θάνατοι διάφοροι ἐπὶ τῆς γῆς. Γενναίας ἔσται ψυχῆς, δυναμένης συγκρατῆσαι τὴν ἑαυτοῦ ζωὴν ἀναμέσον τῶν σκανδάλων. Ἐὰν γὰρ μικρὸν ὀλιγωρῶν εὑρεθῇ ἄνθρωπος, εὐχερῶς πολιορκεῖται καὶ γίνεται αἰχμάλωτος ἐν σημείοις τοῦ Δράκοντος, καὶ πονηροῦ καὶ δολίου. Καὶ ἀσύγγνωστος ὁ τοιοῦτος εὑρίσκεται ἐν τῇ κρίσει· αὐτοψεὶ γὰρ εὑρίσκεται, ὅτι ἐπίστευσε τῷ τυράννῳ ἑκουσίως.
Πολλῶν εὐχῶν καὶ δακρύων χρῄζομεν, ὦ ἀγαπητοί, ἵνα τις ἡμῶν εὑρεθῇ ἑδραῖος ἐν τοῖς πειρασμοῖς. Πολλὰ γάρ εἰσι τὰ φαντάσματα τοῦ θηρίου τὰ γινόμενα· θεομάχος γὰρ ὑπάρχων, πάντας θέλει ἀπολέσθαι. Τοιοῦτον γὰρ τρόπον σκευάζει ὁ τύραννος, ἵνα πάντες τὴν σφραγῖδα τοῦ θηρίου βαστάζωσιν, ὅταν ἔλθῃ ἀπατῆσαι τὰ σύμπαντα, ἐν τῷ καιρῷ τῷ ἰδίῳ, ἐν σημείοις, εἰς τὸ πλήρωμα τῶν καιρῶν· καὶ εἶθ᾿ οὕτως ἀγοράσαι τὰ βρώματα καὶ πᾶν εἶδος· καὶ δημάρχους ἱστᾷ ἐπιτελεῖν τὸ πρόσταγμα.
Προσέχετε, ἀδελφοί μου, τὴν ὑπερβολὴν τοῦ θηρίου· τεχνάσματα γὰρ πονηρίας. Πῶς ἐκ γαστρὸς ἄρχεται, ἵν᾿ ὅταν τις στενωθῇ, βρωμάτων ὑστερούμενος, ἀναγκασθῇ λαβεῖν ἐκείνου τὴν σφραγῖδα, οὐχ ὡς ἔτυχεν, εἰς πᾶν μέλος τοῦ σώματος, ἀλλ᾿ ἐπὶ χεῖρα δεξιάν, ὁμοίως καὶ ἐπὶ τοῦ μετώπου, τὸν δυσσεβῆ χαρακτῆρα, ἵνα ἐξουσίαν μὴ ἔχῃ ὁ ἄνθρωπος σφραγίσασθαι τῇ δεξιᾷ χειρὶ τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ, μήτε πάλιν ἐν μετώπῳ σημειώσασθαι παντελῶς τὸ ἅγιον ὄνομα τοῦ Κυρίου, μήτε τὸν ἔνδοξον καὶ τίμιον σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν. Γινώσκει γὰρ ὁ ἄθλιος ὅτι ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου, ἐὰν σφραγισθῇ, λύει αὐτοῦ πᾶσαν τὴν δύναμιν, καὶ διὰ τοῦτο σφραγίζει τὴν δεξιὰν τοῦ ἀνθρώπου· αὕτη γὰρ ἡ σφραγίζουσα πάντα τὰ μέλη ἡμῶν. Ὁμοίως δὲ καὶ τὸ μέτωπον, ὥσπερ λυχνία, βαστάζει λύχνον φωτός, τὸ σημεῖον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν ἐν τῷ ὕψει.
Λοιπὸν οὖν, ἀδελφοί μου, φρικτὸς ἀγὼν ἅπασι τοῖς φιλοχρίστοις ἀνθρώποις, ἵνα μέχρις ὥρας τοῦ θανάτου μὴ δειλιάσωσι, μηδὲ στῶσιν ἐν χαυνότητι, ὅταν χαράσσῃ ὁ Δράκων τὴν ἑαυτοῦ σφραγῖδα ἀντὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος. Τοιοῦτον γὰρ τρόπον ποιεῖ, ἵνα παντελῶς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος μηδὲ ὅλως ὀνομασθῇ ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ. Τοῦτο δὲ ποιεῖ φοβούμενος καὶ τρέμων ἐξ ἁγίας δυνάμεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν ὁ ἀσθενής. Ἐὰν μὴ γάρ τις σφραγίζηται τὴν ἐκείνου σφραγῖδα, οὐ γίνεται αἰχμάλωτος ἐκ τῶν ἐκείνου φαντασμάτων· οὔτε πάλιν ὁ Κύριος ἀφίσταται ἐκ τῶν τοιούτων, ἀλλὰ φωτίζει καὶ ἕλκει πρὸς ἑαυτόν.
Νοεῖν ἡμᾶς δεῖ, ἀδελφοί, μετὰ πάσης ἀκριβείας, τὰ τοῦ Ἐχθροῦ φαντάσματα ἄστοργα ὑπάρχοντα. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν ἐν γαλήνῃ προσέρχεται πᾶσιν ἡμῖν, ἀποκρούσασθαι δι᾿ ἡμᾶς τοῦ θηρὸς τὰ τεχνάσματα. Τὴν ἀκλινῆ πίστιν τοῦ Χριστοῦ εἰλικρινῶς βαστάζοντες, εὐρίπιστον ποιήσομεν τὴν δύναμιν τοῦ τυράννου. Λογισμὸν ἀμετάθετον κτησώμεθα καὶ εὐστάθειαν, καὶ ἀφίσταται ἡμῶν ὁ ἀσθενής, μὴ ἔχων τὸ τί ποιήσῃ.
Ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος, ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, φιλόχριστοι, μὴ γενώμεθα χαῦνοι, ἀλλὰ μᾶλλον δυνατοὶ τῇ δυνάμει τοῦ σταυροῦ. Ἀπαραίτητος ἀγὼν ἐπὶ θύραις ἐστί· τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως ἀναλάβωμεν πάντες. Ἕτοιμοι οὖν γίνεσθε, ὥσπερ οἰκέται πιστοί, ἄλλον μὴ δεχόμενοι. Ἐπειδὴ γὰρ ὁ κλέπτης καὶ ἀλάστωρ καὶ ἀπηνής, πρῶτος μέλλει ἔρχεσθαι ἐν τοῖς ἰδίοις καιροῖς, βουλόμενος κλέψαι καὶ θῦσαι καὶ ἀπολέσαι τὴν ποίμνην τὴν ἐκλεκτὴν τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένος Χριστοῦ· ἀναλαμβάνει γὰρ σχῆμα τοῦ ἀληθινοῦ ποιμένος.
Διδαχθῶμεν, ὦ φίλοι, ὁποίῳ σχήματι ἔρχεται ἐπὶ τῆς γῆς ὁ ἀναίσχυντος Ὄφις. Ἐπειδὴ ὁ Σωτὴρ σῶσαι βουλόμενος τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἐκ Παρθένου ἐτέχθη καὶ σχήματι ἀνθρώπου ἐπάτησε τὸν Ἐχθρόν, ἐν ἁγίᾳ δυνάμει τῆς αὑτοῦ θεότητος, ἐλογίσατο οὗτος ἀναλαβεῖν τὸ σχῆμα τῆς αὐτοῦ παρουσίας καὶ ἀπατῆσαι ἡμᾶς. Ὁ δὲ Κύριος ἡμῶν ἐν νεφέλαις φωτειναῖς, ὡς ἀστραπὴ φοβερά, ἐλεύσεται ἐπὶ τῆς γῆς. Οὐχ οὕτως δὲ ὁ Ἐχθρὸς ἐλεύσεται· ἀποστάτης γάρ ἐστι. Τίκτεται δὲ ἀκριβῶς ἐκ κόρης μιαρᾶς τὸ ἐκείνου ὄργανον, οὐχ οὗτος δὲ σαρκοῦται. Ἐν σχήματι δὲ τοιούτῳ ἥξει ὁ παμμίαρος, ὡς κλέπτης, ἀπατῆσαι τὰ σύμπαντα· ταπεινός, ἥσυχος, μισῶν, φησίν, ἄδικα, ἀποστρεφόμενος εἴδωλα, προτιμώμενος εὐσέβειαν, ἀγαθός, φιλόπτωχος, εὐειδὴς ὑπερβολῇ, εὐκατάστατος, ἱλαρὸς πρὸς πάντας, τιμῶν μεθ᾿ ὑπερβολῆς τὸ γένος τῶν Ἰουδαίων· αὐτοὶ γὰρ προσδοκῶσι τὴν ἐκείνου ἔλευσιν. Μεταξὺ δὲ πάντων τούτων σημεῖα ἐπιτελεῖ, τέρατα καὶ φόβητρα, ἐν πολλῇ ἐξουσίᾳ. Ἀρέσαι δὲ πᾶσι τεχνάζεται δολίως, ὅπως ἀγαπηθῇ ἐν τάχει ὑπὸ πολλῶν. Δῶρα δὲ οὐ λήψεται, μετ᾿ ὀργῆς οὐ λαλήσει, κατηφὴς οὐ δείκνυται, σχήματι δὲ εὐταξίας ἐξαπατᾷ τὸν κόσμον, ἕως ἂν βασιλεύσῃ.
Ὅταν οὖν ἴδωσι λαοὶ πολλοὶ καὶ δῆμοι τοιαύτας ἀρετὰς καὶ δυνάμεις, πάντες ἐπὶ τὸ αὐτὸ μιᾷ γνώμῃ γίνονται καὶ ἐν χαρᾷ μεγάλῃ βασιλέα αὐτὸν κηρύσσουσι, λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· μὴ ἄρα εὑρίσκεται τηλικοῦτος ἄνθρωπος ἀγαθὸς καὶ δίκαιος; Ἀνορθοῦται δὲ εὐθέως ἡ ἐκείνου βασιλεία, καὶ πατάξει ἐν θυμῷ τρεῖς βασιλεῖς μεγάλους. Ἔπειτα ὑψοῦται τῇ καρδίᾳ, καὶ ἐμέσει ὁ Δράκων τὴν ἑαυτοῦ πικρότητα. Ταράσσει τὴν οἰκουμένην καὶ κινεῖ τὰ πέρατα· ἐκθλίβει τὰ σύμπαντα, μιαίνει τὰς ψυχάς. Οὐκέτι ὡς εὐλαβής, ἀλλὰ πάντα ἐν πᾶσιν αὐστηρός, ἀπότομος, ὀργίλος, θυμώδης, δεινός, ἀκατάστατος, φοβερός, ἀειδής, μισητός, βδελυκτός, ἀνήμερος, ἀλάστωρ, ἀναιδὴς καὶ σπουδάζων ἐμβαλεῖν εἰς βόθρον ἀσεβείας πᾶν τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Πληθύνει σημεῖα ψευδῶς καὶ οὐκ ἀληθείᾳ, ἐν τῷ πλήθει. Παρεστώτων καὶ ἄλλων πολλῶν δήμων καὶ εὐφημούντων αὐτὸν διὰ τὰς φαντασίας, βάλλει φωνὴν ἰσχυράν, ὥστε σαλευθῆναι τὸν τόπον, ἐν ᾧ οἱ ὄχλοι αὐτῷ παρεστήκασι· γνῶτε, πάντες οἱ λαοί, τὴν ἐμὴν δύναμιν καὶ ἐξουσίαν. Μεθιστᾷ ὄρη ἐν ὀφθαλμοῖς τῶν θεωρούντων καὶ νήσους ἀνάγει ἐκ τῆς θαλάσσης· πλάνῃ δὲ καὶ φαντασίᾳ πάντα, καὶ οὐκ ἀληθείᾳ· ἀλλὰ πλανᾷ κόσμον καὶ φαντάζει τὰ σύμπαντα. Πολλοὶ πιστεύσουσι καὶ δοξάσουσιν αὐτόν, ὡς θεὸν ἰσχυρόν.
Τότε θρηνεῖ δεινῶς πᾶσα ψυχὴ καὶ στενάζει. Τότε πάντες θεάσονται θλῖψιν ἀπαραμύθητον, τὴν περιέχουσαν αὐτοὺς νυκτὸς καὶ ἡμέρας, καὶ οὐδαμοῦ εὑρίσκουσιν ἐμπλησθῆναι τῶν βρωμάτων. Δήμαρχοι γὰρ ἀπότομοι κατὰ τόπον σταθήσονται· καὶ εἴ τις φέρει μεθ᾿ ἑαυτοῦ τὴν σφραγῖδα τοῦ τυράννου ἐν μετώπῳ ἢ δεξιᾷ, ἀγοράζει βραχὺ βρώματα ἐκ τῶν εὑρισκομένων. Τότε ἐκλείπῃ τὰ νήπια ἐν τοῖς κόλποις τῶν μητέρων· θνῄσκει πάλιν μήτηρ ὑπεράνω τοῦ παιδίου· θνῄσκει πάλιν πατὴρ σὺν γυναικὶ καὶ τέκνοις ἐν ταῖς ἀγοραῖς, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ θάπτων καὶ συστέλλων ἐν μνήμασιν. Ἐκ τῶν πολλῶν θνησιμαίων τῶν ῥιπτομένων ἐν ταῖς πλατείαις δυσωδία πανταχόθεν ἐκθλίβουσα τοὺς ζῶντας ἰσχυρῶς. Πρωῒ πάντες ἐροῦσι μετ᾿ ὀδύνης καὶ στεναγμῶν· πότε ἑσπέρα γίνεται, ἵνα ἀνέσεως τύχωμεν; Καταλαβούσης δὲ πάλιν τῆς ἑσπέρας, ἐν δάκρυσι πικροτάτοις συλλαλοῦσιν εἰς ἑαυτούς· πότε ἄρα διαφαύσει, ἵνα τὴν ἐπικειμένην θλῖψιν ἐκφύγωμεν; Καὶ οὐκ ἔστι ποῦ φυγεῖν ἢ κρυβῆναι· τετάρακται γὰρ τὰ σύμπαντα, ἡ θάλασσα καὶ ἡ ξηρά. Διὰ τοῦτο ἔφη ἡμῖν ὁ Κύριος· γρηγορεῖτε, δεόμενοι ἀδιαλείπτως ἐκφυγεῖν ἐκ θλίψεως.
Δυσωδία ἐν θαλάσσῃ, δυσωδία ἐπὶ τῆς γῆς, λιμοί, σεισμοί. Ἐν θαλάσσῃ σύγχυσις, ἐπὶ τῆς γῆς σύγχυσις· ἐν θαλάσσῃ φόβητρα, φόβητρα ἐπὶ τῆς γῆς. Χρυσὸς πολὺς καὶ ἄργυρος καὶ σηρικὰ ἱμάτια οὐδὲν ὠφελήσει τινὰ ἐν τῇ θλίψει ἐκείνῃ, ἀλλὰ πάντες οἱ ἄνθρωποι τοὺς νεκροὺς μακαρίζουσι τοὺς ταφέντας πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν θλῖψιν τὴν μεγάλην ἐπὶ τῆς γῆς. Ῥίπτεται γὰρ καὶ ὁ χρυσὸς καὶ ὁ ἄργυρος ἐν πλατείαις, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἁπτόμενος, ἐπεὶ πάντα ἐβδέλυκται· ἀλλὰ πάντες τοῦ ἐκφυγεῖν καὶ κρυβῆναι σπουδάζουσι, καὶ οὐδαμοῦ αὐτοῖς ἔστι κρυβῆναι ἐκ θλίψεως. Ἀλλ᾿ ἔτι μετὰ τοῦ λιμοῦ καὶ τῆς θλίψεως καὶ τοῦ φόβου θηρία καὶ ἑρπετὰ σαρκοφάγα εὑρίσκονται δάκνοντα. Ἔσωθεν φόβος καὶ ἔξωθεν τρόμος, καὶ ἐν νυκτὶ καὶ ἐν ἡμέρᾳ. Ἐν πλατείαις θνησιμαῖα. Ἐν πλατείαις δυσωδία, ἐν οἰκίαις δυσωδία. Ἐν πλατείαις πεῖνα καὶ δίψα, ἐν οἰκίαις πεῖνα καὶ δίψα. Ἐν πλατείαις φωνὴ κλαυθμοῦ, ἐν οἰκίαις φωνὴ κλαυθμοῦ. Ἐν πλατείαις θόρυβος, ἐν οἰκίαις θόρυβος. Εἷς ἕκαστος τῷ ἑτέρῳ μετὰ κλαυθμοῦ συναντῶσι· πατὴρ τέκνῳ καὶ υἱὸς πατρί· μήτηρ τῇ θυγατρί. Φίλοι φίλοις ἐν πλατείαις περιπλακέντες ἐκλείπουσι, καὶ ἀδελφοὶ ἀδελφοῖς περιπλακέντες θανατοῦνται. Μεμάρανται καὶ τὸ κάλλος τῆς ὄψεως πάσης σαρκός· γίνονται δὲ αἱ ἰδέαι αὐτῶν ὡς νεκροῦ. Ἐβδέλυκται καὶ μεμίσηται καὶ τὸ κάλλος τῶν γυναικῶν. Μαρανθήσεται πᾶσα σὰρξ καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀνθρώπων.
Ἅπαντες δὲ οἱ πεισθέντες τῷ δεινῷ θηρίῳ καὶ λαβόντες τὴν ἐκείνου σφραγῖδα, τὸν δυσσεβῆ χαρακτῆρα τοῦ μιαροῦ, προστρέχοντες αὐτῷ ἅμα καὶ λέγουσι μετ᾿ ὀδύνης· δὸς ἡμῖν φαγεῖν καὶ πιεῖν, ὅτι πάντες ἐκλείπομεν ἐκ τοῦ λιμοῦ σφιγγόμενοι· καὶ ἀπέλασον ἀφ᾿ ἡμῶν τὰ ἰοβόλα θηρία. Καὶ ἀπορῶν ὁ ἄθλιος ἀποκρίνεται ἐν πολλῇ ἀποτομίᾳ, λέγων· πόθεν ἐγὼ δώσω ὑμῖν φαγεῖν καὶ πιεῖν, ὦ ἄνθρωποι; Ὁ οὐρανὸς οὐ βούλεται δοῦναι τῇ γῇ ὑετόν· ἡ γῆ δὲ πάλιν οὐ δέδωκεν ὅλως θέρος ἢ γεννήματα. Ἀκούοντες δὲ ταῦτα οἱ λαοί, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι, μὴ ἔχοντες παντελῶς παραμυθίαν θλίψεως, ἀλλὰ θλῖψις ἐπὶ τῇ θλίψει ἔσται αὐτοῖς ἀμύθητος, ὅτι οὕτως εὐπροθέτως τῷ τυράννῳ ἐπίστευσαν. Ἐκεῖνος γὰρ ὁ ἄθλιος οὐκ ἰσχύει οὐδὲ ἑαυτῷ βοηθῆσαι· καὶ πῶς αὐτοὺς ἐλεῆσαι; Ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις ἔσται ἀνάγκη μεγάλη ἐκ θλίψεως πολλῆς τοῦ Δράκοντος καὶ τοῦ φόβου καὶ σεισμοῦ καὶ τῆς θαλάσσης τοῦ ἤχου καὶ τοῦ λιμοῦ καὶ τῆς δίψης καὶ τῶν δηγμάτων τῶν θηρίων. Πάντες δὲ οἱ λαβόντες τὴν σφραγῖδα τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ προσκυνήσαντες αὐτῷ, ὡς Θεῷ τῷ ἀγαθῷ, οὐκ ἔχουσί τινα μερίδα ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ μετὰ τοῦ Δράκοντος βληθήσονται ἐν τῇ γεέννῃ.
Μακάριος ὁ εὑρεθεὶς πανάγιος καὶ πάμπιστος, ὁ ἔχων αὑτοῦ τὴν καρδίαν πρὸς τὸν Θεὸν ἀδιστάκτως· ἀφόβως γὰρ ἐκκρούεται τὰς πεύσεις αὐτοῦ πάσας, καταφρονῶν καὶ βασάνων καὶ τῶν φαντασιῶν αὐτοῦ. Πρὶν ἢ δὲ ταῦτα γενέσθαι, ἀποστέλλει ὁ Κύριος Ἠλίαν τὸν Θεσβίτην καὶ τὸν Ἐνώχ, ὡς εὔσπλαγχνος, ὅπως αὐτοὶ γνωρίσωσιν εὐσέβειαν τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων καὶ κηρύξωσι παρρησίᾳ θεογνωσίαν πᾶσι, μὴ πιστεῦσαι τῷ τυράννῳ φόβου ἕνεκα, κράζοντας καὶ λέγοντας· πλάνος ἐστίν, ὦ ἄνθρωποι· μηδεὶς αὐτῷ πιστεύσῃ τὸ σύνολον, ἢ ὑπακούσῃ τῷ θεομάχῳ· μηδεὶς ὑμῶν φοβηθῇ· ἐν τάχει γὰρ καταργεῖται. Ὁ Κύριος ὁ ἅγιος, ἰδού, ἔρχεται ἐξ οὐρανοῦ κρῖναι πάντας τοὺς πειθομένους αὐτοῦ τοῖς σημείοις. Πλὴν ὀλίγοι εἰσὶ τότε οἱ θέλοντες ὑπακούειν καὶ πιστεῦσαι τῷ κηρύγματι τῶν Προφητῶν. Τοῦτο δὲ ποιεῖ ὁ Σωτήρ, ἵνα δείξῃ τὴν ἄφατον αὑτοῦ φιλανθρωπίαν· ὅτι οὐδὲ ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἀφίησι τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος δίχα κηρύγματος, ὅπως ἀναπολόγητοι ὦσι πάντες ἐν τῇ κρίσει. Πολλοὶ μὲν οὖν τῶν ἁγίων, ὅσοι τότε εὑρεθῶσιν εἰς τὴν ἔλευσιν τοῦ μιαροῦ, ἐκχέουσι ποταμηδὸν τὰ δάκρυα ἐν στεναγμοῖς πρὸς τὸν Θεὸν τὸν ἅγιον τοῦ ῥυσθῆναι τοῦ Δράκοντος. Καὶ φεύγουσιν ἐν σπουδῇ μεγάλῃ ἐν ἐρήμοις, καὶ κρύπτονται ἐν ὄρεσι καὶ σπηλαίοις μετὰ φόβου, καὶ πάσσουσι γῆν καὶ σποδὸν ἐπὶ τὰς κεφαλάς, δεόμενοι νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἐν πολλῇ ταπεινώσει. Καὶ δωρεῖται αὐτοῖς τοῦτο παρὰ Θεοῦ τοῦ ἁγίου, καὶ ὁδηγεῖ αὐτοὺς ἡ χάρις εἰς τόπους ὡρισμένους, καὶ σῴζονται κρυπτόμενοι ἐν ταῖς ὀπαῖς καὶ τοῖς σπηλαίοις, μὴ βλέποντες τὰ σημεῖα καὶ τὰ φόβητρα τοῦ Ἀντιχρίστου. Τοῖς γὰρ ἔχουσι γνῶσιν, εὐχερῶς ἡ τούτου γνωρίζεται ἔλευσις· τοῖς δὲ τὸν νοῦν ἔχουσιν εἰς πράγματα βιωτικὰ καὶ ποθοῦσι τὰ γήϊνα, οὐκ εὔδηλον ἔσται τοῦτο. Ὁ γὰρ ἀεὶ δεδεμένος ἐν πράγμασι βιωτικοῖς, κἂν ἀκούσῃ, ἀπιστεῖ καὶ βδελύσσεται τὸν λέγοντα. Τούτου χάριν ἐνισχύουσιν οἱ ἅγιοι, ὅτι πᾶσαν τὴν ἡμέραν καὶ τὴν μέριμναν τοῦ βίου τούτου ἀπέρριψαν.
Πενθεῖ τότε πᾶσα ἡ γῆ καὶ θάλασσα. Καὶ ἀὴρ πενθεῖ ἅμα καὶ τὰ ζῶα τὰ ἄγρια σὺν πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ. Πενθοῦσιν ὄρη καὶ βουνοὶ καὶ τὰ ξύλα τοῦ πεδίου. Πενθοῦσι δὲ καὶ φωστῆρες τοῦ οὐρανοῦ διὰ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ὅτι πάντες ἐξέκλιναν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἁγίου καὶ τῷ πλάνῳ ἐπίστευσαν, δεξάμενοι χαρακτῆρα τοῦ μιαροῦ καὶ θεομάχου ἀντὶ τοῦ ζωοποιοῦ σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος. Πενθεῖ ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα, ὅτι ἄφνω κατέπαυσε φωνὴ ψαλμοῦ καὶ προσευχῆς ἐκ στόματος ἀνθρώπου. Πενθοῦσιν αἱ ἐκκλησίαι τοῦ Χριστοῦ πᾶσαι πένθος μέγα, διότι οὐ λειτουργεῖται ἁγιασμὸς καὶ προσφορά.
Μετὰ γοῦν τὸ πληρωθῆναι τοὺς τρεῖς καιροὺς καὶ ἥμισυ τῆς τοῦ μιαροῦ ἐξουσίας καὶ πράξεως, καὶ ὅταν πληρωθῇ πάντα τὰ σκάνδαλα πάσης τῆς γῆς, καθώς φησιν ὁ Κύριος, ἥξει λοιπόν, ὡς ἀστραπὴ ἀστράπτων ἐξ οὐρανοῦ, ὁ ἅγιος καὶ ἄχραντος καὶ φοβερὸς καὶ ἔνδοξος Θεὸς ἡμῶν, μετὰ δόξης ἀνεικάστου, προτρεχόντων τῶν ταγμάτων ἐνώπιον τῆς δόξης αὐτοῦ Ἀγγέλων, Ἀρχαγγέλων, πάντες φλόγες πυρὸς ὄντες, καὶ ποταμὸς πλήρης πυρὸς ἐν φοβερῷ ῥοιζήματι. Χερουβεὶμ ἔχοντα τὸ ὄμμα κάτω καὶ Σεραφεὶμ ἱπτάμενα καὶ κρύπτοντα τὰ πρόσωπα καὶ τοὺς πόδας ἐν ταῖς πτέρυξι ταῖς πυρίναις, κεκραγότα μετὰ φρίκης· ἐγείρεσθε, οἱ καθεύδοντες. Ἰδού, ἦλθεν ὁ Νυμφίος. Ἀνοίγονται δὲ τὰ μνήματα, καὶ ὡς ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ ἐγείρονται πᾶσαι αἱ φυλαί, καὶ βλέπουσιν εἰς τὸ κάλλος τὸ ἅγιον τοῦ Νυμφίου. Καὶ μύριαι μυριάδες καὶ χίλιαι χιλιάδες Ἀγγέλων καὶ Ἀρχαγγέλων, ἀναρίθμητοι στρατιαί, χαίρουσι χαρὰν μεγάλην. Ἅγιοι καὶ δίκαιοι καὶ πάντες οἱ μὴ λαβόντες τὴν σφραγῖδα τοῦ Δράκοντος <τοῦ μιαροῦ> καὶ ἀσεβοῦς ἀγάλλονται. Καὶ ἄγεται ὁ τύραννος, δεδεμένος ὑπὸ Ἀγγέλων, σὺν πᾶσι τοῖς δαίμοσιν, ἐνώπιον τοῦ βήματος, καὶ οἱ λαβόντες τὴν αὑτοῦ σφραγῖδα, καὶ πάντες οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοὶ δεδεμένοι. Καὶ δίδωσιν ὁ Βασιλεὺς τὴν κατ᾿ αὐτῶν ἀπόφασιν τῆς αἰωνίου κρίσεως ἐν τῷ πυρὶ τῷ ἀσβέστῳ. Πάντες δὲ οἱ μὴ λαβόντες τὴν σφραγῖδα τοῦ Ἀντιχρίστου, καὶ πάντες οἱ ἐν σπηλαίοις, ἀγάλλονται σὺν τῷ Νυμφίῳ ἐν παστῷ αἰωνίῳ καὶ οὐρανίῳ, μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων, εἰς ἀπεράντους αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
by Sophia Ntrekou.gr | Αέναη επΑνάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου