Οι Επικήδειοι, η ΚΗΔΕΙΑ, το τελευταίο αντίο
η τελετή αποχαιρετισμού στην Εξόδιο Ακολουθία
για τον Μίκη Θεοδωράκη (Αφιέρωμα Video)
Το τελευταίο αντίο με ένα λουλούδι και πολλά τραγούδια
Κλίνοντας Γόνυ στον μεγάλο Οικουμενικό Έλληνα
Υπό βροχή, με πλήθος κόσμου έξω από τη Μητρόπολη Αθηνών για το τελευταίο αντίο στον Μίκη Θεοδωράκη, πριν η σορός μεταφερθεί στην τελευταία του κατοικία στον Γαλατά Χανίων.
Χιλιάδες οι πολίτες για να αποτίσουν φόρο τιμής, μ’ ένα λουλούδι και με τα τραγούδια του στο στόμα. στο τριήμερο λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσιο του Αγίου Ελευθερίου στην Μητρόπολη Αθηνών να συρρέει για να αποτίσει φόρο τιμής στον μεγάλο δημιουργό.
Δείτε βίντεο: Συγκίνηση έξω από τη Μητρόπολη της Αθήνας
Με χειροκροτήματα και τραγουδώντας δικά του τραγούδια υποδέχθηκε το πλήθος που είχε από νωρίς συγκεντρωθεί έξω από τη Μητρόπολη Αθηνών, τη σορό του Μεγάλου Έλληνα Μίκη Θεοδωράκη. Η σορός του έφθασε στο παρεκκλήσι του Αγίου Ελευθερίου με καθυστέρηση σχεδόν δύο ωρών, λόγω και νέας εμπλοκής, που αφορούσε αυτή τη φορά τα γραφεία τελετών.
Στο σημείο υπάρχουν και αστυνομικοί προκειμένου να τηρηθούν τα μέτρα προστασίας για τον κορωνοϊό. Οι περισσότεροι κρατούν ένα λουλούδι ή μια ανθοδέσμη και περιμένουν με υπομονή να αποχαιρετίσουν τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη.
Αν όλοι οι τόποι, από τους οποίους πέρασε ο Μίκης, είχαν φωνή, αν έπρεπε να διαλέξουν έναν στίχο για να τον αποχαιρετίσουν, αν επέλεγαν ένα τραγούδι για το ξόδι του, είμαι σίγουρη πως δεν θα ήταν άλλο από αυτό, σε μουσική δική του και σε ποίηση του φίλου του Γιάννη Ρίτσου:
Γλυκέ μου εσύ δε χάθηκες, ωιμέ,
μέσα στις φλέβες μου είσαι.
........στις φλέβες ολουνών
καημέ έμπα βαθιά και ζήσε.
Αφιέρωμα videos by Αέναη επΑνάσταση
ΒΙΝΤΕΟ: Από την Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου
ΒΙΝΤΕΟ: Από την Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου
ξεκίνησε το τριήμερο λαϊκό προσκύνημα.
Ανάμεσά τους ξεχώρισε λίγο πριν το τελευταίο «αντίο», ο μικρός Αναστάσης ο οποίος τραγούδησε δύο από τα πιο γνωστά τραγούδια του σπουδαίου Μίκη Θεοδωράκη. «Λίγο ακόμα να σηκωθούμε, λίγο ψηλότερα» και το «Σώπα όπου να 'ναι θα σημάνουν οι καμπάνες» αποχαιρετώντας με τον δικό του τρόπο τον Μίκη Θεοδωράκη.
Το συγκεντρωμένο πλήθος τιμά τον Μίκη Θεοδωράκη
τραγουδώντας τα δικά του κομμάτια, που ανέθρεψαν
πολιτικά και μουσικά γενιές ολόκληρες.
Στον ναό βρίσκονται η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Αλέξης Τσίπρας, η Φώφη Γεννηματά, ο Δημήτρης Κουτσούμπας, η Μαρία Φαραντούρη, ο Βασίλης Βασιλικός, ο Γιώργος και η Άννα Νταλάρα, η Αλέκα Παπαρήγα, ο Νίκος Βούτσης, η Σοφία Σακοράφα, ο Παύλος Γερουλάνος, ο Γιώργος Λιάνης, ο Κώστας Λαλιώτης, ο Κυριάκος Βελόπουλος, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Κώστας Μπακογιάννης, η Μαριάννα Βαρδινογιάννη και πρέσβεις ξένων χωρών, ενώ δίπλα στο φέρετρο βρίσκεται η οικογένεια του Μίκη Θεοδωράκη.Ανάμεσά τους ξεχώρισε λίγο πριν το τελευταίο «αντίο», ο μικρός Αναστάσης ο οποίος τραγούδησε δύο από τα πιο γνωστά τραγούδια του σπουδαίου Μίκη Θεοδωράκη. «Λίγο ακόμα να σηκωθούμε, λίγο ψηλότερα» και το «Σώπα όπου να 'ναι θα σημάνουν οι καμπάνες» αποχαιρετώντας με τον δικό του τρόπο τον Μίκη Θεοδωράκη.
Το συγκεντρωμένο πλήθος τιμά τον Μίκη Θεοδωράκη
τραγουδώντας τα δικά του κομμάτια, που ανέθρεψαν
πολιτικά και μουσικά γενιές ολόκληρες.
► ΔΕΙΤΕ: Ο Παγκόσμιος Ελληνικός Μύθος Μίκης Θεοδωράκης πέρασε στην Αθανασία ...Τέλος Εποχής
«Όλοι μαζί, όλες οι ηλικίες κι όλες οι γενιές αποχαιρετάμε
σήμερα, τον Έλληνα και οικουμενικό, πατριώτη και διεθνή,
Μίκη Θεοδωράκη, σύμβολο και παράδειγμα μαζί» η Πρόεδρος
της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, κατά την τελετή
αποχαιρετισμού του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη.
Ολόκληρη η ομιλία της Προέδρου της
Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου
Σήμερα αποχαιρετάμε τον Μίκη Θεοδωράκη, όλοι μαζί, όλες οι ηλικίες κι όλες οι γενιές. Και αυτές που μοιράστηκαν μαζί του βιωμένες εμπειρίες, και αυτές που εισέπραξαν τα τραγούδια του σαν ένα κάλεσμα για την υπέρβαση του ατομικού και τη συνάντηση με τους άλλους· σαν ένα κώδικα που υπερέβαινε τις συγκυρίες, σηματοδοτώντας την αντίσταση, την ελπίδα, τη συντροφικότητα, τη συλλογική διεκδίκηση· σαν ένα μήνυμα ελευθερίας. Και μαζί με τους μεγαλύτερους, τον αποχαιρετούν και οι νεότερες γενιές, τα παιδιά και οι έφηβοι. Γιατί και οι νέοι μας συγκινούνται όταν τραγουδούν το «Ένα το χελιδόνι» στα σχολειά τους, παρασυρμένοι από τον εγερτήριο άνεμο που διαπερνά τους στίχους και τη μουσική. Εκείνο τον σχεδόν μεταφυσικό άνεμο-ζωοδότη μιας εποχής οδύνης αλλά και ανάτασης, αγώνων και μεγάλων οραμάτων.
Τον αποχαιρετούν οι άνθρωποι, αλλά και οι τόποι. Οι τόποι που τους έζησε σαν δωρεά, τόποι μυρωμένοι των παιδικών του χρόνων, η Χίος, η Μυτιλήνη, τα Γιάννενα, το Αργοστόλι, ο Πύργος, η Πάτρα, η Τρίπολη, όπου και έδωσε την πρώτη του συναυλία σε ηλικία 17 ετών με το έργο του «Κασσιανή»· οι τόποι της νιότης του – η Αθήνα, τα Χανιά, η Αλεξανδρούπολη – και της διεθνούς του αναγνώρισης: από το Παρίσι ως τη Μόσχα, από το Τελ Αβίβ ως τη Στοκχόλμη, από το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη ως την Αβάνα. Αλλά και οι τόποι της εξορίας, η Ικαρία, η Μακρόνησος, η Ζάτουνα της Αρκαδίας, ο Ωρωπός, τους οποίους ο συνθέτης μετέτρεψε σε εστίες δημιουργικής έμπνευσης, καταφέρνοντας έτσι να ακυρώσει έμπρακτα τη φίμωσή του.
Ο Μίκης Θεοδωράκης επέδρασε καταλυτικά στο αισθητικό, το ηθικό, το πολιτικό μας φρόνημα. Δημιούργησε ένα ιδιαίτερο μουσικό σύμπαν, μέσα από τον πλούσιο συγκερασμό δημοτικής παράδοσης και βυζαντινού μέλους, λαϊκού τραγουδιού και σύγχρονων αρμονικών κατακτήσεων, θέλοντας να εκφράσει, καθώς έγραφε το 1972, «την απέραντη ευαισθησία και το ένθεο πάθος του λαού μας».
Έβαλε τους στίχους των ποιητών μας στο στόμα του καθένα από μας και τους έκανε κοινό μας κτήμα, σε τέτοιο, μάλιστα, βαθμό, «ώστε ακούγοντας ένα τραγούδι, να μη μπορείς να φανταστείς τη μουσική με άλλο κείμενο, ούτε όμως και το ποίημα με διαφορετική μουσική», όπως σημείωνε ο ίδιος. Έδωσε ρωμαλέα αγωνιστικότητα στο ελληνικό τραγούδι, δραματική διάσταση στις επικές του συνθέσεις, λυρική ομορφιά και υπόρρητη μελαγχολία στις μπαλάντες του.
Έλληνας και οικουμενικός, πατριώτης και διεθνής, ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε σύμβολο και παράδειγμα μαζί. Σύμβολο της υπεύθυνης ατομικής στάσης απέναντι στα σκληρά αιτήματα της Ιστορίας, συνέδεσε το όνομά του, ήδη από τα πρώτα του νιάτα, με το ΕΑΜ και την αντίσταση την περίοδο της ναζιστικής Κατοχής. Με την πολιτική και πολιτιστική έκρηξη της δεκαετίας του εξήντα, με τους Λαμπράκηδες και το κίνημα της ειρήνης, με την αντιδικτατορική δράση εναντίον της χούντας των συνταγματαρχών.
Στη μεταπολίτευση, υπερασπίστηκε σθεναρά τη «λύση Καραμανλή», την ενότητα της αριστεράς, την υπόθεση της Κύπρου, την εθνική συμφιλίωση. Παράδειγμα θάρρους στην έκφραση γνώμης και τόλμης στη διατράνωση των πιστεύω του, αψήφησε διώξεις, συλλήψεις, εκτοπισμούς, διαψεύσεις, πικρίες – το βαρύ προσωπικό κόστος της συνέπειάς του ως πνευματικού πρωτοπόρου στο ηθικό χρέος απέναντι στην πατρίδα και τους ανθρώπους της, όπως το αντιλαμβανόταν και το όριζε ο ίδιος.
Διακινδύνευσε για χάρη των κοινών, προσφέρθηκε στον διάλογο και στην κριτική, αντιστάθηκε στις δεσμεύσεις του μύθου του. Υπόδειγμα της διάχυσης του εαυτού μέσα στα πολλά πρόσωπα της κοινωνίας, κινήθηκε με την ίδια άνεση και ζωντάνια στους πιο διαφορετικούς κοινωνικούς χώρους, είτε ανάμεσα στους συγχωριανούς του και τους φίλους του από τα παλιά, είτε ανάμεσα σε πολιτικούς ηγέτες παγκόσμιου βεληνεκούς. Τόσο η δημιουργία όσο και η πολιτική του στάση καθορίστηκαν πάντοτε από την πεποίθηση ότι ποιητική ύλη και ποιοτική αλήθεια μπορεί να βρει ο καλλιτέχνης στους κόλπους του λαού· και ότι χωρίς την πίστη στον λαό του κανείς δημιουργός δεν μπορεί να ανοίξει τα φτερά του στον κόσμο.
Άνθρωπος της πράξης και ταυτόχρονα ρομαντικά υπερβατικός, κατάφερε, ως το τέλος της ζωής του, να ηλεκτρίζει με την παρουσία του το συναίσθημα όλων μας. Μολονότι πολιτικά υπήρξε μοναχικός –«μόνος, ανένταχτος, ανεξάρτητος, αυτοστρατευμένος», αυτοχαρακτηριζόταν– δεν πρόδωσε ποτέ τις τρεις δεσπόζουσες της ζωής του: την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας, την απαίτηση για κοινωνική δικαιοσύνη, την αφοσίωση στα υψηλά προτάγματα της τέχνης του. Έγινε έτσι ένας παιδαγωγός του έθνους, που με την πολιτισμική και κοινωνική του παρέμβαση άλλαξε την Ελλάδα και τον καθένα μας με τρόπο πιο έμμεσο αλλά και πιο βαθύ απ’ όσο μπορούμε να διαγνώσουμε σήμερα.
Μαχητικός, χειμαρρώδης, ακατάβλητος, διέρρηξε τα όρια της εθνικής μας μοναξιάς, της ηττοπάθειας, της αποθάρρυνσης, και συνταιριάζοντας το εθνικό με το πανανθρώπινο, έδειξε έναν δρόμο για τη σφυρηλάτηση της νεοελληνικής μας ταυτότητας. Μας έδωσε τον ανεκτίμητο μίτο της μουσικής του για να τον ξετυλίξουμε, να βγούμε στο ξέφωτο της δημοκρατίας και να μετατρέψουμε το σάλπισμά του σε πράξη και Πολιτεία, λογοδοτώντας στην ιστορία μας.
Δηλώνοντας παρών σε κάθε καμπή της εθνικής μας περιπέτειας, πάντα μεταβολίζοντας την ιστορική στιγμή μέσα από τα χαρακτηριστικά της ξεχωριστής, έντονης προσωπικότητάς του, σφράγισε ανεξίτηλα την ελληνική ζωή. Κι αν έγινε, και θα παραμείνει εσαεί, κραταιό πολιτισμικό σύμβολο είναι γιατί στο πρόσωπο και στη δημιουργία του συναιρέθηκαν μερικά από τα πιο ενθουσιώδη, οιστρήλατα, οραματικά στοιχεία της νεοελληνικής ιδιοπροσωπίας.
Με σεβασμό και συγκίνηση, εκ μέρους όλων των Ελλήνων, αποχαιρετώ τον Μίκη Θεοδωράκη. Θα είναι πάντα εδώ, ένα άνθος φυτρωμένο στην ώριμη μνήμη όλων μας.»
Δημήτρης Κουτσούμπας: «Έφερες την ποίηση
στο τραπέζι του λαού, πλάι στο ποτήρι και το
ψωμί του». Μίκη όπως ήθελες θα γίνει.
Θα τον σηκώσουμε τον ήλιο πάνω
από την Ελλάδα, πάνω από τον κόσμο
Ο επικήδειος Λόγος του Δημήτρη Κουτσούμπα
«”Βροντάνε στράτες κι αγορές” μετά την είδηση του χαμού σου, αγαπημένε μας Μίκη. Πλήθος ανθρώπων από όλες τις ηλικίες, απ’ όλες τις γενιές βρίσκονται τις τρεις αυτές μέρες εδώ για να σε αποχαιρετήσουν. Σεμνά, μα όχι βουβά. Με τα τραγούδια σου σε αποχαιρετάμε, όπως αξίζει σε εκείνους που λεβέντικα ροβόλισαν τον κόσμο. Και ένας ψίθυρος περνά από στόμα σε στόμα: “Χωρίς τον Μίκη θα ήμασταν αλλιώς”. Και έτσι είναι. Χωρίς εσένα θα ήμασταν αλλιώς.
Φράγμα μεγαλόπρεπο στη λήθη, ένα δοξαστικό στην εποποιία του λαού μας τον 20ο αιώνα, είναι το έργο σου. Αποστόμωσε όσους προσπαθούν να μαυρίσουν τη μνήμη της, διόρθωσε τα ψέματα, έκανε έναν ολόκληρο λαό να νιώθει περηφάνια για την κληρονομιά του και θαυμασμό για εκείνους που με τον αγώνα τους την τιμούν και προσπαθούν να τη μεγαλώσουν. Ορμητική, επαναστατική, φλογισμένη από το πάθος, μια κατάφαση είναι η μουσική σου ότι ο κόσμος μας χρειάζεται και μπορεί ν’ αλλάξει.
Με το αστραφτερό σπαθί της, εκτοπίζοντας τον φόβο, την ηττοπάθεια, την αδιαφορία, σαλπίζει νέο ξεκίνημα, πυρπολεί τα όνειρα, «πολιορκεί το “κοίταζε τη δουλειά σου”», γεμίζει με ήλιο τις καρδιές. Μας έδειξες τη δύναμη του ελληνικού λαού, τη δύναμη των λαών του κόσμου. Χωρίς αμφιβολία ήξερες καλά να εδραιώνεις την πίστη πως το δίκιο, η ειρήνη, η ευτυχία, είναι πράγματα κατορθωτά. Όσο ρωμαλέα και στιβαρά αναμετριέται η τέχνη σου με την αδικία, τόσο τρυφερά και απαλά ξέρει να θωπεύει τα όμορφα και τα καλά στη ζωή και τον κόσμο.
Έσμιξες “τους τρανούς αητούς με τους χρυσούς αγγέλους”, μαθαίνοντάς μας πως για να είσαι δυνατός, πρέπει να είσαι ευαίσθητος. Με ιερή αφοσίωση καλλιέργησες αυτή την ευαισθησία μας, μάς έμαθες, πως μέσα στις καταιγίδες, μπορούμε να κρατηθούμε από ένα λουλούδι. Είχες εμπιστοσύνη στο λαό. Πίστευες, κι όχι άδικα, πως μόνο ο λαός μπορεί να κατανοήσει και να κατακτήσει τα ανώτερα δημιουργήματα του ανθρώπου, τέτοια όπως η τέχνη, η ποίηση, η μουσική. Αρκεί να του δώσει κάποιος τα κλειδιά. Γι’ αυτό δεν μελοποίησες μόνο έξοχα τον ποιητικό λόγο, χωρίς να τον προδίδεις. Τον αναδημιούργησες και τον παρέδωσες με εκείνη τη μορφή που μπαίνει κατ’ ευθείαν στη λαϊκή ψυχή.
“Έφερες την ποίηση στο τραπέζι του λαού, πλάι στο ποτήρι και το ψωμί του”, όπως έγραφε για σένα ο Γιάννης Ρίτσος. Δεν είναι μόνο ο “Επιτάφιος”, η ανεπανάληπτη αυτή συνομιλία της μουσικής σου με την ποίηση του Ρίτσου, που μέσα και από τις συγκλονιστικές ερμηνείες του Μπιθικώτση και του Χιώτη, έγινε ένας διαχρονικός λαϊκός θρήνος και ύμνος μαζί στον θάνατο που γονιμοποιεί το μέλλον. Πέτυχες να μιλήσεις με την υψιπετή ποίηση στη λαϊκή ψυχή, ακόμα και μέσα από απαιτητικές και ασυνήθιστες στο λαϊκό αυτί μουσικές φόρμες, όπως αυτές
στο «Άξιον Εστί» του Ελύτη,
στο «Επιφάνεια – Αβέρωφ» του Σεφέρη,
στο «Πνευματικό Εμβατήριο» του Άγγελου Σικελιανού,
στο «Κάντο Χενεράλ» του Πάβλο Νερούδα κ.ά.
Δίχως άλλο, χωρίς εσένα οδηγητή και πρωτεργάτη αυτής της νέας τέχνης, η μουσική θα ήταν αλλιώς. Βαθύς ποταμός, ακόμα ανεξερεύνητος είναι το έργο σου. Σ’ αυτό συνυπάρχουν όλα σχεδόν τα είδη της μουσικής: Από τους λαϊκούς δρόμους και το δημοτικό τραγούδι ως την αρχαία τραγωδία, το βυζαντινό μέλος, τη συμφωνική μουσική, το κλασσικό τραγούδι, τα ορατόρια.
Σου το χρωστάμε λοιπόν, να φροντίσουμε να ανοιχτούν διάπλατα στον κόσμο όλοι οι θησαυροί της μουσικής σου. Σου το χρωστάμε να συνεχίσουμε να διεκδικούμε το μεγάλο όνειρό σου να φτάσουν στο λαό οι θησαυροί σε όλη την ιστορία της μουσικής, μέχρι αυτό ατόφιο να εκπληρωθεί σε μια ανώτερη μορφή κοινωνίας, όπου όλα τα μέλη της θα μπορούν να κατανοούν και να απολαμβάνουν την τέχνη. Ακόμα και το πιο δύσκολο και αφηρημένο είδος της, τη μουσική, αυτή την τέχνη που από μικρό παιδί, από τότε που πρωτάκουσες την 9η Συμφωνία του Μπετόβεν, σου πήρε το μυαλό και σ’ έκανε να βλέπεις με τα μάτια της τον κόσμο.
«Οι αγώνες και η μουσική είναι τόσο δεμένα πια μέσα μου, ώστε δεν μπορώ να φανταστώ ούτε αγώνες χωρίς τραγούδι, ούτε τραγούδι χωρίς αγώνα» έλεγες. Σ’ όλη τη ζωή σου με το ένα χέρι κρατούσες το τουφέκι και με το άλλο τις παρτιτούρες σου. Και αυτό δεν είναι αλληγορία. Μέχρι και στη Μακρόνησο, σ’ αυτό τον εφιαλτικό τόπο των μαρτυρίων, εσύ έγραφες μουσική. Εκεί έγραψες και το πρώτο συμφωνικό έργο σου, τη Συμφωνία για τη Μακρόνησο.
Εκεί κατάλαβες πόσο ευεργετική είναι η δημιουργία, όταν πρέπει να αντέξεις τον πόνο και την κτηνωδία, πόσο ευγενική γίνεται για τους γενναίους, αυτούς που μένουν όρθιοι και δε χαμηλώνουν το βλέμμα τους. Στο ερώτημα για ποιόν δημιουργείς, πάντα απαντούσες: Για το λαό.
«Και όταν ακόμα συνθέτω συμφωνικά έργα πάντοτε έχω στο νου μου το λαό. Φιλοδοξώ να γίνω κατανοητός από τους απλούς εργαζόμενους ανθρώπους, γιατί έχω πίστη ότι αυτοί αποτελούν τη βασική δύναμη που σπρώχνει μπροστά την ιστορία», είχες δηλώσει όταν σου απονεμήθηκε το βραβείο Λένιν. Κι έπειτα πάλι συνήθιζες συχνά να επαναλαμβάνεις πως “Ό,τι φτιάξαμε το πήραμε από το λαό και στο λαό το επιστρέφουμε”. Και δεν ήταν σεμνοτυφία.
Είχες βαθιά συνείδηση ότι για το προσωπικό καλλιτεχνικό σου επίτευγμα, σπουδαίο ρόλο έπαιξε η εποχή σου, ότι στον ιδιαίτερο τρόπο της τέχνης σου, αντανακλούσαν οι πράξεις του λαού. Αυτό άλλωστε είναι το μυστικό της μεγάλης, της αληθινής τέχνης, της τέχνης που συλλαμβάνει τον σφυγμό της εποχής και αφουγκράζεται το επερχόμενο. Να αντλεί τη δύναμή της από την ανθρωπιά, από τα βάσανα, τους καημούς, τις μνήμες και τις ελπίδες του λαού, και αυτή την ανθρωπιά να την επιστρέφει πάλι στους δημιουργούς της. Μια βαθύτερη όμως συνείδηση της ανθρωπιάς: Τη συνείδηση της δύναμης, που μόνο ο άνθρωπος μέσα σε όλα τα πλάσματα διαθέτει, να υποτάσσει τον κόσμο γύρω του, στην ανάγκη του για δίκιο και ευτυχία, να τον μετασχηματίζει στα μέτρα του.
Φράγμα μεγαλόπρεπο στη λήθη, ένα δοξαστικό στην εποποιία του λαού μας τον 20ο αιώνα, είναι το έργο σου. Αποστόμωσε όσους προσπαθούν να μαυρίσουν τη μνήμη της, διόρθωσε τα ψέματα, έκανε έναν ολόκληρο λαό να νιώθει περηφάνια για την κληρονομιά του και θαυμασμό για εκείνους που με τον αγώνα τους την τιμούν και προσπαθούν να τη μεγαλώσουν. Ορμητική, επαναστατική, φλογισμένη από το πάθος, μια κατάφαση είναι η μουσική σου ότι ο κόσμος μας χρειάζεται και μπορεί ν’ αλλάξει.
Με το αστραφτερό σπαθί της, εκτοπίζοντας τον φόβο, την ηττοπάθεια, την αδιαφορία, σαλπίζει νέο ξεκίνημα, πυρπολεί τα όνειρα, «πολιορκεί το “κοίταζε τη δουλειά σου”», γεμίζει με ήλιο τις καρδιές. Μας έδειξες τη δύναμη του ελληνικού λαού, τη δύναμη των λαών του κόσμου. Χωρίς αμφιβολία ήξερες καλά να εδραιώνεις την πίστη πως το δίκιο, η ειρήνη, η ευτυχία, είναι πράγματα κατορθωτά. Όσο ρωμαλέα και στιβαρά αναμετριέται η τέχνη σου με την αδικία, τόσο τρυφερά και απαλά ξέρει να θωπεύει τα όμορφα και τα καλά στη ζωή και τον κόσμο.
Έσμιξες “τους τρανούς αητούς με τους χρυσούς αγγέλους”, μαθαίνοντάς μας πως για να είσαι δυνατός, πρέπει να είσαι ευαίσθητος. Με ιερή αφοσίωση καλλιέργησες αυτή την ευαισθησία μας, μάς έμαθες, πως μέσα στις καταιγίδες, μπορούμε να κρατηθούμε από ένα λουλούδι. Είχες εμπιστοσύνη στο λαό. Πίστευες, κι όχι άδικα, πως μόνο ο λαός μπορεί να κατανοήσει και να κατακτήσει τα ανώτερα δημιουργήματα του ανθρώπου, τέτοια όπως η τέχνη, η ποίηση, η μουσική. Αρκεί να του δώσει κάποιος τα κλειδιά. Γι’ αυτό δεν μελοποίησες μόνο έξοχα τον ποιητικό λόγο, χωρίς να τον προδίδεις. Τον αναδημιούργησες και τον παρέδωσες με εκείνη τη μορφή που μπαίνει κατ’ ευθείαν στη λαϊκή ψυχή.
“Έφερες την ποίηση στο τραπέζι του λαού, πλάι στο ποτήρι και το ψωμί του”, όπως έγραφε για σένα ο Γιάννης Ρίτσος. Δεν είναι μόνο ο “Επιτάφιος”, η ανεπανάληπτη αυτή συνομιλία της μουσικής σου με την ποίηση του Ρίτσου, που μέσα και από τις συγκλονιστικές ερμηνείες του Μπιθικώτση και του Χιώτη, έγινε ένας διαχρονικός λαϊκός θρήνος και ύμνος μαζί στον θάνατο που γονιμοποιεί το μέλλον. Πέτυχες να μιλήσεις με την υψιπετή ποίηση στη λαϊκή ψυχή, ακόμα και μέσα από απαιτητικές και ασυνήθιστες στο λαϊκό αυτί μουσικές φόρμες, όπως αυτές
στο «Άξιον Εστί» του Ελύτη,
στο «Επιφάνεια – Αβέρωφ» του Σεφέρη,
στο «Πνευματικό Εμβατήριο» του Άγγελου Σικελιανού,
στο «Κάντο Χενεράλ» του Πάβλο Νερούδα κ.ά.
Δίχως άλλο, χωρίς εσένα οδηγητή και πρωτεργάτη αυτής της νέας τέχνης, η μουσική θα ήταν αλλιώς. Βαθύς ποταμός, ακόμα ανεξερεύνητος είναι το έργο σου. Σ’ αυτό συνυπάρχουν όλα σχεδόν τα είδη της μουσικής: Από τους λαϊκούς δρόμους και το δημοτικό τραγούδι ως την αρχαία τραγωδία, το βυζαντινό μέλος, τη συμφωνική μουσική, το κλασσικό τραγούδι, τα ορατόρια.
Σου το χρωστάμε λοιπόν, να φροντίσουμε να ανοιχτούν διάπλατα στον κόσμο όλοι οι θησαυροί της μουσικής σου. Σου το χρωστάμε να συνεχίσουμε να διεκδικούμε το μεγάλο όνειρό σου να φτάσουν στο λαό οι θησαυροί σε όλη την ιστορία της μουσικής, μέχρι αυτό ατόφιο να εκπληρωθεί σε μια ανώτερη μορφή κοινωνίας, όπου όλα τα μέλη της θα μπορούν να κατανοούν και να απολαμβάνουν την τέχνη. Ακόμα και το πιο δύσκολο και αφηρημένο είδος της, τη μουσική, αυτή την τέχνη που από μικρό παιδί, από τότε που πρωτάκουσες την 9η Συμφωνία του Μπετόβεν, σου πήρε το μυαλό και σ’ έκανε να βλέπεις με τα μάτια της τον κόσμο.
«Οι αγώνες και η μουσική είναι τόσο δεμένα πια μέσα μου, ώστε δεν μπορώ να φανταστώ ούτε αγώνες χωρίς τραγούδι, ούτε τραγούδι χωρίς αγώνα» έλεγες. Σ’ όλη τη ζωή σου με το ένα χέρι κρατούσες το τουφέκι και με το άλλο τις παρτιτούρες σου. Και αυτό δεν είναι αλληγορία. Μέχρι και στη Μακρόνησο, σ’ αυτό τον εφιαλτικό τόπο των μαρτυρίων, εσύ έγραφες μουσική. Εκεί έγραψες και το πρώτο συμφωνικό έργο σου, τη Συμφωνία για τη Μακρόνησο.
Εκεί κατάλαβες πόσο ευεργετική είναι η δημιουργία, όταν πρέπει να αντέξεις τον πόνο και την κτηνωδία, πόσο ευγενική γίνεται για τους γενναίους, αυτούς που μένουν όρθιοι και δε χαμηλώνουν το βλέμμα τους. Στο ερώτημα για ποιόν δημιουργείς, πάντα απαντούσες: Για το λαό.
«Και όταν ακόμα συνθέτω συμφωνικά έργα πάντοτε έχω στο νου μου το λαό. Φιλοδοξώ να γίνω κατανοητός από τους απλούς εργαζόμενους ανθρώπους, γιατί έχω πίστη ότι αυτοί αποτελούν τη βασική δύναμη που σπρώχνει μπροστά την ιστορία», είχες δηλώσει όταν σου απονεμήθηκε το βραβείο Λένιν. Κι έπειτα πάλι συνήθιζες συχνά να επαναλαμβάνεις πως “Ό,τι φτιάξαμε το πήραμε από το λαό και στο λαό το επιστρέφουμε”. Και δεν ήταν σεμνοτυφία.
Είχες βαθιά συνείδηση ότι για το προσωπικό καλλιτεχνικό σου επίτευγμα, σπουδαίο ρόλο έπαιξε η εποχή σου, ότι στον ιδιαίτερο τρόπο της τέχνης σου, αντανακλούσαν οι πράξεις του λαού. Αυτό άλλωστε είναι το μυστικό της μεγάλης, της αληθινής τέχνης, της τέχνης που συλλαμβάνει τον σφυγμό της εποχής και αφουγκράζεται το επερχόμενο. Να αντλεί τη δύναμή της από την ανθρωπιά, από τα βάσανα, τους καημούς, τις μνήμες και τις ελπίδες του λαού, και αυτή την ανθρωπιά να την επιστρέφει πάλι στους δημιουργούς της. Μια βαθύτερη όμως συνείδηση της ανθρωπιάς: Τη συνείδηση της δύναμης, που μόνο ο άνθρωπος μέσα σε όλα τα πλάσματα διαθέτει, να υποτάσσει τον κόσμο γύρω του, στην ανάγκη του για δίκιο και ευτυχία, να τον μετασχηματίζει στα μέτρα του.
Δείτε: H τελευταία επιθυμία του Μ. Θεοδωράκη στον Γ.Γ του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπα: «Θέλω να αφήσω αυτό τον κόσμο σαν κομμουνιστής»
Έτσι, γράφοντας για τον δικό σου λαό, είδες τη μουσική σου να σπάει τα σύνορα της χώρας, καθώς η γλώσσα της έχει την οικουμενικότητα από τα κοινά βάσανα, τις ελπίδες, τα οράματα “όλων των τίμιων ανθρώπων της Γης που αγωνίζονται ενάντια στην τυραννία, τη βία και την εκμετάλλευση”, αγγίζει τις καρδιές όλων των λαϊκών ανθρώπων ανεξάρτητα από εθνικότητα, γλώσσα, θρησκεία, φυλή.
Γι’ αυτό δεκάδες συλλυπητήρια μηνύματα καταφτάνουν αυτές τις μέρες από όλες της γωνιές της Γης από Κομμουνιστικά, από Εργατικά Κόμματα, από πολλές άλλες προοδευτικές οργανώσεις από όλες τις ηπείρους. Από κείνους που νοιώθουν σαν να έχασαν έναν δικό τους άνθρωπο.
«Ο καλλιτέχνης, που ζει και δημιουργεί μέσα στην πάλη, εξασφαλίζει ξεχωριστή θέση για το έργο του» δήλωνες. Και πράγματι το έργο σου έκανε θρύψαλα τον μύθο, ότι η δέσμευση καταστρέφει την τέχνη. Το έργο σου είναι τρανή απόδειξη ότι η μεγάλη τέχνη είναι πάντα πολιτική είτε το γνωρίζει είτε δεν το γνωρίζει ο δημιουργός της. Πίστευες ακλόνητα πως η συμμετοχή σου στη λαϊκή δράση, ήταν αυτή που «έδινε ρεύμα», που “έβαζε φωτιά” στη δημιουργία σου, πως δεν αρκεί ο καλλιτέχνης μόνο με το έργο του να είναι κοντά στο λαό, αλλά και με την ίδια του τη ζωή.
“Να μην ξεχωρίζει τη ζωή του από τη ζωή του εργαζόμενου, από τη ζωή του πρωτοπόρου λαϊκού αγωνιστή”, “να είναι ένας απλός στρατιώτης στην ακατάβλητη στρατιά των λαϊκών ανθρώπων” που μάχονται για τη ζωή. Δικά σου τα λόγια. Έτσι, πορεύτηκες κι εσύ μαζί με τους αδικημένους σε δρόμους που έκαιγαν. Από νωρίς, “πήρες του ήλιου το δρόμο, κρεμώντας τη λύρα τη δίκαιη στον ώμο”, για το λαό μας, για όλους τους λαούς, ως άλλος Σολωμός, ως άλλος βάρδος της ελευθερίας, με όλα τα προτάγματα της δικής μας εποχής.
Από 17 κιόλας χρονών οργανώθηκες στο ΕΑΜ και λίγο μετά στο ΚΚΕ παίρνοντας μέρος στην Εθνική μας Αντίσταση. Τον Δεκέμβρη του '44 πολέμησες στη μάχη της Αθήνας, με τον 1ο Λόχο του 1ου Τάγματος του Εφεδρικού ΕΛΑΣ. Και ήταν τόση η περηφάνια σου για τη συμμετοχή σου σ’ αυτή την κορυφαία στιγμή της ταξικής πάλης στη χώρα μας, που πολλά χρόνια αργότερα θα πεις πως “αν υπήρχε επιτύμβιο επίγραμμα που θα επιθυμούσες να χαραχτεί στον τάφο σου, θα ήταν: Πολέμησε τον Δεκέμβρη”.
Μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, μοιράστηκες με τους συντρόφους σου τις άγριες διώξεις του αστικού κράτους εξόριστος στην Ικαρία και έπειτα στη Μακρόνησο όπου βασανίστηκες φρικτά. Εκεί είναι, με τα δικά σου λόγια, που έσπασε το “εγώ” και έγινε τελεσίδικα “εμείς”.
Στη συνέχεια αγωνίστηκες μέσα από την ΕΔΑ και τους Λαμπράκηδες για την κοινωνική και πολιτιστική αναγέννηση, ενώ «πλήρωσες» με νέες δοκιμασίες, φυλακές και εξορίες, την παράνομη δράση σου ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967. Με τις αμέτρητες συναυλίες σου στο εξωτερικό μέχρι την πτώση της δικτατορίας μετέφερες σε όλο τον κόσμο το μήνυμα της αντίστασης και της λευτεριάς, και έπειτα σε όλη την Ελλάδα. Τα τραγούδια σου, που τα λέγαμε μυστικά όλα τα μαύρα εκείνα χρόνια, κατέκλυσαν τα πάντα, τις ταβέρνες, τα γιαπιά, τα σχολειά, τα πανεπιστήμια, τις εκδρομές, τις συντροφιές, τις διαδηλώσεις.
Στις συγκλονιστικές συναυλίες σου και στα Φεστιβάλ της ΚΝΕ, μέσα σε μια μέθεξη της μουσικής σου με τον κόσμο, αποθεωνόταν η πίστη πως με τους αγώνες μας θα αλλάξουμε τον κόσμο για να ξημερώσει ένα καλύτερο αύριο.
Τα χρόνια αυτά έδωσες τη μάχη ως υποψήφιος του ΚΚΕ για το δήμο της Αθήνας, ενώ το 1981 και το 1985 ως βουλευτής του Κόμματος υπερασπίστηκες τα δικαιώματα των εργαζόμενων, του λαού. Από κάθε μετερίζι στη σκέψη σου πρυτάνευε ο αγώνας για την “ενότητα των Ελλήνων”.
Πολύπλευρος και πολυτάλαντος, διανοούμενος καθώς ήσουν, δεν περιορίστηκες στη μουσική, αλλά με το χαρισματικό λόγο σου έγραψες ένα σωρό βιβλία εκείνα τα χρόνια. Το ξεχωριστό, όμως, στην περίπτωσή σου είναι ότι η καλλιτεχνική ιδιοφυΐα σου συναντήθηκε με μια προσωπικότητα ανήσυχη και άγρυπνη, που ένοιωθε πάντα την ανάγκη να ξεπερνά τον εαυτό της. Έτσι συνέχιζες μέχρι το τέλος να το δίνεις το «παρών» σε όλες τις κρίσιμες στιγμές που ακολούθησαν, παίρνοντας το μέρος της αλήθειας και της δικαιοσύνης.
Μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού και τη νίκη της αντεπανάστασης στη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, δεν λύγισες.
“Κι όμως σταθήκαμε όρθιοι κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ, πως το οφείλουμε στα δάκρυα και τις θυσίες αυτών των χιλιάδων και χιλιάδων πρωτοπόρων αγωνιστών, που έπεσαν ακολουθώντας τις σημαίες και τα λάβαρα με το κόκκινο αίμα, που φλόγιζαν, εξακολουθούν να φλογίζουν, τις καρδιές όσων πάλευαν και παλεύουν για την ελευθερία, την ειρήνη, το δίκαιο, τα δικαιώματα του λαού μας και όλων των λαών της γης”, είχες πει τότε.
Σταθερά στις επάλξεις του διεθνισμού, ασταμάτητα υποστήριζες την αδερφική φιλία του ελληνικού με τον τούρκικο λαό και το δίκαιο αγώνα του Παλαιστινιακού λαού. Πολεμώντας “τους λύκους που διψούν για αίμα και σεργιανούν στην περιοχή μας” διοργάνωσες το 1999 την ιστορική συναυλία με τη συμμετοχή όλων των μεγάλων Ελλήνων τραγουδιστών ενάντια στην ιμπεριαλιστική επέμβαση και τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, και καταδίκασες, με τις ξεκάθαρες δημόσια εκφρασμένες θέσεις σου τις κρίσιμες στιγμές, τα «τσακάλια του αντικομμουνισμού», όπως τα ονόμασες, τα αντικομμουνιστικά μνημόνια του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ανιστόρητη εξομοίωση “των θυμάτων με τους θύτες, των εγκληματιών με τους ήρωες, των κατακτητών με τους απελευθερωτές και των ναζιστών με τους κομμουνιστές”.
Παρών δήλωσες και στη δίκη της εγκληματικής, ναζιστικής οργάνωσης Χρυσής Αυγής. Παρών και στο δίκαιο αγώνα του λαού μας για την κατάργηση των μνημονίων και όλων των αντεργατικών εφαρμοστικών νόμων τους.
Η αλήθεια είναι, όπως και γνωστό σε όλους, πως δεν συμφωνούσαμε πάντα με τις πολιτικές πρωτοβουλίες σου, όμως αυτό που μένει, το υστερόγραφο της δόξας, είναι η τεράστια παρακαταθήκη του έργου σου και η πολιτική διαθήκη που μας άφησες, “σβήνοντας τις λεπτομέρειες” και κρατώντας τα “Μεγάλα Μεγέθη”. Το ότι “τα πιο κρίσιμα, τα δυνατά, τα ώριμα χρόνια σου τα πέρασες κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ”.
Δεν σε αποχαιρετούμε σύντροφε Μίκη, γιατί εσύ δεν έφυγες. Μέσα στις φλέβες μας είσαι. Θα ’σαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκείνα που γι’ αυτά πολέμησες, θα ’σαι για πάντα σ’ όλους τους ποταμούς του κόσμου. Κι όταν “θα πάρουν τα όνειρα εκδίκηση” και γύρω μας θα λάμπει η λιόλουστη ζωή θα είσαι κι εσύ, τρανός, όπως πάντα, στις μεγάλες στιγμές, παρών.
Γιατί το έργο σου έγινε ελπιδοφόρος αναγεννητικός “ανάκουστος κελαηδισμός” για τον ελληνικό λαό, για όλους τους λαούς, στη σύγχρονη ιστορική εποχή της ανατολής της νέας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Για την Ελευθερία σε όλες της τις μορφές: Πνευματική, ηθική, πολιτική, κοινωνική, για την πλήρη, αληθινή ελευθερία.
Στο φέρετρό σου σηκώνεται, υψώνει τη γροθιά της “κι αντριεύει και θεριεύει” η Ελλάδα!
Σύντροφε Μίκη,
Είσαι “φως που πατεί χαρούμενο τον Άδη”! Φως επαναστατικό “στην κορφή του Ολύμπου αριστερά”… Φως που “ολούθε λαμπυρίζει”, όπως έγραψαν αυτές τις μέρες γερμανικές εφημερίδες. Ένα “φως που καίει”. “Τέκνο της ανάγκης κι ώριμο τέκνο της οργής”! Όπως ήθελες θα γίνει, όπως το προδιέγραψες με την πολιτική διαθήκη σου «στους μεγάλους δρόμους κάτω από τις αφίσες», με τα αθάνατα τραγούδια σου. Θα τον “σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα”.
Θα τον “σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο”. Όταν απόψε το πλοίο θα σαλπάρει από τον Πειραιά, για να διασχίσει τα γαλάζια νερά της ελληνικής θάλασσας για να σε οδηγήσει στην τελευταία σου κατοικία, στον τόπο καταγωγής σου, στο Γαλατά Χανίων, στην αγαπημένη σου Κρήτη, σύμφωνα με την επιθυμία σου, όλη η Ελλάδα θα σε συνοδεύει με τα τραγούδια σου. Γιατί για σένα, για να δανειστούμε στίχους από το μεγαλείο του Σολωμού, “ο ουρανός καμάρωνε κι η γη χειροκροτούσε”…
Αθάνατος Μίκη!».
Η Φιλαρμονική του Δήμου Πειραιά βρίσκεται στην πύλη Ε3 και «αποχαιρετά» τον κορυφαίο Έλληνα δημιουργό, με τις δικές του μουσικές συνθέσεις, ενώ κόσμος έχει συγκεντρωθεί στον τόπο.
Σημειώνεται ότι αντιπροσωπεία του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιά από όλες τις παρατάξεις θα ταξιδέψει για τη Σούδα, έτσι ώστε να παρευρεθεί στην εξόδιο ακολουθία του Μίκη Θεοδωράκη στον Γαλατά Χανίων.
Εκατοντάδες πολίτες βρέθηκαν στην πύλη Ε2 στο λιμάνι του Πειραιά προκειμένου να αποχαιρετήσουν τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη. Εκεί βρέθηκε ο δήμαρχος Πειραιά Γιάννης Μώραλης και το δημοτικό συμβούλιο όπως και η φιλαρμονική ορχήστρα, παίζοντας τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη.
Η σορός του Μίκη Θεοδωράκη θα αναχωρήσει στις 21:00 από το λιμάνι του Πειραιά με το πλοίο «Blue Galaxy» με προορισμό τα Χανιά.
Πλήθος κόσμου βρίσκεται ήδη στο λιμάνι του Πειραιά.
Με πλήθος κόσμου να φωνάζει «αθάνατος», επιβιβάστηκε στο πλοίο της γραμμής στον Πειραιά, λίγα λεπτά πριν τις επτά το απόγευμα, το όχημα που μεταφέρει στην Κρήτη τη σορό του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη.
της σωρού του Μίκη Θεοδωράκη
στον Μίκη Κεντρικό Δελτίο Ειδήσεων 08/9/2021
Η είσοδος της σορού του Μικη Θεοδωράκη
στο Blue Galaxy - Θα σημάνουν οι Καμπάνες
Την Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου η σορός του Μίκη Θεοδωράκη θα φτάσει στην Κρήτη και συγκεκριμένα στα Χανιά, το μέρος που επέλεξε ο ίδιος να γίνει η τελευταία του κατοικία.
Όλα έτοιμα στα Χανιά – Θα γίνει και εκεί λαϊκό προσκύνημα
Στις 7.15 το πρωί της Πέμπτης, θα φτάσει στο λιμάνι της Σούδας όπως ανακοίνωσε ο δήμαρχος Χανίων, Παναγιώτης Σημανδηράκης.
Στη συνέχεια, θα πραγματοποιηθεί αυτοκινητοπομπή στην πλατεία Δημοτικής Αγοράς και μετά θα συνοδευτεί στην Μητρόπολη, στον Ναό Εισοδίων της Θεοτόκου στα Χανιά, όπου μέχρι τις 12 η σορός θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα.
Θα ακολουθήσει και πάλι αυτοκινητοπομπή, προς τον ιερό ναό του Γαλατά Χανίων, όπου θα ψαλεί η εξόδιος ακολουθία στη 1 το μεσημέρι, και θα ακολουθήσει η ταφή του στο κοιμητήριο του χωριού, δίπλα στους γονείς και τον αδερφό του, όπως ο ίδιος επιθυμούσε. Την ημέρα της κηδείας τόσο στην πόλη των Χανίων όσο και στο χωριό Γαλατάς θα ισχύσουν έκτακτα κυκλοφοριακά μέτρα.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Ηρακλείου αποφάσισε να δώσει το όνομα του μουσικοσυνθέτη σε έναν από τους δρόμους της πόλης, ο οποίος θα οριστεί σε δεύτερο χρόνο.
Το πρόγραμμα της τελετής αποχαιρετισμού. Η διαδικασία για το τελευταίο αντίο στον μεγάλο μουσικοσυνθέτη είναι η ακόλουθη.
- Άφιξη της σορού το πρωί της Πέμπτης στις 7:30 στο λιμάνι της Σούδας
- Αυτοκινητοπομπή μέχρι την πλατεία της Δημοτική Αγοράς Χανίων όπου στη συνέχεια θα συνοδευτεί πεζή στη
- Μητρόπολη Χανίων όπου θα τεθεί μέχρι τις 12:00 το μεσημέρι σε λαϊκό προσκύνημα.
- Στη συνέχεια θα μεταφερθεί με αυτοκινητοπομπή η σορός στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου στον Γαλατά όπου θα τελεστεί εξόδιος ακολουθία στις 13:00 το μεσημέρι.
- Μετά την ολοκλήρωση της ακολουθίας θα συνοδευτεί πεζή η σορός στο κοιμητήριο του Γαλατά για να γίνει η ταφή.
H κηδεία του Μίκη Θεοδωράκη, ο αρχάγγελος
της Ελλάδας στον Γαλατά Χανίων (Video)
Από την Κρήτη έρχεται ό,τι Έλληνας σημαίνει»
Μαντινάδα στο βιβλίο συλλυπητηρίων για τον
Μίκη Θεοδωράκη από κάτοικο των Χανίων
Η τελευταία πράξη αποχαιρετισμού στον οικουμενικό Έλληνα δημιουργό Μίκη Θεοδωράκη, γράφεται σήμερα στα Χανιά, με την κρητική γη να τον δέχεται στην παντοτινή «αγκαλιά» της, όπως εκείνος επιθυμούσε.
Στα Χανιά βρίσκεται από το πρωί της Πέμπτης η σορός του Μίκη Θεοδωράκη. Με βρακοφόρους και μαντινάδες οι Κρητικοί λένε αντίο στον «ουρανομήκη» Μίκη.
Οικογένειες με παιδιά, φοιτητές και ηλικιωμένοι, άνδρες και γυναίκες προέρχονται στη Μητρόπολη Χανίων για να αποχαιρετήσουν τον μεγάλο μουσικό.
► Ο Παγκόσμιος Ελληνικός Μύθος Μίκης Θεοδωράκης πέρασε στην Αθανασία ...Τέλος Εποχής
Τη στιγμή που η σορός έφτασε στον ναό, υπό τους ήχους της φιλαρμονικής του δήμου, να παίζει την «Όμορφη Πόλη» οι συγκεντρωμένοι πολίτες ξέσπασαν σε χειροκροτήματα και φώναζαν «αθάνατος». Στη συνοδεία της πομπής βρακοφόροι στα μαύρα, με μαύρα στιβάνια στο κεφάλι και δάκρυα στα μάτια. «Μεγάλη η τιμή που μας έγινε»
Κύματα κόσμου με κόκκινα τριαντάφυλλα και κλαδιά ελιάς συρρέουν στο από το πρωί στον μητροπολιτικό ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στα Χανιά, για να αποτίσουν φόρο τιμής στον Μίκη Θεοδωράκη. Η κηδεία του, παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας, του πρωθυπουργού, του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ και του Γ.Γ της ΚΕ του ΚΚΕ θα ξεκινήσει στις 13:00 το μεσημέρι.
Στον χώρο μπροστά από τον ναό είχαν παραταχθεί -φορώντας παραδοσιακές στολές της Κρήτης- μέλη πολιτιστικών και παραδοσιακών συλλόγων, ενώ έξω από το ναό φοιτητές τραγουδούν τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και έχουν σηκώσει πανό: «Αρνιέμαι τη σκέψη που σωπαίνει να περιμένει μάταια τον καιρό».
Τα λόγια λίγα τα συναισθήματα πολλά. Συγκίνηση και δέος. Στο πλήθος και τουρίστες απαθανατίζουν αυτές τις στιγμές θλίψης για την Ελλάδα.
Ο γνωστός τραγουδιστής Δημήτρης Μπάσης βρέθηκε στα Χανιά και σημείωσε πως «θα τραγουδάμε για πάντα τα τραγούδια του για να μάθουν οι επόμενες γενιές τι ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης, για την Ελλάδα».
Ο γνωστός τραγουδιστής Δημήτρης Μπάσης βρέθηκε στα Χανιά και σημείωσε πως «θα τραγουδάμε για πάντα τα τραγούδια του για να μάθουν οι επόμενες γενιές τι ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης, για την Ελλάδα».
► Το τελευταίο αντίο στην Τελετή Αποχαιρετισμού στον Μίκη Θεοδωράκη και οι Επικήδειοι λόγοι (Video) με ένα λουλούδι και τραγούδια
Το μέλος του Συλλόγου Φίλων Μίκη Θεοδωράκη Ματθαίος Φραντζεσκάκης, ανέφερε πως σήμερα τα Χανιά τον αποχαιρετούν όπως πρέπει και όπως αυτή η πόλη θέλει να τον θυμάται. «Με όλο τον κόσμο να τον συνοδεύσει μέχρι την τελευταία του κατοικία».
Η εκπρόσωπος των φοιτητών που βρέθηκαν στο σημείο Μυρτώ Πασχαλίδη είπε για τον μεγάλο Έλληνα: «Ήρθαμε οι φοιτητές να τιμήσουμε τον αγωνιστή Μίκη Θεοδωράκη που μέσα από τα τραγούδια του ενέπνευσε, είχε μια επικοινωνία με τον κόσμο διότι μέσα από τη μουσική του ο λαός τραγουδούσε την αντίσταση, την ιστορία του. Σημάδευσε μια περίοδο και ακόμη και εμείς από τη δική του συμβολή μάθαμε την ιστορία αυτή».
Ρίγη συγκίνησης, με το σχόλιο του Γιώργου Νταλάρα,
εν αναμονή της έναρξης της εξοδίου ακολουθίας του
Μίκη Θεοδωράκη στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου Γαλατά
Χανίων, απευθείας μετάδοση MEGA (9/9/2021)
«Κλαίνε τα δέντρα...» ✟ Η Εξόδιος Ακολουθία του
Μίκη Θεοδωράκη στον Γαλατά Χανίων 9.9.2021
✟ ο επικήδειος της κόρης του Μίκη
Θεοδωράκη, Μαργαρίτας (9/9/21)
Η συγκλονιστική στιγμή που Κρητικοί βρακοφόροι
αποχαιρετούν με ριζίτικο τον Μίκη Θεοδωράκη (9/9/21)
«Όχι μόνο η Ελλάδα, όλος ο κόσμος...» συγκίνηση
στην Κρήτη για τον Μίκη Θεοδωράκη (9/9/21)
Στην αγκαλιά της κρητικής γης βρίσκεται ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης, Μίκης Θεοδωράκης, καθώς λίγο πριν τις 3 το μεσημέρι ολοκληρώθηκε η ταφή του στο κοιμητήριο του Γαλατά Χανίων.
Στο κοιμητήριο βρέθηκαν η οικογένειά του, συγγενείς, λίγοι φίλοι και η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της χώρας, όπου αμέσως μετά την ταφή του, η Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» έπαιξε τραγούδια του συνθέτη, με τους παρόντες να ξεσπούν σε χειροκροτήματα.
ΒΙΝΤΕΟ: Η σορός του μεγάλου μουσουργού έγινε δεκτή με την ιαχή «αθάνατος» στο λιμάνι της Σούδας ενώ ακολούθησε αυτοκινητοπομπή μέχρι τον Μητροπολιτικό Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου όπου και θα παραμείνει για λαϊκό προσκύνημα έως τις 12 το μεσημέρι.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου