της Σοφίας Ντρέκου
Σάββατο, 31 Οκτωβρίου 2020: Έσβησε σε ηλικία 90 ετών ο εμβληματικός ηθοποιός Σον Κόνερι (Sean Connery) ήσυχα στον ύπνο του, ενώ βρισκόταν στο σπίτι του στις Μπαχάμες ύστερα από «αδιαθεσία μερικών ημερών», όπως γνωστοποίησε ο γιος του ηθοποιού, ενώ ρεπορτάζ του BBC αναφέρει ότι αντιμετώπιζε θέματα με την υγεία του, εδώ και κάποιο καιρό.
Ο Sir Sean Connery, ο Σκοτσέζος ηθοποιός συνώνυμος του στιλ και της ευγένειας έφυγε από τη ζωή το ίδιο διακριτικά όπως είχε ζήσει και ο θάνατός του ξάφνιασε τους θαυμαστές του σε όλο τον κόσμο.
Σύμφωνα με το πιστοποιητικό θανάτου του ηθοποιού που έχει στην κατοχή του το TMZ, υπήρχαν τρεις παράγοντες που συνέβαλαν στο θάνατο του Σον Κόνερι: η πνευμονία, που οδήγησε σε αναπνευστική ανεπάρκεια, το γήρας και η κολπική μαρμαρυγή. Το πιστοποιητικό ορίζει την ώρα του θανάτου του ως 1:30 π.μ. στις 31 Οκτωβρίου 2020, στο σπίτι του στις Μπαχάμες. Η σύζυγος του Μισέλ, και οι δύο γιοι του, ο Τζέισον και Στέφαν δήλωσαν στο ET ότι πέθανε ήσυχα στον ύπνο του, δίπλα στην οικογένειά του.
Ο Σερ Τόμας Σον Κόνερι (Thomas Sean Connery) ήταν πολυβραβευμένος ηθοποιός και παραγωγός ταινιών κινηματογράφου. Ήταν ευρύτερα γνωστός ως ο πρώτος επίσημος ηθοποιός που υποδύθηκε τον Τζέιμς Μποντ, ενώ πρωταγωνίστησε σε επτά συνολικά ταινίες με πρωταγωνιστή τον διάσημο πράκτορα.
Kατήχε πληθώρα βραβείων και διακρίσεων, ανάμεσά τους Όσκαρ από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, Χρυσή Σφαίρα και BAFTA.
Το 1987 κέρδισε το Όσκαρ Β' Ανδρικού ρόλου στην ταινία Οι Αδιάφθοροι (The Untouchables).
Βιντεο / αφιέρωμα στον Σον Κόνερι
Kατήχε πληθώρα βραβείων και διακρίσεων, ανάμεσά τους Όσκαρ από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, Χρυσή Σφαίρα και BAFTA.
Το 1987 κέρδισε το Όσκαρ Β' Ανδρικού ρόλου στην ταινία Οι Αδιάφθοροι (The Untouchables).
Τον Ιούλιο του 2000 χρίστηκε ιππότης από τη βασίλισσα Ελισάβετ Β'.
Είχε ψηφιστεί ως «Κορυφαίος εθνικός θησαυρός της Σκοτίας», ενώ από το People είχε ανακηρυχθεί ως «πιο σέξι άνδρας» του 1989 και «πιο σέξι άνδρας του αιώνα» το 1999.
Είχε ψηφιστεί ως «Κορυφαίος εθνικός θησαυρός της Σκοτίας», ενώ από το People είχε ανακηρυχθεί ως «πιο σέξι άνδρας» του 1989 και «πιο σέξι άνδρας του αιώνα» το 1999.
Πρόσφατα ο 90χρονος Σον Κόνερι αναδείχθηκε ο καλύτερος Τζέιμς Μποντ όλων των εποχών, σε μία νέα δημοσκόπηση που διενεργήθηκε για λογαριασμό του περιοδικού Radio Times.
Τον περασμένο Αύγουστο είχε γιορτάσει τα 90ά του γενέθλια.
Σημειώνεται ότι ο δημιουργός του Τζέιμς Μποντ, Ίαν Φλέμινγκ, αρχικά δεν ήταν ευχαριστημένος με την επιλογή του ηθοποιού για την ενσάρκωση του ήρωά του, καθώς θεωρούσε ότι λόγω της φυσικής του διάπλασης και του παρουσιαστικού του δεν θα φαινόταν τόσο εκλεπτυσμένος.
Ωστόσο, άλλαξε γνώμη μετά την πρεμιέρα της πρώτης ταινίας, Τζέιμς Μποντ εναντίον Δρος Νο, και εντυπωσιάστηκε τόσο που εμπνεύστηκε μια σκωτο-ελβετική καταγωγή για τον Τζέιμς Μποντ που ξεπηδούσε από τις σελίδες των επόμενων μυθιστορημάτων του.
Ο Τόμας Σον Κόνερι, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στο Φάουντεμπριτζ, μια φτωχογειτονιά του Εδιμβούργου, στις 25 Αυγούστου 1930.
Ήταν γιος ενός Καθολικού εργάτη και μιας Προτεστάντισσας καθαρίστριας. Η οικογένεια του πατέρα του είχε μεταναστεύσει στη Σκωτία από την Ιρλανδία κατά τον 19ο αιώνα.
Τον αποκαλούσαν Σον, το μεσαίο του όνομα, πολύ πριν γίνει ηθοποιός.
Το πρώτο του επάγγελμα ήταν γαλατάς στο Εδιμβούργο. Ακολούθως κατατάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό, αλλά απολύθηκε λόγω προβλημάτων υγείας και επέστρεψε στην παλιά του δουλειά κάνοντας διάφορες εργασίες όπως οδηγός λεωφορείου, εργάτης, μοντέλο για το κολλέγιο Καλών Τεχνών του Εδιμβούργου, στιλβωτής φερέτρων και μπόντι μπίλντερ.
Ο εντυπωσιακός αλλά και αεικίνητος, «αεράτος», ηθοποιός πρωτοανακαλύφθηκε από τους Χάρι Σάλτζμαν και Άλμπερτ Μπρόκολι, μετά την άρνηση άλλων υποψήφιων ηθοποιών για το ρόλο του Μποντ, μεταξύ των οποίων ο Ντέιβιντ Νίβεν (ο οποίος αργότερα έπαιξε τον Μποντ στην παρωδία του 1967 Casino Royale), ο Κάρι Γκραντ και ο Τζέιμς Μέισον. Ο χαμηλός προϋπολογισμός ανάγκασε τους παραγωγούς να προσλάβουν έναν άγνωστο ηθοποιό. Και έτσι ήρθε η τεράστια επιτυχία του Σον Κόνερι, που βρέθηκε στο κατάλληλο σημείο την κατάλληλη στιγμή.
Οι παραγωγοί Κάμπι Μπρόκολι και Χάρι Σάλτσμαν είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα για να μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη τα μυθιστορήματα του Ίαν Φλέμινγκ και αναζητούσαν έναν ηθοποιό για να παίξει τον 007. Υποψήφιοι για τον ρόλο ήταν μεταξύ άλλων ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, ο Κάρι Γκραντ και ο Ρεξ Χάρισον. Η σύζυγος του Μπρόκολι ήταν εκείνη που τον έπεισε ότι ο Σον Κόνερι είχε αυτό που χρειαζόταν για τον ρόλο: μαγνητισμό και σεξουαλική χημεία. Ο Φλέμινγκ, διαφωνούσε αρχικά με την επιλογή, όμως άλλαξε γνώμη όταν είδε τον Κόνερι στην οθόνη.
Ο Κόνερι έκανε «δικό του» τον χαρακτήρα, αναμιγνύοντας τη σκληρότητα με σαρδόνιο χιούμορ. Η πρώτη ταινία, ο «Δρ. Νο», σημείωσε τεράστια επιτυχία, στη Βρετανία και στο εξωτερικό.
Τζέιμς Μποντ (1962–1967, 1971, 1983)
Η εντυπωσιακή άνοδος του Κόνερι έγινε με τον ρόλο του μυστικού πράκτορα Τζέιμς Μποντ. Συνολικά πήρε μέρος σε επτά ταινίες Μποντ. Οι έξι ήταν παραγωγής της EON και μία ήταν ανεπίσημη αναπαραγωγή του Thunderball από την Warner Bros. Οι ταινίες αυτές είναι:
Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007, εναντίον Δόκτορος Νο (Dr No., 1962)
Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007: Από τη Ρωσία με αγάπη (From Russia with love, 1963)
Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007 εναντίον Χρυσοδάκτυλου (Goldfinger, 1964)
Επιχείρηση Κεραυνός (Thunderball, 1965)
Ζεις μονάχα δυο φορές (You only live twice, 1967)
Τα Διαμάντια είναι παντοτινά (Diamonds are forever, 1971)
Ποτέ μην ξαναπείς ποτέ (Never say never again, 1983) (ανεπίσημη)
Πρωταγωνίστησε επίσης, μαζί με τον στενό φίλο του, τον Μάικλ Κέιν, στην ταινία «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς», όμως τη δεκαετία του 1970 του έδιναν δεύτερους ρόλους, όπως στην ταινία «Οι υπέροχοι ληστές και τα κουλουβάχατα της ιστορίας».
Το 1987 κέρδισε το βραβείο Bafta, ερμηνεύοντας τον Ούλιαμ της Μπάσκερβιλ στην ταινία «Το όνομα του Ρόδου», μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ουμπέρτο Έκο.
Και έναν χρόνο αργότερα, τιμήθηκε με το Όσκαρ καλύτερου δεύτερου ανδρικού ρόλου παίζοντας έναν Ιρλανδό αστυνομικό (αν και με σαφέστατη σκωτσέζικη προφορά) στους «Αδιάφθορους».
Στον «Ιντιάνα Τζόουνς» έπαιζε τον πατέρα του Χάρισον Φορντ, αν και ήταν μόνο 12 χρόνια μεγαλύτερός του, ενώ κατόπιν, στο πλάι του Νίκολας Κέιτζ στον «Βράχο», επέστρεψε στον ρόλο του «Βρετανού κατασκόπου».
Το 2006 του προτάθηκε ο ρόλος του Γκάνταλφ στον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», όμως εκείνος δήλωσε ότι κουράστηκε από την ηθοποιία μετά από 64 ταινίες και βαρέθηκε τους «ηλίθιους που γυρίζουν ταινίες στο Χόλυγουντ».
Η δημοτικότητά του δεν αμφισβητήθηκε ποτέ: στα 59 του το περιοδικό People τον ανακήρυξε «πιο σέξι» άνδρα του πλανήτη ενώ το 2013, σχεδόν δέκα χρόνια μετά τη «συνταξιοδότησή» του, ανακηρύχθηκε ο αγαπημένος ηθοποιός των Αμερικανών.
Ο Σον Κόνερι ήταν παντρεμένος από το 1975 με τη Γαλλίδα ζωγράφο Μισελίν Ροκμπρίν. Από τον πρώτο του γάμο, με την Νταϊάν Σιλέντο, απέκτησε έναν γιο, τον επίσης ηθοποιό Τζέισον Κόνερι.
Πάντα διακριτικός και «τζέντλεμαν» ο ηθοποιός ζούσε εδώ και καιρό στο πλευρό της Γαλλο-μαροκινής συζύγου του, παλεύοντας με την άνοια.
Η 91χρονη γαλλομαροκινή ζωγράφος γνώρισε τον Σκοτσέζο ηθοποιό το 1970 σε ένα τουρνουά γκολφ και έγινε η δεύτερη σύζυγός του. Ήταν ο άνδρας της ζωής της και έζησαν μαζί αγαπημένοι για 45 χρόνια: «Ήταν εντυπωσιακός και είχαμε μια υπέροχη ζωή μαζί. Ήταν ένας άνδρας υπόδειγμα. Θα είναι πολύ δύσκολο χωρίς αυτόν, το ξέρω. Αλλά (η ιστορία της υγείας του) δεν μπορούσε να διαρκέσει για πάντα και έφυγε ήρεμα».
Η σύζυγος του θρύλου της μεγάλης οθόνης, Σερ Σον Κόνερι, Μισελίν Ροκμπρίν αποχαιρέτησε τον ηθοποιό έντονα φορτισμένη αποκαλύπτοντας - όπως αναφέρει δημοσίευμα της Daily Mail - πώς οι τελευταίοι μήνες του ήταν δύσκολοι λόγω της άνοιας. Η Ροκμπρίν ήταν παντρεμένη με τον σταρ του Χόλιγουντ επί 45 χρόνια και ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Δεν ήταν ζωή γι’ αυτόν. Δεν ήταν σε θέση να εκφραστεί τελευταία. Τουλάχιστον πέθανε στον ύπνο του, "γλίστρησε" και έφυγε τόσο γαλήνια. Ήμουν μαζί του όλη την ώρα και απλά έφυγε. Ήταν αυτό που ήθελε». «Είχε άνοια και αυτό είχε επιπτώσεις πάνω του. Ικανοποιήθηκε η τελευταία του επιθυμία να φύγει ήσυχα».
Ο Κόνερι πέθανε περιστοιχισμένος από την οικογένειά του στο Νασάου, στις Μπαχάμες, όπου ζούσε το τελευταίο διάστημα. «Δεν ήταν καλά εδώ και κάποιο καιρό», είπε ο γιος του, ο Τζέισον Κόνερι, στο BBC.
Η κηδεία του θα γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο. Μετά την πανδημία, η οικογένειά του σχεδιάζει να οργανώσει μια τελετή στη μνήμη του.
Εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ του Γενάρη του 2001 η περιοχή του Βοτανικού, η οποία είναι συνήθως ήσυχη τις νυχτερινές ώρες, έσφυζε από κίνηση, ζωή, φωνές και λαμπερές παρουσίες. Έξω από το εντυπωσιακό κτίριο του πολυχώρου «Αθηναϊς» γινόταν το αδιαχώρητο με περίπου 2000 κόσμου να περιμένει μέσα στο κρύο και τη βροχή.
Επισήμως, το τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς ήταν η Μισλίν Ροκμπρίν – Κόνερι, η οποία παρουσίαζε τα νέα ζωγραφικά της έργα στο πλαίσιο μιας νέας έκθεσης. Αναμφισβήτητος πρωταγωνιστής της βραδιάς, όμως, όσο άδικο κι αν ήταν αυτό για την ζωγράφο, ήταν ο πασίγνωστος σύζυγό της – ανάμεσα στα έργα της υπήρχαν και δύο πορτρέτα του - ο ένας και μοναδικός Σον Κόνερι που πατούσε για πρώτη φορά το πόδι του ελληνικό έδαφος.
Όσες προσπάθειες κι αν έκανε ο ίδιος εκείνο το βράδυ να «παίξει» δεύτερο ρόλο, αποδείχτηκαν άκαρπες. Όλα τα βλέμματα, όλες οι κάμερες, όλα τα φλας ήταν κολλημένα επάνω του καθ’ όλη την διάρκεια των εγκαινίων. Φορώντας ένα κομψό κοστούμι και παρά τα 71 του, τότε, χρόνια εντυπωσίασε τους πάντες με την απαράμιλλη, διαχρονική γοητεία του, το ευγενικό χαμόγελο του, εκείνο το αινιγματικό χαμόγελο που έχει ταυτιστεί με τον δαιμόνιο Πράκτορα 007. Η Αθήνα υποδέχτηκε τον καλύτερο Τζέιμς Μποντ όλων των εποχών με ενθουσιασμό, θαυμασμό και πολύ αγάπη.
Την ολόθερμη αυτή υποδοχή σε συνδυασμό με τα υπέροχα ελληνικά τοπία που τον μάγεψαν κατά την διάρκεια της επίσκεψής του στη χώρα μας ήταν, προφανέστατα, ο λόγος που του δημιούργησαν την επιθυμία να αποκτήσει το δικό του προσωπικό καταφύγιο στην χώρα μας, όπως εξάλλου έχουν κάνει και αρκετοί ακόμη σταρ του Χόλυγουντ.
Ανάθεσε λοιπόν στους συνεργάτες του να του βρουν μία βίλα στο Πόρτο Χέλι, μια περιοχή με πολλά πλεονεκτήματα, προκειμένου να απομονώνεται και να ξεκουράζεται όταν δεν βρίσκεται στο φως της δημοσιότητας. Το σπίτι βρέθηκε, ο Σον Κόνερι το αγόρασε και κάπως έτσι πραγματοποίησε ένα μεγάλο του όνειρο: να αποκτήσει ένα μικρό κομμάτι γης στην Ελλάδα, την χώρα που ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά!
Περισσότερα: Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Τον περασμένο Αύγουστο είχε γιορτάσει τα 90ά του γενέθλια.
Σημειώνεται ότι ο δημιουργός του Τζέιμς Μποντ, Ίαν Φλέμινγκ, αρχικά δεν ήταν ευχαριστημένος με την επιλογή του ηθοποιού για την ενσάρκωση του ήρωά του, καθώς θεωρούσε ότι λόγω της φυσικής του διάπλασης και του παρουσιαστικού του δεν θα φαινόταν τόσο εκλεπτυσμένος.
Ωστόσο, άλλαξε γνώμη μετά την πρεμιέρα της πρώτης ταινίας, Τζέιμς Μποντ εναντίον Δρος Νο, και εντυπωσιάστηκε τόσο που εμπνεύστηκε μια σκωτο-ελβετική καταγωγή για τον Τζέιμς Μποντ που ξεπηδούσε από τις σελίδες των επόμενων μυθιστορημάτων του.
Ζωή σαν ταινία - Από γαλατάς έγινε Πράκτορας 007
Ο Τόμας Σον Κόνερι, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στο Φάουντεμπριτζ, μια φτωχογειτονιά του Εδιμβούργου, στις 25 Αυγούστου 1930.
Ήταν γιος ενός Καθολικού εργάτη και μιας Προτεστάντισσας καθαρίστριας. Η οικογένεια του πατέρα του είχε μεταναστεύσει στη Σκωτία από την Ιρλανδία κατά τον 19ο αιώνα.
Τον αποκαλούσαν Σον, το μεσαίο του όνομα, πολύ πριν γίνει ηθοποιός.
Το πρώτο του επάγγελμα ήταν γαλατάς στο Εδιμβούργο. Ακολούθως κατατάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό, αλλά απολύθηκε λόγω προβλημάτων υγείας και επέστρεψε στην παλιά του δουλειά κάνοντας διάφορες εργασίες όπως οδηγός λεωφορείου, εργάτης, μοντέλο για το κολλέγιο Καλών Τεχνών του Εδιμβούργου, στιλβωτής φερέτρων και μπόντι μπίλντερ.
Ο νεαρός Τόμι μεγάλωσε σε ένα σπίτι με ένα μόνο δωμάτιο, κοινόχρηστη τουαλέτα, χωρίς ζεστό νερό. Εγκατέλειψε το σχολείο στα 13 του και έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού –μεταξύ άλλων μοίραζε γάλα και γυάλιζε φέρετρα– προτού να ενταχθεί, στα 16 του, στο Βασιλικό Ναυτικό, απ’ όπου όμως απολύθηκε τρία χρόνια αργότερα για ιατρικούς λόγους, καθώς είχε έλκος στο στομάχι. Από εκείνη την εποχή χρονολογούνταν τα δύο τατουάζ στο δεξί του μπράτσο: «Μαμά και μπαμπάς» και «Σκωτία για πάντα». Η οικογένεια και η Σκωτία ήταν οι προτεραιότητες της ζωής του.
Επιστρέφοντας στο Εδιμβούργο, κέρδισε τη φήμη του «σκληρού» όταν μια εξαμελής συμμορία προσπάθησε να τον κλέψει – κι εκείνος τους έβγαλε νοκ άουτ.
Την περίοδο εκείνη προσπαθούσε να επιβιώσει όπως μπορούσε: έγινε οδηγός φορτηγού, ναυαγοσώστης, μοντέλο στη Σχολή Τεχνών του Εδιμβούργου. Του άρεσε το μπόντι μπίλντινγκ και μάλιστα συμμετείχε και σε διαγωνισμό για τον «Μίστερ Υφήλιος», κατακτώντας την τρίτη θέση.
Επιστρέφοντας στο Εδιμβούργο, κέρδισε τη φήμη του «σκληρού» όταν μια εξαμελής συμμορία προσπάθησε να τον κλέψει – κι εκείνος τους έβγαλε νοκ άουτ.
Την περίοδο εκείνη προσπαθούσε να επιβιώσει όπως μπορούσε: έγινε οδηγός φορτηγού, ναυαγοσώστης, μοντέλο στη Σχολή Τεχνών του Εδιμβούργου. Του άρεσε το μπόντι μπίλντινγκ και μάλιστα συμμετείχε και σε διαγωνισμό για τον «Μίστερ Υφήλιος», κατακτώντας την τρίτη θέση.
Ασχολήθηκε επίσης με το ποδόσφαιρο αλλά όταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του πρόσφερε ένα συμβόλαιο για να παίξει στην ομάδα έναντι 25 λιρών την εβδομάδα, εκείνος προτίμησε να δοκιμάσει την τύχη του στο σανίδι: είχε μολυνθεί από το μικρόβιο της σκηνής όταν έκανε διάφορες μικροδουλειές σε ένα τοπικό θέατρο. «Ήταν μια από τις εξυπνότερες επιλογές μου», θα έλεγε, χρόνια αργότερα.
Το 1954 κατάφερε να εξασφαλίσει έναν ρόλο σε ένα μιούζικαλ στο Λονδίνο και σε μια ταινία, το Lilacs in the Spring. Ακολούθησαν ρολάκια στην τηλεόραση – μεταξύ άλλων έπαιξε και έναν γκάνγκστερ σε ένα σίριαλ του BBC.
Το 1954 κατάφερε να εξασφαλίσει έναν ρόλο σε ένα μιούζικαλ στο Λονδίνο και σε μια ταινία, το Lilacs in the Spring. Ακολούθησαν ρολάκια στην τηλεόραση – μεταξύ άλλων έπαιξε και έναν γκάνγκστερ σε ένα σίριαλ του BBC.
Και μετά, ήρθε ο Μποντ.
«Η σιλουέτα του 007 να κρατάει αυτό το όπλο
αναδείχθηκε στην πιο εμβληματική εικόνα των
ταινιών του Τζέιμς Μποντ και σε μία από τις πλέον
αναγνωρίσιμες αναφορές της ποπ κουλτούρας,
όλων των εποχών», εξήγησε ο Μάρτιν Νόλαν,
ο εκτελεστικός διευθυντής του οίκου Julien's Auctions.
Οι παραγωγοί Κάμπι Μπρόκολι και Χάρι Σάλτσμαν είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα για να μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη τα μυθιστορήματα του Ίαν Φλέμινγκ και αναζητούσαν έναν ηθοποιό για να παίξει τον 007. Υποψήφιοι για τον ρόλο ήταν μεταξύ άλλων ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, ο Κάρι Γκραντ και ο Ρεξ Χάρισον. Η σύζυγος του Μπρόκολι ήταν εκείνη που τον έπεισε ότι ο Σον Κόνερι είχε αυτό που χρειαζόταν για τον ρόλο: μαγνητισμό και σεξουαλική χημεία. Ο Φλέμινγκ, διαφωνούσε αρχικά με την επιλογή, όμως άλλαξε γνώμη όταν είδε τον Κόνερι στην οθόνη.
Ο Κόνερι έκανε «δικό του» τον χαρακτήρα, αναμιγνύοντας τη σκληρότητα με σαρδόνιο χιούμορ. Η πρώτη ταινία, ο «Δρ. Νο», σημείωσε τεράστια επιτυχία, στη Βρετανία και στο εξωτερικό.
Τζέιμς Μποντ (1962–1967, 1971, 1983)
Η εντυπωσιακή άνοδος του Κόνερι έγινε με τον ρόλο του μυστικού πράκτορα Τζέιμς Μποντ. Συνολικά πήρε μέρος σε επτά ταινίες Μποντ. Οι έξι ήταν παραγωγής της EON και μία ήταν ανεπίσημη αναπαραγωγή του Thunderball από την Warner Bros. Οι ταινίες αυτές είναι:
Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007, εναντίον Δόκτορος Νο (Dr No., 1962)
Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007: Από τη Ρωσία με αγάπη (From Russia with love, 1963)
Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007 εναντίον Χρυσοδάκτυλου (Goldfinger, 1964)
Επιχείρηση Κεραυνός (Thunderball, 1965)
Ζεις μονάχα δυο φορές (You only live twice, 1967)
Τα Διαμάντια είναι παντοτινά (Diamonds are forever, 1971)
Ποτέ μην ξαναπείς ποτέ (Never say never again, 1983) (ανεπίσημη)
Πρωταγωνίστησε επίσης, μαζί με τον στενό φίλο του, τον Μάικλ Κέιν, στην ταινία «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς», όμως τη δεκαετία του 1970 του έδιναν δεύτερους ρόλους, όπως στην ταινία «Οι υπέροχοι ληστές και τα κουλουβάχατα της ιστορίας».
Το 1987 κέρδισε το βραβείο Bafta, ερμηνεύοντας τον Ούλιαμ της Μπάσκερβιλ στην ταινία «Το όνομα του Ρόδου», μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ουμπέρτο Έκο.
Δείτε: Η βιβλιοθήκη με τα τριάντα χιλιάδες βιβλία του Ουμπέρτο Έκο (video) και η παρακαταθήκη μιας συγγραφικής ιδιοφυΐας
Και έναν χρόνο αργότερα, τιμήθηκε με το Όσκαρ καλύτερου δεύτερου ανδρικού ρόλου παίζοντας έναν Ιρλανδό αστυνομικό (αν και με σαφέστατη σκωτσέζικη προφορά) στους «Αδιάφθορους».
Στον «Ιντιάνα Τζόουνς» έπαιζε τον πατέρα του Χάρισον Φορντ, αν και ήταν μόνο 12 χρόνια μεγαλύτερός του, ενώ κατόπιν, στο πλάι του Νίκολας Κέιτζ στον «Βράχο», επέστρεψε στον ρόλο του «Βρετανού κατασκόπου».
Το 2006 του προτάθηκε ο ρόλος του Γκάνταλφ στον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», όμως εκείνος δήλωσε ότι κουράστηκε από την ηθοποιία μετά από 64 ταινίες και βαρέθηκε τους «ηλίθιους που γυρίζουν ταινίες στο Χόλυγουντ».
Η δημοτικότητά του δεν αμφισβητήθηκε ποτέ: στα 59 του το περιοδικό People τον ανακήρυξε «πιο σέξι» άνδρα του πλανήτη ενώ το 2013, σχεδόν δέκα χρόνια μετά τη «συνταξιοδότησή» του, ανακηρύχθηκε ο αγαπημένος ηθοποιός των Αμερικανών.
Ο Σον Κόνερι ήταν παντρεμένος από το 1975 με τη Γαλλίδα ζωγράφο Μισελίν Ροκμπρίν. Από τον πρώτο του γάμο, με την Νταϊάν Σιλέντο, απέκτησε έναν γιο, τον επίσης ηθοποιό Τζέισον Κόνερι.
Ο Σον Κόνερι, έπασχε από άνοια
«Ήταν ένας άνδρας υπόδειγμα»
01.11.2020
Ο Σον Κόνερι, έπασχε από άνοια και πέθανε «γαλήνια» στον ύπνο του, σύμφωνα με τη σύζυγό του, η οποία μίλησε στην ταμπλόιντ εφημερίδα «The Mail on Sunday.»
«Τουλάχιστον πέθανε στον ύπνο του και ήταν πολύ γαλήνιος. Ήμουν μαζί του διαρκώς και απλώς έσβησε. Αυτό ήθελε. Έπασχε από άνοια και αυτό είχε πραγματικά αρνητικές συνέπειες για τον ίδιο. Ήταν θαυμάσιος και ζήσαμε μαζί μια υπέροχη ζωή. Θα είναι πολύ δύσκολα χωρίς αυτόν, το ξέρω. Αλλά δεν μπορούσε να κρατήσει αιώνια και έφυγε γαλήνια», είπε η Γαλλίδα ζωγράφος Μισελέν Ροκμπρίν, η οποία ήταν ζευγάρι με τον σπουδαίο ηθοποιό από το 1975.
Η 91χρονη γαλλομαροκινή ζωγράφος γνώρισε τον Σκοτσέζο ηθοποιό το 1970 σε ένα τουρνουά γκολφ και έγινε η δεύτερη σύζυγός του. Ήταν ο άνδρας της ζωής της και έζησαν μαζί αγαπημένοι για 45 χρόνια: «Ήταν εντυπωσιακός και είχαμε μια υπέροχη ζωή μαζί. Ήταν ένας άνδρας υπόδειγμα. Θα είναι πολύ δύσκολο χωρίς αυτόν, το ξέρω. Αλλά (η ιστορία της υγείας του) δεν μπορούσε να διαρκέσει για πάντα και έφυγε ήρεμα».
Η σύζυγος του θρύλου της μεγάλης οθόνης, Σερ Σον Κόνερι, Μισελίν Ροκμπρίν αποχαιρέτησε τον ηθοποιό έντονα φορτισμένη αποκαλύπτοντας - όπως αναφέρει δημοσίευμα της Daily Mail - πώς οι τελευταίοι μήνες του ήταν δύσκολοι λόγω της άνοιας. Η Ροκμπρίν ήταν παντρεμένη με τον σταρ του Χόλιγουντ επί 45 χρόνια και ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Δεν ήταν ζωή γι’ αυτόν. Δεν ήταν σε θέση να εκφραστεί τελευταία. Τουλάχιστον πέθανε στον ύπνο του, "γλίστρησε" και έφυγε τόσο γαλήνια. Ήμουν μαζί του όλη την ώρα και απλά έφυγε. Ήταν αυτό που ήθελε». «Είχε άνοια και αυτό είχε επιπτώσεις πάνω του. Ικανοποιήθηκε η τελευταία του επιθυμία να φύγει ήσυχα».
Ο Κόνερι πέθανε περιστοιχισμένος από την οικογένειά του στο Νασάου, στις Μπαχάμες, όπου ζούσε το τελευταίο διάστημα. «Δεν ήταν καλά εδώ και κάποιο καιρό», είπε ο γιος του, ο Τζέισον Κόνερι, στο BBC.
Πολλοί κινηματογραφικοί αστέρες, όπως ο Πιρς Μπρόσναν και ο Τίμοθι Ντάλτον, που και οι δύο τους υποδύθηκαν τον Τζέιμς Μποντ στη μεγάλη οθόνη, αποχαιρέτισαν τον Σκωτσέζο ηθοποιό. Ο Σον Κόνερι «ήταν ένας από τους πραγματικά μεγάλους του κινηματογράφου, ο τελευταίος «007». Καθόρισε μια εποχή και ένα στιλ», τόνισε ο Ντάνιελ Κρεγκ.
Ο Αμερικανός ηθοποιός Κέβιν Κόστνερ, στο πλευρό του οποίου ο Κόνερι κέρδισε το Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου, στην ταινία «Οι αδιάφθοροι», υπογράμμισε την «απίστευτη καριέρα του». «Ήταν ο μεγαλύτερος σταρ με τον οποίο έχω συνεργαστεί», έγραψε στο Twitter.
Στις πέντε δεκαετίες της καριέρας του ο Σον Κόνερι κέρδισε ένα Όσκαρ, δύο Μπάφτα και τρεις Χρυσές Σφαίρες.
Η πρώτη επίσκεψή του στην Ελλάδα, το δέος μπροστά
στον Παρθενώνα και το εξοχικό στο Πόρτο Χέλι
Ο ενθουσιασμένος Σον Κόνερι ανάμεσα
στον Βαγγέλη Παπαθανασίου και τον
Ζυλ Ντασέν που τον συνόδευσαν
στην παρθενική του επίσκεψη στην Ακρόπολη
Άγνωστα περιστατικά και σπάνιες φωτογραφίες
από τον χειμώνα του 2001 που ο κορυφαίος ηθοποιός
ήρθε για πρώτη φορά στη χώρα μας. protothema.gr
«Ω Θεέ μου, τί απίθανος μέρος…! Γιατί άργησα τόσο να έρθω»: Αυτά τα λόγια αναφώνησε ενθουσιασμένος και συγκινημένος συνάμα, έχοντας σηκώσει τα χέρια ψηλά και κοιτώντας προς τον ουρανό, ο Σον Κόνερι, όταν αντίκρυσε για πρώτη φορά στη ζωή του, από κοντά, τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Ήταν Ιανουάριος του 2001 και ο σπουδαίος ηθοποιός, ο καλύτερος Τζέιμς Μποντ όλων των εποχών βρισκόταν ενώπιον του κορυφαίου μνημείου της αρχαίας ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και του παγκόσμιου πολιτισμού, έχοντας στο πλευρό του τον διεθνούς φήμης Έλληνα καλλιτέχνη και στενό του φίλο Βαγγέλη Παπαθανασίου αλλά και τον σκηνοθέτη και σύζυγο της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη Ζυλ Ντασσέν.
Η πρώτη εκείνη επίσκεψή του στην Ελλάδα, η οποία έγινε με την αφορμή των εγκαινίων της έκθεσης της ζωγράφου συζύγου του Μισλίν Ροκμπρίν – Κόνερι, στον πολυχώρο «Αθηναϊς», στάθηκε αρκετή για να κάνει τον διάσημο και πολυταξιδεμένο ηθοποιό να ερωτευτεί ακαριαία την Ελλάδα, την ιστορίας της, τα μνημεία της, τις μοναδικές ομορφιές της. Κατά την διάρκεια της διαμονής του στη χώρα μας, εξάλλου, είχε την ευκαιρία να ξεναγηθεί επίσης στους εντυπωσιακούς αρχαιολογικούς χώρους των Δελφών και της Αρχαίας Ολυμπίας αλλά και να μυηθεί στην κατανυκτική ατμόσφαιρα του Αγίου Όρους.
Το σπινθηροβόλο εκείνο βλέμμα του, ωστόσο, που έλαμψε όταν πρωτοαντίκρισε, με κομμένη την ανάσα, τον Παρθενώνα ξεπερνούσε ακόμη και τις καλύτερες σκηνές του θρυλικού πράκτορα Τζέημς Μποντ που με τόση επιτυχία υποδύθηκε επί σειρά ετών.
Και φυσικά δεν μπορούσε να μην ξαφνιαστεί δυσάρεστα από την απουσία των Γλυπτών αριστουργημάτων που έλειπαν από την θέση τους. Φρόντισε μάλιστα να περάσει, σε ολόκληρο τον κόσμο, ένα ηχηρό μήνυμα για την επιστροφή τους: «Η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα θα πρέπει να είναι ένας κοινός σκοπός όλων των χωρών που θα συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004. Μέχρι να ξεκινήσουν οι Αγώνες πρέπει να βρίσκονται στη θέση τους, εκεί που ανήκουν» θα δηλώσει με έμφαση στους δημοσιογράφους συμπληρώνοντας: «Οι Βρετανοί είχαν τα Γλυπτά για δύο αιώνες. Τώρα πρέπει να τα επιστρέψουν».
Δείτε: Το Βρετανικό μουσείο της βαρβαρότητας και το ιστορικό των κλεμμένων γλυπτών από τον Έλγιν
Ο κορυφαίος ηθοποιός είχε συζητήσει διεξοδικά, λίγο νωρίτερα, το σημαντικό θέμα των Γλυπτών με τον τότε υπουργό Πολιτισμού κ. Ευάγγελο Βενιζέλο τον οποίο είχε διαβεβαιώσει πως θα στηρίξει με όλες του τις δυνάμεις το δίκαιο αίτημα της Ελλάδας.
Ο Σον Κόνερι με την σύζυγό του σε γνωστή ψαροταβέρνα της Γλυφάδας
Τρία χρόνια αργότερα, λίγους μήνες πριν την επίσημη έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, ο Σον Κόνερι θα βρεθεί και πάλι στην Αθήνα, θα επισκεφθεί τις Ολυμπιακές εγκαταστάσεις ενώ θα έχει, παράλληλα, μία θερμή συνάντηση με την επικεφαλής του Οργανισμού Αθήνα 2004 κ. Γιάννα Αγγελοπούλου Δασκαλάκη. «Είμαι σίγουρος ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας θα είναι μια τεράστια επιτυχία, θα είναι διαφορετικοί γιατί η Ελλάδα είναι διαφορετική» είχε προβλέψει ο ίδιος τότε.
Τα λαμπερά εγκαίνια της έκθεσης της συζύγου του
Εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ του Γενάρη του 2001 η περιοχή του Βοτανικού, η οποία είναι συνήθως ήσυχη τις νυχτερινές ώρες, έσφυζε από κίνηση, ζωή, φωνές και λαμπερές παρουσίες. Έξω από το εντυπωσιακό κτίριο του πολυχώρου «Αθηναϊς» γινόταν το αδιαχώρητο με περίπου 2000 κόσμου να περιμένει μέσα στο κρύο και τη βροχή.
Επισήμως, το τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς ήταν η Μισλίν Ροκμπρίν – Κόνερι, η οποία παρουσίαζε τα νέα ζωγραφικά της έργα στο πλαίσιο μιας νέας έκθεσης. Αναμφισβήτητος πρωταγωνιστής της βραδιάς, όμως, όσο άδικο κι αν ήταν αυτό για την ζωγράφο, ήταν ο πασίγνωστος σύζυγό της – ανάμεσα στα έργα της υπήρχαν και δύο πορτρέτα του - ο ένας και μοναδικός Σον Κόνερι που πατούσε για πρώτη φορά το πόδι του ελληνικό έδαφος.
Ο Σον Κόνερι στο πλευρό της συζύγου του κατά την
διάρκεια επίσκεψής τους στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
Δείτε: Κυκλαδική Κοινωνία, 5000 Χρόνια Πριν: Cycladic Society, a Video Poem - Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
Όσες προσπάθειες κι αν έκανε ο ίδιος εκείνο το βράδυ να «παίξει» δεύτερο ρόλο, αποδείχτηκαν άκαρπες. Όλα τα βλέμματα, όλες οι κάμερες, όλα τα φλας ήταν κολλημένα επάνω του καθ’ όλη την διάρκεια των εγκαινίων. Φορώντας ένα κομψό κοστούμι και παρά τα 71 του, τότε, χρόνια εντυπωσίασε τους πάντες με την απαράμιλλη, διαχρονική γοητεία του, το ευγενικό χαμόγελο του, εκείνο το αινιγματικό χαμόγελο που έχει ταυτιστεί με τον δαιμόνιο Πράκτορα 007. Η Αθήνα υποδέχτηκε τον καλύτερο Τζέιμς Μποντ όλων των εποχών με ενθουσιασμό, θαυμασμό και πολύ αγάπη.
Η πανέμορφη εξοχική κατοικία του Σον Κόνερι στο Πόρτο Χέλι
Την ολόθερμη αυτή υποδοχή σε συνδυασμό με τα υπέροχα ελληνικά τοπία που τον μάγεψαν κατά την διάρκεια της επίσκεψής του στη χώρα μας ήταν, προφανέστατα, ο λόγος που του δημιούργησαν την επιθυμία να αποκτήσει το δικό του προσωπικό καταφύγιο στην χώρα μας, όπως εξάλλου έχουν κάνει και αρκετοί ακόμη σταρ του Χόλυγουντ.
Ανάθεσε λοιπόν στους συνεργάτες του να του βρουν μία βίλα στο Πόρτο Χέλι, μια περιοχή με πολλά πλεονεκτήματα, προκειμένου να απομονώνεται και να ξεκουράζεται όταν δεν βρίσκεται στο φως της δημοσιότητας. Το σπίτι βρέθηκε, ο Σον Κόνερι το αγόρασε και κάπως έτσι πραγματοποίησε ένα μεγάλο του όνειρο: να αποκτήσει ένα μικρό κομμάτι γης στην Ελλάδα, την χώρα που ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά!
Η «Ιθάκη» του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη
Σε μια συγκλονιστική απαγγελία της «Ιθάκης» του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη με μουσική επένδυση του διεθνούς φήμης μουσικοσυνθέτη Βαγγέλη Παπαθανασίου, είχε προχωρήσει το 2004 ο Σον Κόνερι, ο οποίος απεβίωσε σήμερα σε ηλικία 90 ετών.
«Είναι μια υπέροχη ιστορία, από τις ωραιότερες που έχω συναντήσει και κάτι πολύ διαφορετικό απ’ ό,τι έχω διαβάσει», είχε πει για την «Ιθάκη», ενώ για τον Καβάφη είχε τονίσει ότι «είναι σοφός, απλός, που είναι ο καλύτερος τρόπος να ακολουθεί κανείς και απευθύνεται πραγματικά στον κόσμο».
Το cd με την ώριμη απαγγελία του Σον Κόνερι, συνόδευε το βιβλίο της συζύγου του Μισελίν Ροκμπρίν – Κόνερι «A journey icolour» (εκδόσεις Αθηναΐς), το οποίο περιελάμβανε ζωγραφικά της έργα, μια ματιά στις στιγμές της καθημερινότητας μέσα από τη ζωγραφική.
Όλα τα έσοδα και τα δικαιώματα του Σον Κόνερι, της Μισελίν Κόνερι και του Βαγγέλη Παπαθανασίου από τις πωλήσεις του βιβλίου και του cd, είχαν διατεθεί στον φιλανθρωπικό σύλλογο «Οι φίλοι του παιδιού».
by Sophia Ntrekou.gr με πληροφορίες:
ΑΠΕ-ΜΠΕ, Wikipedia, Google/photos
ΑΠΕ-ΜΠΕ, Wikipedia, Google/photos
Video: Ithaca C. P. Cavafy | Recitation
by Sean Connery - Music by Vangelis
Βιντεο / αφιέρωμα στον Σον Κόνερι
OPEN TV Έφυγε από τη ζωή ο Σον Κόνερι
Κεντρικό Δελτίο Ειδήσεων 31/10/2020
Σον Κόνερι: Από υπάλληλος γραφείου τελετών,
παγκόσμιος σταρ του κινηματογράφου
Κεντρικό Δελτίο Ειδήσεων 31/10/2020
παγκόσμιος σταρ του κινηματογράφου
Ταινία: «Γυναίκα από άχυρο» (Woman of Straw) 1964 ‧ Θρίλερ/Έγκλημα ‧ 2 ώ. 2 λ. Σκηνοθεσία του Basil Dearden Σύνθεση μουσικής: Νόρμαν Πέρσιβαλ, Muir Mathieson
Ο κινηματογράφος συνεχίζει να εκπλήσσει με ταινίες περασμένων δεκαετιών. Πάντα υπάρχει κάτι που είχε διαφύγει και το οποίο έρχεται να προσθέσει πρωτότυπες σεναριακές πτυχές και εξαιρετικές ερμηνείες. Αυτό συνέβη πρόσφατα με την «Γυναίκα από άχυρο» του Μπέιζιλ Ντήρντεν. Μια Βρετανική παραγωγή όχι ιδιαίτερα γνωστή στη χώρα μας, με πολύ καλό καστ και ερμηνείες.
Ο Σον Κόνερι υποδύεται τον εποφθαλμιούντα την τεράστια περιουσία του θείου του. Με ίντριγκες και ένα σατανικό σχέδιο, επιχειρεί να τον παντρέψει με μια νοσοκόμα, για να καταχραστεί μέρος των καταθέσεων του. Το πλάνο έχει σαν πρωταγωνίστρια την Τζίνα Λολομπριτζίτα, σε ρόλο μοιραίας υποψήφιας συζύγου του δύστροπου εκατομμυριούχου Ραλφ Ρίτσαρτσον, ο οποίος είναι καταπληκτικός. Υπέροχη ερμηνεία. Πολύ καλό φιλμ μυστηρίου, με πλοκή και συναίσθημα.
Υπόθεση: Όταν ο φιλόδοξος και γοητευτικός Τόνι Ρίτσμοντ (Sean Connery) μαθαίνει πως ο θείος του, ο αδίστακτος και εκκεντρικός εκατομμυριούχος, Τσαρλς Ρίτσμοντ (Ralph Richardson) σκοπεύει να κληροδοτήσει τη περιουσία του σε ιδρύματα, αποφασίζει να αναλάβει δράση. Ωθούμενος από μια βαθιά απέχθεια για τον θείο του που πηγάζει από τη παιδική του ηλικία, ο Τόνι δεν διστάζει να καταστρώσει ένα περίπλοκο σχέδιο, και να εμπλέξει σ' αυτό τη Μαρία Μαρτσέλο (Gina Lollobrigida), τη νεαρή Νοσοκόμα του θείου του, που προσλήφθηκε πρόσφατα. Αυτή διστακτικά συμφωνεί να επιδιώξει μια προσωπική σχέση με τον εργοδότη της και να τον πείσει να αλλάξει τη Διαθήκη. Όμως, ο απρόσμενος θάνατος του μεγιστάνα γίνεται εμπόδιο τόσο στην απόκτηση της κληρονομιάς όσο και στη διαφυγή τους, αφού τώρα η Μαρία είναι ο κεντρικός ύποπτος για το φόνο.
Βασισμένο στο αστυνομικό μυθιστόρημα της Κάθριν Άλεϋ, το "Woman of Straw" αποτελεί ένα υποδειγματικό βρετανικό θρίλερ, που δίνει έμφαση στους χαρακτήρες, στην αγωνία και στα προσωπικά τους διλήμματα. Όταν αυτοί οι χαρακτήρες ερμηνεύονται από ηθοποιούς με το ταλέντο και τη γοητεία των Sean Connery (στο απόγειο της καριέρας του ως Τζέιμς Μποντ) και Gina Lollobrigida (σ' έναν από τους καλύτερους ρόλους της έξω από την Ιταλία), και έχουν ως "θέατρο" το πανέμορφο μεσογειακό τοπίο, τόσο το καλύτερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου