O Θεόφιλος Χατζημιχαήλ, που ζωγράφιζε για ένα κομμάτι ψωμί,
είναι ο μόνος Έλληνας καλλιτέχνης του οποίου, ολόκληρο
το έργο έχει κηρυχθεί εθνική πολιτιστική κληρονομιά.
«Μια καλλιτεχνική αποκάλυψις. Ένας άγνωστος μεγάλος, Έλλην λαϊκός ζωγράφος. Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ». (20 Σεπτεμβρίου 1935 εφημερίδα Αθηναϊκά Νέα)
Από αυτό το σημείο ξεκινάει η μετά θάνατον σταδιοδρομία του Θεόφιλου του μόνου καλλιτέχνη που μπόρεσε να συλλάβει και να αποδώσει με τόσο απλοϊκά μέσα την καθαρότητα του ελληνικού χρώματος.
«Ο Παπαδιαμάντης της ζωγραφικής» όπως τον αποκαλεί ο Έλληνας δημοσιογράφος και λογοτέχνης Τάκης Μπαρλάς.
Φορούσε πάντα φουστανέλα κι ας μην ήταν η φορεσιά της ιδιαίτερης πατρίδας του, μια κάπα χειμώνα- καλοκαίρι και στα πόδια τσαρούχια, που από τις πολλές σόλες ήταν ασήκωτα. Στο χέρι βαστούσε μπαστούνι και σε έναν τορβά που κρεμόταν στον ώμο του, έμπηγε ένα ξύλο με μια σημαία βυζαντινή, με τον αετό. Την παράξενη εμφάνιση συμπλήρωναν μακριά μαλλιά δεμένα κότσο με ένα κορδόνι, μεγάλα νύχια αλλά και μια ήρεμη, απόκοσμη έκφραση. Έτσι περιγράφουν τον Θεόφιλο όσοι τον γνώρισαν.
Έναν πράο άνθρωπο που δεν έπινε, δεν κάπνιζε, απέφευγε τον κόσμο και δεν πήγαινε ποτέ σε καφενείο ή σε διασκεδάσεις, αλλά ούτε και στην εκκλησία, παρ' ότι ζωγράφιζε εικόνες αγίων.
Όλα αυτά δημιουργούσαν εύκολο στόχο αποδοκιμασιών, χλευασμού και σκληρότητας.
Το σπίτι που έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ήταν πολύ μικρό, παλιό και πολύ φτωχικό. Είχε δύο μικρά δωμάτια με τοίχους μέσα κι έξω χτισμένους με λάσπη. Δεν είχε τουαλέτα, ούτε ηλεκτρικό φως ούτε νερό.
Στο σπίτι του Δρουσάκη στη Σμύρνη ζωγράφισε θέματα από την ελληνική ιστορία και τον κατηγόρησαν στους Τούρκους. Το αφεντικό ισχυρίστηκε πως είναι τρελός και παράξενος και να μην του δίνουν σημασία. Τότε ο Τούρκος αξιωματούχος μονολόγησε: «Αν τούτος είναι τρελός, ντροπή σε μας τους γνωστικούς».
ο Θεόφιλος ντυμένος ως Μεγαλέξανδρος
(το κοστούμι το είχε φτιάξει μόνος του)
Ο Θεόφιλος Κεφαλάς-Χατζημιχαήλ γεννήθηκε στη Βαρειά Μυτιλήνης μεταξύ των 1867-1870. Έζησε λίγα χρόνια στη Σμύρνη και στη συνέχεια το 1897 εγκαταστάθηκε στο Βόλο δουλεύοντας σε διάφορες δουλειές και ζωγραφίζοντας σε σπίτια και μαγαζιά.
Εκτός από την ζωγραφική, ο Θεόφιλος συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις ντυμένος άλλοτε σαν Μεγαλέξανδρος, και άλλοτε σαν ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, με κουστούμια που έφτιαχνε ο ίδιος.
Κυκλοφορούσε φορώντας πάντοτε την παραδοσιακή φουστανέλα και αυτό αποτελούσε λόγω χλευασμού από τον κόσμο.
Το 1927 σ’ ένα καφενείο κάποιος τον έριξε για να γελάσουν από μία σκάλα όπου ήταν ανεβασμένος και ζωγράφιζε. Το επεισόδιο αυτό υπήρξε η αφορμή για να επιστρέψει στη Μυτιλήνη, όπου συνέχισε να ζωγραφίζει για ένα πιάτο φαγητό και λίγο κρασί.
Εκεί τον συνάντησε ο Στρατής Ελευθεριάδης (Tériade), καταξιωμένος τεχνοκριτικός, εκδότης και συλλέκτης έργων τέχνης. Σ’ αυτόν οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η αναγνώριση της αξίας του έργου του Θεόφιλου αλλά και η διεθνής προβολή του, που ωστόσο σημειώθηκε μετά το θάνατό του.
Ο Θεόφιλος πέθανε τον Μάρτιο του 1934, από τροφική δηλητηρίαση. Λέγεται ότι τα αλλοιωμένα τρόφιμα που κατανάλωσε ήταν η αμοιβή του για ένα έργο του.
Ένα χρόνο αργότερα, έργα του εκτέθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου ως δείγματα της δουλειάς ενός γνησίου λαϊκού (ναΐφ) ζωγράφου της Ελλάδας.
Το 1964 ανεγέρθηκε στη Βαρειά το Μουσείο Θεόφιλου με έξοδα του Στρατή Ελευθεριάδη (Μυτιλήνη 1897 - Παρίσι 1983).
Βιογραφία: Αφιέρωμα στον Θεόφιλο Χατζημιχαήλ
τον σπουδαίο λαϊκό ζωγράφο που απεικόνισε τους
Ήρωες και τις Ηρωίδες της Επανάστασης (ΕΔΩ)
Ο Le Corbusier για τον ζωγράφο Θεόφιλο
Το 1936 ο Teriade (Τεριάντ) οργανώνει έκθεση έργων του στο Παρίσι εκεί δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουν για το έργο του διεθνείς προσωπικότητες όπως ο Le Corbusier ο οποίος αναφέρει.
Πρωτοδημοσιευμένο στο Le Voyage en Grece, τεύχος 4, Άνοιξη 1936 – αλλά εδώ σε μετάφραση του Αντώνη Φωστιέρη, παρμένο απ’ το περιοδικό Η Λέξη, τεύχος 172, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2002, που ήταν αφιερωμένο στον Θεόφιλο.
Το 1936 ο Teriade (Τεριάντ) οργανώνει έκθεση έργων του στο Παρίσι εκεί δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουν για το έργο του διεθνείς προσωπικότητες όπως ο Le Corbusier ο οποίος αναφέρει.
Πρωτοδημοσιευμένο στο Le Voyage en Grece, τεύχος 4, Άνοιξη 1936 – αλλά εδώ σε μετάφραση του Αντώνη Φωστιέρη, παρμένο απ’ το περιοδικό Η Λέξη, τεύχος 172, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2002, που ήταν αφιερωμένο στον Θεόφιλο.
Ο Περικλής από της Πνυκός Δικαιολογών χάριν
της Ακροπόλεως δαπάνας, Μουσείο Θεόφιλου
«Ζωγράφος αυτόχθων του ελληνικού τοπίου και του ελληνικού ήθους. Που κουβαλάει τη μνήμη των πολέμων με τους Τούρκους. Τύπος αυθεντικός μιας Ελλάδας τρυφερής και φωτεινής, απαλλαγμένος από κάθε επιτήδευση, της παλιάς εκείνης Ελλάδας που, έξω από τις πόλεις «του εμπορίου και της βιομηχανίας», είναι ακόμα και σήμερα πανταχού παρούσα. Το τοπίο, ξανθό και απολλώνιο, βουτηγμένο στη μαγεία του φωτός. Ζωγράφος αληθινός. Αληθινός μ’ ένα τρόπο μεγαλόπρεπο, λαμπρό, απλό, φυσικό. Βρισκόμαστε διαμιάς στην επικράτεια του αυθεντικού, του αναμφισβήτητου, του πραγματικού.
Η τεχνική του; Μια γραφή ειλικρινής, με σωστό σχέδιο και σωστούς χρωματισμούς.
Ο λυρισμός του; Η αναπαυτική βεβαιότης της διάρκειας. Τριγύρναγε στις εξοχές, ζωγράφιζε τοίχους και ταμπέλες, στα καφενεία που οι θαμώνες τα προτιμούν για την καλή παρέα. Δεν του βρίσκεις κανένα ψεγάδι, ούτε ο ίδιος καταβάλλει γι’ αυτό καμμιά ιδιαίτερη προσπάθεια. Είναι όπως είναι.
Μέσω του Θεόφιλου, ιδού ο τόπος και οι κάτοικοι της Ελλάδος: χώμα ρόδινο, πεύκα και ελιές, θάλασσα και όρη των θεών, άνθρωποι που λούζονται σε μια επικίνδυνη γαλήνη, πρόσφορη στις απότομες εξάρσεις της ψυχής. Και ιδού εμείς, φωτισμένοι και συγκινημένοι, μπροστά σε τούτη την ύλη την χρυσαφένια, την έτοιμη για λάμψεις απρόβλεπτες».
Από αριστερά: «Ο Λήσταρχος Χρήστος Νάτσιας [Νταβέλης]
το 1855», ο Καπετάν Ανδρούτσος (Ανδρέας Βερούσης) 1795
και ο Ήρως Αθανάσιος Διάκος το 1821, του Θεόφιλου.
«Η υπερβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς»
Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα
(Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης)
Κατ' αρχάς δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για ναΐφ* ζωγράφο. Έναν ασπούδαστο και άτεχνο καλλιτέχνη, ο οποίος όμως έχει ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία στο έργο του. Γιατί ο Θεόφιλος έκανε συνθέσεις με αξιοθαύμαστο τρόπο, είχε μια ισοτονική αρμονία στα έργα του και μετέφρασε χρωματικά την ελληνική ύπαιθρο με τρόπο που δεν κατόρθωσαν άλλοι ζωγράφοι. Για όλα αυτά τον εκτιμώ πολύ. Και δεν είναι περίεργο που τον λάτρεψε η γενιά του ΄30 αφού αυτός είχε υλοποιήσει τα ιδανικά της, χωρίς φυσικά να το ξέρει. Πρέπει όμως να κρατάμε τα πράγματα στο επίπεδό τους και να τοποθετούμε τους καλλιτέχνες στις σωστές τους διαστάσεις. Να σταματήσουμε να βλέπουμε τον Θεόφιλο δίπλα στον Παρθένη, στον Γύζη ή στον Μόραλη. Αυτό είναι λάθος.
Ο Θεόφιλος είναι ο μόνος καλλιτέχνης του οποίου ολόκληρο το έργο έχει κηρυχθεί εθνική πολιτιστική κληρονομιά. Δεν είναι υπερβολή; Μπορείς να κηρύξεις ως πολιτιστική κληρονομιά κάποια έργα, όχι όμως τον καλλιτέχνη. Εκτός κι αν είναι ο Φειδίας. Ο Θεόφιλος ζωγράφιζε παντού, ακόμη και σε μαξιλαράκια. Κηρύσσεις τα μαξιλαράκια πολιτιστική κληρονομιά; Είναι και λίγο αστείο.
Η Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα είναι συγγραφέας, ιστορικός τέχνης και αρχαιολόγος και γεννήθηκε στο Αρκαλοχώρι Ηρακλείου Κρήτης. Είναι ομότιμη Καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και από το 1992 είναι Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου.
*Ναΐφ τέχνη (Naïve art, ή Toddler art) είναι μία κατηγορία τέχνης που χαρακτηρίζεται από μια παιδικού τύπου απλοϊκότητα, τόσο στην ύλη και το περιεχόμενο όσο και στην τεχνική. Η λέξη Ναΐφ είναι διεθνής πλέον, αλλά προέρχεται από την Γαλλική naive που σημαίνει αφελής. Όμως το δεδομένο ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί ναΐφ καλλιτέχνες, με τα έργα τους, οι οποίοι έχουν λίγη ή καθόλου εικαστική παιδεία, αυτό και μόνο αποδεικνύει ότι ο όρος συχνά δεν ισχύει.
Η Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα είναι συγγραφέας, ιστορικός τέχνης και αρχαιολόγος και γεννήθηκε στο Αρκαλοχώρι Ηρακλείου Κρήτης. Είναι ομότιμη Καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και από το 1992 είναι Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου.
*Ναΐφ τέχνη (Naïve art, ή Toddler art) είναι μία κατηγορία τέχνης που χαρακτηρίζεται από μια παιδικού τύπου απλοϊκότητα, τόσο στην ύλη και το περιεχόμενο όσο και στην τεχνική. Η λέξη Ναΐφ είναι διεθνής πλέον, αλλά προέρχεται από την Γαλλική naive που σημαίνει αφελής. Όμως το δεδομένο ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί ναΐφ καλλιτέχνες, με τα έργα τους, οι οποίοι έχουν λίγη ή καθόλου εικαστική παιδεία, αυτό και μόνο αποδεικνύει ότι ο όρος συχνά δεν ισχύει.
Τελικά ο όρος Ναΐφ(naïve) που στα Αγγλικά ταυτίζεται με το primitive (αφελής, αγαθιάρης, πρωτόγονος) ερμηνεύεται πλέον σαν εξευτελισμός και σταδιακά άρχισε να αποφεύγεται στους εικαστικούς κύκλους. Πολλοί διάσημοι Ευρωπαίοι ζωγράφοι του 20ού αιώνα μπορεί εύκολα να ταξινομηθούν άμεσα ή έμμεσα στην τεχνοτροπία Ναΐφ, όπως ο Joan Miro, ο Henri Émile Benoît Matisse, o Paul Gauguin, κλπ. Μερικοί το παραδέχονται ευθέως εξ άλλου όπως ο Ισπανός Huan Miro που δήλωσε «Χρειάστηκε να γεράσω, για να μάθω να ζωγραφίζω σαν παιδί».
Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ ή Θεόφιλος Κεφαλάς ή Κεφάλας, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα (Βαρειά Μυτιλήνης, 1870; – Βαρειά Μυτιλήνης, 24 Μαρτίου; 1934), γνωστός απλά και ως Θεόφιλος, ήταν μείζων λαϊκός ζωγράφος της νεοελληνικής τέχνης.
Κυρίαρχο στοιχείο του έργου του είναι η ελληνικότητά του και η εικονογράφηση της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και ιστορίας.
Ο Θεόφιλος πέθανε τον Μάρτιο του 1934, παραμονές του Ευαγγελισμού, πιθανότατα από τροφική δηλητηρίαση. Ένα χρόνο αργότερα, έργα του εκτέθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου ως δείγματα της δουλειάς ενός γνησίου λαϊκού (ναΐφ) ζωγράφου της Ελλάδας.
► Ο Θεόφιλος στο Λούβρο: 3 Ιουνίου 1961 Έκθεση έργων του Θεόφιλου εγκαινιάζεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι
Κυρίαρχο στοιχείο του έργου του είναι η ελληνικότητά του και η εικονογράφηση της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και ιστορίας.
Ο Θεόφιλος πέθανε τον Μάρτιο του 1934, παραμονές του Ευαγγελισμού, πιθανότατα από τροφική δηλητηρίαση. Ένα χρόνο αργότερα, έργα του εκτέθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου ως δείγματα της δουλειάς ενός γνησίου λαϊκού (ναΐφ) ζωγράφου της Ελλάδας.
► Ο Θεόφιλος στο Λούβρο: 3 Ιουνίου 1961 Έκθεση έργων του Θεόφιλου εγκαινιάζεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι
Ποίηση επί πορτραίτου του αγωνιστή
Γρίβα Θεοδωράκη από τον Θεόφιλο
Ο Γρίβας Θεοδωράκης περήφανος τσολιάς
αναπολεί τις μάχες στο χάνι της Γραβιάς.
Ψηλός, αρματωμένος με γιορτινή στολή
στέκεται παίρνει πόζα λίγο πολεμική.
Του Θεόφιλου το χέρι θα του εκάνει κλίκι
φωτογραφία πρώτη μέσα στ' αρματολίκι.
Με κάπα και κουμπούρια, συρίτια
και στη μέση ζώνη και το σπαθί,
στην κεφαλή ένα φέσι.
Μανίκια κουμπωτά, κοντή η φουστανέλλα
τσαρούχια φουντωτά, δεν φαίνεται η φανέλλα.
Βλέμμα αητού, ευθεία το μουστάκι
σα λίγο θε 'να φέρνει απ' του Καραϊσκάκη.
Μα πάνω απ' όλα στήθος μ' ανδρεία,
δυνατό εκεί να καταλήγει πανώριο φυλακτό.
Την Παναγιά μητέρα έχει εκεί ζερβά
με τον Χριστό αγκαλιά,
πιο πάνω απ' την καρδιά.
Ο Θεόδωρος Γρίβας, γνωστός και ως Θεοδωράκης Γρίβας (1797 - 24 Οκτωβρίου 1862), ήταν Έλληνας αγωνιστής του 1821, στρατηγός και πολιτικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου