Στην Ελλάδα η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε. Αργότερα, κατά τη δεκαετία του ‘70, μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1973, αποφασίστηκε η υιοθέτηση της θερινής ώρας από πολλά κράτη της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, η οποία εφάρμοσε το μέτρο την άνοιξη του 1975.
Η ιστορία της Θερινής Ώρας
Η θερινή ώρα είναι ένα μέτρο που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά τον 20ο αιώνα για την καλύτερη αξιοποίηση του ηλιακού φωτός κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Η θερινή ώρα (Day Time Saving ή Summer Time) είναι ένα μέτρο που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά τον 20ο αιώνα για την καλύτερη αξιοποίηση του ηλιακού φωτός κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και τη συνακόλουθη εξοικονόμηση ενέργειας.
Μετά την πετρελαϊκή κρίση των αρχών της δεκαετίας του ‘70 απόκτησε παγκόσμιο χαρακτήρα και εφαρμόστηκε και στη χώρα μας. Το μέτρο συνίσταται στην τοποθέτηση των ρολογιών κατά μία ώρα μπροστά συνήθως κατά το διάστημα ανάμεσα στην τελευταία Κυριακή του Μαρτίου και την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου.
Η πρακτική αυτή προτάθηκε για πρώτη φορά από τον πολυπράγμονα Βενιαμίν Φραγκλίνος (Benjamin Franklin, Μπέντζαμιν Φράνκλιν, (17 Ιανουαρίου 1706 – 17 Απριλίου 1790), έναν από τους Ιδρυτές - Πατέρες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Το 1784, όταν υπηρετούσε ως πρεσβευτής στο Παρίσι, έβλεπε τους Παριζιάνους να ξυπνούν νωρίς για να κάνουν οικονομία στα κεριά και να αξιοποιούν καλύτερα το φως της ημέρας. Η ιδέα τού άρεσε και την πρότεινε στους συμπατριώτες του σε μία επιστολή του. Ήταν άλλωστε συμβατή με το δόγμα του «Το να κοιμάσαι νωρίς και να ξυπνά νωρίς, σε κάνει υγιή, πλούσιο και σοφό».
Η καθιέρωση της θερινής ώρας οφείλεται εν πολλοίς στις προσπάθειες του Νεοζηλανδού εντομολόγου Τζορτζ Βέρνον Χάντσον (1867-1946) και του Άγγλου οικοδομικού επιχειρηματία Γουίλιαμ Γουίλετ (1856-1915).
Το 1908 η πρόταση του Γουίλετ απορρίφθηκε από τη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά το 1916, μεσούντος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, υιοθετήθηκε από τις εμπόλεμες Γερμανία και Αυστροουγγαρία για να εξοικονομήσουν καύσιμα.
Στην Ελλάδα, η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά δοκιμαστικά το 1932, στο διάστημα από 6 Ιουλίου έως 1η Σεπτεμβρίου, κατά το οποίο τα ρολόγια τέθηκαν μία ώρα μπροστά. Εγκαταλείφθηκε, όμως, στη συνέχεια, για να επανέλθει το 1952 (1 Ιουλίου - 2 Νοεμβρίου), αλλά να εγκαταλειφθεί εκ νέου, επειδή δεν πρόσφερε τα αναμενόμενα στην εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με έκθεση της Ηλεκτρικής Εταιρείας Αθηνών - Πειραιώς (νυν ΔΕΗ).
Η θερινή ώρα ήρθε για να μείνει στις 13 Απριλίου 1975, εν μέσω της Α' Πετρελαϊκής Κρίσης, και από τότε εφαρμόζεται συνεχώς μέχρι σήμερα. sansimera.gr
Τις πρωινές ώρες της ερχόμενης Κυριακής πριν πάτε για ύπνο μην ξεχάσετε να αλλάξετε την ώρα στα ρολόγια σας γιατί στις 3 το πρωί η χώρα μας και οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες θα λειτουργούν πλέον με «Θερινή Ώρα». Γεγονός που σημαίνει ότι οι κάτοικοι της Ευρώπης πρέπει να προχωρήσουμε τα ρολόγια μας μία ώρα μπροστά, αν και στην Αμερική θα περιμένουν μία ακόμη εβδομάδα αφού εκεί η Θερινή Ώρα αρχίζει την πρώτη Κυριακή του Απριλίου.
Ο θεσμός της θερινής ώρας καθιερώθηκε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1970 όταν τα οξυμένα ενεργειακά προβλήματα μας ανάγκασαν να βρούμε τρόπους εξοικονόμησης της ενέργειας. Σύμφωνα δηλαδή με τον θεσμό αυτόν την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου προσθέτουμε μία πλασματική ώρα στις κανονικές ώρες κάθε ωριαίας ατράκτου την οποία αφαιρούμε και πάλι την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου.
Μ’ αυτόν τον τρόπο όταν έχουμε θερινή ώρα ο Ήλιος δύει μία ώρα αργότερα (σύμφωνα με τα διορθωμένα ρολόγια μας) οπότε ελαττώνεται και ο χρόνος που περνάει ανάμεσα στην δύση του Ήλιου και της ώρας που πάμε για ύπνο.
Αυτό σημαίνει ότι καταναλώνουμε λιγότερο ηλεκτρικό ρεύμα για τις διάφορες δραστηριότητές μας απ’ ότι αν αφήναμε την ώρα όπως έχει. Το ίδιο συμβαίνει και το πρωί, σε μικρότερη όμως κλίμακα, αφού ακόμη και με την προσθήκη της μίας ώρας η ανατολή του Ήλιου συμβαίνει τους θερινούς μήνες όλο και πιο ενωρίς οπότε και το πρωινό εγερτήριο έρχεται, έτσι κι αλλιώς, μετά την ανατολή του Ήλιου.
Τους χειμερινούς όμως μήνες δεν υπάρχει καμία διαφορά στην κατανάλωση του ηλεκτρικού γιατί απλούστατα ο Ήλιος δύει πολύ νωρίτερα και ανατέλλει πολύ αργότερα οπότε δεν έχουμε καμία εξοικονόμηση ενέργειας με την πλασματική προσθήκη της μίας ώρας στα ρολόγια μας.
Μελέτες που έχουν γίνει απέδειξαν ότι στη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής της Θερινής Ώρας οι θάνατοι των πεζών από τροχοφόρα δυστυχήματα ελαττώνονται κατά τέσσερις φορές!
Έτσι η ιδέα αυτή της Θερινής Ώρας, που για πρώτη φορά εισηγήθηκε ο Βενιαμίν Φραγκλίνος το 1784, έχει πολλαπλά οφέλη και πέρα από την εξοικονόμηση ενέργειας.
Την πρώτη πάντως σοβαρή εισήγηση για την θεσμοθέτηση της Θερινής Ώρας έκανε ένας Λονδρέζος κατασκευαστής, ο Γουϊλιαμ Γουϊλετ, το 1907 που οδήγησε το Αγγλικό Κοινοβούλιο να συζητήσει την εφαρμογή της πρότασης του το 1909. Τελικά η Θερινή Ώρα εφαρμόστηκε στην Αγγλία το 1916, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Γουϊλετ.
Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η αλλαγή της ώρας εφαρμόστηκε με την προσθήκη δύο ωρών το καλοκαίρι και μίας ώρας τον χειμώνα με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση μεγάλων ποσοτήτων ενέργειας. Όλα αυτά όμως σημαίνουν ότι αύριο, την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου, η ημέρα δεν θα έχει διάρκεια 24 ωρών αλλά μόνο 23 ώρες, αν και την ώρα που θα «χάσουμε» αύριο θα την προσθέσουμε την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου οπότε η ημέρα εκείνη θα έχει διάρκεια 25 ωρών.
Ο διαχωρισμός της ημέρας σε 24 ώρες οφείλεται στους Βαβυλώνιους γιατί ο αριθμός 24 τους άρεσε πάρα πολύ αφού ήταν ένας «όμορφος» αριθμός που μπορούσε να διαιρεθεί ακριβώς με 7 άλλους αριθμούς: 1,2,3,4,6,8 και 12. Εμφανώς ήταν ένας «μαγικός» αριθμός που συνέπιπτε με το συνολικό αριθμό των 7 «πλανητών αστέρων» του ουρανού: του Ήλιου, της Σελήνης, και των ορατών με γυμνό μάτι (πραγματικών) πλανητών Ερμή, Αφροδίτης, Άρη, Δία και Κρόνου.
Η υποδιαίρεση λοιπόν της ημέρας σε ώρες (όπως και οι ημέρες της εβδομάδας που πήραν τις ονομασίες τους από τους 7 ορατούς με γυμνό μάτι «πλανήτες») είναι ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα που έχει τις ρίζες του στο δωδεκαδικό σύστημα των Χαλδαίων. Φυσικά η διάρκεια αυτής τούτης της ημέρας δεν είναι καθόλου αυθαίρετη και βασίζεται στην καθημερινή φαινόμενη κίνηση που κάνει ο Ήλιος από την Ανατολή προς τη Δύση, και είναι αποτέλεσμα της περιστροφής της Γης γύρω από τον άξονά της.
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ένα αντικείμενο που ζυγίζει έξι εξάκις εκατομμύρια τόνους περιστρέφεται ακριβώς σαν ένας τεράστιος τροχός με σταθερή ταχύτητα. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα για την ακριβή μέτρηση του χρόνου βασιζόμαστε στις παλινδρομικές κινήσεις των ατόμων για να κατασκευάσουμε τα πιο ακριβή ρολόγια που «χάνουν» ένα δευτερόλεπτο σε 10.000 χρόνια. Αλλά μία πλήρης περιστροφή της Γης μπορεί να μετρηθεί και με την απλή τοποθέτηση ενός ραβδιού στο χώμα.
Στη διάρκεια της ημέρας μπορούμε να παρατηρήσουμε τη σκιά του ραβδιού και όταν θα έχει το μικρότερο μήκος της να σημειώσουμε τη θέση της με μια πέτρα. Την άλλη ημέρα όταν η σκιά επιστρέψει στην πέτρα μπορούμε να πούμε ότι πέρασε μία ολόκληρη ημέρα, και μάλιστα μια ηλιακή ημέρα αφού μετρήθηκε με βάση τον Ήλιο. Αυτός ήταν πραγματικά και ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος επί αιώνες μετρούσε το χρόνο. Είναι η μέθοδος του ηλιακού ρολογιού, που όμως παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα.
Γιατί το ηλιακό ρολόι δε μετράει μία μόνο κίνηση της Γης, αλλά δύο, ή μάλλον τη διαφορά μεταξύ της περιστροφής της Γης γύρω από τον άξονά της και της περιφοράς της γύρω από τον Ήλιο. Και ενώ η πρώτη κίνηση (η περιστροφή) είναι στην ουσία σταθερή, η δεύτερη (η περιφορά) δεν είναι. Συνεπώς και η διαφορά τους δεν είναι σταθερή ολόκληρο το έτος γεγονός που σχετίζεται με την ταχύτητα με την οποία τρέχει η Γη γύρω από τον Ήλιο. Γιατί η ταχύτητα με την οποία κινείται ένας πλανήτης γύρω από τον Ήλιο καθορίζεται αυστηρά από την απόσταση που έχει από αυτόν. Όσο πιο κοντά στον Ήλιο βρίσκεται, τόσο πιο γρήγορα κινείται, και όσο πιο μακριά τόσο πιο αργά.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη Γη η οποία δεν αποτελεί φυσικά εξαίρεση σ’ αυτό τον κανόνα, αφού και αυτής η τροχιά γύρω από τον Ήλιο δεν είναι ένας τέλειος κύκλος αλλά μία έλλειψη. Γι’ αυτό και η απόσταση της Γης από τον Ήλιο στη διάρκεια του έτους δεν είναι σταθερή αλλά κυμαίνεται από 147 έως 152 εκατομμύρια χιλιόμετρα.
Η Γη φτάνει στην πλησιέστερη απόστασή της από τον Ήλιο, που ονομάζεται «περιήλιο», στις αρχές Ιανουαρίου, και στην πιο απομακρυσμένη της απόσταση, που ονομάζεται «αφήλιο», στις αρχές Ιουλίου. Καθώς λοιπόν η Γη πλησιάζει τον Ήλιο η τροχιακή της ταχύτητα αυξάνει έτσι ώστε στο περιήλιό της η ταχύτητα περιφοράς της γύρω από τον Ήλιο φτάνει περίπου τα 31 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο (112.000 χλμ. την ώρα).
Καθώς όμως η Γη απομακρύνεται από τον Ήλιο, την άνοιξη και το καλοκαίρι, η ταχύτητά της ελαττώνεται και στο αφήλιο φτάνει περίπου τα 28 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο (101.000 χλμ. την ώρα). Το γεγονός αυτό επηρεάζει και το χρόνο που απαιτείται ανάμεσα σε δύο διαδοχικά περάσματα του Ήλιου από το Μεσημβρινό, από δύο δηλαδή διαδοχικά μεσημέρια. Γι’ αυτό, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, η λύση του προβλήματος είναι η «εφεύρεση» ενός φανταστικού Ήλιου που δεν επηρεάζεται από την τροχιακή ταχύτητα της Γης.
Ο φανταστικός αυτός Ήλιος ονομάζεται «μέσος Ήλιος» και η ημέρα όπως έχει καθοριστεί σήμερα βασίζεται σ’ αυτόν τον μέσο Ήλιο, γι’ αυτό και ονομάζεται «μέση ηλιακή ημέρα». Ο πραγματικός ή αληθινός Ήλιος, στη διάρκεια ενός έτους, φτάνει να είναι καθυστερημένος στο ημερήσιο ραντεβού του με το Μεσημβρινό, ή ακόμη και να προτρέχει αυτού, έως και 16 λεπτά.
Η διαφοροποίηση αυτή είναι κάθε χρόνο η ίδια για κάθε ορισμένη ημερομηνία του έτους, και ονομάζεται εξίσωση του χρόνου. Έτσι αν κατά τη διάρκεια ενός έτους φωτογραφίζαμε τον Ήλιο το μεσημέρι, κάθε μερικές ημέρες με μια φωτογραφική μηχανή που παραμένει στημένη στην ίδια πάντα θέση, και αποτυπώναμε τις εικόνες αυτές πάνω στην ίδια φωτογραφική πλάκα, οι διαδοχικές εικόνες του Ήλιου θα σχημάτιζαν ένα παράξενο σχήμα με την μορφή του αριθμού «8».
Το ίδιο αυτό σχήμα το βλέπουμε μερικές φορές αποτυπωμένο στις επιτραπέζιες γήινες σφαίρες, τοποθετημένο στη μέση περίπου του Ειρηνικού ωκεανού. Το σχήμα αυτό ονομάζεται «ανάλημμα» και δεν είναι παρά η θέση του Ήλιου, σε σχέση με το Μεσημβρινό, τα «μεσημέρια» των μέσων ηλιακών ημερών. Είναι, δηλαδή, η γραφική αναπαράσταση της εξίσωσης του χρόνου πάνω στον ουρανό.
Στη διάρκεια ενός έτους ο αληθινός Ήλιος συμπίπτει με το μέσο Ήλιο μόνο 4 φορές: στις 26 Δεκεμβρίου, στις 16 Απριλίου, στις 14 Ιουνίου, και στις 2 Σεπτεμβρίου. Όλες τις άλλες ημερομηνίες ο αληθινός ηλιακός χρόνος είναι είτε μεγαλύτερος είτε μικρότερος του μέσου ηλιακού χρόνου.
Για να αποφευχθούν λοιπόν τα διάφορα μπερδέματα στις μικρές αποστάσεις έχουν καθιερωθεί διεθνώς οι λεγόμενες ωριαίες άτρακτοι. Κάθε μία τέτοια άτρακτος ή ζώνη έχει πλάτος 15 μοιρών, αν και μερικές φορές είναι ακανόνιστες και διορθώνονται για πρακτικούς λόγους σύμφωνα με τα σύνορα μιας χώρας.
Έτσι ο χρόνος μέσα σε ολόκληρη τη ζώνη θεωρείται ότι ισοδυναμεί με το μέσο τοπικό ηλιακό χρόνο του κέντρου της ζώνης. Ένα μηχανικό λοιπόν ρολόι δε μετράει το μέσο ηλιακό χρόνο, αλλά απλώς εντοπίζει το χρόνο που έχουμε κοινά αποδεχτεί και καθιερώσει με βάση την συνεχή εναλλαγή νύχτας και ημέρας.
Από τον Διονύση Π. Σιμόπουλο Επίτιμο διευθυντή Ευγενιδείου Πλανηταρίου
Περισσότερα Θέματα από τον Διονύση Π. Σιμόπουλο
Αφίσα εποχής του 1932
Αθήνα, Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 1932. Επιστροφή στην χειμερινή ώρα μετά την πρώτη πειραματική αλλαγή της σε θερινή στις 6 Ιουλίου του ίδιου έτους. Με αφορμή τις συγχύσεις και τα προβλήματα από το πρωτόγνωρο αυτό μέτρο καθώς και την ζωηρή εντύπωση που έκανε αυτή η καινοτομία στους Αθηναίους, ο μεσοπολεμικός ανταποκριτής πιάνει ψιλή κουβέντα με τον δημοσιογράφο Πέτρο Πικρό.
Πως αντέδρασαν οι Αθηναίοι στην αλλαγή της ώρας;
Τι τράβηξαν πάλι οι Αθηναίοι αλλά και οι απανταχού της Ελλάδας νεοέλληνες! Και φυσικά όπως δεν ήταν δυνατόν να μην γίνει, γκρίνιαζαν πάλι μ’ αυτό οι ίδιοι ακριβώς που είχαν γκρινιάξει και κατά την πρώτη αλλαγή!
Πάντως ασχέτως προς την καταρχήν γκρίνια, της οποίας ο αντίκτυπος έγινε αισθητός όλη την μέρα, η αρχική αιτία της συγχύσεως αυτής συνίστατο στο ότι περίπου κανείς δεν γνώριζε ακριβώς μέχρι το απόγευμα της προηγούμενης αν θα άλλαζε οριστικά ή δεν θα άλλαζε η ώρα. Και τούτο γιατί είχε διαδοθεί πως δεν αποκλείεται να παραταθεί η θερινή ώρα μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου.
Πως το αντιμετώπισε ο κόσμος;
Ήταν πολλοί, οι περισσότεροι, εκείνοι που έκριναν σκόπιμο να καταργήσουν και την θερινή και την χειμερινή ώρα, να περάσουν όπως-όπως τη νύχτα τους και να βεβαιωθούν το πρωί αν έχει αλλάξει ή όχι η ώρα.
Εν τω μεταξύ όμως, από τα μεσάνυχτα και πέρα, εκείνη που είχαν ανάγκη να ξέρουν την ακριβή τρέχουσα ώρα δεινοπάθησαν όχι λίγο, ενώ πάλι άλλοι οι καλώς πληροφορημένοι βρήκαν τρόπο να κερδοσκοπήσουν.
Ποιοι ήταν δηλαδή οι κερδισμένοι και
ποιοι οι χαμένοι αυτής της αλλαγής;
Όπως η κάθε αλλαγή κοινωνικού θεσμού έχει τα θύματα της και τους κερδοσκόπους της έτσι και η αλλαγή της ώρας έχει τους κερδισμένους της και τους χαμένους της.
Κερδισμένοι λόγου χάριν ήταν οι καταστηματάρχες εκείνοι που σε πείσμα του αστυφύλακα που δεν ήξερε αν πρέπει να τους γράψει ή όχι άφησαν τα καταστήματα τους ανοιχτά μια ώρα αργότερα. Χαμένοι πάλι ήταν οι υπάλληλοι οι οποίοι εργάστηκαν μια ώρα περισσότερο ή εκείνοι που την επόμενη έφτασαν στην εργασία τους μια ώρα νωρίτερα για βρουν κλειστά τα καταστήματα και τα γραφεία.
Κερδισμένοι οπωσδήποτε ήταν οι ξενύχτηδες οι οποίοι είχαν παρέα όλους εκείνους που περίμεναν να έλθει μια η ώρα για να βάλουν τα ρολόγια τους στις δώδεκα. Χαμένοι πάλι βγήκαν εκείνοι που νυστάζουν και που φυσικά δεν τολμούν να πάνε να κοιμηθούν με τις κότες.
Κερδισμένοι ήταν οι θεατρώνες οι οποίοι τελείωσαν μια ώρα αργότερα αλλά είχαν ξεκινήσει και μια ώρα αργότερα. Χαμένοι ήταν οι δυστυχείς θεατριζόμενοι που έχασκαν ως τις έντεκα και μισή στις θέσεις τους και ενώπιον της κλειστής αυλαίας.
Κερδισμένοι βγήκαν οι σοφέρ σε βάρος των χαμένων επιβατών των τραμ και των λεωφορείων τα οποία δεν έσπευσαν να βάλουν τον λεπτοδείκτη των ρολογιών τους μια ώρα πίσω.
Ποια η εντύπωση του κόσμου;
Εκτός των κερδών και των ζημιών ακόμα και εκείνοι που άλλαξαν την ώρα είχαν μια περίεργη εντύπωση. Άλλοι είχαν την εντύπωση ότι τους χαρίστηκε κάτι το σπουδαίο. Μια ολόκληρη ώρα. Σαν να πρόκειται σε αυτήν την ώρα να συμβούν όσα πράγματα δεν συνέβησαν στις άλλες. Άλλοι σπατάλησαν πολλές περισσότερες ώρες αντί της μιας που τους είχε επιστραφεί. Σηκώθηκαν από το κρεβάτι τους μια ώρα αργότερα με την πεποίθηση ότι ήταν δική τους η ώρα αυτή. Αλλά δεν έφτανε αυτό. Ότι είχαν να κάνουν το έκαναν αργά και χωρίς να βιάζονται με την πεποίθηση ότι η επιστραφείσα ώρα τους αφήνει περιθώριο.
Με το πρώτο άλλαγμα της ώρας (σσ: στις 6 Ιουλίου 1932) είχαμε όπως ήταν επόμενο τους νεωρίτες και τους παλαιωρίτες. Εκείνους δηλαδή που για τον έναν ή τον άλλον λόγο χαιρέτησαν ενθουσιωδώς το άλλαγμα της ώρας και εκείνους οι οποίοι είτε από αφηρημάδα είτε εσκεμμένως δεν ήθελαν με κανέναν τρόπο να αλλάξουν την ώρα τους. Με το νέο άλλαγμα της ώρας οι όροι αντεστράφησαν.
Ποιο είναι το γενικό συμπέρασμα από την αλλαγή της ώρας;
Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι και η παλιά και η νέα αλλαγή ώρας δεν αποτελούν ούτε τερατώδη ούτε καν πρωτοφανή φαινόμενα. Σε όλες τις πολιτισμένες χώρες και κάτω από την πίεση οικονομικών αναγκών υπάρχει η θερινή ώρα όπως υπάρχει και η χειμερινή.
Οι οικονομίες που προκύπτουν από την τεχνική αυτή διαρρύθμιση του ημερονυκτίου είναι τέτοιες ώστε να καθίσταται ανάγκη πλέον η αλλαγή αυτή. Το να ζει κανείς μια ώρα αργότερα δεν έχει σημασία. Εφόσον αυτό το «νωρίτερα» ή το «αργότερα» είναι μόνο ονομαστικό. Αλλά και αν είχε σημασία και αν πράγματι μπορούσαμε να προσθαφαιρούμε ώρες στην ημέρα μας, τότε μα την αλήθεια, θα ήταν προτιμότερο να μην είναι κανείς έστω και κατά μια ώρα αργοπορημένος στη ζωή.
Όπως η κάθε αλλαγή κοινωνικού θεσμού έχει τα θύματα της και τους κερδοσκόπους της έτσι και η αλλαγή της ώρας έχει τους κερδισμένους της και τους χαμένους της.
Κερδισμένοι λόγου χάριν ήταν οι καταστηματάρχες εκείνοι που σε πείσμα του αστυφύλακα που δεν ήξερε αν πρέπει να τους γράψει ή όχι άφησαν τα καταστήματα τους ανοιχτά μια ώρα αργότερα. Χαμένοι πάλι ήταν οι υπάλληλοι οι οποίοι εργάστηκαν μια ώρα περισσότερο ή εκείνοι που την επόμενη έφτασαν στην εργασία τους μια ώρα νωρίτερα για βρουν κλειστά τα καταστήματα και τα γραφεία.
Κερδισμένοι οπωσδήποτε ήταν οι ξενύχτηδες οι οποίοι είχαν παρέα όλους εκείνους που περίμεναν να έλθει μια η ώρα για να βάλουν τα ρολόγια τους στις δώδεκα. Χαμένοι πάλι βγήκαν εκείνοι που νυστάζουν και που φυσικά δεν τολμούν να πάνε να κοιμηθούν με τις κότες.
Κερδισμένοι ήταν οι θεατρώνες οι οποίοι τελείωσαν μια ώρα αργότερα αλλά είχαν ξεκινήσει και μια ώρα αργότερα. Χαμένοι ήταν οι δυστυχείς θεατριζόμενοι που έχασκαν ως τις έντεκα και μισή στις θέσεις τους και ενώπιον της κλειστής αυλαίας.
Κερδισμένοι βγήκαν οι σοφέρ σε βάρος των χαμένων επιβατών των τραμ και των λεωφορείων τα οποία δεν έσπευσαν να βάλουν τον λεπτοδείκτη των ρολογιών τους μια ώρα πίσω.
Ποια η εντύπωση του κόσμου;
Εκτός των κερδών και των ζημιών ακόμα και εκείνοι που άλλαξαν την ώρα είχαν μια περίεργη εντύπωση. Άλλοι είχαν την εντύπωση ότι τους χαρίστηκε κάτι το σπουδαίο. Μια ολόκληρη ώρα. Σαν να πρόκειται σε αυτήν την ώρα να συμβούν όσα πράγματα δεν συνέβησαν στις άλλες. Άλλοι σπατάλησαν πολλές περισσότερες ώρες αντί της μιας που τους είχε επιστραφεί. Σηκώθηκαν από το κρεβάτι τους μια ώρα αργότερα με την πεποίθηση ότι ήταν δική τους η ώρα αυτή. Αλλά δεν έφτανε αυτό. Ότι είχαν να κάνουν το έκαναν αργά και χωρίς να βιάζονται με την πεποίθηση ότι η επιστραφείσα ώρα τους αφήνει περιθώριο.
Με το πρώτο άλλαγμα της ώρας (σσ: στις 6 Ιουλίου 1932) είχαμε όπως ήταν επόμενο τους νεωρίτες και τους παλαιωρίτες. Εκείνους δηλαδή που για τον έναν ή τον άλλον λόγο χαιρέτησαν ενθουσιωδώς το άλλαγμα της ώρας και εκείνους οι οποίοι είτε από αφηρημάδα είτε εσκεμμένως δεν ήθελαν με κανέναν τρόπο να αλλάξουν την ώρα τους. Με το νέο άλλαγμα της ώρας οι όροι αντεστράφησαν.
Ποιο είναι το γενικό συμπέρασμα από την αλλαγή της ώρας;
Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι και η παλιά και η νέα αλλαγή ώρας δεν αποτελούν ούτε τερατώδη ούτε καν πρωτοφανή φαινόμενα. Σε όλες τις πολιτισμένες χώρες και κάτω από την πίεση οικονομικών αναγκών υπάρχει η θερινή ώρα όπως υπάρχει και η χειμερινή.
Οι οικονομίες που προκύπτουν από την τεχνική αυτή διαρρύθμιση του ημερονυκτίου είναι τέτοιες ώστε να καθίσταται ανάγκη πλέον η αλλαγή αυτή. Το να ζει κανείς μια ώρα αργότερα δεν έχει σημασία. Εφόσον αυτό το «νωρίτερα» ή το «αργότερα» είναι μόνο ονομαστικό. Αλλά και αν είχε σημασία και αν πράγματι μπορούσαμε να προσθαφαιρούμε ώρες στην ημέρα μας, τότε μα την αλήθεια, θα ήταν προτιμότερο να μην είναι κανείς έστω και κατά μια ώρα αργοπορημένος στη ζωή.
Ο Πέτρος Πικρός (πραγματικό όνομα Γιάννης Γενναρόπουλος) ήταν δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Ριζοσπάστης», πολιτικός, μεταφραστής και συγγραφέας (1894 - 1956), ενώ ασχολήθηκε και με την ποίηση. Ήταν από τους πρώτους Έλληνες συγγραφείς που έγραψαν παιδικά βιβλία. Γεννήθηκε στο Παντείχιον της Μικράς Ασίας το 1894, στην περιφέρεια της Κωνσταντινούπολης.
Μεγάλωσε κοντά στον θείο του, διπλωμάτη στην Ελβετία και ήρθε στην Ελλάδα το 1919 αρχικά στην Κρήτη (Χανιά) και στα τέλη του 1920 αναμειγνύεται ενεργά στο φοιτητικό και στο εργατικό κίνημα στην Αθήνα. Παρακολούθησε επίσης μαθήματα φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας σε πανεπιστήμια του Παρισιού και της Λειψίας της Γερμανίας.
Τα τελευταία του χρόνια διέμενε με τη σύζυγό του σε ιδιόκτητο σπίτι στη Φιλοθέη, στον οικισμό των δημοσιογράφων, σε διώροφο που το μισό ήταν κατοικία του Παύλου Νιρβάνα και το άλλο μισό του Π. Πικρού. Πέθανε από καρκίνο του στομάχου, στις 27 Ιουνίου 1956 στην κλινική Σμπαρούνη (βρισκόταν απέναντι από το σημερινό Χημείο του Πανεπιστημίου Αθηνών), στα Εξάρχεια.
Πηγή: Απόσπασμα από το θέμα:
Τι είχε αποφασίσει το Ευρωκοινοβούλιο
για την αλλαγή ώρας και τι αναμένεται
να συμβεί στην Ελλάδα; ΕΔΩ allagi-wras
by Sophia-Ntrekou.gr | Αέναη επΑνάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου