21 Οκτωβρίου 1825: Δημοσιεύτηκε ο «Ύμνος εις την Ελευθερία» στη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος». Παράλληλα, ο Σπυρίδων Τρικούπης δημοσίευσε και την πρώτη κριτική του ποιήματος στην ίδια εφημερίδα, η οποία κυκλοφορούσε στο Ναύπλιο. Ο «Ύμνος εις την Ελευθερία» αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές, εκ των οποίων οι δύο πρώτες αποτελούν τον εθνικό μας ύμνο.
1914 Νοέμβριο, ο 31χρονος τότε βρίσκεται στη Μονή Καρακάλου
Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου, Αρθρογράφος
Μέχρι και τον δύσπιστο Καζαντζάκη εντυπωσίασαν τα Καρούλια στο Άγιον Όρος, και έγραψε για το οδοιπορικό του, εκστασιασμένος. Την Ευχή των ιδιαίτερα ασκούμενων Αγίων Αγιορειτών Πατέρων, που, την Σύναξή των εορτάζουμε Κυριακή 63 μέρες μετά το Πάσχα.
«Με τον Παλαμά λύεται ευφρόσυνα ένα υπόκωφο δράμα δυο χιλιάδων χρόνων. Το παλαμικό έργο είναι ο τόπος όπου γίνεται η ολοκληρωτική πραγμάτωση και ανάσταση του ελληνικού ποιητικού λόγου στη ζωή». Γιώργος Σεφέρης (Δοκιμές, Α’, 215).
Ο Κωστής Παλαμάς (Πάτρα, 13 Ιανουαρίου 1859 – Αθήνα, 27 Φεβρουαρίου 1943) ήταν ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ιστορικός, κριτικός της λογοτεχνίας, και ο μοναδικός Έλληνας ποιητής που ήταν διαρκώς υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ κατά τη δεκαετία του ’30.
24 Οκτωβρίου 1963 η Σουηδική Ακαδημία τιμά τον Γιώργο Σεφέρη με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, «Για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες» ανακοίνωσε η Σουηδική Ακαδημία.
Πήρε το Νόμπελ υπό τους ήχους των 12 Ελληνικών χορών (1958) του Νίκου Σκαλκώτα (1904-19 Σεπ 1949). Οι 12 Ελληνικοί Χοροί -Twelve Greek Dances) (Βλ. βίντεο στο τέλος)
Το παραπάνω απόσπασμα από το προσωπικό ημερολόγιο του ποιητή μάς μεταφέρει στο καλοκαίρι του 1963, στις μέρες που προηγήθηκαν της βράβευσής του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Βασιλική Ακαδημία και προέρχεται από ένα βιβλίο που χρόνια περιμένουν όσοι μελετούν τον Γιώργο Σεφέρη: τον προτελευταίο τόμο «Μέρες Η', 2 Γενάρη 1961 - 16 Δεκέμβρη 1963, από τη σειρά «Μέρες», από τις εκδόσεις Ίκαρος.
Οι «Μέρες» του Σεφέρη λίγο πριν από το Νόμπελ Λογοτεχνίας
«Η φασαρία άρχισε κατά τα μέσα Οχτώβρη. (Η εισβολή των Σουηδών) Εκείνες τις μέρες ο Σαββίδης μου τηλεφώνησε πως η «Αυγή» δημοσιεύει την είδηση της «Ηerald Τribune» ότι οι επικρατέστεροι υποψήφιοι είναι ο Μπέκετ κι εγώ. Άρχισαν οι φωτογράφοι. Το δυσάρεστο είναι που όσο πληθαίνουν τόσο τους βαριούμαι, τόσο το πρόσωπό μου φαίνεται περισσότερο βαριεστημένο – στο τέλος θα με φωτογραφούν κοιμισμένο».
ΕΡΤ Αρχείο: Ταξιδεύουμε πίσω στο χρόνο, την ημέρα αναγγελίας της απονομής του Νόμπελ λογοτεχνίας στο Γιώργο Σεφέρη, στις 24 Οκτωβρίου 1963. Μέσα από το Αρχείο της ΕΡΤ και το φακό των κινηματογραφικών Επικαίρων της εποχής παρακολουθούμε τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη στο γραφείο της οικίας του μετά την ανακοίνωση της απονομής σε αυτόν του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας για το έτος 1963. Αμέσως μετά ο Γιώργος Σεφέρης συνομιλεί με τους δημοσιογράφους, παρουσία της συζύγου του Μαρώς Σεφέρη. Στη συνέχεια, βλέπουμε το Γιώργο Σεφέρη να γιορτάζει την απονομή του Βραβείου Νόμπελ σαμπάνια με τον πεζογράφο και Ακαδημαϊκό Ηλία Βενέζη.
Η στιγμή που ο Γιώργος Σεφέρης κέρδισε το Νόμπελ
Η κ. Άννα Λόντου, κόρη της Μαρώς Σεφέρη από τον πρώτο
της γάμο θυμάται τη μέρα που κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
«Εκείνο που θυμάμαι έντονα είναι η βραδιά της ανακοίνωσης της βράβευσης του Γιώργου Σεφέρη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ήταν 24 Οκτώβρη του 1963». Μετά την ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας, ο πρώτος που τον επισκέφθηκε ήταν ο Ηλίας Βενέζης, με τον οποίο άνοιξαν μια σαμπάνια και γιόρτασαν τη μεγάλη νίκη. Αργότερα, ήρθαν δημοσιογράφοι και πολλά παιδάκια που τραγουδούσαν σουηδικά».
Ο Στρατής Τσίρκας περιέγραφε σε ένα βιβλίο του: «Τη μέρα που βραβεύτηκε ο Σεφέρης, ένας εφημεριδοπώλης έτρεχε στη γειτονιά ανεμίζοντας την εφημερίδα: Το Βήμα που το είχε ως πρωτοσέλιδη την είδηση. Πήραμε το Νόμπελ! Πήραμε το Νόμπελ!». Ήταν μεσημέρι της 24ης Οκτωβρίου του 1963 όταν έφθασε στην Αθήνα η χαρμόσυνη είδηση της απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον ποιητή Γιώργο Σεφέρη. Ήταν ηπρώτη φορά που ένας Έλληνας τιμάται με Νόμπελ.Αμέσως μετά, ο ποιητής δήλωσε τα ακόλουθα:
«Διαλέγοντας έναν Έλληνα ποιητή για το βραβείο Νόμπελ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ότι ζωντανό από τη μακριά παράδοση της. Νομίζω, ακόμη, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση - κάθε λαού - και το ελληνικό πνεύμα».
Η βράβευση με Νόμπελ Λογοτεχνίας
Το δίπλωμα του βραβείου Nόμπελ που
απονεμήθηκε στον ποιητή Γιώργο Σεφέρη
Το 1963, ο Γιώργος Σεφέρης βραβεύεται με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών: η ανακοίνωση της βράβευσής του έγινε την Πέμπτη 24 Οκτωβρίου ενώ η επίσημη απονομή στις 10 Δεκεμβρίου στη Στοκχόλμη.
Σύμφωνα με τα αρχεία της επιτροπής, ο Σεφέρης προτάθηκε επίσημα το 1963 από τον συγγραφέα και μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας, Έυβιντ Γιόνσον, ενώ είχε προταθεί άλλες τρεις φορές (1955, 1961 και 1962).
Το 1961 προτάθηκε από τον ποιητή Τόμας Στερνς Έλιοτ, ενώ το 1962 προτάθηκε τόσο από τον Ε. Γιόνσον όσο και από τον καθηγητή κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Κ. Α. Τρυπάνη.
Η επιλογή του, μεταξύ 80 υποψηφίων από όλο τον κόσμο, είχε την υποστήριξη όλων των μελών της Επιτροπής, με εξαίρεση ενός μέλους ο οποίος θεωρούσε πως το έργο του Σάμουελ Μπέκετ (βραβεύτηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1969) είχε πιο θετική αποτίμηση από εκείνο του Σεφέρη.
Ο γραμματέας της επιτροπής, Έστερλουντ (Österlund), υποστήριξε πως η επιλογή Σεφέρη υπήρξε μια ευκαιρία να αποδώσουν έναν θαυμάσιο φόρο τιμής στη σύγχρονη Ελλάδα, μια γλωσσική περιοχή που περίμενε πάρα πολύ καιρό για μια βράβευση σε αυτό το επίπεδο.
Ο Γιώργος Σεφέρης παραλαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Τη στιγμή όπου ο βασιλιάς σας, η Α.Μ. Γουσταύος ΣΤ' Αδόλφος, μου έδινε το δίπλωμα του βραβείου Νόμπελ, δεν μπόρεσα ο ίδιος να μη θυμηθώ με συγκίνηση τις μέρες όπου, ως διάδοχος, είχε επιμείνει να συμβάλει προσωπικά στις ανασκαφές της ακρόπολης της Ασίνης. Όταν πρωτοσυνάντησα τον Άξελ Πέρσον, τον μεγαλόκαρδο εκείνον άντρα που είχε και αυτός αφοσιωθεί σε τούτη την ανασκαφή, τον είχα ονομάσει ανάδοχό μου. Ναι, γιατί η Ασίνη μού είχε χαρίσει ένα ποίημα.
Ο Βασιλιάς της Ασίνης ήταν το ποίημα το οποίο ανέφερε σε εκείνη τη δοξαστική για την Ελλάδα τελετή, στις 10 Δεκεμβρίου του 1963, ο Γιώργος Σεφέρης. Το θέμα που ανέπτυξε σε γαλλική γλώσσα, στη Σουηδική Ακαδημία, ήταν «λίγα λόγια για τη νεότερη ελληνική παράδοση». Ο νομπελίστας, πλέον, ποιητής μίλησε για τις «πολλές όψεις της Ελλάδος» επιλέγοντας ως «οδόσημα» τον Διονύσιο Σολωμό, τον Ανδρέα Κάλβο, τον Κωστή Παλαμά, τον Κωνσταντίνο Καβάφη και τον Ιωάννη Μακρυγιάννη.
Σας μίλησα γι' αυτούς τους ανθρώπους, γιατί οι σκιές τους δεν έπαψαν να με συντροφεύουν από τότε που άρχισε το ταξίδι μου για τη Σουηδία και γιατί οι προσπάθειές τους αντιπροσωπεύουν, στο νου μου, τις κινήσεις ενός κορμιού αλυσοδεμένου επί αιώνες, όταν επιτέλους σπάσουν τα δεσμά του και ψηλαφεί, ξαναζωντανεύει κι αναζητάει τις φυσικές του κινήσεις.
Η απονομή του βραβείου Νομπέλ αποτέλεσε μείζον γεγονός για την Ελλάδα. «Η Σουηδική Ακαδημία ηθέλησε να εκδηλώση την αλληγγεύην της προς την σημερινή και ζωντανή Ελλάδα του πνεύματος», δήλωσε ο Σεφέρης. «Επελέγη δια το υπέροχον λυρικόν ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από εν βαθύ αίσθημα δια το ελληνικόν πολιτιστικόν ιδεώδες», ανακοίνωσε η Σουηδική Ακαδημία. Ο διεθνής Τύπος συγκατανεύει θεωρώντας «αρίστη και εξαιρετική την εκλογή».
O Γιώργος Σεφέρης παίρνει το βραβείο Νόμπελ
από το βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύο ΣΤ'
10 Δεκεμβρίου 1963 απονέμεται το βραβείο
Στις 10 Δεκεμβρίου το 1963 έγινε στην Στοκχόλμηη τελετή απονομής των βραβείων Νόμπελ. Ανάμεσα στους τιμηθέντες και ο Γιώργος Σεφέρης, ο οποίος το βράδυ της ίδιας ημέρας εκφώνησε την παρακάτω ομιλία στο δείπνο που παρατέθηκε στους νομπελίστες στο Δημαρχείο της Στοκχόλμης.
Στην ομιλία του, ο Έλληνας ποιητής συνοψίζει τις πεποιθήσεις του, αφενός για την άμεση και αδιάσπαστη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας (και ευρύτερα της ελληνικής ηθικής συνείδησης) από την αρχαιότητα ως τη σημερινή εποχή και αφετέρου για την αναγκαιότητα και τη λειτουργία της ποίησης στο σύγχρονο κόσμο.
Η Ομιλία του στις 10 Δεκ 1963 στην Στοκχόλμη
«Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα*. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα- πρώτα από τον εαυτό μου.
Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή.
Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες.
O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν»**.
Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «…θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε…»***.
Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο.
Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.
Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο, γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ' ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό η διαφορά είναι λίγη.
Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν' ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση. Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να 'βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου.
Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν' αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία, που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες, όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής, για να θυμηθώ το Σέλλεϋ, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.
Σ' αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται.
Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα.»
VIDEO: Κατά τη διάρκεια ειδικής τελετής, η οποία πραγματοποιείται στη Στοκχόλμη, ο Βασιλιάς της Σουηδίας Γουσταύος Αδόλφος ΣΤ΄ απονέμει τα Βραβεία Νόμπελ για το έτος 1963. Το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής απονέμεται στη Μαρία Γκέππερτ-Μάγιερ, το Βραβείο Νόμπελ Χημείας στον Καρλ Ζήγκλερ, το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής στον Σερ Τζων Έκκλες και το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας στον ποιητή Γιώργο Σεφέρη.
Επεξηγήσεις:
*εκφράζω... γλώσσα: η ομιλία του ποιητή γράφτηκε και δόθηκε στα γαλλικά. Η παρούσα μορφή είναι μεταφρασμένη από τον ίδιο.
*Ήλιος... εξευρήσουσιν: δεν πρέπει ο Ήλιος να ξεπερνάει το μέτρο· διαφορετικά, οι ίδιες οι Ερινύες θα προσφερθούν ως βοηθοί της Δικαιοσύνης.
*απόφθεγμα: σύντομος λόγος με καθολικό κύρος
*«…θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε…»: Ο Σεφέρης αναφέρεται στο Μακρυγιάννη, ο οποίος όμως αποδίδει τη συγκεκριμένη φράση σε έναν Τούρκο μπέη.
*αναβρύζει: πηγάζει
*Σέλλεϋ: Πέρσυ Μπυς Σέλλεϋ ήταν Άγγλος ποιητής
Ο Γιώργος Σεφέρης με την πριγκίπισσα Sibylla της Σουηδίας τη
βραδιά της βράβευσης του με το Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Η Βασίλισσα Σίλβια της Σουηδίας είναι η σύζυγος του Βασιλιά Καρόλου ΙΣΤ' Γουσταύου και η μητέρα της διαδόχου του θρόνου Πριγκίπισσας Βικτώριας.
Ο φιλόλογος Κ. Καρεμφύλλης σχολιάζοντας την ομιλία του γράφει: Στην ομιλία του αυτή, κατά την τελετή βράβευσής του με το βραβείο Νόμπελ, ο Γ. Σεφέρης αναφέρεται στην ελληνική γλώσσα και τη σχέση της με την ποίηση και τον άνθρωπο. Η ελληνική γλωσσική παράδοση είναι μακραίωνη και αδιάλειπτη και τα κύρια χαρακτηριστικά της είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά και τη δικαιοσύνη. Εξίσου ισχυρή με την προφορική γλωσσική παράδοση είναι και η γραπτή, που εκφράζεται κυρίως με την ποίηση.
Αυτή την ποιητική λειτουργία έχει σήμερα περισσότερο παρά ποτέ ανάγκη ο σύγχρονος κόσμος, ο οποίος χαρακτηρίζεται από το φόβο και την ανησυχία. Η ποίηση αποτελεί μια πράξη εμπιστοσύνης πολύτιμη για το σύγχρονο άνθρωπο, στο μέτρο που εκφράζει την καρδιά του. Ο ομιλητής κλείνει το λόγο του λέγοντας ότι σ’ αυτόν τον κόσμο της αβεβαιότητας και του φόβου θα πρέπει να ανευρεθεί ξανά η αξία του ανθρώπου, η μόνη ικανή να αντιμετωπίσει τα «τέρατα» που απειλούν τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του.
Ο Σεφέρης ήταν συνυποψήφιος για το Νόμπελ
το 1963. Από τα αρχεία της Σουηδικής Ακαδημίας
Εκπρόσωπος της Σουηδικής Ακαδημίας
ανακοινώνει στον Σεφέρη τη βράβευσή του
Τα αρχεία των εκάστοτε βραβείων Νόμπελ παραμένουν ερμητικά κλειστά για πενήντα χρόνια.
Λίγες μέρες νωρίτερα (2014), άνοιξαν τα αρχεία του 1963, χρονιά κατά την οποία πήρε το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας ο Γιώργος Σεφέρης.
Ανάμεσα σε 80 συγγραφείς που είχαν προταθεί υπάρχουν τα ονόματα της μελλοντικής νικήτριας Νέλλυ Ζαχς (Nelly Sachs, 1891-1970), αλλά και του Σαρλ ντε Γκωλ (Charles de Gaulle,1890-1970).
Οι έξι φιναλίστ του 1963 ήταν: Γιώργος Σεφέρης, Ουίσταν Ώντεν (Wystan Auden, 1907-1973), Πάμπλο Νερούδα (Pablo Neruda, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ρικάρδο Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο, Ricardo Eliécer Neftalí Reyes Basoalto,1904-1973, Νόμπελ 1971), Σάμιουελ Μπέκετ (Samuel Barclay Beckett, 1906-1989, Νόμπελ 1969), Γιούκιο Μισίμα (Yukio Mishima 1925-1970), ο Δανός-Νορβηγός Ακσέλ Σαντεμόσε ή Άξελ Σεντεμούσε (Aksel Sandemose 1899-1965), στα ελληνικά έχει αποδοθεί και ως Σάντιμοζ)
Όταν ο διαγωνισμός έφτασε σε κρίσιμο σημείο οι υποψήφιοι ήταν τρεις. Ο Σεφέρης, ο Ωντεν και ο Νερούδα.
Ένα μέλος της επιτροπής -ενώ οι άλλοι ομόφωνα πρότειναν το Σεφέρη-, κράτησε μια επιφύλαξη για μια πιο θετική αποτίμηση του Μπέκετ. Και είχε δίκιο.
Τρεις από τους έξι αυτούς φιναλίστ δεν πήραν ποτέ Νόμπελ. Ο Ουίσταν Ώντεν, ο Γιούκιο Μισίμα και ο εντελώς ξεχασμένος Άξελ Σάντιμοζ.
• Oμιλία στη Στοκχόλμη Γ. Σεφέρης, Δοκιμές, τόμ. 2, Ίκαρος • «Giorgos Seferis – Nominations». The Nobel Prize: The Nomination Database. Nobel Media AB. 22 Ιουνίου 2018. • «Nobel Prize in Literature 1963». The Nobel Prize: Nomination Archive. Nobel Media AB. 2014. • Γ. Σεφέρης: ο πρώτος Έλληνας που τιμάται με Νομπέλ, Ιστορικό Λεύκωμα 1963, σελ. 150-151, Καθημερινή (1997)
Ανέκδοτη ηχογράφηση: Στο σπίτι του Γιώργου Σεφέρη τη βραδυά που του απονεμήθηκε το Νόμπελ. Ακούγονται: Γιώργος και Μαρώ Σεφέρη, Γιώργος Θεοτοκάς, Γιώργος Κατσίμπαλης κ.α
Διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Το Άστυ» σε δύο συνέχειες, στις 15 και 16 Αυγούστου 1900. Σάτιρα και δράμα μαζί, μοναδικό στο είδος του, γιατί του λείπει ολότελα η αφήγηση και όλη η ιστορία εξελίσσεται μεσ’ από το κουτσομπολιό των γυναικών μιας γειτονιάς της Αθήνας για ένα νεαρό άνδρα, που αυτοκτόνησε από έρωτα.[1]