"copyrightHolder": { "@type": "Person", "name": "Sophia Drekou" }, "potentialAction": { "@type": "ReadAction", "target": "https://www.sophia-ntrekou.gr/2013/05/blog-post_6966.html" } }

Θωμάς ο Απόστολος - Ερευνητής της Αλήθειας και οι Απόκρυφες Πράξεις του | Αέναη επΑνάσταση



Ο Θωμάς ως μαθητής της πίστης και της έρευνας: από την «απιστία» στην ομολογία και από την Παλαιά Εκκλησία στις Πράξεις των Ινδιών. Ένα ιστορικό και θεολογικό ταξίδι με αποκαλύψεις.

✍️ Εργασία, Ανάλυση, σχολιασμοί: Σοφία Ντρέκου
Αρθρογράφος, Columnist - (Sophia Drekou)

🟣 Εισαγωγή – Ο Θωμάς ως πρόσωπο της αναζήτησης
(Η ενότητα αυτή εισάγει τον Θωμά ως «Ερευνητή της Αλήθειας», όχι ως αρνητή, αλλά ως αυθεντικό πρόσωπο πνευματικής αναζήτησης. Δίνεται το θεολογικό πλαίσιο της εμπειρικής πίστης και της αναζήτησης της αλήθειας μέσα από την εμπειρία και όχι την τυφλή αποδοχή.)

Ο Απόστολος Θωμάς, ο αποκαλούμενος και Δίδυμος, είναι ένα από τα πιο βαθιά και υπαρξιακά πρόσωπα της Καινής Διαθήκης. Από την περίφημη «απιστία» του μέχρι την ενθουσιώδη ομολογία «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου», η πορεία του Θωμά φωτίζει το πέρασμα από την αμφιβολία στην πίστη. 

Το άρθρο αυτό παρουσιάζει τον Άγιο Θωμά όχι μόνο μέσα από το Ευαγγέλιο, αλλά και από τις απόκρυφες Πράξεις Θωμά, ένα συγκλονιστικό κείμενο του 3ου αιώνα που καταγράφει την ιεραποστολική του δράση στις Ινδίες

Αναλύονται η θεολογική σημασία, η σχέση με τη συριακή Εκκλησία, οι γνωστικές επιρροές, η παρουσία του Βαρδησάνη, και η πνευματική αναζήτηση που μετατρέπει τον Θωμά σε πρότυπο χριστιανικού ερευνητή. Ο Θωμάς ο Απόστολος, ως φορέας εμπειρικής πίστης και πνευματικής ανησυχίας, συγκινεί τον σύγχρονο άνθρωπο που παλεύει να πιστέψει όχι μόνο με τη λογική, αλλά με ολόκληρη την ύπαρξή του.

Άγιος Θωμάς ο Απόστολος εορτάζει 6 Οκτωβρίου και
η μνήμη της Ψηλάφησης 7 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα.

Δύο γεγονότα εορτάζουμε την Κυριακή του Θωμά. Τα Εγκαίνια του Ναού της Αναστάσεως και την ψηλάφηση του Αποστόλου Θωμά. Πρόκειται για τον Ναό του Παναγίου Τάφου, που ο Μέγας Κωνσταντίνος ανήγειρε στον τόπο του Γολγοθά και τον Ναό αυτό εγκαινίασε κατά το έτος 330 μ.Χ.

Η «απιστία» του αγίου Θωμά είναι η εφαρμογή εκ μέρους του, της συμβουλής του Ιησού προς τους μαθητές Του, την οποία τους έδωσε το βράδυ της Μεγάλης Δευτέρας στο Όρος των Ελαιών, όταν τον ρώτησαν, ποια θα είναι τα σημάδια της Δευτέρας Του Παρουσίας: «Βλέπετε μη τις υμάς πλανήση» (Ματθ. κδ΄ 4)

Ιερά Λείψανα: Η Κάρα του Αγίου Θωμά βρίσκεται στη Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου. Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Θωμά βρίσκονται στη Μονή Παντελεήμονος Αγίου Όρους, στο Κοπτικό Πατριαρχείο της Αιγύπτου και στον Σύρο - Ιακωβιτικό Ναό της Μοσούλης.

Ιστορικο-Θεολογική Μελέτη
🟣 Άγιος Θωμάς: πρότυπο χριστιανού ερευνητή και ως διδάσκαλος των Ινδών - 
(Η ενότητα αυτή αποτελεί ένα βαθύ προσωπικό και θεολογικό σχόλιο για τον Απόστολο Θωμά ως σύμβολο της υπαρξιακής αναζήτησης και της αυθεντικής πίστης. Ο Θωμάς παρουσιάζεται όχι ως «άπιστος», αλλά ως εκείνος που ζητά αλήθεια μέσα από αγώνα και ειλικρίνεια, κι όχι από πείσμα ή εγωισμό. Αναδεικνύεται η σχέση έρευνας και ταπείνωσης, με την πίστη να συνδέεται με τη θέληση του ανθρώπου να καθαρθεί ή να ερωτευτεί την αλήθεια και όχι απλώς με την προσμονή θαυμάτων. Κλείνει με προσωπική νύξη: δεν γίνεται «κήρυγμα», αλλά αφορμή για βαθύτερη αναζήτηση.)

τοιχογραφία στην Ι. Μονή Σταυρονικήτα Αγίου Όρους

Οι περισσότεροι άνθρωποι ισχυρίζονται πως πρέπει να δουν για να πιστέψουν. Ως ένα βαθμό, έχουν δίκιο. Αν δεν είχε δει ποτέ κανείς μια απόδειξη της ύπαρξης του Θεού, και μάλιστα του χριστιανικού Θεού, θα ήταν ανόητο να πιστεύουμε. Το παράδειγμα μας το δίνει ένας μαθητής που αγαπούσε πολύ το Δάσκαλο και που ο Δάσκαλος δεν αρνήθηκε να εμφανιστεί μπροστά του και να του προσφέρει τις πληγές του για να τις αγγίξει.

Ο μαθητής αυτός επίσης είχε την τιμή (τυχαίο;) να παραλάβει τη ζώνη της Παναγίας τρεις μέρες μετά την κοίμησή Της.

Όμως δε βλέπω καθόλου να το ψάχνουν εκείνοι που ισχυρίζονται πως εμπιστεύονται την έρευνα... Ή μάλλον μερικοί το ψάχνουν, γίνονται ορθόδοξοι χριστιανοί και οι άλλοι αρχίζουν τις ειρωνείες, λες και πραγματική έρευνα σημαίνει μόνο να "ψάχνεις" διαρκώς και να μη βρίσκεις τίποτα. Όταν βρεις κάτι (έστω και αντίθετο απ' αυτά που περίμενες), σταματάς να ψάχνεις - ή έστω ψάχνεις έχοντας παραλάβει το θησαυρό που ανακάλυψες, αλλιώς βρίσκεσαι σε πλάνη και πάντα θα περιπλανιέσαι & θ' απομακρύνεσαι από την αλήθεια και την ειρήνη.

Ας ξέρουν εκείνοι που υποστηρίζουν πως «άμα δουν, θα πιστέψουν», πως η έρευνα για το Θεό προϋποθέτει είτε τον αγώνα για κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη είτε τον απεγνωσμένο έρωτα για την αλήθεια, χωρίς την οποία δε μπορείς να ζήσεις. Όχι να κάθομαι στον καναπέ μου και να λέω «άμα θέλει ο Χριστός να τον πιστέψω, ας έρθει μπροστά μου να μου δείξει πως υπάρχει». Ο Χριστός δεν έχει τέτοια υποχρέωση απέναντί μου, ούτε και με χρειάζεται - δε θα 'ρθει, γιατί απλά κάνω τον έξυπνο, ενώ δε θέλω στ' αλήθεια να έρθει.


Τέλος πάντων, δεν κάνω το δάσκαλο. Αλλά 6 Οχτώβρη, που γιορτάζει ο άγιος Θωμάς ο Ερευνητής της Αλήθειας, ας δούμε παρακάτω μερικά πράγματα για τη ζωή του.

🟣 Θωμάς ο Απόστολος - Από την αμφιβολία στην ομολογία, από την Παλαιστίνη ως τις Ινδίες
(Παρουσιάζεται η ιστορική και ευαγγελική πορεία του Θωμά, από τη γνωστή «απιστία» του έως την ομολογία της πίστης. Στη συνέχεια γίνεται εκτενής αναφορά στις απόκρυφες Πράξεις Θωμά και στη δράση του στην Ινδία.)

Peter Paul Rubens 1577–1640) The Martyrdom of Saint Thomas the Apostle
το Μαρτύριο του Αποστόλου Θωμά του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, Γερμανού Ζωγράφου 
(Peter Paul Rubens 1577–1640) σε τεχνοτροπία μπαρόκ το 1636 και 1638.  Βρίσκεται 
στην Εθνική Πινακοθήκη της Πράγας. The Martyrdom of Saint Thomas the Apostle

Άγιος Θωμάς ο Απόστολος

Το όνομά του στην αραμαϊκή γλώσσα «Τέομα» σημαίνει δίδυμος. Στο ιερό Ευαγγέλιο του δίδεται όντως η προσωνυμία «Δίδυμος» (Ιωάν.11,16). Οι αγιογραφικές πληροφορίες για το Θωμά είναι σχετικά λίγες και γι' αυτό έχουν εγερθεί κατά καιρούς αυθαίρετες ερμηνείες για το πρόσωπό του. Προσπάθησαν να εντοπίσουν τίνος δίδυμος αδελφός ή αδελφής υπήρξε. Κάποιοι τον ταυτίζουν με τον αναφερόμενο από τον Ματθαίο (13,55) αδελφόθεο Ιούδα.

Μάλιστα οι πολέμιοι του Χριστού συγγραφείς υποστηρίζουν ότι αυτός υπήρξε δίδυμος αδελφός του Κυρίου, παρά τις αντίθετες μαρτυρίες των Ευαγγελίων, θέλοντας να πλήξουν την υπερφυσική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου! Αρχαία παράδοση, την οποία αποδέχεται η Εκκλησία μας ο Θωμάς ήταν δίδυμος αδελφός κάποιας Λυδίας ή Λυσίας. Κάποιοι άλλη παράδοση αναφέρει ότι ήταν δίδυμος αδελφός κάποιου Ελεάζαρου.

Ο Θωμάς καταγόταν από την Αντιόχεια, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των μαθητών, που ήταν Γαλιλαίοι (Ιωάν.21,2). Κλήθηκε από τον Κύριο να τον ακολουθήσει και αυτός υπάκουσε (Ματθ.10,3.Μάρκ.3,18.Λουκ.6,15). Γενικά υπήρξε από τους πιο αφοσιωμένους μαθητές, τον οποίο διέκρινε το θάρρος. Όταν οι άλλοι μαθητές προσπαθούσαν να αποτρέψουν το Χριστό να μεταβεί στη Βηθανία να αναστήσει το Λάζαρο, για το φόβο κακοποιήσεώς τους από τους φανατικούς Ιουδαίους, ο Θωμάς αψηφώντας τον κίνδυνο τους είπε: «άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ' αυτού» (Ιωάν.11,16). 

Ταυτόχρονα υπήρξε και σχετικά ορθολογιστής. Στο Μυστικό Δείπνο δε δίστασε να ρωτήσει τον Κύριο: «Κύριε, ουκ οίδαμεν που υπάγεις και πως δυνάμεθα την οδόν ειδέναι;» (Ιωάν.14,5). 

Επίσης ήταν και σκεπτικιστής και δύσπιστος. Για να πιστέψει στην Ανάσταση του Κυρίου ζήτησε να έχει απτή βεβαίωση, να ψηλαφίσει με τα ίδια του τα χέρια τις πληγές του διδασκάλου του. Μετά την ψηλάφηση ομολόγησε με ενθουσιασμό και αυθορμητισμό: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιωάν.20,28).

Αρχαία παράδοση αναφέρει ότι κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Περσία και την αχανή χώρα των Ινδιών. Ως τα σήμερα θεωρείται ο φωτιστής των χωρών αυτών. Το τέλος της ζωής του υπήρξε μαρτυρικό. Οι φανατικοί ειδωλολάτρες τον θανάτωσαν δια λογχισμού.

🟣 Απόκρυφες Πηγές – Οι Πράξεις του Θωμά και η Αποστολή στις Ινδίες
(Εκτενής παρουσίαση των «Πράξεων του Θωμά» και της αποστολής του στις Ινδίες. Εξετάζεται η ιστορικότητα, οι γλωσσικές παραδόσεις, η σχέση με τη Συρία, οι διηγήσεις περί αρχιτέκτονα, θαυμάτων, βασιλέων και του «οικοδομήματος στον ουρανό».)

Στο όνομα του Θωμά έχουν διασωθεί τρία απόκρυφα κείμενα του 2ου μ. Χ. αιώνα. Πρόκειται αναμφίβολα για ψευδεπίγραφα κείμενα αρχαίων αιρετικών γνωστικών, οι οποίοι θέλοντας να δώσουν κύρος στις αιρετικές τους δοξασίες, τις απέδωσαν στον απόστολο Θωμά.

Οι πληροφορίες για το βίο του αγίου Θωμά προέρχονται από το αρχαίο χριστιανικό έργο Πράξεις Θωμά. Το έργο αυτό οι σημερινοί φιλόλογοι το εντάσσουν στα απόκρυφα, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένα χριστιανικό έργο μάλλον του 3ου αι., αποδεκτό από την Εκκλησία, εκτός από κάποιες αιρετικές επιρροές (αυστηρές ασκητικές) που εισχώρησαν εδώ κι εκεί. Για τα απόκρυφα δες εδώ & για τις Πράξεις Θωμά προς το τέλος του 2ου μέρους.

Ο Απόστολος Θωμάς ή Άγιος Θωμάς, ο αποκαλούμενος και Δίδυμος

Caravaggio - The Incredulity of Saint Thomas
Caravaggio - The Incredulity of Saint Thomas

Ο Απόστολος Θωμάς ή Άγιος Θωμάς, ο αποκαλούμενος και Δίδυμος (Κατά Ιωάννην 11, 16. 20, 24. 21, 2), ήταν ένας εκ των δώδεκα μαθητών και Αποστόλων του Ιησού Χριστού. Ο Θωμάς μνημονεύεται ως μαθητής από όλους τους ευαγγελιστές, καθώς και στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, αλλά οι πληροφορίες που διαθέτουμε σχετικά με αυτόν είναι περιορισμένες και λιγοστές. Θωμάς ήταν το αραμαϊκό του όνομα, ενώ το Δίδυμος η απόδοσή του στα ελληνικά. Η αναφορά στην απόκλησή του ως Δίδυμος, γίνεται στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, το οποίο προοριζόταν περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο προς τους ελληνιστές Ιουδαίους. Κάτι τέτοιο δεικνύει πιθανώς πως έτσι αποκαλείτο ανάμεσά τους.

Ο βίος του

Το όνομα Θωμάς όπως προειπώθηκε είναι Αραμαϊκό και η απόδοσή του στα ελληνικά είναι η λέξη Δίδυμος. «Δεν πρέπει να σχετίζεται με τους ιωνικούς τύπους Θώμα και Θωμάζω, που σημαίνουν θαύμα και θαυμάζω αντίστοιχα, αλλά με τον αραμαϊκό τύπο Tôma και τον εβραϊκό Tôm». Παρόλα αυτά έγιναν κάποιες προσπάθειες από ορισμένους ερευνητές προς κάποιες άλλες κατευθύνσεις, οι οποίες όμως δεν έγιναν δεκτές από τη επιστημονική κοινότητα. Τέτοιες απόψεις ήταν πως το όνομα Θωμάς μπορεί να ταυτιστεί και με το επίθετο δίψυχος. Άλλοι ερευνητές πρότειναν πως η λέξη Δίδυμος απηχεί στην πραγματική οικογενειακή κατάσταση του Αποστόλου, όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί.

Οι απόψεις αυτές ουσιαστικά στηρίζονται σε δύο αντιφατικές μαρτυρίες, που τον αναφέρουν ως δίδυμο κάποιας Λυσίας (PG 92, 1076) και κάποιου Ελεάζαρου (PG 2, 77). Είναι όμως γενικά παραδεκτό πως δεν απηχούν αξιόπιστες μαρτυρίες. Επίσης πρέπει να τονιστεί πως στις Συριακές εκκλησίες είναι γνωστός ως Ιούδας Θωμάς. Αυτή η μαρτυρία είναι πολύ σημαντική διότι μετά την εξεύρεση των κειμένων του Nag Hammadi, το απόκρυφο ευαγγέλιο του Θωμά, φέρεται να γράφτηκε από κάποιο δίδυμο Ιούδα Θωμά. Επιπρόσθετα, άλλα απόκρυφα κείμενα, όπως οι Πράξεις Θωμά, τον αναφέρουν αντίστοιχα ως Ιούδα Θωμά.

🟣 Ο Θωμάς στην Αγία Γραφή – Πίστη, Λογική και Αμφιβολία
(Αναλύονται τα βιβλικά χωρία για τον Θωμά, εστιάζοντας στην «λεγομένη απιστία» και στο βαθύτερο νόημα της ομολογίας του «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Εξετάζεται η ψυχολογία της αμφιβολίας και η ανάγκη της εμπειρικής πίστης.).

Ο βίος μέσα από την Καινή Διαθήκη

Ο Θωμάς θεωρείται πως ήταν ψαράς. Όπως διαφαίνεται από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη (21, 1-4) κατά την εμφάνιση του Ιησού στην όχθη της λίμνης Τιβεριάδος, ο Θωμάς βρισκόταν ανάμεσα στους επτά μαθητές, ενώ επίσης ανάμεσά τους βρισκόταν και κατά την παρουσία Του στη θαυμαστή αλιεία που ακολούθησε. Σύμφωνα όμως με μερικούς ερευνητές μια τέτοια εκτίμηση μπορεί να αποβεί παρακινδυνευμένη.

Στην πρώτη περίπτωση που συναντάμε τον Άγιο Θωμά παρατηρούμε αποφασιστικότητα και θάρρος. Ο Κύριος καλεί τους μαθητές να μεταβούν στην Βηθανία όπου βρισκόταν ο νεκρός πλέον φίλος Του Λάζαρος, παρά το γεγονός ότι οι Ιουδαίοι τον γύρευαν για να τον θανατώσουν. Ο Θωμάς απευθυνόμενος προς τους άλλους μαθητές τους είπε: «ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ' αὐτοῦ» (Ιωάννης 11, 16). 

Σε άλλη περίσταση διαφαίνεται η ορθολογιστική σκέψη του Θωμά, που αργότερα αποκλήθηκε και άπιστος, εξ αιτίας της θέλησής του να γνωρίσει το μυστήριο της αναστάσεως από κοντά. Στο Ιωάννης 14, 4-5 παρατηρούμε στη ρήση του Κυρίου, πως οι μαθητές δε γνωρίζουν που πηγαίνει και ποια είναι η οδός που οδηγεί σε αυτό το δρόμο. Ο ίδιος τότε εγείρει κάποια ανασταλτικά ερωτήματα θέτοντας ευθέως το ερώτημα «Κύριε, οὐκ οἴδαμεν ποῦ ὑπάγεις· καὶ πῶς δυνάμεθα τὴν ὁδὸν εἰδέναι;».

Σε μία τρίτη περίπτωση διαφωτίζεται περισσότερο ο σκεπτικός χαρακτήρας του Αποστόλου. Η περίπτωση αυτή είναι γνωστή περίπτωση της λεγόμενης "απιστίας" του Θωμά. Ο Κύριος εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή σου ενώπιον μαθητών, δίχως ανάμεσά τους να βρίσκεται ο Θωμάς. Καθώς του διηγήθηκαν την ιστορία ο ίδιος δυσπιστούσε, όπως και μερικοί άλλοι μαθητές. Ο ίδιος όμως δείχνοντας την ευθύτητα του χαρακτήρα του δεν κρύφτηκε. Αναφώνησε ενώπιον των μαθητών πως «ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω» (Ιωάννης 20, 25). Η θέση αυτή όμως μετατράπηκε σε πραγματική θριαμβευτική ομολογία όταν ο Κύριος πραγματοποίησε το θέλημά του, αναγνωρίζοντας πως είναι «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (Ιωάννης 20, 28).

🟣 Εξωγραφικές και Απόκρυφες Πηγές για τον Απόστολο Θωμά
(Η ενότητα εστιάζει στις εξωκανονικές πηγές και τις απόκρυφες παραδόσεις που σχετίζονται με τη δράση και την παρουσία του Αποστόλου Θωμά σε ανατολικές περιοχές, κυρίως τη Συρία, την Περσία και την Ινδία. 

Παρουσιάζεται το απόκρυφο κείμενο «Πράξεις του Αγίου Αποστόλου Θωμά», γραμμένο σε πολλές γλώσσες και συνδεδεμένο με τις συριακές παραδόσεις. Παρά τη μη κανονικότητά του, διασώζει ιστορικές και τοπικές μνήμες για την αποστολική δράση του Θωμά, ειδικά στην Ινδία, όπου θεωρείται ιδρυτής της Εκκλησίας της Χαλδίας.

Σχολιάζεται η σχέση των κειμένων με τις μανιχαϊκές και αποσχιστικές τάσεις των ανατολικών Εκκλησιών του 4ου αιώνα και η προσπάθεια να αποδοθεί στον Θωμά κύρος ισότιμο με των άλλων Αποστόλων.

Στη συνέχεια, εξετάζονται και άλλες απόκρυφες πηγές, όπως οι «Πράξεις του Θαδδαίου», που σχετίζονται εμμέσως με τον Θωμά, περιλαμβάνοντας την παράδοση για το Ιερό Μανδήλιο του Ιησού και την αλληλογραφία του Χριστού με τον Άβγαρο. Αν και τα κείμενα χαρακτηρίζονται νόθα, η παρουσία τους στη χριστιανική γραμματεία υποδηλώνει την πνευματική και θεολογική σημασία της μνήμης του Θωμά στις πρώιμες Εκκλησίες της Ανατολής.)

φύλλο 32 του Κώδικα II του Nag Hammadi, με το τέλος του Απόκρυφου του Ιωάννη και την αρχή του Ευαγγελίου του Θωμά
φύλλο 32 του Κώδικα II του Nag Hammadi, με το τέλος του Απόκρυφου
του Ιωάννη και την αρχή του Ευαγγελίου του Θωμά, 4ος αιώνας. English:
folio 32 of Nag Hammadi Codex II, with the ending of the Apocryphon
of John, and the beginning of the Gospel of Thomas, 4th century

Εξωγραφικές πηγές

Για τον Απόστολο Θωμά υπάρχουν αρκετές εξωγραφικές πηγές, κυρίως απόκρυφες αλλά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση ο Θωμάς κήρυξε το ευαγγέλιο στις περιοχές της Συρίας, της Περσίας και των Ινδιών. Το απόκρυφο βιβλίο μάλιστα που είναι διασωσμένο στα ελληνικά, τα συριακά, τα αιθιοπικά, τα λατινικά και τα αρμενικά (Πράξεις του Αγίου Αποστόλου Θωμά), διηγείται τη δράση του στις Ινδίες. Το κείμενο αυτό που κατά βάση απηχεί συριακές παραδόσεις, πιθανώς διηγείται ορισμένα αληθινά ιστορικά στοιχεία. Έτσι αναφέρει χαρακτηριστικά, πως ο Θωμάς κήρυξε πρώτος στην Ινδία και όχι ο Απόστολος Βαρθολομαίος, όπως μας διασώζει ο Πάνταινος. Η λογική λέει πως αν ο ίδιος προτίμησε την οδική μετάβαση του στις Ινδίες, τότε πρέπει να πέρασε και από την Συριακή Έδεσσα, διότι δεν υπάρχει δυνατότητα να διαδόθηκε τόσο νωρίς ο χριστιανισμός στην περιοχή πριν απαντηθεί σε περιοχές του δυτικού Ιράν.

Οι «Πράξεις του Θωμά», που αποδίδονται σε μανιχαϊκές ομάδες και ιδεολογικές επιδράσεις, γράφτηκαν ουσιαστικά για να προβάλλουν το Θωμά, μα και για να τον εξυψώσουν, αφού η Εκκλησία της Χαλδίας τον θεωρούσε ιδρυτή της. Οι συριακές εκκλησίες που ήδη από αρκετά νωρίς, τον 4ο αιώνα, βρίσκονταν σε μια διαδικασία αυτονόμησης από αυτή του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους, μέσω του κειμένου βρήκαν την ευκαιρία να δείξουν την αξία του Αποστόλου και την ισοκυρότητά τους, σε σχέση με τις άλλες εκκλησίες. Μελετώντας εξωγενείς παραδόσεις αρχαίων μαρτυριών θεωρείται πως όντως στις Ινδίες ο χριστιανισμός διαδόθηκε από τους πρώτους κι όλας αιώνες.

Στις Ινδίες μάλιστα κυκλοφορούν και αρκετές τοπικές παραδόσεις που ενισχύουν την υπόθεση της μετάβασής του. Είναι όμως πολύ πιθανό αυτές οι παραδόσεις να έχουν επηρεαστεί από τις Πράξεις και όχι το αντίθετο. Παρόλα αυτά εκκλησιαστικοί συγγραφείς μας δίνουν την πιθανότητα -κατά τον 4ο αιώνα-, να μπορούμε να ισχυριστούμε πως δεν αβάσιμη μία τέτοια μετάβαση. Παραμένει όμως δύσκολο να βρούμε επαρκή ιστορικά στοιχεία ώστε να αποδεχθούμε μία τέτοια προοπτική.

Ο Θωμάς τελικώς κατά την παράδοση λογχίστηκε στην πόλη Καλαμίνα των Ινδιών, όπου και θάφτηκε, τα δε οστά του διατηρούνται στην Έδεσσα της Συρίας από τα μέσα του 4ου αιώνα τουλάχιστον. 

Η Ορθόδοξη Εκκλησία γιορτάζει την Κυριακή του Θωμά, μια εβδομάδα μετά την Κυριακή του Πάσχα, αλλά η ονομαστική εορτή του Αποστόλου είναι στις 6 Οκτωβρίου και όχι την Κυριακή της Διακαινησίμου, όπου έχει ονομαστεί «η του Θωμά» εξ αιτίας της ανάγνωσης του γνωστού ευαγγελικού χωρίου.

Άλλες πηγές

Υπάρχουν επίσης μερικά απόκρυφα κείμενα τα οποία αφορούν τον Απόστολο Θωμά. Σύμφωνα λοιπόν με τις πηγές αυτές που ανήκουν στο χώρο της απόκρυφης εκκλησιαστικής γραμματολογίας και φιλολογίας ο Απόστολος συνδέεται έμμεσα με την ίδρυση χριστιανικών εκκλησιών στην Αρμενία και τη Συρία. Ο Ευσέβιος στην εκκλησιαστική του Ιστορία διασώζει επιστολογραφία του Άβγαρου, διοικητή της Έδεσσας με τον Ιησού καθώς και με το Θαδδαίο. Όπως είναι φυσικό μιλάμε για νόθα μεταγενέστερα κείμενα συριακής προελεύσεως τα οποία μετέφρασε στα ελληνικά ο ίδιος. Κατά τις αναξιόπιστες αυτές πηγές ο Άβγαρος έμαθε για τα θαύματα του Χριστού και με επιστολή, του ζήτησε να πάει στην περιοχή για να τον θεραπεύσει. Ο Ιησούς του υποσχέθηκε πως μετά την Ανάληψή Του θα του στείλει τους Αποστόλους Του, με αποτέλεσμα ο Απόστολος Θωμάς να στείλει το Θαδδαίο ή Αδδαίο (κατά το κείμενο) θεραπεύοντάς τον.

Ένα ακόμα απόκρυφο κείμενο είναι οι «Πράξεις του Αγίου Αποστόλου Θαδδαίου ενός εκ των ιβ'», που έχει έμμεσες αναφορές στον Απόστολο Θωμά και την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ιστορία περί του ιερού μανδηλίου. Το κείμενο αποτελεί μία επεξεργασμένη-βελτιωμένη έκδοση του προηγούμενου που εξετάστηκε. Ο Άβγαρος λοιπόν απέστειλε τον αγγελιοφόρο του Ανανία, διότι ήθελε να θεραπευτεί από μία ασθένεια όσο ήταν ακόμα εν ζωή ο Κύριος. Ο Ανανίας μάλιστα προσπάθησε να συλλάβει τη μορφή του Ιησού για να τη μεταφέρει στον διοικητή του, αλλά κάτι τέτοιο δεν το κατάφερνε. Έτσι ο Ιησούς ζήτησε να του φέρουν νερό για να πλυθεί ώστε όταν σκουπίσει το πρόσωπό του να διαγραφεί η μορφή του. Ο Ανανίας τελικά μετέφερε το ιερό μανδήλιο με τη μορφή του Κυρίου, ενώ μετά την Ανάσταση ο Θαδδαίος μετά προτροπής του Θωμά, πήγε και βάπτισε πολλούς, θεραπεύοντας και το πρόβλημα του Άβγαρου.

Δομημένη Περίληψη

1. Η Εκκλησία της Εδέσσης και η συριακή καταγωγή της Παράδοσης για τον Θωμά
  • Η Εκκλησία της Εδέσσης θεωρείται θεματοφύλακας της παράδοσης για την αποστολή του Θωμά στις Ινδίες.

  • Ο ποιητικός χαρακτήρας της συριακής γραμματείας συνέβαλε στη διαμόρφωση αυτής της παράδοσης.

  • Η σχέση Συρίας – Ινδιών μέσω εμπορίου και πολιτισμού ευνόησε την άνθηση της παράδοσης στην Έδεσσα.

  • Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στον Βαρδησάνη, ο οποίος μελέτησε την Ινδική ζωή λόγω της επίσκεψης ινδικής πρεσβείας στην Έδεσσα (182 μ.Χ.).

2. Ο Βαρδησάνης, η παράδοση του Θωμά και η αποστολή στις Ινδίες
  • Ο Βαρδησάνης εμβαθύνει στη θρησκευτική ζωή της Ινδίας και ενισχύει τη σύνδεση με την αποστολή του Θωμά.

  • Η Έδεσσα καλλιεργεί την ανάμνηση αυτής της αποστολής, θεωρώντας την μέρος της πνευματικής της κληρονομιάς.

  • Η παράδοση λαμβάνει ποιητική μορφή – ύμνοι και διηγήσεις – που διασώζουν τη μνήμη της αποστολικής δράσης.

  • Η εστίαση είναι στην αποστολικότητα της Εδέσσης, όχι μόνο του Θωμά, ως γέφυρα προς την Ανατολή.

3. Ιστορικότητα και αμφισβήτηση των Πράξεων του Θωμά – Σκοπιμότητα και θεολογική χρήση
  • Κριτική από ερευνητές (Burkitt, Brown) αμφισβητεί την ιστορικότητα των Πράξεων, τις θεωρεί δοξαστική κατασκευή υπέρ της συριακής εκκλησίας.
  • Η Δυτική Εκκλησία θεωρούσε τη Συριακή αίρεση – γι’ αυτό και εκείνη προβάλλει αποστολικότητα ως επιχείρημα νομιμοποίησης.
  • Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην αυτονομία και ισοτιμία της Εκκλησίας της Ανατολής μέσω της παραδόσεως για τον Θωμά.

4. Θεολογικό περιεχόμενο, εσωτερική δομή και θεολογικές υποψίες
  • Οι Πράξεις περιέχουν γνωστικές και ενδεχομένως μανιχαϊκές ιδέες.
  • Προβάλλεται η παρθενία και πενία ως ιδανικό χριστιανικής ζωής, παραμερίζοντας τη συζυγία.
  • Υπάρχει έλλειψη εκκλησιολογικής οπτικής: η Εκκλησία αναφέρεται ελάχιστα ή καθόλου, δεν τιμάται ο γάμος, η σωτηρία αντιμετωπίζεται ατομικά.
  • Δεν επιτίθεται ούτε στα είδωλα ούτε στους Ιουδαίους, αλλά επικεντρώνεται στο κακό εντός του ανθρώπου.

5. Γνωστικές και Μανιχαϊκές επιρροές – Ο «Ύμνος της Ψυχής» και ο θεολογικός διαχωρισμός
  • Οι γνωστικές επίκλησεις στις Πράξεις (κεφ. 20 και 50) και ο «Ύμνος της Ψυχής» (ή του Μαργαρίτου) αποκαλύπτουν θεολογικό μυστικισμό και ατομικό σωτηριολογικό όραμα.
  • Ο Χριστιανισμός στις Πράξεις απογυμνώνεται από τη βιβλική και ιστορική θεμελίωση, αποδίδεται ως φιλοσοφικό σύστημα.
  • Γίνεται αναφορά σε πέντε αιώνες και πέντε στοιχεία του Άδη, ενδεικτικά μανιχαϊκών επιδράσεων.
  • Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων δεν καταδικάζει τις Πράξεις, αλλά επιφυλάσσεται για τη γνησιότητά τους, αναγνωρίζοντας μόνο την ύπαρξη «Ευαγγελίου Θωμά» στους Μανιχαίους.

🟣 Οι Απόκρυφες Πράξεις του Αποστόλου Θωμά – Ινδία, θαύματα, μαρτύριο - Η παράδοση κι η μετάφρασή τους
(Αυτή η ενότητα παρουσιάζει την αρχική παράδοση και τις Απόκρυφες Πράξεις του Θωμά, οι οποίες θεωρούνται ότι γράφτηκαν σε συριακή γλώσσα και κατόπιν μεταφράστηκαν σε ελληνικά, λατινικά, αιθιοπικά και αρμενικά. Το κείμενό της εξιστορεί πώς ο Θωμάς έλαβε την «κληρωσι­ν ανθρώπων» για την Ινδία, την αντίσταση επειδή ένας Ιουδαίος δεν ήταν δεδομένο πως θα μπορούσε να κηρύξει στους Ινδούς, και πώς ο βασιλιάς Γουνδαφόρος τον προσέλαβε ως ξυλουργό για να χτίσει ανάκτορο, ενώ παράλληλα ο ίδιος ο Θωμάς χρησιμοποίησε αυτή την αφορμή για να διαδώσει το ευαγγέλιο και να τελέσει θαύματα, έως το μαρτύριό του.

Το περιεχόμενο των Πράξεων Θωμά, από το κάλεσμα του Χριστού, το ταξίδι στις Ινδίες, την ίδρυση Εκκλησιών, τις διδασκαλίες και το μαρτύριο. Περιλαμβάνει αναφορές στη μυθική δομή και τις θεολογικές ανατροπές του κειμένου.)

Η παράδοσις περί του αποστόλου Θωμά


🟣 Απόκρυφες Πράξεις του Θωμά και η Ιεραποστολή στην Ινδία
(Η ενότητα αναλύει το περιεχόμενο των λεγόμενων «Αποκρύφων Πράξεων του Θωμά», ενός πρώιμου συριακού κειμένου του 3ου αιώνα μ.Χ., που μεταφράστηκε αργότερα σε πολλές γλώσσες. Περιγράφεται με δραματική και συμβολική ένταση η ιεραποστολική δράση του Αποστόλου Θωμά στην Ινδία, στην αυλή του βασιλιά Γουνδαφόρου.

Ο Θωμά αρχικά αρνείται την αποστολή του, αλλά τελικά υπακούει στην κλήση του Χριστού και μεταβαίνει στην Ινδία μέσω του απεσταλμένου του βασιλιά. Εκεί εργάζεται υποτιθέμενα ως αρχιτέκτονας, ενώ στην πραγματικότητα μοιράζει τα χρήματα στους φτωχούς και ευαγγελίζεται, χτίζοντας πνευματικό ανάκτορο «εν ουρανοίς».

Το θαύμα της νεκρανάστασης του αδελφού του βασιλιά, Γαδ, επιβεβαιώνει την αλήθεια του Θωμά και οδηγεί τόσο τον βασιλιά όσο και την αυλή του στη μεταστροφή. Η αφήγηση περιλαμβάνει θεολογικά μηνύματα για την πίστη, την υπακοή και την αιώνια ανταμοιβή, και συνιστά ένα αφήγημα υψηλού χριστιανικού συμβολισμού, όπου η πίστη προτάσσεται ως υπέρτερη της ορατής πραγματικότητας.

Ακολουθούν σύντομα κεφάλαια που συνεχίζουν με θαυμαστά περιστατικά, νέες περιοδείες και το μαρτύριο του Αποστόλου Θωμά, ο οποίος λογχίζεται και τα ιερά του λείψανα τιμώνται και θαυματουργούν.)


1. Απόκρυφες πράξεις του Θωμά

Οίαν θέσιν κατέχει ο Απόστολος Παύλος ως Απόστολος της Δύσεως, την αυτήν, συμφώνως προς αρχαίαν παράδοσιν, δια την ’πω Ανατολήν έχει ο Απόστολος Θωμάς (1).

Η αρχαιοτέρα διήγησις περί του αποστολικού έργου του Θωμά εν Ινδίαις, είναι αι «Πράξεις του Αγίου και Αποστόλου Θωμά» (2), εκλαϊκευμένη αφήγησις, γραφείσασα, ως θεωρείται, εις την Συριακήν γλώσσαν κατά τον Γ' μ.Χ. αιώνα και μεταφρασθείσα επεξειργασμένη μεταγενεστέρως, εις την Ελληνικήν, Λατινικήν, Αιθιοπικήν και Αρμενικήν τοιαύτην (3).

Το περιεχόμενον των Αποκρύφων τούτων Πράξεων του Θωμά, εν γενικαίς γραμμαίς έχει ως ακολούθως: Κατά την υπό των Αποστόλων του Χριστού μετά την Πεντηκοστήν κλήρωσιν των μερών της γης, εις τα οποία ούτοι θα μετέβαινον προς Ευαγγελισμόν της Χριστιανικής Θρησκείας, εις τον Θωμάν έλαχον αι Ινδίαι. Ούτος όμως διετύπωσεν τον δισταγμόν, ότι ένας Ιουδαίος δεν ήτο ευχερές να κηρύξη το Ευαγγέλιον εις τους Ινδούς. Εις το σημείο τούτο επενέβη ο Κύριος. 
Συνήντησε τον επιτετραμμένον του Ινδού βασιλέως Γονδαφόρου, Αββάνην, όστις κατ' εντολή του κυρίου αυτού ηρεύνα ίνα εύρη αρχιτέκτονα δια την ανέγερσιν ανακτόρου και επώλησεν εις αυτόν τον Θωμάν, ξυλουργόν το επάγγελμα. Ο Αββάνης μετά του Θωμά, εταξίδευσαν δια θαλάσσης και αποβιβασθέντες εις τον λιμένα της Ανδραπόλεως, δια ξηράς έφθασαν εις το βασιλικόν άστυ του Γονδοφόρου ή Γουνδαφόρου. Ο βασιλεύς μετεχειρίσθη ευγενώς τον Θωμάν και του επέδειξε την θέσιν, επί της οποίας επεθύμει να οικοδομήση το νέον ανάκτορον.  
Ο Θωμάς ανέλαβε την εργασίαν και εκ των προτέρων έλαβεν αμοιβήν και το χρηματικόν ποσόν δια την αγοράν των υλικών. Ούτος όμως διεμοίρασε τα χρήματα ταύτα εις τους πτωχούς και μετά ταύτα ήρχισε περιοδεύων εις τα πέριξ, ευαγγελιζόμενος και ιερουργών εν τω ονόματι του Χριστού. Μετά τινα χρόνον, ο βασιλεύς επεσκέφθη τον τόπον, όπου θα εκτίζετο το ανάκτορον δια να εποπτεύση επί της προόδου της εργασίας. Ουδέν όμως είχε επιτελεσθή. Η μήνις του βασιλέως δεν κατηυνάσθη ουδέ με την διαβεβαίωσιν του Θωμά, ότι έκτισε δι' αυτόν ουχί επί γης αλλ' εν ουρανοίς ανάκτορον. 
Ο Θωμάς, μετά του Αββάνη, όστις εθεωρήθη συνυπεύθυνος, ερρίφθησαν εις την φυλακήν. Καθ' ο χρόνον τα γεγονότα ταύτα ελάμβανον χώρα, ο αδελφός του βασιλέως, Γαδ, απέθανε και είδε εις τον ουρανόν το περίλαμπρον ανάκτορον, το οποίο ο Θωμάς είχε κτίσει. Επετράπη δε εις τούτον, όπως επανέλθη εις την ζωήν και διηγήθη εις τον αδελφόν του το θεαθέν υπ' αυτού. Αμφότεροι, ο Γουνδαφόρος και ο Γαδ, προσήλθον εις την πίστιν δια του θαύματος τούτου και έλαβον το βάπτισμα, το χρίσμα και την θείαν ευχαριστίαν.

Τα ακολουθούντα κεφάλαια των Πράξεων του Θωμά, διηγούνται σειράν θαυμάτων, ανάστασιν νεκρών κ.ά. Εις το τέλος της εβδόμης εκ των δεκατεσσάρων πράξεων, εις ας διαιρείται η όλη συγγραφή, εμφανίζεται ο Θωμάς εμπιστευόμενος την εις την νηπιακήν αυτής ηλικίαν ευρισκομένην Εκκλησίαν, εις διάκονον τινα Ξάνθιππον και να μεταβαίνη εις άλλην πόλιν και εις χώραν άλλου βασιλέως. Η μεσολαβούσα απόστασις δεν δηλούται. Εις την χώραν ταύτην επίστευσεν και η βασίλισσα αυτής. Περιστατικά, άτινα συνηφάνθησαν μετά του ανωτέρω γεγονότος προυκάλεσαν την φυλάκισιν του αποστόλου κατ' εντολήν του βασιλέως, και τελικώς τον δια λογχισμού θάνατον αυτού. Προ του θανάτου του ηδυνήθη να χειροτονίση πρεσβύτερον και διάκονον και να οργανώση την Εκκλησίαν. Μετά τον θάνατον του Θωμά, ο βασιλεύς Μισδαίος ανησύχησε δια τον ασθενούντα υιόν του Ιουζάνην και εσκέφθη, ίνα χρησιμοποιήση το λείψανον του αποστόλου δια την θεραπείαν αυτού. Όταν ηνοίχθη ο τάφος, ο βασιλεύς διαπίστωσεν ότι το σώμα του Θωμά είχεν ήδη μεταφερθή παρά τινος πιστού εις την Μεσοποταμίαν. Κόνιν όμως εκ του τάφου απειργάσθη το ποθούμενον θαύμα. Ο βασιλόπαις εθεραπεύθη και ο πατήρ αυτού εγένετο χριστιανός.

Το συριακόν κείμενο τελειώνει με την φράσιν: «Αι πράξεις ας επετέλεσεν ο Ιούδας Θωμάς εν Ινδίαις, εκπληρών την εντολήν του αποστείλαντος αυτόν συμπληρούται. Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας» (4).

Πίνακας με το συριακό αλφάβητο, 1502 . Πηγή BREYDENBACH,
Bernhard von. Peregrinationes in Terram Sanctam, Σπάιερ, 1502.

🟣 Η προέλευση και η γλωσσική ιστορία των Πράξεων του Θωμά
(Αυτή η ενότητα εξετάζει τις φιλολογικές και ιστορικογλωσσικές πτυχές των «Αποκρύφων Πράξεων του Θωμά». Σχολιάζεται η προέλευση του κειμένου, το οποίο κατά την κυρίαρχη επιστημονική άποψη έχει συνταχθεί πρωτογενώς στα Συριακά, ενώ εξετάζονται και αντίθετες θεωρίες που προτείνουν αρχική σύνταξη στα Ελληνικά.

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στον «Ύμνο του Μαργαρίτου» (ή του Λυτρωτή), ένα ένθετο ποιητικό απόσπασμα υψηλής θεολογικής και μυστηριακής αξίας, που θεωρείται προγενέστερο του κυρίως κειμένου. Επίσης, η τοποθέτηση της μεγάλης προσευχής του Θωμά σε διαφορετικά σημεία των χειρογράφων, τροφοδοτεί τη συζήτηση για την πρωτοτυπία της ελληνικής ή συριακής εκδοχής.

Τονίζεται η συριακή πολιτισμική ταυτότητα των πράξεων, μέσω των τοπωνυμίων, των προσωπικών ονομάτων, και της εσωτερικής συνοχής του λόγου. Τα ονόματα (Mazdai, Mygdonia, Abbanes κ.λπ.) και η γεωγραφική εστίαση στην περιοχή μεταξύ Τίγρη και Ευφράτη, επιβεβαιώνουν κατά τη γνώμη των περισσότερων επιστημόνων τη συριακή καταγωγή του κειμένου.

Η ενότητα ολοκληρώνεται ως μια φιλολογική και ιστορική θεμελίωση της αυθεντικότητας των πράξεων του Θωμά ως πηγής της παράδοσης του ιεραποστολικού του έργου στην Ανατολή.)


Ολόκληρον το κείμενον, ως προαναφέρθη, αποτελείται εκ δεκατεσσάρων πράξεων. Εις την ενάτην πράξιν, παρεμβάλλεται ο «ύμνος του Μαργαρίτου» ή «ύμνος του Λυτρωτού», όστις έχει χαρακτηρισθή ως αρχαιότερος των Πράξεων και μη έχων πραγματική μετ' αυτών σχέσιν (5).

Είναι γενικώς παραδεδεγμένη η γνώμη μεταξύ των Συρολόγων, ότι το ελληνικό κείμενο των πράξεων είναι μετάφρασις εκ του Συριακού (6). Το κείμενον τούτο ως διετηρήθη εν τω συνόλω του εις το χειρόγραφον U του Bonnet και τμηματικώς εις άλλα τοιαύτα είναι άνευ ουδεμιάς αμφιβολίας μετάφρασις εκ του Συριακού. Παρά ταύτα, υπό του James (7) εξεφράσθη η εικασία ότι ίσως το πρωτόγραφον κείμενον των πράξεων ήτο γεγραμμένον εις την Ελληνικήν και τούτο διότι εις τα τέσσαρα εις την Ελληνικήν διασωθέντα χειρόγραφα του Μαρτυρίου του Αποστόλου, συμπεριλαμβανομένου και ενός πολύ σημαντικού αντιγράφου ευρισκομένου εις Παρισίους του ενδεκάτου αιώνος, εμφανίζεται εν πολύ διαφορετικόν και ανώτερον κείμενον. Αναμφιβόλως ανώτερον εις το εξής σημείον. Ενώ το Συριακόν τοποθετεί την μεγάλην προσευχήν του Θωμά εις την δωδεκάτην πράξιν (Κεφ. 144 εις την Αγγλικήν μετάφρασιν εκδοθείσαν υπό του M. R. James, ήτις εγένετο βάσει του Συριακού και Ελληνικού κειμένου) (8), ολίγον χρόνον προ του μαρτυρίου, τα τέσσαρα χειρόγραφα την τοποθετούν αμέσως προ αυτού, μετά το κεφάλαιον 167. Αύτη, παρατηρεί ο ειρημένος συγγραφεύς, είναι και η εμπρέπουσα θέσις αυτής. Ο αυτός συνεχίζων γράφει ότι παρά το απαράδεκτον εκ μέρος των συρολόγων, εις το σημείο τούτο ευρίσκεται λείψανον του πρωτοτύπου ελληνικού κειμένου. Κατ' αυτόν, αι πράξεις του Θωμά συνεγράφησαν ελληνιστί και ενωρίς μετεφράσθησαν εις την Συριακήν. Καθισταμένου δε σπανίου ή απολεσθέντος εξ ολοκλήρου του εις την ελληνικήν πρωτογράφου τούτων, αναμεταφράσθησαν εκ της Συριακής εις την Ελληνικήν. Το Ελληνικόν όμως πρωτότυπον περί Μαρτυρίου, παρά ταύτα, διετηρήθη κεχωρισμένως και ούτως ευρίσκεται μέχρι σήμερον εις την θέσιν ταύτην.

Αντιθέτως προς την ανωτέρω γνώμην, λόγοι φιλολογικοί μαρτυρούντες την εκ της συριακής προέλευσιν των πράξεων του Θωμά, ως ομοφώνως δέχονται όλοι σχεδόν οι Συρολόγοι, είναι η τελειότης της συριακής συντάξεως και γλώσσης. Της γνώμης ταύτης έχεται ο G. Burkitt, μετά του οποίου συμφωνούν όλοι σχεδόν οι μελετηταί τούτων και ιδία ο N ö ldeke. Και αν παραθεωρήσωμεν, γράφει, τας φιλολογικάς ενδείξεις, έχομεν να παρατηρήσωμεν ότι ολόκληρος η διήγησις ανήκει εις την περιοχήν μεταξύ Τίγρητος και Ευφράτου. Τα ονόματα είναι ονόματα σύρων χριστιανών. Έλλην θα ήτο δύσκολον να πράξη τούτο. Εάν θελήσωμεν να επιβεβαιώσωμεν την προέλευση αυτών, δυνάμεθα να συμβουλευθώμεν το Justis Iranisches, βιβλίον ονομάτων. Mazdai, Wezaz, Manasar, ονόματα αναφερόμενα εις τας πράξεις, είναι παλαιοπερσικά. Η Mygdonia, σύζυγος του βασιλέως ονομάζεται ούτως εκ του παρά Νίσιβιν ποταμού, όπως ο Bardaisan εκ του ποταμού της Εδέσσης. Το Αββάνης, είναι επίσης συριακόν όνομα. Εκτός των ονομάτων Ξάνθιππος και Τερτία, ουδέν άλλο δυτικής προελεύσεως ευρίσκεται εις τας πράξεις (9).

🟣 Η Έδεσσα ως κοιτίδα της παράδοσης για τον Απόστολο Θωμά
(Το ανθηρό φιλολογικό και πνευματικό κέντρο της Έδεσσας τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ειδικά χάρη στη συριακή γραμματεία, αποτέλεσε το λίκνο της σύνθεσης των «Πράξεων του Θωμά». Οι παρεμβληθέντες ύμνοι, που διακρίνονται για τον μυστικισμό και τη φιλοσοφική τους ποίηση, αποδίδονται στον Βαρδησάνη, εξέχουσα μορφή της εποχής του βασιλέως Αβγάρου.

Ο Βαρδησάνης, λόγιος, ρήτορας και ποιητής με έντονο ενδιαφέρον για την ινδική φιλοσοφία και θρησκευτικότητα, πιθανώς συνέθεσε ύμνους που επηρέασαν καθοριστικά το συριακό πρωτότυπο των Πράξεων. Οι ύμνοι αυτοί, με μυστικιστικό λυρισμό, συνδέονται με την πνευματική ακμή της Εδέσσης και την παράδοση για την ιεραποστολική δράση του Θωμά στην Ινδία.

Η στενή σύνδεση της Εκκλησίας της Έδεσσας με την αποστολική παράδοση και ιδιαίτερα με την ιεραποστολή του Θωμά στην Ινδία, εξηγεί τον ρόλο της πόλης αυτής ως θεματοφύλακα της σχετικής διήγησης. Πριν ακόμη από τον Βαρδησάνη, υπήρχαν στοιχεία και προφορικές αφηγήσεις στην Έδεσσα που μαρτυρούσαν την παρουσία και δράση του αποστόλου Θωμά στην Ανατολή.)

Το γεγονός ότι η Έδεσσα ήτο το ανθούν κέντρον της ακμαζούσης συριακής φιλολογίας (10) κατά το πρώτον μ. Χ. αιώνα, δημιουργεί την υπόθεσιν, ότι αι πράξεις ως πρωτόγραφον, υπήρξε προϊόν της συριακής φιλολογίας, προελθούσαι εκ του φιλολογικών κύκλων της Εδέσσης (11). Η υπόθεσις αύτη, υποστηρίζεται εκ των ύμνων, οίτινες παρεισέφρησαν εις την διήγησιν περί του ταξειδίου του Αποστόλου Θωμά εις τας Ινδίας.

Υποστηρίζεται, ότι οι ύμνοι τούτοι εγράφησαν αρχικώς εις την συριακήν γλώσσαν και ως τοιούτοι διεμόρφωσαν το συριακόν πρωτότυπον κείμενον. Οι ύμνοι, με την μυστική ποίησίν των, αντανακλούν το πνεύμα του ποιητού και φιλοσόφου, όστις επί της εποχής του βασιλέως Αβγάρου, εκυριάρχει της πνευματικής ζωής της Εδέσσης. Ούτος είναι ο Βαρδησάνης (12).

Το περιεχόμενον των «ιερών» τούτων «ύμνων», οδηγεί εις το κέντρον της φιλολογικής δημιουργίας, ήτις υπό την επίδρασιν του αξιολόγου τούτου ονόματος, ευρίσκεται εις στενόν συνδυασμόν με την πρόοδον, ήτις παρουσιάσθη εις την Έδεσσαν επί βασιλέως Αβγάρου.

Ο Βαρδησάνης απέθανε το 220 (13) (ή το 222). Όσα δια την μόρφωσιν αυτού, την ρητορική δεινότητα, την ποιητική του διάθεσιν όσον και δια το μουσικόν του τάλαντον εγράφησαν, απεικονίζουν την πνευματικήν τούτου σημασίαν και την επιρροήν του ονόματός του (14). Όσον δε δια τους εν ταις πράξεσιν ύμνους, ευκρινής θεωρείται η σφραγίς του πνεύματός του επ' αυτών, ώστε ερευνηταί ως ο N ö ldeke, Gutschmidt, Lipsius και Macke, εις τον Βαρδησάνην προσβλέπουν ως προς τον συγγραφέα. Μετά της συγγραφής των ασμάτων, ευρίσκεται εις εγγυτάτην σχέσιν και το πρωτόγραφον των Πράξεων του Θωμά, των οποίων οι ύμνοι ούτοι αποτελούν συνθετικόν μέρος (15).

🟣 Η Έδεσσα ως θεματοφύλακας της παράδοσης για την αποστολή του Θωμά στις Ινδίες 
(Η Εκκλησία της Εδέσσης δεν υπήρξε απλώς φορέας αποστολικής διαδοχής, αλλά συνειδητός θεματοφύλακας της παράδοσης περί της ιεραποστολής του Αποστόλου Θωμά στις Ινδίες. Η παρακαταθήκη αυτή, κατά την οποία η Έδεσσα κληρονόμησε και μετουσίωσε σε θεολογική συνείδηση το έργο του Θωμά, συνδέθηκε με την επιθυμία της πόλης να λειτουργεί ως «μήτηρ Εκκλησία» για την ινδική χριστιανοσύνη. Η φιλολογική της παραγωγή, εντός της οποίας μορφοποιήθηκαν οι απόκρυφες Πράξεις του Θωμά, αντλεί δύναμη από τις πολιτιστικές και πνευματικές επαφές Συρίας και Ινδιών —σχέσεις που ενισχύθηκαν ακόμη και από την επίσκεψη Ινδικής Πρεσβείας στην Έδεσσα το 182 μ.Χ.

Η ποιητική σκευή του συριακού χριστιανισμού, όπως αποκάλυψε η έρευνα του Macke, προσφέρει πρόσβαση σε προφορικά και γραπτά στρώματα παράδοσης. Η προσωπικότητα του Βαρδησάνη, με τον φιλοσοφικό του λόγο και την προηγούμενη ενασχόλησή του με την ινδική σοφία, αναδεικνύεται ως κλειδί για την κατανόηση της σύνθεσης των Πράξεων —όχι απλώς ως φιλολογικό έργο, αλλά ως εκκλησιαστική πράξη μνήμης και ταυτότητας.)

Η αρχαία Εκκλησία της Εδέσσης, ως φύλαξ της παραδόσεως της εις Ινδίας μεταβάσεως του Αποστόλου Θωμά, οδηγεί εις την αναζήτησιν των φιλολογικών κύκλων εκείνης της δημιουργίας των πράξεων.

Δια της ερεύνης του Macke (16) απεδείχθη ότι η αρχαία συριακή συγγραφή ήτο εξ ολοκλήρου ποιητική. Τούτο ήνοιξε την οδόν προς τας πηγάς της Παραδόσεως. Όντος δε βεβαίου ότι η παράδοσις διετηρήθη εις τη συριακήν γλώσσαν οι φιλολογικοί κύκλοι της Συριακής Εκκλησίας ήσαν εκείνοι, οίτινες έδωσαν την μορφήν εις την πράδοσιν, ήτις εδημιουργήθη εκ των σχέσεων του Παρθοϊνδού ηγεμόνος Γουνδαφόρου μετά της Συρίας. Η εξήγησις αύτη υποστηρίζεται και εκ των αρίστων σχέσεων, αίτινες υφίσταντο μεταξύ Συρίας και Ινδιών.

Η Εκκλησία της Συρίας από αρχαιοτάτων χρόνων ευρίσκετο εις τόσον στενόν σύνδεσμον μετά των Ινδιών, ώστε να δικαιολογήται η εκδοχή καθ' ην εις την περιοχήν της Συριακής Εκκλησίας πρέπει να αναζητήσωμεν την διατήρησιν της πραδόσεως περί της μεταβάσεως του Θωμά εις τας Ινδίας (17).

Η πρωτοβουλία της επεξεργασίας της πραδόσεως ταύτης συνδέεται με τας σχέσεις, τας οποίας έχει η Έδεσσα με την εις τας Ινδίας αποστολήν του Θωμά. Η Έδεσσα ως κληρονόμος της αποτελεσματικής δραστηριότητος του Αποστόλου εν Ινδίαις, ηθέλησε κατά τρόπον ιδιαίτερον να καταστή η θεματοφύλαξ της πραδόσεως, εν τη οποία διεφυλάχθη η ανάμνησιν της δραστηριότητος εκείνης. Εις την έκθεσιν του έργου του Θωμά, απεικονίζεται η δραστηριότης μετά της οποίας η Έδεσσα συνέχισε την αποστολικήν εκείνην δράσιν, ως μήτηρ Εκκλησία της Εκκλησίας των Ινδιών. Αυτός υπήρξεν ο λόγος, όστις επί του δια την φήμην της Εκκλησίας της Εδέσσης εργασθέντος ποιητού πρέπει να ήσκησεν ιδιαιτέραν έλξιν. Συν τούτοις δέον να ληφθή υπ' όψιν, ότι αι Ινδίαι δεν ήσαν ξέναι εις την φιλολογικήν δραστηριότητα του Βαρδησάνη. Η μυστηριώδης χώρα είχεν ενωρίτερον διεγείρει το ενδιαφέρον του ποιητού και φιλοσόφου τούτου και τον εκίνησεν εις σπουδήν αυτής. Τούτο συνέβη, ότεη Ινδική Πρεσβεία η μεταβαίνουσα το 182 μ. Χ. εις την Ρώμην, εστάθμευσεν επί τι διάστημα εν Εδέσση.

🟣 3. Η σύνθεση της παράδοσης στην Έδεσσα: από τον Βαρδησάνη στον ποιητικό λόγο
(Η φιλολογική επεξεργασία της παράδοσης για το αποστολικό ταξίδι του Θωμά στις Ινδίες φαίνεται να έχει τις ρίζες της στη σχολή της Εδέσσης, και πιθανόν να υπήρξε έργο του ίδιου του Βαρδησάνη, ενός από τους σημαντικότερους ποιητές και φιλοσόφους του συριακού χριστιανισμού. Το σύγγραμμά του «Ινδίαι», αποσπάσματα του οποίου σώζονται στον Πορφύριο και στον Στοβαίο, καταδεικνύει το έντονο ενδιαφέρον του για τη θρησκευτική ζωή των Ινδιών και περιλαμβάνει από τις πρώτες ιστορικές αναφορές στη βουδιστική μοναστική παράδοση.

Η φιλική σχέση της Συρίας με τις Ινδίες, μέσω εμπορίου και πολιτισμικών ανταλλαγών, ενίσχυσε την αίσθηση κοινής πνευματικής μοίρας, η οποία αποτυπώθηκε σε μια ενιαία παράδοση για την αποστολή του Θωμά. Η Εκκλησία της Συρίας, και κυρίως της Εδέσσης, ανέλαβε να κωδικοποιήσει αυτή την ανάμνηση, ντύνοντάς την με ποιητική γλώσσα και λυρικά στοιχεία. Έτσι, γεννήθηκαν οι περίφημες «Απόκρυφες Πράξεις του Θωμά», ενισχυμένες από ύμνους και αφηγήσεις που μετουσίωναν την ιστορική μνήμη σε εκκλησιαστική ταυτότητα.

Ωστόσο, άλλοι ερμηνευτές της παράδοσης, όπως ο Burkitt και ο Brown, βλέπουν πίσω από τις Πράξεις περισσότερο την ανάγκη της Συριακής Εκκλησίας να εδραιώσει την αποστολική της αυθεντία και να διασφαλίσει την πνευματική της ανεξαρτησία από τη Δύση, σε μια εποχή που η Ορθοδοξία της αμφισβητείτο. Η σύνδεση του Θωμά με την Ανατολή λειτουργούσε λοιπόν και ως θεολογική απάντηση στις εκκλησιολογικές συγκρούσεις του 4ου αιώνα.)

Αποτέλεσμα της ακολουθησάσης υπό του Βαρδεσάνη σπουδής των Ινδιών δια της μετά ταύτα μεταβάσεως τούτου εις αυτάς είναι το σύγγραμμά του «Ινδίαι», του οποίου απόσπασμα σώζεται εις τον Πορφύριον και Στοβαίον. Εκ του αποσπάσματος τούτου συνάγεται ότι ο Βαρδεσάνης ιδιαιτέρως ζήτησε να πληροφορηθή περί της θρησκευτικής ζωής των Ινδιών. Εξ αυτού πληροφορούμεθα ό,τι από τους αρχαίους χρόνους γνωρίζομεν περί της βουδιστικής μοναστικής ζωής (18).

Η γνώσις ήδη της χώρας των Ινδιών και αι δια του εμπορίου δημιουργηθείσαι στεναί σχέσεις της Συρίας μετ' αυτών, δεν ήτο δυνατόν να μην ασκήση κατά τους χρόνους εκείνους ιδιαιτέραν έλξιν εις τους προμάχους του Χριστιανισμού εν Εδέσση και να τους κινήση εις την μελέτην παντός ότι αφεώρα εις το ταξείδιον του αποστόλου εις ταύτας. Δια της παραδόσεως, ήτις ήτο φορεύς του αποστολικού ταξειδίου εις το βασίλειον του Παρθοϊνδού βασιλέως, η Εκκλησία της Συρίας ήτο ήδη συνδεδεμένη μετ' αυτών (19).

Ο Βαρδησάνης εύρε προϋπαρχούσας τας πληροφορίας περί της εισαγωγής του Χριστιανισμού εις τας Ινδίας (20) εις την παράδοσιν του ταξειδίου του αποστόλου εις αυτάς και εις το βασίλειον του ηγεμόνος εκείνου, όστις εκ της Συρίας εζήτησεν τεχνίτην. Προ των οφθαλμών τούτου ηνοίχθη η εποχή των αποστολικών χρόνων και η μορφή του αποστόλου ενεφανίζετο δρώσα εις τους λαούς των Ινδιών, μετά των οποίων η εκκλησία της Εδέσσης ευρίσκετο εις σχέσεις. Την παράδοσιν ταύτην είχον συνθέσει εις αυτοτελή διήγησιν οι Χριστιανοί της Εδέσσης. Ήδη, το υλικόν το οποίον οδηγεί εις την αρχήν του Χριστιανισμού εν Ινδίαις ευρίσκετο εις την Έδεσσαν προ του Βαρδεσάνη. Το υλικόν τούτο ήτο αγαπητόν δια την πατρίδα του, της οποίας η πρωτεύουσα ετιμάτο ως κληρονόμος του αποστολικού πνεύματος εν τω ιδίω πεδίω δράσεως.

Συμφώνως προς τα ανωτέρω, εν τη Σχολή της Εδέσσης και πιθανώς δια της χειρός του Βαρδησάνη εγένετο η επεξεργασία της παραδόσεως προς δόξαν της αποστολής, την οποίαν ο Θωμάς ήσκησεν εν Ινδίαις και ταυτοχρόνως της Εδέσσης, δι' ης επετελέσθη η εξάπλωσις του Χριστιανισμού εις τας χώρας της Ανατολής. Αι πληροφορίαι περί του αποστολικού ταξιδίου ενεδύθησαν ποιητικήν μορφήν και ύμνοι αποπνέοντες μυστικόν λυρισμόν συνυφάνθησαν μετ' αυτής. Ούτω, πλουσία ποίησις περιέβαλε την αρχικήν ύλην την περιέχουσαν την ιστορικήν ανάμνησιν του αποστολικού εκείνου ταξιδίου, ήτις διετηρείτο εν Εδέσση προ της γενομένης επεξεργασίας (21).

Εκτός όμως των ανωτέρω, περί των αρχών των πράξεων του Θωμά, κατά καιρούς διετυπώθησαν γνώμαι, οτέ μεν εγγύτερον, οτέ δε ριζικώς μακρύτερον ιστάμεναι προς τα ήδη εκτεθέντα. Κατά τον Burkitt, τα οστά του αποστόλου, άτινα διετηρούντο εις την Έδεσσαν τουλάχιστον από των μέσων του Δ' μ. Χ. αιώνος, πιθανώς να εδημιούργησαν την παράδοσιν περί της προγενεστέρας ιστορίας των (22). Κατά τον Brown (23), δεν δύναται να αποδοθή ιστορική αξιοπιστία εις τας Πράξεις. Εγράφησαν ίνα μεγαλύνουν τον απόστολον Θωμάν και ούτω, δόξα εξ αντανακλάσεως περιβάλη και την Χαλδαϊκήν Εκκλησίαν, ήτις αξιοί τούτον ως ιδρυτήν της. Δύο δε λόγοι κατέστησαν τούτο αναγκαίον.

Τον Δ' μ.Χ. αιώνα ο Δυτικός Χριστιανισμός ευρίσκετο εις διάστασιν με την Συριακήν Εκκλησίαν. Ήτο αναγκαίον δια την σωτηρία της Εκκλησίας ταύτης ίνα κατωχύρωνε την ανεξαρτησίαν αυτής τόσον εις την προέλευσίν της όσο και εις την ιδιάζουσαν διοίκησιν αυτής. Ουχί δε μόνον τούτο. Αι Εκκλησίαι της Ανατολής (Συρίας) από τινός ήδη χρόνου διεπίστωσαν ότι έπαυσαν να θεωρούνται Ορθόδοξοι υπό των Εκκλησιών της Αντιοχείας και της Δύσεως. Η οικειοποίησις της αποστολικότητος θα ήτο το έρεισμα εκείνο δια του οποίου θα ετίθεντο αύται επί της ιδίας μοίρας προς την μεγάλην Εκκλησίαν της Δύσεως (της Δυτικής και Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) (24).

🟣 Θεολογική και γνωστική αποτίμηση των Πράξεων του Θωμά
(Η ενότητα αυτή ανατέμνει το θεολογικό και φιλολογικό περιεχόμενο των Πράξεων του Θωμά, εστιάζοντας στη γνωστική τους απόχρωση, τη στάση απέναντι στον γάμο, και την απουσία δογματικής πολεμικής προς τα άλλα θρησκεύματα.

Η φιλελεύθερη κριτική του Gutschmidt υποστήριξε ότι οι Πράξεις βασίστηκαν σε βουδιστική ιεραποστολική ιστορία, προσαρμοσμένη από τον γνωστικό Βαρδησάνη ή τον κύκλο του, αλλά η άποψη αυτή απορρίφθηκε από τον Winternitz. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ευρεία αποδοχή ότι οι Πράξεις περιέχουν γνωστικά και πιθανώς μανιχαϊκά στοιχεία, δεδομένης της σύνδεσής τους με τη σχολή του Βαρδησάνη, του «τελευταίου γνωστικού».

Η θεολογία των Πράξεων διαφοροποιείται από την εκκλησιαστική διδασκαλία ως προς τη στάση της απέναντι στον γάμο. Ο Θωμάς παρουσιάζεται να προτρέπει σε αγαμία και παρθενία, ακόμα και νεόνυμφους, ενώ η έμφαση στην πτωχεία και την ατομική σωτηρία δείχνει έναν ηθικισμό αποκομμένο από την εκκλησιαστική κοινότητα. Η λέξη «Εκκλησία» εμφανίζεται μόνο μία φορά — και πιθανώς εκ λάθους — γεγονός που ενισχύει την υπόνοια ετεροδοξίας.

Παράλληλα, λείπει σχεδόν παντελώς η συνήθης αντιπαράθεση με την ειδωλολατρία και τον Ιουδαϊσμό, που χαρακτηρίζει τα ορθόδοξα μαρτυρολόγια. Ο συγγραφέας ενδιαφέρεται περισσότερο για την εσωτερική μεταστροφή των ψυχών παρά για την εδραίωση της Εκκλησίας ως θεσμού ή την υπεράσπιση της ορθής πίστης.

Τέλος, η ενότητα κλείνει με διάκριση ανάμεσα στον ιστορικό, αποκαλυπτικό χαρακτήρα του Χριστιανισμού και στη συγκρητιστική φιλοσοφική διάσταση του Γνωστικισμού, που θεωρείται ανεξάρτητος και εξωτερικός προς την ουσία της χριστιανικής πίστης, παρότι δανείστηκε μορφολογικά στοιχεία από αυτήν.)

Τέλος, η φιλελευθέρα κριτική δια του Alfred Gutschmidt με την διατριβήν αυτού «Die K ö nigsnamen in der Apocryphen Apostelgeschichten» (25) εις τα περί παραδόσεως του Θωμά ισχυρίσθη ότι ο Χριστιανισμός ήτο αδύνατο να διεθόθη τόσον ενωρίς εις μίαν τόσον μεμακρυσμένην περιοχήν, πριν ή θέση σταθερόν πόδα εις το δυτικό Ιράν, λαμβάνων ως προϋπόθεσιν ότι η φυσική οδός εκ της Συρίας προς τας Ινδίας ήτο η δια ξηράς και ουχί η δια θαλάσσης. Ίνα δικαιολογήση την προέλευσιν της παράδοσεως του Θωμά προσεπάθησε να αποδείξη ότι το πρώτον μέρος των πράξεων ήτο η τροποποίησις βουδιστικής ιεραποστολικής ιστορίας ήτις εγένετο υπό του γνωστικού Βαρδησάνη ή υπό του περί αυτόν φιλολογικού κύκλου της Εδέσσης (26). Η ερμηνεία αυτή ανεσκευάσθη υπό του Winternitz (27), ως παρουσιάζουσα πολλάς αδυνάτους πλευράς.

Το θεολογικόν περιεχόμενον των πράξεων του Θωμά, ως προς την ορθότητα των εν αυτώ ιδεών, υπήρξεν αντικείμενον πολλής διαμφισβητήσεως. Υπεστηρίχθη πάντοτε υπό των ερευνητών αυτού, ότι εν αυτώ ενυπάρχουν εμφανώς μεν γνωστικαί ιδέαι (28), εμμέσως δε και μανιχαϊκαί. Τούτο στηρίζεται κατ' αρχήν εις το γεγονός ότι αι πράξεις έτυχον επεξεργασίας και αναθεωρήσεως εν τη Σχολή του Βαρδησάνη ή υπ' αυτού του Βαρδησάνη του Σύρου, όστις απεκλήθη ο τελευταίος γνωστικός (29). Ως γνωστικό έργον αυτού θεωρείται «ο Διάλογος περί ειμαρμένης» (30).

Εις την μελέτην των επί μέρους χαρακτηριστικών των πράξεων του Θωμά ευρίσκει τις διαφοράν αξίαν προσοχής μεταξύ του πρώτου (Πράξεις 1-6) και του δευτέρου μέρους τούτων. Το πρώτον έχει καλλιτεχνικήν αφηγηματικήν μορφήν. Το δεύτερον αλληλοδιαδοχήν θαυμάτων και περιστατικών εκ της δράσεως του Θωμά εις τα οποία κυριαρχεί η έννοια της μεταστροφής των ακροατών αυτού, ήτις είναι αποτέλεσμα της αμέσου επ' αυτών επιδράσεως τούτου (31).

Εις την πρώτην πράξιν, εμφανίζεται ο Απόστολος αποτρέπων την κόρην του βασιλέως, ήτις μόλις είχε νυμφευφθή, καθώς και το νυμφίον να ζήσουν βίον συζυγικόν αλλά συμβουλεύει τούτους, όπως διέλθουν τας ημέρας αυτών εν παρθενία, καταδεικνύων τα της παροδικότητος του κόσμου. Εις δε την ενάτην πράξιν, εις τα περί της συζύγου του άρχοντος Χαρισίου, ομιλεί περί της ακαθαρσίας του γάμου. Εκτός τούτων και εις άλλας παρομοίας περιπτώσεις αι αυταί εκφράζονται ιδέαι. Πάντα ταύτα, εγένοντο αφορμή, ίνα υποστηριχθή ότι σκοπός των πράξεων ήτο, όπως διεγείρη την προσοχήν του αναγνώστου εις την ανάγκην της παρθενίας και της πτωχείας δια μία αληθώς αληθώς χριστιανικήν ζωήν (32).

Ο συγγραφεύς πολύ ολίγα αναφέρει δια την οργανωμένην εκκλησιαστικήν ζωήν (33) αλλ' ενδιαφέρεται για την ατομική σωτηρίαν των ψυχών. Η μεγάλη έμφασις της αγαμίας ως μέσου προς σωτηρίαν και ο τονισμός του θαυματουργικού στοιχείου, δεν είναι καθ' αυτά αποδείξεις μη καθολικής προελεύσεως των πράξεων, αφού μέχρι αυτής της εποχής του Αφραάτου μόνον άγαμοι επετρέπετο να βαπτίζωνται εις την Έδεσσαν (34). Εκείνο όμως το σημείον είς το οποίον, όπως παρατηρέι ο Burkitt (35) το βιβλίον τούτο είναι αιρετικόν μεταξύ των άλλων είναι ότι δεν αναγνωρίζεται ο γάμος ως θεσμός ως ιερός. Πιθανώς αι ύποπτοι εκφράσεις να μην είναι έκφρασις αρχικής ετεροδόξου διδασκαλίας αλλ' αποτέλεσμα της αγνοίας ή της αδεξιότητος του μεταφραστού. Αίρεσις οπωσδήποτε ευρίσκεται εις την ανεξάρτητον προς την καθόλου ζωήν της Εκκλησίας ηθικολογίαν. Η λέξις Εκκλησία μόνον άπαξ εμφανίζεται και τούτο πιθανώς εκ λάθους.

Ως μη ορθόδοξον θεωρείται επίσης το πενιχρόν ενδιαφέρον πολεμικής κατά των Ιουδαίων και της ειδωλολατρείας. Ο συγγραφεύς δεν εκφέρει μεν εσφαλμένην τινα γνώμην περί της τιμής των ειδώλων των Εθνικών, αντιπαρέρχεται όμως μετά ευστροφίας το πράγμα (36). Ο Θωμάς, συμφώνως προς τας Πράξεις, δεν εκήρυξεν εναντίον των ειδώλων αλλά κατά του εν ανθρώπω κακού, ενώ ήτο συνηθέστατον, τα μαρτυρολόγια να περιέχουν την μαρτυρίαν εναντίον της λατρείας των ειδώλων.

Το εν τη λατινική μετάφραση χωρίον των Πράξεων του Θωμά, το οποίον αναφέρει ότι ο Απόστολος επολέμησε την προσκύνησιν του υιού του Ηλίου, όταν ούτος οδηγήθη προς του βασιλέως Mazdai, έχει παρεισφρήσει μεταγενεστέρως. Το ενδιαφέρον του συγγραφέως απασχολείται με τας πράξεις των ανθρώπων και ουχί με τας μεταξύ των αντιπάλων θρησκευμάτων αλληλοσυγκρουομένας αξιώσεις. Συντόμως, δ' ειπείν, ενδιαφέρεται δια την μεταστροφήν των ψυχών κεχωρισμένως και ουχί δια την σταθεροποίησιν της θέσεως της Εκκλησίας.

Χαρακτηριστικόν τι, μεταξύ των άλλων, εμφαίνον τας γνωστικάς ιδέας του βιβλίου είναι το εξής: Ο Χριστιανισμός από τας αρχάς της εμφανίσεως αυτού ήτο θρησκεία ιστορική. Απόδειξις της αληθείας αυτού ήσαν αι Γραφαί της Παλαιάς Διαθήκης και της εν Χριστώ Αποκάλυψις. Ο Γνωστικισμός περισσότερον ήτο θρησκευτική φιλοσοφία, γενική τις συγκρητιστική θρησκευτική κίνησις της φθίνουσης αρχαιότητος. Τόσον ως προς την ουσίαν όσον και ως προς την προέλευσιν είναι τι έξω του Χριστιανισμού (37) και έλαβε μεν στοιχεία εκ της Παλαιάς ή Καινής Διαθήκης αλλά καθ' εαυτήν υπήρξεν ανεξάρτητως (38).


🟣 Το γνωστικό και μανιχαϊκό υπόβαθρο των Πράξεων του Θωμά – Αξιολόγηση και αποτίμηση
(Σε αυτήν την τελευταία ενότητα ολοκληρώνεται η θεολογική αποτίμηση των Πράξεων του Θωμά, με έμφαση στη γνωστική ιδεολογία, την αντίληψη για την Εκκλησία, και την πιθανή μανιχαϊκή επίδραση στο κείμενο.

Ο συγγραφέας των Πράξεων, αντί να ασχολείται με την αποκάλυψη του Θεού και την εκκλησιαστική ζωή, φαίνεται απορροφημένος από την παροδικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, δίνοντας έμφαση στη σωτηρία μέσω παρθενίας και εσωτερικής κάθαρσης, αποκομμένα από το εκκλησιαστικό σώμα. Η Εκκλησία, που για την ορθόδοξη παράδοση είναι Σώμα Χριστού και ενδιάμεσος χώρος σωτηρίας, απουσιάζει σχεδόν εντελώς από το κείμενο – και όπου εμφανίζεται, είναι εντελώς περιθωριακή.

Αναφέρονται συγκεκριμένα γνωστικά σημεία, όπως οι επισημάνσεις γνωστικών επικλήσεων στο 20ό και 50ό κεφάλαιο, και κυρίως ο περίφημος «Ύμνος της Ψυχής» ή «Ύμνος του Μαργαρίτου», ένας αυτοτελής ποιητικός λόγος με εμφανή γνωστικά μοτίβα, που παρεμβάλλεται στην 9η πράξη. Το κείμενο αυτό δεν έχει οργανική σχέση με τις Πράξεις, είναι αρχαιότερο και βρέθηκε σε συριακή και παραφρασμένη ελληνική μορφή.

Παράλληλα, συζητείται η πιθανότητα μανιχαϊκής επίδρασης, ιδιαίτερα μέσω της αναφοράς στο σύστημα των πέντε αιώνων και των πέντε στοιχείων στον Άδη, στη 6η πράξη. Εικάζεται ότι είτε η συγγραφή των Πράξεων έγινε σε περιβάλλον επιρροής του νεοεμφανιζόμενου Μανιχαϊσμού, είτε χρησιμοποιήθηκε προϋπάρχον υλικό κοινό με τη μανιχαϊκή διδασκαλία.

Η ενότητα ολοκληρώνεται με την αναφορά του Κυρίλλου Ιεροσολύμων, ο οποίος σημειώνει ότι οι Μανιχαίοι έγραψαν και Ευαγγέλιο του Θωμά – όχι όμως Πράξεις του Θωμά. Άρα, δεν έχουμε αρχαία πατερική μαρτυρία που να αποδίδει ευθέως τις Πράξεις στον μανιχαϊσμό, αλλά η ύποπτη θεολογική γραμμή και η ηθικολογία εκτός Εκκλησίας ενισχύουν τις υποψίες.)


Εκείνο το οποίον απασχολεί τον συγγραφέα των Πράξεων δεν είναι αι σχέσεις αυτού προς την Αποκάλυψιν του Θεού αλλά το άσκοπον της ζωής των ανθρώπων, το οποίον με την αστάθειαν και την παροδικότητα αυτού, φαίνεται να τον πληροί στεναχωρίας και ανησυχίας. Εις την αντίληψιν της Εκκλησίας ως οργανωμένου σώματος, δι' ην θα ώφειλε να εργασθή, κείται η πραγματική διαχωριστική γραμμή μεταξύ ορθής πίστεως και Γνωστικισμού.

Ο πιστεύσας πέραν τούτου, συμφώνως προς τας Πράξεις, δεν έχει άλλο τι επιτελέση επί της γης. Δια τον ορθώς όμως πιστεύοντα η Εκκλησία ίσταται μεταξύ του παρόντος και του μέλλοντος, ως ο Ααρών μεταξύ θανάτου και ζωής. Είναι το ενδιάμεσον μεταξύ του μετά θάνατον κόσμου και του παρόντος· το Σώμα του Χριστού και δια τούτο αιωνία, άξιον δι' Εκείνην να ζη και κοπιά τις (39).

Σημεία δι' ων καθίστανται προφανέστεραι αι γνωστικαί ιδέαι των Πράξεων είναι η εν τη πεντηκοστώ κεφαλαίω περιεχομένη γνωστική επίκλησις, ήτις συναντάται και προηγουμένως εν εικοστώ τοιούτω, ήτις εξεφωνήθη κατά την Θείαν Ευχαριστίαν (40).

Ο γνωστικός μύθος ευρίσκεται εις τον αυτοτελή ύμνον της ψυχής ή ύμνον του Μαργαρίτου ή ύμνον του Λυτρωτού. Ούτος ευρίσκεται εις το τέλος της ενάτης πράξεως. Το κείμενον αυτού υπάρχον αρχικώς εις την συριακήν γλώσσαν, είναι παλαιότερον των Πράξεων του Θωμά και δεν έχει μετ' αυτών οργανικήν σχέσιν. Ελληνιστί ευρίσκεται εις το εν Ρώμη Vallicellian χειρόγραφον, αποδοθέν εν παραφράσει υπό του Νικήτα Θεσσαλονίκης. Τούτο ευρεθέν, εξεδόθη υπό του Bonnet (41).

Τέλος, διετυπώθη η γνώμη ότι αι Πράξεις του Θωμά προδίδουν ιδέας Μανιχαϊκάς ή ότι έχουν υποστή Μανιχαϊκήν επίδρασιν. Το σημείον εις το οποίον συγκεντρούνται αι υποψίαι ευρίσκεται εις την έκτην πράξιν εν τη οποία γίνεται λόγος περί του συστήματος των πέντε αιώνων και περί των εν ’δη πέντε στοιχείων. Εξ αιτίας τούτου, εξεφράσθη η γνώμη ότι η επεξεργασία των Πράξεων του Θωμά εγένετο εις την αρχήν του Μανιχαϊσμού (περί το β΄ ήμισυ του Γ΄ μ. Χ. αιώνος) και υπέστη εξ αυτού επιδράσεις ή ότι δια την συγγραφήν τούτων εχρησιμοποιήθη κοινόν αρχικόν υλικόν προμανιχαϊκής διδασκαλίας (42).

Επί του τελευταίου τούτου, ουδέν μετά βεβαιότητος έχει διατυπωθή και αι κατά καιρούς εκφρασθείσαι απόψεις ως μη έχουσαι ισχυρόν έρεισμα επί του περιεχομένου του κειμένου, υπήρξαν πάντοτε ευπρόσβλητοι.

Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων σαφώς αναφέρει (43) ότι «έγραψαν και Μανιχαίοι και Θωμάν Ευαγγέλιον». Ουδέν όμως παρόμοιον τι λέγει περί των Πράξεων, ουδέ φαίνεται να έχωμεν σχετικήν προς τούτο αρχαίαν μαρτυρίαν.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Wilhem Germann, Die Kirche der Thomas Christen. Ein beitrag zur Geschichte der Orientalischen, Güterslah, 11.

(2) M. R. James, The Apocryphal New Testament, 364- 438. Constantinus Tischendorf, Acta Apostolorum Apocrypha (ελληνικόν κείμενον), σ. 190-242.

(3) L. W. Brown, The Indian Christians of St. Thomas, 43. πρβλ. Σελ. 42.

(4) M. R. James, The Apocryphal New Testament, Πράξεις Θωμά, σ. 364-438.

(5) G. Bornkamm, Mythos und legende in den Apocryphen Thomas Akten, 1. M. R. James, The Apocryphal New Testament, 364.

(6) F. C. Burkitt, Urchristentum im Orient, Tübingen 1907, 144. M. R. James, 364, c: Hans Lietzmann, Geschichte der Alten Kirche, v. 2. zweite auflage, 77.

(7) Αυτόθι, σ. 364.

(8) Η χρησιμοποιηθείσα αγγλική μετάφρασις των Πράξεων του Θωμά εγένετο εκ του ελληνικού κειμένου του Bonnet με παράλληλον παρακολούθησιν του συριακού ως απεδόθη υπό του Wright και της Mrs Lewis και Beran.

(9) F. C. Burkitt, Urchristentum im Orient, σ. 144-145. Β. Altaner, Patrologie, Auflage 1955, 56.

(10) R. Duval, La littérature syriaque, Paris 1899.

(11) Hans Lietzmann, Geschichte der Alten Kirch, Ecclesia Catholica, Zweite Bd. Zweite Auflage, 77.

(12) Encyclopaedia Britanica 9, ed. XXII, 827, W. Wright, " Syriac Literature".

(13) The Catholic Encyclopaedia II, 293.

(14) Cureton, " Spicilegium Syriacum", containing remains of Bardesan etc.

(15) J. Dahlmann, Die Thomas Legende, 129, Freiburg 1912.

(16) Tübiger Theol. Quartalschr. LVI, 1874, Syrische Lieder gnostischen ursprungs, 49- 52, 69-70.

(17) J. Dahlmann, Die Thomas Legende, 127.

(18) Christian Lassen, Indische Alterthumskunde, v. III, 365. Journal Asiatic Society, v. XX, υπό Priaulx.

(19) J. Dahlmann, Die Thomas Legende, 129- 130.

(20) Ευσεβίου, Προπαρασκευή Ευαγγελική, PG 21, βιβλίον V, κεφ. Ι΄, σελ. 465, Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλ. Συγγρ. Εκδ. Αποστ. Διακονία, τομ. 25, σελ. 221.

(21) J. Dahlmann, Die Thomas Legende, σ. 131. πρβλ. κατωτέρω: Το λείψανον του Αποστόλου Θωμά εν Εδέσση, ως μαρτυρία μεταβάσεως τούτου εις Ινδίας.

(22) F. C. Burkitt, Urchristentum im Orient, 137. J. R. Harris, The Dioscuri in the Christian Legend, σ. 20 κεξ.

(23) L. W. Brown, The Indian Christians of St Thomas, σελ. 46.

(24) W. Bauer, Rechtgläubigkeit und ketzerei im ältesten Christentum, κεφ. Ι.

(25) Εις τον υπό του Franz R ü he, Kleine Schriften, 11, σελ. 332.

(26) R. Garbe, Indien und das Christentum, 143. Περί της ιστορικής βάσεως του πυρήνος της διηγήσεως των αποκρύφων πράξεων του Θωμά θα γίνη ευρύς λόγος εν τοις οικείοις κεφαλαίοις.

(27) Winternitz, Deutsche Liter. Zeitung, 1913, σελ. 1754. Αι δυναταί πλευραί των υπό του Gutschmidt υποστηριζομένων καταφαίνονται κυρίως εκ των πληροφοριών των συγχρόνων προς τα γεγονότα γεωγράφων, καθ' ας η δια θαλάσσης συγκοινωνία δια λόγους μεπορικούς ήτο εξόχως ανεπτυγμένη μεταξύ του Ρωμαϊκού κόσμου και των Ινδιών. Πρβλ. κατωτέρω: Συρία και βορειοδυτικαί Ινδίαι.

(28) Hans Lietzmann, Geschichte der Alten Kirch, Die Anfänge, Dritte auflage, 153. Geschichte der Alten Kirch, Ecclesia Catholica, Zweite Bd. Zweite Auflage, 276.

(29) Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 20, βιβλίον IV, κεφ. 30, πρβλ. κατωτέρω: Παλαιοσυριακή Θεολογία.

(30) Αυτόθι. F. C. Burkitt, Urchristentum im Orient,, σελ. 133.

(31) G. Bornkamm, Mythos und legende in den Apocryphen Thomas Akten, σελ. 2.

(32) L. W. Brown, The Indian Christians of St Thomas, σελ. 43.

(33) C. Tischendort, Acta Apostolorum Apocrypha, σελ. 213, 214, 216, 227, 233. Η ύπαρξις Εκκλησία βεβαιούται εκ των βασικών προϋποθέσεων και στοιχείων άτινα χαρακτηρίζουν ταύτην. Εν σελ. π.χ. 213 214 γίνεται λόγος περί των μυστηρίων βαπτίσματος και χρίσματος, εν 216 περί της Κυριακής αργίας και της τελέσεως κατ' αυτήν του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας «ἔμελλεν γάρ Κυριακή ἐπιφαίνειν... καί ἄρτον τῆς εὐχαριστίας μετέδωκεν αὐτοῖς». Εν σελ. 227 γινέται επίσης λόγος περί θ. ευχαριστίας. Εν σελ. 214 ως «καταφύγιον του σωτήρος» χαρακτηρίζει την Εκκλησίαν: «πολλοί δε καί ἕτεροι πιστεύοντες προσετίθεντο καί ἤρχοντο εἰς τό καταφύγιον τοῦ σωτῆρος». Εν σελ. 233 ομιλών περί της ζωής των χριστιανών τούτων λέγει: «πᾶς οὖν Ὁ λαός ἐπίστευσε καί τάς ἑαυτῶν ψυχάς πειθηνίους παρέσχον τῷ Θεῷ τῷ ζῶντι καί τῷ Ἰησοῦ Χριστῷ, εὐωχούμενοι ἐν τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς εὐλογημένοις καί τῇ διακονίᾳ αὐτοῦ τῇ ἁγίᾳ, ἐκόμιζον δε χρήματα πολλά».

(34) F. C. Burkitt, Early Eastern Christianity, 125. Πρβλ. L. W. Brown, 43.

(35) F. C. Burkitt, Urchristentum im Orient, σελ. 145- 147.

(36) Wright, Apocryphal Acts of the Apostles, 207.

(37) Γαλίτη Γεωργίου, Οι κοπτικοί πάπυροι του Nag Hammadi, Aθήναι 1960, σ. 49.

(38) Στεφανίδου Β. Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 53- 54. F. Burkitt, ένθ. αν. παρ. 3.

(39) F. C. Burkitt, Urchristentum im Orient, σελ. 148.

(40) G. Bornkamm, Mythos und legende in den Apocryphen Thomas Akten, σελ. 5.

(41) Wright, Apocryphal Acts of the Apostles, σ. 251, πρβλ. Σ. 29, παραπ. 2.

(42) G. Bornkamm, Urchristentum im Orient, 50. E. Hennecke, Neutestamentiche Apokryphen, 479.

(43) Κύριλλος Ιεροσολύμων, Λόγος Κατηχητικός IV, PG 33, 500.

Η παρούσα ανάλυση βασίστηκε στο πλήρες κείμενο «Η Παράδοσις περί του Αποστόλου Θωμά». Για να δείτε την περίληψη με θεματικές ενότητες, μεταβείτε στην αρχή της ανάρτησης.

✒️ Σοφία Ντρέκου

🟣 Η αξία της Κυριακής, γιατί αποκαλείται όγδοη ημέρα

Στην εμπειρία της Εκκλησίας, η Κυριακή παραμένει έως σήμερα η κατ’ εξοχήν λειτουργική ημέρα. Είναι η ημέρα της Θείας Λειτουργίας, όπου επαναλαμβάνεται και βιώνεται μυσταγωγικά η Ανάσταση του Χριστού. Οι Πατέρες την ονομάζουν «Βασίλισσα και Κυρία των ημερών», καθώς η θεία ενέργεια που πηγάζει από το αναστάσιμο φως της, διαποτίζει όλη την εβδομάδα. Δεν είναι απλώς ανάμνηση, αλλά παρουσία του Αναστάντος – μια πνευματική αρχή που ανακαινίζει τον χρόνο και τον άνθρωπο. Γι’ αυτό και στην υμνολογία της Κυριακής, κυριαρχεί η φράση: «Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή».

η μνήμη της Ψηλάφησης  7 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα

🟣 Η Κυριακή ως Ημέρα Αναστάσεως και Προτύπωση του Μέλλοντος Αιώνα

(Η Κυριακή, ημέρα της Ανάστασης του Χριστού, δεν είναι απλώς η πρώτη ημέρα της εβδομάδας αλλά και η ογδόη – σύμβολο της αιωνιότητας και της νέας κτίσης. Αν και η Ανάσταση δεν έγινε ορατή τη στιγμή που συνέβη, αποκαλύφθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες σε εκείνες που πήγαν με πίστη και αγάπη στο Μνημείο. Στην παλαιά παράδοση της Παλαιάς Διαθήκης, η ογδόη ημέρα ήταν αφιερωμένη στον Θεό, ως μέρα αγιασμού. Ο Μωυσής την αποκαλεί «μία» και όχι «πρώτη», δείχνοντας έτσι τη μοναδικότητά της. Ο Μέγας Βασίλειος τη συνδέει με το φως και την αιώνια ζωή, βλέποντας την ως εικόνα του μέλλοντος αιώνος – τον ογδόο, άχρονο και ατελεύτητο χρόνο της Βασιλείας του Θεού. Η Κυριακή γίνεται έτσι απαρχή της αναγεννημένης ύπαρξης, ημέρα που φέρει τη βεβαιότητα της νίκης κατά του θανάτου και την ελπίδα της αιωνιότητας.)

Ο Χριστός αναστήθηκε τις πρωϊνές ώρες της Κυριακής. Δεν γνωρίζουμε τον πραγματικό χρόνο της Αναστάσεώς Του, αφού κανείς δεν τον είδε την ώρα εκείνη, αλλά πιστοποιήθηκε όταν βαθειά χαράματα οι Μυροφόρες γυναίκες πήγαν στο μνημείο για να αλείψουν το σώμα του Χριστού με αρώματα. 

Έτσι, η Κυριακή, η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, είναι η ημέρα της Αναστάσεως του Χριστού. Εάν ο Χριστός το Σάββατο νίκησε το κράτος του θανάτου, την Κυριακή πιστοποιήθηκε σε όλους η Ανάστασή Του, ότι Αυτός είναι ο νικητής του θανάτου και του διαβόλου.

Η ημέρα της Κυριακής στον λεγόμενο εβδομαδικό χρόνο είναι η πρώτη ημέρα από την οποία αριθμείται η εβδομάδα, αλλά και η ογδόη, επειδή βρίσκεται μετά το τέλος της εβδόμης ημέρας, δηλαδή μετά το Σάββατο. Στην Παλαιά Διαθήκη θεωρείται σημαντική ημέρα, αφ’ ενός μεν γιατί είναι η πρώτη ημέρα της δημιουργίας του κόσμου, κατά την οποία έγινε το φώς, αφ’ ετέρου δε γιατί και αυτή θεωρείται αγία κατά την εντολή: «επτά ημέρας προσάξατε ολοκαυτώματα τω Κυρίω, και η ημέρα η ογδόη κλητή αγία έσται υμίν, και προσάξατε ολοκαυτώματα τω Κυρίω.» (Λευιτ. κγ', 36).

Ο Μωϋσής την πρώτη ημέρα δεν την αποκαλεί πρώτη, αλλά μία. Καί, ερμηνεύοντας ο Μ. Βασίλειος, λέγει ότι την αγία Κυριακή, κατά την οποία αναστήθηκε ο Χριστός, την ονομάζει μία ημέρα για να οδηγήση την έννοιά μας προς την μέλλουσα αιώνια ζωή. Τώρα η Κυριακή είναι τύπος του μέλλοντος αιώνος, τότε όμως θα είναι αυτός ο ίδιος ο όγδοος αιών. Αν σκεφθή κανείς ότι ο εβδομαδιαίος κύκλος συμβολίζει όλο τον χρόνο της ζωής των ανθρώπων και η Κυριακή είναι τύπος του μέλλοντος ογδόου αιώνος, τότε είναι η μία και μοναδική ημέρα.

Ο Μ. Βασίλειος αποκαλεί την Κυριακή «απαρχήν των ημερών», «ομήλικα του φωτός».

🟣 Η Κυριακή ως Ημέρα της Ογδόης και Πρώτης Ανάστασης – Θεολογική και Εσχατολογική Προοπτική

(Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αναγνωρίζει την Κυριακή ως «ογδόη ημέρα» όχι μόνο ως μεταφορά για την αιωνιότητα, αλλά και με κυριολεκτικό ιστορικο-σωτηριολογικό υπόβαθρο. Η Ανάσταση του Χριστού είναι η όγδοη ανάσταση στην ιστορία: τρεις νεκροί αναστήθηκαν στην Παλαιά Διαθήκη, τέσσερις στην Καινή από τον ίδιο τον Χριστό, και η Ανάστασή Του γίνεται η κορυφαία, η «πρώτη» ως προς την καθολική ανάσταση των νεκρών που θα ακολουθήσει. Είναι η αρχή της νέας δημιουργίας, της υπαρξιακής νίκης επί της φθοράς.

Η ημέρα της Κυριακής φέρει μέσα της το φως της Δημιουργίας (Γένεση) αλλά και το φως της Αναστάσεως, που συνδέεται με το φως της Μεταμορφώσεως και της Πεντηκοστής – το φως του ακτίστου. Γι’ αυτό και η Κυριακή τιμάται ως «κλητή και αγία ημέρα», ημέρα στην οποία, σύμφωνα με τους Πατέρες, συνέβησαν κοσμοσωτήρια Δεσποτικές πράξεις: Ευαγγελισμός, Γέννηση, Ανάσταση, και, όπως προφητεύεται, η Δευτέρα Παρουσία και η γενική Ανάσταση των νεκρών (όσιος Πέτρος Δαμασκηνός).

Η Εκκλησία κάθε Κυριακή επαναλαμβάνει λειτουργικά τη χαρά της Αναστάσεως, με πλούσια τροπάρια που συγκροτούν το «μικρό Πάσχα», προεικονίζοντας την αιώνια λαμπρότητα της Βασιλείας του Θεού. Για αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός την υμνεί ως «εορτών εορτή και πανήγυρις εστί πανηγύρεων», καλώντας τους πιστούς να ευλογούν αιωνίως τον Αναστάντα Χριστό.)

Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η Κυριακή ονομάζεται ογδόη ημέρα γιατί κατά την ημέρα αυτήν έγινε η Ανάσταση του Χριστού, που είναι η ογδόη ανάσταση στην ιστορία. Τρεις αναστάσεις νεκρών έγιναν στην Παλαιά Διαθήκη (μία από τον Προφήτη Ηλία και δύο από τον Ελισσαίο), και τέσσερεις αναστάσεις νεκρών έγιναν στην Καινή Διαθήκη από τον Χριστό (τής θυγατρός του Ιαείρου, του υιού της χήρας της Ναΐν, του Λαζάρου, και των νεκρών κατά την Μεγάλη Παρασκευή). Οπότε η μεγαλύτερη, η ογδόη ανάσταση, είναι η Ανάσταση του Χριστού. Ουσιαστικά, όμως, δεν είναι μόνον η ογδόη ανάσταση, αλλά και η πρώτη σχετικά με την ελπιζομένη ανάσταση όλων των νεκρών.

Την Κυριακή, την πρώτη ημέρα της δημιουργίας, έγινε το φως. Την Κυριακή, την πρώτη ημέρα της αναδημιουργίας, φάνηκε το φως της Αναστάσεως, που είναι το ίδιο το Φώς της Μεταμορφώσεως και της Πεντηκοστής. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού απέβαλε την θνητότητα και φθαρτότητα, όπως θα δούμε πιο κάτω.

Η Κυριακή, ακόμη, λέγεται αγία και κλητή ημέρα, γιατί όλα τα Δεσποτικά μεγάλα γεγονότα έγιναν κατ’ αυτήν. Λέγεται από τους Πατέρας ότι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, η Γέννηση του Χριστού και η Ανάσταση, τα βασικά μεγάλα Δεσποτικά γεγονότα έγιναν την ημέρα της Κυριακής. Αλλά και η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και, βεβαίως, η ανάσταση των νεκρών πρόκειται αυτήν την ημέρα να συμβή (όσιος Πέτρος Δαμασκηνός). Γι’ αυτό και οι Χριστιανοί δίνουν μεγάλη σημασία και βαρύτητα σε αυτήν και επιδιώκουν να την αγιάζουν, γιατί η αιφνιδιαστική έλευση του Χριστού θα γίνει τότε.

Δείτε: π. Νικόλαος Λουδοβίκος: Κυριακή του Θωμά

Για όλους αυτούς τους λόγους ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός πανηγυρίζει στην εορτή του Πάσχα: «Αύτη η κλητή και αγία ημέρα, η μία των Σαββάτων η βασιλίς και Κυρία, εορτών εορτή και πανήγυρις εστί πανηγύρεων, εν ή ευλογούμεν Χριστόν εις τους αιώνας».

Είναι συγκινητικό να σκεφθή κανείς ότι η Εκκλησία κάθε Κυριακή με τα θαυμάσια τροπάριά της εορτάζει την Ανάσταση του Χριστού. Έτσι, στο ετήσιο Πάσχα υπάρχει και το εβδομαδιαίο Πάσχα, το μικρό λεγόμενο Πάσχα, η φωτοφόρος ημέρα της Κυριακής.



🟣 Το Μυστήριο του Σαββάτου και της Κυριακής - Η Ευλογημένη «Απιστία» του Θωμά
(Στην ομιλία του αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ερμηνεύεται βαθύτερα η θεολογική σημασία του Σαββάτου και της Κυριακής, αναδεικνύοντας πώς αυτά τα δύο σημεία του εβδομαδιαίου κύκλου συγκροτούν έναν υπερβατικό χάρτη της σωτηρίας.

Το Σάββατο τιμάται ως ημέρα κατάπαυσης του Θεού από τα αισθητά έργα της Δημιουργίας, όχι για την απραξία καθαυτή, αλλά για την επιστροφή στο άχρονο και άφθαρτο ύψος Του. Αυτή η παύση γίνεται υπόδειγμα για την ανθρώπινη ψυχή, που καλείται να μετέχει σε μια πνευματική ανάπαυση: τη θεωρία και την ανύψωση προς το θείο. Παράλληλα, το Σάββατο σηματοδοτεί την κάθοδο του Χριστού στον Άδη, την ανακαίνιση του ανθρώπου και τη θεία λύτρωση των ψυχών.

Η Κυριακή παρουσιάζεται ως η «ογδόη» και ταυτόχρονα η «μία» ημέρα. Είναι ο νέος χρόνος, ο προάγγελος του αιωνίου μέλλοντος. Αυτήν την ημέρα πραγματοποιείται η Ανάσταση του Χριστού, και γι’ αυτό ονομάζεται όχι απλώς πρώτη αλλά μία, ως η απαρχή της ατελεύτητης Βασιλείας.

Στο ίδιο πνεύμα εντάσσεται και η «καλή απιστία» του αποστόλου Θωμά. Η απουσία του από τη σύναξη της πρώτης Κυριακής τον στέρησε από την εμπειρία της Ανάστασης, ενώ η επιστροφή του την επόμενη Κυριακή τον αποκατέστησε στην πίστη με την ίδια την εμφάνιση του Αναστάντος Χριστού. Έτσι, η Εκκλησία υπογραμμίζει τη σημασία της Κυριακής ως θείας συνάξεως, όπου η παρουσία του Χριστού προσφέρει ειρήνη και βεβαίωση πίστεως.

Ο Θωμάς δεν τιμωρείται για την αμφιβολία του... αντίθετα, ευλογείται επειδή μέσα από τη δυσπιστία του οδηγείται στη βαθύτερη ομολογία: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Η απουσία του γίνεται παράδειγμα για το πόσο ζωτική είναι η συμμετοχή στις κυριακάτικες λειτουργίες: εκεί δίδεται η ειρήνη του Χριστού, ενισχύεται η πίστη, και αποκαθίσταται η σχέση με το Αναστημένο Σώμα Του.)

Το Απόσπασμα της ομιλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά

Σε έξι μέρες ο Θεός κατασκεύασε και διακόσμησε όλο το αισθητό τούτο σύμπαν, επίσης έπλασε και ζωοποίησε το μόνο ζώο με αίσθηση και νου, τον άνθρωπο. Κατά την έβδομη μέρα κατέπαυσε από όλα τα έργα Του, όπως μας δίδαξε το άγιο Πνεύμα με τη γλώσσα του Μωυσή.

«Και ευλόγησε ο Θεός την εβδόμη μέρα και την αγίασε»

Πως λοιπόν ευλόγησε κι' αγίασε αυτή την ημέρα, στην οποία δεν έπραξε τίποτα. Πως δεν ευλόγησε την «μία» την πρώτη που είναι υπερεξαίρετη κατά την οποία παρήγαγε το σύμπαν από το μη όν.

Πως δεν ευλόγησε κάποια άλλη επόμενη μέρα είτε αυτή που στερέωσε τον ουρανό είτε αυτή που συστάθηκε η γη. Γιατί δεν ευλόγησε μάλλον την έκτη που ανέδειξε τον άνθρωπο γνωστικό ζώο κατ' εικόνα και ομοίωση Του;

Και όμως ευλόγησε την έβδομη μέρα, που είναι μέρα απραξίας.

Μερικοί εκθειάζουν τον αριθμό επτά (Ιώσηπος, Φίλων) γιατί λέγουν ότι είναι αγέννητος, αλλά και παρθένος αφού δεν γεννά. Όμως και η μονάδα είναι εντελώς αγέννητη, αλλά και γεννητική κάθε αριθμού. Μιλάνε για τις επτά μέρες της εβδομάδας, επτά πλανήτες, σ' επτά μέρες διχοτομείται η σελήνη και σε άλλες επτά γίνεται πανσέληνος κ.ο.κ.

Κάθε αριθμό αν τον εξετάσουμε θα βρούμε κάτι καλό και θαυμαστά ταιριαστό. Λόγου χάρη ο αριθμός έξη είναι πρώτος μεταξύ των τελείων αφού εξισώνεται πριν από τους άλλους στα μέρη του, γι' αυτό και το σύμπαν ολοκληρώθηκε σ' αυτόν.

Όμως ο Μωυσής κατά κανένα τρόπο δεν εμφάνισε το Θεό ως επαινέτη του αριθμού. Λαμβάνοντας αφορμή από τα ίδια τα λόγια του Μωυσή λέμε για πιό λόγο ευλόγησε την εβδόμη μέρα. Λέγει ότι: «κατέπαυσε ο Θεός την έβδομη μέρα από όλα τα έργα του τα οποία άρχισε να εκτελεί». Επομένως υπάρχουν έργα του Θεού που ούτε άρχισε να εκτελεί, ούτε έπαυσε να εκτελεί.

Ευλόγησε λοιπόν και αγίασε την έβδομη μέρα κατά την οποία έπαυσε να πράττει τα αισθητά, σαν είδος επανόδου στο ύψος του θεοπρεπώς, που βέβαια ποτέ δεν εγκατέλειψε, διδάσκοντας εμάς να βρεθούμε κατά δύναμη σ' εκείνη τη κατάπαυση που είναι η κατά το νου μας θεωρία και ανύψωση πρός το Θεό. Αυτό είναι το ένα αίτιο της ευλογίας της έβδομης ημέρας και παρήγγειλε ο Μωυσής να τηρήται αργία, αλλά μόνο από τα έργα που βοηθούν το σώμα, ενώ για τη ψυχή παρήγγειλε ενέργεια.

Άλλο αίτιο είναι η πρόβλεψη του δημιουργού της εκτροπής του ανθρώπου προς το χειρότερο μέχρι καταστροφής και φυλακής στον Άδη, την αχρήστευση όλου του κόσμου, αλλά και το μελλοντικό ανακαινισμό του ανθρώπου. Αυτή η ανακαίνηση ενεργήθηκε με την ενανθρώπηση του Θεού, τη κατάβαση στον Άδη του Χριστού δια του θανάτου και την ανάκληση των ψυχών από αυτόν το Σάββατο.

Τελείωση της εβδόμης μέρας είναι η όγδοη μέρα, η Κυριακή κατά την οποία έγινε η ανάσταση του Κυρίου. Δεν είναι μόνο όγδοη μέρα, αλλά και η πρώτη των έπειτα από αυτή, γι' αυτό και ο Μωυσής την ονόμασε όχι «πρώτη», αλλά «μια» ως ανώτερη από τις άλλες και ως προοίμιο της μιας και ανέσπερης μέρας του μέλλοντος αιώνος.

Γι' αυτό και ο Κύριος εμφανίσθηκε την Κυριακή, τη μέρα της Αναστάσεώς Του, στους μαθητές του, ενώ απουσίαζε ο Θωμάς. Και πάλι στην όγδοη μέρα, δηλαδή τη Κυριακή, (πού τιμάμε σήμερα) στο ίδιο σπίτι με κλειστές τις πόρτες εμφανίζεται στο διστακτικό Θωμά για να τον οδηγήσει στη πίστη. Από τότε διαρκώς η Εκκλησία του Χριστού επιτελεί τις συνάξεις, κυρίως τις Κυριακές. Και γι' αυτό δεν πρέπει κανείς να απουσιάζει από τις ιερές και θεοπαράδοτες συνάξεις και εγκαταλειφθεί δίκαια από το Θεό και πάθει κάτι παρόμοιο με το Θωμά, που δεν ήλθε στην ώρα του.

Ο Θωμάς όταν ήταν απών από τη σύναξη, έγινε άπιστος, όταν δε επανήλθε με τους πιστεύοντας, τότε δεν αστόχησε στη πίστη του. Επομένως να επισκεπτόμαστε συχνά την Εκκλησία τις Κυριακές σχολάζοντας από τα επίγεια έργα μας, χωρίς απουσίες για να λαβαίνουμε την ειρήνη και να αυξάνουμε τη πίστη μας.

  • 🟣 Ο Θωμάς ως Πύλη της Πίστης για τον Άνθρωπο του 21ου Αιώνα
(Διατυπώνεται ένα φιλοσοφικό-θεολογικό σχόλιο για τη σημασία του Θωμά σήμερα. Η μορφή του συνδέεται με τον σύγχρονο άνθρωπο που παλεύει να πιστέψει εμπειρικά. Ο Θωμάς ως «ερωτευμένος αναζητητής» είναι πρότυπο για τον σημερινό αναζητητή της Αλήθειας.)

ψηφιδωτό στη Ι. Μονή Δαφνίου, τέλη του 11ου αιώνα

Ο Θωμάς δεν ήταν ποτέ πραγματικά «άπιστος». Ήταν βαθιά ειλικρινής. Δεν επαναστάτησε· αγάπησε υπερβολικά για να αρκεστεί σε μια πίστη χωρίς εμπειρία. Η δική του απουσία από την πρώτη εμφάνιση του Αναστάντος Χριστού έγινε αφορμή για τη δεύτερη συνάντηση, όπου η πληγή έγινε απόδειξη και η αμφιβολία κλειδί αποκάλυψης.

Ο Θωμάς είναι ο μαθητής της εποχής μας, εκείνος που δεν αρκείται στα λόγια, αλλά διψά για νόημα που να αγγίζεται, για Θεό που να υπομένει το άγγιγμα. Δεν είναι ο ορθολογιστής αλλά ο ερωτευμένος αναζητητής, που μόνο αν δει και ψηλαφήσει, θα μπορέσει να παραδοθεί.

Το Ευαγγέλιο και οι Πράξεις Θωμά, τα λειτουργικά κείμενα και τα απόκρυφα, οι ανατολικές παραδόσεις και η θεολογία των Πατέρων, συγκλίνουν στην ίδια μαρτυρία: η πίστη δεν καταργεί την αναζήτηση· την προϋποθέτει. Η Εκκλησία δεν φοβάται τις πληγές· τις καθαγιάζει. Και ο Θωμάς, ο Απόστολος της Ψηλάφησης, γίνεται υπενθύμιση ότι ο Χριστός αποκαλύπτεται όχι μόνο στους βέβαιους, αλλά και στους αληθινά διψασμένους.

Κι ίσως η πιο βαθιά πίστη να μην γεννιέται από τη βεβαιότητα,
αλλά από εκείνη τη σιωπηλή στιγμή που το χέρι αγγίζει την πληγή...
και η καρδιά αναγνωρίζει τον Αληθινό.

Μαζί στο ταξίδι του νοήματος αγγίζουμε μαζί
αυτό που φαίνεται μόνο όταν το πιστέψεις.
Με φως, αλήθεια και λόγο για να ψηλαφάται.

✒️ Ανάλυση - σχολιασμοί: Σοφία Ντρέκου (Sophia Drekou)

  • 🟣 Παραπομπές – Πηγές – Αναφορές
(Παρατίθενται οι βιβλιογραφικές και διαδικτυακές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν. Συμπεριλαμβάνονται έργα αγίων, θεολόγων, συγγραφέων και άρθρα για την παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ινδία, για τις γνωστικές επιρροές και για το θεολογικό αποτύπωμα του Θωμά.)

• Άγιος Θωμάς: πρότυπο χριστιανού ερευνητή - o-nekros
• Ιερά λείψανα από: www.synaxaristis - ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ
• «Ο Απόστολος Θωμάς ή Άγιος Θωμάς, ο αποκαλούμενος και Δίδυμος» από το βιβλίο: Οι Δώδεκα Απόστολοι, Απόστολος Γλαβίνας, Τέρτιος, Κατερίνη 1993. Σελ. 93 έως και 96.
• Η παράδοσις περί του αποστόλου Θωμά - Αρβανίτη Αθανασίου - Ο απόστολος Θωμάς και η συριακή εκκλησία του Μαλαμπάρ, Εκκλησιαστικαί Ιστορικαί Μελέται, τ. Γ΄, Αθήναι 1962, σελ. 27-37, apostoliki-diakonia.gr 
• «Ο απόστολος Θωμάς» Λάμπρος Κ. Σκόντζος Θεολόγος–Καθηγητής. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος: apostoliki-diakonia.gr
• Η αξία της Κυριακής, γιατί αποκαλείται όγδοη ημέρα - Από το βιβλίο «Οι Δεσποτικές Εορτές» Συγγραφέας: Ιερόθεος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου. Εκδότης: Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας) Σελ.: 136 Έκδοση: 20082. Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη
• Το μυστήριο του Σαββάτου και της Κυριακής - Η «Καλή» Απιστία του Θωμά. - Απόσπασμα ομιλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά
• Ανάλυση - σχολιασμοί (επεξηγήσεις): Σοφία Ντρέκου (Sophia Drekou)



Δεν υπάρχουν σχόλια: