Μακρόνησος και Ψυχικός Πόνος με τα διλήμματα και αδιέξοδα από ψυχαναλυτικής πλευράς

Φωτογραφία στην Μακρόνησο Ορέστης Παναγιώτου για το ΑΠΕ

της Σοφίας Ντρέκου

«Κάνε πάντα όσο μπορείς το καλό. Προπάντων αγάπα την ελευθερία.
Και ένα θρόνο να σου δώσουν ακόμα, ποτέ μην προδώσεις την αλήθεια»
Λούντβιχ βαν Μπεττόβεν 17 Δεκεμβρίου 1770 - 26 Μαρτίου 1827

Η Μακρόνησος ή «Μακρονήσι», λέγεται έτσι λόγω του σχήματός του, είναι νησί του Αιγαίου πελάγους και βρίσκεται κοντά στις ακτές της Αττικής, απέναντι από το Λαύριο. Είναι το δυτικότερο νησί των Κυκλάδων και διοικητικά υπάγεται στη νήσο Κέα.


Το Στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Μακρόνησο αποτέλεσε τόπο εξορίας χιλιάδων στρατιωτών και πολιτών που οι αρχές έκριναν ότι έχρηζαν κοινωνικής, πολιτικής ή εθνικής αναμόρφωσης από το 1947 έως το 1958. Χρησίμευσε ως στρατόπεδο ηθικής εξόντωσης και τρομοκράτησης σε κλίμακα πρωτοφανή για την ιστορία της Ελλάδας. Το στρατόπεδο λειτουργούσε ανεπίσημα από το 1947. Για τη διαχείριση του στρατοπέδου ιδρύθηκε επισήμως, τον Οκτώβριο του 1949, ο «Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου» (Ο.Α.Μ.) και λειτούργησε έως το 1955, περίοδο που περιλαμβάνει τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο.

Το 2019 ολόκληρη η Μακρόνησος κηρύχθηκε από 
το Υπουργείο Πολιτισμού αρχαιολογικός χώρος.

Τον Αύγουστο του 2003 έγιναν τρεις συναυλίες από το Μίκη Θεοδωράκη
(βασανίστηκε) στη Μακρόνησο, σε ανάμνηση των χρόνων της εξορίας.

ΨΥΧΙΚΟΣ ΠΟΝΟΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ

Γράφει ο άνθρωπος που έφερε την ψυχανάλυση στη δημόσια περίθαλψη. Πήρε την ψυχιατρική από το ντιβάνι και το Κολωνάκι και την πήγε στον λαό, στα βουνά, στα λαγκάδια, με διαλόγους σε καφενεία και πλατείες, ο πρωτοπόρος καθηγητής και πατριάρχης της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα, Παναγιώτης Σακελλαρόπουλος (Αθήνα 1926 - 5 Νοεμβρίου 2018).

Μακρόνησος και Ψυχικός Πόνος: 
Ενδοψυχικές συγκρούσεις, διλήμματα 
και αδιέξοδα στην αντιμετώπιση της 
εξωτερικής πραγματικότητας.*

Μελετώντας τον ψυχικό πόνο στη Μακρόνησο, ο ερευνητής βρίσκεται μπρος σε φόβους, φαντασιώσεις και αδυναμίες ανθρώπων που υπέφεραν και υποφέρουν. Είναι ένα θέμα μύχιο, βαθιά προσωπικό που γεννάει τα ερωτήματα: «με ποιο δικαίωμα», «με τίνος την εντολή ή την άδεια», «με ποιους όρους έχουμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε γι' αυτό;».

Όλα αυτά τα 50 χρόνια που πέρασαν από τότε, έχω μιλήσει με πολλούς που έζησαν το δράμα της Μακρονήσου στο πετσί τους και στην ψυχή τους, περισσότερο. Έχω την εντύπωση ότι υπήρξαν συναισθήματα που δεν έχουν ειπωθεί ποτέ και γεγονότα για τα οποία δεν έχουν μιλήσει σε κανένα. Αυτός ο προσωπικός χαρακτήρας του θέματος δημιουργεί μια μεγάλη δυσκολία για τον επιστήμονα: κοινωνιολόγο, ψυχολόγο ή ψυχίατρο να εκφράσει απόψεις.

Άλλος λόγος που δυσκολεύει τη διαδικασία της έρευνας, είναι ότι συνεχίζει να υπάρχει μία υπέρμετρη δόνηση του συναισθήματος, γύρω από το θέμα της Μακρονήσου. Ο Κ. Δεσποτόπουλος, από τον οποίο ζητήθηκε να συμμετάσχει σ' αυτήν εδώ την εκδήλωση, είπε ότι θα ήταν ακόμη πρόωρη, παρά τα 50 χρόνια που πέρασαν. Είναι αυτό το υποκειμενικό στοιχείο, η δόνηση του συναισθήματος που ανέφερα και προηγουμένως, που δυσκολεύει πολύ την προσέγγιση του θέματος.

Ας δούμε, όμως, πώς μπορεί ο ερευνητής να βγει από τη δύσκολη θέση που σας ανέφερα.

Πιστεύω ότι, πιο πολύ για μας τους κλινικούς, είναι απαραίτητο να υπάρχει μια αντικειμενική τοποθέτηση, μια επιστημονική στάση, και παράλληλα, να υπάρχει μια δόνηση του συναισθήματος, σωστά εναρμονισμένες μεταξύ τους. Ακόμη και στους εργαστηριακούς ερευνητές, θα πρέπει να υπάρχει αυτό το μίγμα της επιστήμης με το συναίσθημα.

Ο ερευνητής δεν είναι υποχρεωμένος να κρατήσει μια συναισθηματική απόσταση. Μπορεί να τεκμηριώσει, αντικειμενικά, με την επιστήμη του, τη θέση του βασανιζόμενου, κάτι που θα επιδιώξω εδώ, σήμερα.

* Παρουσιάστηκε στη διημερίδα: «Ιστορικό Τοπίο και Ιστορική Μνήμη - το παράδειγμα της Μακρονήσου», που διοργανώθηκε στις 6 και 7 Μαρτίου 1998 στην Αίθουσα Τελετών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, στο κτίριο αρχιτεκτονικής. Το πρόγραμμα της διημερίδας είναι υπό εκτύπωση από την «Διυπουργική ομάδα για την ανάδειξη του ιστορικού τόπου της Μακρονήσου».

1. ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΨΥΧΙΚΟ ΠΟΝΟ

O Γιάννης Ρίτσος με συντρόφους του στη Μακρόνησο
O Γιάννης Ρίτσος με συντρόφους του στη Μακρόνησο

Είναι εκπληκτική η ευρηματικότητα που εμφανίζει η ανθρωπότητα, όλους τους αιώνες, στην ανακάλυψη τρόπων βασανιστηρίων, σωματικών και ειδικότερα ψυχικών. Η προσπάθεια αποσκοπεί στην κάμψη της αντίστασης του αντιπάλου, του εχθρού, του θύματος, μέχρι τη διάλυση της προσωπικότητας, είτε αυτό θα οδηγήσει στην τρέλα, είτε όχι.
Ο σωματικός πόνος είναι ένα από τα μέσα, αλλά ο ψυχικός πόνος είναι αυτός που θα φέρει την κάμψη και κατόπιν, τη διάλυση της προσωπικότητας.

Οι ψυχώσεις, δηλαδή η απώλεια της έννοιας της πραγματικότητας, που εμφανίστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, συμπεριλαμβανομένης και της Μακρονήσου, είναι συνήθως, οξείες ψυχώσεις, αυτό που λέμε αντιδραστικές, σε ένα υπέρμετρο ερέθισμα. Αρκετές, όμως, από αυτές, όχι μόνο στη Μακρόνησο, εξελίχθηκαν σε χρόνιες. Οι περισσότερες βέβαια ιάθηκαν, αλλά τα τραυματικά ίχνη που άφησαν, έστω και αν η προσωπικότητα εξελίχθηκε με έναν τρόπο θετικό και παραγωγικό, έμειναν ανεξίτηλα.

Ο ψυχικός πόνος κάτω από τέτοια βία έχει δύο στοιχεία: το φόβο και το άγχος. Ως φόβο ορίζουμε την ανθρώπινη απάντηση, δηλαδή το συναίσθημα εκείνο που νιώθουμε μπροστά σ' ένα συγκεκριμένο κίνδυνο. Άγχος είναι η αντίδραση του ατόμου μπροστά σε έναν ακαθόριστο, επικείμενο κίνδυνο, ο οποίος δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί και επομένως δεν υπάρχει η δυνατότητα να αντιμετωπιστεί. Το άγχος συνδέεται σταθερά με το άγνωστο και δημιουργεί πολύ περισσότερη ενδοψυχική σύγκρουση.

Ποια είναι η ενδοψυχική διαδικασία που θα λάβει χώρα; Η πρόκληση του σωματικού πόνου που θα οδηγήσει στον ψυχικό, και που αυτός θα προκαλέσει το άγχος, το οποίο στη συνέχεια θα οδηγήσει σε πανικό και αυτός θα επιφέρει τελικά, με την επανάληψη στο χρόνο, τη διάλυση της προσωπικότητας. Αυτό προσπαθούσαν να προκαλέσουν, σταθερά στη Μακρόνησο οι βασανιστές.

Παραδοσιακός τρόπος, που αφορά τη Μακρόνησο, αλλά και όλες τις εποχές, ήταν ο ηθικός εκβιασμός που ασκείτο επάνω στο βασανιζόμενο. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος ηθικού εκβιασμού ήταν η απειλή ότι τα αγαπημένα πρόσωπα, η γυναίκα, το παιδί, ο αδελφός, θα υποστούν τα ίδια πράγματα ή και ακόμη χειρότερα. Είναι το ασφαλέστερο μέσον που έκανε τους ανθρώπους να καμφθούν, σε κάθε στρατόπεδο ή φυλακή όπου έζησαν, διαχρονικά, στους αιώνες και στους διάφορους πολιτισμούς. Μπροστά σ' αυτή την ηθική πίεση, ο άνθρωπος «σπάει».

Πιο σύγχρονος τρόπος είναι η διαταραχή των ψυχοβιολογικών λειτουργιών. Ακραία μορφή αποτέλεσαν τα λευκά κελιά της σύγχρονης γερμανικής αστυνομίας, εκεί όπου κατέληξαν οι τελευταίοι της ομάδας Μάινχοφ. Η διαβίωση σ' ένα μέρος χωρίς ήχους και οπτικά ερεθίσματα αφαιρεί από το βασανιζόμενο τη δυνατότητα να καθορίσει το χώρο και το χρόνο, να καταλάβει αν είναι μέρα ή νύχτα, ποια είναι η ημερομηνία, ποιος είναι δίπλα του και γενικότερα όλα τα στοιχεία εκείνα, που ορίζουν το περιβάλλον και την πραγματικότητα.

Σ' αυτές τις περιπτώσεις, το άτομο θα οδηγηθεί σε μια αποπροσωποποίηση, δηλαδή με εντυπωσιακά ταχύτατο ρυθμό, θα χάσει τη σχέση με τον εαυτό του, με την ταυτότητα του, και ταυτόχρονα τη σχέση με το σώμα του και τη σχέση του σώματος του με το χώρο. Με αυτά, είναι φανερό, πως με άλλους δρόμους, χωρίς σωματική βία, ο ψυχικός πόνος μπορεί να οδηγήσει κάποιον στο να γίνει ευάλωτος και να ενδώσει στη θέληση του βασανιστή, δηλαδή να καμφθεί η αντίσταση του.

2. ΟΙ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟ

Ποιες οι επιδιώξεις του συστήματος στη 
Μακρόνησο και κατ' επέκταση των βασανιστών

Αναμφίβολα, υπήρξαν ορισμένοι εγκέφαλοι, σατανικοί, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, οι οποίοι συνέλαβαν, προγραμμάτισαν και μεθόδευσαν όλο αυτό το σύστημα, κάνοντας παράλληλα και διόρθωση πορείας, κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του.

Στη συνέχεια θα γίνει αναφορά στην παθολογική προσωπικότητα αυτών των ατόμων, τουλάχιστον εκείνων για τους οποίους έγινε γνωστό πώς ήταν η προηγούμενη ζωή τους. Πολλοί, όμως, από τους εγκεφάλους αυτούς έμειναν άγνωστοι.

Βασικός σκοπός του συστήματος ήταν η διάλυση της προσωπικότητας του θύματος και όχι η ανάνηψη, δηλαδή να κερδηθεί ιδεολογικά ο βασανιζόμενος. Μέσω της διάλυσης της προσωπικότητας του ατόμου και κατ' επέκταση της ομάδας του, θα εξουδετερωνόταν η αντίσταση ενός μεγάλου μέρους του λαού. Δηλαδή, ο βασανισμός, η διαδικασία της δήθεν ανάνηψης με τις υπογραφές, την αποστολή επιστολών και τις άλλες αντίστοιχες επιβαλλόμενες εκδηλώσεις ήταν τα μέσα για να καμφθεί η αντίσταση.

Το αποδοτικότερο μέσο, κατά τη γνώμη μου, για τη συντριβή της αντίστασης του ατόμου και της ομάδας ήταν το ότι παλιοί σύντροφοι, φίλοι, συναγωνιστές, γίνονταν βασανιστές. Αυτό είχε μια φοβερή επίδραση πάνω στον άνθρωπο που ζούσε στη Μακρόνησο.

Πρόκειται για ένα τραγικό παράδειγμα ταύτισης με τον επιτιθέμενο, για να χρησιμοποιήσουμε ψυχολογικούς όρους. Δηλαδή, σε ένα ασυνείδητο επίπεδο, το θύμα ταυτίζεται πλήρως με τον επιτιθέμενο, εγκαταλείποντας τις αρχές που πίστευε προηγουμένως και ενστερνίζεται ιδέες και θέσεις κατά του εαυτού του, του προηγούμενου, δηλαδή, εαυτού του. Είναι διαφορετική η ψυχική διεργασία του ατόμου που ενδίδει για να επιζήσει. Αυτός επιλέγει να υποχωρήσει, σε συνειδητό επίπεδο, χωρίς να στραφεί εναντίον των συντρόφων του.

Άλλο μέσο τρομοκρατίας που χρησιμοποιήθηκε στη Μακρόνησο, ήταν η δημιουργία μιας σταθερής ατμόσφαιρας αβεβαιότητας και απρόβλεπτου, επικείμενου κινδύνου. Τα βασανιστήρια, δηλαδή οι ξυλοδαρμοί και η σωματική βία, δεν είχαν μια οριοθετημένη ένταση, έτσι συχνά οδηγούσαν και στο θάνατο. Καλλιεργήθηκε μ' αυτό τον τρόπο ένα κλίμα ανασφάλειας, φόβου και άγχους για την επιβίωση και το αύριο των κρατουμένων.

Έτσι επιδίωκαν μια ατμόσφαιρα ασάφειας σε συνάρτηση με την έννοια του θανάτου, κοινό στοιχείο με τα γερμανικά στρατόπεδα τα οποία λειτούργησαν από 1934 και έπειτα. Υπήρχε, δηλαδή, μια μεγέθυνση κάποιων γεγονότων και συγχρόνως μια διάψευση κάποιων άλλων, ώστε να διατηρείται σταθερά αυτή η ασάφεια και η αβεβαιότητα, που αποτελούν γνώρισμα της τρομοκρατίας.

Το άγχος του αγνώστου, η αδυναμία να στηριχθείς ιδεολογικά πάνω στους συντρόφους σου, σε άλλους ανθρώπους ή στην οικογένεια καθώς και το τί σημαίνει η συλλογικότητα σ' αυτές τις στιγμές, εκφράζεται στο γνωστό σε όλους στίχο από τον «Καημό» του Μίμη Χριστοδούλου:

«Δεν ξέρεις τ' είναι παγωνιά, βράδια χωρίς φεγγάρι,
να μη γνωρίζεις ποια στιγμή ο πόνος θα σε πάρει...».

Συνεχής ήταν η προσπάθεια των βασανιστών να μειώσουν την αλληλεγγύη, την αλληλοστήριξη μεταξύ των μελών στην ομάδα, αλλά και τη στήριξη που προσέφεραν στους Μακρονησιώτες οι συγγενείς, φίλοι και συναγωνιστές τους από την υπόλοιπη Ελλάδα. Αυτή τους η ενέργεια αποδείχτηκε αναποτελεσματική, ή τουλάχιστον αρκετά αναποτελεσματική.

Οι επαφές μεταξύ σκηνών, μεταξύ ταγμάτων, μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν έπαψαν ούτε τις πιο δύσκολες ημέρες που έζησαν οι άνθρωποι εκεί: ο λόγος, τα σύμβολα, σημειώματα, αφημένα τρόφιμα, τσιγάρα ή ένα λουλούδι κάποτε, διατηρούσαν αυτή τη συλλογικότητα και την αλληλοενημέρωση. Επίσης, οι μεταγωγές κρατουμένων από και προς τη Μακρόνησο, έδιναν τη δυνατότητα μιας ενημέρωσης και ουσιαστικής αλληλοστήριξης κρατουμένων και πληθυσμού στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Ένας άλλος τρόπος για τη διάλυση της προσωπικότητας που χρησιμοποιήθηκε εκεί, αλλά και 20 χρόνια αργότερα, με τη δικτατορία των συνταγματαρχών, το άλλο εθνικό όνειδος, ήταν η απαίτηση να δοθούν ονόματα και διευθύνσεις συναγωνιστών, και όταν αυτά ήταν ήδη γνωστά στους βασανιστές. Ο κύριος σκοπός ήταν και πάλι ο εξευτελισμός του ανθρώπου, το να προδώσει τους συντρόφους του και τελικά να φτάσει σε βαθιά αυτοϋποτίμηση.

Ήταν γνωστή στους βασανιστές η μέθοδος της συστηματικής άσκησης εντονότερης πίεσης εκείνων που έδιναν την εικόνα των πιο ευάλωτων, εύκολα αυτοί θα ενέδιδαν πρώτοι. Όταν αυτά τα άτομα άρχιζαν να ενδίδουν, ξεκινούσε το «ξήλωμα», από τη μία εκμυστήρευση στην άλλη, σε μια διαδικασία κατά την οποία ζητούσαν όλο και πιο πολλά, κάμπτοντας την αντίσταση και παράλληλα καταστρέφοντας την αξιοπρέπεια του ατόμου και τελικά τη δομή της προσωπικότητας.

Ένα περισσότερο προχωρημένο στάδιο αποδιοργάνωσης από τα βασανιστήρια, το οποίο πλησιάζει πια την ψύχωση και που δε θα το αναλύσω γιατί δεν έχω χρόνο, είναι ο βιασμός της σκέψης. Ο Gomez-Mango (1988), ψυχίατρος στο Παρίσι που δούλεψε με τους βασανισμένους των δικτατοριών της Λατινικής Αμερικής, κάνει έναν παραλληλισμό του βιασμού της σκέψης με το σύνδρομο του ψυχοδιανοητικού αυτοματισμού του de Clérambault,, μια βαριά ψυχοπαθολογική κατάσταση. Δεν υπάρχει πιο εφιαλτικό πράγμα από το συναίσθημα ότι η σκέψη του ατόμου βιάζεται, ότι μπορούν να την επηρεάσουν και να την κατευθύνουν. 

Αυτό αποτέλεσε βασικό θέμα του διωκτικού παραληρήματος που ανέπτυξαν κάποιοι από τους βασανιζόμενους οι οποίοι έζησαν τη βία, είτε στη Μακρόνησο, είτε στο ΕΑΤ/ΕΣΑ, αργότερα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Τα ζητήματα αυτά αναλύθηκαν επίσης παλαιότερα (1947) στο βιβλίο των Χατζηδήμου, Σκούρα, Καλούτση και Παπαδημητρίου «Ψυχοπαθολογία της πείνας, του φόβου και του άγχους» (1991) που αφορά την περίοδο της κατοχής, μελέτη πολύτιμη από πολλές πλευρές.

Άλλος τρόπος αποδιοργάνωσης και τελικά, διάλυσης της προσωπικότητας ήταν να ταυτιστεί ο λόγος του βασανιζόμενου με το λόγο των βασανιστών. Οι εκφράσεις των δηλώσεων μετανοίας, «αποκηρύσσω μετά βδελυγμίας...» ή άλλες παρόμοιες ήταν αυστηρά τυποποιημένες και έπρεπε οι ενδίδοντες να τις πουν, πολλές φορές, με τον ίδιο τρόπο που τις έλεγαν ή τις έγραφαν οι βασανιστές.

Σημαντικό στοιχείο ήταν η απόλυτη εξάρτηση που υπήρχε μεταξύ των βασανιστών και του θύματος. Η επιβίωση των κρατουμένων ήταν δυνατή μόνο μέσα από εκείνους. Το φαινόμενο αντιστοιχεί με τις συνθήκες διαβίωσης των χρονιών αρρώστων στα ψυχιατρικά άσυλα παλαιού τύπου, εκεί όπου εξαρτάται από τους φύλακες των ασθενών αν θα φάνε, αν θα πιούν και γενικότερα αν ο ψυχικά άρρωστος θα έχει την υλική φροντίδα, έτσι ώστε να επιβιώσει. Η ομαδική υποχρεωτική διαβίωση σε κοινούς χώρους, ιδρύματα κλειστά ή στρατόπεδα έχει κάτι το θανάσιμο μέσα της.

Με όλους αυτούς τους τρόπους, το σύστημα στη Μακρόνησο προσπαθούσε, να παλινδρομήσει τους βασανιζόμενους στο χώρο του εξωπραγματικού, στο χώρο του εφιάλτη, του τραγικού παραμυθιού και των παράλογων φόβων της παιδικής ηλικίας του ατόμου. Μ' αυτό τον τρόπο, η κάμψη τους ήταν εξασφαλισμένη.

Οι διαδικασίες και εφαρμογές αυτές, που ανέφερα, έχουν έναν οικουμενικό χαρακτήρα. Οι ψυχολογικές αντιδράσεις που προκαλούσαν οι βασανιστές στους κρατούμενους της Μακρονήσου ισχύουν πανομοιότυπα, είτε αυτό συνέβη στην περίοδο της κατοχής, από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς, είτε στον εμφύλιο πόλεμο, στις φυλακές και στη Μακρόνησο, ή στην περίοδο της δικτατορίας ή, τέλος, και σε άλλες χώρες, π.χ. της Λατινικής Αμερικής.

3. ΑΜΥΝΑ - ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΑΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ

Ποια ήταν η άμυνα που μπορούσαν να 
αντιτάξουν στη Μακρόνησο οι βασανιζόμενοι; 

Τρία ήταν τα σημαντικότερα ερείσματα τους: η ιδεολογία τους, η αλληλοστήριξη ανάμεσα τους, καθώς και η ανάκληση αισιόδοξων, μαχητικών και χαρούμενων αναμνήσεων από το παρελθόν του καθενός ή της ομάδας.

Όταν υπάρχει κάποιο στήριγμα για το βασανιζόμενο, όπως η ιδεολογική τοποθέτηση, αναμφισβήτητα αυτός αντέχει περισσότερο στον ψυχικό πόνο που του επιβάλλουν. Συνεπώς, αυτό προσπαθούν να του αφαιρέσουν οι βασανιστές συνεχώς και με κάθε τρόπο. Παράλληλα, όμως, με την ιδεολογία, υπάρχει πάντα μια προσωπική ανάγκη του ανθρώπου να κρατηθεί σε ένα επίπεδο που ο ίδιος εκτιμάει ότι πρέπει να κρατηθεί.

Στη Μακρόνησο, δηλαδή, η αυτοεκτίμηση και ο αυτοσεβασμός ήταν στοιχεία που «κρατούσαν» τον αγωνιστή, παράλληλα με την πολιτική του ιδεολογία και μερικές φορές ανεξάρτητα από αυτήν (Χαρακτηριστικό ήταν το παράδειγμα της οργής του Δ. Ιωαννίδη απέναντι στην εμμονή του Κ. Δεσποτόπουλου να υποστηρίζει την απόφαση του να μην υπογράφει δήλωση για λόγους του προσωπικού του πιστεύω και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ενώ δήλωνε ότι δεν ήταν κομμουνιστής).

Φωτογραφία από την εξορία στη Μακρόνησο το 1950 Διακρίνονται από αριστερά προς τα δεξιά:  Ο ηθοποιός Γ. Γιολδάσης, ο λογοτέχνης Μενέλαος Λουντέμης, ο ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης, ο ηθοποιός Μάνος Κατράκης, ο συντοπίτης μας ηθοποιός Τζαβαλάς Καρούσος, ο λογοτέχνης Νίκος Παπαπερικλής, ο Γιάννης Ιμβριώτης και ο ηθοποιός Κώστας Ματσακάς.
Φωτογραφία από την εξορία στη Μακρόνησο το 1950
Διακρίνονται από αριστερά προς τα δεξιά:
Ο ηθοποιός Γ. Γιολδάσης, ο λογοτέχνης Μενέλαος Λουντέμης,
ο ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης, ο ηθοποιός Μάνος Κατράκης,
ο ηθοποιός Τζαβαλάς Καρούσος, ο λογοτέχνης Νίκος Παπαπερικλής,
ο Γιάννης Ιμβριώτης και ο ηθοποιός Κώστας Ματσακάς.

Η συλλογικότητα είχε τεράστια σημασία. Αναφέρθηκε, χαρακτηριστικά, χθες η κυρία Βερβενιώτη στη Ρόζα Ιμβριώτη και στη χαρά που της προκάλεσε η είδηση ότι, από την απομόνωση της φυλακής, επρόκειτο να πάει στο κολαστήριο της Μακρονήσου. Η προσμονή της ανθρώπινης παρουσίας που θα είχε δίπλα της εκεί ήταν ένα δυνατό στήριγμα. Ο ισχυρός ρόλος της συλλογικότητας έχει περάσει ακόμα και στα συνθήματα ή την ποίηση. Ενδεικτικά: Το «Πολεμάμε και τραγουδάμε» της Κατοχής ή η άλλη πλευρά, στο στίχο του Μίμη Χριστοδούλου:

«...είναι βαριά η μοναξιά, είναι πικρά τα βράχια...».

Η άμυνα του βασανιζόμενου για να μπορέσει να επιβιώσει μέσα σ' αυτό το συνθλιπτικό παρόν, μ' αυτό το τραγικά αβέβαιο μέλλον, ήταν να καταφύγει στο παρελθόν του, σε καλές μνήμες, σε αγαπημένα πρόσωπα, σε άτομα που μπορούσε, αναπολώντας τα, να στηριχτεί επάνω τους, είτε αυτά ήταν του ιδεολογικού του χώρου, είτε αγαπημένα πρόσωπα, ερωτικά ή της οικογένειας.

4. Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ 
Η ΨΥΧΟΣΥΝΟΕΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗ

Η προσωπικότητα του βασανιστή αποτελεί ενδιαφέρον θέμα, ψυχολογικό, ψυχιατρικό και στην επέκταση του, κοινωνικό. Το άτομο αυτό έχει μια ανώριμη προσωπικότητα, μια προσωπικότητα που δεν εξελίχθηκε σωστά. Εκεί, κυριαρχούν ένστικτα σαδιστικά και καταστροφικά των παιδικών χρόνων του ανθρώπου. Στοιχεία των τρομοκρατικών παραμυθιών και συναισθήματα -σε μόνιμη πια βάση- από τους εφιάλτες των παιδιών. Αρχαϊκοί φόβοι όπου ο άλλος άνθρωπος, συμπεριλαμβανομένης και της μητέρας, είναι πάντα επικίνδυνος (ΚΙθΙπ, 1932 · Σακελλαρόπουλος και Τσιλίκας, 1995).

Οι σαδιστές είναι παράλληλα και μαζοχιστές προς την αυθαίρετη και παντοδύναμη εξουσία που τους πίεσε, τους κατεύθυνε και τους επέτρεψε να γίνουν βασανιστές. Ο μηχανισμός του συστήματος «ξύπνησε» σ' αυτούς τους ανθρώπους απωθημένα και ασυνείδητα σαδιστικά ένστικτα τα οποία βρήκαν διέξοδο μέσα στην παράλογη και εξωφρενική εξωτερική πραγματικότητα της Μακρονήσου.

Συνήθως, κάτω από την ισχυρή επιρροή των εθίμων και το φόβο των κοινωνικών κανόνων και απαγορεύσεων, αυτά τα ένστικτα καταστέλλονται, αλλά δεν εξουδετερώνονται οριστικά. Με «εντολή» από μια Αρχή, οποιαδήποτε Αρχή αυθαίρετη και καταστροφική, όπως αυτήν της Μακρονήσου, τα ένστικτα αυτά έρχονται στην επιφάνεια και κυριαρχούν την πραγματικότητα της καθημερινής ζωής του βασανιστή. Το αποτέλεσμα της «εντολής» ήταν ο σαδισμός στη Μακρόνησο να γενικευτεί, να πάρει τη μορφή επιδημίας.

Αντίθετα, σε μια ώριμη, δημοκρατική, και άρα ευνομούμενη πολιτεία, με την αυτονόητη και σταθερή επίδραση εθίμων και κοινωνικών απαγορεύσεων, αυτές οι δυνάμεις μπορεί να μείνουν στο ασυνείδητο και να μην έρθουν ποτέ στην επιφάνεια. Με το σατανικό του μηχανισμό, το σύστημα της Μακρονήσου τις απελευθέρωνε και παράλληλα, όχι μόνο τις δικαιολογούσε, αλλά και τις επιβράβευε.

Θα επιμείνω στο πιο κάτω σημείο, που χρειάζεται προσοχή και συνεχή αποσαφήνιση: η ψυχιατρική, η ψυχολογία του βάθους -στα στοιχεία που προαναφέρθηκαν_ επεξηγεί και αναλύει την ψυχοσύνθεση, στην προκειμένη περίπτωση, του βασανιστή. Δε δικαιολογεί, δεν αποδίδει το ακαταλόγιστο, άρα δεν απαλλάσσει το βασανιστή από τις ευθύνες του, κοινωνικές και ποινικές, οι οποίες παραμένουν ακέραιες.

5. ΑΠΩΤΕΡΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΨΥΧΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ

Συγκριτικά με την αντίσταση και τη μάχη της Κατοχής, ο μεγάλος αριθμός των ατόμων που πέρασαν από τη Μακρόνησο, δεν μπήκε εθελοντικά μέσα σ' αυτή τη νέα σύγκρουση, του 1947-49, με τους κρατούντες. Αντίθετα, η συντριπτική πλειοψηφία ήθελε να αποφύγει τη σύγκρουση και επεδίωκε έναν πολιτικό αγώνα βασισμένο σε ειρηνικά μέσα. Έτσι εξηγείται ο μεγάλος αριθμός των νέων παιδιών που παρουσιάστηκαν για να υπηρετήσουν τη θητεία τους στο βασιλικό στρατό. Όταν, όμως, το σύστημα τους έβαλε μπροστά στο δίλημμα «υποταγή και προδοσία ή αξιοπρέπεια και υπεράσπιση της ιδεολογίας τους», υποχρεώθηκαν να γίνουν ήρωες, όπως θα λέγαμε, δανειζόμενοι μια σκέψη του Bertolt Brecht. Αυτή, όμως, η διαφορά μεταξύ της αρχικής πρόθεσης και της ηρωικής εξέλιξης της συμπεριφοράς του ατόμου είχε σοβαρές συνέπειες στον ψυχισμό, άμεσες και απώτερες.

Το ανεξίτηλο των ψυχικών τραυμάτων: Οι δραματικές ψυχικές διαταραχές, όπως οι κρίσεις άγχους, κατάθλιψη, παραλήρημα, εμφανίσθηκαν εκεί ή στο άμεσο μέλλον. Αρκετοί μπήκαν μέσα στην ψύχωση, πολύ λίγοι έμειναν, όμως, σ' αυτή.

Ποιες ήταν οι απώτερες επιδράσεις της βίας πάνω στα άτομα που υπέστησαν τον εγκλεισμό στη Μακρόνησο;

Σοβαρότερη, ίσως από την ψυχωσική κρίση, είναι η δυσδιάκριτη, αλλά μόνιμη αλλοίωση της προσωπικότητας του ατόμου που έζησε αυτό το δράμα. Κανείς πια δεν ήταν όπως πριν. Σε πολλούς από τους βασανισμένους στη Μακρόνησο, χάθηκε το ανέμελο του νέου ανθρώπου και αντικαταστάθηκε από μια πίκρα. Η χαρά ζωής, από μια μόνιμη ελαφρά κατάθλιψη ή από μια σκληρή υπέρμετρη μαχητικότητα, όχι πάντα προς τη σωστή κατεύθυνση. Το εύρος των ενδιαφερόντων που ασκούσαν γοητεία πάνω στο άτομο και αυτά που του έδιναν αγαλλίαση, περιορίστηκαν κυρίως στον τομέα της επιβίωσης ή, ειδικά, τον κοινωνικο-πολιτικό αγώνα. Έπρεπε να σκληρύνουν πολύ, στη Μακρόνησο, για να αντέξουν και αυτό άφησε τα κατάλοιπα του. Οι σχέσεις με τους άλλους, γονείς, φίλους ή ερωτικούς συντρόφους, δυσκόλεψαν και συχνά δεν είχαν την άνεση, την τρυφερότητα και τον ενθουσιασμό του παρελθόντος.

Οι απώλειες αυτές ήταν βαρύτερες για όσους υπέγραψαν. Υπήρχε μόνιμα μια βαθιά αυτοϋποτίμηση. Με όσους Μακρονησιώτες μιλούσες αργότερα, δηλαδή 5, 6, 10 χρόνια μετά, σου έλεγαν για εκείνη την «έρμη την υπογραφή» και το «πώς δεν μπόρεσα να αντέξω;» Εξέφραζαν, δηλαδή, μια βαθύτατη αυτομομφή και αυτοϋποτίμηση, έστω και αν έγιναν αργότερα σημαντικοί επιστήμονες, σημαντικοί ερευνητές, σημαντικοί επιχειρηματίες. Μια κατάθλιψη μόνιμη, ψυχολογική, όχι ψυχιατρική, συνόδευσε αυτά τα άτομα για πάντα.

Σε πάρα πολλούς, το σύστημα κατάστρεψε, μελλοντικά, τη χαρά τους. Αυτό, νομίζω, ήταν η βαρύτερη εγκληματική πράξη και εκεί, επίσης, έγκειται η μεγαλύτερη ευθύνη των βασανιστών. Δεν πέτυχαν να διαλύσουν τις προσωπικότητες των βασανιζομένων, απέτυχαν κατά κράτος να τους αλλάξουν ιδεολογία, αλλά άφησαν πίσω τους πολλή δυστυχία.

Όμως, οι διορθωτικοί μηχανισμοί μέσα στην ανθρώπινη φύση είναι τόσο μεγάλοι και τόσοι πολλοί, ώστε ακόμη και ο ψυχικός πόνος στο κολαστήριο της Μακρονήσου να μετουσιωθεί σε στοιχεία ωρίμανσης. Κάποια άτομα μπόρεσαν να αντλήσουν δύναμη και ωριμότητα από αυτή την ψυχοφθόρα εμπειρία. Πρόκειται για κάτι πάρα πολύ δύσκολο και αφορά μερικούς μόνο αυτή η διαδικασία.

Εκφράζοντας αυτές τις σκέψεις, δε θέλησα να ωραιοποιήσω ή να δώσω ένα δραματικό χαρακτήρα στα γεγονότα. Προσπάθησα να σταθώ με σεβασμό εμπρός στον ψυχικό πόνο που έζησαν πολλές χιλιάδες Έλληνες στη Μακρόνησο.

Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω την οργανωτική επιτροπή που με τίμησε με την πρόσκληση αυτή και ιδιαίτερα τον Φίλιππο Ηλιού που κρατάει μια σωστή ισορροπία ανάμεσα στην επιστημονική σκέψη και τη δόνηση του συναισθήματος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
• Gomez-Mango E. (1988): «De la torture et du secret». L'…nformation Psychiatrique Vol. 64, No 3, Mars 1988.
• Klein M. (1932): «Psychanalyse des enfants». Paris, Presses Universitaires de France, 1955.
• Σακελλαρόττουλος Π. και Τσιλίκας Σ. (1995): «Ψύχωση, ψυχαναλυτικό πρίσμα και δημόσια
περίθαλψη». Ψυχανάλυση και Ψυχοθεραπεία, Μάιος 1995, Τεύχος 4, Τόμος 2ος, σελ. 161.
• Σκούρα Φ., Χατζηδήμου Α., Καλούτση Α., Παπαδημητρίου Γ. (1991): «Ή ψυχοπαθολογία της
πείνας, του φόβου και του άγχους». Εκδόσεις Οδυσσέας/Τρίαψις Λόγος. Δεύτερη έκδοση.
• Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής Π. Σακελλαρόπουλος. www.inpsy.gr. Παναγιώτης Σακελλαρόπουλος, Ψυχίατρος - Παιδοψυχίατρος, Πανεπιστήμιο Θράκης

• Στο Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης 6-7/3/1998, «Ιστορικό Τοπίο και Ιστορική Μνήμη. Το παράδειγμα της Μακρονήσου», Αθήνα, Εκδ. Φιλίστωρ, 2000, σ. 303-312.

«Τα μνημεία με την ιστορία τους συμβάλλουν στην ενεργοποίηση της ιστορικής μνήμης, ενώ τα μνημεία χωρίς την ιστορία τους, είναι βουβά. Χαρακτηρίζουμε ως ιστορικό τόπο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1469/50 περί προστασίας ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενέστερων του 1830, ολόκληρο το νησί της Μακρονήσου, γιατί έχει σημαδέψει την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, γιατί αποτελεί χώρο μνήμης όχι μόνο γι' αυτούς που έζησαν όλη τη φρικαλεότητα της περιόδου 1946 - 1953, αλλά και για όλους τους Έλληνες, και κυρίως για τις νέες γενιές, γιατί αποτελεί σύμβολο καταδίκης του εμφυλίου πολέμου, όλων των βασανιστηρίων και κάθε καταπίεσης από οπουδήποτε προερχόμενης, βωμό ελευθερίας της σκέψης και των ιδεών...»

Η υπουργός ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ, Αθήνα 16 Μαΐου 1989.

Ο Παναγιώτης Σακελλαρόπουλος είναι ο
Πατέρας της Ψυχιατρικής Mεταρρύθμισης

Ο Παναγιώτης Σακελλαρόπουλος είναι ο Πατέρας της Ψυχιατρικής Mεταρρύθμισης

Γιάννης Παπαδόπουλος 10.11.2018 στην «Κ»

Τον άκουγαν όλοι με προσοχή. Αρχές δεκαετίας του ’80, σε δημόσια ομιλία του σε καφενείο της Άμφισσας, ο ψυχίατρος Παναγιώτης Σακελλαρόπουλος εξηγούσε υπομονετικά στους ντόπιους ότι οι ψυχικά ασθενείς δεν αποτελούν απειλή. «Ο ψυχιατρικός άρρωστος δεν πρέπει να πηγαίνει μέσα στο ψυχιατρείο-άσυλο ή να πηγαίνει όσο το δυνατόν λιγότερο και να μένει όσο το δυνατόν λιγότερο χρονικό διάστημα. Ο άρρωστος αυτός έχουμε μεγαλύτερο όφελος θεραπευτικό, ιατρικό, όταν θεραπεύεται μέσα στην κοινωνική του ομάδα, μέσα στην οικογένεια, μέσα στο γενικό νοσοκομείο», τους έλεγε.

Η επιστημονική προσέγγισή του ήταν πρωτοποριακή για την Ελλάδα της εποχής. Κόντρα στις προσταγές της παλαιολιθικής ιατρικής, ο ίδιος υποστήριζε σθεναρά την αποασυλοποίηση. Δεν ήθελε τον ψυχικά ασθενή περιθωριοποιημένο, ξεχασμένο στον θάλαμο ενός ιδρύματος, αποστερημένο από οποιαδήποτε κοινωνική επαφή. Προσπαθούσε, όπως έλεγε συχνά, «να αντικαταστήσει τα δεσμά με ανθρώπινους δεσμούς».

Αυτές οι συστηματικές ομιλίες του (τουλάχιστον τέσσερις μήνες διαλόγου σε καφενεία και πλατείες της Άμφισσας) άμβλυναν τις όποιες τοπικές αντιδράσεις. Αρχικά δημιούργησε στον νομό Φωκίδας μια κινητή μονάδα που περιέθαλπε στα σπίτια όσους είχαν ανάγκη.

Ακολούθησε η λειτουργία ενός οικοτροφείου και ημιαυτόνομων διαμερισμάτων, που σταδιακά υποδέχτηκαν τροφίμους ψυχιατρείων με σκοπό την κοινωνική τους επανένταξη. Με τον καιρό έφτασαν εκεί και οι πρώτοι ασθενείς από το ψυχιατρείο της Λέρου, οι οποίοι είχαν απολέσει βασικές δεξιότητες λόγω του χρόνιου εγκλεισμού. Κάποιοι έτρωγαν μόνο με τα χέρια, άλλοι δεν ήξεραν πώς να κοιμούνται σε κρεβάτι ή χρειάστηκε να περάσουν χρόνια μέχρι να αρθρώσουν λέξη.

«Τους θεωρούσαν εντελώς καταδικασμένους. Μόλις γέμιζαν τα ψυχιατρεία της Αττικής αλλά και της υπόλοιπης Ελλάδας, έστελναν στη Λέρο αυτούς τους δυστυχισμένους. Δεν φτάνει που είχαν την αρρώστια τους, που υπέφεραν τραγικά. Να πιστεύεις ότι είσαι άγιος και να σε θεωρούν δαίμονα. Η αδικία ήταν αφόρητη. Τους είχαν και ξεχωριστό νεκροταφείο. Δηλαδή και πεθαμένους τούς θεωρούσαν καταδικασμένους», μου είχε πει για αυτούς τους ανθρώπους ο Σακελλαρόπουλος πριν από τρία χρόνια, σε μια συνέντευξη στη μονοκατοικία του στο Μετς. 

Ο καλύτερος τρόπος για να κατανοήσει κάποιος το βάθος του έργου του Σακελλαρόπουλου και τη συμβολή του στην ελληνική ψυχιατρική είναι να επισκεφθεί τη δομή που δημιούργησε στην Άμφισσα.

Όταν βρέθηκα εκεί το 2011, διαπίστωσα ότι άνθρωποι που κάποτε βρίσκονταν «στα αζήτητα» είχαν γίνει πλέον πιο λειτουργικοί. Ένας είχε αποφοιτήσει από σχολείο δεύτερης ευκαιρίας, άλλος εργαζόταν σε καφενείο κι ένας ακόμη έπαιζε στη θεατρική ομάδα του δήμου. Ντόπιοι τούς καλούσαν σε αρραβώνες και γάμους. «Δεν γίνεται να γλεντάει η γειτονιά και αυτοί να αποκλείονται», έλεγαν. Και σε μια πλαγιά που μύριζε χαμομήλι, οι ψυχικά ασθενείς –ανάμεσά τους και πρώην τρόφιμοι της Λέρου– τσάπιζαν ένα χωράφι φτιάχνοντας τη δική τους αγροτική παραγωγή.

«Ήταν πολύ κοντά στους ανθρώπους και κυρίως σε όσους ήταν ευάλωτοι», λέει στην «Κ» η σύζυγος και επί χρόνια συνεργάτιδά του Αθηνά Φραγκούλη. «Πίστευε ότι είναι φάσεις της ζωής που ο άνθρωπος βιώνει επεισόδια και κρίσεις. Ήξερε ότι είναι οδυνηρό το άγχος του ψυχωσικού και ήθελε να βοηθήσει να το ξεπεράσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα».

Ο ίδιος έλεγε ότι ο γιατρός πρέπει «να δονηθεί συναισθηματικά» και να μην είναι ψυχρός παρατηρητής. «Από την ψυχανάλυση δεν ζητάμε μια ουτοπική λύση, αλλά προσπαθούμε να βελτιώσουμε τη σχέση θεραπευτή - θεραπευόμενου έχοντας επίγνωση ότι δεν είμαστε Θεοί», είχε τονίσει στην τελευταία μας συνάντηση το 2015. Ήταν 89 ετών τότε. Μπορεί το αργό του βήμα, υποβασταζόμενο από ένα καφέ μπαστούνι, να πρόδιδε την επίδραση του γήρατος στο σώμα του, εκείνος όμως παρέμενε δεινός συνομιλητής. Μετρούσε την κάθε λέξη, πρόσεχε τον κάθε μορφασμό. Αφοσιωνόταν σε όποιον είχε απέναντι.

Παρά την ηλικία του, ήταν δραστήριος στην επιστήμη του. Δεν ήταν άνθρωπος που κρυβόταν πίσω από τίτλους, όσο πλούσιο βιογραφικό κι αν διέθετε.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926, σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία από το 1954 έως το 1961 σε πανεπιστημιακά κέντρα και τμήματα νευρολογίας, ψυχιατρικής και παιδικής ψυχιατρικής.

Το 1985 εκλέχτηκε καθηγητής Ψυχιατρικής και Παιδοψυχιατρικής στη Ιατρική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου. Ήταν ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας (1977), του Ινστιτούτου Κοινωνικής Ψυχιατρικής (1978), της Εταιρίας Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Ψυχικής Υγείας (1981), της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας (1983) και του Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Ενηλίκων (1996).

Στα μέσα Οκτωβρίου, του απονεμήθηκε ο τίτλος του επίτιμου δημότη Δελφών. Ο ίδιος δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει το ταξίδι για την τελετή. Τον εκπροσώπησε η σύζυγός του. Στον χαιρετισμό της εκ μέρους του αναφέρθηκε στις καινοτομίες του «Σακέλ», όπως τον έλεγαν χαϊδευτικά. «Αμφισβήτησε την κατεστημένη ψυχιατρική, ποτέ δεν φοβήθηκε να έρθει αντιμέτωπος με τα κακώς κείμενα. Πήρε την ψυχιατρική από το ντιβάνι και το Κολωνάκι και την πήγε στα βουνά και στα λαγκάδια της Φωκίδας. Οι δυσκολίες δεν στάθηκαν ικανές να αλλοιώσουν τη φτιαξιά του και τα ιδανικά του», είπε η κ. Φραγκούλη.

Μέχρι και πρόσφατα, συνεργάτες του και ωφελούμενοι επισκέπτονταν τον Σακελλαρόπουλο στο Μετς. Παρέμενε διαυγής, έχοντας έγνοια για την πορεία της χώρας και έντονο ενδιαφέρον για το έργο των συνεργατών του. Όπως λέει η σύζυγός του στην «Κ», ο Σακελλαρόπουλος επένδυε πολύ σε νέους επαγγελματίες, τους ενέπνεε και εμπνεόταν από εκείνους.

Στις 5 Νοεμβρίου (2018) ο Παναγιώτης Σακελλαρόπουλος πέθανε από φυσικά αίτια. Ήταν 92 ετών. Όσοι τον γνώρισαν θυμούνται τις συναντήσεις μαζί του στο καθιστικό της μονοκατοικίας του, εκεί όπου πραγματοποιούσε κάποτε τις ψυχαναλυτικές συνεδρίες του. Στις αναμνήσεις τους όλα βρίσκονται στην ίδια θέση: η μοκέτα, ο δερμάτινος καναπές και εκείνος σταθερά στο γραφείο του έτοιμος να ακούσει τον συνομιλητή του.

Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που παρατίθενται
στο κείμενο, οφείλονται στην Sophia-Ntrekou.gr | Αέναη επΑνάσταση

► Δείτε επίσης από την Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής Π. Σακελλαρόπουλος - Οι Ψυχικές Διαστάσεις της πανδημίας Covid-19 (video)

Η Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής Π.Σακελλαρόπουλος είναι επιστημονικό μη κερδοσκοπικό σωματείο. Ιδρύθηκε το 1981 και έχει αναπτύξει ένα ευρύ δίκτυο δραστηριοτήτων σε όλους τους τομείς που σχετίζονται με την ψυχική υγεία έχοντας συμβάλει ιδιαίτερα στην Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα.

Μια ομάδα συνεργατών με επικεφαλής τον καθηγητή Π. Σακελλαρόπουλο από το 1964 άρχισε να εργάζεται για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στη χώρα μας, εμπνευσμένη από το πνεύμα της Κοινωνικής – Κοινοτικής Ψυχιατρικής. Άρχισαν να δουλεύουν το μοντέλο της Ψυχιατρικής Περίθαλψης στο σπίτι του αρρώστου (Ψ.Π.Σ.Α.). Έκτοτε, επεκτείνει τις δραστηριότητες διαρκώς σε διάφορες υποβαθμισμένες περιοχές της επικράτειας.




























Δεν υπάρχουν σχόλια: