Φεβρουάριος ή Φλεβάρης
Ο Φεβρουάριος είναι ο δεύτερος μήνας του έτους, επονομαζόμενος χαϊδευτικά και Κουτσοφλέβαρος λόγω του ότι έχει 28 ημέρες στα κοινά έτη και 29 στα δίσεκτα.
Στα λατινικά η λέξη Φεβρουάριος προέρχεται από το ρήμα «εξαγνίζω» λόγω των θρησκευτικών εορτών εξαγνισμού και καθαρμού που τελούνταν στη Ρώμη στη διάρκεια του μήνα. Στην Ελλάδα έχει πάρει και διάφορες άλλες ονομασίες σχετικές με την μικρή του διάρκεια: Μικρός, Κουτσός, Φλιάρης και Γκουζούκης.
Το Φλεβάρης προέρχεται από τις «φλέβες», τα υπόγεια δηλαδή νερά που αναβλύζουν στη διάρκειά του από τις πολλές βροχές, ενώ η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα την 1η του μήνα του έδωσε και το όνομα «Αϊ-Τρύφωνας».
Παρ’ όλα αυτά ο Φλεβάρης με τις ανθισμένες αμυγδαλιές είναι επίσης και προπομπός της άνοιξης, καθώς μας λέει και η παροιμία, «Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει». Και μαζί με την οργιάζουσα φύση έρχονται και οι οργιαστικές τελετουργίες της Αποκριάς. Όπως αναφέρει ο Χριστόφορος Μηλιώνης: «Κύριο χαρακτηριστικό των εορτών αυτών είναι η μεταμφίεση (μασκαράδες, καρναβάλια), το γλέντι, οι βωμολοχίες και τα σκώματα που σκοπό έχουν να ξυπνήσουν τις δυνάμεις της γονιμότητας. Αρχίζουν με το Τριώδιο, κορυφώνονται τις Αποκριές (την Κυριακή της Κρεοφάγου και, κυρίως, της Τυρινής) και τερματίζονται την Καθαρή Δευτέρα, με έξοδο στο ύπαιθρο, με φαγοπότι και «σαρακοστιανά» (λαγάνες, δηλαδή άζυμα, παστά ψάρια, ταραμά, τουρσιά, φρέσκα κρεμμυδάκια και σκόρδα), με χορούς και χαρταετούς.»
Η αρχή του Τριωδίου αναγγελλόταν με πυροβολισμούς και με ταμπούρλα και γίνονταν ιδιαίτερα αισθητή την Τσικνοπέμπτη. Όπως αναφέρει ο Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης, «την Τσικνοπέμπτη, σφάζονται σε πολλά μέρη τα χοιρινά, κυρίως στη νότια Ελλάδα και σε ορισμένα νησιά. Το Σάββατο όμως της ίδιας εβδομάδας, καθώς και τα δύο επόμενα Σάββατα, της Τυρινής και εκείνο της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής, των αγίων Θεοδώρων, είναι αφιερωμένα στη μνήμη των πεθαμένων. Στα Ψυχοσάββατα αυτά φαίνεται ότι συνεχίζεται η αρχαία συνήθεια, αν λάβουμε υπόψη ότι στα Ανθεστήρια, που τελούνταν στην αρχαία Αθήνα την ίδια περίπου εποχή που σήμερα είναι οι Απόκριες, η τρίτη ημέρα, οι Χύτροι, ήταν ημέρα των ψυχών, με προσφορές πανσπερμίας στους νεκρούς και σπονδές από νερό πάνω στους τάφους.»
Στα ψυχοσάββατα οι ψυχές κάθονται επάνω στα δέντρα και τα βλαστάρια του αμπελιού, γι’ αυτό δεν κόφτουν ως τότε βλαστάρια, μήπως πέσουν οι ψυχές που είναι καθισμένες επάνω σ’ αυτά και κλάψουν. Σύμφωνα με τον Γεώργιο Δημητροκάλλη «τούτο το κάθισμα των ψυχών πάνω στα δέντρα έχει ρίζες προχριστιανικές, κι έχουμε παραστάσεις αρχαίες, κι ακόμα και χριστιανικές, κι ας μην το ‘χει στις διδαχές του ο Χριστιανισμός. Αυτό γιατί αυτές οι δοξασίες είναι πανάρχαιες και οικουμενικές, κάπου μάλιστα των φύλλων του δάσους το θρόισμα, ψυχοθρόισμα, μουρμούρισμα των ψυχών.»
Τα έθιμα της Αποκριάς έχουν όμως πολλές προεκτάσεις πέρα από τον ανανεωτικό, γονιμικό και θρησκευτικό χαρακτήρα τους. Όπως αναφέρει ο Λευτέρης Αλεξάκης «ιδιαίτερα η τελευταία μεγάλη Αποκριά (της Τυρινής) δίνει την ευκαιρία να αναζωογονηθούν και να ενισχυθούν οι οικογενειακοί και γενικότερα οι συγγενικοί δεσμοί, να εκφραστεί ο σεβασμός των νεοτέρων προς τους ηλικιωμένους, ιδιαίτερα των νυφάδων προς τα πεθερικά, να σμίξουν απομακρυσμένοι συγγενείς και να περάσουν ευχάριστα λίγο πριν από τη μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής.»
Αλλά και η επόμενη ημέρα, η Καθαρά Δευτέρα, παρόλα τα νηστίσιμα φαγητά της, δεν είναι παρά «μία προέκταση της αποκριάτικης περιόδου, με κύρια στοιχεία την αθυροστομία, τα αλληλοπειράγματα, τα σκώμματα, τη σάτιρα, που σε κανέναν δεν προκαλούν ενόχληση, αλλά αντίθετα, όλοι τα επιδιώκουν, για το καλό», όπως αναφέρει ο Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης. Κι έτσι με γέλια και τραγούδια αποχαιρετούσαν την Αποκριά: «Επέρασε η Αποκριά με λύρες με παιγνίδια/και μπήκε η Σαρακοστή μ’ ελιές και με κρομμύδια» και «Τ΄ ακούτε τι παράγγειλε η Καθαρή Δευτέρα;/ Πεθαίν΄ ο Κρέος, πέθανε, ψυχομαχάει ο Τύρος/ σηκώνει ο Πράσος την ουρά κι ο Κρέμμυδος τα γένεια/ Μπαλώστε τα σακούλια σας, τροχίστε τα λεπίδια/ και στον τρανό τον πλάτανο, να μάσουμε Στεκούλα».
Οι κραιπάλες όμως της Αποκριάς εξαγνίζονται με τα Συμόγιορτα, ένα τριήμερο αφιερωμένο σε τρεις αγίους: τον Αϊ-Τρύφωνα την 1η, την Υπαπαντή στις 2 και του Αϊ Συμιού (άγιος Συμεών) στις 3 του μήνα. Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση ο καιρός την ημέρα της Υπαπαντής μπορεί να βοηθήσει στην «πρόβλεψη» των μεταβολών του καιρού που θα ακολουθήσει: «Καλοκαιρία της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας» και «Ό,τι καιρός κάμει τση Παπαντής, θα τον κάμει σαράντα μέρες».
Τον Φεβρουάριο γιορτάζει επίσης και ο Άγιος Χαράλαμπος (στις 10 του μήνα) ο οποίος θεωρείται ότι προστατεύει από την πανώλη, ενώ στις 19 γιορτάζει η Αγία Φιλοθέη η Αθηναία, ανήμερα του μαρτυρικού της θανάτου το 1589. Το σπίτι της βρίσκονταν στη θέση του σημερινού μεγάρου της Αρχιεπισκοπής, ενώ το διατηρημένο λείψανό της φυλάσσεται σήμερα στο Μητροπολιτικό ναό της Αθήνας. (Βλ. ΕΔΩ)
Για το δίσεκτο ή βίσεκτο χρόνο επικρατούν πλήθος προλήψεων και δεισιδαιμονιών, απόρροια της ρωμαϊκής επιρροής. Η δις έκτη εμβόλιμη μέρα, Leap Day, θεωρείτο αποφράς και κατ' επέκταση όλο το έτος. Σ' αυτό πρέπει να συνετέλεσε το γεγονός ότι οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τον Φεβρουάριο ως μήνα των νεκρών και πίστευαν ότι άφηναν τον Άδη και κυκλοφορούσαν για λίγες μέρες ανάμεσα στους ζωντανούς. Έτσι, το δίσεκτο έτος δεν γινόταν η έναρξη εργασίας με μακροχρόνια διάρκεια, όπως φύτευση αμπέλων, θεμελίωση οικιών και σύναψη γάμου. Η πίστη για το δίσεκτο έτος μεταδόθηκε και στους Έλληνες, ύστερα από τη ρωμαϊκή κατάκτηση.
Γι' αυτό και το έτος κατά το οποίο συμβαίνουν μεγάλα δεινά (πόλεμοι, λιμοί, μεγάλες φυσικές καταστροφές κ.ά.) καλείται «χρόνος δίσεχτος». Η αντίληψη αυτή απηχείται και στα δημοτικά τραγούδια, όπως στην παραλογή «Του νεκρού αδελφού», με τους στίχους:
Κι εμπήκε χρόνος δίσεκτος και μήνες οργισμένοι
κι' έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν.
Γι' αυτό και το έτος κατά το οποίο συμβαίνουν μεγάλα δεινά (πόλεμοι, λιμοί, μεγάλες φυσικές καταστροφές κ.ά.) καλείται «χρόνος δίσεχτος». Η αντίληψη αυτή απηχείται και στα δημοτικά τραγούδια, όπως στην παραλογή «Του νεκρού αδελφού», με τους στίχους:
Κι εμπήκε χρόνος δίσεκτος και μήνες οργισμένοι
κι' έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν.
Το Καλαντάρι του Φεβρουαρίου (februarios, février)
Les Très Riches Heures du duc de Berry
Artist Limbourg brothers (fl.1402-1416)
Δίσεκτο έτος - Leap Day
Δίσεκτο ονομάζεται το έτος στο οποίο προσμετράται μία παραπάνω ημέρα Leap Day, με σκοπό τη διόρθωση σφαλμάτων που προκαλούνται από τον μη ακριβή υπολογισμό της διάρκειας της ημέρας, πλήρους περιφοράς της Γης, στη μέτρηση του ηλιακού έτους.
ΤΑ ΔΙΣΕΚΤΑ ΕΤΗ
Όσο κι αν ψάξετε σε οποιοδήποτε αρχείο των ελληνικών ληξιαρχείων δεν πρόκειται να βρείτε ούτε έναν Έλληνα ή Ελληνίδα που να έχει καταχωρηθεί με ημερομηνία γέννησης από 16 έως 28 Φεβρουαρίου 1923! Όχι, φυσικά, γιατί δεν είχαμε ούτε μία γέννα σε μία ολόκληρη περίοδο 13 ημερών, αλλά γιατί απλούστατα το 1923 είχε μόνο 352 ημέρες! Του έλειπαν δηλαδή οι 13 ημέρες μεταξύ 16 και 28 Φεβρουαρίου! Η ιστορία για το πως έγινε αυτό έχει να κάνει με τον προσδιορισμό του έτους και τα ημερολόγια.
Όπως ξέρετε, ένα σωστό ετήσιο ημερολόγιο πρέπει να έχει ως βάση του τον ακριβή χρόνο που χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μία πλήρη περιφορά της γύρω από τον Ήλιο. Αυτή η κίνηση της Γης αντικαθρεπτίζεται στην φαινομένη κίνηση του Ήλιου ανάμεσα στους αστερισμούς. Οι Βαβυλώνιοι κατέγραψαν για πρώτη φορά την αργή αυτή κίνηση του Ήλιου από τη Δύση προς την Ανατολή, γιατί παρατηρούσαν προσεχτικά τον ορίζοντα την ώρα της Δύσης. Επειδή όμως ο Ήλιος επέστρεφε στην αφετηρία του μετά από περίπου 360 ημέρες, οι Βαβυλώνιοι χώρισαν τον κύκλο σε 360 μοίρες, κάτι που παραμένει σε ισχύ ακόμη και σήμερα, και θέσπισαν συγχρόνως ένα μεικτό σεληνιακό και ηλιακό ημερολόγιο.
Τον πρώτο π.Χ. αιώνα το ρωμαϊκό ημερολόγιο είχε κι αυτό τα χάλια του. Γι’ αυτό το 44 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρ άλλαξε το μέχρι τότε ημερολόγιο της Ρώμης, που είχε θεσπίσει ο Πομπήϊος Νουμάς (714-671 π.Χ.), και με τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια εγκαθίδρυσε το Ημερολόγιο που φέρει έκτοτε το όνομά του. Ο Σωσιγένης βασισμένος στους υπολογισμούς του πατέρα της αστρονομίας Ιππάρχου (ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες), θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθεταν μία ακόμη ημέρα, μετά την «έκτη προ των καλένδων του Μαρτίου», που ονομάζονταν «bis sextus». Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Η παρανόηση λοιπόν του λαού ότι τα δίσεκτα έτη είναι «γρουσούζικα» («Κι εμπήκε χρόνος δίσεκτος και μήνες οργισμένοι κι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν» όπως λέει το δημοτικό τραγούδι) ίσως να προέρχεται από την λανθασμένη αντίληψη της ετυμολογίας και της ορθογραφίας του πρώτου συνθετικού της λέξεως «δίσεκτο». Αντί δηλαδή του σωστού «δις» με γιώτα (που σημαίνει δύο φορές) να εννοείται λανθασμένα το αχώριστο προθεματικό μόριο «δυς» με ύψιλον που έχει την έννοια της δυστυχίας, «της δυσκολίας, της κακής καταστάσεως ή του απευκταίου αποτελέσματος».
Αλλά και το Ιουλιανό Ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο. Γιατί παρ’ όλο τον καλύτερο προσδιορισμό του ηλιακού έτους από τον Σωσιγένη, υπήρχε ακόμη μια μικρή απόκλιση από την πραγματικότητα αφού η διάρκεια του ηλιακού έτους είναι 365,242199 ημέρες. Έτσι το καθορισμένο από τον Σωσιγένη έτος είναι μικρότερο του πραγματικού κατά 0,0078 της ημέρας, δηλαδή κατά 11 λεπτά και 13 περίπου δευτερόλεπτα, χρόνος που εκ πρώτης όψεως φαίνεται σχεδόν ασήμαντος. Κάθε τέσσερα όμως χρόνια το μικρό αυτό λάθος γίνεται περίπου 45 λεπτά, και κάθε 129 χρόνια φτάνει την μία ολόκληρη ημέρα.
Μέσα στα πρώτα 400 χρόνια από την εφαρμογή του Ιουλιανού Ημερολογίου το λάθος είχε φτάσει τις τρεις ημέρες με αποτέλεσμα το 325 μ.Χ. η εαρινή ισημερία να συμβεί στις 21 Μαρτίου. Την χρονιά εκείνη έγινε η Α' Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας και θέσπισε τον ονομαζόμενο έκτοτε «Όρο της Νικαίας» για τον προσδιορισμό του εορτασμού του Πάσχα. Όπως μάλιστα αναφέρει στη διδακτορική του διατριβή ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος «... αξιοσημείωτον τυγχάνει το γεγονός ότι η Α’ Οικουμενική Σύνοδος, θελήσασα να ορίση την ημέραν εορτασμού του Πάσχα, δεν ώρισε μήνας και ημέρας του Ιουλιανού Ημερολογίου, αλλ’ έθετο ως σταθεράν βάσιν του υπολογισμού την εαρινήν ισημερίαν, δηλ. ώρισε τα κατά τον εορτασμόν ουχί ημερομηνιακώς, αλλ’ αστρονομικώς, και τούτο διότι το κανονικώς ενδιαφέρον δεν είναι η ημερομηνία, αλλ’ η ισημερία».
Το λάθος όμως των 11 περίπου λεπτών του Ιουλιανού Ημερολογίου συσσωρευόταν και η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν όλο και πιο ενωρίς. Έτσι ενώ την εποχή του Χριστού η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 23 Μαρτίου, το 325 μ.Χ. συνέβη στις 21 Μαρτίου, και το 1582 μ.Χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 10 Μαρτίου, γεγονός που δημιουργούσε προβλήματα στον ακριβή καθορισμό του εορτασμού του Χριστιανικού Πάσχα σύμφωνα με τον όρο που είχε θεσπίσει η Α' Oικουμενική Σύνοδος.
Το 1572, τη χρονιά που εξελέγη πάπας ο Γρηγόριος ΙΓ', ο ιησουίτης αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιους, με τη βοήθεια του αστρονόμου Λουίτζι Λίλιο, επεξεργάστηκε την παπική βούλλα της ημερολογιακής μεταρρύθμισης που δημοσιεύτηκε το Φεβρουάριο του 1582. Με τη μεταρρύθμιση η 5η Οκτωβρίου 1582 ονομάστηκε 15η Οκτωβρίου, για να διορθωθεί το λάθος των 10 ημερών, που είχε συσσωρευτεί στους προηγούμενους 11 αιώνες, και για να επιστρέψει η εαρινή ισημερία στην 21η Μαρτίου.
Για να μην επαναληφθεί το λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου, ο Λίλιο όρισε επίσης ότι δίσεκτα θα είναι τα έτη που ο αριθμός τους διαιρείται με το 4 εξαιρουμένων των «επαιωνίων», τα έτη δηλαδή των αιώνων, από τα οποία όριζε ως δίσεκτα μόνον όσα έχουν αριθμό αιώνων που διαιρείται με το 4. Με αυτή την τροποποίηση το έτος 1900 δεν ήταν δίσεκτο, ενώ αντίθετα το επαιώνιο έτος 2000 ήταν δίσεκτο. Η τροποποίηση αυτή δηλαδή καθορίζει ότι σε κάθε 400 χρόνια έχουμε 97 δίσεκτα έτη αφού το λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου είναι 3 ημέρες και 3 ώρες περίπου κάθε 400 χρόνια. Μ’ αυτό τον τρόπο διορθώνουμε το λάθος των τριών ημερών, παραμένει όμως ένα λάθος τριών περίπου ωρών κάθε 400 χρόνια που θα συσσωρευτεί σε μία περίπου ημέρα το έτος 3081 μ.Χ..
Το Νέο ή Γρηγοριανό Ημερολόγιο δεν έγινε άμεσα αποδεκτό, κι έτσι ο καθολικός κλήρος αναγκάστηκε να προσφύγει στην ανακοίνωση «θαυμάτων» για να το καθιερώσει. Τα καθολικά κράτη της Ευρώπης το αποδέχτηκαν τελικά μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Τα προτεσταντικά όμως κράτη χρειάστηκαν έναν ακόμη αιώνα, ενώ η Αγγλία και η Αμερική ακόμη περισσότερο αποδεχόμενες τελικά τη μεταρρύθμιση (με διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες του λαού) μόλις το 1752. Το ίδιο άλλωστε συνέβη και στην Ανατολή όπου η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ήταν άμεση και οξεία. Οι πατριάρχες Kωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας διαμαρτυρήθηκαν έντονα στη Ρώμη και το Ιουλιανό Ημερολόγιο παρέμεινε σε ισχύ σε όλα τα Ορθόδοξα κράτη έως τον 20ό αιώνα.
Στα Ορθόδοξα κράτη η αρχή της μεταρρύθμισης ξεκίνησε το 1895 όταν ο οικουμενικός πατριάρχης Άνθιμος Ζ' εξέφρασε «πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι' άπαντας τους χριστιανικούς λαούς». Έτσι το 1903, μετά από ερώτημα του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ', η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος σε συνεργασία με τη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών αποφάσισε ότι «αι ορθόδοξοι Εκκλησίαι εν συνεννοήσει μετ' αλλήλων και μετά της πολιτείας εκάστης αυτών δύνανται να επιχειρήσωσι την μεταρρύθμισιν του νυν εν χρήσει παρ' ημίν ημερολογίου συμφώνως προς τας προόδους και τα πορίσματα της αστρονομικής επιστήμης».
Το 1919 η ελληνική πολιτεία ανακίνησε και πάλι το ημερολογιακό θέμα, οπότε μετά από γνωμάτευση μιας ειδικής επιτροπής η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε παμψηφεί ότι «η μεταβολή του Ιουλιανού ημερολογίου μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους δύναται να γίνει.... η δε πολιτεία είναι ελευθέρα να δεχθεί το γρηγοριανόν, ως ευρωπαίον ημερολόγιον, της εκκλησίας κρατούσης μέχρι του νέου επιστημονικού ημερολογίου, το Ιουλιανόν».
Έτσι η ελληνική πολιτεία με το νομοθετικό διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1923, που δημοσιεύτηκε στις 23 Ιανουαρίου, αντικατέστησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και όρισε την έναρξη της εφαρμογής του την 16η Φεβρουαρίου 1923 την οποία ονόμασε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ημέρες από το έτος 1923, γιατί στις 10 ημέρες λάθους μεταξύ Γρηγοριανού και Ιουλιανού από το 325 έως το 1582 είχε επέλθει καθυστέρηση και άλλων τριών ημερών στα περίπου 340 χρόνια που είχαν παρέλθει από την πρώτη εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου. Γι’ αυτό άλλωστε το έτος 1923 στην Ελλάδα δεν είχε 365 ημέρες αλλά 352, οπότε και κανένας Έλληνας υπήκοος δεν έχει πιστοποιητικό γέννησης με ημερομηνία από 16 έως 28 Φεβρουαρίου 1923.
Επειδή όμως η Εκκλησία διατήρησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο και μετά την αλλαγή του πολιτικού Ημερολογίου, υπήρξε οξεία αντίδραση του λαού όταν ο εορτασμός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου δε συνέπεσε με την Εθνική μας Εορτή της 25ης Μαρτίου. Έτσι με ομόφωνη και πάλι απόφασή της η Εκκλησία της Ελλάδος «λαμβάνουσα μέν υπ' όψιν την εκ της διαφοράς του εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το επικρατήσαν ήδη πολιτικόν ημερολόγιον προερχομένην σύγχυσιν παρά τω λαώ και την εκ ταύτης θρησκευτικήν βλάβην αυτού, ανταποκρινομένη δε εις την πανταχόθεν εκδηλουμένην επιθυμίαν, αποφασίζει όπως αφομοιώση το εκκλησιαστικό ημερολόγιον προς το πολιτικόν...».
Από τις 23 Μαρτίου 1924 λοιπόν το εκκλησιαστικό ημερολόγιο συνταυτίστηκε με το πολιτικό, χωρίς όμως τη μετακίνηση του Πασχαλίου που υπολογίζεται, ακόμη και σήμερα, με βάση το ελλιπές Ιουλιανό Ημερολόγιο και τον ελλιπή 19ετή σεληνιακό κύκλο του Μέτωνος (5ος αιώνας π.Χ.). Αλλά αυτό είναι μια άλλη, πάλι, ιστορία!
Βράδυ του Φλεβάρη
Βγαίνει το φεγγάρι.
Στη λεωφόρο είναι ακόμα μέρα,
ένα βράδυ που πέφτει γοργά.
Αδιάφορη νεολαία αγκαλιάζεται σφιχτά·
εκτρέπεται σε ευτελείς στόχους.
Κι είναι η σκέψη του θανάτου
που στο τέλος, σε βοηθάει να ζήσεις.
Ουμπέρτο Σάμπα, Μτφ: Κάρολος Τσίζεκ
Βιβλιογραφία
• ΔΙΣΕΚΤΑ ΕΤΗ - Διονύση Π. Σιμόπουλου, Διευθυντή Ευγενιδείου Πλανηταρίου (Βιογραφία βλ. ΕΔΩ) από το facebook του κ. Dionysios Simopoulos, την 1η Φεβρουαρίου 2020 στις 4:00 π.μ. Πρώτη δημοσίευση: Διονύσης Π. Σιμόπουλος. «Δίσεκτα έτη και Ημερολόγια». Η Καθημερινή, 14 Φεβρουαρίου 2016.• Φεβρουάριος ή Φλεβάρης: Dionysios Simopoulos, 30 Ιανουαρίου 2020 στις 5:05 μ.μ.. πρώτη δημοσίευση: Διονύσης Π. Σιμόπουλος, «Οι Μήνες Ιανουάριος και Φεβρουάριος», «Γεωτρόπιο» Ελευθεροτυπίας, Τεύχος 507 (2 Ιανουαρίου 2010).
• Νίκος Σαραντάκος (29 Φεβρουαρίου 2016). «Μία μέρα κάθε τέσσερα χρόνια, και πάλι». Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία.
• Στίλπων Κυριακίδης (1928). «δίσεκτον (το)». Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν. Δ΄. Αθήνα: Ελευθερουδάκης. σελ. 644.
Πηγή Αέναη επΑνάσταση | Sophia-Ntrekou.gr
► Περισσότερα Θέματα: Διονύσης Σιμόπουλος, Μήνες του έτους
Ορφέας Περίδης - Φεβρουάριος
Στην έκθεση των λουλουδιών τ' αρχαία Ανθεστήρια
Ποια λέξη είπες κι έλυσες του κόσμου τα μυστήρια
Και του κυπαρισσιού η καρδιά στου έρωτα τους χτύπους
Κι ο Τρύφωνας των αμπελιών ευχολογάει στους κήπους
Πίσω από μάσκες έβλεπες ποιος να κρυφτεί από σένα
Μια μεθυσμένη αποκριά απ' το δικό σου βλέμμα
Τα χιόνια εκείνη τη χρονιά τα δέντρα έξω στολίσανε
Μα εσύ μια λέξη φώναξες κι οι μυγδαλιές ανθήσαν
Τον μήνα της συγχώρεσης στο τέλος του χειμώνα
Τα δυο σου μάτια σαν πυρσούς θα τα θυμάμαι αιώνια
Μεσ' στην γιορτή των χωρισμών με γέλιο πικραμένο
Ο παιδικός μου έρωτας σαν μέλι ναρκωμένο.
Ορφέας Περίδης, Άλμπουμ: Ονειροπόλων μόχθοι, 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου